13. Ρούμι

Μπαίνω στην πολυκατοικία μου πολύ νωρίτερα από ότι συνηθίζω, αφού είναι μόνο τρεις τα ξημερώματα.

Ουάου, είμαι σπίτι πριν τις έξι! Η μαμά θα ήταν περήφανη για μένα!

Τα παιδιά ήταν τύφλα όταν χωρίσανε οι δρόμοι μας στο μετρό. Δεν το σηκώνουν το πιοτό με τίποτα!

Εγώ δεν ήπια τόσο όσο συνήθως, αρκετό μεν, αλλά είμαι ακόμα σχετικά νηφάλια.

Όπως κάθε φορά, ανεβαίνω με δυσκολία τα χιλιάδες σκαλιά που τρίζουν για το δωμάτιο μου στον απομονωμένο έκτο όροφο.

Στα μισά του δρόμου, στον τρίτο όροφο νομίζω, παρατηρώ το μοναδικό
παράθυρο διάπλατα ανοικτό και ο κρύος αέρας χτυπά το πρόσωπο μου.
Πάω ασυναίσθητα να το κλείσω, γιατί έτσι κι αλλιώς το κτίριο έχει μηδενική θέρμανση, δεν χρειάζεται να μπάζει κι από πάνω.

Στα ρουθούνια μου εισέρχεται
πλέον μια ασυνήθιστη μυρωδιά,
πέρα από την γνωστή του αλκοόλ
και ξερατού που κατακλύζει πάντα
το κτήριο.

Μυρίζει σαν ... αίμα;

Κοιτάζω μηχανικά στα παπούτσια
μου και διαπιστώνω έντρομη πως στέκομαι πάνω σε μια λίμνη νωπού αίματος. Ξαφνικά νιώθω να ζαλίζομαι και αηδιάζω τόσο που μου έρχεται να αδειάσω το περιεχόμενο του στομαχιού μου στα πόδια μου.

Δηλαδή τα ποτά που ήπια πριν.

Τρέμοντας ακόμα απομακρύνομαι από εκεί και συνεχίζω τον δρόμο μου.

Όσο ανεβαίνω τα σκαλιά παρατηρώ μερικές κηλίδες αίματος και σημάδια από λασπομένες πατημασιές στο διάβα μου.

Τί σκατά συμβαίνει εδώ; Έχω φρικάρει εντελώς!

Ακολουθώ τα ίχνη σαν καλή περίεργη που είμαι. Μα καλά, γιατί δεν μπορώ να μείνω μακριά από μπελάδες για λίγο;

Χάνω την γη κάτω από τα πόδια μου μόλις διαπιστώνω πως τα σημάδια καταλήγουν έξω από το δωμάτιο μου!

Η πόρτα είναι μισάνοιχτη, αν και εγώ είχα διπλό κλειδώσει όταν έφυγα για το Σύνταγμα.

Σκέφτομαι για μια στιγμή να φύγω και να πάω να κοιμηθώ σε καμιά ξανθιά τσουλίτσα στο κάτω πάτωμα.

Αλλά τι μαλακίες λέω; Αφού στο τέλος θα μπω έτσι κι αλλιώς, γιατί το επεξεργάζομαι τόσο;

Αφήνω μήνυμα στον Λούις να έρθει αύριο για ' παρέα ' έτσι ώστε αν με απαγάγει ή σκοτώσει κάποιος να αντιληφθεί την απουσία μου.

Το φως είναι κλειστό και δεν το ανάβω για να μην γίνω αντιληπτή και να έχω το στοιχείο του αιφνιδιασμού.
Ακολουθώ μόνο την μυρωδιά του αίματος.

Η καρδιά μου χάνει έναν χτύπο όταν συνειδητοποιώ πως όντως δεν είμαι μόνη μου μέσα στο δωμάτιο.

Ακούω μια βαριά αναπνοή μέσα
στο σκοτάδι και ανατριχιάζω. Μένω ακίνητη για λίγα δεύτερα και κρατάω την ανάσα μου ενώ οι παλμοί μου χτυπούν κόκκινο.

