Επίλογος


Επίλογος

Μανχάταν Ν Υόρκη

Σήμερα

Μέρος 1ο

6 μήνες μετά


Τραυμάτισα τον εαυτό μου σήμερα

I hurt myself today

Για να δώ αν αισθάνομαι ακόμα
To see if I still feel

Εστιάζω στον πόνο
I focus on the pain

Το μόνο πράγμα που είναι αληθινό
The only thing that's real

Η βελόνα ανοίγει μια τρύπα
The needle tears a hole

Το παλιό γνωστό τσίμπημα
The old familiar sting

Προσπαθώ να τα διώξω όλα μακριά
Try to kill it all away

Αλλά θυμάμαι τα πάντα
But I remember everything

Τι έχω γίνει... γλυκιέ μου φίλε?
What have I become... My sweetest friend?

Όλοι όσοι γνωρίζω , Με εγκαταλείπουν στο τέλος
Everyone I know , Goes away in the end

Και μπορείς να τα πάρεις όλα... αυτοκρατορία μου της βρωμιάς
And you could have it all... My empire of dirt

Θα σε απογοητεύσω
I will let you down

Θα σε βλάψω
I will make you hurt

Φοράω αυτό το στέμμα από αγκάθια
I wear this crown of thorns

Πάνω στην καρέκλα του ψεύτη που κάθομαι

Upon my liar's chair

Γεμάτη σπασμένες σκέψεις
Full of broken thoughts

Δεν μπορώ να επιδιορθώσω
I cannot repair

Κάτω από τους λεκέδες του χρόνου
Beneath the stains of time

Τα συναισθήματα εξαφανίζονται
The feelings disappear

Είσαι κάποιος άλλος
You are someone else

Είμαι ακόμα εδώ
I am still right here

Τι έγινα γλυκέ μου φίλε?
What have I become My sweetest friend?

(........)

Αν θα μπορούσα να ξεκινήσω ξανά
If I could start again

Ένα εκατομμύριο μίλια μακριά
A million miles away

Θα κρατούσα/ συγκρατούσα τον εαυτό μου
I will keep myself

Θα έβρισκα έναν τρόπο
I would find a way

Στέκομαι πετρωμένη στην μέση του σαλονιού. Από τα ηχεία ακούγεται δυνατά ξανά και ξανά το Hurt. Δεν ξέρω τι άλλο να κάνω για να τον βοηθήσω. Πως βοηθάς έναν άνθρωπο που δεν θέλει την βοήθεια σου?

Πλησιάζω το ηχείο και χαμηλώνω την εκκωφαντική μουσική. Το μισώ που είναι έτσι...

Το μισώ που δεν ξέρω τι να κάνω για να τον βοηθήσω.

Το μισώ που νιώθει ένοχος...

Κατέρρευσε. Κατέρρευσε επάνω στην σκηνή. Ήταν το ποιο σοκαριστικό θέαμα που έχω δει στην ζωή μου. Ένας τόσο δυνατός άνθρωπος να γίνεται κομμάτια και να καταρρέει εξ αιτίας κάποιου άλλου.

Σέρνει τα πόδια του. Έρχεται από την κουζίνα κρατώντας ένα ποτήρι ουίσκι στο χέρι.

«Φύγε»

«Τι κάνεις?»

«Φύγε»

«Σε παρακαλώ σύνελθε»

«Φύγε»

«Δεν ήταν δικό σου το λάθος»

«Φύγε γαμώτο»

«ΔΕΝ ΦΤΑΊΣ. ΑΚΟΥΣ?»

«Κατέρρευσα μπροστά σε ένα στάδιο γεμάτο κόσμο. Μαστούρωσα και κατούρησα στην σκηνή μπροστά σε ένα στάδιο γεμάτο θεατές.»

«Το ξέρω. Θα το λύσουμε , θα θα βρούμε λύση... Πάντα βρίσκουμε μαζί. Θα το παλέψουμε»

«Τίποτα δεν θα κάνουμε μαζί το ακούς? Φύγε δεν σε θέλω εδώ. Έχεις μια οικογένεια να φροντίσεις τώρα. Είμαι μόνος»

«Και εσύ τι είσαι δεν είσαι εσύ οικογένεια μου?»

Με κοιτά με θλίψη «Θα το παλέψω μόνος μου»

«Δεν φεύγω το ακούς? Θα μείνω εδώ δίπλα σου»

«ΔΕΝ ΣΕ ΘΈΛΩ ΕΔΩ. ΔΕΝ ΓΟΥΣΤΑΡΩ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΕΔΩ. ΤΙ ΔΕΝ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΕΙΣ?» Εκτοξεύει το ποτήρι στον τοίχο απέναντι.

