Kεφάλαιο 8⁰

Ο Στέλιος σχεδόν έπεσε πάνω της να την φιλήσει, όταν ένα υπόκωφο "ναι" ξεπήδησε από τα χείλη της.

Μέχρι πριν λίγες ώρες νωρίτερα φοβόταν ότι μάλλον θα έπρεπε να περιμένει λίγο ακόμα πριν της προτείνει να γίνει η γυναίκα του.

Όταν όμως έκλεισε την πόρτα του δωματίου της και την είδε καθισμένη στον καναπέ να σκύβει για να βγάλει τα παπούτσια της, φαντάστηκε πως θα ήταν η ζωή μαζί της. Φαντάστηκε πώς θα ήταν να επιστρέφει από την επιχείρηση σε ένα σπίτι δικό του και να βρίσκει την αγαπημένη του σύζυγο να τον υποδέχεται. Φαντάστηκε τις ώρες που θα περνούσαν μαζί και τι θα έκαναν στον ελεύθερό τους χρόνο.

Τα χείλη του άγγιξαν τα δικά της και τότε, ένιωσε τον πόθο να φουντώνει ξανά μέσα του σχεδόν μανιασμένα. Αυτό που είχε προσπαθήσει να αποτρέψει από το να συμβεί πριν λίγες ημέρες, σήμερα ήταν αναπόφευκτο. Η καρδιά του χτυπούσε δυνατά και επέβαλε τον δικό της ρυθμό στο φιλί του. Ο Στέλιος πλέον δεν ήταν κύριος του εαυτού του, αλλά υπηρέτης του φλογερού πόθου που έτρεφε για την Λουΐζα.

Θολωμένος την τράβηξε ενάντια στο σώμα του και την πίεσε εκεί που ο παλμός του ήταν δυνατότερος.

Η Λουΐζα αλαφιασμένη αποτραβήχτηκε και τον κοίταξε έκπληκτη.

"Στέλιο, τι κάνεις;" Ρώτησε αιφνιδιασμένη καθώς τα χάδια του είχαν αλλάξει. Από γλυκά και τρυφερά είχαν μεταλλαχθεί σε απαιτητικά και πεινασμένα. Από την πλάτη της κατηφόρισαν ως την μέση της κι από εκεί κατέβηκαν στους γοφούς της, ζουλώντας και πιέζοντάς τους ενάντια στο σώμα του.

Τα χείλη του γρήγορα σφράγισαν το στόμα της, το οποίο άνοιξε με περίσσια προθυμία. Εν συνεχεία πέρασαν από το μάγουλό της και κατέβηκαν στον λαιμό της. Ο Στέλιος εισέπνευσε το γλυκό τριανταφυλλένιο άρωμά της και κατά έναν μαγικό τρόπο, τον έκανε να τρελαθεί ακόμη περισσότερο.

"Λουΐζα, δεν μπορώ να περιμένω άλλο." Γρύλισε ο Στέλιος. "Κοντεύω να τρελαθώ εξαιτίας σου."

"Μα ... μα δεν έκανα κάτι." Απάντησε εκείνη αθώα, αγνοώντας τι προσπαθούσε να της επικοινωνήσει ο Στέλιος.

Ο Στέλιος την κοίταξε για μια στιγμή έκθαμβος. Πώς μπορούσε να αγνοεί τα αισθήματα που του προκαλούσε;

Έσπρωξε το σάλι μακριά από τους ώμους της και γύμνωσε τον δεξί. Έσκυψε να την φιλήσει εκεί, όπου το κατάλευκο δέρμα της είχε αποκαλυφθεί.

"Είσαι πειρασμός, αγάπη μου." Το χέρι του Στέλιου κατηφόρισε ως τον αστράγαλό της και ανασηκώνοντας το φόρεμά της, ταξίδεψε ανηφορικά από την γάμπα, στον μηρό, ώσπου κατέληξε στην υγρασία μεταξύ των ποδιών της. "Και δεν θα ησυχάσω μέχρι να σε γευτώ." Την κάρφωσε με το βλέμμα του και τότε έχωσε τα δάχτυλά του κι ένιωσε την υγρασία της. "Θα πήγαινα ως την κόλαση για εσένα, Λουΐζα." Είπε και το στόμα της άνοιξε για να ξεγλιστρήσει ένας αδύναμος αναστεναγμός.

Με το ένα χέρι, ο Στέλιος συνέχισε να ασκεί ολοένα και αυξανόμενη πίεση στην περιοχή της που έκαιγε για χάρη του, ενώ με το άλλο την κρατούσε σταθερή, να μην φύγει από την θέση της.