Αντιλαμβάνομαι περίπου που βρίσκεται ο εισβολέας και πλησιάζω αργά και αθόρυβα. Βγάζω την γόβα στιλέτο μου προσεκτικά και την κρατάω ως όπλο.

Ας τολμήσει να μου επιτεθεί και θα του ανοίξω το κεφάλι!

Η σιγή με πνίγει για μερικά λεπτά μέχρι που έχω φτάσει ακριβώς από πίσω του με το τακούνι απειλητικά ορθομένο από πάνω του.

Πρίν κάνω οτιδήποτε, του ξεφεύγει ένα βογγυτό πόνου και τινάζομαι
με αποτέλεσμα να μου ξεφύγει μια μικρή κραυγή.

Κλείνω το στόμα μου με την παλάμη μου.

Σκατά, σκατά, σκατά!

"Ποιός είναι εκεί;" Προσπαθεί να πει σταθερά, αλλά δε τα καταφέρνει και ο πόνος γίνεται εμφανής στην φωνή του.

Κάνω μερικά βήματα πίσω, τρομαγμένη που με κατάλαβε.

Για μισό..

Είναι χτυπημένος; Ωραία.

"Εμφανίσου δειλέ!" Φωνάζει τώρα με δυσκολία.

Τότε τρώω φλασιά. Αυτή την βραχνή φωνή την ξέρω, είμαι σίγουρη.

"Άλεξ;" Λέω με δυσπιστία

"Άννα;" Προφέρει εξίσου δύσπιστος

Καλά με δουλεύει; Αφού ξέρει ότι είναι το δωμάτιο μου, έχει ξαναέρθει εδώ.

"Τί διάολο κάνεις εδώ;" Ρωτάω το προφανές ανασηκώνοντας το φρύδι μου.

"Μου έλειψες και ήρθα για επίσκεψη" ειρωνεύεται παρά την κατάσταση του.

"Ναι, πολύ αστείο"

"Μμμ" μουγκρίζει με αυτή την μπάσα φωνή του που είναι πολύ σέξι μπορώ να πω.

Γαμώτο τί λέω; Είναι χτυπημένος, πονάει!

"Είσαι εντάξει;"

Δεν απαντάει και ξέρω ήδη ότι πονάει πολύ για να μιλήσει.

Τρέχω και ανοίγω το φως.

Γυρίζω προς το μέρος του και το θέαμα που αντικρίζω είναι απλά απαίσιο.

Ο Άλεξ Κίνγκ βρίσκεται αιμόφυρτος στο πάτωμα, κουλουριασμένος σε μια γωνία κοντά στο κρεβάτι μου.Τα χέρι του σφίγγουν την κοιλιά του ενώ τρέμει ολόκληρος.Το σαγόνι του επίσης σφιγμένο σε μια προσπάθεια να υπομένει τον ανυπόφορο πόνο. Τα ρούχα του βρώμικα κολλάνε στο κατά ιδρωμένο σώμα του. Και εγώ μένω ακίνητη να τον παρατηρώ πονόντας για κάποιο λόγο μαζί του.

Προσπαθεί να σηκωθεί στιριζόμενος στο κομοδίνο μα πέφτει πάλι κάτω ουρλιάζοντας.

"Ό, Θεέ μου!" Φωνάζω σαν να ξύπνησα από λήθαργο και τρέχω κοντά του.

"Τί ... τί συνέβη;" ρωτάω δειλά πιάνοντας τον ώμο του.

"Όλα .. καλά. Βοήθα με να ανέβω στο κρεβάτι" πασχίζει να πει.

Νεύω ακόμη κι αν δεν με κοιτάζει και τα μάτια του είναι ερμητικά κλειστά.

Πιάνω το αριστερό του χέρι περνώντας το από τους ώμους
μου ενώ γονατίζω δίπλα του.

"Έτοιμος;" δυστάζω να τον μετακινήσω και μου κάνει
νόημα να συνεχίσω.

Τον σηκώνω σιγά σιγά προσέχοντας να μην τον πονέσω περισσότερο και τα σαρκώδη χείλη του γίνονται μια λεπτή γραμμή, το πρόσωπο του συσπάται.

