Κεφάλαιο 22
Κεφάλαιο 22
Hawaii- Μανχάταν Ν Υόρκη
Λίγο καιρό πριν...
Η χθεσινή μέρα ήταν δύσκολη. Ο γιατρός που φέραμε με ενημέρωσε ότι πρόκειται για τροφική δηλητηρίαση και πως θα αρχίσει σταδιακά να αισθάνεται καλύτερα. Μας συνέστησε να αναβάλουμε το ταξίδι της επιστροφής μέχρι να αισθανθεί ο Ρόμπερτ καλύτερα.
Ο Ρόμπερτ δεν είναι καθόλου συνεργάσιμος. Γκρινιάζει συνέχεια, όλα τον πειράζουν και τον ενοχλούν και εγώ προσωπικά έχω κουραστεί πολύ από την συμπεριφορά του.
Προσπαθώ να κάνω ότι καλύτερο μπορώ για να τον βοηθήσω αλλά εκείνος δεν δέχεται εύκολα βοήθεια.
Όλο το βράδυ σηκωνόμουνα και ήλεγχα την αναπνοή του. Φοβόμουνα μην τυχόν και κάνει εμετό στον ύπνο του και πάθει αναρρόφηση. Του έβαζα και δροσερές κομπρέσες στο μέτωπο του, γιατι κάποια στιγμή ανέβασε λιγάκι πυρετό. Έκανα δηλαδή ακριβώς ότι μου είπε ο γιατρός να κάνω.
Ο γιατρός του έκανε μια ένεση με το που τον εξέτασε, και μου είπε πως εάν συνεχίσουν οι έμετοι θα πρέπει να τον μεταφέρω στο νοσοκομείο. Ευτυχώς όλα εξελίσσονται καλά και φαίνεται ότι ο οργανισμός του αντιδρά καλά στο φάρμακο που του χορήγησε .
Η ώρα είναι πέντε το πρωί έχω κουραστεί πολύ. Κάθομαι στο σαλόνι και έχω ανοίξει την τηλεόραση . Χαζεύω μια ταινία και προσπαθώ να μην κοιμηθώ να έχω το νου μου σε εκείνον, τα μάτια μου κλείνουν και σκέφτομαι ότι θα τα κλείσω μόνο για μια στιγμή και μετά θα τα ανοίξω.
Ανοίγω τα μάτια μου και πετάγομαι απότομα από τον καναπέ. Γαμώτο δεν το πιστεύω με έχει πάρει ο ύπνος. Γαμώτο , γαμώτο, Εάν έπαθε κάτι... Τρέχω στο υπνοδωμάτιο και ο Ρόμπερτ δεν είναι στο κρεβάτι. Το κρεβάτι είναι άστρωτο. Τα μαξιλάρια είναι πεταμένα εδώ και εκεί και ο Ρόμπερτ είναι άφαντος.
Ξαφνικά μέσα στην υσιχία του πρωινού ακούγονται πνιχτοί ήχοι από το μπάνιο. Χτυπάω την πόρτα «Μωρό μου είσαι καλά?»
«Ναι»
«Να μπω?»
«Φύγε»
Ξεροκέφαλε άντρα...
Κάθομαι και περιμένω έξω από το μπάνιο και σε λίγο ακούγετε νερό που τρέχει υποθέτω πως κάνει μπάνιο, φοβάμαι να φύγω. Φοβάμαι μην ζαλιστεί από την εξάντληση και λιποθυμήσει. Είναι όμως τόσο ξεροκέφαλος που από χθες που αρρώστησε δεν δέχεται την βοήθεια μου. Το νερό σταματά και λίγα λεπτά μετά η πόρτα ανοίγει και εμφανίζεται μπροστά μου έχοντας μόνο μια πετσέτα τυλιγμένη γύρω από την μέση του. Τα κόκαλα του σχηματίζουν ένα τέλειο V και θεέ μου έχει ένα σώμα κόλαση. Τον αγαλλιάζω και τον βοηθάω να πάει ως την πολυθρόνα. Δέχεται με δυσκολία την βοήθεια μου. Φαίνεται από το άκαμπτο κορμί του. Το δέρμα του φαίνεται χλωμό όμως και δεν με ενδιαφέρει καθόλου που ο μάτσο άντρας, που παριστάνει πως είναι, δυσκολεύεται να δεχτεί βοήθεια.
