Τώρα θα δεις...!
<Γατούλα ήσουν σήμερα> Κατέβασε το βιβλίο λίγο πιο κάτω για να φανεί το πρόσωπο σου.
Τα χέρια μου προσπαθούσαν να βρουν το φερμουαρ του φορέματας, για να το ξεκουμπώσω, όμως συνέχεια μου ξέφευγε και δεν μπορούσα να το κατεβάσω.
<Μπα δεν ήταν τίποτα αυτό> Και μου έκανε νόημα να πάω να κάτσω δίπλα του στο κρεβάτι για να με βοηθήσει με το φόρεμα.
Τα χέρια του έπιασαν τον αυχένα μου και άρχισαν να εκτελούν μαλακές κυκλικές κινήσεις.Το ένα συνέχισε να μου κάνει μασάζ, ενώ το άλλο κατευθύνθηκε προς το φερμουάρ. Το κατέβαζε σιγά σιγά αφαιρόντας όλο το ύφασμα από την πλάτη μου. Το χέρι που έτριβε τον αυχένα μου άρχισε να προχωράει προς τα κάτω χαιδεύοντας όλή την πλάτη μου, ώστε να μην έχει και εκείνη κανένα παράπονο.
Η θερμή παλάμη του διέσχισε όλη την σπονδυλική μου στήλη και αφού είχε ξεκουμπώσει εντελώς το φόρεμα έβαλε τα χέρια του στους ώμους μου αφαιρόντας όλο το ρούχα από το πάνω μέρος του σώματος μου.
<Το ξέρεις ότι είναι πολύ σέξι να με διεκδικείς εεε...?> Με φίλησε στο μέρος του λαιμού πίσω από το αφτί.
<Τότε θα το κάνω όλο και περισσότερο> Γύρισα και του έκλεισα το ματάκι. <Συνέχισε να διαβάζεις γιατί σε λίγο θα κλείσω το φως. Θέλω να κοιμηθώ> Τον έσπρωξα πίσω και σηκώθηκα από το κρεβάτι αφαιρώντας το φόρεμα εντελώς από πάνω μου.
<Γιατί τόσο νωρίς για ύπνο?> Κάθισε ξανά έτσι όπως τον είχα βρει όταν μπήκα μέσα και έβαλε το βιβλίο μπροστά στα μούτρα του.
<Γιατί κουράστηκα σήμερα, άσχετα αν δεν έκανα τίποτα το ιδιαίτερο από τις υπόλοιπες μέρες> Σήκωσα το φόρεμα από κάτω και το έβαλα στα άπλυτα.
<Έλα να σε ξεκουράσω εγώ γυναίκα!> Και σήκωσε τα φρύδια του υπονοώντας με ποιον τρόπο θα με ξεκούραζε.
<Τζον στα αλήθεια νιώθω κομμένοι από το απόγευμα. Δεν έχω όρεξη για τίποτα>
Φόρεσα την μπεζ νυχτικιά μου και σκαρφάλωσα στο κρεβάτι μπουσουλώντας στα τέσσερα μέχρι να φτάσω στην μεριά μου. Χώθηκα κάτω από το στρώμα και γύρισα την πλάτη μου στον Τζον για να μπορεσεί να με πάρει ο ύπνος, για να μην με ενοχλέι τόσο το φως.
<Λίζα θες να πάμε σε κανέναν γιατρό?> Άκουσα να κλείνει το βιβλίο και με αγκάλιασε. Τα τεράστια χέρια του έκλεισαν το μικροσκοπικό σώμα μου στα χέρια του και με έσφυξε πάνω του, για να ζεσατθώ.
<Δεν είναι τίποτα. Να δεις που αύριο θα είμαι καλύτερα> Γύρισα λίγο το κεφάλι μου για να τον δω και να τον καθησυχάσω με ένα φίλι.
<Αν δεν είσαι καλά το πρωί δεν θα έρθεις στην δουλειά να ξες> Μου έκανε μια μικρή ενημέρωση και έχωσε το κεφάλι του ανάμεσα στον λαιμό και τον ώμο μου.
<Δεν θα πεθάνω επειδή νιώθω λίγο κουρασμένη ρε Τζον μην γίνεσαι υπερβολικός!> Τον μάλωσα γλυκά τρύβοντας το χέρι του.
<Μίλησα. Κοιμήσου γρήγορα αλλιώς θα φωνάξω τώρα τον γιατρό> Είπε αυστήρά.
