5. Ο Ιχνηλάτης

   Χρειαζόταν μια ασπιρίνη. Επειγόντως. Ο πόνος στο χείλος του θα ήταν αρκετός για να αιτιολογήσει ένα αναλγητικό, όμως στη σωματική δυσφορία είχαν έρθει για να προστεθούν και όλα τα πράγματα που είχε φέρει η μέρα για να ακουμπήσει πάνω στην πλάτη του. Πάνω απ' όλα ήταν η συζήτηση με τη Σίλβα που τον είχε εξουθενώσει. Ήταν θαύμα που κατάφερε να βγει από το γραφείο της όταν ήρθε η ειδοποίηση από τον Χίνατα για την ιατρική εξέταση στην οποία έπρεπε να υποβληθούν όσοι θα απάρτιζαν την αποστολή στον Blair32. Στην πραγματικότητα, ο μόνος λόγος που κατάφερε να σύρει τα πόδια του μέχρι το νοσηλευτήριο ήταν η πιθανότητα κάποιου φαρμάκου από το ντουλάπι της Βάργκα.

   Δεν ήταν ο πρώτος που έφτασε στο νοσηλευτήριο. Στην οθόνη, που ήταν κρεμασμένη από τον τοίχο δίπλα στην είσοδο, έπαιζαν ακόμη χιόνια, γεγονός που σήμαινε πως η επιχείρηση για την αποστολή του ιχνηλάτη δεν είχε ξεκινήσει ακόμη. Ύστερα από την απάντηση που ήρθε από τα Κεντρικά, αποφασίστηκε να ακολουθηθεί το σχέδιο του Υπεύθυνου Ασφαλείας. Το σχέδιο περιλάμβανε ένα μικρό, τηλεκατευθυνόμενο, μη επανδρωμένο σκάφος, το οποίο θα προσγειωνόταν στον Blair32 και θα άφηνε τρία ρομπότ-ιχνηλάτες στην επιφάνειά του. Το χρονοδιάγραμμα δεν ήταν ακριβές. Σύμφωνα με την αναφορά, τα ρομπότ θα έμεναν μέχρι να συλλέξουν «Αρκετά Δεδομένα». Ύστερα θα αποφασιζόταν βάση αυτών των δεδομένων αν ο πλανήτης θεωρούταν αρκετά ασφαλής να σταλεί και ένα επανδρωμένο σκάφος. Ο Άντριου δεν είχε αυταπάτες για την ελαστικότητα του όρου Ασφάλεια στη συγκεκριμένη συνάρτηση. Η εντολή από τα Κεντρικά ήταν διπλωματική αλλά σαφής - έπρεπε να βρεθούν άμεσα ανθρώπινα πόδια στο εξωγήινο χώμα.

   Μέσα στο νοσηλευτήριο, σε ένα από τα κρεβάτια ήταν ξαπλωμένη η Άγκαθα Χόπκινς. Η Βάργκα που ήταν καθισμένη δίπλα της, συναρμολογούσε τη σύριγγα με την οποία θα της έπαιρνε αίμα. Δεν την ήξερε καλά τη Χόπκινς. Φορούσε τη σκούρα πράσινη στολή των μηχανικών και είχε βγάλει τα παπούτσια της τα οποία ήταν ακουμπισμένα στα πόδια του κρεβατιού. Ήταν μια νέα γυναίκα, στην ηλικία της Βάργκα με ένα οβάλ, μελαχρινό πρόσωπο, κατάστικτο από σημάδια ακμής, το οποίο είχε ένα λευκό χνούδι στο πηγούνι του και πάνω από το άνω χείλος. Η μύτη της ήταν μεγάλη και βολβοειδής και τα μάτια της, ασύμμετρα μικρά και χωρίς μεγάλη απόσταση ανάμεσά τους, είχαν ένα έντονο γαλάζιο χρώμα που τα έκαναν να ξεχωρίζουν μέσα στα σκούρα χαρακτηριστικά της. Τα χείλη της έμοιαζαν να έχουν μια φυσική κύρτωση προς τα πάνω, η οποία έκανε το πρόσωπο της να φαίνεται φιλικό και ήρεμο.

