•11• Πώς κάνεις έτσι; Θα το πλένει!
Πλευρά Ζώης πέντε μέρες μετά
Τις σκέψεις μου και το εγκεφαλικό κάψιμο του καθηγητή διέκοψε το κουδούνι του πανεπιστημίου. Μαζέψαμε τα πράγματα μας και ετοιμαστήκαμε να φύγουμε, ο Στέφανος είχε γλιτώσει την απουσία επισήμως αφού σε όλη την διάρκεια του μαθήματος έλεγε κουφαμάρες και τα τελευταία πέντε λεπτά ο καθηγητής θυμήθηκε να του κάνει παρατήρηση.
Ξανθή - Πάμε για κανένα καφέ σπίτι σου;
Ζωή - Πάμε ναι.
Συμφώνησα πιάνοντας την τσάντα μου στον ώμο μου και εκείνη την δική της. Βγήκαμε από την αίθουσα και ξεκινήσαμε την διαδρομή για το σπίτι μου. Την κουβέντα που είχαμε πιάσει ήρθε να διακόψει μια γνωστή φωνή.
Στέφανος - Κορίτσια!
Φώναξε από το τέλος του διαδρόμου και εμείς γυρίσαμε ταυτόχρονα να τον κοιτάξουμε. Εκείνος έτρεξε προς το μέρος μας για να μας φτάσει. Με την άκρη του ματιού μου παρατήρησα την λιμνούλα που είχε κάνει η Ξανθή από τα σαλάκια της στο πάτωμα. Καλά βρε, ωραίο παιδί ο Στέφανος αλλά όχι και έτσι.
Και τρέχει και ο άλλος σαν την Χάιντι στο λιβάδι, θα γλιστρήσει πουθενά εδώ πέρα!
Στέφανος - Πηγαίνετε κάπου;
Ζωή - Στο διάολο, όλο και κάποιος θα μας έχει στείλει σήμερα.
Απάντησα κάτω από την ανάσα μου μέχρι που ένιωσα μια γερή αγκωνιά από την κολλητή μου να προσγειώνεται στο στομάχι μου. Αουτς;!
Ξανθή - Ό-όχι κάπου ιδιαίτερα. Ε-εσύ;
ΌΧΙ ΚΆΠΟΥ ΙΔΙΑΊΤΕΡΑ; ΕΆΝ ΔΕΝ ΕΊΝΑΙ ΤΟ ΣΠΊΤΙ ΜΟΥ ΜΩΡΉ ΟΠΤΑΣΙΚΌ, ΤΌΤΕ ΤΙ ΕΊΝΑΙ; ΑΣΤΑΔΙΑΛΑΑΠΟΕΔΩΤΟΞΙΚΙΑ!
Στέφανος - Πουθενά και εγώ, έλεγα μήπως θα θέλατε να πηγαίναμε για καφέ;
Είπε πιο πολύ σαν ερώτηση και εγώ κράτησα καλύτερα την τσάντα μου στον ώμο μου. Ναι οκευ, δεν έχω θέμα με το παιδί αλλά είμαι πολύ κουρασμένη.
Ζωή - Νομίζω πως δεν θα ήταν καλή ιδέ-
Ξανθή - Να σου πούμε όχι! Δεν θα ήταν καθόλου καλή ιδέα!
Το παπούτσι της (με τακουνάκι παρακαλώ!) συγκρούστηκε με το δύσμοιρο σταράκι μου και ένιωσα τα δάχτυλα μου να τσιρίζουν από πόνο. Άσε που μου λέρωσε και το παπούτσι η βρωμιάρα!
Ζωή - Α μπα. Πηγαίνετε εσείς, εγώ βαριέμαι.
Το χέρι της Ξανθής τσίμπησε άτσαλα και ταυτόχρονα διακριτικά το δικό μου. Γύρισα να την κοιτάξω σαν κουτάβι. Τι; Δεν θελω να πάω!
Ξανθή - Λοιπόν πάμε Coffee island;
Στέφανος - Ναι! Γιατί όχι;
Ε να, αυτά δεν μπορώ.
Πλευρά Κάμερον είκοσι τρία λεπτά και τριάντα πέντε δευτερόλεπτα--τριάντα έξι - τριάντα επτά- τριάντα οκτ- ΚΑΤΑΛΆΒΑΤΕ ΤΕΛΟΣ ΠΑΝΤΩΝ, αργότερα...
Έπιασα τον σάκο μου κουρασμένος και τον σήκωσα από το πορτ παγκαζ του αυτοκινήτου του Νας που με έφερε στην πολυκατοικία μου. Ανέβηκα βαριεστημένα τα σκαλιά μιας και το ασανσέρ έγραφε με μεγάλα μπολντ κόκκινα (σαν κάτι στρινγκ της Ζωίτσας) γράμματα "Αικτως Λητουργυας". Στριφογύρισα τα μάτια μου κουρασμένος. Έφτασα με τα χίλια ζόρια στον όροφο μου. Οι φωτογραφήσεις με ξεθέωσαν, τα βραδινά ξενύχτια με αποτελείωσαν. Μόλις ολοκλήρωσα το τέταρτο από τα έξι σκέλη της διαφημιστικής καμπάνιας για το AIDS. Ένα έμαθα σίγουρα, να φοράς προφυλακτικό. Α! Και να προσέχεις που βάζεις την υπογραφή και το πουλί σου! Εάν και το βλέπω ότι το σποτάκι θα αποτύχει γιατί της μόδας πλέον είναι ο κορωνοϊός. Ας ευχηθούμε ότι δεν έκανα όλο αυτό το ταξίδι τζάμπα! Άφησα τον σάκο μου στο πάτωμα και γύρισα να κοιτάξω το διαμέρισμα της Ζωής. Λες να είναι μέσα; Μου έλειψε κάπως η γκρίνια της, έχει γίνει πια ρουτίνα να πειραζόμαστε. Ίσως και τα χείλη της… λιγάκι!