«Γιατί δεν με ξύπνησες ?»
«Δεν υπήρχε λόγος »
«Ρόμπερτ μην το παίζεις τόσο άντρας . Αρρώστησες οκ? Δεν είσαι άτρωτος. Μπορείς να δεχτείς λίγη βοήθεια, δεν θα χαλάσει το προφίλ του γαμάω και δέρνω...» Του λέω με αγανάκτηση
«Και εσύ μην το παίζεις μαμά . Δεν είσαι η μάνα μου να με νταντεύεις »
«Θα μπορούσα να σε βοηθήσω κάπως » απαντάω, κάνοντας γαργάρα το προηγούμενο άστοχο σχόλιο του
«Πώς ? τροφική δηλητηρίαση έπαθα, Θα ξερνούσες εσύ για μένα?»
«Δεν χρειάζεται να γίνεσαι μαλάκας. Τον αποπαίρνω, γιατί και η υπομονή έχει τα όρια της.... » τον κοιτάω και συνεχίζω
«Να ξέρεις ότι το αεροπλάνο σου έχει προσγειωθεί και μας περιμένει στο αεροδρόμιο, ο γιατρός προτείνει όμως να μείνεις ένα εικοσιτετράωρο ακόμη »
«Οκ» απαντά
«Αυτό ήταν ? ένα οκ?» απορώ
«Τι άλλο?» Υπομονή λέω στον εαυτό μου. Υπομονή, είναι άρρωστος .
«Πάω να ξαπλώσω. Πήγαινε καμία βόλτα.» Μου κανονίζει και το πρόγραμμα τώρα?
«Μα...»
«Αλεξάνδρα πήγαινε σε παρακαλώ θέλω να ξεκουραστώ και δεν μπορώ να έχω στο μυαλό μου και εσένα, ότι είσαι κλεισμένη μέσα. Πάρε και κάποιον από την ασφάλεια μαζί σου»
.
.
.
Αρκετές ώρες μετά γυρίζω στο δωμάτιο μας τρώγοντας παγωτό φιστίκι. Και κουβαλώντας ανθρακούχο τζιντζερ για εκείνον. Θυμάμαι πως η Ρέιτσελ με αυτό ηρεμούσε από τις ναυτίες του πρώτου τριμήνου.
Δεν είναι στο δωμάτιο και κατευθύνομαι στο μπαλκόνι. Κάθεται σε μία μπαμπού πολυθρόνα και έχει απλώσει τα πόδια του στο τραπεζάκι απέναντι. Σηκώνει το βλέμμα του επάνω μου και χαμογελά. Του δίνω το ποτό και αρχίζει να πίνει μικρές γουλιές ενώ εγώ βολεύομαι στην πολυθρόνα απέναντι του.
«Το αγαπημένο σου» μου λέει κάνοντας μου νεύμα και δείχνοντας μου το παγωτό
«Που το ξέρεις ?»
«Αυτό έτρωγες την πρώτη φορά που σε είδα»
«Σε εκείνο το πάρτι που επιμένεις ότι γνωριστήκαμε ?»
«Όχι μωρό μου, αναφέρομαι στην πρώτη φορά που σε είδα. Όχι σε εκείνη που μας σύστησαν »
«Και πότε ήταν αυτή η φορά, θα μου πεις ?»
«22 ή 23 Νοεμβρίου, ήσουν στο πρώτο έτος του Yale και εγώ στο τελευταίο του Harvard.»
«Και τί έγινε τότε ?»
«Τότε μωρό μου έγινε ο καθιερωμένος αγώνας football ανάμεσα στα πανεπιστήμια μας . Είχατε χρόνια να πάρετε νίκη και είχατε σκυλιάσει από το κακό σας »
«Σε διαβεβαιώνω ότι ουδέποτε ενδιαφέρθηκα για το football»
«Ναι αλλά ο Logan είχε σκυλιάσει και έγινε ακόμα ποιο έξαλλος όταν έληξε ο αγώνας υπέρ μας »
«Και εγώ που κολλάω»
«Στεκόσουν σε μια καντίνα φορώντας ένα φούτερ του άθλιου πανεπιστημίου σου και αγόραζες παγωτό φιστίκι και λέω στον Χιου, και τους πηδήξαμε στο football και θα τους γαμήσουμε τις γκόμενες »
«Μπράβο ωραίο στόμα. Με αυτό φιλάς την μάνα σου?»