Η Λουΐζα σε αυτήν την κατάσταση έμοιαζε και ένιωθε περισσότερο σαν μία άμορφη μάζα, που με κάθε χάδι του Στέλιου αποκτούσε και από μία διαφορετική μορφή. Ένιωθε σαν κάθε του χάδι, κάθε φιλί πρόσθετε νόημα στην μονότονη ζωή της. Με κάθε άγγιγμα η Λουΐζα νόμιζε ότι βρισκόταν ένα βήμα κοντύτερα στον παράδεισο.

"Στέλιο..." Ψέλλισε το όνομά του με κομμένη την ανάσα. Πλέον της ήταν δύσκολο ακόμη και να ανασαίνει.

Αμέσως, ο Στέλιος την πήρε στην αγκαλιά του και την εναπόθεσε προσεκτικά στο κρεβάτι. Αφαίρεσε το γιλέκο και το πουκάμισό του, έβγαλε τα παπούτσια του και ξάπλωσε στο πλευρό της Λουΐζας.

Η καρδιά της κόντεψε να σπάσει στην θέα του σμιλεμένου κορμιού του. Οι μύες του σφίγγονταν και χαλάρωναν με κάθε του κίνηση, όταν έβγαλε το πουκάμισο, όταν το πέταξε παραπέρα και όταν ξάπλωσε δίπλα της. Σαγηνευμένη περίμενε τον Στέλιο να κάνει την επόμενη κίνηση και να την καθοδηγήσει.

Όταν όμως εκείνος ξάπλωσε στο πλευρό της, απεκάλυψε το στήθος της και τα χείλη του το κύκλωσαν, η φλόγα μέσα της θέριεψε. Η Λουΐζα τέντωσε τα πόδια της εκστασιασμένη. Τα χάδια του ήταν τόσο ποθητά, αλλά τα χείλη του άναβαν φωτιές στο κορμί της.

"Σε θέλω τόσον καιρό, Λουΐζα. Άφησε με να σου δείξω τι νιώθω για εσένα." Είπε και η Λουΐζα διστακτικά κατένευσε.

Ο Στέλιος αφότου την βοήθησε να βγάλει το φόρεμα και τα εσώρουχά, απαλλάχθηκε από το υφασμάτινο παντελόνι και εσώρουχό του.

Κοίταξε γύρω του και συνειδητοποίησε ότι το φως ήταν πολύ δυνατό. Ενδεχομένως η Λουΐζα να μην αισθανόταν τόσο άνετα αν όλα τα φώτα ήταν ανοιχτά. Έτσι, ο Στέλιος τεντώθηκε ως την άλλην άκρη του κρεβατιού και από πάνω της για να κλείσει το ένα φωτιστικό.

Η Λουΐζα τον παρακολούθησε σαστισμένη και αδύναμη να αντιδράσει με οποιονδήποτε τρόπο, να στηρίζεται στο κεφαλάρι του κρεβατιού της και να σκύβει από πάνω της. Το στήθος του ήταν τόσο κοντά στα χείλη της που οι τριχούλες του την γαργαλούσαν.

"Τι κάνεις;" Τον ρώτησε βραχνιασμένη και το βλέμμα του συνάντησε το δικό της.

"Κλείνω το φως."

"Κλείνεις το φως; Γιατί;"

"Γιατί είναι πολύ φωτεινά εδώ μέσα." Της χαμογέλασε διασκεδάζοντας με την συζητησούλα τους.

"Μα αν είναι σκοτεινά, τότε πώς- Θέλω να πω πώς θα μπορέσουμε..."

Ο Στέλιος γέλασε με την αμηχανία της. Ήταν τόσο γλυκιά μέσα στην άγνοια της.

"Θα το αφήσω ανοιχτό αν θέλεις." Πρότεινε ο Στέλιος με ένα ικανοποιημένο χαμόγελο να στολίζει τα χείλη του.

"Όχι, όχι, εντάξει. Εσύ ξέρεις καλύτερα." Απάντησε πανικόβλητη κι έστρεψε το κεφάλι της από την άλλη μεριά ντροπιασμένη. Τι ήθελε και τον είχε ρωτήσει για το φως; Τώρα είχε ντροπιάσει τον εαυτό της με τον χειρότερο τρόπο και ο Στέλιος θα το θυμόταν για μια ζωή.

