Κεφάλαιο 25
Κεφάλαιο 25
«Πες μου Λορελάι, θυμάσαι τι σημαίνει 'Κρυστέλ' στην Αρχαία Γλώσσα;»
«Κρυστάλλινη καρδιά...»
Η Σενίτ έγνεψε. «Όπως θα καταλαβαίνεις, δεν πρόκειται φυσικά για μια τυχαία ονομασία, αλλά επίτρεψέ μου να ξεκινήσω από την αρχή και να πάω πολύ πίσω, τότε που ξεκίνησε αυτό που λέμε η Ιστορία Δίχως Τέλος». Η Λόλι έγνεψε με τη σειρά της και ξάπλωσε μπρούμυτα στο γρασίδι, με τα χέρια της να στηρίζουν το κεφάλι της. Η Σενίτ μισόκλεισε τα μάτια της και άρχισε την ιστορία: «Στην αρχή του κόσμου, το γένος μας ήταν με διαφορά το πιο αδικημένο από τους Τρεις Πρωτογέννητους Λαούς. Οι Νεράιδες και οι Τζέργκα έσπευσαν να προικιστούν με υπερφυσικές ικανότητες που μοιράστηκαν από τους Θεούς του Φωτεινού Πυρήνα. Και τις πήρανε όλες, ώσπου δεν είχε μείνει καμιά για τους Ανθρώπους».
«Αυτά μας τα 'χουνε πει και στο σχολείο», έκανε η Λόλι και θυμήθηκε πώς αναγκάστηκε να μάθει παπαγαλία εκείνο το εισαγωγικό κομμάτι στη σελίδα 13 του βιβλίου των Αρχαίων Κειμένων, πάνω-πάνω.
«Χα! Πάλι καλά που μπήκαν στον κόπο!», σχολίασε η Σενίτ εμφανώς εκνευρισμένη με το 'άρτιο' εκπαιδευτικό σύστημα του Τόπου τους. «Με τη λύσσα τους να σας πείσουν ότι η υπόλοιπη Μυθυφήλιος δεν υπήρξε ποτέ, ικανούς τους είχα να καταργήσουν εντελώς την Ιστορία. Κατάλαβες; Εκμοντερνισμοί του κώ-», ην τελευταία στιγμή σταμάτησε, αφού είδε ότι κινδύνευε να γίνει απρεπής. «Με συγχωρείς, κορίτσι μου», είπε βιαστικά στην εγγονή της, που την κοιτούσε ξαφνιασμένη και παράλληλα έτοιμη να ξεσπάσει σε γέλια. «Ώρες-ώρες τα ξεφουρνίζω χωρίς να το πάρω χαμπάρι...»
«Δεν πειράζει, συνέχισε», χασκογέλασε η Λόλι κι η Σενίτ έπιασε πάλι την αφήγηση.
«Βέβαια, η αδικία απέναντί μας δεν έγινε εσκεμμένα, μα όπως ήταν φυσικό, σ' έναν μαγικό κόσμο, μη μαγικά πλάσματα δεν είχαν μεγάλες ελπίδες να τα βγάλουν πέρα. Με τον καιρό, η επιβίωση των Ανθρώπων γινόταν όλο και πιο δύσκολη. Τόσο οι Νεράιδες και οι Τζέργκα, όσο και οι Μεταγενέστερες Φυλές είχαν πάντα το πάνω χέρι».
«Γι' αυτό και οι Τζέργκα προσπάθησαν να μας υποδουλώσουν, σωστά;»
«Σωστά. Ήταν αυτή η πρώτη φορά που κάποιοι αγνόησαν την Αρχή της Ισότητας των Λαών και θέλησαν να βλάψουν τους άλλους. Αλλά τι τα θες; Η δίψα τους για εξουσία τούς έγινε έμμονη ιδέα, τους άλλαξε ριζικά προς το χειρότερο και κατέληξαν κατάπτυστοι απ' όλους». Η πρώην Κρυστέλ έκλεισε για λίγα δευτερόλεπτα τα μάτια της, καθώς σκέψεις των αδίστακτων όντων, που κάποτε μοιάζανε τόσο πολύ με το λαό της, πλημμύρισαν τη μνήμη της.
