•1• Οικεία "Κάμερον Ντάλας"
Ζωή - ΑΧ ΨΟΦΆΩ!
Αναφώνησα κουρασμένη στην κολλητή μου που με κοιτούσε σαν να ήμουν κανένα κατακαημένο.
Ξανθή - Βρε χρυσουυυυυυυλι, ηρέμησε. Είναι μόνο ένα βασανιστικό δίωρο άλγεβρας-
Ζωή - ΜΗ ΤΟ ΚΆΝΕΙΣ ΧΕΙΡΌΤΕΡΟ!
Ψευτοκλαψούρισα και εκείνη έριξε το κεφάλι της επάνω στο βιβλίο κουρασμένη.
Ξανθή - Θα το αντέξουμε. Ξεπέρασα τον χωρισμό μου με τον Μήτσο, άντεξα την παντόφλα από τη μάνα μου για τον έλεγχο του τετραμήνου, έζησα μετά το 2012, μπορώ να το κάνω!
Ζωή - Εγώ πάλι δεν νομίζω.
Είπα απελπισμένη όταν είδα τον καθηγητή της άλγεβρας να ξανά μπαίνει στο αμφιθέατρο του πανεπιστημίου.
Ξανθή - Σκέψου θετικά. Θα πάμε για καφέ στο σπίτι σου μετά.
Είπε και προσπάθησα να κρατήσω τα μάτια μου ανοιχτά. Όχι Ξανθή, δεν με παρηγορεί ιδιαίτερα η παρέα σου σιχαμένη μου φίλη!
[...]
Ζωή - Παναγία μου τελείωσε το βασανιστήριο.
Είπα χαρούμενη και ξύπνια πια πετώντας την τσάντα μου κάτω στο πάτωμα του σαλονιού. Πάνω στο τραπεζάκι αφημένο ένα κουτί πίτσας από χθες βράδυ, η τηλεόραση ακόμα ανοιχτή εξαιτίας της πρωινής μου βιασύνης. Ξεφύσηξα γελώντας, ζιζουζ.
Ξανθή - Καιρός ήταν.
Είπε και εκείνη πέφτοντας στον καναπέ σαν αστερίας. Τράβηξε ολόκληρο το κουβερλί επάνω της το ζώον. Αχ, τι μαλάκας άνθρωπος.
Ξανθή - Πφφφ! Τι μυρίζει εδώ μέσα;
Αηδίασε κλείνοντας την μύτη της με τα δάχτυλα της. Προσπάθησα να εστιάσω στη μυρωδιά, παρόλα αυτά δεν καταλάβαινα κάτι. Μήπως φταίει που μούχλιασε το παστίτσιο που έκανα πριν τρεις βδομάδες; Μήπως φταίει που έχω να αερίσω το σπίτι από το 1990;
Ζωή - Τι εννοείς;
Ξανθή - Εδώ μέσα κάτι βρωμάει σαν ψωφήμι!
Έβγαλε τη γλώσσα της έξω εις ένδειξη αηδίας. Ντράμα κουίν από μωρό.
Ζωή - Ίσως να μυρίζουν τα σκουπίδια. Περίμενε να τα βγάλω έξω άμα σε ενοχλεί τόσο.
Είπα και ανασήκωσα αδιάφορα τους ώμους μου. Περπάτησα μέχρι την κουζίνα, άνοιξα με το πόδι μου το ντουλάπι και έδεσα την σακούλα σε έναν κόμπο πριν την πιάσω στα χέρια μου.
Ζωή - I will back που λέει και η Ρασέλ.
Την ενημέρωσα κρατώντας την σακούλα, εκείνη με κοίταξε απειλητικά πετώντας μου το μαξιλάρι του καναπέ. Βγήκα από το διαμέρισμα μου κλείνοντας γρήγορα την πόρτα αφήνοντας την κολλητή μου να βρίζει την τσούχτρα του gntm.
Μπήκα μέσα στο ασανσέρ και πάτησα το κουμπί του ισογείου. Όταν άνοιξαν ξανά οι πόρτες έσυρα την σακούλα λες και κουβαλούσα κανένα πτώμα μέσα. Βγήκα από την πολυκατοικία και πήγα να πιάσω την σακούλα κανονικά ώστε να την κρατήσω στα χέρια μου και να σταματήσω να την σέρνω. Ένα γαλάζιο ανοιχτό φούτερ τράβηξε στιγμιαία την προσοχή μου αλλά τελικά όχι μόνο για μία στιγμή. Ένα καστανό μανουλομάναρο βρίσκονταν στο απέναντι πεζοδρόμιο αραχτός, με την πλάτη του να ακουμπά τον τοίχο της γειτονικής πολυκατοικίας μου, το μαύρο κινητό του στο δεξί του χέρι και μία μαύρη μεγάλη βαλίτσα στο αριστερό.
