12.Το λάθος.

<<Μικρέ, μην ξανά κάνεις την αδελφή σου να αισθανθεί άσχημα>> είπε ο Κωνσταντίνος στον Νίκο όταν του επέτρεψαν να κατέβει στο σαλόνι. <<Περνάει μια δύσκολη περίοδο. Μην την αναστατώνεις με ερωτήσεις>>. Ο Νίκος συμφώνησε κουνώντας το κεφάλι του καταφατικά. Κοιτούσε κάτω χωρίς να τους ρίξει ούτε μια ματιά. Ήταν ακόμα θυμωμένος με τους γονείς του και την αδελφή του.

<<Έχω ερωτήσεις για σ' ένα>> σκέφτηκε επίμονα η Αμάντα προς τον Άρη.

<<Έλα...>> έκανε γελώντας εκείνος. <<Σοβαρά; Ούτε που μου πέρασε από το μυαλό>>.

<<Λοιπόν...>> άρχισε εκείνη. <<Καταρχήν...>>.

<<Άνοιξε μου την πόρτα Αμάντα>> της είπε. <<Είμαι απ' έξω. Προτιμώ να στα πω από κοντά. Οφείλω να ομολογήσω ότι θέλω πολύ να σε δω. Λοιπόν, περιμένω. Θα έρθεις να μου ανοίξεις;>>.

<<Εντάξει>> σκέφτηκε η κοπέλα. <<Τουλάχιστον χτύπα το κουδούνι για τα ''μάτια'' των υπολοίπων. Θα είναι λίγο περίεργο αν ανοίξω την πόρτα στα καλά καθούμενα>>.

Αμέσως ακούστηκε ο διαπεραστικός ήχος του κουδουνιού που χτυπάει. Η Αμάντα πήγε και άνοιξε. Μόλις τον είδε να της χαμογελάει και να την κοιτάει την έπιασε ταχυπαλμία και χυθήκαν μέσα της μερικές σταγόνες λάβας. Πήρε μια βαθιά ανάσα πριν της κοπεί εντελώς. Ο Άρης κοίταξε το πάτωμα για να ηρεμίσει η Αμάντα. <<Αρχίζω να καταλαβαίνω γιατί δεν με κοιτούσες τόσο καιρό>> του είπε.

Εκείνος χαμογέλασε και μπήκε μέσα. <<Λυπάμαι που έχω τέτοια επίδραση πάνω σου>>.

<<Εγώ δεν λυπάμαι...Μου αρέσει πολύ όταν με κοιτάς>>. <<Θέλεις να πάμε μια βόλτα στο δωμάτιο σου; Εκεί μπορώ να σε κοιτάω με τις ώρες>> άστραψε την δύναμη του βλέμματος του πάνω της και εκείνη αναστατώθηκε. <<Είναι οι γονείς μου εδώ>> του ψιθύρισε.

<<Δεν πειράζει>> της έκλεισε εκείνος το μάτι. <<Έχω υπομονή. Μπορώ να περιμένω μέχρι να φύγουν>>. Χαιρέτισε ευγενικά τους γονείς της και πέρασαν στο σαλόνι. Ο Νίκος καθόταν στον καναπέ με τα μούτρα κατεβασμένα. <<Εσύ μας έλειπες τώρα...>> μουρμούρισε κοιτώντας με μισό μάτι τον Άρη και σηκώθηκε από τον καναπέ. <<Πάω στο δωμάτιο μου. Ξαφνικά άρχισε να γυρίζει το στομάχι μου. Βρωμάει εδώ μέσα. Τι μύρισε ξαφνικά; Αν, ναι. Λέγεται προδοσία...>>.

<<Το παρατραβάς Νίκο>> του είπε η Αμάντα. Εκείνος χωρίς να της ρίξει ούτε μια ματιά έφυγε και ανέβηκε τις σκάλες. <<Παιδιά!>> φώναξε η Βίκυ από την κουζίνα στον Άρη και την Αμάντα. <<Θέλετε να παραγγείλουμε η να μαγειρέψω εγώ κάτι σπιτικό;>>.

