30. Αντέχεις την αλήθεια;

ALEX'S POV

Δεν απάντησε στο τελευταίο μήνυμα.

Έρχεται.

Και έχει νεύρα. Αλλά πότε δεν είχε μαζί μου;

Φτάνετε πια με τα ψέματα, αυτά μας έφεραν εδώ. Πρέπει να μάθει.

Μου τα έχει πάρει όλα και δεν το ξέρει καν.

Σήμερα ή σώζομαι ή υπογράφω την καταδίκη μου.

Το προσπάθησα, πραγματικά το έκανα. Χρόνια τώρα προσπαθώ.
Και όποτε την βλέπω γυρίζω στο μηδέν. Μόνο που εκείνη δεν το ξέρει..

Αλλά διάολε, όταν την είδα στην εταιρεία τρελάθηκα. Ένιωσα προδομένος.

Γιατί; Τι ακριβώς περίμενα δηλαδή; Φυσικά και ο Μπόρχες θα έστελνε
την καρακουκλάρα γκόμενα του
για κατασκοπεία. Ήταν το τέλειο.
Κάνεις δεν θα την υποπτευόταν.
Φαίνεται τόσο αθώα.. και είναι πουτάνα! Ειρωνεία, ε;

Εχθές δείλιασα. Φοβήθηκα να της δώσω τις απαντήσεις που ζητούσε
Γαμώτο, ούτε τα κότσια να την κοιτάξω δεν είχα! Και όταν με χαστούκισε θόλωσα. Όπως πάντα συμβαίνει όταν..πφφ..ούτε για αυτό της έχω μιλήσει..

Εντάξει, ήταν εντελώς άνανδρο να την στριμώξω στην αποθήκη. Αλλά
αν δεν το έκανα, θα μας έβλεπε και κανείς άλλος από τους δικούς μου
να τσακωνόμαστε και θα κινούσε υποψίες.

Γιατί ας μην κοροϊδευόμαστε, η εταιρεία του Ζοζέφ έχει πιο πολλούς
της οργάνωσης παρά καθαρούς υπαλλήλους.

Πόσο λυπηρό είναι να θέλω το καλό μιας γυναίκας που μάλλον τώρα θέλει να με σκοτώσει;

Όμως δεν ξέρει. Αυτό θέλω τουλάχιστον να ελπίζω. Αγνοεί ποιός είναι αυτός ο άντρας που έχει δίπλα της.

Εγώ θα της ανοίξω τα μάτια. Οφείλω στον ίδιο μου τον εαυτό να το κάνω, για να φύγει αυτό το βάρος από μέσα μου. Μετά ας κάνει ότι νομίζει. Δεν θα ανακατευτώ άλλο στη ζωή της. Μεγάλη γυναίκα είναι, έξυπνη είναι..

Η γυναίκα που σε τρελαίνει είναι.

Ναι σωστά. Και αυτό.

Κοιτάζω το ρολόι, ο ήχος του οποίου είναι το μόνο που ακούγεται στο δωμάτιο την τελευταία μία ώρα.
Έχω στηθεί στο παράθυρο και απλά περιμένω. Με την άκρη του ματιού μου κρυφοκοιτάζω από την κουρτίνα κάθε τόσο, όμως τίποτα.

Θα έρθει, σωστά;

Θα έρθει. Χρειάζεται απαντήσεις.

Κι αν με δώσει στεγνά στον Μπόρχες μετά από αυτό;

Αλλά όταν μάθει δεν υπάρχει περίπτωση να...

Όταν μάθει, θα είναι εξοργισμένη ΚΑΙ μαζί σου.

Ξεφυσάω.

Για αυτήν είμαι ένας άγνωστος ψυχάκιας που εισέβαλε στο σπίτι της.
Και τώρα, μια αποστολή που πρέπει να φέρει σε πέρας.

Βάζω όλη την οργάνωση σε κίνδυνο με δικαιολογία ένα προαίσθημα.
Το προαίσθημα ότι δεν θα με προδώσει..

Μήπως για μια ακόμη φορά πιάνομαι μαλάκας;

Είναι πολύ αργά για να κάνω πίσω τώρα και δεν νομίζω ότι το θέλω.

