Κεφάλαιο 27 - Η απολογία του μπάτλερ.

Στημένοι μπροστά στην εικόνα που προβαλλόταν στον τοίχο, αμίλητοι και σχεδόν κρατώντας την ανάσα τους, ο Ντάνιελ, η κυρία Μισέλ, η Έλενα και πιο πίσω ο Αρσέν, παρακολουθούσαν την ομολογία του Κλάους στον αστυνομικό.

-Με είχε ακολουθήσει, τα βράδια που σχολούσα και έφευγα για την πόλη.

-Και γιατί έφευγες και πήγαινες τα βράδια στην πόλη; Εμείς γνωρίζουμε ότι έμενες στην έπαυλη.

-Στην έπαυλη μένω... έμενα θέλω να πω. Αλλά πνιγόμουν, είχα ανάγκη να φύγω...

-Τι ήταν αυτό που σε έπνιγε δηλαδή;

-Πρέπει να καταλάβετε κύριε αστυνόμε. Ζω μέσα στην έπαυλη από μικρό παιδί, ένας υπηρέτης. Μια ζωή απόλυτα πειθαρχημένη και απόλυτα υποταγμένη. Είχα ανάγκη να κάνω κάτι διαφορετικό, να αποκτήσω μια δική μου ταυτότητα, να αναπνεύσω. Οι γονείς μου, με είχαν μεγαλώσει όπως έζησαν κι αυτοί. Δηλαδή όλη τους τη ζωή να υπηρετούν την έπαυλη και τους ανθρώπους της.

-Κάτι που δεν το άντεχες και αποφάσισες να καταστρέψεις τους ανθρώπους, που σου πρόσφεραν δουλειά και στέγη.

-Όχι προς Θεού! Ποτέ δεν πέρασε κάτι τέτοιο από το μυαλό μου. Πώς θα μπορούσα; Την αγαπώ την οικογένεια Πιερ, είμαι κι εγώ κομμάτι της. Ειδικά τη δεσποινίδα Έμμα. Όταν ήμαστε μικροί παίζαμε μαζί στους κήπους της έπαυλης. Έχουμε οκτώ χρόνια διαφορά όλα κι όλα και πρακτικά μεγαλώσαμε μαζί. Θυμάμαι ακόμα τον εαυτό μου γύρω στα δέκα μου, να την πιάνω από το χεράκι, ένα μικρό κοριτσάκι δύο χρονών και να περπατάμε στον κήπο. Το κελαριστό γέλιο της, τα παιχνίδια και τα χαχανητά μας. Δεν θα της έκανα ποτέ κακό. Την ένιωθα σαν τη μικρή μου αδελφή τότε. Μεγαλώνοντας ακολούθησα το δρόμο των γονιών μου, με ευλάβεια και συνέπεια μπορώ να πω. Η "μικρή αδελφή μου", έγινε η δεσποινίς Έμμα και οι ρόλοι άλλαξαν, αλλά δεν σταμάτησα ποτέ να νιώθω αγνή αγάπη γι' αυτό το κορίτσι.  Όταν πέθαναν οι γονείς μου, ανέλαβα τη θέση του μπάτλερ στην έπαυλη. Πιεστική δουλειά, με πολλές ευθύνες και αυστηρή πειθαρχία. Αλλά τα βράδια όταν τελείωνε η δουλειά μου, έκανα όνειρα να μπορούσα να είχα μια διαφορετική ζωή.

-Δηλαδή; Τι είδους διαφορετική ζωή;

-Δεν είχα κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό μου, αναζητούσα κάτι διαφορετικό, να ξεφύγω. Άρχισα να φεύγω τα βράδια, όταν τελείωνα τη δουλειά μου και να κατεβαίνω στο Μοντρέ. Μού έπαιρνε κάτι λιγότερο από μισή ώρα να φτάσω σε αυτή την πανέμορφη πόλη, στις όχθες της λίμνης της Γενεύης. Στην αρχή το έκανα μόνο και μόνο για να κάτσω σε μια παμπ και να παραγγείλω ένα ποτό, που θα μου το σέρβιρε κάποιος άλλος και θα με περιποιόταν αυτός εμένα, έτσι για αλλαγή. Για να νιώσω κι εγώ πως κάποιος ασχολείται και προσφέρει σε μένα, απέναντι σε αυτό που έκανα σε όλη μου η ζωή και με καθόριζε σαν άνθρωπο. 