Τον αφήνω απαλά στο κρεβάτι και
του βγάζω τα παπούτσια για να ξαπλώσει. Ανεβάζω και τα πόδια
του στο πάπλωμα και τον σκεπάζω
ως την λεκάνη του μόνο για να μην ακουμπήσει το ύφασμα την πληγή του.

Οι ανάσες του είναι ακανόνιστες, το τρέμουλο όλο και μεγαλώνει.

Σκίζω την μπλούζα του που είναι λουσμένη στο αίμα και τον ιδρώτα. Η πληγή χαμηλά, στα δεξιά της κοιλιάς του, είναι χειρότερη από ότι περίμενα.

Πλησιάζω δειλά το πρόσωπο του.

"Σφαίρα;" Ψελλίζω απαλά κοντά του και επιτέλους ανοίγει τα μάτια του απότομα καρφώνοντας τα στα δικά μου.

Αυτά τα μάτια ... Ποτέ δεν θα τα συνηθίσω. Ακόμα και με αυτή την πονεμένη έκφραση είναι τόσο έντονα και ζωντανά. Είναι περίεργο..

"Ναι" Λέει με την ανάσα του να χτυπά το πρόσωπο μου.

Για λίγο πανικοβάλομαι. Τρέχω στο μπάνιο και γυρίζω πίσω με πετσέτες, μια φουρκέτα και το βαλιτσάκι με τα είδη πρώτων βοηθειών.

"Τί κάν.." πάει να ρωτήσει αλλά δεν τον αφήνω.

"Σσσ, μην μιλάς, χάνεις δυνάμεις"

"Μα.."

"Ό, απλά σκάσε Άλεξ!"

Κλείνει τα μάτια του και πηγαίνω
κάτω, πηδώντας δύο δύο τα σκαλιά. Μπαίνω τυχαία σε δωμάτια άλλων
' συναδέλφων ' μου ψάχνοντας απεγνωσμένα για ποτό και επιπλέον κουβέρτες. Πρέπει να είμαι γρήγορη αφού κοντεύει τέσσερις και σε λίγο θα αρχίσουν να επιστρέφουν τα πρώτα κορίτσια. Βρίσκω αυτά που χρειάζομαι και γυρίζω πάνω τρέχοντας σαν τη δαιμονισμένη.

Κλειδώνω την πόρτα πίσω μου μόλις μπαίνω. Παίρνω από την τσάντα μου βελόνα και κλωστή, που κρατάω πάντα από τότε που πυροβόλησαν
τον Λούις στο Χιούστον και του έκανα ράμματα δίχως καμία γνώση.

Τα χέρια μου τρέμουν όσο πλησιάζω τον Άλεξ, είμαι πιο αγχωμένη από τότε.

Φαίνεται έτοιμος να κοιμηθεί και
αυτό δεν είναι καθόλου καλό.

"Άλεξ! Άλεξ άνοιξε τα μάτια σου"

Ηρεμώ όταν κάνει αυτό που του λέω και αντικρίζω επιτέλους τα ζαφείρια του. Χαμογελάει αμυδρά και ανταποδίδω.

"Μην τολμήσεις να τα ξανά κλείσεις, την έβαψες!" Τον προειδοποιώ δήθεν απειλητικά κουνώντας τον δείκτη μου κοντά στο πρόσωπο του.

Σηκώνω το κεφάλι του προσεκτικά με το ένα μου χέρι και με το άλλο φέρνω το στόμιο του μπουκαλιού στο στόμα του.

"Τί είναι;"

"Ρούμι. Πιές "

Κάνει αυτό που τού λέω.

Καθαρίζω το αίμα γύρω από την πληγή και απολυμένω την βελόνα
και την φουρκέτα με μπεταντίν.

Δεν ξέρω γιατί τρέμω τόσο πολύ, μα πρέπει να συγκεντρωθώ για το καλό του.

"Αυτό θα πονέσει"

"Το ξέρω"

"Θα ..."