<<Κάτι σπιτικό!>> φώναξαν μαζί τα δύο παιδιά. Μετά κοιτάχτηκαν και γέλασαν.

<<Ευτυχώς δεν με ρώτησαν που έμαθα ότι δεν είναι οι βιολογική μου γονείς>> του ψιθύρισε εκείνη. <<Δεν θα ήξερα τι να απαντήσω. Πάνω στην συγκίνηση το ξέχασαν>>.

<<Το ξέρω>> της απάντησε. <<Έχω μαζί σου ζωντανή, απεριόριστη σύνδεση>>.

<<Αυτό το μυστήριο δεν μου το έχεις εξηγήσει. Αυτό πως γίνετε; Πως σε ακούω στο κεφάλι μου;>>.

<<Γλυκιά μου. Μια κατάρα προορίζεται για μένα εδώ και αιώνες και επιτέλους με βρήκε. Ο μόνος λόγος που είμαι εδώ είσαι εσύ. Μπορώ να κάνω τα πάντα για να σε βοηθήσω. Αν θα σε βοηθούσε να μπορώ να πετάω υποθέτω πως θα το κατάφερνα. Απλά σε βοηθά να μην τρελαθείς με όλα αυτά. Η κατάρα μου έδωσε αυτό το προτέρημα μόνο γιατί πρέπει απλά να κάνω ότι μπορεί να φανεί χρήσιμο σε εσένα. Είμαι προορισμένος και γεννημένος για να εκτελώ τις επιθυμίες σου. Νομίζω ότι είναι λογικό η κατάρα να μου δώσει την δύναμη να μπορώ να είμαι μέσα στο μυαλό σου, αν είναι αυτό που μπορεί να σε βοηθήσει>>.

<<Κάνεις τόσο περίεργα πράγματα να μοιάζουν εντελώς λογικά>> του είπε δαγκώνοντας το κάτω της χείλι. <<Τώρα, σε παρακαλώ, σταμάτα να με κοιτάς. Δεν νομίζω ότι μπορώ να αντέξω άλλο>>.

<<Εντάξει>> χαμήλωσε το βλέμμα του. <<Πες μου. Νομίζω κάτι ήθελες να με ρωτήσεις>>.

<<Ναι. Πες μου, ποιός είχε βάλει το νούμερο των γονιών μου στο χέρι μου όταν ήμουν μωρό; Πως έγινε αυτό;>>.

<<Είναι πολύ απλό>> της χαμογέλασε. <<Δεν έγινε...Θυμάσαι τι είχες πει Αμάντα; Ότι όλα είναι μέρος ενός πολύ οργανωμένου σχεδίου. Κι' αυτό ήταν μέσα στο σχέδιο αυτό. Η γυναίκα που σε βρήκε σε αγάπησε αμέσως, δεν μπορούσε όμως να σε κρατήσει. Ήταν μεγάλη και μόνη της. Έτσι έψαξε να βρει μια κατάλληλη οικογένεια για σ' ένα. Ήθελε αυτοί που θα σε πάρουν να είναι νέοι και κατά προτίμηση να μην έχουν άλλο παιδί. Έπρεπε πρώτα να σε αγαπήσουν πριν κάνουν άλλο. Βρήκε τον Κωνσταντίνο και την Βίκυ, τόσο νέο και όμορφο ζευγάρι. Βρήκε το τηλέφωνο τους και τους είπε την δικαιολογία που ξέρεις, ότι κρατούσες το τηλέφωνο τους. Η αλήθεια είναι ότι δεν ήταν σίγουρη γιατί το έκανε αυτό και σε τι θα χρησίμευε. Την οδηγούσε ένα δυνατό ένστικτο που δεν μπορούσε εννοείτε να το αγνοήσει. Όλα αυτά είναι μέρος της προφητείας>>.