Εκεί, στο Μοντρέ, ένα βράδυ και ενώ έπινα το ποτό μου, μια ομάδα μηχανόβιων έφτασε και έκατσε στο διπλανό τραπέζι από αυτό που καθόμουν εγώ. Μια παρέα από ζευγάρια σε ηλικίες από τριάντα έως εξήντα-και χρονών, που γύριζαν τον κόσμο με τις μηχανές τους και σταματούσαν για διανυκτέρευση, όπου τους έβγαζε ο δρόμος και όπου τους άρεσε το περιβάλλον. Ενθουσιάστηκα από την ελευθερία που απέπνεαν. Πιάσαμε κουβέντα, τους κέρασα μπύρες και με κέρασαν σφηνάκια. Με μάγεψε ο τρόπος ζωής τους, η ανεμελιά, η χωρίς σχέδιο καθημερινότητά τους. Ήταν ακριβώς το αντίθετο από τη δική μου ζωή. Είχα πιει αρκετά εκείνο το βράδυ και άρχισα να λέω πως θα ήθελα να μπορούσα να τους ακολουθήσω, να μπω στην παρέα τους. Ενθουσιάστηκαν και αρχίσαμε περισσότερο σαν αστείο, να στήνουμε σχέδια, για το τι βήματα έπρεπε να κάνω για να τους ακολουθήσω. Πρώτα απ' όλα χρειαζόμουν μια μηχανή. Μια Harley Davidson σαν αυτή που είχε ο Αντρέ. Τύπου "road glide", εντυπωσιακή και πανέμορφη. Άκουγα τον κινητήρα της να βρυχάται και τρελαινόμουν. Χρειαζόμουν πενήντα τέσσερις χιλιάδες ευρώ για να την αποκτήσω. Είχα ένα κομπόδεμα στην άκρη, αλλά χρειαζόμουν πολλά ακόμα για να φτάσω αυτό το ποσό. Όμως εκείνο το βράδυ ήμουν έτοιμος για όλα και αποφασισμένος να δοκιμάσω. Έκανα νοερά υπολογισμούς, πόσο χρόνο θα μου έπαιρνε να συγκεντρώσω το ποσό. Θα μπορούσα να ζητήσω από την κυρία Μισέλ να αγοράσει το μικρό σπιτάκι στο δάσος, είχα σκεφτεί μεταξύ άλλων. Μέσα στη θολούρα του ενθουσιασμού μου, αλλά και των ποτών που έπινα ασταμάτητα, τα τακτοποίησα όλα στο μυαλό μου. Και σε μια παρόρμηση της στιγμής, ζήτησα από την γυναίκα του Αντρέ, τη Χέλγκα, που χτύπαγε τατουάζ σε όλη την παρέα, να μού κάνει τατουάζ και στα δύο μου χέρια. Διάλεξα ότι πιο ακραίο και πιο άγριο είχε στα σχέδιά της. Δύο απαίσια και επιθετικά φίδια με κόκκινα μάτια. Ήταν συμβολικά το πρώτο βήμα για να γίνω ένας από αυτούς μέσα στο μυαλό μου.

Την άλλη μέρα κιόλας ξεκίνησα να σκέφτομαι τρόπους να αυξήσω τα χρήματά μου. Έκανα κάτι που πολλές φορές μετά ντράπηκα γι' αυτό. Πήγα στη δεσποινίδα Έμμα και άρχισα να της παινεύω την ζωγραφική της. Της ζήτησα να μού δώσει πίνακές της, κάποια εκπληκτικά αντίγραφα γνωστών ζωγράφων, για να διακοσμήσω τάχα μου το σπιτάκι μου. Το γλυκύτατο κορίτσι μού έδωσε με την καρδιά της, τρία πανέμορφα αντίγραφα από πίνακες του Νταλί. Κι εγώ το επόμενο κιόλας βράδυ, τους πήρα στην πόλη για να τους πουλήσω.