   Στο διπλανό κρεβάτι ήταν καθισμένος ο Πολάσκι, γυρισμένος προς το μέρος της, με τα πόδια να αιωρούνται. Είχε καταπιαστεί με το κριτς κρατς από το πιεσόμετρο το οποίο ανοιγόκλεινε όσο μιλούσε. Όταν ο Άντριου στάθηκε στο κατώφλι, σταμάτησε απότομα και γύρισε να τον κοιτάξει. Παρόλα όσα είχαν συμβεί μέσα στη μέρα που τον είχαν βγάλει από το μυαλό του, η εικόνα του στο νοσοκομειακό κρεβάτι με τα πόδια να κινούνται μπρος πίσω ευδιάθετα, έστειλε ένα καυτερό κύμα εκνευρισμού σε όλο του το σώμα του Άντριου. Ο εκνευρισμός μετατράπηκε σε πραγματικό θυμό όταν ο Πολάσκι πετάχτηκε από τη θέση του και βάδισε με ταχύτητα προς το μέρος του.

   Δεν έκανε όμως κίνηση να τον χτυπήσει, όπως τον περίμενε. Αντιθέτως, έβαλε δυο χέρια στους ώμους του και τον αγκάλιασε.

   Το ξάφνιασμα ήταν τόσο μεγάλο που τον ακινητοποίησε. Έμεινε στη θέση του, με τα χέρια πεσμένα στο πλάι, όσο ο Πολάσκι τον χτυπούσε στην πλάτη και έλεγε:

«Έμαθα για τη μητέρα σου».

   Ο θυμός μέσα του εκρήχτηκε σε κάτι καυτό και τον έκανε να κάνει ένα βήμα πίσω, σπρώχνοντας τον Πολάσκι μακριά του. Του ήταν απίστευτο πως μέσα σε όλα αυτά θα έπρεπε να αντιμετωπίσει και την πλήρη ανικανότητα του Πολάσκι να διαβάσει την ατμόσφαιρα. Ο άλλος άντρας έδειξε να ξαφνιάζεται, σήκωσε τα χέρια στον αέρα, σε στάση παράδοσης και πισωπάτησε.

«Άσε μας ρε Ντμίτρι», του έφτυσε. «Όλα ξαφνικά ψωμί και αλάτι;»

«Προφανώς ψωμί και αλάτι, φίλε», απάντησε ο Πολάσκι χωρίς να κατεβάσει τα χέρια του. Έμοιαζε πραγματικά ανήσυχος. «Έχασες τη μητέρα σου».

   Ο Πολάσκι είχε ένα γαμψό πρόσωπο. Ήταν κοντός και λεπτός, με μια λευκή επιδερμίδα που γέμιζε κοκκινίλες και εξανθήματα με το παραμικρό. Το μέτωπό του ήταν τεράστιο και, όπως όλα του τα χαρακτηριστικά, έμοιαζε να προεξέχει, με αποκορύφωμα τη μεγάλη μύτη του που είχε ένα τέλειο τριγωνικό σχήμα λες και ήταν κομμένη με χάρακα. Είχε μακριά, ξανθά μαλλιά, λεπτά σαν κλωστές, τα οποία μάζευε πάντα σε έναν κότσο στη βάση του σβέρκου του με μια συλλογή από ξεφτισμένα, υφασμάτινα, ροζ κοκαλάκια. Από εκεί ήταν έτοιμος να τον αρπάξει ο Άντριου έτσι και έκανε καμιά κίνηση να τον αγκαλιάσει ξανά ή ακόμη χειρότερα, να αναφέρει πάλι τη μητέρα του.

   Την εκρηκτική κατάσταση διέκοψε η Χόπκινς η οποία ανακάθισε στο κρεβάτι της, πιέζοντας στη θέση του το τσιρότο που της είχε βάλει η Βάργκα ύστερα από την άντληση του αίματος.

