•16• Οι τύψεις δεν φεύγουν ποτέ

Πλευρά Κάμερον

Κάμερον - Ρεφύγερεμαλάκαρεμπροαπόπάνωμουρε!

Σπρώχνω τον Νας ο οποίος με έχει καβαλήσει κανονικά στο κρεβάτι την ώρα που κοιμάται. Πάμε διακοπές είπαν, θα είναι ωραία είπαν. Εγώ ξέρω ότι η κοπέλα μου και κότα του Νας αυτή τη στιγμή πιθανότατα κάνουν σλιποβεράκι ημίγυμνες και εγώ είμαι εδώ με τον μπακλαβοπηδήκουλα που θα με βιάσει στο τέλος!

Νας - Μμμμ.

Κάμερον - Σκάσε ζώον.

Εκείνος μουγκρίζει ανενόχλητος στον ύπνο του σαν αγελάδα που τρώει φρέσκο τριφύλλι όσο εγώ ξεφυσάω αγανακτισμένος. Θα του χώσω την άπλυτη κάλτσα του στο στόμα μπας και σκάσει! Τέλος, το αποφάσισα! Θα πάω να φέρω την Μωβή εδώ και θα κοιμηθώ αγκαλιά με το μωρό μου. Τουλάχιστον εκείνη άμα με βιάσει δεν θα έχω πρόβλημα. Παίρνω το χέρι του Νας από πάνω μου και το μετακινώ προς τη μάπα του. Το αφήνω από ύψος να εκτελέσει ελεύθερη πτώση πετυχαίνοντας με τον αντίχειρα του το μάτι του.

Νας - Ε; ΜΠΛΟΥΚΟΥΜΠΑΟΤΕΞΤΟΥ;

Ξυπνάει -λέμε τώρα- και με κοιτάζει με μισό μάτι, προσπαθώ να κρατήσω το γέλιο μου από την περίεργη φάτσα του.

Νας - Τι θες ρε;

Μου λέει άγρια και εγώ ανασηκώνω το φρύδι μου ειρωνικά. Έλα τώρα που θα μου το παίξεις και νταής.

Κάμερον - Έφυγες.

Του λέω γρήγορα ξαπλώνοντας αναπαυτικά στο κρεβάτι. Εκείνος στριφογυρίζει τα μάτια του και ξανά ξαπλώνει. Ξεροβήχω. Τίποτα εκείνος. Ξανά ξεροβήχω, μιλάμε για τσιγαρόβηχα. Ο Νας άρχοντας στην κρεβατάρα του. Με τα χέρια μου τον σπρώχνω απότομα από το στρώμα και πλέον βρίσκεται αγκαλιά με το πάτωμα. Γυρίζω πλευρό και ανασηκώνοναι στον αγκώνα μου για να τον κοιτάξω.

Νας - Ρε μαλάκα οδηγούσα όλη μέρα, τι σου φταίω;

Γκρινιάζει τρίβοντας το κεφάλι του, μου ξεφεύγει ένα γελάκι.

Κάμερον - Λοιπόν πήγαινε κοιμήσου με την δικιά σου και στείλε την δική μου εδώ.

Του λέω και εκείνος μουγκρίζοντας σηκώνεται μόνο για να ξανά καθήσει στο κρεβάτι.

Νας - Ρε πήγαινε εσύ, αντε.

Παραπονιέται σκεπάζοντας τον εαυτό του με το σεντόνι. Ή είναι τελείως βούρλο ο άνθρωπος ή μάλωσε με την Ξανθούλα.

Κάμερον - Πάλι μαλώσατε ρε;

Νας - Δεν θέλω να το συζητήσω.

Μου απαντάει χαμηλόφωνα και καταλαβαίνω ότι τον πειράζει. Κόβει φλέβες για την βλαμμένη ο μαλάκας και εκείνη τον παίζει στα δάχτυλα. Μια κρύο, μια ζέστη. Η όλη κατάσταση τον έχει επηρεάσει πολύ, φαίνεται ακόμα και στον τρόπο που αντιδράει. Θα την γαμήσω στο βρήσιμο και δεν θα λογαριάσω ότι είναι φίλη της κοπέλας μου.

Κάμερον - Με ποιον;

Νας - Τον συνεπιβάτη της στο αεροπλάνο, πρέπει να πηδήχτηκαν στις τουαλέτες.

Δεν καταλαβαίνω πως ανέχεται το κέρατο. Και εγώ αγαπώ την Ζωίτσα, το νιώθω, αλλά έτσι και απλά φιλήσει άλλον άνδρα, έχουμε τελειώσει.

[…]

Ζωή - Τα νεύρα μου από χθες, η Ξανθή δεν μιλιέται.