-Ενδιαφέρουσα η προσπάθειά σου να αλλάξεις ζωή Κλάους, αλλά δεν καταλαβαίνω τι σχέση μπορεί να έχει με τον κύριο Τζέρεμι και την εγκληματική αδελφότητα που είχε στήσει.

-Έχει απόλυτη σχέση, πιστέψτε με. Κάντε λίγη υπομονή και θα καταλάβετε. 

-Ωραία λοιπόν, συνέχισε. Σε ακούμε.

-Ήμουν αποφασισμένος να κάνω το μεγάλο μου όνειρο. Να τα αφήσω όλα πίσω μου και να ξεκινήσω μια καινούργια ζωή όπως σας είπα. Αγόρασα και ανάλογο ντύσιμο, όταν κυκλοφορούσα στην πόλη, για να μπω στο πετσί του νέου ρόλου μου. Μαύρο δερμάτινο παντελόνι και αμάνικο τζάκετ, για να φαίνονται τα εντυπωσιακά τατουάζ μου στα χέρια μου. Αισθανόμουν ξαφνικά τόσο απελευθερωμένος, τόσο αντισυμβατικός! Τρομερή αλλαγή από την αυστηρή στολή του μπάτλερ, με σακάκι με μακριά μανίκια και λευκά γάντια. Με αυτή τη νέα εμφάνιση και ενώ έβγαινα από την γκαλερί που μόλις είχα πουλήσει τους πίνακες της δεσποινίδας Έμμα, συνάντησα μπροστά μου τον κύριο Τζέρεμι. Πρέπει να με παρακολουθούσε μέρες απ' ότι κατάλαβα εκ των υστέρων. Είχε καταλάβει ότι έκανα μια διπλή, κρυφή ζωή και αποφάσισε να με χρησιμοποιήσει για τα σχέδιά του. Με απείλησε ότι θα με ξεμπροστιάσει στην κυρία Μισέλ. Θα με παρουσίαζε ως ένα χούλιγκαν με άγρια τατουάζ, που συναναστρέφεται με μηχανόβιους και περιθωριακά στοιχεία και πουλάει πράγματα μέσα από τη βίλα. Θα με κατέστρεφε! Δεν θα μπορούσα να δουλέψω ξανά πουθενά, μού είχε πει. Θα με έδιωχνε και ξαφνικά είδα όλη μου τη ζωή, όλα μου τα σχέδια, να γκρεμίζονται μπροστά μου. Η κυρία Μισέλ δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Δεν θα έδινε μεγάλη σημασία, θα έκανε ότι της έλεγε ο κύριος Τζέρεμι. Με έπιασε πανικός. Άρχισα να τον εκλιπαρώ να μη με μαρτυρήσει. Με καθησύχασε. Είπε ότι δεν θα πει τίποτα αλλά σε αντάλλαγμα της σιωπής του, για να μην χάσω τη δουλειά μου, μού ζήτησε μια απλή εξυπηρέτηση.

-Τι είδους εξυπηρέτηση;

-Μια έκπληξη μου είπε, που ήθελε να κάνει. Θα μου έδινε και χίλια ευρώ για να κάνω κάτι ασήμαντο όπως έλεγε. Να βάλω μια σκόνη που θα μου έδινε στο φαγητό της δεσποινίδας Έμμα, κάτι απλό και ακίνδυνο που θα της έφερνε νύστα. Όταν αυτή ενεργούσε και έριχνε το κορίτσι σε ύπνωση, εγώ θα έπρεπε να την μεταφέρω στο ελικόπτερό του. Ήταν μια έκπληξη μου είχε πει, που ήθελε να στήσει στη μικρή και η βοήθειά μου του ήταν απαραίτητη. Το έκανα και είναι κάτι που θα μετανιώνω σε όλη μου τη ζωή. Της έβαλα τη σκόνη στο βραδινό της φαγητό. Μετά μπήκα στο δωμάτιο της δεσποινίδας Έμμα, ντυμένος με το αμάνικο τζάκετ μου, αφού το κορίτσι θα κοιμόταν ήδη και εγώ ήμουν έτοιμος να φύγω για την πόλη, μόλις τελείωνα με την μεταφορά της δεσποινίδας Έμμα. Την σήκωσα και την μετέφερα στο ελικόπτερο του κύριου Τζέρεμι, που την πήρε και έφυγε.