«Ήταν τότε που ο Φωτεινός Πυρήνας αποφάσισε να βοηθήσει τους Ανθρώπους, προσφέροντάς τους μία αποκλειστική πηγή μαγείας. Δημιούργησε, λοιπόν, τους Μαγικούς Κρυστάλλους, μα καθώς οι θνητοί ήταν πολλοί, αποφάσισε να προσφέρει τρεις σε έναν από αυτούς. Αμέσως όλοι οι μεγάλοι και τρανοί ηγέτες των Ανθρώπων βάλθηκαν να τους αποκτήσουν, μα ο Φωτεινός Πυρήνας είχε άλλα σχέδια: την αδικία που υπέστησαν οι Άνθρωποι, ήθελε να την εξαλείψει από κάθε άποψη. Έτσι αντί να χαρίσει αυτή την πηγή μαγείας σε κάποιον ισχυρό άντρα, επέλεξε να τη δώσει σε μία απλή γυναίκα με αξίες και αγνή ψυχή. Αυτή η γυναίκα ήταν η Λουμιόσα, η πρώτη Κυρά των Κρυστάλλων, ή όπως την ονόμασαν αργότερα, Κρυστέλ. Με τη σοφία της και τη μαγεία που έλαβε, η Λουμιόσα κατάφερε να βοηθήσει το λαό μας να δει καλύτερες ημέρες, τόσο πνευματικά, όσο κι από πλευράς ισχύος και ισότητας με τους άλλους λαούς»
Όση ώρα η γιαγιά της μιλούσε, η Λόλι την παρακολουθούσε με το αμέριμνο ύφος του παιδιού που ακούει παραμύθι. Πράγματι, όλες αυτές οι παλιές ιστορίες, που άκουγε κάποτε από δασκάλους και καθηγητές, έμοιαζαν πολύ με παραμύθια στο μυαλό της. Μα τώρα που τις άκουγε κατευθείαν από το στόμα μιας αποθανούσης Κρυστέλ έμοιαζαν τρομακτικά αληθινές και δεν μπορούσε παρά να νιώθει ένα ρίγος να τη διαπερνά.
«Έπειτα από πολλά χρόνια, τον τίτλο της Κρυστέλ ανέλαβε η Μαγκιλάι, την οποία υπέβαλε η ίδια η Λουμιόσα σε τρεις δοκιμασίες. Για να βρει κληρονόμο, δεν επέλεξε να βασιστεί σε δεσμούς αίματος, αλλά στις ίδιες αξίες που εκείνη διέθετε κι έτσι...»
«...κι έτσι λένε ότι στο τέλος της ζωής της, η Κρυστέλ Μαγκιλάι μεταμορφώθηκε σε σπηλιά, προκειμένου να φυλάει την πηγή των κρυστάλλων και να υποβάλλει τους επόμενους κληρονόμους σε αντίστοιχες δοκιμασίες», συμπλήρωσε η φουξομάλλα, επαναλαμβάνοντας φαρσί όσα της είπε ο Έντελ.