«Όχι μωρό μου, με αυτό φιλάω εσένα» και πάει να με φιλήσει, αλλά εγώ θέλω να ακούσω όλη την ιστορία και τον σπρώχνω
«Θέλω να μάθω, συνέχισε , τι έγινε μετα»
«Είπα στον Χίου, πάω να ρίξω εκείνη την εξαιρετικά γαμήσιμη γκόμενα. Πριν προλάβω όμως να κάνω ένα μέτρο , Εμφανίστηκε ο Logan σε έπιασε από την μέση και σε φίλησε. Γαμημένο κάθαρμα σκέφτηκα, είσαι τυχερός και έκανα μεταβολή και έφυγα»
«Δηλαδή τελικά το Yale έβαλε γκόλ στο Harvard εκείνη την ημέρα » Του λέω υπονοώντας ότι δεν σκόραρε εκείνος αλλά ο Logan τελικά. Σοβαρεύει απότομα και πετάγεται όρθιος
«ΠΟΤΕ» γρυλίζει και με πλησιάζει σαν αρπακτικό
«Τι κάνεις εκεί?»
«Θα σου δείξω πως γαμάει το Harvard μωρό μου»
«Μα είσαι σοβαρός? Είσαι άρρωστος μην παίζεις .»
«Ποτέ δεν παίζω μαζί σου μωρό μου, απλά σε γαμάω μέχρι να χάσεις το μυαλό σου»
.
.
.
.
Την επόμενη ημέρα η κατάσταση έχει βελτιωθεί πολύ. Δεν κάνει εμετούς ,πονάει λίγο λέει, αλλά είναι καλά. Φαίνεται και από την όψη δεν είναι πράσινος πιά, το χρώμα του έχει αρχίσει και επανέρχεται σταδιακά.
Αποφασίσαμε να ταξιδέψουμε το μεσημέρι για ΝΥ. Το ταξίδι διαρκεί 10 ώρες έτσι προγραμματίσαμε να φύγουμε στη μια το μεσημέρι για να είμαστε στις έντεκα στο JFK και με λίγη τύχη στις 12 στο κρεβάτι μας .
Αφού γίνει ο απαραίτητος έλεγχος στο αεροσκάφος ετοιμαζόμαστε για απογείωση.
Λίγη ώρα μετά ο φροντιστής αέρος μας πλησιάζει
«Τι να σας φέρω να τσιμπήσετε?» μας ρωτά
«Εγώ κάποιο φιλέτο και μια σαλάτα...Α και ένα ποτήρι κόκκινο κρασί»
Το κοιτάω σαν να έχει βγάλει δυο κεφάλια. Μα καλά πόσο ανεύθυνος παίζει να είναι?
«Τίποτα από αυτό δεν θα πάρει. Δεν σας ενημέρωσα ήδη πως είναι άρρωστος?» Τον επιπλήττω
«Μάλιστα κ Papa απλά...»
«Δεν έχει απλά» τον διακόπτω και συνεχίζω να του μιλώ το ίδιο αυστηρά.
«Αλεξάνδρα, τι νομίζεις πως κάνεις? Θέλω φιλέτο» Γρυλίζει ο άλλος από δίπλα μου
Τον κοιτάζω αυστηρά και χωρίς να χάσω οπτική επαφή μαζί του, απευθύνομαι στον αεροσυνοδό του
«Ο κύριος θα φάει πατάτα βραστή. Προσθέστε μόνο μισή κουταλιά της σούπας λάδι και λίγο αλάτι» Σηκώνω το φρύδι μου προκαλώντας τον να με αμφισβητήσει εάν τολμάει.
Γίνεται κόκκινος από θυμό αλλά δεν λέει κάτι «Τώρα για ρόφημα ο κύριος θα πάρει ένα ανθρακούχο με τζιτζερ » Ο Ρόμπερτ κοντεύει να εκραγεί αλλά δεν λέει κάτι.
«Εγώ δεν θα έλεγα όχι σε εκείνο το φιλέτο.» συνεχίζω την παραγγελία μου στον σερβιτόρο.