Μου λέει η μικρή μου καθώς ακουμπάει το κεφαλάκι της στο μπράτσο μου. Έχει τυλίξει τα μικρά της χέρια γύρω από το χέρι μου και κάνουμε βόλτες στα στενάκια της Πάργας. Η αλήθεια είναι ότι είμαστε σε επικίνδυνο μέρος για παπαράτσι αλλά δεν θέλω να της στερήσω την χαρά, και μου χαμογελάει μερικές φορές το μωρό μου. Πώς να της αντισταθείς μετά;

Κάμερον - Και ο Νας είναι στεναχωρημένος. Είπε ότι θα πήγαινε να της μιλήσει όταν φύγαμε. Μόνο εκείνος κάνει την προσπάθεια όμως. Θα την ξέχεζα την κολλητή σου αλλά έχε χάρη που την αγαπάς πολύ.

Της εκφράζω το παράπονο μου και εκείνη κουνάει το κεφάλι της καταφατικά, τι να μου πει και αυτή; Δεν ευθύνεται για τις πράξεις της φίλης της.

Ζωή - Δεν είναι σωστό αυτό που κάνει, ξέρω… αλλά γιατί σε νοιάζει τόσο;

Κάμερον - Είναι ανήθικο Ζωή.

Ζωή - Το ξέρω αλλά ε και; Δεν είναι δικό σου θέμα-

Κάμερον - Ε και; Αν έρθεις να μου πεις ότι φίλησες κάποιον άλλον Ζωή ξέρεις πως θα νιώσω; Προδομένος.

Σταματάω τα βήματα μας μέσα στο στενό και την γυρίζω να με κοιτάξει. Εκείνη καρφώνει τα μάτια της στα δικά μου και για μια στιγμή χάνομαι στο προσωπάκι της γαμώ. Είναι τόσο όμορφη η μικρή μου. Εκείνη μένει παγωμένη να παρατηρεί τις εκφράσεις μου, νιώθω ότι δεν αναπνέει σχεδόν. Τι παθαίνει;

Ζωή - Δηλαδή θα προτιμούσες να μην στο πω καν;

Κάμερον - Θα προτιμούσα να μην το κάνεις καν.

Της ψιθύρισα πίσω και με γρήγορες κινήσεις φίλησα τα χείλη της. Μόνο εγώ μπορώ να σε φιλάω, μόνο εγώ μπορώ να σε αγγίζω, μόνο εγώ σου επιτρέπω να προκαλώ αυτή τη ρίγη στην ραχοκοκαλιά σου. Κανείς άλλος μικρή μου, μόνο εγώ.

Ζωή - Ά-άρα να στο έλεγα ή όχι;

Σιωπή πέφτει ανάμεσα μας όσο κοιτώ τα χείλη της. Δαγκώνει το κάτω χείλος της και κοιτάζει τα μάτια μου.

Κάμερον - Έχει σημασία; Αφού δεν το έκανες, σωστά;

Ζωή - Σ-σωστά…

Χαμογελάω και φιλάω ξανά πεταχτά τα χείλη της. Πιάνω το χέρι της στη χούφτα μου.

Κάμερον - Ότι και να γίνει μωρό μου θα προσπαθήσω να σε καταλάβω, αλλά δεν θα στο συγχωρέσω ποτέ εάν ακόμα και για μια στιγμή ενδώσεις.

Εκείνη πέρασε το χέρι της γύρω μου, κοίταξε χαμηλά και περπάτησε. Συνεχίσαμε την βόλτα μας μέσα στα σοκάκια της Πάργας. Φάγαμε, πήραμε παγωτό και γρανίτα ρόφημα. Βγάλαμε μαζί μια φωτογραφία στην άγκυρα και πήγαμε βόλτα με το καραβάκι στο κάστρο. Γυρίζοντας στο ξενοδοχείο είπαμε να περάσουμε πρώτα από το δωμάτιο μου μιας και θα ήμασταν μόνοι για να καθήσουμε εκεί. Όταν φτάσαμε, ξαπλώσαμε και οι δύο στο κρεβάτι αγκαλιά και κοιταχτήκαμε στα μάτια.

Κάμερον - Είσαι πολύ όμορφη, δεν θα σταματήσω να στο λέω.

Φίλησα το κεφάλι της και εκείνη μου χαμογέλασε αμήχανα, τυλίχθηκε σαν κουβάρι μέσα στην αγκαλιά μου και βολεύτηκε μπροστά από το στέρνο μου.

Ζωή - Τι θέλεις να κάνουμε;

Ψιθύρισε στο στέρνο μου και εγώ χάιδεψα απαλά την πλάτη της, χαμογέλασα και φίλησα το κούτελο της.