<<Μάλιστα...>> μουρμούρισε σκεπτική εκείνη. <<Και όλα αυτά γιατί; Για μένα; Άδικος τόσος κόπος. Δεν αξίζω καμιά απόλυτος εμπιστοσύνη από κανέναν>>.

<<Δεν είναι θέμα εμπιστοσύνης καρδία μου. Μιλάμε απλά για το τι έχει προγραμματιστεί να γίνει εδώ και αιώνες>>.

Η Βίκυ τους φώναξε να φάνε. Ο Νίκος αρνήθηκε να κατέβει και τα παιδία έφαγαν επιτέλους σπιτικό φαγητό μετά από αρκετές μέρες. Μετά από αρκετές ώρες, αργά το βράδυ ο Άρης της είπε ότι έπρεπε να φύγει. <<Μακάρι να μπορούσες να μείνεις>> του είπε η κοπέλα.

<<Από σέβαση στους γονείς σου, δεν γίνετε σήμερα. Μόλις φύγουν δεν έχω αντίρρηση>> την φίλησε απαλά στο μέτωπο. <<Καληνύχτα Αμάντα. Θα τα πούμε αύριο>>. Έφυγε, ενώ πρώτα της υποσχέθηκε ότι θα την προσέχει και αν χρειαζόταν κάτι θα ερχόταν αμέσως. Η Αμάντα καληνύχτισε τους γονείς της και ανέβηκε τις σκάλες για το δωμάτιο της, το μάτι της όμως κόλλησε πάνω στην πόρτα του Νίκου. Την πλησίασε και την χτύπησε απαλά δύο φορές.

<<Όχι!>> φώναξε από μέσα ο Νίκος.

<<Τι όχι;>> ρώτησε από έξω η Αμάντα.

<<Απλά όχι! Φύγε, εντάξει; Δεν θέλω να δω κανέναν>>.

Εκείνη άνοιξε δειλά την πόρτα και τον βρήκε να κάθεται στον υπολογιστή του με την πλάτη γυρισμένη. <<Είσαι καλά;>> τον ρώτησε.

<<Όχι!>> απάντησε χωρίς να γυρίσει να την κοιτάξει.

<<Θες να σου βάλω κάτι να φας; Έχει περισσέψει, και είναι πολύ νόστιμο. Η μαμά έκανε...>>.

<<Όχι...>>.

<<Θέλεις να κάτσω εδώ μαζί και να συζητήσουμε λίγο;>>.

<<Όχι...>>.

<<Να φύγω;>> τον ρώτησε.

<<Για δες! Μόλις έκανες την πρώτη ερώτηση που θα απαντήσω ναι!>>.

<<Καληνύχτα>> μουρμούρισε εκείνη με κατεβασμένα μούτρα και έκλεισε την πόρτα. Μπήκε στο δωμάτιο της και κάθισε αναστενάζοντας στο κρεβάτι .<<Τι έχει πάθει;>> ρώτησε τον Άρη. <<Δεν θα γνωρίζω και όλα ξέρεις>> της απάντησε εκείνος. <<Σωστά>> γέλασε εκείνη. <<Λοιπόν, καληνύχτα>>. <<Καληνύχτα Αμάντα>>. Ξάπλωσε και σκεπάστηκε ως πάνω με τις κουβέρτες της. Έκλεισε τα μάτια της και πριν καλά το καταλάβει παρασύρθηκε σε ένα βάθη ύπνο.