Κοιτώντας για χιλιοστή φορά έξω απ'το παράθυρο, η ανάσα μου κόβεται μαχαίρι, μαζί και οποιαδήποτε σκέψη και αμφιβολία.

Μια ξανθιά, ψηλόλιγνη φυγούρα διασχίζει το μικρό πλακόστρωτο μονοπάτι ως την πόρτα του σπιτιού.
Στο πρόσωπο της πέφτουν σκιές, ο πέφτει από πίσω ήλιος από πίσω της, διαγράφοντας την υπέροχη σιλουέτα της, φαίνεται σαν αερικό.

Πετάγομαι από την θέση μου λες και με χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα, τρέχω ως την πόρτα, σκοντάφτω στα μισά του δρόμου, ρίχνω το ηλίθιο σκαμνί, το βάζω στην θέση του ατσούμπαλα, συνεχίζω να τρέχω, και τελικά ανοίγω δευτερόλεπτα πριν προλάβει να χτυπήσει το κουδούνι.

Η ανάσα κόβεται.

Το χέρι της παραμένει μετέωρο μπροστά από το κουδούνι και εκείνη με κοιτά έκπληκτη με το στόμα ελαφρά ανοιχτό, προτού συνέλθει και
ξαναπάρει την σοβαρή της έκφραση.

Φάνηκα άραγε πολύ απελπισμένος;

Σκασίλα.

Με καρφώνει απευθείας στα μάτια και αποσυντονίζομαι όταν συνειδητοποιώ πως είναι και πάλι μπλέ, δεν κρύβονται πίσω από μαύρο όπως εχθές που έπεσα πάνω της στον διάδρομο.

Αυτό το καταραμένο σκούρο μπλε που με έκαψε.

Αλλά ως εδώ.

"Γειά.." Με ακούω να λέω κάνοντας της χώρο να περάσει.

Χωρίς να κάνει τον κόπο να μου ανταποδώσει τον χαιρετισμό, σπάει την οπτική μας επαφή και μπαίνει στο εσωτερικό του κτηρίου, αφήνοντας με να την ακολουθώ από πίσω.

Λοιπόν, κάποια πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ..

Βρίσκει εύκολα το σαλόνι, πετά την τσάντα της επιδεικτικά στον καναπέ πίσω της και σταυρώνει τα χέρια στο στήθος.

Στρέφεται προς εμένα.


Αφού δεν μιλά, κλέβω στιγμές να την χαζέψω, καθόλου διακριτικά. Ούτως
ή άλλως, αυτή μπορεί να είναι η τελευταία φορά που την βλέπω.

Όταν μάθει όλα τα σκατά που της έκρυβα..

Προσπαθώ να χωρέσω την εικόνα
της στην μνήμη μου για πάντα. Το πρόσωπο της, τα μάτια της, τα μικρά χεράκια της, την λεπτή μέση, το πλούσιο στήθος που κουνιέται ρυθμικά αποτρελαίνοντας με, τα
ροζ, σαρκώδη χείλη της..

"Λοιπόν;" Ρωτά ξυπνώντας με και στρέφω το βλέμμα πίσω στα μάτια της που θα προτιμούσα να μην κοιτάζω στην παρούσα φάση..

"Λοιπόν;" Ρωτάω κι εγώ για να κερδίσω χρόνο.

"Κάτι ήθελες να μου πεις.." υπενθυμίζει και η χροιά της φωνής της φανερώνει ανυπομονησία χρωματισμένη με μια ελαφριά δόση ειρωνείας.

"Κάθησε" Λέω και αμέσως βολεύεται στον καναπέ σταυροπόδι.

Παίρνω μία βαθιά ανάσα και την απελευθερώνω αργά. Κάθομαι στην πολυθρόνα, απέναντι της.

Ένα γαμημένο τραπεζάκι μας χωρίζει.

Φαινομενικά, γιατί στην πραγματικότητα, μας χωρίζουν τα πάντα. Κυριολεκτικά τα πάντα.

Είναι άπιαστο όνειρο. Δεν την είχα, δεν την έχω και ποτέ δεν θα την έχω όπως θέλω.

Ξεφυσάω.

Δεν πρέπει να σκέφτομαι έτσι, δεν έχω το δικαίωμα. Είναι άδικο για όλους όσους έχουν πιστέψει σε μένα.