Να της χτυπήσω το κουδούνι; Και τι να της πω; "Να ξες Ζωή σε πεθύμησα κάπως γιατί δεν είχα άνθρωπο να μου πρήζει τα αρχίδια"; "Βασικά είχα, αλλά δεν έκαναν το δικό σου πρήξιμο μωρό μου".
Η αλήθεια είναι ότι την σκεφτόμουν κάπως την Ζωίτσα, έτσι... λίγο στο ταξίδι, λίγο στο κρεβάτι, λίγο όταν έκανα μπάνιο, λίγο όταν έτρωγα, λίγο όταν πόζαρα, λίγο παντού. Λίγο παντού την Ζωίτσα. Σκέφτομαι εκείνο το πρωινό που ξύπνησε επάνω μου και νιώθω να μου σηκώνεται. Η φωνούλα της είναι γλυκιά τα πρωινά, έτσι κάπως πιο απαλή και χαριτωμένη κα-και… και σκέφτηκα μόνο μια δυο φορές να την πάρω τηλέφωνο--απλά να δω τι κάνει. Εάν ζει, αν πεθαίνει. Σκεφτόμουν όμως και μια δικαιολογία για το τηλεφώνημα, δεν είχα λόγο που να με ενδιαφέρει τι κάνει η γειτόνισσα! Παρόλα αυτά, θα ήθελα να ξέρω άμα είναι καλά, αν διαβάζει, αν βγαίνει από το σπίτι. Και εκείνη δεν σήκωσε το ξερό της να με πάρει αυτή!
Κυρία Ευτέρπη - Αγόρι μου είσαι καλά; Κοιτάς την πόρτα της Ζωής σαν είναι η πύλη του παραδείσου.
Αμέσως κούνησα το κεφάλι μου για να βγω από τις σκέψεις μου και κατέβασα το βλέμμα μου για να συναντήσω την γριά του πάνω ορόφου. Μόνο τότε κατάλαβα ότι είχα μείνει στον διάδρομο τόση ώρα και σκεφτόμουν.
Κάμερον - Α όχι, τίποτα! Καλησπέρα!
Της είπα και έκανα να ξεκλειδώσω το διαμέρισμα μου αλλά η φωνή της με σταμάτησε.
Κυρία Ευτέρπη - Τι κάνεις αγόρι μου; Που χάθηκες το πενταήμερο; Ταξίδι με την κοπέλα;
Κάμερον - Δεεεεν έχω κοπέλα.
Προσπάθησα να φανώ ευγενικός και πήγα να ξανά ξεκλειδώσω την πόρτα αλλά οοοοοοοοοοχι.
Κυρία Ευτέρπη - Νόμιζα ότι έχεις φύγει κάπου με την Ζωή αλλά την είδα την επομένη να ποτίζει τα λουλούδια στην είσοδο. Χρυσό κορίτσι! Την καλύτερη μας παίρνεις!
Κάμερον - Ναι ναι- ΤΙ ΚΆΝΩ;
Γύρισα να την κοιτάξω στήλη άλατος από αυτό που είπε. Εγώ με την Ζωίτσα; Την παίρνω; Εκεί είναι το κακό! Δεν την παίρνω. Ακόμα!
Κυρία Ευτέρπη - Έλα αγόρι μου, όλοι το μάθαμε! Ο κόσμος το έχει τούμπανο και εσείς κρυφό καμάρι. Αφού έχετε ερωτικές σχέσεις με την Ζωή!
Κάμερον - Ποιός το είπε αυτό;
Γαμώ το κέρατο μου, πότε έδωσα εγώ δικαίωμα στην γριά κουτσομπόλα να πει τι κάνω εγώ στην Ζωή μου;
ζωή*** μου!
Κυρία Ευτέρπη - Μα εσύ! Σε άκουσα που το έλεγες τον Στέφανο μια φορά! Την είχες και αγκαλιά την κούκλα μας! Βέβαια και ο Στέφανος πολύ καλό παιδ-
Κάμερον - Να χαρείτε, κάντε δουλειά σας.
Να χαρείτε γιατί αν δεν χαρείτε θα χαρούνε άλλοι με την διαθήκη σας κυρία Ευτέρπη! Εκείνη κράτησε καλύτερα τα ψώνια της και με κοίταξε απαξιωτικά.
Κυρία Ευτέρπη - Μια οικογένεια είμαστε εδώ Κάμερον. Εσύ προσβλήθηκες!
Είπε και με ένα "ΧΜΦ" και τίναγμα των γέρικων ξανθών μαλλιών της, έφυγε για τον όροφο της. Ε ρε με όλους τους τρελούς εγώ έμπλεξα. Μετά από λίγη ώρα λοιπόν είχα ανοίξει το διαμέρισμα μου και είχα ήδη βάλει τα ρούχα μου στο πλυντήριο. Άκουσα το κινητό μου από την τραπεζαρία να χτυπάει. Ζαλαπούτσας.
Κάμερον - Έλα ρε Νας πάλι, δέκα λεπτά δεν λείπω.
Νας - Ένα τέταρτο πέρασε μωρέ μαλάκα, τον σάκο σου υποτίθεται ότι θα ανέβαινες να αφήσεις.
Κάμερον - Σκάσε γαμώ, κατεβαίνω.
Του το κλείνω στα μούτρα και ξεφυσάω, φαγώθηκε να πάμε για καφέ ο ηλίθιος. Κανείς δεν σέβεται την κούραση του εργαζομένου!
[…]
Νας - Πού θες να καθήσουμε ρε;
Νυστάζω φανερά και τον αγνοώ τραβώντας μια καρέκλα κοντά στην τζαμαρία.
Αααααααχ, τι να κάνει η Ζωίτσα τώρα;
Νας - Πω πω μαλάκα. Τι είδαν πάλι τα υπέροχα μπιρμπιλωτά μου μάτια;
Κάμερον - Το ξέρω ότι είμαι κούκλος αλλά στο είπα πολλές φορές ότι δεν σου κάθομαι.