"Θα κλείσω μόνο το ένα." Έσκυψε και την φίλησε. Έπειτα, τεντώθηκε πάλι από πάνω της, αλλά αυτήν την φορά επέτρεψε στους γοφούς του να ξεκουραστούν πάνω της.

Η Λουΐζα ένιωσε το βάρος του να την πλακώνει ευχάριστα. Αναδεύτηκε από κάτω του και τότε ένιωσε κάτι σκληρό ενάντια στην κοιλιά της. Σήκωσε το βλέμμα της στον Στέλιο, ο οποίος είχε μόλις κλείσει το φως, και τον παρακολούθησε προσεκτικά να χωρίζει τα πόδια της και να χώνεται ανάμεσά τους.

Το βλέμμα του από ανοιχτό πράσινο είχε μετατραπεί σε μαύρο του εβένου. Ήταν ξεκάθαρο και στους δύο πλέον ότι ο πόθος για την Λουΐζα δεν ήταν πρόσκαιρος ούτε ασυνεχής. Αντιθέτως, είχε κερδίσει τόσο έδαφος μέσα του που πλέον ο Στέλιος οριζόταν από αυτόν. Ήθελε να την αγγίξει, να την νιώσει, να την γευτεί τόσο πολύ, που πραγματικά ένιωθε ότι ήταν έτοιμος να εκραγεί. Έτσι, πεινασμένος που ήταν, πίεσε τον εαυτό του στην είσοδό της και την κοίταξε.

Η Λουΐζα ξαφνιάστηκε όταν τον ένιωσε και αμέσως σφίχτηκε.

"Ηρέμησε, αγάπη μου. Έχεις τον λόγο μου ότι θα το απολαύσεις όσο κι εγώ." Την φίλησε ο Στέλιος, μάλαξε το στήθος της και έπαιξε με την θηλή της. Η Λουΐζα έκλεισε τα μάτια και χαλάρωσε στην αγκαλιά του.

Εκείνο το βράδυ στον κήπο του πατρικού του, ο Στέλιος την είχε χαϊδέψει στο στήθος, αλλά τίποτα δεν την είχε προετοιμάσει για αυτού του είδους το χάδι. Η Λουΐζα δεν είχε σκεφτεί ποτέ της ότι η γλώσσα του ήταν ικανή με δυο-τρεις επιδέξιες κινήσεις να της φέρει τέτοια ευχαρίστηση. Ο τρόπος που έγλειφε και φιλούσε τις θηλές της τις έκανε να σκληρύνουν και να ανυψωθούν σαν μικρές κορυφές βουνού. Όσο περισσότερο θώπευε το ερεθισμένο στήθος της, τόσο περισσότερο ήθελε να συνεχίσει να παίζει μαζί του.

Αφέθηκε, λοιπόν, στα χέρια του και έκλεισε τα μάτια της.

Έκπληκτος από την δεκτικότητά της, ο Στέλιος έσκυψε να την φιλήσει. Περίμενε κάποιου είδους ειρωνικό σχόλιο ή αντίδραση, αλλά αυτή ποτέ δεν ήρθε. Άραγε αυτός ήταν ο τρόπος της Λουΐζας να δείξει στον Στέλιο ότι του παραδινόταν;

Ο Στέλιος ακόμη αδυνατούσε να πιστέψει πως αυτό το υπέροχο πλάσμα πριν λίγες στιγμές είχε δεχτεί να τον παντρευτεί και τώρα βρισκόταν αυτήν την στιγμή στην αγκαλιά του. Ήταν πραγματικά απορίας άξιο να αναρωτηθεί.

Η Λουΐζα όντως θέλησε να τον πειράξει λέγοντας: "Ξέρεις τι πιστεύω για τον λόγο σου". Όμως, τίποτε δεν βγήκε από τα χείλη της. Τα μάτια του την μαγνήτιζαν και την αποπροσανατόλιζαν. Ήταν σχεδόν μαγικός ο τρόπος που το χρώμα τους άλλαζε ανάλογα με το φως και την διάθεσή του. Την σαγήνευαν τόσο που με δυσκολία μπορούσε να στρέψει το βλέμμα της αλλού μόλις αυτό συναντούσε το δικό του.

Ο Στέλιος άσκησε λίγη πίεση στο φλεγόμενο κέντρο της.

"Απλά χαλάρωσε και εμπιστεύσου με." Της ψιθύρισε και ώθησε τον εαυτό μέσα στην υγρασία της.