Το τελευταίο όνειρο που είχε δει, επέστρεψε. Η γυναίκα κρατούσε κρατούσε σφιχτά, στα χέρια της το πρόσωπο του μικρού Ράνι. Έλεγε τα λόγια της κατάρας της με φωνή μονότονη και ''επίπεδη'' σαν υπνωτισμένη. <<Από παππού σε εγγονό, και από πατέρα σε γιό, ο έρωτας και το πάθος δεν θα σβήνουν. Αιώνια καταδικασμένος σε μια αγάπη δίχως τέλος. Όταν το ένα σώμα των αρσενικών σου απογόνων πεθαίνει, η αγάπη θα πηγαίνει στο άλλο, το νέο σώμα και δεν θα τελειώνει ποτέ. Αγάπη δυνατή, στην καρδιά σου για πάντα ριζωμένη. Δούλος της, υπηρέτης της κόρης μου για πάντα. Και όταν θα έρθει εκείνος ο καιρός η τελευταία απόγονος της οικογένειας μου να πάει στην Γή για να την σώσει θα πας κι' εσύ μαζί για να την προστατέψεις. Θα θυσιάσεις και την ζωή σου αν χρειαστεί...>>.

<<Θα με αγαπάει και εκείνη;>> ρώτησε συγκλονισμένος ο Ράνι.

<<Ναι...σε παρακαλώ, μην μιλάς για λίγο...>> του είπε βιαστικά εκείνη, καθώς ήταν έτοιμη να ολοκληρώσει το ξόρκι της... Ξαφνικά συνειδητοποίησε τι έγινε και κοκάλωσε στην θέση της. Ορθάνοιξε τα μάτια και της κόπηκε η ανάσα. <<Τι...τι με ρώτησες;>> έκανε τραυλίζοντας προς το παιδί.

<<Ρώτησα αν θα με αγαπάει και εκείνη>> είπε ο Ράνι και η γυναίκα έφερε τα χέρια της στο στόμα της. <<Και μου απαντήσατε ναι>>.

<<Όχι!>> είπε μετανιωμένη. <<Δεν έπρεπε να πω ναι...Δεν έπρεπε...>>.Τώρα πια δεν μπορούσε να το πάρει πίσω. Τα λόγια της ''κλείδωσαν'' μέχρι να εκπληρωθεί η προφητεία. Ξαφνικά, έτσι όπως κοιτούσαν τα παιδικά μάτια της Αμάντας το αγοράκι, άρχισε να απλώνεται αργά μέσα της ένα δυνατό συναίσθημα που προς στιγμήν νόμιζε ότι θα την τρυπούσε την καρδιά της. Ένιωσε τους χτύπους της να αλλάζουν και να γίνονται πιο γρήγοροι. Άρχισε να τον αγαπάει δυνατά και κάθε χτύπος της μικρής καρδιάς της ήταν αφιερωμένος στον μικρό Ράνι. Αμέσως ο Ράνι ένιωσε την παρουσία της και γύρισε προς αυτήν κοιτάζοντας την. Τώρα ήταν και οι δύο σαν ζωντανοί μαγνήτες. Ο ένας επηρεαζόταν από την ύπαρξη του άλλου στον ίδιο χώρο αλλά και οπουδήποτε αλλού, όσο μακριά κι' αν ήταν.

Μετά αυτό το όνειρο της ενώθηκε με ένα άλλο που είχε δει παλιότερα. Που ήταν υπερβολικά ερωτευμένη με κάποιον και δεν μπορούσε να θυμηθεί με ποιόν. Τώρα θυμήθηκε. Ώστε αυτό ήταν το λάθος που παρέσυρε στην κατάρα και την οικογένεια της Αμάντας. Ένα απλό ''ναι'' εκείνης της γυναίκας τα άλλαξε όλα. Αυτή η μικρή λεπτομέρεια ήταν αρκετή για να ''δέσει'' και τις δύο οικογένειες σε μια αιώνια ανεκπλήρωτη αγάπη. Η Αμάντα άνοιξε τα μάτια ξυπνώντας αργά. <<Άρη>> σκέφτηκε. <<Το ''αιώνια'' κρατάει πολύ καιρό>>.