Το ασανσέρ μας ειδοποιεί ότι κάποιος έφτασε. Δεν χρειάζεται να γυρίσω να δω ξέρω ήδη ποιος είναι.

«Μαλάκα τι γίνεται εδώ» Τον ρωτά ο Ρόμπερτ

«Πάρε την γυναίκα σου και πάτε σπίτι σας»

«Πήρες τίποτα?» κάνω την ερώτηση που θέλω από ώρα

«Όχι...Ακόμα»

«Γαμώτο δεν βλέπεις ότι την πληγώνεις μπάσταρδε?»

«Σας είπα να την κάνετε. Της ζήτησα τόσες φορές να μην ανακατευτεί. Τι δεν καταλαβαίνει?»

«Αχιλλέα... Σε παρακαλώ μίλα, πες μου τι θες να κάνω για να καταλάβεις πως δεν φταις εσύ...» τον εκλιπαρώ για πολλοστή φορά.

«Γαμώτο σου τι δεν καταλαβαίνεις? Ένας άνθρωπος χάθηκε εξ αιτίας μου. Πώς θα διορθωθεί αυτό? Η αλαζονεία μου, κόστισε μια ανθρώπινη ζωή. ΠΩΣ ΠΩΣ ΑΥΤΟ ΔΙΟΡΘΩΝΕΤΑΙ ΜΟΥ ΛΕΤΕ?»

.

.

.

.

6 μήνες μετά

«Τι γίνετε επάνω?» με ρωτάει το μωρό μου μόλις με βλέπει

«Νομίζω καλύτερα. Τουλάχιστον δέχτηκε να κάνει την περιοδεία.»

«Ναι κάτι είναι και αυτό» συμφωνεί μαζί μου

«Στο στούντιο... Αχ θεέ μου...αυτό που βλέπω να συμβαίνει στο στούντιο με κάνει να μένω άφωνη. Ο πόνος ότι έχει βιώσει ως τώρα, οι τύψεις που έχει του έχουν δώσει τόση δημιουργικότητα... Είναι απλά ανεπανάληπτος» λέω χωρίς να λείπει ο θαυμασμός από την φωνή μου

«Και με το άλλο θέμα τι γίνεται?» με ρωτά για τις ουσίες

«Βρήκα τσιγάρα και κάτι άλλο που δεν θέλω να το σχολιάσω καν...»

«Μάλιστα και τι θα κάνεις?»

«Έχω σκεφτεί κάτι αλλά δεν ξέρω εάν θα πιάσει...»

«Τι?» ρωτά γεμάτος αγωνία. Τον αγαπάει και εκείνος τον φίλο μου. Είμαι σίγουρη.

«Στην περιοδεία... Έχω μιλήσει με ένα περιοδικό να... » ξεκινάω να λέω αλλά διστάζω... Δεν ξέρω εάν αυτό που σκέφτηκα θα οδηγήσει κάπου

«Να?» με παροτρύνει να συνεχίσω , το μωρό μου

«Μια δημοσιογράφος θα τον ακολουθεί 24/7 . Θα γράψει την αυτοβιογραφία του. Θα δει πως κινείται στις περιοδείες ενώ ταυτόχρονα θα κάνει ερωτήσεις για την ζωή του»

«Και αυτό πως ακριβώς θα τον κάνει να ανοίξει τα μάτια του και σταματήσει να αυτοκαταστρέφεται?» με ρωτά με έκδηλη την απορία στο βλέμμα του

«Δεν ξέρω εντάξει? Κάνω ότι μπορώ. Θεωρώ ότι ίσως ντραπεί και σταματήσει... ή ότι μιλώντας σε κάποιον άλλο καταλάβει πως δεν έφταιγε εκείνος και σταματήσει να αυτοκαταστρέφεται... κάτι σαν ψυχοθεραπεία, αφού δεν δέχεται βοήθεια.»

«Μάλιστα, ας το ελπίσουμε...» μου λέει. Αν και δεν φαίνεται να το πιστεύει

«Είναι τραβηγμένο το σενάριο αλλά ειλικρινά δεν ξέρω τι άλλο να κάνω»

«Πάμε μωρό μου να ξαπλώσουμε... Ότι είναι να γίνει θα γίνει»

.

.

.

.

Είναι αρκετά νωρίς το πρωί. Τα μαλλιά μου είναι ανακατεμένα από τον ύπνο τα μάτια μου πρησμένα και νιώθω χάλια. Γυρίσαμε αργά το βράδυ από μια δεξίωση είμαι κομμάτια και όμως δεν μπορώ να χουζουρέψω. Έχω αρκετές δου­λειές που πρέπει να γίνουν. Πρέπει να πάω στο στούντιο για να βρω τα παιδιά. Τελειώνουν με την ηχογράφηση και θέλουν να είμαι μαζί τους. Είμαστε στην τελική ευθεία για την κυκλοφορία του νέου άλμπουμ και για την νέα περιοδεία στην Ευρώπη.