«Μάλιστα κ Papa» μου λέει και με γοργά βήματα απομακρύνεται από κοντά μας
«Είσαι απαράδεκτη» μου γρυλίζει όταν έχει ποια απομακρυνθεί ο αεροσυνοδός
«Γιατί? Επειδή δεν σε άφησα να κάνεις κακό στον εαυτό σου?»
«Μια γαμημένη τροφική δηλητηρίαση ήταν γαμώτο»
«Από την οποία δεν έχεις συνέλθει ακόμα , να σου θυμίσω» τον αποπαίρνω
«Άσε που με πρόσβαλες και μπροστά στο προσωπικό μου» Λέει και τα μάτια του πετάνε σπίθες
«Άσε μας ρε Ρόμπερτ, τόσα όργια έχει δεί το προσωπικό σου από σένα και δεν έχεις αισθανθεί προσβεβλημένος... Τι με κοιτάς νομίζεις δεν ξέρω τι ήσουν? Τι νομίζεις δεν έψαξα καθόλου να μάθω για σένα?»
«Αλεξάνδρα...»
«Ξέρεις κάτι? Έχω μέρες που νιώθω πολύ κουρασμένη. Τα μάτια μου κλείνουν . Πάω να ξαπλώσω στην κρεβατοκάμαρα.» Του λέω και δίνω ένα τέλος στην κουβέντα που κακός άρχισα.
«Χωρίς να φας ?»
«Χωρίς» Του επιβεβαιώνω και κάνω να απομακρυνθώ. «Α και τώρα που θα έρθουν τα φαγητά μπορείς να φας το φιλέτο μου, αφού αισθάνεσαι τόσο σίγουρος για τον εαυτό σου, για τη υγεία σου.» Για να δούμε? Πόσο μάγκας είσαι...
«Θέλεις παρέα?»
«ΟΧΙ»
«Καλά θα φάω και θα έρθω» με ενημερώνει
Χαμογελάω αλλά δεν γυρίζω να με δει, το αλαζονικό κάθαρμα. Και συνεχίζω να περπατάω προς το υπνοδωμάτιο.
.
.
.
Το πρόγραμμα μας εξελίχθηκε ακριβώς όπως το είχαμε κανονίσει έτσι στις 12 είμασταν σπίτι και αποφασίσαμε για μια ακόμα φορά να κοιμηθούμε μαζί στο δικό του διαμέρισμα. Γύρω στη μια είχαμε ξαπλώσει και από την κούραση των τελευταίων ημερών δεν κατάλαβα πότε έκλεισα τα μάτια και κοιμήθηκα.
.
.
.
.
Ξυπνάω κάθιδρη και με έντονους πόνους χαμηλά. Σηκώνομαι και πηγαίνω στο μπάνιο του διαδρόμου. Δεν προλαβαίνω να φτάσω στην λεκάνη και πηχτοί θρόμβοι αίματος φεύγουν από μέσα μου και γεμίζουν το πάτωμα του μπάνιου. Το λευκό μάρμαρο είναι τώρα κόκκινο σε αρκετά σημεία.
Αυτό που μου συμβαίνει μοιάζει με μια έντονη περίοδο αλλά εγώ περίοδο περιμένω...σκέψου λέω στον εαυτό μου. ΣΚΕΨΟΥ. Σκέψου πότε περιμένεις να αδιαθετήσεις ,κάθομαι στην λεκάνη και μια κοιλιακή κράμπα με «χτυπά» χαμηλά στην μέση.
Ζαλίζομαι από το θέαμα του αίματος που τρέχει σαν ποτάμι αλλά κυρίως από την συνειδητοποίηση ότι περίοδος θα έπρεπε να μου είχε έρθει την εβδομάδα που ο Ρόμπερτ ήταν στην Ευρώπη. Τότε ήμουν πολύ στεναχωρημένη με την συμπεριφορά του, που δεν το σκέφτηκα.
Δεν ξέρω πόση ώρα κάθομαι εκεί στην λεκάνη της τουαλέτας με τους πηχτούς θρόμβους αίματος να βγαίνουν από μέσα μου και τα δάκρια να κυλάνε ποτάμι από τα μάτια μου. Σιγά σιγά τα δάκρια γίνονται λυγμοί και δαγκώνω το χέρι μου για να μην με ακούσει. Δεν θέλω να δώσω εξηγήσεις . Πρέπει να πάω στο γιατρό να δω τι συμβαίνει να επιβεβαιώσω ή να διαψεύσω τις σκέψεις μου.