<<Μην σε στεναχωρεί αυτό. Υπάρχει τέλος σε αυτήν την κατάρα>> της απάντησε.

<<Πότε είναι αυτό; Όταν εκπληρωθεί η προφητεία; Δηλαδή είμαστε οι τελευταίοι που μας πιάνει;>>.

<<Περίπου κάπως έτσι...>>.

Σηκώθηκε από το κρεβάτι της. <<Καλημέρα>> σκέφτηκε.

<<Καλημέρα γλυκιά μου>> της απάντησε εκείνος. Μπήκε για ένα μπάνιο και άρχισε να ετοιμάζεται για να πάει από την παλιά της δουλειά για να πάρει την αποζημίωση της απόλυσης της. Πήγε στα γρήγορα για να ξεμπερδέψει ενώ πρώτα είχε αρνηθεί να φάει το πρωινό που της είχε φτιάξει η μητέρα της. Το μόνο που είχε πει στην Δήμητρα, την αφεντικίνα της όταν πήρε τα λεφτά που της έδωσε, ήταν ένα, <<λυπάμαι που σε απογοήτευσα. Είμαι πραγματικά απαράδεχτη>>. Όταν η Αμάντα μπήκε στο αμάξι, ένα άσχημο προαίσθημα την πλημμύρισε. <<Τι είναι αυτό;>> ρώτησε την φωνή του Άρη μέσα στο μυαλό της. <<Ποιό;>> έκανε ο Άρης.

<<Αυτό που νιώθω. Κάτι συμβαίνει>> του είπε καθώς έβαζε μπροστά το αμάξι της και το ξεπάρκαρε. Ξεκίνησε αργά την διαδρομή για το σπίτι, όμως λίγο πιο κάτω βρήκε υπερβολικό κόσμο να έχει κλείσει τον δρόμο. <<Τι γίνετε;>> αναρωτήθηκε ψιθυριστά και κοίταξε προς το μέρος που παρακολουθούσε ο κόσμος. Όλοι κοιτούσαν με ενδιαφέρον προς ένα σπίτι, μια μονοκατοικία που είχε ορθάνοιχτη τη πόρτα και δύο άντρες στα άσπρα, κρατούσαν μια γυναίκα που ούρλιαζε και χτυπιόταν με λύσσα. Η Αμάντα κατέβασε το τζάμι της για να ακούει και να βλέπει καλύτερα.

<<Αφήστε με!!!>> φώναξε η γυναίκα προς τους άντρες με τα άσπρα που την κρατούσαν. <<Αφήστε με σας λέω!!!Δεν είμαι τρελή! Μη σας ξεγελάει! Δεν είναι παιδί! Είναι ένα τέρας!>>. Η Αμάντα γύρισε να κοιτάξει προς εκεί που έδειχνε τώρα με το βλέμμα της η γυναίκα. Ένας άντρας ήταν με θλιμμένα χαρακτηρίστηκα και κρατούσε αγκαλιά ένα αγοράκι γύρο στα πέντε. Ήταν όμορφο και γλυκό παιδάκι, όμως είχε κάτι διαφορετικό ο τρόπος που κοιτούσε την γυναίκα. <<Δεν είναι το παιδί μου!!!Είναι ένα τέρας! Προσπάθησε τρείς φορές να με σκοτώσει!!!>> φώναζε και έκλαιγε η γυναίκα. Το παιδί την κοιτούσε με ψυχρά μάτια και άψυχα χαρακτηρίστηκα. <<Σταύρο!>> είπε προς τον άντρα που κρατούσε αγκαλιά το παιδί. <<Δεν είναι αυτό το μωρό μας Σταύρο! Κάτι έχουν κάνει στο παιδί μας! Αυτό είναι ένα τέρας! Κινδυνεύεις!!>>.<<Μπαμπά, τι έπαθε η μαμά;>> ρώτησε με ψεύτικη αθωότητα το παιδί. <<Που την πάνε; Εμένα λέει τέρας;>>. <<Όχι αγόρι μου>> απάντησε ο άντρας. <<Η μαμά είναι καλά. Απλά θα πάει μια βόλτα...Θα γυρίσει όλα θα είναι καλά>>.

