Στο γραφείο
Λευκό. Πάλι λευκό. Το σπίτι ήταν λευκό. Και το γραφείο ήταν λευκό. Το γυάλινο γραφείο του ήταν δέκα μέτρα μακρυά από την πόρτα και από πίσω του είχε την μεγάλη τζαμαρία που έβλεπες όλη την θέα της πόλης. Κάθισα πάνω στο γραφείο, έτσι ώστε να βλέπω τους ουρανοξύστες απέναντι μου. Η πόρτα άνοιξε απότομα και έκλεισε με τόση δύναμη, που δεν χρειαζόταν να δω, για να καταλάβω ποιος ήταν.
<Τι ήταν όλο αυτό?> Τον άκουσα να βρυχάται και να περπατά χτυπώντας τα πόδια του στο έδαφος.
<Τίποτα που να φάνηκε να σε πείραξε!> Του απάντησα και εκείνος με γύρισε με δύναμη στην μεριά του.
<Δεν κατάλαβες καλά! Εκείνη την στιγμή κάναμε δουλειά> Έριξε το σώμα του μπροστά, βάζοντας τα χέρια του αριστερά και δεξιά μου.
<Αααα... Δηλαδή εσύ θεωρείς δουλειά να βλέπεις την άλλη ξεκούμπωτη!> Και τον χτυπούσα με το δάχτυλο μου πάνω στο στήθος του, λέγοντας την κάθε λέξη ξεχωριστά.
<Πρώτον καλά θα κάνεις να την συνηθίσεις> Και έπιασε το δάχτυλο μου. <Δεύτερον δεν νομίζω να κοίταξα προς την μεριά της> Και Άρχισε να σκύβει ακόμα περισσότερο προς τα εμένα. <Και τρίτον έτσι και επαναληφθεί ξανά κάτι τέτοιο θα...> Όμως πρόλαβα και τον διέκοψα βάζοντας τον δείκτη του χεριού μου στα χείλη του σταματώντας τον.
<Τι θα γίνει Αφεντικό? Θα με απολύσετε?> Και ελευθέρωσα τα χείλη του, περιμένοντας μια απάντηση.
Τόση ώρα στηριζόμουν στα χέρια μου, καθώς το σώμα του είχε αρχίσει να γέρνει πολύ και όσο με πλησίαζε, εγώ τόσο λύγιζα τους αγκώνες μου, για να έχουμε κάποια απόσταση.
<Θα παρακαλάς να σε απολαύσω!> Και έβαλε τα χέρια του, στις κλειδώσεις των γονάτων μου και με τράβηξε πάνω του.
<Δεν θα το κάνεις, έχοντας τους μισούς υπαλλήλους σου εδώ!> Όμως εκείνος μόλις άκουσε αυτό που του είπα μου χαμογέλασε πονηρά και σήκωσε το δεξί του φρύδι.
Με κρατούσε σε στυλ νύφης και πήγαινε προς έναν άλλο χώρο που δεν φαινόταν όταν μπήκα μέσα στο γραφείο. Ένας άσπρος καναπές βρέθηκε στην άκρη του δωματίου και ήταν γυρισμένος προς την μεριά του γραφείου. Με άφησε κάτω και με γύρισε πλάτη.
<Αχ γυναίκα πόσο λίγο με ξέρεις!> Και τα χέρια του άρχισαν να ξεκουμπώνουν την φούστα μου, κατεβάζοντας σιγά σιγά το φερμουάρ.
<Τζον> Έβαλα τα χέρια μου πάνω στα δικά του, για να τον σταματήσω. <Δεν είναι σωστά αυτά τα πράγματα!> Και εκείνος τράβηξε απότομα και ξεκούμπωσε τελείως την φούστα μου.
<Το τι είναι σωστό και τι δεν είναι, στην εταιρεία μου εγώ το κρίνω> Και την κατέβασε αποκαλύπτοντας το σιέλ εσώρουχο μου. <Σου πάει το χρωματάκι!> Και με έριξε στον καναπέ.
<Ντροπή!> Φώναξα και μόλις γύρισα έπεσε πάνω μου. <Τζον είσαι υπερβολικά...> Δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω και άρχισε να με φιλάει.
<Δεν είμαι και κανένα βόδι μωρό μου!> Είπε και σηκώθηκε από πάνω μου, ρίχνοντας το βάρος του στους αγώνες του.
<Τώρα είναι καλύτερα> Και τύλιξα τα χέρια μου γύρο από τον λαιμό του και τον φίλησα.