-Και πληρώθηκες χίλια ευρώ για να το κάνεις αυτό;

-Ναι.

-Καλά, δεν σου κίνησε υποψίες αυτό; Να ναρκώσει το κορίτσι και να το μεταφέρει εν αγνοία της κάπου;

-Ήταν περίεργο, αλλά από την άλλη, σκεφτόμουν, πατριός της είναι δεν μπορεί να έχει κακό στο μυαλό του. Κάποια έκπληξη, θα ήταν κάτι καλό που θα έφερνε χαρά στη δεσποινίδα Έμμα.

-Και μην ξεχνάμε και τα χίλια ευρώ που πήρες γι' αυτό. Για συνέχισε λοιπόν. Μετά τι έγινε;

-Μετά άρχισε ο εφιάλτης. Η δεσποινίς Έμμα είχε γυρίσει στην έπαυλη την επόμενη μέρα που πήγα στο δωμάτιό της, αλλά κάτι είχε αλλάξει στην συμπεριφορά της. Περίμενα να την δω χαρούμενη, να μού διηγηθεί την έκπληξη που της είχε κάνει ο πατριός της. Όμως η δεσποινίς Έμμα έδειχνε αφηρημένη, απόμακρη, μερικές φορές και τρομαγμένη, χωρίς όμως να μπορεί να εξηγήσει το λόγο.

-Και δεν της είπες τίποτα; Δεν την ρώτησες; Τι της συμβαίνει; Πού την είχε πάει ο πατριός της;

-Όχι φυσικά. Ο ρόλος μου ως μπάτλερ είναι να υπηρετώ, να προσφέρω ότι μού ζητάνε, να είμαι πάντα παρών, αλλά να μην εμπλέκομαι σε τίποτα.

-Μπλέχτηκες όμως. Είδες αλλαγή στην συμπεριφορά του κοριτσιού. Ο ίδιος μας είπες πως κατάλαβες ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Δεν σκέφτηκες να μιλήσεις σε κάποιον γι' αυτό;

-Δεν θα το έκανα ποτέ! Φοβόμουν καταλαβαίνετε; Είχα ανάμιξη κι εγώ σε ότι συνέβαινε στην δεσποινίδα Έμμα. Άλλωστε σε ποιον να μιλούσα; Η κυρία Μισέλ είχε τα δικά της προβλήματα. Είχε αποτραβηχτεί και δεν έβγαινε καθόλου από το δωμάτιό της. Ο κύριος Τζέρεμι έλεγχε τα πάντα στο σπίτι. Η απειλή του να με καταστρέψει ήταν ακόμα νωπή στο μυαλό μου. Προτίμησα να μην πω τίποτα, να το αφήσω να περάσει. Πίστευα ότι με το χρόνο θα συνέλθει το κορίτσι.

-Όμως το κορίτσι χειροτέρεψε.

-Δυστυχώς ναι. Γιατί ο κύριος Τζέρεμι συνέχιζε να της βάζει σκόνες στο φαγητό ή το ποτό της. Με σταματούσε ενώ μετέφερα το δίσκο και έριχνε σκονάκια σε ότι μετέφερα για τη δεσποινίδα Έμμα. Και μετά από ένα μήνα με πίεσε να επαναλάβω το ίδιο σενάριο. Να ναρκώσω ξανά την δεσποινίδα Έμμα και να την μεταφέρω στο ελικόπτερο. Αρνήθηκα και του είπα ότι δεν θα έκανα τίποτα αν δεν μού εξηγούσε τι κάνει μαζί της. 

Εκείνη τη στιγμή, Ο Κλάους, διέκοψε την αφήγησή του. Έβαλε τα χέρια του στο πρόσωπο σαν να ήθελε να κρυφτεί. Πήρε βαθιά ανάσα και ανασήκωσε τα μάτια του στον αστυνόμο. Το ύφος του έχει αλλάξει τελείως. Συνέχισε αργά:

-Τότε μου τα είπε όλα. Τι ακριβώς έκανε με την δεσποινίδα Έμμα.