Σηκώνομαι σιγά σιγά και μαζεύω το αίμα από κάτω με μια πετσέτα που βρίσκω κρεμασμένη σε ένα γάντζο. Αφαιρώ προσεκτικά τα ρούχα μου και τα τοποθετώ σε μια στοίβα μαζί με την πετσέτα. Πρέπει να πάω στον κάτω όροφο να βρω μια σακούλα σκουπιδιών. Η κράμπες στην κοιλιά μου δεν έχουν σταματήσει αλλά δαγκώνω τα χείλη μου και συνεχίζω να εκτελώ σαν ρομπότ μηχανικά το σχέδιο που έχω στο μυαλό μου.
Καθάρισμα τικ
Σειρά έχει το επόμενο. Να κάνω ντουζ. Μπαίνω στο ντουζ και με προσεκτικές κινήσεις πλένω το πονεμένο μου κορμί. Απαγορεύω στον εαυτό μου να κλάψει. Σφίγγω τα δόντια και συγκρατώ τα δάκρια μου. Μου απαγορεύω να λυγίσω. Πρέπει να συνεχίσω στον επόμενο στόχο.
Ντουζ. τικ
Επόμενο. Ρούχα χρειάζομαι ρούχα, αλλά πριν πρέπει να κάνω κάτι με τα λερωμένα με αίμα ρούχα. Τυλίγω το κορμί μου σε μία πετσέτα και κατεβαίνω τα σκαλιά που οδηγούν στον κάτω όροφο στις μύτες των ποδιών μου. Κατευθύνομαι στο αποθηκάκι. Ανοίγω την πόρτα και μετά το φως. Το μικρό σκοτεινό δωμάτιο λούζετε στο φως. Το μάτι μου πέφτει κατευθείαν στις σακούλες απορριμμάτων. Παίρνω μια και τρέχω στο μπάνιο. Μαζεύω τα λερωμένα από αίμα ρούχα μου και δένω κόμπο την σακούλα. Με την σακούλα στα χέρια καλώ το ασανσέρ και μόλις αυτό έρθει μπαίνω μέσα και πατάω το κουμπί του ορόφου μου αφού πληκτρολογήσω τον κωδικό μου.
Μόλις φτάσω στο σπίτι μου, παρατάω την σακούλα στο σαλόνι και τρέχω στο βεστιάριο μου. Αρπάζω ένα ζευγάρι φόρμες και τις φοράω με χέρια που τρέμουν. Όλη αυτήν την ώρα προσεύχομαι να μην ξυπνήσει , να μην καταλάβει ότι λείπω από το σπίτι... Επόμενο στην λίστα ντύσιμο λοιπών.
Ντύσιμο τικ
Τέλος τα σκουπίδια τα σέρνω στην βεράντα. Ξέρω καλά τι θα κάνω με αυτά, φτάνει να έχω αφήσει το τηλέφωνο μου στο σαλόνι του Ρομπερτ.
Έχω σχεδόν τελειώσει λέω και ξαναλέω στον εαυτό μου. Αυτό και ότι εύχομαι να κοιμάται ακόμα.
Φτάνω στο σπίτι του. Το ασανσέρ ανοίγει τις πόρτες του και είμαι έτοιμη για μάχη...
Σιωπή...Το μόνο που ακούγεται είναι η καρδιά μου που χτυπά σαν τρελή και είναι έτοιμη να πεταχτεί από το στήθος μου
Κοιτώ στο τραπεζάκι στο σαλόνι και τρέχω να πάρω το κινητό μου. Μορφάζω από τον πόνο που νιώθω. Δαγκώνω τα χείλη. Είμαι στην τελική ευθεία ένα μήνυμα και όλα τελείωσαν.
Πιάνω το κινητό μου στα χέρια και στέλνω στον Liam ενημερώνοντας τον βήμα βήμα που βρίσκονται τα σκουπίδια και τι θέλω να τα κάνει.
Να ξεφορτωθώ τα σκουπίδια τικ
.
.
.
.