"Για να τελειώνουμε. Εγώ θα κάνω τις ερωτήσεις κι εσύ θα απαντάς. Χωρίς πολλά πολλά" Η φωνή της βγαίνει τόσο ψυχρή και σίγουρη που θέλω να την χτυπήσω.

Δεν φτάνει ο πόνος μου γαμώ; Απλά, ας σκάσει. Μόνο αυτό.

Γελάω ειρωνικά.

Αυτό το κορίτσι έχει πολύ θράσος..

"Μάλλον δεν κατάλαβες καλά"
Την λέω και ανασηκώνει το καλοσχηματισμένο φρύδι της.

"Γιατί με έφερες εδώ είπαμε;".

"Μόνη σου ήρθες." Διευκρινίζω.

Θυμώνει.

Αλλά κι εγώ τόσα χρόνια μήπως δε βασανίζομαι εξαιτίας της; Λίγες φορές με έχει φτάσει στα όρια μου;


"Θα μιλήσεις ή θα φύγω;"
Με καρφώνει έντονα. Δεν
κατεβάζει το κεφάλι, είναι κάτι
που ποτέ δεν συνήθιζε να κάνει.

Πραγματικά θα μιλήσω ο μαλάκας; Εδώ που φτάσαμε δε μου μένουν και πολλές επιλογές.

Πειράζει απλώς να μείνουμε έτσι; Να μπορώ να την κοιτάω όσο θέλω και να μην μιλάμε;

Είναι τόσα πολλά.. και η υπομονή της τόσο λίγη..και βασικά δεν έχω ιδέα από που θα αρχίσω;

"Άστο, κατάλαβα" λέει και σηκώνεται περνώντας βιαστικά την τσάντα στον ένα ώμο.

Πριν καν αντιληφθώ τι κάνω, πετάγομαι πάνω και την αρπάζω
από το μπράτσο.

Δεν θέλω να την πονέσω. Είναι η μόνη που το προσπαθώ τόσο πολύ.

"Άσε με" Φτύνει τις λέξεις έξαλλη.

Με απεχθάνεται. Με μισεί την στιγμή που την λατρεύω, που πονάει όλο μου το είναι για πάρτη της.

"Κάτσε κάτω" την διατάζω.

"Είπα άφησε με!" Επιμένει, τινάζοντας το χέρι της υστερικά για να μου ξεφύγει, μα δεν την αφήνω.

"Τώρα!!" Φωνάζει, είναι εκτός ελέγχου και στο πρόσωπο της ζωγραφίζεται ένας περίεργος μορφασμός που δεν μπορώ να προσδιορίσω.

Τί σκατά; Την πονάω;

Την απελευθερώνω και κάνω μερικά βήματα πίσω.





Δεν..






Θεέ, την πόνεσα;









Όχι πάλι, όχι σε αυτήν.





Είναι άδικο...


"Είσαι τελείως τρελός;;!!"



Κοιτά το χέρι της. Ένα βραχιόλι σε απαλό κόκκινο έχει αρχίσει να σχηματίζεται γύρω από το λευκό της μπράτσο.

Με κοιτά σχεδόν με παράπονο, δεν ξέρω τι να πω, τι να κάνω..


Τρέχει προς την πόρτα βρίζοντας
και εγώ από πίσω της.

Την προφτάνω πριν ανοίξει την πόρτα, γυρίζω το σώμα της ώστε
να την βλέπω. Κι ας πονάει κάθε φορά. Δεν θα έχω άλλη ευκαιρία
να της εξηγήσω, εάν φύγει τώρα θα είναι για πάντα.


"Μη μ' αγγίζεις!" Τσιρίζει και σηκώνω τα χέρια μου στο ύψος του κεφαλιού, δείχνοντας της ότι δεν έχει τίποτα να φοβηθεί.

"Άννα.. συγγνώμη." Ψελλίζω ειλικρινά, πραγματικά δεν ξέρω
τι άλλο να πω.

"Να την βάλεις στον κώλο σου την συγγνώμη!" Συνεχίζει να φωνάζει.

Ανάσες, ανάσες γαμώ, δεν πρέπει τώρα.


"Πρέπει να σου πω κάτι.."