-Δηλαδή τι σου είπε; Τι έκανε με το κορίτσι;

Ο Κλάους ξανασήκωσε τα χέρια του και σκέπασε το κεφάλι του. Άρχισε να κλαίει με λυγμούς.

-Την πρόσφερε, ναρκωμένη, σε κάποιον που πλήρωνε μια περιουσία μου είχε πει, για να κάνει το κέφι του μαζί της. Μού είπε ότι ήμουν συνεργός. Με είχε καταγράψει να τη ναρκώνω και να τη μεταφέρω. Τα χρήματα, τα χίλια ευρώ, τα είχε καταθέσει στο λογαριασμό μου ένα άγνωστο σε μένα όνομα. Μού είπε ότι ήταν η πληρωμή μου γι' αυτό που έκανα. Με είχε παγιδέψει, καταλαβαίνετε; Αν δεν συνέχιζα να τον βοηθάω, θα με κατέδιδε και θα σάπιζα στην φυλακή. Κανένας και τίποτα δεν θα μπορούσε να με σώσει. Φανταζόμουν τα πρωτοσέλιδα σε όλες τις εφημερίδες: "Ο διαβολικός μπάτλερ που ήθελε να εκδικηθεί την πλούσια οικογένεια που τον τάιζε" ή, "Ο μπάτλερ του διαβόλου". Η κόλαση είχε ανοίξει τις πύλες της κι εγώ προχωρούσα με μεγάλα βήματα να μπω μέσα της.

-Και για πόσο συνεχίστηκε αυτό;

-Έξι, εφτά, μπορεί και οκτώ μήνες. Όλο αυτό το διάστημα η δεσποινίς Έμμα, όλο και χειροτέρευε. Της μιλούσα και με κοίταζε λες και δεν υπήρχα, λες και κοίταζε το κενό. Καθόταν χωρίς να μιλάει σε κανέναν και ζωγράφιζε.  Όλη μέρα μπορούσε να την περάσει ζωγραφίζοντας, όμως οι πίνακες που έφτιαχνε δεν ήταν όμορφοι πια. Έγιναν τρομακτικοί, αποκρουστικοί. 

-Στο ορυχείο αλατιού, εκεί που πήγαινε το κορίτσι ο πατριός της, είχες πάει;

-Όχι. Δεν πήγα ποτέ. Ήξερα ότι την πήγαινε εκεί, γιατί μού το είχε πει ο ίδιος αλλά δεν ήξερα τίποτα για την διαβολική αδελφότητα που είχε οργανώσει. Πολύ μετά, αφού η δεσποινίς Έμμα είχε πέσει σε κώμα, μού αποκάλυψε τι είχε στήσει μέσα στο καταραμένο ορυχείο.

-Συνέχισε λοιπόν. Η Έμμα ζωγράφιζε συνέχεια τρομακτικούς πίνακες. Τι έκανε το περιβάλλον της γι' αυτό; Και πότε έπεσε σε κώμα; 

Εκείνο το διάστημα την παρακολουθούσε ένας γιατρός, ο δόκτωρ Γκερτ. Ερχόταν κάθε μέρα, περνούσε ώρες μαζί της. Ώσπου μια μέρα κοντά στο χρόνο πια, η δεσποινίς Έμμα δεν ξύπνησε. Έμεινε κοιμισμένη, εκεί στο κρεβάτι της, σαν την ωραία κοιμωμένη του παραμυθιού. Την θυμάμαι σαν τώρα αυτή τη μέρα. Θυμάμαι την κυρία Μισέλ όταν της το είπαμε, την απόγνωση και το θρήνο της, πάνω από το κρεβάτι της κόρης της. Να της φωνάζει να ξυπνήσει, να την εκλιπαρεί να ανοίξει τα μάτια της, να της τραντάζει τους ώμους...

Ο Ντάνιελ γύρισε και κοίταξε τον Αρσέν. Του έκανε νόημα με τα μάτια να διακόψει την προβολή. Ο Αρσέν πετάχτηκε από τη θέση του και με το πάτημα ενός πλήκτρου, διέκοψε την προβολή. Αμέσως τα φώτα άναψαν στο δωμάτιο. Ο Ντάνιελ  γύρισε προς την κυρία Μισέλ. Τα μάτια της έτρεχαν δάκρυα και τα χέρια της έτρεμαν. 