Κάμερον - Θέλεις να δούμε τις φωτογραφίες που βγάλαμε μέχρι τώρα;

Ζωή - Μχμ.

Συμφώνησε και εγώ ίσα που τεντώθηκα για να πιάσω την κάμερα στα χέρια μου. Ξεκινήσαμε να κοιτάμε όσες φωτογραφίες βγάλαμε μέσα στις διακοπές, στην παραλία, στην άγκυρα, στην ταβέρνα, στο καραβάκι, στο κάστρο, ακόμα και στο σούπερ μάρκετ για να αγοράσουμε προφυλακτικά στην φίλη της. Πιο πίσω ήταν και οι φωτογραφίες που βγάλαμε στο σπίτι της πριν φύγουμε, θα τις εμφανίσω όλες με το που γυρίσουμε σπίτι. Γελάσαμε με μερικές που είχα πάρει αστεία έκφραση στο πρόσωπο μου, με άλλες που η Ζωή περνούσε γρήγορα από τον φακό. Άφησα ξανά την κάμερα στο κομοδίνο και υποσχέθηκα στον εαυτό μου να φτιάξω ένα άλμπουμ με όλες αυτές.

Ζωή - Συγγνώμη.

Κάμερον - Για ποιο πράγμα;

Την ρώτησα γρήγορα κατεβάζοντας το βλέμμα μου σε εκείνη. Φαίνονταν δακρυσμένη, γιατί δεν μου μιλάει;

Ζωή - Ίσως για πράγματα που θα έπρεπε να σου έχω πει αλλά φοβάμαι να το κάνω, συγγνώμη.

Πλευρά Ζωής

Ξανθή - ΙΙΙΙΙΙ ΆΣΕ ΜΕ ΚΑΤΩΩΩΩ!

Τσιρίζει στον Νας όσο την έχει ανεβάσει στον ώμο του και τρέχει προς την θάλασσα. Ειναι σχεδόν εννιά το βράδυ αλλά είπαμε να μείνουμε λίγο ακόμα στην παραλία. Το ηλιοβασίλεμα είναι φοβερό και νιώθω την αλμύρα να καίει το δέρμα μου. Ο Κάμερον και εγώ έχουμε μείνει ξαπλωμένοι στις ξαπλώστρες γιατί είχαμε στεγνώσει και δεν θέλαμε να ξανά βραχούμε. Εκείνος απαντούσε σε κάποια mail όσο εγώ διάβαζα ένα βιβλίο στο wattpad.

«Ήταν ο πιο αταίριαστος συνδιασμός που συνάντησα ποτέ σε άνδρα! Ήταν θρασύς αλλά και γλυκός, αθώος όμως έμπειρος, χαμένος και κατατοπισμένος μαζί. Έμοιαζε σαν να ήξερε πως δεν ήξερε και το απολάμβανε. Σαν ένα μικρό παιδί που χάθηκε στο χωμάτινο μονοπάτι αλλά έβρισκε άλλο δρόμο για τον προορισμό του, πιο όμορφο από τον αρχικό. Εκρηκτικός αλλά ήρεμος, κατεστραμμένος και τέλειος. Θα ήθελα εγώ να ήμουν αυτή που θα ολοκλήρωνε τα κομμάτια της προσωπικότητας του, αυτά που θέλει να ξεχάσει πως κατέχει αλλά βαθιά γνωρίζει την ύπαρξη τους. Το έχω ανάγκη να είμαι εκείνη που θα ξανά κοιτάξει με αυτό το βλέμμα…»

Κάμερον - Μμμ, τι διαβάζουμε;

Με διακόπτει από το βιβλίο μου φιλώντας το μάγουλο μου. Γελάω λίγο και του δείχνω την εφαρμογή.

Ζωή - Ντέιντζερους Μαλ, η Κόκκινη Υπογραφή Του.

Κάμερον - Πρώτη φορά την ακούω. Υπόθεση;

Ζωή - Α, είναι για μια κοπέλα που σε μικρή ηλικία αναγκάζεται να παντρευτεί έναν μεγαλοεπιχειρηματία αλλά αυτός έχει κάποιο συμφέρον από όλο τον γάμο όμως δεν το έχουμε μάθει ακόμη. Είναι δράμα, κάτι είπαν στο τέλος ότι θα αυτοκτονήσει ο πρωταγωνιστής κιόλας.

Κάμερον - Μάλιστα, ξέρω και εγώ;

Κουνώ το κεφάλι μου ξαπλώνοντας καλύτερα στην ξαπλώστρα μου. Συνεχίζω το κεφάλαιο μου ανενόχλητη.