Τον κοιτάζω που κάθεται απέναντι μου στο ξύλινο τραπέζι και πίνει αργά τον καφέ του, διαβάζοντας κάτι στο κινητό του. Φορά ένα μαύρο μπλουζάκι, με ξεχειλωμένο γιακά και είναι απλά ο πιο όμορφος άντρας που έχω δει... Κοιμηθήκαμε την ίδια ώρα και ξυ­πνήσαμε την ίδια ώρα. Όμως εκείνος μοιάζει σαν να βγήκε από φωτογραφία του Calvin Klein κι εγώ νιώθω σκατά. Σαν να διαισθάνεται πως την παρατηρώ, σηκώνει το κεφάλι του από το κινητό του και μου χαμογελά. Ανάθεμά με, μόλις έφτιαξε η μέρα μου. Δεν νομίζω πως θα συνηθίσω ποτέ το πόσο όμορφος είναι.

«Γιατί με κοιτάς έτσι;» ρωτά.

«Αναρωτιέμαι πώς γίνεται να δείχνεις τόσο αναθεματι­σμένα όμορφος χωρίς να έχεις κοιμηθεί πολύ.»

Γελάει «Μωρό μου και εσύ είσαι κούκλα» Με κοροϊδεύει. Το ξέρω.

Τι ώρα θα τελειώσεις σήμερα από το στούντιο;» με ρωτά πίνοντας την τελευταία γουλιά από τον καφέ του.

«Γύρω στις 9. Γιατί?» ρωτώ κοιτώντας το ρολόι της κουζίνας.

«Έλεγα μήπως πηγαίναμε για κανένα ποτό»

«Θα είμαι πτώμα. Δεν γίνετε να το αναβάλουμε?» γκρινιάζω

«Έλεγα να πηγαίναμε εκεί που όλα ξεκίνησαν...Λόγω της ημέρας ...» Εννοεί το club που συναντηθήκαμε δυο χρόνια πριν... Πόσο δρόμο έχουμε διανύσει από τότε... Το πρόσωπο μου φωτίζεται.

«Ναι θα είμαι έτοιμη»

Χαμογελά και με φιλά στα χείλη «Ωραία»

«Κού­κλε, πρέπει να ετοιμαστώ» συμπληρώνω

«Θες βοήθεια;» με ρωτά ρίχνοντας μου μια πονηρή ματιά.

«Κράτα δυνάμεις για το βράδυ μωρό μου» του πετώ και φεύγω από την κουζίνα με προορισμό το βεστιάριο μου.

.

.

.

.

Μανχάταν Ν Υόρκη

Σήμερα

Μέρος 2ο

1χρόνο μετά

Παίρνω στα χέρια μου τον φάκελο που μου δίνει «Τι είναι αυτό?» ρωτάω γεμάτη περιέργεια.

«Άνοιξε το μωρό μου δεν θα σε δαγκώσει ένας απλός φάκελος είναι.» μου λέει γελώντας

Ανοίγω τον φάκελο και μένω με το στόμα ανοιχτό . Τον αγαπάω αυτόν τον άντρα. Τον αγαπώ τρελά « Πότε το κανόνισες ?» τον ρωτάω

«Χθες» μου επιβεβαιώνει

Παρακολουθούσαμε αγκαλιά μια ταινία που είχα δει και παλαιότερα αλλά πάντα με συγκλόνιζε το μεγαλείο της ψυχής που έδειξε ο πρωταγωνιστής.

Ο Άρον Ράλστον εξερευνούσε τα βουνά στο Canyonlands National Park στη Γιούτα. Σε μια προσπάθειά του να περάσει ένα φαράγγι, γλιστράει και πέφτει μέσα. Το δεξί χέρι του συνθλίβεται από μια πέτρα με αποτέλεσμα να παγιδευτεί. Για τις επόμενες πέντε μέρες ο Ράλστον επανεξετάζει ολόκληρη τη ζωή του και καταφέρνει να ανακαλύψει ότι διαθέτει όλο το κουράγιο για να μπορέσει να επιβιώσει κάνοντας οτιδήποτε είναι απαραίτητο.

Την ώρα που παρακολουθούσα με κομμένη την ανάσα την ταινία ανέφερα πως είναι όνειρο ζωής να βρεθώ στην άκρη της γυάλινης πλατφόρ­μας κι όλο το φαράγγι απλώνεται από κάτω μου.

