Κεφάλαιο 31 - Στο χείλος του γκρεμού


Ο Ντάνιελ κοίταξε με τρόμο τις μορφές που έρχονταν έρποντας κατά πάνω τους. Όπου και να κοιτούσε, έβλεπε απειλητικές σκιές να σέρνονται και να τους πλησιάζουν όλο και περισσότερο. Οι φόβοι της Έμμα είχαν δυναμώσει και έρχονταν καταπάνω τους να τους κατασπαράξουν. Μορφές δολοφόνων που έβρισκαν ικανοποίηση να βλέπουν το θύμα τους να υποφέρει καθώς το βασάνιζαν μέχρι θανάτου. Ήταν και οι δικές του τύψεις εκεί, το δικό του πλάκωμα, που είχε γιγαντώσει κι αυτό και ερχόταν να τον διεκδικήσει. Παιδιά που υπέφεραν και εκλιπαρούσαν για βοήθεια και αυτός δεν έκανε τίποτα να τα σώσει.  Κοίταξε πίσω του. Κοφτός και βαθύς γκρεμός που χανόταν μέσα σε πυκνά σύννεφα, χωρίς να μπορείς να δεις πού κατέληγε και αν είχε τέλος. Είχαν φτάσει πια στην άκρη και δεν υπήρχε καμία άλλη διέξοδος, καμία διαφυγή. Λίγα μέτρα ακόμα και τα τέρατα που σκαρφάλωναν στα τελευταία μέτρα της ανηφοριάς, θα τους έφταναν. Ένιωθε τη συνέχεια να έρχεται, ζοφερή και τρομακτική. Οι μορφές να τους κυκλώνουν, να απλώνονται πάνω τους και να τους καταπίνουν, ρουφώντας κάθε ζωή και κάθε ανάσα τους.

Ξανακοίταξε τον κοφτό βράχο. Δεν μπορεί να ήταν αυτό το τέλος. Η Έμμα τα είχε καταφέρει, άφησε τον ονειρικό κόσμο της να διαλυθεί και διέσχισε το μονοπάτι του τρόμου, που την είχε βυθίσει στο σκοτάδι. Δεν μπορεί όλη αυτή η πάλη να οδηγούσε σε αδιέξοδο. Πίεσε το μυαλό του να σκεφτεί, ο χρόνος τους τελείωνε από στιγμή σε στιγμή.  

Κι αν δεν ήταν αδιέξοδο; Αν αυτό ήταν η λύση; Μια ιδέα ξεπετάχτηκε στο μυαλό του, φωτεινή σαν τον ήλιο. 

 Ένα ξάφνιασμα! Μια μεγάλη και απότομη πτώση.  Όπως ο υπναγωγικός σπασμός σκέφτηκε. Η χαρακτηριστική αντίδραση του οργανισμού που μπαίνει σε χαλάρωση. Ο εγκέφαλος ερμηνεύει την χαλάρωση ως απειλή για τον οργανισμό και προκαλεί σπασμό για να θέσει και πάλι τον οργανισμό σε εγρήγορση. Πόσο συχνά ενώ κοιμόμαστε, δεν έχουμε νιώσει ότι πέφτουμε και πεταγόμαστε από τον ύπνο μας. Ίσως αυτό χρειάζεται και η Έμμα. Ο εγκέφαλός της βρίσκεται σε ονειρική κατάσταση για πολύ μεγάλο διάστημα. Ένα δυνατό τράνταγμα, μια μεγάλη πτώση, ένας γερός υπναγωγικός σπασμός, ίσως είναι αυτό που χρειάζεται για να ξυπνήσει. Ναι, τώρα το έβλεπε καθαρά. Δεν ήταν αδιέξοδο, αλλά η έξοδός τους ο γκρεμός που απλωνόταν μπροστά τους.

Γύρισε και κοίταξε την Έμμα αποφασισμένος.

-Έμμα, θέλω για άλλη μια φορά να με εμπιστευτείς. 

-Τι πρέπει να κάνουμε; ψέλλισε το κορίτσι.

-Δεν θέλω να τρομάξεις. Πρέπει να πηδήξουμε στο κενό.

Η Έμμα τον κοίταξε έντρομη γουρλώνοντας τα μάτια της. Γύρισε και κοίταξε τον γκρεμό πίσω της.