Νας - Σκάσε ρε! Πίσω σου είναι το μανούλι η ξανθιά από εκείνο το βράδυ στο κλαμπ. Ποιός είναι αυτός δίπλα της και- η γειτόνισσα σου είναι αυτή;
Αμέσως γύρισα το βλέμμα μου πλήρως διακριτικά 180° σαν το κοριτσάκι του εξορκιστή για να αντικρίσω την Ζωίτσα σχεδόν πλάτη σε εμένα να συνομιλεί με αυτόν τον μαλάκα τον φλώρο τον Στέφανο!
ΤΈΛΟΣ! ΕΓΏ ΘΑ ΤΟΥ ΠΛΈΞΩ ΣΤΕΦΆΝΙ ΤΟΥ ΣΤΈΦΑΝΟΥ!
Και η ξανθούλα δίπλα της μωρέ καλή είναι, αλλά όχι σαν την δική μου γειτόνισσα.
Νας - Δες την ρε μαλάκα, δεν είναι όνειρο;
Τα μάτια μου περιπλανήθηκαν από τα αφημένα και ελαφρώς σπαστά μαλλιά της μέχρι τα ασπρόμαυρα σταράκια στα λεπτά ποδαράκια της. Φορούσε ένα κολλητό τζιν σε ανοιχτή μπλε απόχρωση με μια μαύρη κοντή μπλούζα δεμένη μπροστά που έλεγε "Kiss me".
Αααααχ, και τι δεν θα έδινα για να σε κισσάρω αυτή τη στιγμή γειτόνισσα! Φοράει και λιπ γκλος σε ροζ χρώμα! Αχ χάνομαι ο άνθρωπος. Την άφησα εγώ τόσο όμορφη ή φτιάχτηκε για τον παπάρα;!
Κάμερον - Εφιάλτης που με κυνηγά τα βράδια είναι.
Δήλωσα κοιτώντας την δαγκώνοντας ασυναίσθητα το κάτω χείλος μου. Έχω να την δω πέντε μέρες και νιώθω να ανεβάζω σφιγμούς στην όψη της. Θα ήθελα τώρα να την αγκαλιάσω και να την φιλή-
Νας - Μαλάκα είναι πολύ προχωρημένη. Άσε, μου είχε πάρει ένα τσιμπούκ-
Κάμερον - Δεν με ενδιαφέρει! Δεν με ενδιαφέρει.
Είπα γρήγορα γυρίζοντας πάλι το βλέμμα μου σε αυτόν. Δεν θέλω να ξέρω πόσο καλό τσιμπούκι κάνει η φίλη της γειτόνισσας μου.
Ναι αλλά, λες να της έμαθε και αυτής;
Νας - Καλ-
Κάμερον - Ή μάλλον με ενδιαφέρει, με ενδιαφέρει, για λέγε!
Ποτέ δεν ξέρεις!
Νας - Να άκου, πήγαμε τότε στις τουα- ΡΕ! Ο φλώρος της πιάνει το χέρι!
Κάμερον - Τιιιιιιιιιιι;
Γκάρισα και γρήγορα γύρισα το βλέμμα μου προς το τραπέζι τους. Ο ΦΛΏΡΟΣ ΌΝΤΩΣ ΤΗΣ ΈΠΙΑΝΕ ΤΟ ΧΈΡΙ!
Α! Της ξανθούλας το χέρι.
Χμ, εντάξει τότε.
Κάμερον - Νταξ, πώς κάνεις έτσι; Στην τελική θα το πλένει!
Νας - Ουφ! Εντάξει. Της το άφησε.
Κάμερον - Είδες; Δεν χρειάζεται να είσαι νευρικός-
Νας - Α, τώρα πιάνει της δικιάς σου το χέρι.
Κάμερον - ΤΙ ΚΆΝΕΙ;
Ο φλωράκος είχε απλώσει το πλοκάμι του στο δικό μου ψαράκι και ΘΑ ΤΟΥ ΤΗΓΑΝΊΣΩ ΝΑ ΤΟ ΦΆΕΙ ΜΕ ΛΑΓΆΝΑ ΓΙΑ ΚΑΘΑΡΟΔΕΥΤΕΡΑ!
Νας - εΊδΕς; δΕν χΡεΙάΖεΤαι νΑ εΊσΑι νΕυΡιΚόΣ!
Γκάρισε πίσω και του το δίνω, ήταν τίμιο.
Νας - σΤηΝ τΕλΙκΉ θΑ τΟ πΛέΝεΙ!
Κάμερον - Στην τελική θα του το κόψω!
Γρήγορα σηκώθηκα άκομψα από την θέση μου και τον τράβηξα μαζί μου μέχρι το τραπέζι τους. Εκείνος μόλις που πρόλαβε να πάρει τους καφέδες μας από το τραπέζι. Βολεύτηκα στον καναπέ δίπλα από το μωρό μου και εκείνη γύρισε τρομαγμένη να με κοιτάξει. Πέρασα το χέρι μου γύρω από τον ώμο της και της χαμογέλασα σαν ηλιαχτίδα.
Ζωή - ΠΑΝαγία μου! Από πού ξεφύτρωσες εσύ;
Έπιασε την καρδιά της και είδα με την άκρη του ματιού μου την φίλη της να με κοιτάζει βλοσυρά.
Καλά ρε μπρο, δεν ήθελα να την τρομάξω.
Κάμερον - Τζα! Τι κάνει το μωράκι μου;
Είπα με παιδική φωνούλα καθώς έπιασα τα μάγουλα της στα δάχτυλα μου και τα ζούληξα. Η Ζωή με κοίταζε προβληματισμένη μέσα στα μάτια όσο εγώ κρατούσα το πρόσωπο της στα χέρια μου.
Ζωή - Ε-ε;
Ρώτησε μπερδεμένη και εγώ την αγνόησα χώνοντάς την μέσα στην αγκαλιά μου. Γύρισα να κοιτάξω τον φλωράκο με ένα νικητήριο βλέμμα αλλά εκείνος απεναντίας μου χαμογέλασε.
Ε;
Ο Νας είχε καθήσει σε μια καρέκλα δίπλα από την Μαυρή αλλά δεν μιλούσε.
Πες της και εσύ κάτι ρε μαλάκα!