Θέλω να με κρατά σφιχτά αγκαλιά γιατί έχω υψοφοβία. Το να βρίσκομαι τέσσερις χιλιάδες πόδια πάνω από το έδαφος είναι ούτως ή άλλως τρομακτικό από μόνο του. Πόσο μάλλον όταν φοβάσαι τα ύψη. Θέλω να ξεπεράσω τους φόβους μου μαζί του όλα μαζί του...

Δάκρυα κυλάνε από τα μάτια μου. Ο Ρόμπερτ με κοιτά σαστισμένος . «Εεεε τι έγινε τώρα εγώ για καλό το έκανα.»

Με τραβά στην αγκαλιά του και εγώ κλαίω και κλαίω «Τι έκανα γαμώτο? Τι σκατά έκανα ρε πούστη μου?» Με κρατάει αγκαλιά σφιχτά και προσπαθεί να με παρηγορήσει κουνώντας με αριστερά δεξιά και πάλι από την αρχή.

«Ρε μωρό μου ρε ματάκια μου, την. Τύχη μου μέσα. Γιατί κλαις?»

Τον σπρώχνω και εκείνος από το σοκ με αφήνει να σηκωθώ.

«Τι έγινε γαμώτο θα πεις?» συνεχίζει της ερωτήσεις του ανυπόμονα .Σκουπίζω τα μάτια μου

«Δεν μπορούμε να πάμε. Εντάξει? Κλαίω γιατί είναι μια υπέροχη χειρονομία που μου δείχνει πόσο με αγαπάς και με προσέχεις , αλλά δεν μπορούμε να πάμε»

Με κοιτά με ένα ύφος σαν να έχω δύο κεφάλια «Εάν έχεις δουλειά , το μεταθέτουμε για αργότερα» προσπαθεί να με καθησυχάσει την ώρα που εγώ κάνω μεταβολή και κατευθύνομαι στο γραφείο μας .

«Που πας ? Τι αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά είναι αυτήν ? Μου λες? Να με τρελάνεις θες? Που πας ?» τον ακούω να γκαρίζει από το σαλόνι

Ανοίγω τον υπολογιστή μου και μπαίνω στα mail μου τυπώνω αυτό που με ενδιαφέρει και επιστρέφω στο σαλόνι μόνο για να βρω έναν Ρόμπερτ έξαλλο να πηγαινοέρχεται κρατώντας ένα τσιγάρο στα χέρια.

«Σου έχω ζητήσει να μην το κάνεις αυτό εδώ μέσα» Με κοιτά με μισόκλειστα μάτια

«Σου έχω ζητήσει να ανοίγεις το στόμα σου και να μιλάς ? Με τρελαίνει η συμπεριφορά σου. Γιατί έκλαιγες? Γιατί δεν θες να πάμε στην Γιούτα?»

Του δίνω το χαρτί που τύπωσα πριν λίγο και κρατώ από ώρα στα χέρια μου.

«Τί είναι αυτό?» Με ρωτά

«Θα σου το έδινα μεθαύριο. Την Κυριακή μένουμε πάντα σπίτι οι διό μας και είχα σχεδιάσει πολλά... ήθελα να σου μείνει αξέχαστη η ημέρα...αλλά με πρόλαβαν τα γεγονότα»

Διαβάζει το χαρτί και με κοιτά. Ξαναδιαβάζει το χαρτί και με κοιτά ξανά. «Δεν καταλαβαίνω. Τί κοιτώ? Τι είναι αυτό?»

«Εξέταση αίματος »

«Αυτό το βλέπω» με διακόπτει μέσα στα νεύρα. Ω το μωρό μου δεν έχει καθόλου υπομονή . Τρελαίνεται όταν δεν έχει τον έλεγχο της κατάστασης

«Είμαι έγκυος»

.

.

.

.

«Ρόμπερτ είσαι αλήθεια ενθουσιασμένος με το Μωρό́ ή απλώς είσαι ευγενικός; Θα σε καταλάβαινα απόλυτα αν το θέμα του παιδιού́ ήταν κάτι που δε σε ενδιαφέρει καθόλου... Εννοώ́ ότι τα μωρά και η οικογένεια είναι τελείως έξω από́ το στυλ σου». Ανασηκώνω το κεφάλι μου και τον κοιτάζω.

Είμαστε από ώρα ξαπλωμένοι στο κρεβάτι αγκαλιά. «Δεν είναι απαραίτητο να δένουν τέλεια όλα αυτά μαζί». Συνεχίζω γεμάτη αγωνία για την απάντηση του.

«Μου αρέσουν τα παιδιά́, μωρό μου. Μην ξεχνάς ότι εγώ το προκάλεσα. Εγώ σταμάτησα να παίρνω προφυλάξεις. Ηταν απόφαση συνειδητή».