Αχ τώρα μετακομίζει; Πες μου ότι είναι κάπου εδώ κοντά για να τον παίρνω μάτι!
Παρατηρούσα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του με κάθε λεπτομέρεια. Γωνίες στο πρόσωπο, ανοιχτά καστανόξανθα μαλλάκια, ζουμερά σαρκώδη ροζ χείλη και να φανταστείς ότι είχαμε μια απόσταση τουλάχιστον δεκαπέντε μέτρα!
Και δεν φοράω τα γυαλιά μου!
Αυτός ο άνθρωπος ή μάλλον όχι άνθρωπος, αυτός ο ημίθεος πρέπει να φτιάχτηκε με μεγάλα κέφια από το Θεό! Ζωγράφιζες εκείνη την ημέρα Παντοδύναμε, ζωγράφιζες!
Τον είδα να πιάνει την βαλίτσα του και κοιτώντας για λίγα δευτερόλεπτα αν το φανάρι για τους πεζούς είναι πράσινο, πέρασε από τη διάβαση και έφτασε μπροστά από την δική μου πολυκατοικία, λίγα μέτρα μακριά από εμένα. Έσυρε τη βαλίτσα του και ξεκίνησε να προχωρά στο πεζοδρόμιο προς το μέρος μου.
ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ ΕΓΚΑΤΑΛΕΊΨΤΕ ΤΟ ΠΛΟΊΟ, ΜΑΣ ΚΑΤΆΛΑΒΑΝ! ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΆΝΩ, ΜΑΣ ΚΑΤΑΛΑΒΑΑΑΑΑΑΑΑΑΝ!
Τρομαγμένη σήκωσα γρήγορα τα σκουπίδια και πήγα να τα ρίξω μέσα στον κάδο, όταν άκουσα τον ήχο ενός πλαστικού μπουκαλιού μέσα από την σακούλα να συγκρούεται με κάτι άλλο που δεν ήταν ο κάδος.
Γύρισα προς τα πίσω να κοιτάξω και αυτό που είδα δεν μου άρεσε καθόλου!
Το μανουλομάναρο στεκόταν ακίνητος, ακριβώς από πίσω μου να τρίβει έντονα με την παλάμη του το κεφάλι του.
Μανουλομάναρο - Κοπέλα μου πάσχεις;
Αωωωωω με είπε κοπέλα τ-
ΚΆΤΣΕ ΤΙ;
Μανουλομάναρο - Δεν μπορείς να προσέχεις λίγο; Παραλίγο να μου βγάλεις το κεφάλι εδώ πέρα!
Φώναξε εκνευρισμένος και εγώ έβαλα τα χέρια μου σε κάθε γοφό μου.
Ζωή - Συγγνώμη ρε φίλε, αλλά και εσύ πέντε μέτρα πεζοδρόμιο, από πίσω μου έπρεπε να κάτσεις;
Του αντιμίλησα και εκείνος δεν φάνηκε καθοοοοοοολου ευχαριστημένος με την απάντηση που του έδωσα.
Μανουλομάναρο - Συγγνώμη κιόλας που ο φυσιολογικός κόσμος κάνει τον γύρο του κάδου για να πετάξει τα σκουπίδια και όχι βολές, παίχτη του NBA!
Με ειρωνεύτηκε και τοοοοοτε ήταν που το αίμα είχε ανέβει στο κεφάλι μου, είχε ξανά κατέβει κάτω και είχε ξανά ανέβει σε χρόνο dt!
Ζωή - Συγγνώμη τότε, να προσέχεις και εσύ όμως πως εκφράζεσαι!
Του είπα προσπαθώντας να κρατήσω την ψυχραιμία μου.
Άγνωστος μαλάκας - Να μην ήσουν έτσι για να μην εκφραζόμουν! Σε όλους τους μαλάκες έχω πέσει σήμερα.
Το στόμα μου έχασκε από την λέξη που χρησιμοποίησε, ε και τότε δεν κρατήθηκα!
Ζωή - Της μανούλας σου αγόρι μου που θα σου ζητήσουμε συγγνώμη και μας κάνεις και τον δύσκολο!
Του φώναξα και εκείνος ξεφύσηξε απαξιώντας με για λίγα δευτερόλεπτα.
Άγνωστος μαλάκας - Δεν πρόκειται να ασχοληθώ περισσότερο με υπαλλήλους του δήμου. Πήγαινε στο σκουπιαδιάρικο σου και άσε με στην ησυχία μου.