Πριν προλάβω να τον σκουντήξω το αρχίδι από τα αριστερά μίλησε. Η Ζωίτσα προσπάθησε να ξανά σηκωθεί αλλά εγώ με το χέρι μου έχωσα το πρόσωπο της στο στέρνο μου. Σειρά έχει να τα βρω στον κολλητό!
Στέφανος - Και όπως έλεγα, είναι πολύ δύσκολο το μόντελιγνκ και οι φωτογραφίσεις. Θέλουν αφοσίωση και σκληρή δουλειά.
Έλεγε ο μαλάκας με καμάρι και αναρωτήθηκα για το εάν ξέρει τίποτα από αυτά.
Κάμερον - Ασχολείσαι;
Στέφανος - Α ναι! Κάνω φωτογραφίσεις για προϊόντα στο ίνσταγκραμ.
ΟΥΑΟΥ! ΕΣΎ ΠΡΈΠΕΙ ΝΑ ΚΟΥΡΆΖΕΣΑΙ ΠΟΛΎ ΑΓΟΡΊΝΑ ΜΟΥ!
Νας - Εμένα μου λες; Το ακόμα πιο δύσκολο είναι να περιμένεις απέξω τον κολλητό σου να τελειώσει με τις φωτογραφίσεις και να έχεις 23% μπαταρία.
Αυτό όλως παραδόξως έκανε την Μωβούλα να γελάσει. Ο Νας την κοίταξε κατάματα και γέλασε μαζί της. Η Ζωή προσπάθησε να σηκώσει παραπονεμένα το κεφάλι της από το στέρνο μου.
Ζωή - Κάμερον άσε με να-
Κάμερον - Κάτσε βρε μανάρι μου εκεί που σου λέω.
Με το χέρι μου την τραβάω σφιχτά στο στήθος μου και εκείνη ξεφυσάει ηχηρά τυλίγοντας τα χεράκια της γύρω μου.
Ξανθή - Και ποιός είναι ο κολλητός σου;
Ο Νας με τον αντίχειρα του έδειξε εμένα και εγώ κούνησα το κεφάλι μου στην Χρυσαφένια. Εκείνη με κοίταξε περίεργα.
Ξανθή - Κάνεις μόντελιγνκ;
Κάμερον - Μόνο τις Τετάρτες μετά το κομμωτήριο.
Απάντησα πίσω γιατί έλα τώρα, πόσο εκτός του κοινωνικού δικτύου ήταν και οι δυό τους; Μιλάμε για εμένα, τον Κάμερον Ντάλας. Πώς γίνεται να μην έχεις δει πουθενά την αφεντομουτσουνάρα μου; Η Ασημένια δεν έδωσε μεγαλύτερη έκταση στο θέμα και ξεκίνησε να μιλάει που και που με τον Νας, που και που με τον φλωράκο.
Χώσου ρε μαλάκα ψηλέ στην ξανθιά, αφού φαίνεται ότι γουστάρει.
Ζωή - Να βγω; Πιάστηκα.
Κάμερον - Γιατί πιάστηκε το μωράκι μου; Το τσουρεκάκι μου; Το μους σοκολάτας μου;
Είπα καθώς την τράβηξα λίγο προς τα πάνω για να με κοιτάξει. Τα έλεγα αρκετά δυνατά ώστε να με ακούει το μαραμένο μπιζέλι από δίπλα. Η κοπελιά στην αγκαλιά μου είναι πιασμένη!
Λογικό, έτσι όπως την κρατάω τόση ώρα…
Ζωή - Τι σε έπιασε; Και πότε γύρισες;
Της χαμογέλασα και άφησα ένα φιλί στο κούτελο της. Εκείνη με κοίταξε ακόμα πιο μπερδεμένη από πριν αλλά στο τέλος μου χαμογέλασε.
Κάμερον - Σου έλειψα;
Την ρώτησα σιγανά και πέρασα μια τούφα των μαλλιών της πίσω από το αυτάκι της. Αχ θα της το φάω, είναι πολύ όμορφη σήμερα.
Ζωή - Να πω την αλήθεια;
Με κοίταξε ντροπαλά και εγώ ένιωσα την καρδιά μου να χτυπά δυνατά. Ναι μωρό μου, πες μου πόσο σου έλειψα, πόσο θέλεις να ξανά κοιμηθούμε αγκαλίτσα-
Κάμερον - Μόόόόόνο την αλήθεια.
Της χαμογέλασα πονηρά κουνώντας το κεφάλι μου και εκείνη έκανε πως κουρνιάζει στο στέρνο μου σαν γατούλα.
Ζωή - Είσαι σίγουρος πως μπορείς να την ακούσεις;
Κάμερον - Ναι μωράκι μου, σου έλειψα;
Ζωή -
Θα την σκοτώσω! Εκείνη ξεκίνησε να γελάει και εγώ την έκλεισα στην αγκαλιά μου ξεκινώντας να την γαργαλάω. Έκλεισα τα πόδια της μέσα στα δικά μου για να μην έρθει καμιά ξανάστροφη στο τραπέζι ή τον κολλητό μου (στον μαλακοπίτουρα από τα αριστερά μπορεί ελεύθερα) και τα χεράκια της τα κράτησα στο ένα μου χέρι με μεγάλη ευκολία. Γαργάλησα λίγο τον λαιμό της και ξεράθηκε στα γέλια. Δυστυχώς όμως σταμάτησα σύντομα επειδή γινόμασταν θέαμα αλλά επίσης δέχτηκα ένα ακόμα θανατηφόρο βλέμμα από την φίλη της. Ποιό είναι το πρόβλημα της; Φακ.
Ξανθή - Μην την γαργαλάς έντονα και μην της κλέβεις τον αέρα.