-Εμπιστεύσου με κορίτσι μου. Μαζί θα το κάνουμε. Δεν πρόκειται να σε αφήσω. Πρέπει όμως να είναι δική σου η απόφαση. Πρέπει να αποφασίσεις αν θα αφήσεις αυτά τα τέρατα να σε τυλίξουν και να σε πάρουν μαζί τους για πάντα, ή να πετάξεις ελεύθερη μακριά τους. Εγώ θα μείνω δίπλα σου, σε ότι κι αν αποφασίσεις. Θα είμαστε μαζί μέχρι το τέλος, όποιο κι αν είναι αυτό.

Οι άγριες μορφές είχαν φτάσει σε απόσταση αναπνοής, λίγα εκατοστά τους χώριζαν πια και θα έπεφταν στα χέρια τους. Όλα θα είχαν γίνει μάταια, αν οι φόβοι και οι ενοχές κατάφερναν να τους καταπιούν στο τέλος. Η Έμμα πήρε βαθιά ανάσα και είπε δυνατά και καθαρά:

-Σε εμπιστεύομαι απόλυτα. Ας το κάνουμε, είμαι έτοιμη.

Της χαμογέλασε και κούνησε με συγκίνηση το κεφάλι του. Η Έμμα τον κοιτούσε αποφασισμένη και έτοιμη για όλα. Είχε πάρει την απόφασή της.

Έπλεξαν σφιχτά τα χέρια τους. Κοιτάχτηκαν άλλη μια φορά και χωρίς άλλη σκέψη πήδηξαν στο κενό.

.  

.

Ο δόκτορ Γκίλιαν παρακολουθούσε έκπληκτος το μόνιτορ της Έμμα, να καταγράφει τους παλμούς της καρδιάς της, που όλο και δυνάμωναν. Το μηχάνημα ενεργοποίησε αρχικά την δόνηση, σαν προειδοποίηση ότι κάτι δεν πάει καλά και στην συνέχεια, καθώς οι καρδιακοί παλμοί συνέχιζαν να ανεβαίνουν, ενεργοποίησε και τον ηχητικό συναγερμό. Άρχισε να χτυπάει δυνατά, καθώς οι διακυμάνσεις των παλμών είχαν γίνει πια θεόρατα κύματα, που αναβόσβηναν στο μηχάνημα λες και ήταν χριστουγεννιάτικο δέντρο. Ταυτόχρονα το ίδιο συνέβαινε και στον Ντάνιελ. Οι καρδιακοί του παλμοί ακολουθούσαν καλπάζοντας, τους ρυθμούς της Έμμα.

-Γιατρέ, τι συμβαίνει; Ρώτησε έντρομη η Έλενα τον δόκτορα Γκίλιαν. Χωρίς να της δώσει απάντηση ο γιατρός γύρισε στη Λορέν, που στεκόταν κι αυτή από πάνω από την Έμμα και παρακολουθούσε σοκαρισμένη την εξέλιξη.

-Λορέν, αποσύνδεσέ τους. ΤΩΡΑ!

Η Λορέν έτρεξε αμέσως πάνω από τον Ντάνιελ και άρχισε να αφαιρεί τα ηλεκτρόδια από το κεφάλι του, με μεγάλη ταχύτητα. Στη συνέχεια προχώρησε στο στήθος του και άρχισε να ξεκολλάει με γρήγορες κινήσεις τα αυτοκόλλητα μαξιλαράκια με τους αισθητήρες, όταν ξαφνικά ένα δυνατό χέρι την άρπαξε και την σταμάτησε. Η Λορέν αναπήδησε τρομαγμένη, αφήνοντας ένα δυνατό επιφώνημα έκπληξης. 

Μια βαθιά εισπνοή, ένα απότομο τίναγμα.

Τρία άτομα, η Λορέν, ο γιατρός και η Έλενα, έμειναν παγωμένοι να παρακολουθούν τη σκηνή μπροστά τους.