Είπε και τραβώντας την βαλίτσα του αποχώρησε απαξιώνοντας την θλιβερή ύπαρξη μου, εκεί στην άκρη του πεζοδρομίου.
ΚΟΊΤΑ ΈΝΑΝ ΜΑΛΆΚΑ!
Έσφιξα τα χέρια μου σε γροθιές και πήρα μια βαθιά ανάσα για να ηρεμήσω. Τι ηλίθιος! Λες και είχα καμία όρεξη να του φέρω την σακούλα στο κεφάλι! Αλλά τέτοιος που είναι... μακάρι να το είχα κάνει πιο δυνατά. Περπάτησα έως το εσωτερικό της πολυκατοικίας μου και με το ασανσέρ ανέβηκα στον όροφο μου.
Ξανθή - Καλά ρε, στη χωματερή απευθείας πήγες να πετάξεις τα σκουπίδια; Στην είσοδο έχει έναν κάδο.
Ζωή - Δεν άργησα γι'αυτό μωρή.
Ξανθή - Ε και τότε;
Σκούπισα τα χέρια μου με ένα υγρό μαντηλάκι και το πέταξα επάνω στο κουτάκι της πίτσας. Ξάπλωσα πάνω στα πόδια της φίλης μου και εκείνη ξεκίνησε να μου χαϊδεύει τα μαλλιά λες και ψάχνει για ψείρες.
Ζωή - Ένας μαλάκας στην είσοδο μου το έπαιξε νταής.
Ωραίος μαλάκας όμως ο κερατάς.
Ξανθή - Δηλαδή; Έτσι στα καλά καθούμενα ήρθε και σου πούλησε τσαμπουκά;
Ζωή - Καλά όχι και στα καλά καθούμενα αλλά ζήτησα συγγνώμη!
Ξανθή - Ε τότε έχεις δίκιο φίλη μου.
[...]
Ζωή - ΑΪΜ ΓΚΌΝΑ ΣΟΥΥΥΥΥΙΙΙΙΙΙΝΓΚ, ΦΡΟΟΟΟΜ ΔΕΝ ΣΆΝΤΙΙΙΙΙΛΙΕΡ, ΦΡΟΜ ΔΕΝ ΣΑΝΤΙΛΙΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΡ.
Τραγουδούσα δυνατά επάνω από τη κατσαρόλα γιατί κάποια στιγμή έπρεπε να μαγειρέψω μετά από τόσο καθάρισμα. Αέρισα τον χώρο, σκούπισα, σφουγγάρισα, ξεσκόνισα. Αχ, κορίτσι για σπίτι.
Το κουδούνι της πόρτας ήρθε να διακόψει τις όμορφες μελωδικές αυτές νότες. Ξεφύσηξα δυνατά και άφησα κάτω την κουτάλα που κρατούσα για μικρόφωνο. Τι στην ευχή; Ποιος να είναι; Η Ξανθή θα έβγαινε με τον Πέτρο. Περπάτησα βαριεστημένα μέχρι την πόρτα και έπιασα το πόμολο με ένα βαρύ ήχο να βγαίνει από την επαφή του χεριού μου με το κρύο σίδερο. Άνοιξα την πόρτα αλλά κοιτάζοντας αυτό που δυστυχώς είδα μπροστά μου, απλά ευχήθηκα να μην την είχα ανοίξει.
Ζωή - Τι γυρεύεις εσύ εδώ;
Τον ρώτησα και αμέσως ένιωσα το αίμα μου να ανεβαίνει στο κεφάλι. Εκείνος γούρλωσε τα μάτια του μόλις με είδε.
Άγνωστος μαλάκας - Ε όχι ρε πούστη, πόση ατυχία σε μία μέρα!
Αναφώνησε και μου ήρθε να του χώσω μία στο κουφιοκέφαλο του να δει τον ουρανό με άστρα, φεγγάρια και εκλείψεις ηλίου. Το στόμα μου έχασκε στην όψη του και το μόνο που αναρωτήθηκα ήταν τι στην ευχή γύρευε αυτός εδώ;
Ζωή - Για ποιό λόγο βαράς το κουδούνι μου βραδιάτικα;
Άγνωστος μαλάκας - Γιατί η γαϊδουροφωνάρα σου θα έριχνε και της Sia και τον δικό μου πολυέλαιο αν συνέχιζες λίγο ακόμα.
Μου απάντησε και εγώ τον κοίταξα κατάκοκκινη και από νεύρα και από ντροπή. Μόλις με άκουσε ένας μαλακισμένος κούκλος ξένος να τραγουδάω παράφων- αλλά κάτσε...