«Συλλυπητήρια, Άντριου», είπε με έναν απαλό τρόπο. Ο Άντριου σκέφτηκε πως δεν την ήξερε αρκετά καλά για να της πει να πάει να γαμηθεί, οπότε δεν είχε άλλη επιλογή από το να τα δεχτεί τα απαλά, χαζά συλλυπητήρια.

«Είναι εντάξει», απάντησε κάπως αμήχανα. «Δεν ήμασταν πολύ κοντά».

«Και πάλι...» ξεκίνησε να λέει ο Πολάσκι αλλά ο Άντριου τον αγνόησε. Τον προσπέρασε και έφτασε ως τη Βάργκα, ακουμπώντας ανεπαίσθητα τον ώμο της.

«Μπορώ να σου πω λίγο;»

   Η Βάργκα δεν απάντησε. Κόλλησε ένα αυτοκόλλητο πάνω στο φιαλίδιο του αίματος της Χόπκινς, σημειώνοντας το όνομά της και ύστερα το τοποθέτησε στη βάση που είχε ήδη το φιαλίδιο του Πολάσκι. Σηκώθηκε όρθια και έκανε νόημα στον Άντριου να την ακολουθήσει στο γραφείο της, παίρνοντας μαζί της και τη βάση. Η όλη συμπεριφορά της ήταν μηχανική και κάπως παράξενη. Όταν μπήκαν στο γραφείο έκλεισε την πόρτα και γύρισε προς το μέρος του.

«Πες μου».

   Ο Άντριου δεν έχασε χρόνο.

«Ό,τι έμεινε από τον καπνό είναι κάτω από τη μπανανιά», της εξήγησε σιγανά ώστε να μην ακουστούν στο διπλανό δωμάτιο. «Τα λεφτά είναι στον φοίνικα».

   Η Βάργκα έμεινε να τον κοιτάει. Τίποτα δεν άλλαξε στο πρόσωπό της, λες και δεν τον είχε ακούσει καθόλου. Του γύρισε την πλάτη και ακούμπησε τη βάση πάνω στο γραφείο της, γυρνώντας ξανά προς το μέρος του με το ίδιο απαθές βλέμμα.

«Δεν θα πεθάνεις», είπε τελικά. Πολύ ξεκάθαρα.

   Ο Άντριου την κοίταξε για λίγο. «Δεν θα πεθάνω», της απάντησε. Του φαινόταν παράξενο που το μυαλό της πήγε κατευθείαν σε αυτή την προοπτική. «Αλλά μετά από αυτή την αποστολή δεν θα τα έχω μεγάλη ανάγκη».

   Δεν θα της ανέφερε το τεράστιο αίσθημα ντροπής που τον είχε πλακώσει στο γραφείο της Σίλβα. Είχε καθίσει στο γραφείο της, με τα νύχια του γεμάτα χώμα ακούγοντάς την να του εκμυστηρεύεται πως δεν ήθελε να τον στείλει στην αποστολή, ακόμη και αν ήταν απαραίτητο, επειδή της ήταν αρκετά σημαντικός για να μην θέλει να τον βλάψει. Ήταν μια ντροπή που θα τον κατέτρωγε αν δεν έβρισκε τρόπο να την αποτινάξει από πάνω του. Πέρα, όμως, από αυτό ό,τι είπε στη Βάργκα ήταν αλήθεια: Δεν είχε και ανάγκη τα χρήματα αυτά. Ό,τι και αν έβρισκαν στον Blair32 θα ήταν ικανό να τον βγάλει από τον βούρκο του.

   Ο ενθουσιασμός της προοπτικής πρέπει να φάνηκε στο πρόσωπό του, επειδή κάτι στη στάση της Βάργκα άλλαξε. Τα χέρια της άρχισαν να τρέμουν. Τα κοίταξε ξαφνιασμένη και τα ακούμπησε στην κοιλιά της, προσπαθώντας να τα κάνει να σταματήσουν.

   Ο Άντριου κατάλαβε.

«Φοβάσαι;»

   Ήταν κάπου ανάμεσα σε ερώτηση και δήλωση.