«Ακριβώς! Βλέπω έχεις μελετήσει», θαύμασε η Σενίτ και η Λόλι χαμογέλασε με καμάρι. «Με τον ίδιο τρόπο, κάθε φορά που ένας Κρυστέλ πέθαινε, επέλεγε έναν νέο υποψήφιο. Εκείνος, με τη σειρά του περνούσε από δοκιμασίες κι αν τα κατάφερνε, αποκτούσε τρεις κρυστάλλους που αντιπροσωπεύανε τις αξίες του. Κάπως έτσι έγινε Κρυστέλ η δασκάλα μου, η Ρασίνα και κάπως έτσι έγινα κι εγώ Κρυστέλ, σαν με επέλεξε. Κι είχα πολλά, Λορελάι. Πάρα πολλά». Με την τελευταία φράση, η Λόλι ανασηκώθηκε, καθώς το ένστικτο του πρώτου μαθητή που παραλαμβάνει αριστείο, την έκανε να ενθουσιαστεί. Άραγε τι είδους αριστείο την περίμενε τώρα;
Η γιαγιά της δεν παρατήρησε αυτή της την κίνηση, αλλά συνέχισε με τον τόνο της φωνής της να αντανακλά το πάθος της. «Από τα χέρια μου περάσανε δυνάμεις που άλλοι δεν μπορούσαν να φανταστούν ούτε στα πιο τρελά τους όνειρα. Δυνάμεις που ακόμα κι οι Νεράιδες παιδεύονται μια ολόκληρη ζωή για ν' αποκτήσουν. Κι όμως, εγώ τις εξουσίασα με την πρώτη. Μια σκέψη μου αρκούσε να με κάνει να πετάξω δίχως φτερά και δεν ήταν μόνο αυτό. Με μία μόνο κίνηση μπορούσα να κατατροπώσω θηρία. Με ένα μόνο άγγιγμα μπορούσα να γιατρέψω πληγές. Με ένα μόνο κοίταγμα μπορούσα να δω κατάματα στις ψυχές των ανθρώπων και να κρατήσω τη φλόγα της πίστης τους αναμμένη! Οι ηγέτες των άλλων λαών δεν με δέχονταν σαν επισκέπτρια, αλλά με σεβόντουσαν και με τιμούσαν, όπως άρμοζε σε μία ηρωίδα! Παρέμεινα ωραία και δυνατή μέχρι τα γεράματα!» Η Λόλι την άκουγε εντυπωσιασμένη. Στα μάτια της είχε πάρει τη μορφή ενός ολόφωτου θεϊκού προσώπου, που ενέπνεε μέγα θαυμασμό... αλλά και τρόμο. «Κι όλα αυτά... χάρη σε τρεις κρυστάλλους...», την άκουσε να λέει, με τη δυνατή φωνή της να χαμηλώνει άξαφνα και με ανακούφιση διαπίστωσε ότι είχε πάλι μπροστά της τη γιαγιά της, απλώς τη γιαγιά της.
«Απίστευτο...», αναφώνησε το κορίτσι. «Δεν περίμενα ποτέ ότι αυτά τα μικροσκοπικά πετράδια θα κρύβανε μέσα τους τέτοιο δώρο».
«Είναι πολλά παραπάνω από πετράδια, Λορελάι». Οι επόμενες κουβέντες της Σενίτ βγήκαν σκιερές, με την ηλιαχτίδα του προηγούμενου πάθους της να έχει χαθεί. «Κατά κάποιον τρόπο, έχουν τη δική τους αντίληψη: ακούν, διαισθάνονται, κρίνουν... κι αν το θεωρήσουν σωστό... παίρνουν τον έλεγχο αυτού που τους κρατά, για να προστατευθούν. Ήδη το έκαναν μια φορά σ' εσένα», εξήγησε, στρέφοντας το βλέμμα της στο κορίτσι. Η Λόλι κοκάλωσε, καθώς μέσα στο μυαλό της αντήχησαν οι κραυγές της κι ο Ντάζεϊλτον να λέει: 'Είναι για το καλό όλων μας... Τη δύναμη αυτή πρέπει να τη χειριστούν οι Ανώτεροι από μας, Λόλι!' Ήθελε να διαγράψει από τη μνήμη της εκείνες τις στιγμές που όλα γίνανε κόκκινα και το ίδιο της το μυαλό και το σώμα ήταν λες και δεν της ανήκαν. Όμως η σκέψη πως κάτι τέτοιο θα μπορούσε άνετα να ξανασυμβεί, αν κι όποτε ευαρεστηθούν μερικές νοήμονες πέτρες, δεν ήταν καθόλου παρήγορη. «Όπως κι εσύ, πολλοί θεωρούν την ευθύνη των κρυστάλλων δώρο. Μα δεν είναι δώρο, μικρή μου. Πάνω απ' όλα, είναι φορτίο».