<Καληνύχτα και όνειρα γλυκά μωρό μου> Είπα και χώθηκα λίγο καλύτερα μέσα στην αγκαλιά του.
Ήξερα ότι αν το συνέχιζα θα φώναζε τον οικογενειακό γιατρό του αλλά και θα μαλώναμε. Μερικές φορές γινόταν τόσο πειρματάρης και εγωιστής που καταλίγαμε να κοιμόμαστε στο ίδιο κρεβάτι αλλά σαν δυο ξένοι. Δεν πάει ούτε με αφήνει να πάω στον καναπέ, έτσι φτάνουμε να μοιραζόνμαστε το κρεβάτι και ο καθένας να έχει βολευτεί στην δικιά του γωνία. Ούτε όταν είχαμε παντρευτεί δεν είχαμε κοιμηθεί έτσι όπως όταν μαλώνουμε.
*****************
<Λίζα?> Άκουσα την βραχιασμένη φωνή του Τζον όμως δεν μπορούσα να απαντήσω.
Ήταν έξι το πρωί και είχα ξυπνήσει εξαιτίας τις διάφορες αναταράξεις που είχε το στομάχι μου. Τώρα μετά από ένα τέταρτο βρισκόμουν έχοντας αγκαλιά την τουαλέτα και βγάζοντας ότι είχα φάει εχθές στο βραδινό.
<Μωρό μου είσαι καλά?> Άκουσα την πόρτα να ανοίγει και την φωνή του Τζον. <Λίζα τι...> Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την πρόταση του και για δεύτερη φορά πήρα αγκαλιά την τουαλέτα.
Κάθισε μαζί μου κάτω στο πάτωμα και μου μάζεψε τα μαλλιά με ένα λαστιχάκι που είχα πάνω στον πάγκο του νιπτήρα. Χαίδευε την πλάτη μου και μου έλεγε να ηρεμίσω. Όταν τελείωσα σκούπισε το στόμα μου με χαρτί και με ρώτησε αν αισθανόμουν καλύτερα. Του κούνησα θετικά το κεφάλι και από την αδυναμία μου ξάπλωσα πάνω στον ώμο του. Με σήκωσε όρθια και με βοήθησε να πλίνω τα δόντια μου για να με πάει μέσα να με ξαπλώσει.
Έτσι όπως ήταν από πίσω μου για να με κρατάει μπορούσα να ακούσω τον χτύπω της καρδιάς του που κάθε φορά ήταν σαν να ήθελε να βγει έξω από την ταραχή του.
<Είμαι καλά Τζον> Σήκωσα πάλι το χέρι μου και του έκανα νόημα να ηρεμίσει. Με πήρε αγκαλιά και με πήγε στο κρεβάτι. Με σκέπασε μέχρι πάνω και αφού βεβαιώθηκε ότι δεν μπαίνει κρύο από πουθενά, πήρε το κινητό του και βγήκε έξω από το δωμάτιο.
<Πωω τώρα θα έρθει με τον γιατρό αγκαζέ!> Είπα αν και δεν ήταν κανείς εκεί να με ακούσει.
****************
<Δεν χρειάζεται να ανησυχείτε για τίποτα κύριε Γουόραλντ> Είπε και έβαλε ότι έραγλεία είχε βγάλει για την εξέταση μου μέσα στην μαύρη τσάντα του. <Αύριο θα βγούνε και οι εξετάσεις αίματος και θα δείτε ότι είναι μια απλή ίωση> Έκλεισε την τσάντα και σηκώθηκε από το κρεβάτι.
Ο Τζον τον συνόδευσε μέχρι την έξοδο και μετά τον άκουσα να ανεβαίνει χοροπηδόντας τα σκαλιά. Δίπλα στο κομοδίνο είχε φέρει έναν δίσκο με ψωμάκι και ένα πιάτο σούπα. Είμαι σίγουρη πως τώρα έρχεται να με ταίσει με το ζόρι.
<Επειδή είμαι μια χαρά και πολύ καλύτερα από πριν δεν υπάρχει λόγος να πάρω άδεια από την δουλειά!> Είπα μόλις μπήκε μέσα και πήρα τον δίσκο αγκαλιά για να φάω γρήγορα την σούπα.