   Η Βάργκα σήκωσε το βλέμμα της. Υπήρχε κάτι σχεδόν υστερικό εκεί μέσα.

«Προφανώς και φοβάμαι», απάντησε με τη φωνή της να ακούγεται λεπτή και θυμωμένη. «Πώς γίνεται να μην φοβάμαι; Ο Πολάσκι αστειευόταν πριν πως οι εξωγήινοι θα μας τη μπουμπουνίσουν με το που το σκάφος μπει στην ατμόσφαιρά τους». Γέλασε, ένα μικρό υστερικό γέλιο και έκανε ένα βήμα πίσω, περνώντας τα χέρια μέσα από τα μαλλιά της. Όταν γύρισε να κοιτάξει τον Άντριου, τα μάτια της έλαμπαν. «Εγώ ήρθα εδώ για να μετρώ αρτηριακή πίεση και να θεραπεύω παρανυχίδες, καταλαβαίνεις;»

   Ο Άντριου καταλάβαινε, απλώς δεν το συμμεριζόταν. Χαμήλωσε τη φωνή του σε κάτι ήρεμο.

«Ο Πολάσκι είναι ηλίθιος», της είπε. «Μπορεί να μιλάμε για ένα εντελώς φυσικό φαινόμενο».

   Η Βάργκα δεν έμοιαζε όμως πρόθυμη να τον ακούσει.

«Χέσε μας, Άντριου», γέλασε και αποτραβήχτηκε. «Δεν καταλαβαίνεις», είπε. Το βλέμμα της είχε γίνει κάτι σκληρό. «Δεν τα θέλω τα λεφτά σου. Ας τα φάνε τα σκουλήκια». Είχε πλησιάσει την πόρτα και πριν ο Άντριου προλάβει να πει τίποτα, άγγιξε το χερούλι και χαμογέλασε παραιτημένη. «Πάμε να σου μετρήσω τη γαμημένη την πίεσή σου».

   Όταν βγήκε από το γραφείο φαινόταν πραγματικά έξαλλη και ο Πολάσκι με την Χόπκινς πρέπει να το αναγνώρισαν και μόνο από το περπάτημά της, επειδή σταμάτησαν αμέσως να μιλάνε και γύρισαν προς το μέρος της. Ο Πολάσκι είχε πιάσει ξανά το χριτς χρατς, το οποίο κειτόταν ανοιχτό και άνευρο στα χέρια του. Η Χόπκινς ήταν σκυμμένη για να δέσει τα παπούτσια της.

«Πού είναι η Ρόμπινσον;» ρώτησε, γυρνώντας απότομα προς το μέρος του Πολάσκι.

«Πού θέλεις να ξέρω;» απάντησε εκείνος. «Δεν είμαι ο κηδεμόνας της». Αλλά κάτι στο εξαγριωμένο βλέμμα της Βάργκα τον συνέτισε επειδή αμέσως μαζεύτηκε και μουρμούρισε παραιτημένα: «Με τη Ρασίντ. Έχουν συνάντηση».

«Γιατί πρέπει να κανονίζουν συνάντηση όταν ο Χίνατα σας έχει στείλει όλους για εξετάσεις; Γιατί δεν μπορούμε να έχουμε ποτέ ένα γαμημένο πρόγραμμα σε αυτό το κωλοχανείο;»

«Γιατί ρωτάς εμένα;» έκανε απηυδισμένος ο Πολάσκι, φέρνοντας τα δύο χέρια στο στήθος. «Εγώ το έφτιαξα το πρόγραμμα;»

«Συγγνώμη για την καθυστέρηση».