Ο Ντάνιελ ανασηκώθηκε απότομα από το κρεβάτι του. Κοίταξε γύρω του ελαφρώς αποπροσανατολισμένος και στη συνέχεια άρχισε να αφαιρεί, τους αισθητήρες, τη μάσκα οξυγόνου και τον ορό από το χέρι του, τραβώντας τα με μανία. Το επιφώνημα έκπληξης της Έλενας και το όνομα του Ντάνιελ στο στόμα της, καλύφθηκε από τις δυνατές εντολές του γιατρού προς τη Λορέν.

-Βρίσκεται σε σοκ! Λορέν, σταμάτησέ τον, φώναξε δυνατά ενώ κατευθύνθηκε δίπλα του και τον έπιασε και αυτός μαζί με τη Λορέν για να τον ηρεμήσει.

Ο Ντάνιελ χτυπιόταν σαν δαιμονισμένος. Με απίστευτη δύναμη, έσπρωξε τη Λορέν πέρα, ελευθερώθηκε από τις λαβές του γιατρού, σηκώθηκε όρθιος και άρπαξε την Έμμα από το κρεβάτι της. Την έφερε στην αγκαλιά του σαν μωρό και άρχισε να της φωνάζει με ένταση, με μια σπαραχτική φωνή:

-Έμμα, είμαι εδώ, δίπλα σου. Φτάσαμε Έμμα, με ακούς; Με λυγμούς και συνεχίζοντας να φωνάζει το όνομά της, άρχισε να την ταρακουνάει. 

-Έλα κορίτσι μου, μπορείς. Μην αφεθείς, όχι τώρα, Έμμαααα...

Τρία ζευγάρια μάτια έμειναν κολλημένα πάνω του, να τον κοιτάζουν παραλυμένοι από έκπληξη και τρόμο και δέος. 

Ο Ντάνιελ χωρίς να σταματάει ούτε λεπτό, συνέχιζε να εκλιπαρεί την Έμμα να ξυπνήσει, ενώ δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια του. Η Έμμα όμως δεν έδειχνε καμία ανταπόκριση. Αρκετά λεπτά περάσανε. Ο Ντάνιελ σταμάτησε να την ταρακουνάει. Η φωνή του άρχισε να χαμηλώνει, μέχρι που πνίγηκε σε δυνατούς λυγμούς.

-Έκανα λάθος... Την σκότωσα... ψέλλισε μέσα από λυγμούς συνεχίζοντας να κοιτάζει το κορίτσι στην αγκαλιά του.

 Έμεινε με το κεφάλι σκυμμένο, να ακουμπάει το μέτωπο της Έμμα, ενώ το σώμα του τρανταζόταν πλέον ολόκληρο από το κλάμα του.

Η Έλενα έκανε ένα βήμα να πλησιάσει κοντά του, όμως ένας θόρυβος την έκανε να σταματήσει. Μια δυνατή εισπνοή ακούστηκε. Δυο καταγάλανα μάτια άνοιξαν διάπλατα και κοίταξαν γεμάτα τρόμο γύρω τους. 

Η Έμμα ένωσε το βλέμμα της για κλάσματα δευτερολέπτου με του Ντάνιελ και στη συνέχεια άνοιξε τα χέρια της και τον τύλιξε σφιχτά στην αγκαλιά της, κλαίγοντας με αναφιλητά. Έμειναν εκεί, καθισμένοι πάνω στο κρεβάτι ένα πλεγμένο κουβάρι, βυθισμένοι σε ένα δικό τους λυτρωτικό ξέσπασμα. 

Η Έλενα και η Λορέν αγκαλιάστηκαν ενθουσιασμένες, σκουπίζοντας δάκρυα χαράς και ανακούφισης από το πρόσωπό τους. Ο δόκτορ Γκίλιαν είχε μείνει με ανοιχτό το στόμα κρατώντας την ανάσα του, να κοιτάζει τον Ντάνιελ με την Έμμα αποσβολωμένος.

Ο Ντάνιελ συνεχίζοντας να κρατάει σφιχτά στην αγκαλιά του την Έμμα και χαϊδεύοντας τα μαλλιά της, της ψιθύριζε:

-Τα καταφέραμε Έμμα! Εσύ! Τα κατάφερες κορίτσι μου γλυκό! Σώπα τώρα, τελείωσε, ένας κακός εφιάλτης ήταν και έφυγε. Όλα πέρασαν, σώπα...

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top