«Τ-Τι θες να πεις;»
«Όταν ενώνεις τους κρυστάλλους, δεν τους ενώνεις μονάχα μεταξύ τους, αλλά και με τη γραμμή της δικής σου ζωής. Όσο εκείνοι είναι ασφαλείς, δεν έχεις να φοβάσαι δηλητήριο, τραυματισμό ή σκοτωμό από εχθρικά χέρια. Μα η παραμικρή ραγισματιά στη μικρότερη ακρίτσα του ενός απ' αυτούς θα σε επηρεάσει. Κι αν οι κρύσταλλοί σου καταστραφούν, την ίδια μοίρα θα 'χεις κι εσύ... Οι δικοί μου καταστράφηκαν, Λορελάι. Και με πήρανε μαζί τους, ακόμη κι αν δεν ήταν ακόμα η ώρα μου». Όσα χρόνια κι αν είχαν περάσει, η Σενίτ δεν θα ξέχναγε ποτέ τις τελευταίες στιγμές της ζωής της, αφ' ότου σπάσανε οι κρύσταλλοί της. Ήταν φριχτές και ταυτόχρονα λυτρωτικές. Επιτέλους, ήταν ελεύθερη!
Όμως εστίασε ξανά την προσοχή της στην κοπέλα, που όσο περνούσε η ώρα, έδειχνε όλο και πιο μπερδεμένη. «Βλέπεις, η δύναμη που κρύβεται μέσα τους είναι μεγάλη. Ίσως μεγαλύτερη απ' όσο μπορεί ένας θνητός νους ν' αντέξει. Αλλά υπάρχει κι ένα αβάσταχτο τίμημα: προκειμένου να έρθεις σε πλήρη επαφή μαζί της... πρέπει να είσαι πρόθυμη να θυσιάσεις ένα κομμάτι του εαυτού σου»
Με την τελευταία αποκάλυψη, η Λόλι ταράχτηκε. Όμως πριν προλάβει ν' ανοίξει το στόμα της, το μικρό της κρυστάλλινο ουράνιο τόξο εμφανίστηκε και πάλι στον αέρα, ανάμεσα σε αυτήν και τη γιαγιά της. Η τελευταία πήρε ξανά το λόγο. «Όπως είπαμε, όλοι οι κρύσταλλοι αντιπροσωπεύουν αξίες: κάποιοι συμβολίζουν το δίκαιο, άλλοι την καλοσύνη κι άλλοι τη γνώση. Ας πάρουμε για παράδειγμα τους δικούς σου... Ο γαλάζιος συμβολίζει τη φαντασία, ο κίτρινος την ομορφιά της ψυχής κι ο κόκκινος την αγάπη. Τούτες είναι οι δικές σου αξίες κι εγώ είχα τις δικές μου, μα αναγκάστηκα να αρνηθώ μία απ' αυτές».
«Να την αρνηθείς; Μα... πώς; Γιατί;»
«Για να δείξω την αφοσίωσή μου και να συνδεθώ τηλεπαθητικά με τους κρυστάλλους, έπρεπε να τους προσφέρω τη σημαντικότερή μου αξία σαν αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες τους. Για μένα, αυτή ήταν η αγάπη. Και τους την έδωσα... για πάντα», η φωνή της έτρεμε με την τελευταία λέξη. «Στην αρχή δεν με επηρέασε τόσο, μα με τον καιρό δυσκολευόμουν να εκφράσω στον παππού σου πόσο τον αγαπούσα. Το ίδιο και στη μητέρα σου... Ίσως γι' αυτό η Φλώρα έγινε έτσι. Κακά τα ψέματα, όσο περνούσαν τα χρόνια με ένοιαζαν μόνο οι κρύσταλλοι κι έγινα ψυχρή με οτιδήποτε άλλο».
«Με εμάς δεν ήσουν ποτέ ψυχρή, γιαγιά».
«Εσύ κι ο αδερφός σου ήσασταν ίσως οι μόνοι που με κρατούσατε στον πραγματικό κόσμο κι όχι σ' αυτόν που έφτιαξαν οι κρύσταλλοι για μένα. Η αγάπη μου ανήκε μόνο σ' αυτούς. Για όλους τους άλλους είχε στερέψει κι άφησε πίσω της μόνο θυμό. Στο τέλος ένιωθα λες κι η καρδιά μου είχε μετατραπεί κι αυτή σε κρύσταλλο. Ας είναι καλά ο παππούς σου, που έκανε υπομονή και πάντα ήταν εκεί για μένα».