   Η φωνή είχε έρθει από την πόρτα. Η Αντριάνα Ρόμπινσον στεκόταν στο κατώφλι με τα χέρια διπλωμένα κάτω από το στήθος. Ο Άντριου την παρατήρησε για μια στιγμή ξαφνιασμένος με την κούραση που ήταν ξεκάθαρη στη στάση της. Ήταν μια εύσωμη, κοντή γυναίκα με ένα εκκεντρικό στυλ που αν έκανε κάτι αυτό ήταν να υπογραμμίζει και να κάνει πιο ξεκάθαρα τα τριάντα πέντε της χρόνια. Το πρόσωπό της ήταν τρυπημένο σε διάφορα σημεία, με αποκορύφωμα τα μεγάλα κούφια σκουλαρίκια στα αυτιά της που είχαν τεντώσει τους λοβούς προς τα κάτω, κάνοντας τους να μοιάζουν σαν ρώγες από σταφύλια. Φορούσε στρογγυλά γυαλιά μπροστά από ένα ζευγάρι έξυπνα καστανά μάτια και τα ξυρισμένα μαλλιά της άφηναν να φαίνεται ξεκάθαρο το ακουστικό βαρηκοΐας στο αριστερό της αυτί. Ήταν από τα άτομα που σεβόταν περισσότερο ο Άντριου μέσα στη Σειρήνα, για το λόγο κυρίως πως ήταν από τους λίγους που κουβαλούσαν στους ώμους του κάποιου είδους σημαντική καριέρα. Η Ρόμπινσον είχε δουλέψει αρκετά χρόνια υπό την εποπτεία του Κένγκο Καταγιάμα σε μεγάλες και επιτυχημένες επιχειρήσεις γαιοπλασίας, πριν αποφασίσει για άγνωστους και μάλλον αλλόκοτους λόγους να ασχοληθεί με τον πολύ λιγότερο επικερδή και εν ολίγοις σχεδόν νεκρό τομέα της εξερεύνησης.

«Να τη και η άσωτη κόρη», σχολίασε ο Πολάσκι ενοχλημένα.

   Η Ρόμπινσον τον αγνόησε. Έριξε ένα βλέμμα στην οθόνη.

«Ξεκίνησε;»

   Ο Πολάσκι κάγχασε. «Α, τώρα θέλεις να τη δεις;» είπε. «Επειδή πριν από μια ώρα η άποψή σου ήταν πως πρέπει να σηκωθούμε και να φύγουμε».

   Η Ρόμπινσον συνέχισε να τον αγνοεί. Λες και η ερώτηση της ήταν το σήμα το οποίο περίμεναν από το πιλοτήριο, η προβολή στην οθόνη άρχισε να αλλάζει. Τα τρεμάμενα γκρίζα στίγματα άρχισαν να δίνουν τη θέση τους στην καθαρή εικόνα η οποία ερχόταν από την κάμερα του τηλεκατευθυνόμενου σκάφους-ιχνηλάτη. Ήταν τόσο απότομη η αλλαγή που όλοι μέσα στο δωμάτιο κράτησαν την ανάσα τους. Ξαφνιασμένος, ο Άντριου ένιωσε τον χτύπο της καρδιάς του να επιταχύνει. Μπροστά τους, σε αυτή τη μικρή οθόνη που κρεμόταν δίπλα από την είσοδο του νοσηλευτηρίου, φαινόταν ξεκάθαρα ο καταπράσινος Blair32.

   Όσο το σκάφος πλησίαζε το έδαφος, γινόταν όλο και πιο φανερό πως η επιφάνεια του πλανήτη καλυπτόταν από τεράστια, πυκνά δάση, τα οποία δεν έμοιαζαν να τελειώνουν πουθενά. Ο Άντριου ένιωσε το βλέμμα του να χάνεται μέσα στο απέραντο πράσινο. Από την πλευρά του πλανήτη στην οποία βρισκόντουσαν, δεν έδειχνε να υπάρχει καμιά διακοπή στο τεράστιο δάσος, το οποίο έμοιαζε να απλώνεται προς κάθε πιθανό σημείο του ορίζοντα, χωρίς να αφήνει χώρο ούτε καν για κάποιο σώμα νερού. Η εικόνα του σκάφους-ιχνηλάτη το έκανε πλέον ξεκάθαρο και απίστευτα, υπέροχα αληθινό: ο Blair32 φιλοξενούσε ζωή.