Η Λουΐζα αναδεύτηκε από κάτω του για δεύτερη φορά και παρέμεινε ακίνητη.

"Αν σε πονέσω, πρέπει να μου το πεις." Ακινητοποιήθηκε πάνω της και την κοίταξε με τον πιο ανήσυχο και ταυτοχρόνως μπερδεμένο και συγχυσμένο τρόπο, σαν να πάλευε με τον εαυτό του να σταματήσει.

"Δεν... πονάω ακριβώς. Απλά είναι άβολο." Άβολο. Αυτή ήταν η σωστή λέξη για να περιγράψει τι αισθανόταν αυτήν την στιγμή.

"Κάνε λίγη υπομονή. Θα γίνει καλύτερο. "Σου το υπόσχομαι." Συνέχισε ο Στέλιος και έσπρωξε λίγο -λίγο παραπάνω έως ότου η Λουΐζα καλωσόρισε σχεδόν τον μισό μέσα της.

"Περίμενε! Περίμενε!" Άπλωσε τα χέρια της στο στήθος του και τον σταμάτησε.

"Τι συνέβη; Σε πόνεσα;" Ανησυχία καθρεφτίστηκε στα μάτια του.

"Ίσως να ξεπέρασε το επίπεδο του απλά άβολου και να έγινε ενοχλητικό."

"Θέλεις να σταματήσω;" Ο Στέλιος δεν γνώριζε ότι αυτή η ερώτηση θα τον πονούσε τόσο. Κατάπιε, όμως, το πόνο και εξαφάνισε κάθε ίχνος απογοήτευσης που είχε τρυπώσει μέσα του, διότι με μία της λέξη, ο Στέλιος θα σταματούσε.

"Όχι. Θέλω μόνο μερικές στιγμές να συνηθίσω... την αίσθηση."

Ο Στέλιος της χαμογέλασε και την φίλησε.

"Ζεις για να με βασανίζεις."

"Αυτό πιστεύω πως είναι η δουλειά των αδελφών. Εγώ είμαι η μέλλουσα σύζυγός σου." Τύλιξε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του και τότε, ο Στέλιος την ένιωσε να σφίγγεται γύρω του.

"Κυρία Ιωαννίδη, δεν αντέχω άλλο." Τα χείλη του ταξίδεψαν στον λαιμό της με σαφή προορισμό το στήθος της. "Μου επιτρέπετε να συνεχίσω το καθήκον μου;" Και πριν καν λάβει απάντηση, ώθησε τον εαυτό του πιο βαθιά μέσα της κόβοντας την ανάσα της.

"Είπες ότι θα γίνει καλύτερο!" Τον κατηγόρησε η Λουΐζα και βύθισε τα νύχια της στην σάρκα της πλάτης του. Ήθελε να κρατηθεί από κάπου και η πλάτη του ήταν η καλύτερη επιλογή. "Και δεν είμαι ακόμα η σύζυγός σου!"

"Όχι ακόμα." Ο Στέλιος για μια στιγμή υποχώρησε, αλλά την αμέσως επόμενη με μια ώθηση βρέθηκε πάλι μέσα της.

Τα φρύδια της Λουΐζας ενώθηκαν, τα μάτια της γούρλωσαν και τα χείλη της χωρίστηκαν.

"Στέλιο!" Τσίριξε με κομμένη την ανάσα.

Ο Στέλιος έσπρωξε τους γοφούς του ενάντια στους δικούς και την στιγμή που η Λουΐζα ετοιμάστηκε να παραπονεθεί ξανά, σφράγισε το στόμα της με το δικό του.

"Δεν ξέρεις πόσον καιρό περίμενα γι' αυτό... για εσένα, Λουΐζα." Το μουστάκι του έγδαρε την απαλή επιδερμίδα της. "Δεν μπορείς να καταλάβεις πόσο σε θέλω, πως με κάνεις να νιώθω."

Η λαβή της χαλάρωσε και το βλέμμα της μαλάκωσε. Περίμενε; Περίμενε εκείνη;

Η Λουΐζα ήξερε ότι είχε υπάρξει άδικη απέναντι στον Στέλιο και ότι κατά καιρούς τον έκρινε βάσει της εμφάνισης και της επιφανειακής συμπεριφοράς του. Όσο ο καιρός όμως περνούσε και ο Στέλιος ξεδίπλωνε και της απεκάλυπτε μια διαφορετική πλευρά του, η Λουΐζα άρχισε να έλκεται σαν μαγνήτης πάνω του. Ο Στέλιος της είχε εξομολογηθεί το ενδιαφέρον του από πολύ νωρίς, αλλά εκείνη δίχως δεύτερη σκέψη τον είχε απορρίψει.