Προσπαθεί να βγάλει κάτι από την τσάντα της, μα δυσκολεύεται πολύ
με τα νεύρα που έχει και μπερδεύει
τις κινήσεις της.

Έκπληκτος βλέπω να πετά στο πάτωμα με θυμό ένα.. στιλέτο;;


"Κι εγώ έπρεπε να σε έχω σκοτώσει ως τώρα, αλλά δεν μπορώ! Την τύχη μου μέσα!!" Στριγκλίζει εκτός ελέγχου, κλωτσά την σιδερένια λεπίδα κι εγώ μένω μαλάκας να κοιτάω.

Θα με σκότωνε;;


Εντάξει, μια μου και μια της υποθέτω.


"Καταραμένη η ώρα που σε γνώρισα!"
Έρχεται κοντά μου, αρχίζει να με χτυπά δυνατά στο στήθος, να μου γρατσουνάει το πρόσωπο, κι αρχίζω να ανησυχώ πραγματικά.


Τι της συμβαίνει;



"Έχω προβλήματα θυμού!"
Ακούω τον εαυτό μου να λέει εξίσου δυνατά.


Έπρεπε να το πω αυτό τώρα;



Σταματάει. Απομακρύνεται κάπως
και με κοιτάζει ειρωνικά.
Και κάπως.. πληγωμένα;

"Το εμπεδώσαμε.." Αλλάζει την φωνή της, χαμηλώνοντας την πολλές οκτάβες ξαφνικά.


Κοιτά τους καρπούς της, που είναι μπλάβοι από την χθεσινή μας διαμάχη στην αποθήκη, ύστερα το φρέσκο σημάδι της στο μπράτσο.


Πονάω. Θέλω να αυτοπυροβοληθώ τώρα αν γίνεται. Είμαι απαίσιος.
Δεν έχω το δικαίωμα να της το κάνω αυτό.. όχι και σ' αυτήν.


Τραβάω τα μαλλιά μου προς τα πίσω αφύσικα δυνατά, λες και θέλω να τα ξεριζώσω. Εκείνη εστιάζει αμέσως στην κίνηση μου.



Ξέρω Άννα, ξέρω. Το ίδιο κάνει
και ο Μπόρχες σου, σωστά;


"Μιλάω για αληθινό πρόβλημα
θυμού. Ξέρεις, ιατρικό.."



Δεν ξέρω αν έχω τ' αρχίδια να ανοίξω αυτό το θέμα τώρα, τόσο απότομα.
Θα διαλυθώ και το ξέρω. Αλλά αν είναι για αυτήν, χαλάλι. Θα ξυσω τις πληγές μια τελευταία φορά...


Μου ρίχνει ένα δύσπιστο βλέμμα.
Φαίνεται παραδομένη ξαφνικά.
Την μπερδεύει η ομοιότητα, είναι φανερό. Κι εγώ μπάζω από παντού, τίποτα δεν είναι λογικό στην μέχρι τώρα συναναστροφή μας.




"Βαρέθηκα να παίζεις μα το μυαλό μου" Λέει ψυθιριστά αλλά σταθερά, σα να αποφάσισε για κάτι σημαντικό που την παίδευε πολύ καιρό.




Την κοιτάζω βαθιά στα μάτια, τόσο έντονα ώστε να καταλάβει πώς τα λόγια που θα πωθα είναι ειλικρινή.



"Άσε με να σου δώσω τις απαντήσεις που χρειάζεσαι. Και μετά αν θες φύγε, δεν θα σε εμποδίσω, το υπόσχομαι. Σε παρακαλώ"


Σε κάθε φράση, την πλησιάζω και περισσότερο, όσο αυτό είναι δυνατόν.




Πιάνω το μικρό χεράκι της
κλείνοντας το στην παλάμη
μου προσεκτικά.



Τα χαρακτηριστικά της σκληραίνουν.




"Είναι η τελευταία σου ευκαιρία"
Απαντά έντονα, κλωτσώντας μακριά το στιλέτο που ήταν πεσμένο ανάμεσα μας και απλά γνωρίζω πως το εννοεί.



Τραβιέται από το κράτημα μου κατευθυνόμενη για μια ακόμη φορά ως το καθιστικό...















[.....]










Στο επόμενο κεφάλαιο θα καλυφθούν πολλά κενά..🌹

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top