<<Που την πάνε;>> ρώτησε η Αμάντα τον Άρη.

<<Πιθανόν να την κλείσουν στο τρελοκομείο>> της απάντησε. Η γυναίκα συνέχισε να κλαίει και να χτυπιέται. Να βρίζει προς το παιδί και να ικετεύει τον άντρα της να την πιστέψει. Η Αμάντα κοίταξε με προσήλωση το πρόσωπο του παιδιού και εκείνο άστραψε το ψυχρό του βλέμμα πάνω της. Στένεψε τα μάτια του με μίσος και στα χείλι του σχηματιστικέ ένα πονηρό χαμόγελο που έκανε να φαίνονται τρομακτικά τα αθώα και γλυκά χαρακτηρίστηκα του. <<Το παιδί έχει κατακαλυφθεί από παράσιτο>> επιβεβαίωσε η Αμάντα αυτό που με τρόμο είχε συνειδητοποιήσει από την αρχή. <<Η μητέρα του το κατάλαβε. Οι άνθρωποι δεν την πιστεύουν. Την νομίζουν για τρελή>>. <<Αντί για να πολεμήσουν τον εχθρό τους πολεμάνε το είδος τους>> της απάντησε ο Άρης. <<Είναι τυφλοί οι άνθρωποι Αμάντα. Όσο ο πόλεμος που γίνετε είναι κρυφός, άλλο τόσο αυτοί θα μπερδεύονται και θα ''σκουντουφλάνε'' ο ένας πάνω στον άλλον στο σκοτάδι. Τα παράσιτα ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν. Όσο οι άνθρωποι δεν μπορούν να δουν τον εχθρό δεν μπορούν να αντισταθούν. Και όσοι καταλαβαίνουν θα έχουν τέτοια καταλήξει... Όπως αυτή η γυναίκα>>.

Τα μάτια της έτσουξαν από δάκρια λύπης καθώς έβλεπε την γυναίκα να υποφέρει και να ρωτάει δυνατά προς το παιδί, <<που είναι το μωρό μου τέρας;! Τι έχεις κάνει στο αγοράκι μου;!>>. Οι κραυγές της άρχισαν να σβήνουν καθώς την απομάκρυναν οι άντρες από εκεί. Η Αμάντα κοίταξε μπροστά και άρχισε να πατάει νευρικά κόρνα προς τους γείτονες που είχαν μαζευτεί και της έκοβαν τον δρόμο. Οι άνθρωποι σκορπίστηκαν και εκείνη πάτησε γκάζι. <<Γιατί τόσο βιαστική;>> την ρώτησε ο Άρης.

<<Έχουμε να μιλήσουμε από κοντά>> του είπε εκείνη. <<Αυτοί οι άνθρωποι χρειάζονται από μένα βοήθεια και εγώ δεν έχω ιδέα τι να κάνω. Εσύ όμως ξέρεις Άρη. Είμαι σίγουρη ότι εσύ ξέρεις και δεν μου μιλάς. Μου κρύβεις κάτι πράγματα...Είμαι σίγουρη. Μου κρύβεις κάτι σημαντικό...>>.Η σύντομη σιωπή από το μέρος του το επιβεβαίωσε αυτό. <<Όχι>> είπε τελικά. <<Δεν ξέρω τίποτα. Εντάξει;>>.

<<Όχι Άρη. Δεν είναι εντάξει. Ξέρεις τι πρέπει να κάνω και δεν μου λες>>.

<<Αμάντα, αν ήξερα τον τρόπο γιατί να μην στον έλεγα; Ούτε και εμένα μ' αρέσει αυτό που γίνετε στην Γη>>.