-Κυρία Μισέλ, νομίζω πως αρκετά είδατε. Δεν χρειάζεται να ακούσετε τη διήγηση από δω και πέρα. Να ξαναζήσετε μια τόσο τραυματική στιγμή για σας. Μόνο ταραχή και κακό θα σας κάνει. Σας μιλάω σαν γιατρός σας. Καλύτερα να ξεκουραστείτε λίγο.

Έπεσε στην αγκαλιά του. Το στήθος της τρανταζόταν από λυγμούς. Η Έλενα προσπάθησε και αυτή να την ηρεμήσει, τρίβοντάς της απαλά την πλάτη και λέγοντάς της λόγια παρηγοριάς.

-Υποσχέσου μου Ντάνιελ, πως δεν θα εγκαταλείψεις το κορίτσι μου. Είναι τόσο άδικο, δεν πρόλαβε να ζήσει μια κανονική ζωή, μόνο φρίκη... του είπε ενώ συνέχιζε να βρίσκεται στην αγκαλιά του μεταξύ αναφιλητών.

-Σας το υπόσχομαι κυρία Μισέλ. Θα κάνω ότι περνάει από το χέρι μου. Αύριο κιόλας θα ξεκινήσω.

Ο Αρσέν πλησίασε και την τράβηξε απαλά από την αγκαλιά του Ντάνιελ, ακουμπώντας την πλάτη της μαλακά, στην αναπηρική της καρέκλα. Της έδωσε ένα μαντήλι και μετακίνησε το αμαξίδιο έξω από το δωμάτιο.

Ο Ντάνιελ και η Έλενα έμειναν στο δωμάτιο. 

-Καημένε Κλάους. Σχεδόν τον λυπάμαι. Για σκέψου, τέσσερα χρόνια τώρα, να ζει κάτω από την ίδια στέγη και την τρομοκρατία που του ασκούσε ο Τζέρεμι απειλώντας τον να τον καταστρέψει, είπε η Έλενα. Τώρα κατανοώ καλύτερα το ξέσπασμά του εκείνη την ημέρα στο διπλανό δωμάτιο, όταν τον ρώτησε η κυρία Μισέλ, πού βρίσκεται ο άντρας της.

Ο Ντάνιελ δεν απάντησε στο σχόλιό της. Του ήταν αδύνατον να μπει σε αυτή τη λογική. Όχι, δεν μπορούσε να λυπηθεί τον Κλάους. Για να καλύψει τον εαυτό του, συνέχιζε να βοηθάει έναν εγκληματία στο έργο του. Τού είχαν δοθεί πολλές ευκαιρίες να μιλήσει, ακόμα και στον ίδιο όταν αναζητούσε πληροφορίες για το ορυχείο. Αλλά αυτός προτίμησε να ρίξει στάχτη, παρουσιάζοντάς του ψεύτικα στοιχεία και αφήνοντας άλλη μια φρικιαστική συνάντηση της αδελφότητας να συμβεί. Τον έπιασαν οι ενοχές μόνο όταν κατάλαβε ότι ο Τζέρεμι ήταν έτοιμος να σκοτώσει και τον ίδιο, έτσι ψυχρά, μέσα σε αυτήν εδώ την έπαυλη. Το μόνο που μπορούσε να δει από την απολογία του, ήταν μια ευκαιρία για τον ίδιο για εξιλέωση. Η εικόνα από μια στοίβα πτωμάτων μέσα στο ορυχείο, ξεπήδησε στο μυαλό του. Έτριψε με δύναμη το πρόσωπό του για να την κάνει να φύγει. Σηκώθηκε και κατευθύνθηκε προς το λάπτοπ.

-Ας ακούσουμε την απολογία του μέχρι το τέλος λοιπόν, να δούμε τι άλλο γνώριζε ο Κλάους και δεν τολμούσε να μιλήσει, είπε και πάτησε το πλήκτρο για να συνεχίσει η προβολή.


Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top