Ξανθή - ΕΕΕΕΕΕΕ! Πού θα πάμε για φαγητό;

Ρώτησε τυλίγοντας τον εαυτό της με μια πετσέτα, ο Νας φίλησε το μάγουλο της και εκείνη γέλασε σφίγγοντας του το χέρι.

Ζωή - Να πάμε να φάμε ψάρι;

Ρώτησα ενθουσιασμένη και ο Νας κούνησε το κεφάλι του θετικά. Η Ξανθή χτύπησε παλαμάκια μαζί μου συμφωνώντας. Γύρισα να κοιτάξω το αγόρι μου και εκείνος με έχωσε στην αγκαλιά του.

Κάμερον - Ο,τι θέλεις.

Φίλησε το κεφάλι μου και εγώ διστακτικά τον αγκάλιασα πίσω. Κάθε μέρα που περνάει οι τύψεις μου με τρώνε όλο και περισσότερο, πότε θα το ξεπεράσω;

Ξανθή - Να φάμε όμως παγωτό προς το παρόν;

Εγώ γύρισα τα μάτια μου γελώντας και τα αγόρια επίσης.

Νας - Εντάξει, θα πάμε εγώ με τον Κάμερον να πάρουμε παγωτό. Δεν θα αργήσουμε.

Κάμερον - Ε! Τον Κάμερον τον ρώτησε κανείς;

Νας - Κούνα τον κώλο σου ρε στερημένε από σεξ άνθρωπε.

Το αγόρι μου γύρισε να με κοιτάξει πονηρά σηκώνοντας τον εαυτό του από την ξαπλώστρα. Στριφογύρισα τα μάτια μου και τον άκουσα να γελάει.

Κάμερον - Δεν θα αργήσουμε, τι γεύση θέλεις;

Ζωή - Ο,τι βρεις-

Κάμερον - Φερέρρο τότε.

Ψιθύρισε φιλώντας με μια ακόμα φορά. Έκανε να φύγει με τον Νας πριν γυρίσει και ξανά φιλήσει τα χείλη μου. Μετά όντως έφυγαν.

Ξανθή - Λέγε.

Από την τρομάρα μου το κινητό μου εκσφενδονίστηκε στην ομπρέλα, το τραπεζάκι, την ξαπλώστρα και τέλος την άμμο. Την κοίταξα δολοφονικά αλλά εκείνη δεν πτοήθηκε.

Ζωή - Τι εννοείς;

Ρωτάω πιάνοντας το κινητό μου διώχνοντας την άμμο από το ηχείο.

Ξανθή - Του μίλησες;

Στραβοκατάπια ηχηρά και ξανά σήκωσα το κινητό μου στο ύψος των ματιών μου για να συνεχίσω το διάβασμα μου.

Ζωή - Ε… όχι.

Ξανθή - Και πότε σκοπεύεις;

Με πείραξε και εκνευρισμένη σήκωσα το βλέμμα μου για να το καρφώσω στο δικό της.

Ζωή - Κοίτα την δουλειά σου που τα φοράς στον Νας με άλλους τόσους και άσε με εμένα.

Την κατσαδιάζω και την ίδια στιγμή τι μετανιώνω, δεν μου φταίει η φίλη μου για την μαλακία που έκανα. Την βλέπω να ισιώνει την πετσέτα πάνω της και δαγκώνω το χείλος μου, διστάζω να ζητήσω συγγνώμη.

Ξανθή - Εγώ Ζωή μπορεί να τα έχω με άλλους τόσους όπως λες και είμαι η πρώτη που λέει ότι δεν είναι σωστό αλλά τουλάχιστον έχω μιλήσει η ίδια στον Νας και το ξέρει. Δεν τον κοροϊδεύω μπροστά στα μούτρα του.

Μάζεψε τα πράγματά της και κάθησε στην ξαπλώστρα, την θεία στιγμή φάνηκαν τα αγόρια από απόσταση να φέρνουν τα παγωτά.

Ζωή - Συγγνώμ-

Ξανθή - Γάμησε το.

Χαμογέλασε στον Νας σαν να μην έγινε τίποτα, ο Κάμερον με πλησίασε με το παγωτό μου και μου έδωσε το πιο γοητευτικό και όμορφο χαμόγελο του. Ήθελα επιτόπου να κλάψω. Είναι υπέροχος. Νιώθω ηλίθια με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, τόσους που δεν μπορώ να εξηγήσω. Φοβάμαι, φοβάμαι να του μιλήσω για την εγχείρηση, φοβάμαι να του πω για το φιλί μου με τον Στέφανο. Δεν μπορεί να το μάθει, δεν γίνεται να το μάθει. Ήμασταν μόνοι και δεν μας είδε κανείς, αποκλείεται…

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top