Με κοίταξε βλοσυρά και μου είπε με ήρεμο αλλά σοβαρό τόνο. Στένεψα τα μάτια μου κοιτώντας την. Αυτήν τι την νοιάζει; Ο κολλητός μου θέλοντας να με βγάλει από το δύσκολη θέση της έπιασε συζήτηση. Με το πόδι μου τον κλότσησα στο παπούτσι ελαφρά και εκείνος με έσπρωξε πίσω. Ήταν κάποιου είδους συνθηματικό. Τοποθέτησα ξανά την Ζωή στην αγκαλιά μου (γιατί σαν πολύ είχε γύρει στον ώμο του μπιχλιάρη) και γύρισα να τον κοιτάξω. Γύρισε και εκείνος το βλέμμα του σε εμάς.
Στέφανος - Λοιπόν; Πόσο καιρό τα έχετε;
Ζωή - Μα δεν τα έχ-
Κάμερον - Τρεις μήνες και δεκαεπτά μέρες. Οι δύο από τους τρεις είχαν 31 που σημαίνει ότι κέρδισα μέρες για πάρτη μου. Ε μωρό μου;
Ρώτησα κοιτώντας την Ζωή και εκείνη με κοίταξε βλοσυρά στα μάτια. Τι; Ούτε και αυτό της αρέσει;
Στέφανος - Και αν επιτρέπεται πως γνωριστήκατε;
Ζωή - Ααααααα! Θα σου πω εγώ!
Ό Στέφανος ανακάθησε στην θέση του και η αλήθεια είναι ότι ανακάθησα και εγώ με την Ζωή στην αγκαλιά μου για να δω τι έχει να πει. Κάτι δεν θα πάει καλά, είμαι σίγουρος!
Ζωή - Όλα ξεκίνησαν από ένα μπουκάλι που θα ευχόμουν να ήταν γυάλινο!
Αμέσως γούρλωσα τα μάτια μου και γύρισα να την κοιτάξω. Εκείνη με κοιτούσε με το βλέμμα του "πέιμπακ τάιμ μπιτς" και εγώ στένεψα τα μάτια μου.
Σου πω εγώ Ζωίτσα! Σου πω εγώ!
[…]
Ζωή - Καιιιιιι ούτε αυτό έγιν-
Κάμερον - Ήταν αμέιζινγκ ουυυ! Φανταστικ αααααα! Απορώ πως δεν το θυμάσαι ρε αγάπη μου.
Μα καλά, είναι δυνατόν να μην θυμάται ότι πριν δύο μήνες πήγαμε διακοπές στις Μαλδίβες μαζί με τον Τρύφωνα και τον γκόμενο του; Το "Ιτς αμέιζινγκ" πρώτος το είπα και ζητώ πνευματικά δικαιώματα!
Ζωή - Για να το θυμάμαι πρέπει να γίνει κιόλ-
Κάμερον - Είσαι τόσο χαριτωμένη σήμερα! Η μπλούζα σου όμως πολύ κοντή, και το μπλου τζιν αρκετά στενό. Όχι, όχι. Μην επαναληφθεί!
Την άρπαξα γρήγορα και την έχωσα στην αγκαλιά μου. Εκείνη παραπονιόταν ώρα τώρα για την ξαφνική έκφραση αγάπης μου αλλά χεχ, ΣΙΓΆ ΜΗΝ ΣΕ ΑΦΉΣΩ ΣΤΟΝ ΑΓΆΜΗΤΟ ΤΟ ΣΤΈΦΑΝΟ!
Ζωή - ΕΣΎ ΣΤΈΦΑΝΕ, ΈΧΕΙΣ ΚΟΠΈΛΑ;
Φώναξε αρκετά δυνατά ώστε να ακουστεί παρόλο που το πρόσωπο της ήταν χωμένο μέσα στο στέρνο μου. Γούρλωσα τα μάτια μου, το ίδιο και οι τρεις απέναντι μου. Τι την νοιάζει εάν είναι σε σχέση, δεν κατάλαβα;! Και ποιό είναι το πρόβλημα εάν έχει σχέση δηλαδή;! Τον γουστάρει;?!!!
Στέφανος - Δ-δεν έχω κοπέλα.
Είπε κοιτώντας την ξανθούλα απέναντι και αμέσως ένιωσα το πόδι του κολλητού μου να με σκουντάει. Γύρισα το βλέμμα μου σε αυτήν και παρατήρησα πως τα μάγουλα της κοκκίνησαν ελάχιστα. Τι κάνει αυτή; Ποιός της αρέσει τελικά; Τσουρέκια μας τα έκανε σήμερα. Γύρισα τα μάτια μου στον Νας. Κοιτούσε την ξανθούλα κάπως περίεργα, είχε το δικό μου βλέμμα όταν βλέπω την Ζωίτσα. Άλλαξε τη ματιά του και χάθηκε με το βλέμμα της αγελάδας στον καφέ που είχε μπροστά του. Άρπαξε γρήγορα το κινητό του από το τραπέζι.
Νας - Θυμήθηκα πως έχω μια δουλειά, συγγνώμη για την ξαφνική αποχώρηση.
Είπε υπερβολικά γρήγορα σαν ρομπότ και εξαφανίστηκε από το οπτικό μας πεδίο. Η Ζωή σήκωσε το κεφάλι της από το στέρνο μου μόλις χαλάρωσα το κράτημα μου γύρω από το κεφάλι της.
Ξανθή - Τι έπαθε αυτός τώρα;
Κάρφωσα με το βλέμμα μου τα μάτια της για να καταλάβει την μαλακία της. Θα του μιλήσω μετά, ο Νας όταν έχει νεύρα πάντα θέλει να μείνει μόνος. Τον ξέρω σαν την παλάμη του χεριού μου. Όσο για αυτή την φιλεναδίτσα της Ζωής, θα την στρώσω κάποια μέρα. Προς το παρόν πρέπει να βοηθήσω τον κολλητό, δεν πρέπει να μείνουν αυτοί οι δύο μόνοι!
Ζωή - Κάμερον, είμαι κάπως κουρασμένη και ξες… έλεγα αν θες να πάμε μαζί σπίτι;
Αχ, η Ζωίτσα είναι κουρασμένη από την ένταση της ημέρας. Γλυκό μου τσουρεκάκι…
Κάμερον - Μα φυσικά και θα πάμε μωράκι μου.