Η κατηγορηματική́ διαβεβαίωση του Ρόμπερτ μου έφερε στο νου μου τον πρώην μου και της δικές του αντιδράσεις πάνω στο θέμα παιδί. Ο Ρόμπερτ ποτέ δεν με πίεσε για τίποτα...Αντίθετα με καθησύχαζε και μου έδειχνε με κάθε τρόπο πόσο με αγαπά και με στηρίζει. Την στιγμή όμως που τον ερωτεύτηκα ακόμη περισσότερο ήταν όταν μια μέρα μου ανακοίνωσε εντελώς χαλαρά ότι σκέφτεται πως μπορούμε να υιοθετήσουμε ένα παιδάκι και πως θα γινόμουνα εκπληκτική μαμά.

«Παρ' όλα αυτά έχεις συνειδητοποιήσει ότι η ανατροφή́ ενός παιδιού είναι μία σοβαρή́ δέσμευση για εικοσιπέντε τουλάχιστον χρόνια αν λάβεις υπόψη τις σπουδές στο πανεπιστήμιο και...» συνεχίζω να του εξηγώ τους φόβους μου

«Χαχα , φοβάσαι μην με φαλιρίσει το παιδί μας ?» με ρωτά γελώντας «Μωρό μου, ξέρω τι κάνω. Καταλαβαίνω ότι αγχώθηκες όμως μαζί θα το περάσουμε. Την εγκυμοσύνη την ανατροφή όλα μαζί»

«Και εάν δεν πάνε όλα καλά με την εγκυμοσύνη?» ρωτάω αγχωμένη.

«Σσσσς όλα θα πάνε καλά.»

«Επίσης πρέπει να σου πω ότι είμαι από φυσικού́ μου οργανωτικός. Το ξέρεις αυτό. Ειδικότερα στο θέμα της πατρότητας δεν θα αφήσω τίποτα στην τύχη. Γι' αυτό́, για να απαντήσω στο ερώτημά σου, είμαι πολύ́ περισσότερο ενθουσιασμένος για το Μωρό́ μας από́ όσο νομίζεις. Ελπίζω αυτό́ να είναι ξεκάθαρο τώρα, αλλά́ και κάθε φορά́ που θα αμφισβητείς τα κίνητρά μου».

Τώρα το χαμόγελό του έγινε πιο πλατύ́. «Και επειδή́ σε ξέρω καλά́, είμαι σίγουρος ότι μετά από πέντε λεπτά́ θα μου κάνεις πάλι την ιδία ερώτηση». Καταλήγει γελώντας.

«Μωρό μου σαγαπώ πολύ» τον διαβεβαιώνω και τρίβομαι προκλητικά επάνω του.

«Τι νομίζεις ότι κάνεις?» με ρωτά

«Τι καταλαβαίνεις ότι κάνω?»

«Μα...»

«Τι μα μωρό μου σε θέλω. Σε θέλω πολύ» του επιβεβαιώνω και τον φιλώ λαίμαργα στα χείλη.

Τα ρούχα μας σε κλάσματα δευτερολέπτου, έγιναν μια στοίβα στο πάτωμα.

Με μια κίνηση μπήκε βαθιά́ μέσα μου. Και μου έκοψε την ανάσα. Κατάλαβε την αντίδραση μου και σταμάτησε όλες της κινήσεις του.

«Δώσε μου λίγα λεπτά́ και θα νιώσεις τέλεια. Όμως πρέπει να με ενημερώσεις». Δίστασε και πήρε μια γρήγορη ανάσα. «Δε θέλω να κάνω κακό́... στο Μωρό́, σ' εσένα... Η κατάσταση αυτή́ είναι εντελώς άγνωστη σ' εμένα. Εσύ́ θα πρέπει να μου πεις τι να κάνω. Εσύ́ θα με κατευθύνεις. Συνεννοηθήκαμε;»

«Όλα είναι όπως πριν. Τίποτα δεν άλλαξε». Σήκωσε το φρύδι του με απορία

«Αλήθεια. Είμαι εντάξει».. «Γι' αυτό́ δεν χρειάζεται να ανησυχείς».

Έχοντας ξεχάσει κάθε ανησυχία, μου χαμογέλασε πλατιά́. «Εγώ́ απλώς είπα ότι πρέπει να με ενημερώνεις αν όλα πάνε καλά́ κι αν θέλεις να αλλάξω κάτι στη συμπεριφορά́ μου».

«Τι θα έλεγες αν σου ζητούσα να κινείσαι λίγο περισσότερο;» λέω χαμογελώντας.

Ο Ρόμπερτ ανταποκρίθηκε με μια πιο βαθιά διείσδυση. Συνέχισα να βαριανασαίνω και να βογκάω από́ ηδονή́.