<<Δεν θα μου το έλεγες γιατί...>> η Αμάντα άρχισε να σκέφτεται και μόλις το βρήκε πάγωσε το αίμα της. <<Γιατί...είναι αποστολή σου να με προστατέψεις. Αν η λύση που υπάρχει μπορεί να μου κάνει κακό θα μου το κρατούσες κρυφό>>. Ο Άρης δεν απάντησε σε αυτό. <<Αυτό δεν είναι;>> τον ρώτησε κοντεύοντας να σπάσει η καρδιά της.

<<Όχι>> απάντησε άτονα ο Άρης.

<<Μην μου λες ψέματα>> τον παρακάλεσε εκείνη. <<Κινδυνεύω, έτσι δεν είναι;>>.

<<Όχι!>> απάντησε δυνατά εκείνος. <<Δεν κινδυνεύεις από τίποτα! Δεν θα επιτρέψω να πάθεις κακό!>>.

<<Δεν σε ρώτησα αυτό. Πες μου την αλήθεια. Ο τρόπος που υπάρχει για να βοηθήσω στον πόλεμο είναι επικίνδυνος για μένα, έτσι;>>. Η απάντηση του Άρη δεν την ένοιαζε. Τώρα ήξερε. Πως δεν το έβλεπε τόσο καιρό; Η πρόγονος της γι' αυτό είχε καταραστεί εκείνο το παιδί. Εκείνη ήξερε ότι ήταν επικίνδυνο αυτό και γι' αυτό ήταν τώρα ο Άρης από την επήρεια της κατάρας. Για να κάνει ότι χρειαστεί για να την σώσει. Πώς δεν το έβλεπε τόσο ξεκάθαρα πράγματα; <<Πες μου Άρη. Τι πρέπει να κάνω για να βοηθήσω σε αυτόν τον πόλεμο;>>.

<<Δεν ξέρω τίποτα...>> απάντησε εκείνος.

<<Πες μου. Μην διστάζεις. Δεν μπορείς να θυσιάσεις χιλιάδες ζωές μόνο για μία. Δεν έχω τόση αξία>>.

<<Έχεις πολύ περισσότερη>>.

<<Όχι, δεν έχω. Δεν μιλάς εσύ. Μιλάει η κατάρα>>.

<<Εγώ μιλάω Αμάντα. Κι' αν είναι η κατάρα που με κάνει να νιώθω έτσι τότε είναι ευπρόσδεκτη. Δεν θα αφήσω σε κανέναν να σου κάνει κακό>>.

<<Είναι εγωιστικό αυτό και το ξέρεις. Σε παρακαλώ, πρέπει να μάθω. Αν μπορώ μόνο εγώ να βοηθήσω είμαι έτοιμη να το κάνω>>.

<<Αυτό ακριβώς είναι που με ανησυχεί>> της απάντησε. <<Ότι είσαι διατεθειμένη να κάνεις τα πάντα>>.

<<Έρχομαι σπίτι σου Άρη. Πρέπει να μιλήσουμε από κοντά>>. <<Σε περιμένω...Ξέρεις ότι ανυπομονώ να σε δω...>> της ψιθύρισε και η Αμάντα έχασε έναν χτύπο από την καρδιά της. Ο τρόπος που της το είπε την ανατρίχιασε. <<Κόφτο, εντάξει;>> του είπε εκείνη. <<Καταλαβαίνω τι προσπαθείς να κάνεις! Μου αποσπάς την προσοχή για να μην μου πεις! Ακριβώς όπως την άλλη φόρα!>>.

<<Είναι κακό που θέλω να σε δω;>> την ρώτησε εκείνος αθώα.

<<Φτάνω σπίτι σου. Έχουμε να μιλήσουμε σοβαρά. Μην δοκιμάσεις τίποτα περίεργο για να μην μου πεις...>>.

<<Σε περιμένω με ανυπομονησία...>>.



Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top