Της είπα γρήγορα χαμογελώντας κάπως ερωτοχτυπημένα και πήγα να πιάσω το μπουφάν μου αλλά χευ- ΔΕΝ ΠΡΈΠΕΙ ΕΊΠΑΜΕ ΝΑ ΜΕΊΝΟΥΝΕ ΜΌΝΟΙ ΗΛΊΘΙΕ!
Ζωή - Τι έγινε; Γιατί πάγωσες;
Κάμερον - Ε; Ε-ε--- Έλα μωρέ τώρα, να αφήσουμε τα παιδιά μόνα τους, σου πάει καλέ η καρδιά;
Είπα όσο πιο πειστικά μπορούσα και ξανά κάθησα στην θέση μου κοντά στον μπιχλιάρη. Η Ζωή σήκωσε το φρύδι της κοιτώντας με περίεργη.
Ζωή - Είμαι σίγουρη ότι και τα παιδιά θέλουν να μείνουν μόνοι τους. Έλα, πάμε σπίτι. Θέλω να ξαπλώσω.
Είπε καθώς έπιασε την μέση της και τεντώθηκε ελαφρά προς τα πίσω. Τι λες μωρή; Εδώ λέμε δεν ΠΡΈΠΕΙ να μείνουν μόνοι μαζί! Αλλά τι όμορφα που τεντώνει την μέση της, λες να κάνει ενόργανη;
Στέφανος - Ναι βρε μην αγχώνεστε. Θα μείνω εδώ με την Ξανθούλα και εσείς πηγαίνετε να ξεκουραστείτε. Σίγουρα ήταν δύσκολη μέρα.
ΌΧΙ ΡΕ! ΔΕΝ ΘΑ ΣΕ ΑΦΉΣΩ ΝΑ ΞΕΚΟΥΡΆΣΕΙΣ ΤΟ ΠΟΥΛΊ ΣΟΥ ΣΤΟ ΧΩΡΆΦΙ ΤΟΥ ΚΟΛΛΗΤΟΎ ΜΟΥ!
Και σε πληροφορώ εγώ δεν είμαι καθόλου κουρασμένος! Είμαι ντούρασελ! Μπορώ να πάω δέκα γύρους την Ζωίτσα ασάλιωτα!
Κάμερον - Ω μα γιατί; Εξάλλου δεν ήπια ακόμα τον καφέ μου βρε αγάπη μου, τον ήπια;
Τον ήπιαμε γενικά αλλά όχι τον καφέ!
Ξανθή - Ήπιες ακόμα και τα λιωμένα παγάκια, δεν έχει άλλο μέσα.
Την κοίταξα βλοσυρά και εκείνη ρούφηξε τον φρέντο από το καλαμάκι της. Ααα σκατιάρα, κάπως έτσι θα την ρουφούσες του κολλητού μου και σκάλωσε σε εσένα!
Κάμερον - Α ναι; Ε να πάρω έναν, ΣΕΡΒΙΤΌΡ-
Η Ζωίτσα δίπλα μου αγανακτισμένη τίναξε τα μανίκια από το μπουφάν της και σήκωσε το παντελόνι της. Κάτσε ρε μωράκι, σε κοιτάνε και λιγούρηδες!
Ζωή - Οκευ, εγώ παιδιά πάω σπίτι.
Έκανε να φύγει αλλά αμέσως την τράβηξα στην αγκαλιά μου και εκείνη έπεσε με δύναμη επάνω στα πόδια και το στέρνο μου. Με κοίταξε μπερδεμένη και κατατρομαγμένη από τις γρήγορες κινήσεις μου. Έσπευσα να ψιθυρίσω στο αυτί της.
Κάμερον - Κάτσε τον κώλο σου εδώ και θα σου εξηγήσω μετά!
Απομάκρυνε το πρόσωπο της από εμένα και με κοίταξε πονηρά. Ήμουν σίγουρος ότι είχε καταλάβει τι παιζόταν. Λες να της είχε πει τίποτα η φίλη της και τώρα να το παίζει muteπαπαδιά;
Ζωή - Εδώ; Εδώ ακριβώς;
Ρώτησε με μια αθώα φωνή και έκανε να κουνηθεί επάνω στα πόδια μου για να βολευτεί. Με την άκρη του ματιού μου είδα τον παππού από το απέναντι τραπέζι σχεδόν να του έχει φύγει η μασέλα από το υπερθέαμα που του προσφέρει το κορίτσι μου και την γριά γυναίκα από δίπλα μου να με κοιτάζει βλοσυρά. Τι; Πάλι εγώ φταίω; Η Ζωή ανέβασε το πόδι της πιο πάνω, το μπούτι της ξεκουράζονταν στον καβάλο μου. Το παντελόνι της έδενε σφιχτά γύρω από το σωματάκι της και ξαφνικά ένιωσα μια ανεξήγητη επιθυμία να της το βγάλω για να νιώθει άνετα. Τρίφτηκε επίτηδες στο σημείο μου το μαϊμούνι, ήθελε να δει την αντίδραση μου. Αλλά εγώ κύριος!
Μου σηκώθηκε μετά από εφτά δευτερόλεπτα παρακαλώ!
Όχι αμέσως! Μην νομίζει ότι είμαι και του χεριού της!
Κάμερον - Α ναι ναι, λίγο πιο πάνω--ααααχ εκεί.
Την κορόιδεψα όταν κουνιόταν επάνω μου για να βολευτεί και εκείνη αμέσως κατέβηκε από την αγκαλιά μου ντροπιασμένη. Τα μαγουλάκια της είχαν γίνει κόκκινα λες και τα φιλούσα ρουφηχτά για ατελείωτες ώρες.
Ζωή - Ε δεν τρώγεσαι.
Κάμερον - Έχεις δίκιο μωρό μου, παρόλα αυτά τα καταπίνεις.
Η Ζωή γούρλωσε τα μάτια της, μαζί και οι άλλοι δύο. Η Ξανθούλα πνίγηκε με τον καφέ της ενώ ο μαλακοπίτουρας πήγε να την βοηθήσει. Άρπαξα γρήγορα το χέρι του και γύρισε να με κοιτάξει μπερδεμένος.