«Λυπάμαι πολύ, γιαγιά. Δεν ήξερα...» Η Λόλι ήταν σίγουρη πως ό,τι κι αν συνέβη, η γιαγιά της δεν το ήθελε. Τώρα καταλάβαινε για ποιο λόγο οι Κρυστέλ ονομάστηκαν κρυστάλλινες καρδιές: όταν ο Άνθρωπος φτάνει σε σημείο να χάσει τις μεγαλύτερες του αγάπες, η καρδιά του μένει αδειανή κι ανίκανη να δεχτεί, ή να προσφέρει οποιοδήποτε ζεστό συναίσθημα. Όμως αυτή τη στιγμή την έκαιγε και κάτι ακόμα. «Γιαγιά... τι θα ζητήσουν οι δικοί μου από μένα; Ξέρεις, φαντάζομαι, ε;», ρώτησε φοβισμένη.
Η Σενίτ την κοίταξε και πέρασε το χέρι της γύρω από τους ώμους της. «Εσύ Λορελάι δίνεσαι με πάθος σε αυτά που πιστεύεις. Γι' αυτό επέλεξα εσένα, αντί για τον Τσάνσυ. Η φαντασία είναι η πραγματικότητά σου και σε οδηγεί σε άλλους τόπους. Με αυτό σου το πάθος, είσαι ιδανική για να υπερασπιστείς την Μυθυφήλιο και να επαναφέρεις την ισορροπία. Μα για να γίνει αυτό, πρέπει ν' αποχαιρετήσεις τη φαντασία σου και τ' όνειρό σου να γίνεις συγγραφέας...»
«Τι!;» Και μόνο στη σκέψη, τα μάτια της Λόλι άνοιξαν διάπλατα και πήδησε όρθια. «Να χάσω τη φαντασία μου; Αυτό είναι αδύνατον! Δεν γίνεται! Με τίποτα!», μουρμούρισε αναστατωμένη, ενώ δρασκέλιζε μακριά. «Δεν μπορείς να με αναγκάσεις να το κάνω αυτό!», φώναξε θυμωμένη, μα η Σενίτ την κοίταξε πάλι γαλήνια, κατευνάζοντας την οργή της.
«Δεν θα το έκανα ποτέ. Η επιλογή είναι δική σου και μόνο δική σου», εξήγησε. «Οι κρύσταλλοι θα μείνουν μαζί σου για τρεις ημέρες. Έχεις το περιδέραιο μου;» Το κορίτσι έγνεψε κι έβγαλε από την αριστερή της τσέπη το παλιό περιδέραιο που της έδωσε ο παππούς της. «Αν δεχτείς τον τίτλο και τους τοποθετήσεις στο περιδέραιο ενώ το φοράς, θα γίνει η Ένωση. Δε σου κρύβω πως το έργο σου θα είναι δύσκολο: το Νεραϊδοβασίλειο έχει διασπαστεί, οι Άνθρωποι έχουν απομονωθεί και...», άξαφνα, η Σενίτ σταμάτησε να μιλάει, καθώς από το μυαλό της ξεπήδησε μία ακόμη μελανή λεπτομέρεια «Ο Σάιτρους!». ψιθύρισε γεμάτη θυμό και τρόμο. «Αυτός ο μαυρόψυχος θα σε κυνηγήσει...»
Βλέποντας για πρώτη φορά τόσο τρομαγμένη τη γιαγιά της, η Λόλι άφησε κατά μέρους όσα σκεφτόταν και την πλησίασε ξανά «Γιατί; Ποιος είναι αυτός ο Σάιτρους;», απόρησε.
«Ο Άρχοντας των Τζέργκα. Αυτός με την ισχυρότερη μαγεία ανάμεσά τους», της απάντησε σοβαρά. «Πριν δέκα χρόνια, κατάφερα να τον νικήσω και να εξοστρακίσω αυτή τη μαγεία πίσω στις σκιές, μα διαισθάνομαι την παρουσία του να δυναμώνει μέρα με τη μέρα. Τώρα πια είναι μόνο πολεμιστής, μα είμαι βέβαιη, αυτός ευθύνεται για το παραστράτημα του Βασιλιά Όμπερον. Και τώρα έχει βλέψεις πάνω σου, όπως είχε και σ' εμένα...»