"Θα είμαι εντάξει" με διαβεβαιώνει και με όση δύναμη του έχει απομείνει πιάνει το χέρι μου για να με καθησυχάσει. Μπορώ να πω ότι πετυχαίνει. Αν και είναι κρύο. Αφύσικα κρύο.

Μόλις με αφήνει παίρνω μία βαθιά ανάσα και με βαριά καρδιά κλείνω το στόμα του με ένα πανί. Νιώθω άσχημα για αυτό, αλλά αν τον ακούσει κάνεις θα έχουμε μεγαλύτερα μπλεξίματα.

Συγνώμη, λέω με το βλέμμα μου.

Όλα καλά, απαντά το δικό του.

Τον κοιτάζω για μια τελευταία φορά και ανοιγοκλείνει τις ματάρες του για επιβεβαίωση.

Ρίχνω ρούμι στην τρύπα που άνοιξε η σφαίρα στο κορμί του. Τραντάζεται ολόκληρος και του ξεφεύγουν κραυγές όμως καταπνίγονται από το πανί.

Γαμώτο, αυτό είναι απαίσιο, είναι πολύ απαίσιο, δεν μπορώ να το ακούω. Συνεχίζει να σπαρταρά από κάτω μου και πονάω κι εγώ μαζί του.
Αυτή η αίσθηση είναι μαρτυρική.
Ας τσαματήσει γρήγορα..

Τότε συνειδιτοποιώ πως δάκρυα κυλάνε στα μάγουλα μου.

Είμαι για λύπηση. Θυμώνω με τον εαυτό μου και τα σκουπίζω βιαστικά στις παλάμες μου.

Απολυμαίνω τα χέρια μου και με την φουρκέτα αρχίζω να αναζητώ την σφαίρα στην ματωμένη κοιλιά του.
Ευτυχώς δεν δυσκολεύομαι να την βρώ και δεν είναι πολύ βαθιά για να πέρασε διαμπερές ή να τραυμάτισε κάποιο ζωτικό όργανο όπως φοβόμουν. Θα πρέπει να τον
πέτυχαν από μεγάλη απόσταση.

Μόλις βγάζω το μικρό σίδερο
σφύγγει το χέρι μου απότομα.
Εγώ το απομακρύνω για να
συγκεντρωθώ στην πληγή του που
με την αφαίρεση του αντικειμένου αρχίζει να αιμορραγεί ξανά.

Ρίχνω αναγκαστικά κι άλλα ρούμι.
Το ύφασμα φεύγει από το στόμα του καθώς τραντάζεται. Περισσότερες κραυγές από αυτές που δεν αντέχω
να ακούω εξαπλώνονται στο χώρο.

Καθαρίζω για δεύτερη φορά την πληγή και αρχίζω να ράβω. Όταν τελειώνω οι αισθήσεις του τον έχουν σχεδόν εγκαταλείψει. Τοποθετώ γάζες και τυλίγω με επίδεσμο την ουλή περνώντας τον γύρο γύρο από την μέση του.

Του δίνω δύο παυσίπονα και ένα ποτήρι νερό. Με δυσκολία τα πίνει.

"Ποιός στο έκανε αυτό;" Τον ρωτάω καθώς καθαρίζω.

"Γιατί κάνεις πάντα τόσες πολλές ερωτήσεις;" Απορεί όπως και
την πρώτη φορά που ήρθε εδώ και χαμόγελα αμυδρά.

Χαμογελάω κι εγώ στην ανάμνηση.

Κρύβω τις ματωμένες πετσέτες κάτω από τις καθαρές στο ντουλάπι του μπάνιου.

Όταν ξανά μπαίνω στο δωμάτιο είναι υπερβολικά χλωμός, κάτασπρος σαν το πανί.

"Είσαι καλά;"

Δεν γυρίζει να με κοιτάξει.

"Μίλα μου" τον παρακαλάω ψυθιριστά αλλά το ποτήρι που κρατούσε πέφτει στο πάτωμα
και οι αισθήσεις του
τον εγκαταλείπουν...

[......]





Πραγματικά ελπίζω να σας άρεσε!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top