Ο Ρόμπερτ μου χάρισε ένα αστραφτερό χαμόγελο. «Σου άρεσε αυτό́, ζωή μου;»

Ένας ακόμη ανεπαίσθητος ήχος απόλαυσης βγήκε από το στόμα μου.

«Δεν ήταν αρκετό́; Να προσπαθήσω περισσότερο;» Με μοναδική́ μαεστρία συνέχισε να μπαινοβγαίνει μέσα μου και συνεχίζει να με κάνει να τρελαίνομαι από ηδονή

«Πως ήταν αυτό;»

«Μμμμ!»

Ήξερε αυτή́ την αντίδρασή μου... Γνώριζε πως είμαι κοντά.

«Μωρό́ μου, θέλω να με κοιτάζεις», μου είπε χαμηλόφωνα αγγίζοντας τρυφερά́ το μάγουλό μου.

Τη μια στιγμή́ έβγαλε όλο σχεδόν το πέος του έξω και την επόμενη το έσπρωξε πάλι μέσα μου μέχρι εκείνο το σημείο οπού πάντα η αντίδρασή μου είναι ν' αρχίσω να βογκάω και να φωνάζω δυνατά́.

«Μμμμ!» «Μη σταματάς. Θέλω κι άλλο». Τον προστάζω ξεδιάντροπα. Κουνούσα τη λεκάνη μου προσπαθώντας να πάρω βαθύτερα μέσα μου το πέος του. Ανυπομονούσα για την επόμενη επίθεσή του. «Κι άλλο! Πιο βαθιά́!»

Με υπακούει και μπαίνει ακόμα ποιο βαθιά μέσα μου πριν βγει εντελώς έξω και ακολουθήσει την ίδια διαδικασία από την αρχή

«Έτσι! Έτσι μπράβο!» είπα με κομμένη ανάσα

Ο οργασμός μου έγινε πραγματικότητα φωνάζοντας δυνατά το όνομα του

«Ετοιμάσου, κορίτσι μου!» Κι άρχισε να βυθίζεται όλο και πιο βαθιά́, πιο αποφασιστικά́ και πιο συγκεκριμένα.

Εγώ κινούσα το σώμα μου προς τα πάνω, δείχνοντας ποσό ποθούσα και διψούσα για τον έρωτα του. Φρόντισα να συντονίσω τις κινήσεις μου για να πετυχαίνουν την τέλεια επαφή́ κατά́ τη διείσδυση, ενώ́ ξαφνικά́ έφτασε στην κορύφωση και ο ίδιος λέγοντας κάτι ακατάληπτο.

.

.

.

.

Μανχάταν Ν Υόρκη

Σήμερα

Μέρος 3ο

5χρόνια μετά


Είμαι ξαπλωμένη στον γωνιακό καναπέ του σπιτιού μας. Οι διακοπές μας εδώ πάντα είναι ευχάριστες. Είμαι πολύ ευτυχισμένη όταν μια φορά το χρόνο όλοι η παρέα ξεκλέβει πέντε μέρες από το απαιτητικό καθημερινό πρόγραμμα και ερχόμαστε στα εξοχικά μας . Τα σπίτια μας απέχουν ελάχιστα το ένα από το άλλο και συνδέονται με πλακόστρωτα μονοπάτια. Τα παιδιά μας παίζουν όλα μαζί ξέγνοιαστα. Γελάνε μαλώνουνε θυμώνουν και πάλι από την αρχή την επόμενη ημέρα.

Η πόρτα ανοίγει με πάταγο και όπως ήμουν απορροφημένη στις σκέψεις μου ο θόρυβος με κάνει να αναπηδήσω και το βιβλίο που έχω από ώρα παρατημένο επάνω στην κοιλιά μου πέφτει στο πάτωμα.

«Μαμά» φωνάζει το μικρό μου ζουζουνάκι

«Στο σαλόνι μωρό μου» ακούω τα βηματάκια της, πλησιάζει την ώρα που η πόρτα ανοίγει ξανά.

«Που είσαι κυρία μου?» Φωνάζει ο Ρόμπερτ. Εμένα το παιδί μας ? Δεν έχω καταλάβει

«Στο σαλόνι» απαντάω και βλέπω την κόρη μου να πέφτει με δύναμη επάνω στην αγκαλιά μου. Την κλαμένη κόρη μου. Ο Ρόμπερτ εμφανίζετε και εκείνος στο οπτικό μου πεδίο.

«Μωράκι μου τι έγινε?» ρωτάω την κόρη μου

Στενεύω τα μάτια μου και απευθύνομαι στον άντρα μου «Ρόμπερτ γιατί κλαίει το παιδί? Την μάλωσες ? Χτύπησε?» προσθέτω γεμάτη αγωνία και αρχίζω να ψάχνω για τυχόν αίματα το παιδί μου.