Στέφανος - Άφησε με να την βοηθήσω, θα πνίγει!
Κάμερον - Δεν κάνει να έχουμε στενές επαφές με άτομα αυτή τη περίοδο. Ο κορώνα βάιρους σε περιμένει στην γωνία να τον κεράσεις καφέ και να σε κεράσει ίωση.
Δήλωσα κρατώντας το χέρι του στην λαβή μου όσο εκείνος προσπαθούσε να απομακρυνθεί. Η Μωβίτσα εν τέλει έζησε και ξεκίνησε να μαζεύει τα πράγματα της.
Ζωή - Πού πας μωρή;
Ξανθή - Σπίτι μου.
Μουρμούρισε βαριεστημένα και γύρισα να κοιτάξω την Ζωή, η Ζωή εμένα, και έπειτα εκείνη. Αμέσως άφησα το χέρι του πηδήκουλα που κρατούσα στο δικό μου και βολεύτηκα καλύτερα στην θέση μου.
Ζωή - Γιατί μαρή; Πού θα βρεις χειρότερα;
Ξανθή - Έχω διάβασμα.
Απάντησε κοφτά και σήκωσε το κινητό της από το τραπέζι. Φίλησε σταυρωτά την φίλη της και έδωσε ένα αέρινο φιλί στον σαβουρογάμη δίπλα μου. Έκανα πως πιάνω το φιλί της και το έχωσα στην τσέπη του παντελονιού της Ζωής. Ααααα, τι πιάνω εδώ; Μπουτάκι; Καλοοοοοοο- Η Ζωή αμέσως χτύπησε το χέρι μου που βρίσκονταν μέσα στην τσέπη του παντελονιού της και η βαρεμένη φίλη της στριφογύρισε επιδεικτικά τα μάτια της. Κοίταξα για μια στιγμή τον κώλο της, έχει καλύτερο από την Ζωίτσα είναι η αλήθεια. Ναι αλλά και η Ζωίτσα είναι τόσο, μα τόσο σέξυ όταν θυμώνει και όταν είναι χαρούμενη και όταν νευριάζει και όταν φωνάζει και όταν γελάει και όταν αγχώνεται-
Κάμερον - Τέλεια. Ας το διαλύσουμε σιγά σιγά το πανηγύρι καλέ.
Ζωή - Μα γιατί; Αφού δεν ήπιες τον καφέ σου αγάπη μου!
Δήλωσε ειρωνικά και γύρισα να την κοιτάξω με ½ μάτι. Σταύρωσε τα χεράκια της πάνω στο στο στήθος της και εγώ κατέβασα το βλέμμα μου στην εκτεθειμένη κοιλίτσα της που δεν καλύπτονταν από την μπλούζα της. Γρήγορα άρπαξα την μπλούζα της και την ξέδεσα από τον κόμπο που βρίσκονταν. Με τα άκρα της προσπάθησα να την κατεβάσω για να καλύψω το δέρμα της. Πολύ καλύτερα!
Κάμερον - Τον ήπια, σειρά σου!
Εκείνη με κοίταξε εκνευρισμένη από τις προηγούμενες κινήσεις μου αλλά όταν κατάλαβε τι της είπα (πλήρως προειδοποιητικά), γούρλωσε τα μάτια της και κούμπωσε γρήγορα το μπουφάν της.
Ζωή - Στέφανε, χάρηκα που σε είδα!
Χαμoγέλασα πονηρά και άφησα στο τραπέζι ένα χαρτονόμισμα των τουέντι έουρος για να πληρώσω όλους τους καφέδες. Άρπαξα γρήγορα την Ζωή και την τράβηξα έξω χωρίς καν να χαιρετήσω τον ουρακοτάγκο πίσω μου. Όταν διασχίσαμε τον δρόμο για να φτάσουμε στο απέναντι πεζοδρόμιο, εκείνη έκανε μεγάλα βήματα για να φτάσει τα δικά μου. Χαμήλωσα το βήμα μου, είναι μικροκαμμωμένη και δεν με προλαβαίνει.
Ζωή - Ξέρεις, ποτέ δεν έχουμε συζητήσει σαν άνθρωποι εμείς οι δύο. Πάντα βριζόμασταν, κάναμε πλάκες. Δεν σε ξέρω καθόλου.
Είπε κάπως αμήχανα καθώς έχωσε τα χέρια της βαθύτερα στις τσέπες του μπουφάν της. Κλότσησα μια πέτρα από το πεζοδρόμιο προς τον δρόμο και ανασήκωσα αδιάφορα τους ώμους μου.
Κάμερον - Και τι προτείνεις για αυτό;
Την ρώτησα και εκείνη παρέμεινε σκεπτική για δύο καλά δευτερόλεπτα. Αμέσως το πρόσωπο της έλαμψε και γύρισε να με κοιτάξει.
Ζωή - Θα παίξουμε το παιχνίδι με τις ερωτήσεις! Θα κάνουμε ερωτήσεις ο ένας στον άλλον για να μάθουμε καλύτερα τι κάνει στη ζωή του.
Κάμερον - Δεεεν είμαι καλός σε αυτό.
Η αλήθεια είναι ότι παρόλη την φήμη που έχω, είμαι ιδιαίτερα κλειστός χαρακτήρας. Είμαι της μιας βραδιάς, αυτός που τον είδες μια φορά και δύσκολα θα τον ξανά δεις. Μόνο με δικά μου άτομα παραμένω κοντά, πολύ κοντά. Εκεί που νιώθω ότι υπάρχει εμπιστοσύνη και ασφάλεια πως αυτά που νιώθω ή θα πω θα μείνουν μεταξύ μας. Το κακό είναι πως… νιώθω πως η Ζωή είναι ένα τέτοιο άτομο, αλλά δεν την ξέρω καν. Γαμώτο…
Ζωή - Έλααααα. Δεν είναι δύσκολοοο! Να, θα κάνω εγώ τις ερωτήσεις και θα απαντάω και για τους δυό μας!