Πράγματι υπήρξε άδικη. Μήπως ήταν και αυτήν την στιγμή; Μήπως τον εκμεταλλευόταν;

Η Λουΐζα έδεσε τα πόδια της γύρω από την μέση του και τον κοίταξε έντονα.

"Τότε, δείξε μου. Φίλησε με." Δεν υπήρχε ούτε ίχνος ευγένειας στον τόνο της. Μόνο η απαίτηση για να της δείξει όλα όσα της είχε υποσχεθεί.

Ο Στέλιος τότε, στηριζόμενος στο ένα χέρι, αγκάλιασε με την παλάμη του κι ανασήκωσε τον γοφό της. Έσπρωξε τον εαυτό του πιο βαθιά μέσα της και η Λουΐζα συσπάστηκε ξανά γύρω του. Τα χείλη του φυλάκισαν τα δικά της και εμπόδισαν τα μουρμουρητά της να δραπετεύσουν.

Η Λουΐζα έσπρωξε την λεκάνη της ενάντια στο σκληρό μέλος του κι ένιωσε να βυθίζεται ολοένα και περισσότερο σε ό,τι ένιωθε, τον πόθο, στον Στέλιο. Ο πόθος της διεγέρθηκε έως ότου η Λουΐζα άρχισε να χάνει τον έλεγχο.

"Δεν θα επιθυμούσα τίποτε περισσότερο στη ζωή μου από το να φτιάξουμε τη δική μας οικογένεια, δεσποινίς Χατζημιχαήλ... Θα με παντρευτείς;" Τα λόγια του Στέλιου έπαιζαν συνεχώς στον νου της σαν ο Στέλιος να τα επαναλάμβανε ξανά και ξανά.

Πλέον ήταν η μνηστή του και πολύ σύντομα η σύζυγός του. Η Λουΐζα θα του έδινε τα πάντα, όπως κι εκείνος της είχε χαρίσει τον κόσμο όλο.

Το δέρμα της όπου το άγγιζαν τα χείλη του έκαιγε.

Το χέρι του ανηφόρισε από τον γοφό της στο στήθος της κι από εκεί στο πλευρό του προσώπου της. Ο Στέλιος έσκυψε πάνω από τον ώμο της, δίνοντας της πρόσβαση στον λαιμό του.

Η Λουΐζα δοκίμασε όλα όσα είχε κάνει πάνω της ο Στέλιος σε εκείνον. Φίλησε τον εκτεθειμένο λαιμό του, γεύτηκε τον αλμυρό ιδρώτα του και μύρισε το αρρενωπό άρωμα του.

Τότε οι ωθήσεις του άρχισαν να γίνονται πιο γρήγορες και πιο απότομες. Η Λουΐζα συνειδητοποίησε ότι τα πόδια έπεσαν στο στρώμα τρεμάμενα και η ανάσα της ήταν κοφτή, γρήγορη και άρρυθμη.

Ο Στέλιος την ένιωσε να τρέμει και να συσπάται γύρω του και τρελάθηκε. Ώθησε απεγνωσμένα δυο, τρεις, τέσσερις φορές, προτού τραβηχτεί μακριά της και αφήσει τον εαυτό του να ελευθερώσει όλην αυτήν την συσσωρευμένη ένταση.

Ξάπλωσε στο στρώμα και τράβηξε την Λουΐζα στην αγκαλιά του. Εκείνη έγειρε το κεφάλι της στον ώμο του και ψέλλισε με κομμένη την ανάσα: "Έγινε όντως καλύτερο."

Ο Στέλιος χαμογέλασε και την έσφιξε στην αγκαλιά του. Η γυναίκα αυτή ήταν η σωτηρία του, η ζωή του, τα πάντα του.

Α/Ν
Καλησπέρα!!! Έφτασε κι αυτό το κεφάλαιο, το οποίο ομολογώ πως είναι μικρό, αλλά ιδιαίτερα spicy!

Πώς σας φάνηκε; Περιμένω τις εντυπώσεις σας στα σχόλια!

Επίσης, σκέφτομαι να δηλώσω αυτήν την ιστορία σε έναν διαγωνισμό, αλλά θα σας ενημερώσω αν εν τέλει το κάνω!

Αυτά τα ολίγα από εμένα!

Πολλά φιλιά,
Στέλλα

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top