   Ένα κύμα θορύβου ξεσηκώθηκε γύρω τους, καθώς τα μεγάφωνα της Σειρήνας άρχισαν να μετράνε αντίστροφα τα χιλιόμετρα μέχρι την προσεδάφιση. Κάθε αριθμός ήταν σαν ένας χτύπος για την καρδιά του Άντριου που έμοιαζε πλέον να χτυπάει αποκλειστικά και μόνο για το θέαμα στην οθόνη. Την ένιωσε σχεδόν να εκρήγνυται μέσα του καθώς το σκάφος έκοβε κατευθείαν μέσα από τα δέντρα, στέλνοντας σκοτάδι και παράξενους θορύβους στην οθόνη τους. Μπορούσε να ακούσει τη Χόπκινς δίπλα του να καταπνίγει μια κραυγή. Όλοι οι υπόλοιποι έμειναν σιωπηλοί, περιμένοντας.

   Χρειάστηκε αρκετή ώρα για να ηρεμήσει ξανά το πλάνο. Το σκάφος είχε κατρακυλήσει μέσα από τα κλαδιά σε μια ξεκάθαρα επίπονη κατάβαση αφού μέχρι και η κάμερα είχε γρατζουνιστεί και κοβόταν τώρα στη μέση από μια παράξενη θολούρα. Όταν επιτέλους βρήκε έδαφος όλο το νοσηλευτήριο τινάχτηκε, πέρα από τη Ρόμπινσον η οποία κοιτούσε την οθόνη κάπως θλιμμένα. Ο Άντριου ένιωθε όλο το οξυγόνο να τον έχει εγκαταλείψει και κοιτούσε την εικόνα με μια τέτοια ευφορία, όμοια της οποίας δεν είχε νιώσει ποτέ ξανά στη ζωή του.

   Εκείνη η στιγμή - ακριβώς εκείνη η στιγμή, όπου το πλάνο σταθεροποιήθηκε και έγινε πλέον ξεκάθαρο πως το σκάφος επιβίωσε της πτώσης, έμοιαζε να είναι η πιο σημαντική στιγμή της ζωής του.

   Ο Πολάσκι πετάχτηκε όρθιος και έβγαλε μια νικητήρια κραυγή.

«Το βλέπετε αυτό;» φώναξε. «Το βλέπετε;»

   Στο σημείο όπου είχε προσκρούσει το σκάφος, η βλάστηση ήταν τόσο πυκνή που δεν επέτρεπε στο φως του ήλιου να φτάσει το έδαφος. Μέσα από το σκοτεινό πλάνο που εξασφάλιζε ο ελάχιστος φωτισμός, φαινόταν ξεκάθαρο το έδαφος που ήταν καλυμμένο από παχιές ρίζες και κλιματσίδες οι οποίες κρεμόντουσαν κάθετα ως προς αυτό και τυλιγόντουσαν σαν φίδια.

   Για μερικά δευτερόλεπτα το πλάνο έμεινε ακίνητο. Ύστερα κουνήθηκε λίγο. Ήταν μια κίνηση σπασμωδική, λες και το έδαφος κάτω από την κάμερα ήταν ασταθές και έτρεμε. Ύστερα μετακινήθηκε ξανά και ο Άντριου παρακολούθησε με μεγάλο ενδιαφέρον καθώς στην οθόνη άρχισαν να εμφανίζονται χιόνια. Μια σκιά κινήθηκε μέσα στο πλάνο. Και ύστερα εξαφανίστηκε. Χρειάστηκαν λιγότερο από δέκα δευτερόλεπτα ώστε το σήμα από το τηλεκατευθυνόμενο σκάφος να χαθεί εντελώς και η οθόνη απλώς να μαυρίσει. 

Σημείωμα: να και οι υπόλοιποι χαρακτήρες μας!! Η Ρόμπινσον και ο Πολάσκι είναι απλά φαν <33 to me <33 Πώς σας φαίνεται η ομάδα μέχρι στιγμής;

Επόμενο κεφάλαιο ξεκινάει η αποστολή στον Blair32!

Αριάδνη!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top