Η Ζωίτσα να μιλάει μόνη της για δέκα λεπτά; Τέλειο. Ένευσα το κεφάλι μου καταφατικά και εκείνη χαρούμενη χοροπήδησε στον αέρα. Είναι τόσο μωρό!
Ζωή - Πόσο χρονών είσαι;
Ρώτησε ενθουσιασμένη και γέλασα λίγο με το ύφος της.
Κάμερον - Είκοσι έξι.
Ζωή - ΕΊΚΟΣΙ ΈΞΙ; Ω Θεέ μου! Εγώ είμαι μόλις δέκα εννιά!
Γέλασα λίγο και την άφησα να συνεχίσει αφού έβλεπα ότι δεν κρατιόταν.
Ζωή - Έχεις αδέλφια;
Κάμερον - Μία μικρή αδελφή.
Τα μάτια της αμέσως γυάλισαν από την χαρά της. Αυτή η κοπέλα είναι τόσο περίεργη, γελάει και χαίρεται με το παραμικρό για τα πάντα.
Ζωή - Αλήθεια; Πόσο χρονών είναι;
Κάμερον - Δεκατεσσάρων.
Ζωή - Αωω! Εγώ δεν έχω αδέλφια.
Είπε κάπως στεναχωρημένη και την σκούντηξα ελαφρά με το χέρι μου.
Ζωή - Τι σπούδασες; Εγώ σπουδάζω στο Πανεπιστήμιο Οικονομικών! Θέλω να γίνω λογίστρια ή γραμματέας.
Κάμερον - Δεν σπούδασα.
Απάντησα μονολεκτικά και έπαιξα με την άκρη του κινητού που βρίσκονταν στην τσέπη μου.
Ζωή - Αμ- γιατί εάν επιτρέπεται-
Κάμερον - Δεν επιτρέπεται.
Απάντησα κοφτά και γρήγορα. Δεν μου αρέσει να μιλάω για την προσωπική μου ζωή και τις επιλογές μου. Ότι έκανα στην ζωή μου δεν έγινε με την θέληση μου. Ήθελα να σπουδάσω, βιολογικών εφαρμογών και τεχνολογιών, ήθελα με μεταπτυχιακό να γίνω μικροβιολόγος, αλλά η μάνα μου είχε άλλα σχέδια…
Ζωή - Συ-συγγνώμη.
Το μωράκι μου στεναχωρέθηκε. Το είδα από το χρώμα στα μαγουλάκια της πως άσπρισε. Τράβηξα το χέρι μου από την τσέπη και αγκάλιασα το σώμα της από τους ώμους της. Εκείνη σήκωσε το κεφάλι της ξαφνιασμένη, ποτέ δεν θα συνηθίσει το άγγιγμα μου.
Κάμερον - Μίλησε μου εσύ για εσένα. Μου αρέσει να ακούω.
Της είπα και εκείνη πέρασε διστακτικά το χέρι της γύρω από την μέση μου παίρνοντάς εμένα με την σειρά της αγκαλιά. Ένιωσα την καρδιά μου να χάνει έναν χτύπο.
Ζωή - Αμ, δεν ξέρω τι άλλο να πω.
Είπε με παιδική φωνούλα και επιτόπου σταμάτησα να περπατάω. Θέλω να την ζουλήξω, δεν μπορώ. Σταμάτησε και σήκωσε το βλέμμα της προς το μέρος μου. Δεν το σκέφτηκα πολύ, γρήγορα κατέβασα το κεφάλι μου και φίλησα τα μαλακά χειλάκια της. Το μωράκι μου βόγγηξε από την απρόσμενη επαφή και εγώ την έσφιξα στην μεγάλη αγκαλιά μου. Τα χέρια της αγκάλιασαν καλύτερα την μέση μου και χαμογέλασα όταν κατάλαβα πως είχε αφοσιωθεί σε εμένα, σε εμένα που φιλάω αχόρταγα τα χείλη της. Είμαι μαζί της, δεν το νιώθει; Είναι η πρώτη κοπέλα που έχει κατασκηνώσει στο κεφάλι μου και με μπερδεύει, με μπερδεύει πολύ. Θέλω να την πνίξω… στα φιλιά. Η Ζωίτσα απομακρύνει τα χείλη μας όταν ένας αγάμητος ξεροβήξει δίπλα μας. Τι τρέχει και εσύ ρε; Τοξικέ;
Ζωή - Πά-πάμε σπίτι.
Ψιθύρισε και ξεκίνησε να περπατάει γρήγορα με εμένα από πίσω της. Έπιασα το χέρι της στο δικό μου και ένιωσα την μικρή παλάμη της να δένει τέλεια στα δάχτυλα μου. Θέλω να την φάω γαμώ, να την φάω ολόκληρη. Πόσο ομόρφυνε από την ώρα που έφυγα; Αμάν. Φτάσαμε στον όροφο μας, μόνο τότε κατάλαβα ότι έπρεπε να αφήσω το χέρι της. Αμήχανα απομακρυνθήκαμε ο ένας από τον άλλον. Έξυσα άβολα τον σβέρκο μου.
Ζωή - Θαααα τα πούμε μετά.
Είπε τραβώντας τις λέξεις της για να σπάσει τον πάγο. Έκανε μια στροφή να φύγει και εγώ στηρίχτηκα στην κασαδούρα της πόρτας μου. Σταύρωσα τα χέρια μου μπροστά στο στήθος μου προσπαθώντας να ανακτήσω την αυτοκυριαρχία μου. Ξερόβηξα πίσω της όσο εκείνη ξεκλείδωνε την πόρτα της.
Κάμερον - Ζωίτσα;
Εκείνη γύρισε διστακτικά να αντικρύσει το βλέμμα μου, της χαμογέλασα πονηρά τινάζοντας ελαφρά τα μαλλιά μου προς τα πίσω.
Κάμερον - Ένα τελευταίο;
Εκείνη ντροπιασμένη ένευσε καταφατικά το κεφαλάκι της και σε χρόνο ρεκόρ την είχα στριμώξει στην πόρτα της με τα χείλη μου στα δικά της.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top