Με είπε γαϊδουρόφωνη;
ΜΕ ΕΊΠΕ ΓΑΪΔΟΥΡΌΦΩΝΗ!
Ζωή - Γαϊδουρινή είναι η φάτσα σου ρε!
Του είπα και εγώ με τη σειρά μου και εκείνος στριφογύρισε τα εκνευριστικά εκφραστικά μάτια του. Ναι ναι, παίξ' το μας και μοιραίος γκόμενος τώρα.
Άγνωστος μαλάκας - Ναι ωραία, ήρθα να σου πω να το βουλώσεις για να κοιμηθεί αυτή η γαιδουρόφατσα πριν φωνάξει την αστυνομία.
Είπε σφίγγοντας τις γροθιές του προσπαθώντας να κρατήσει τη ψυχραιμία του. Και τι με νοιάζει εμένα τι θα κάνεις μεσιέ; Πες μου ότι ακουγόμουν και μέχρι την απέναντι πολυκατοικία να πεθάνω!
Ζωή - Και για ποιό λόγο να το βουλώσω ρε φίλε αφού είμαι η μοναδική ένοικος στη πολυκατοικία; Τι σε νοιάζει εσένα;
Του είπα σταυρώνοντας τα χέρια μου κάτω από το στέρνο μου. Το μαύρο μου τιραντάκι έκανε το στήθος μου να φανεί ακόμα πιο πλούσιο από ότι είναι, τα μάτια του για λίγα δευτερόλεπτα χάθηκαν πάνω του.
Α ΤΟΝ ΠΑΛΙΌ-
ΤΟΝ ΑΝΏΜΑΛΟ!
Αμέσως κούνησε γρήγορα το κεφάλι του και με κοίταξε ξανά με νεύρο.
Άγνωστος μαλάκας - Όχι πια.
Μου είπε δείχνοντας με τον αντίχειρα του προς τα πίσω. Έκανε στην άκρη ώστε να δω μερικές κούτες μαζεμένες έξω από την εξώπορτα του.
Ό-όχι, μ-μη μου πεις.
Ζωή - Πρέπει να μου κάνεις πλάκα.
Αρνούμενη να πιστέψω την σκληρή πραγματικότητα κούνησα αφηρημένα το κεφάλι μου.
Άγνωστος μαλάκας - Εσύ πρέπει να μου κάνεις πλάκα. Πρώτη μέρα στην σκατοπόλη σας και σε έχω δει ήδη δύο φορές.
Είπε και με το χέρι του έδειξε απαξιωτικά εμένα. ΠΟΎ ΕΊΝΑΙ ΩΡΈ ΤΟ ΤΗΓΆΝΙ ΌΤΑΝ ΤΟ ΧΡΕΙΆΖΕΣΑΙ;
Ζωή - Για το δικό σου καλό, ΔΕΝ χρησιμοποιείς το ασανσέρ, ΔΕΝ σε βλέπω κατά τη διάρκεια της ημέρας, ΔΕΝ έρχεσαι να ζητήσεις από εμένα ζάχαρη για τον καφέ, κατανοητό;
Άγνωστος μαλάκας - Συμφωνώ στους παραπάνω όρους εκτός από αυτόν με το ασανσέρ. Και τα σκαλιά μια χαρά είναι μικρή μου σκουπιδιάρισσα. Θα κάνεις και λίγη γυμναστική.
Μου είπε με ένα ειρωνικό χαμόγελο κολλημένο στη φάτσα του θυμίζοντας μου πως σκατά τον είδα για πρώτη φορά σήμερα, που να μην τον έβλεπα. Και εκεί που είχα χαθεί για δύο με τρία δευτερόλεπτα στις σκέψεις μου, πήγα να του απαντήσω αλλά είδα ότι είχε ήδη μπει στο δικό του διαμέρισμα. Εκνευρισμένη ακόμα πλησίασα τη πόρτα του βαρώντας τα πόδια μου στα πλακάκια του ορόφου με δύναμη. Ήμουν έτοιμη να του δώσω ένα δεύτερο γύρο από αυτόν τον καυγά γιατί δεν αφήνω ποτέ κάποιον να φύγει έτσι. Έφτασα στη πόρτα και τύλιξα την παλάμη μου για να χτυπήσω επάνω της. Ένα χιλιοστό πριν συγκρουστεί η γροθιά μου με το κρύο ξύλο, το μάτι μου έπεσε επάνω στο κουδούνι.
Οικεία "Κάμερον Ντάλας"
Ώστε Κάμερον τον λένε! Τώρα θα δεις τι θα πάθεις παλιοβλαμμένε.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top