<Δεν έχεις να πας πουθενά> Ξεκούμπωσε την ζακέτα του και την πέταξε με φόρα στην πολυθρόνα. Σειρά είχε το τζιν.
Είχε ντυθεί πρόχειρα για να υποδεχτεί τον γιατρό και δεν είχε φορέσει μπλούζα. Τώρα στεκόταν μπροστά στην ντουλάπα και κουτούσε τι ρούχα να βάλει, ενώ εγώ θαύμαζα τον ωραίο άντρα που στεκόταν γυμνός μπροστά μου μόνο με το μπλε σκούρο μποξεράκι του. Τα χέρια του άνοιγόκλειναν διάφορα συρτάρια και οι μυς της πλάτης του κάνανε το στομάχι μου να χορεύει και να σφίγγεται από το ωραίο θέαμα.
<Τζον αλήθεια νιώθω πολύ καλύτερα> Είπα αλλά δεν είδα καμία αντίδραση. <Ακόμα κι αν με αφήσεις στο σπίτι θα κάτσω να το τακτοποιήσω> Έφαγα μια κουταλιά σούπας με το που τον είδα να γυρνάει προς την μεριά μου.
<Θα κάτσεις εκεί που είσαι και δεν θα κουνηθείς με άκουσες?> Με ρώτησε νευριασμένος.
<Γιατί γίνεσαι τόσο υπερπροστατευτικός τα νεύρα μου?> Χτύπησα τα χέρια μου στο πάπτωμα και χύθηκε λίγη σούπα από το πιάτο.
<Γιατί αν δεν σκεφτώ εγώ την υγεία σου θα γίνεις ακόμα χειρότερα. Δεν εμπιστεύομαι το μικρό μυαλουδάκι σου!> Γύρισε ξανά στην ντουλάπα και άρπαξε ένα μία κρεμάστρα με ένα μπλε πουκάμισο.
<Αυτό ήταν πάρα πολύ κακό Τζον!> Είπα προσβεβλημένη αλλά δεν φάνηκε να νοιάστηκε. Αυτός συνέχισε να ντύνεται όσο εγώ έτρωγα την σούπα μου. Δεν μου έριξε ούτε μια ματιά, αλλά εγώ δεν είχα σταματήσει να τον καρφώνω με το βλέμμα μου. <Ότι και να πεις εγώ θα έρθω> Είπα όταν άνοιξε την πόρτα για να φύγει.
<Δεν το νομίζω!> Έβγαλε από την τσέπη του ένα κλειδί και μου το κούνησε πανηγυρικά.
<Τζον θα μαλώσουμε άσχημα!> Άφησα γρήγορα τον δίσκο πάνω στο κρεβάτι και έτρεξα προς την πόρτα όμνως αυτός είχε πρόλαβει να την κλείσει και να την κλειδώσει. <Τζον ξεκλείδωσε με τώρα!> Φώναζα σαν την υστερική μέσα στο δωμάτιο, τραβώντας το χερούλι, όμως δεν γινόταν τίποτα.
Άκουσα το αμάξι και έτρεξα στο παράθυρο. Το άσπρο αμάξι του έφυγε γρήγορα από την αυλή του σπιτιού και η πύλη της αυλής έκλεισε.
<Θα τον σκοτώσω!> Φώναξα από τα νεύρα μου και έκλεισα τις κουρτίνες. <Δεν θα περάσει έτσι αυτό κύριε Γούοραλντ!> Και πήρα το τηλέφωνο στα χέρια μου.
Πληκτρολόγησα τον αριθμό του Φίλιπ και περίμενα υπομονετικά να το σηκώσει.
<Έλα κουμπαρούλη!> Είπα μόλις το σήκωσε. Ήταν φανερό ότι μόλις είχε ξυπνήσει από την βαρια φωνή του. <Ξες ο Τζον έφυγε για το γραφείο και επειδή εχθές παιζαμέ κάτι παιχνιδάκια, ξέρεις εσύ τι είδους, και έχει ξεχάσει να μου βγάλει τις χειροπέδες. Σε παρακαλώ έλα στο σπίτι με έναν κλειδαρα γιατί δεν τις βλέπω να ανοίγουν με τίποτα!> Του είπα ψέματα και αυτός έτσι κοιμισμένος που ήταν το πίστεψε.
Έκλεισα το τηλέφωνο και άρχισα να ντύνομαι γρήγορα. <Τώρα θα δεις μωρό μου!>
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top