Η ώρα είναι 5 το πρωί κάθομαι στην βεράντα του διαμερίσματος με ένα αναμμένο τσιγάρο στο χέρι. Απόψε ζω την χειρότερη νύχτα της ζωής μου. Δεν μπήκα καν στον κόπο να πάω να ξαπλώσω. Απλά περιμένω να ξημερώσει.
«Τι ακριβώς νομίζεις ότι κάνεις εκεί?» ακούω μια βαθιά από τον ύπνο φωνή
«Καπνίζω» του λέω με απάθεια
«Αυτό το βλέπω. Γιατί?» ρωτάει ενώ σπεύδει να πάρει το τσιγάρο από τα χέρια μου και το σβήνει στο ξέχειλο από τσιγάρα σταχτοδοχείο
«Εσύ τα κάπνισες όλα αυτά?» με ρωτά εκνευρισμένος.
«Ναι» απαντώ μονολεκτικά. Τρέμω από την κούραση την αυπνία και κυρίως από το σοκ. Δεν έχω κουράγιο για συζήτηση
«Γιατί?» με κοιτά άγρια, προσπαθεί να συγκρατήσει τα νεύρα του
«Δεν έχω απάντηση. Απλά ήθελα» του λέω ενώ σηκώνω με απάθεια τους ώμους μου
Τραβά τα ξανθά μαλλιά του ενώ τα μάτια του πετάνε σπίθες
«Τι απλά ήθελες ? Είσαι σοβαρή? Τι με πέρασες για κανένα γαμημένο παιδάκι που μπορείς να το παίζεις? Εσύ δεν καπνίζεις ποτέ και ξαφνικά έκανες ένα πακέτο ? Πες γαμώ την πουτάνα μου για γυναίκα τι έγινε από την ώρα που ξαπλώσαμε ως τώρα μην τα σπάσω όλα εδώ» με τραβάει με βία από τα μπράτσα με σηκώνει όρθια και με ταρακουνά.
«Μη » φωνάζω «Η κοιλιά μου, με πονάει η κοιλιά μου»
«Γαμώ το κεφάλι σου μέσα, τι καπνίζεις εάν πονάς » Τα χέρια του τώρα κλείνουν προστατευτικά γύρω μου σε αντίθεση με πριν. Ο θυμός του δεν έχει φύγει προσπαθεί όμως να τον χαλιναγωγήσει. Με φυλά στο μέτωπο και με βάζει να καθίσω την αγκαλιά του. Μου χαϊδεύει την κοιλιά «Πονάς πολύ?»
Νεύω ναι και βουρκώνω «Εεεειι, θα περάσει να σου φτιάξω ένα τσάι?»
Νεύω όχι. Δεν με εμπιστεύομαι να μιλήσω αυτήν την στιγμή
Μένουμε λίγη ώρα έτσι
«Εγώ φταίω δεν έπρεπε να κάνουμε έρωτα , ίσως σε κόλλησα»
«Μην λες ανοησίες . Δεν κολλάει η τροφική δηλητηρίαση»
«Ναι έχεις δίκιο, να πας να κάνεις εξετάσεις μήπως κόλλησες κάποιο παράσιτο»
«Ναι αυτό φοβάμαι και εγώ πως ... είχα ένα παράσιτο και τώρα δεν το έχω πια»
«Δεν σε καταλαβαίνω. Δεν χαίρεσαι?» με ρωτά κοιτώντας με εξεταστικά.
Τον κοιτώ βαθιά μέσα στα μάτια , κοιτώ αυτές τις γαλάζιες ίριδες που μου τράβηξαν την προσοχή όταν τον είδα για πρώτη φορά στο μπαρ « Ειλικρινά ? Όχι δεν χαίρομαι» Του λέω και βουρκώνω.
«Εεεε, τι είναι αυτά τώρα? Εσύ μωρό μου είσαι δυνατή. Για ένα πονάκι στην κοιλιά σου κλαις?»
Δεν απαντώ καθόλου. Τον αγκαλιάζω σφιχτά και κρύβω το πρόσωπο μου στο λαιμό του. Εισπνέω το άρωμα του και μένω εκεί. Ο Ρόμπερτ εξακολουθεί να χαϊδεύει καθησυχαστικά την πλάτη μου και κάπως έτσι μας βρίσκει η ανατολή.
Φοβάμαι πολύ την μέρα που ξημέρωσε...
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top