Τύλιξα τα πόδια μου γύρω από την μέση του και εκείνος με το ένα του χέρι άρχισε να ξεκουμπώνει το πουκάμισο μου, ενώ το άλλο το έβαλε κάτω από την μέση μου. Με έσπρωξε πάνω του και με έβαλε από πάνω του. Πλέον αυτός καθόταν άνετος στον καναπέ και εγώ από πάνω του. Αφαίρεσε το πουκάμισο από πάνω μου και είχα μείνει με το άσπρο μου το σουτιέν και το σιέλ το μπραζίλ.
<Είναι δυνατόν να πιστέψεις ότι θα κοιτούσα την Τζέσικα?> Με ρώτησε, καθώς κατηφόριζε στον λαιμό μου.
<Δεν ξέρω. Πάντως το ένα σου το ματάκι παραλίγο να κοιτάξει!> Και με δάγκωσε στον λαιμό. <Τζον!> Τον έσπρωξα για να μην αφήσει σημάδι.
<Να προσέχεις τι λες την επόμενη φορά!> Και μου κούνησε το δάχτυλο με τον τρόπο που μας απειλούσαν οι καθηγητές στο σχολείο.
Συνέχισε να με φιλάει και να κατεβαίνει προς τα κάτω και όταν έφτασε ξανά στον λαιμό, μου τράβηξε τα μαλλιά προς τα πίσω. Το άλλο του χέρι ξεκούμπωνε ένα ένα τα κουμπιά του πουκαμίσου του, ενώ τα δικά μου ασχολούνταν με το φούσκωμα στο παντελόνι του. Άλλες φορές τα δάχτυλα μου τον πίεζαν κι άλλες τον ακουμπούσα απαλά. Σε κάθε μου άγγιγμα η θα βογκούσε ή θα με δάγκωνε ελαφρά.
Μόλις κατάφερε και ξεκούμπωσε όλα τα κουμπιά, τον βοήθησα να το βγάλει και εκείνος άρχισε να ξεκουμπώνει το παντελόνι του. Με σήκωσε λίγο και το κατέβασε μέχρι εκεί που δεν μας ενοχλούσε. Έλυσα το σουτιέν μου και το πέταξα πάνω στο λευκό πουκάμισο του, που ήταν στο πάτωμα.
<Τζον?> Τον ρώτησα, ενώ ένα του δάχτυλο είχε αρχίσει να χαϊδεύει κυκλικά το σημείο που φλεγόταν εκείνη την στιγμή.
<Μμμμ...> Μούγκρισε και δεν σταμάτησε να φιλάει το σημείο ανάμεσα στον λαιμό και τον ώμο μου.
<Δεν θα μπει κανένας μέσα εεε?> Και τσίριξα στο τέλος, όταν τα δύο του δάχτυλα εισχώρησαν μέσα μου.
<Κανένας> Είπε μονολεκτικά και με το άλλο του χέρι τράβηξε το εσώρουχο μου στην άκρη. <Δεν χρειάζεται να ζηλεύεις> Και σταμάτησε να κουνάει τα δάχτυλα του μέσα μου. <Είμαι δικός σου> Έκανε παύση και με κοίταξε στα μάτια. Μάτια που ήταν τυλιγμένα στις φλόγες του έρωτα. Έτσι ήταν τα δικά του και είμαι σίγουρη πως έτσι θα ήταν και τα δικά μου. <Το γράφει και στο εσωτερικό της βέρας σου γυναίκα!> Και πήρε το αριστερό μου χέρι και το σφράγισε μέσα στην τεράστια παλάμη του. <Όπως εγώ είμαι δικός σου, έτσι και εσύ είσαι δικιά μου> Αφαίρεσε τα δάχτυλα του σιγά και οδήγησε τον ανδρισμό του στη είσοδο μου.
<Τζον!> Το χέρι μου άρχισε να ανηφορίζει από την πλάτη του και να πηγαίνει προς τα μαλλιά. <Σε παρακαλώ απόλαυσε με!> Και τον ένιωσα να μπαίνει μέσα μου, κάνοντας με να χάσω την λίγη επαφή που είχα στην πραγματικότητα.
Δεν ήταν μόνο ο τρόπος που με είχαν χειριστεί τα χέρια του. Δεν ήταν αυτά που με είχαν φέρει στην κατάσταση που ήμουν. Ήταν το βλέμμα της κτητικότητας, αυτό που έκαιγε μέσα του. Η αισθησιακή φωνή του, που ήταν βραχνιασμένη από τον ερεθισμό. Και οι δυο μας βρισκόμασταν μέσα σε μια σκοτεινή σπηλιά, και μέσα μας φλέγονταν ξεχωριστές φλόγες, αλλά μόλις τα σώματα μας έγιναν ένα, δημιουργήθηκε μια μεγάλη φωτιά μέσα στο σκοτάδι. Φως μέσα σε ένα σκοτεινό μέρος.