«Τι... τι ήθελε από σένα;»
«Πιστεύει στην 'εκκαθάριση της Μυθυφηλίου από τα παράσιτα', όπως λέει. Θέλει να ξεπαστρέψει όλες τις Μεταγενέστερες Φυλές και να επιβάλει τη θέλησή του στους Ανθρώπους. Για το τελευταίο, χρειάζεται οπωσδήποτε τους κρυστάλλους, μα ο ίδιος δεν μπορεί ποτέ να έρθει σε επαφή μαζί τους...» Η Σενίτ κόπιασε αρκετά για να συνεχίσει, μιας και η αηδία που της προκαλούσε η κατάληξη δεν την άφηνε. «Θεωρεί πως ο μοναδικός τρόπος να αποκτήσει πρόσβαση στις δυνάμεις τους... είναι να δημιουργήσει ένα υβρίδιο Κρυστέλ και Τζέργκα...»
Μετά κι απ' την τελευταία αποκάλυψη, η Λόλι ήταν ολοφάνερα σοκαρισμένη. Όλες οι πληροφορίες που έμαθε της διέλυσαν την ειδυλλιακή εικόνα που είχε πλάσει όλον αυτό τον καιρό. Για πρώτη φορά έπειτα από τόσες μέρες αναζήτησης, είχε αρχίσει να αμφιβάλλει πραγματικά για το σκοπό της. «Κι αν αρνηθώ;», ρώτησε ψυχρά.
«Θα επιστρέψεις σπίτι κι όσα έζησες θα διαγραφούν από τη μνήμη σου. Θα 'ναι σαν να μην έκανες αυτό το ταξίδι ποτέ. Τους κρυστάλλους που βρήκες, καθώς και την εύρεση νέου Κρυστέλ, θα την αναλάβει ο παππούς, ως Φύλακας. Μα τούτοι οι κρύσταλλοι είναι δικοί σου και δεν θα υπακούσουν εύκολα κάποιον άλλο. Όσο για τον κόσμο μας... κανείς δεν μπορεί να ξέρει...» Ξαφνικά, μία λευκή λάμψη εμφανίστηκε κι άρχισε να εξαπλώνεται σε όλο το τοπίο. «Έχεις τρεις μέρες για να αποφασίσεις. Διάλεξε σοφά», είπε η Σενίτ και στη συνέχεια αγκάλιασε ξανά την εγγονή της. «Πρέπει να σε αφήσω, γλυκιά μου. Ό,τι και να γίνει, να ξέρεις ότι σας αγαπάω και ζητώ συγγνώμη απ' όλους σας! Γύρνα τώρα πίσω. Ο αδερφός σου κινδυνεύει να πέσει σε πλεκτάνη και σε χρειάζεται...»
«Ο Έντι;», πήγε να πει η Λόλι, μα στη στιγμή, το φως κάλυψε πλήρως το οπτικό της πεδίο κι όταν τελικά έσβησε, βρισκόταν και πάλι στο βυθό κι ένας Νεράιδος της χαμογελούσε διάπλατα.
---
Σ' ένα μικρό ξέφωτο, στην καρδιά του βασιλείου του, ο Όμπερον καρτερούσε να φανεί η πανσέληνος στον ουρανό, ενώ γύρω του πλήθος Νεραϊδών έμοιαζαν να προετοιμάζονται για κάποιο είδος τελετουργίας, το επίκεντρο της οποίας ήταν ο ίδιος. Μόλις το ασημένιο φως του φεγγαριού έκανε την εμφάνισή του, πιο δυνατό από άλλες νύχτες, ο Ξωτικοβασιλιάς ένιωσε τη δύναμη που είχε να εισχωρεί στα όνειρα, να δυναμώνει κι αυτή. «Και η Νύχτα των Ασημένιων Δακρύων... μόλις χάραξε», μουρμούρισε στον εαυτό του. «Απόψε θα δοθεί ξεκάθαρα μια απάντηση...»
Μη έχοντας την παραμικρή ιδέα για όσα συνέβαιναν τόσο κοντά του, ο νεαρός Έντι κοιμόταν βαθιά, κρυμμένος στο μυστικό κελί που ο Πουκ τον είχε κλειδώσει. Το όνειρό του ήταν τούτη τη φορά πιο ζωντανό, πιο αληθινό και πιο τρομακτικό...
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top