«Μην κάνεις απότομες κινήσεις στην κατάσταση σου γαμώτο. Και εσύ μην σφίγγεις τόσο την μαμά.»

«Μαμά. Μαμά μου...»Λέει ανάμεσα στους λυγμούς της η κορούλα μου. Εγώ έχω αγχωθεί. Τι έγινε? Τι έπαθε το παιδί

«Ρόμπερτ τι έγινε μπορώ να μάθω?»

«Να σου πει η κόρη σου»

Σηκώνω το κλαμένο μουτράκι της κόρης μου και τις σκουπίζω με τα χέρια μου τα δάκρια...Είναι ίδια ο μπαμπάς της...Ξανθά μαλλάκια , γαλανά ματάκια και δυο ζουμερά χειλάκια...

«Τι έγινε καρδούλα μου?»

«Ο μπαμπάς, ο μπαμπάς με μάλωσε» ξεστομίζει το παιδάκι μου και ένα νέο κύμα λυγμών και δακρίων κάνει την εμφάνιση του.

«Ναι είχα άδικο?» φωνάζει. Φωνάζει στο παιδί μας. Για λίγο μένω άναυδη. Ο Ρόμπερτ λατρεύει την κόρη μας και την κακομαθαίνει μέχρι εκεί που δεν παίρνει. Αυτό είναι και το μόνιμο θέμα των καυγάδων μας . Για να την μάλωσε κάτι σοβαρό συνέβη.

«Καρδούλα μου, σε παρακαλώ ,πήγαινε να πλύνεις το προσωπάκι σου και έλα πάλι» λέω με ήρεμη φωνή στο παιδάκι μου, χαϊδεύοντας της την πλατούλα προσπαθώντας να την κάνω να ηρεμίσει, μπας και βγάλω άκρη.

Το κοριτσάκι μου μου κάνει μια σφιχτή αγκαλιά, πράγμα που έκανε ακόμα ποιο έξαλλο, τον ήδη έξαλλο μπαμπά της.

«Μην πιέζεις την κοιλιά της μαμάς. Μπορεί να κάνεις κακό στον αδερφό σου» Την επιπλήττει «Τα έχουμε πει τόσες φορές» συνεχίζει

«Στοπ» φωνάζω και αγριοκοιτάζω τον άντρα μου. «Πήγαινε μωρό μου να πλύνεις το προσωπάκι σου και έλα. Ναι μωρό μου?» Το παιδάκι μου κουνάει καταφατικά το κεφαλάκι της και φεύγει με προορισμό το μπάνιο.

«Έχεις δυο λεπτά να μου εξηγήσεις » γρυλίζω στον άντρα μου

«Η κόρη σου...» ξεκινά να μου εξηγεί «Η κόρη σου ξεκίνησε τα φλερτ» Μένω άναυδη. Το παιδί μας είναι τεσσάρων.

«Πας καλά?» Τον ρωτάω αν και ξέρω από πριν την απάντηση.

«Ξέρεις τι μου είπε? Ξέρεις? Ότι αγαπάει τον γιο του άλλου του μαλάκα του φίλου σου και πως θα τον παντρευτεί. Άμα ξεκίνησε από τώρα τα φλερτ τι θα κάνουμε στο μέλλον?»

Γελάω είναι πολύ αστείο όλο αυτό. Ο Ρόμπερτ είναι πραγματικά έξαλλος και εμένα μου φαίνεται πως παραφέρεται.

«Γελάς? Γαμώ την τρέλα μου μέσα? Γελάς το στανιό μου? Αλλά τι περίμενα τέτοια αναίσθητη μουλάρα που είσαι? »

Σηκώνομαι πολύ προσεκτικά γιατί αυτή η δεύτερη εγκυμοσύνη μου είναι πιο δύσκολή από την πρώτη και τον πλησιάζω. Με κοιτά εξεταστικά αλλά δεν λέει κάτι καθώς τον πλησιάζω αργά και τυλίγω τα χέρια μου γύρω από την μέση του. Εισπνέω την μυρωδιά του και κλείνω τα μάτια μου καθώς ακουμπάω το μάγουλο μου στο στέρνο του

«Ρόμπερτ... Νομίζω μωρό μου ότι η κόρη μας θα σε παιδέψει πολύ... Είναι όμορφη γλυκιά και έξυπνη... Είναι η απάντηση στις προσευχές όλων τον γυναικών που εκμεταλλεύτηκες. Όλες αυτές στο τέλος της ημέρας θα ευχόταν να την βρεις και εσύ από γυναίκα κάποια μέρα»

Με σφίγγει «Την έχω βρει από σένα...»