Το ένα του χέρι με κρατούσε από την μέση και το άλλο είχε πιάσει ένα μέρος του λαιμού και των μαλλιών μου. Με ανεβοκατέβαζε γρήγορα και ορμή πάνω του, δίνοντας μας εκείνη την στιγμή ότι χρειαζόμασταν πιο πολύ. Τα σώματα μας τριβόντουσαν μεταξύ τους, κάτι που μας άναβε ακόμα περισσότερο. Οι κοιλιές μας ήταν ενωμένες συνεχώς, ενώ το στήθος μου τριβόταν πάνω στο δικό του. Ένιωθα τους χτύπους της καρδιάς του και εκείνος τους δικούς μου. Όσο αυξάνονταν αυτοί τόσο και εμείς αυξάναμε ταχύτητα. Είχε απελευθερώσει εδώ και ώρα το στόμα μου και τα βογγητά μου ξέφευγαν συνεχώς. Το ένιωθα έφτανα στην κορύφωση.Το σφίξιμο στην κοιλιά μου είχε μαζευτεί και το ήξερε και εκείνος. Είχε αφήσει τα παιχνίδια στον λαιμό μου και με κοιτούσε. Ήθελε να με δει για ακόμα μία φορά να φτάνω στο τέρμα μου. Κάθε φορά το ίδιο πράγμα. Λες και για εκείνον ήταν κάτι ξεχωριστώ. Με επεξεργαζόταν εκείνη την στιγμή. Αισθανόμουν να το απολαμβάνει και έτσι άρχισα να κάνω και εγώ το ίδιο. Οι ματιές μας ενώθηκαν και πλέον υπήρχε ένας αγώνας για το ποιος θα κρατήσει περισσότερο.
<Λυπάμαι Τζον, αλλά σήμερα θα χάσεις> Του ψιθύρισα στο αφτί και δάγκωσα τον λοβό του.
Τα χέρια του έσφιξαν την μέση μου με τόση δύναμη, που ήμουν πλέον σίγουρη ότι ήμουν η νικήτρια του παιχνιδιού. Με κόλλησε εντελώς πάνω του και το στόμα του έφτασε στο αφτί μου.
<Δεν το νομίζω> Είπε με μια φωνή γεμάτη πάθος.
Τα χέρια του πήγαν στους γλουτούς μου και σηκώθηκε πάνω κρατώντας με. Με κόλλησε αμέσως στον τοίχο και άφησε το ένα μου πόδι να ακουμπήσει κάτω, άσχετα αν ακουμπούσα κάτω με το ζόρι, κάνοντας μύτες.
<Τζον!> Δεν πρόλαβα να πω ούτε το όνομα του και μπήκε με φόρα μέσα μου. Το σώμα του με σφυρηλατούσε στον τοίχο. Η ταχύτητα, το βάθος στο οποίο έφτανε με αποδυνάμωνε. Τα πόδια μου λύγιζαν και με κρατούσε εκεί. Τα βογγητά μου πλέον ήταν τόσο δυνατά, που φοβόμουν ότι θα μας είχε ακούσει όλη η εταιρεία. Δεν μου άφηνε την δυνατότητα να σκεφτώ τι θα γινόταν όταν βγαίναμε έξω από το γραφείο του. Μου είχε στερήσει ακόμα και αυτό με τον τρόπο που με έκανε δικιά του εκείνη την στιγμή. Ήξερα ότι δεν μπορούσα να κρατηθώ άλλο, αλλά έκανα υπομονή. Ήταν και εκείνος κοντά. Μπορεί τα δικά του τα βογγητά να μην ξεπερνούσαν τα δικά μου, αλλά ήταν πολύ κοντά. Το παιχνίδι μεταξύ μας πλέον θα κρινόταν στο δευτερόλεπτο. <Έλεος Τζον!> Παραιτήθηκα πρώτη και άφησα τον εαυτό μου ελεύθερο.
Μόλις με άκουσε μπήκε για ακόμη μία φορά μέσα μου και μετά έμεινε εκεί. Τα πόδια μου δεν με κρατούσαν και το ίδιο συνέβαινε και σε εκείνον. Άρχισε να λυγίζει και στο τέλος οι γλουτοί του κάθισαν πάνω στις γάμπες του και εγώ έμεινα στριμωγμένοι στον τοίχο και στο ρωμαλέο του σώμα.
<Άτιμη γυναίκα!> Αναστέναξε και έριξε το κεφάλι του πάνω στο στήθος μου.
Καθίσαμε έτσι αγκαλιασμένοι μέχρι να συνέλθουμε και οι δύο, αν και το έβρισκα αδύνατο να μπορούσα να περπατήσω κανονικά πάνω στα τακούνια, μετά από όλα όσα είχαμε κάνει τόση ώρα.
<Άτιμε άνδρα!> Αναστέναξα και εγώ και έριξε το κεφάλι μου πίσω στον τοίχο.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top