«Χαχα όχι μωρό μου... Η κόρη μας είναι η τιμωρία σου...Πες τώρα τι έγινε»

Με τράβα να καθίσουμε στον καναπέ.

«Να πήγα στο δεντρόσπιτο να δω τι κάνουν»

«Δεν άντεξες να μην ελέγξεις » τον διακόπτω.

Με στραβοκοιτά «Όχι κυρία μου, ήθελα να δω ότι όλα είναι καλά. Οτι δεν έχουν χτυπήσει. Και τους άκουσα να συζητάνε ότι θα παντρευτούν όταν μεγαλώσουν.»

«Ααα ωραία τι σκας ? Έχει καλό σκοπό για την κόρη μας το παιδί...»

«Με κοροϊδεύεις? Να με κάνεις κι άλλο έξαλλο θες? Μάζεψε τα πράγματα μας φεύγουμε.»

«Από που βρε τρελέ φεύγουμε? Από το σπίτι μας ? από τους φίλους μας? Από που? Σύνελθε»

«Εγώ?» πετάγεται σαν ελατήριο από τον καναπέ «Εγώ να συνέλθω? Δεν βλέπεις εδώ τι γίνεται? Θα αφήσουμε το αγγελούδι μας στα χέρια του κάθε αδίστακτου?»

«Ακούς τι λες? Αδίστακτο ένα παιδάκι τεσσάρων ετών?»

«Ναι αλλά τι περιμένεις. Τα πατήματα του πατέρα του θα πάρει» συνεχίζει να μονολογεί.

«Αυτό λέω και εγώ» του επισημαίνω και με κοιτά εκνευρισμένος

«Τι σημαίνει αυτό?»

«Λέω ότι τα παιδιά μας παίρνουν τα πατήματα των γονιών τους...Να θυμάσαι τι έχεις κάνει και να σκέφτεσαι ότι η κόρη μας μωρό μου σου μοιάζει σε όλα...»

«Μαμά, μπαμπά να πάω να παίξω? Τα παιδιά με περιμένουν» μας λέει το κοριτσάκι μας. Η καημένη είναι το μόνο κορίτσι ανάμεσα σε τρία αγόρια. Έχουν αρχηγό τον Ντένη αφού είναι ο μεγαλύτερος. Με κούκλες παίζει μόνο στο σπίτι. Με τους φίλους της σκαρφαλώνει σε δέντρα, κάνει ποδήλατο και παίζει με αυτοκινητάκια και πλαστικά στρατιωτάκια...

«Ρόμπερτ?» ξεφυσάει

«Να πας αλλά με προσοχή» Χαμογελάω, η κόρη μας εξαφανίζεται χωρίς δεύτερη κουβέντα.

.

.

.

.

Κοιτώ έξω από το παράθυρο του σαλονιού τα τραπέζια που έχουν στηθεί για την αποψινή γιορτή μας . Η τελευταία μέρα του καλοκαιριού. Από αύριο επιστροφή στην πραγματικότητα. Δουλειά και σε δυο μήνες περιμένουμε το νέο μέλος. Ελπίζω ο Ρόμπερτ να εστιάσει περισσότερο στο γιο μας και να χαλαρώσει με την μικρή...

Είμαι ευτυχισμένη. Πραγματικά είμαι. Έχω όλα όσα ονειρεύτηκα ποτέ μου. Δουλειά, φίλους και μια εξαιρετική οικογένεια.

Δυο χέρια τυλίγονται γύρω από την μέση μου και δυο χείλη ακουμπάνε στο μαλακό του λαιμού μου. Στο πιο ευαίσθητο σημείο μου...Κάθαρμα ξέρεις όλα τα κουμπιά μου

«Τι σκέφτεσαι?»

«Έχεις αναρωτηθεί ποτέ πόσα θα χάναμε εάν δεν έκανα την επανάσταση μου εκείνο το βράδυ και δεν πήγαινα σε εκείνο το club?»

Γελάει πάνω στο δέρμα μου.

«Μωρό μου σ αγαπάω, είσαι τα πάντα για μένα. Θα έβρισκα τρόπο και θα σε έκανα να με προσέξεις, γιατί εμείς οι δύο είμαστε πλασμένοι ο ένας για τον άλλο»

«Σ αγαπώ πολύ, μωρό μου.» του λέω

«Είσαι το απόλυτο μου»



ΤΕΛΟΣ

Κάπου εδώ η ιστορία του Ρόμπερτ και της Αλεξάνδρας έφτασε στο τέλος.

Ευχαριστώ όλους όσους την διάβασαν

Ελπίζω να σας κράτησε καλή συντροφιά

Πηνελόπη

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top