Μπαμπάς

Όσο εκείνη ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι του, αυτός δεν είχε σταματήσει να κάνει βόλτες μέσα στο δωμάτιο. Συνεχώς ρωτούσε τον εαυτό του πόσο βλάκας είναι που δεν το είχε καταλάβει. Άλλες φορές τραβούσε τα μαλλιά του, άλλες φορές έσφιγγε τις γροθιές του και ετοιμαζόταν να βαρέσει τον τοίχο, αλλά τον σταματούσε η σκέψη ότι θα την ξυπνήσει. Ίσως ένα κομμάτι του εαυτό του να μην ήθελε να πιστέψει ότι ήταν έγκυος και ότι είχε πάρει μερικά κιλά, αλλά ήταν φανερό ότι βρισκόταν σιγουρα στον τέταρτο με πέμπτο μήνα. 

Ο γιατρός είχε φύγει μία ώρα πριν. Είχε ελέγξει τα τραύματα της και την κατάσταση του μωρού. "Όλα είναι μια χαρά" του είχε πει, αλλά εκείνος δεν έβρισκε τίποτα καλό. Δεν ήθελε να ξυπνήσει. Δεν ήταν ακόμα προετοιμασμένος για το τι θα πει. Τόση ώρα περπατούσε και προσπαθούσε να σκεφτεί τα λόγια που θα της πει όταν ξυπνήσει, αλλά τίποτα δεν μπορούσε να βγει από το στόμα του. Ήξερε ότι ήταν δικό του, για αυτό ήταν σίγουρος. Αυτό που τον βασάνιζε όμως ήταν ο λόγος που δεν του το είχε πει.

<Ζαλίζομαι να σε βλέπω να πηγαίνεις πάνω κάτω συνέχεια!>Είπα και γύρισε αμέσως το πρόσωπο του προς τα εμένα. Με τα χέρια μου γεμάτα με γάζες ανασηκώθηκα και ακούμπησα την πλάτη μου στην πλάτη του κρεβατιού. <Μην με κοιτάς με αυτό το βλέμμα! Ότι είναι να πεις πες το!> 

Είχε σταματήσει μόλις άκουσε την φωνή μου, αλλά την δεύτερη φορά που ξαναμίλησα άρχισε να έρχεται προς το μέρος μου. 

<Γιατί δενν είπες τίποτα!> Είπε ήρεμα, αλλά κάπως νευρικά και κάθισε στο κρεβάτι δίπλα μου. <Τι φοβήθηκες? Πίστευες ότι θα σου ζητήσω να το ρίξεις? Νόμιζες ότι θα σου το πάρω μακριά τι στο καλό πίστευες?> Ερχόντουσαν οι ερωτήσεις του σαν σφαίρες χτυπώντας με συνεχώντας. 

<Τι φοβήθηκα θες να ακούσεις!?> Ξεκόλλησα την πλάτη μου από το κρεβάτι και τον πλησίασα. <Χωρίς να με αφήσεις να σου εξηγήσω κόντεψες να με πνίξεις. Πιστεύεις ότι τώρα θα με άκουγες? Όχι! Πάλι θα έκανες το ίδιο! Θα έκλεινες τα αφτία σου και θα αγνωούσες κάθε τι που θα σου έλεγα. Ίσως να θεωρούσες ότι το μωρό ήταν ένας τρόπος να σε ξαναπλησιάσω. Σε ενημερώνω όμως Τζον ότι με το ζόρι μπορώ να σε βλέπω μπροστά μου! Με το ζόρι μπορώ να σε ακούω το καταλαβαίνεις? Γιατί ότι κάποτε αγαπούσα, τώρα δεν θέλω να το βλέπω. Δεν θέλω να αναπνέει τον ίδιο αέρα που αναπνέω, δεν θέλω να με ακουμπάει, δεν θέλω...> Τα χείλη του διέκοψαν την συνέχεια μου και κόλλησαν στα δικά μου. Τα χέρια μου άρχισαν να τον βαράνε στο στήθος, αλλά δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία. Μόνο όταν άρχισα να τον σπρώχνω πέρασε το ένα χέρι του στον αυχένα μου και με το άλλο τύλιξε την πλάτη μου. Τα χείλη μου αρνούνταν να τον φιλήσουν και τα χέρια του ασκούσαν τόση πίεση που τα σώματα μας γίναν ένα εγκλωβίζοντας τα χέρια μου στο στήθος του. Δεν σταματούσε τις προσπάθειες του, για να κλέψει το φιλί μου. Επέμενε και αυτή η επιμονή ήταν που με έκανε να λυγίσω και για πρώτη φορά να ακολουθήσω την βουβή προσταγή του για ένα παθιασμένο φιλί. 

Παραδώθηκα στην διαταγή του, όπως έκαναν οι γυναίκες τις εποχές που δεν είχαν άποψη και υποτάσσονταν στις επιθυμίες των αντρών τους. Τα χέρια μου αγκάλιασαν τον λαιμό του και αφού του είχα δείξει ότι είμαι δικιά του, τράβηξε τα σπεπάσματα που ήταν ανάμεσα μας και με σήκωσε, έτσι ώστε να βάλω τα πόδια μου αριστερά και δεξία από την λεκάνη του. Μέχρι να βολευτούμε με κρατούσε με αποτέλεσμα να είμαι πιο ψηλά από εκείνον. Τα χείλη του συνέχισαν στον λαιμό μου, ενώ τα μαλλιά του χάιδευαν γλυκά το σαγόνι μου. Μόλις μπήκαμε στην σωστή θέση με κατέβασε στα πόδια του και βρεθήκαμε πάλι στο ίδιο ύψος. Όρμησε ξανά στα χείλη μου, μόνο που αυτή την φορά άρχισε να τα δαγκώνει. Τα χέρια του κάνανε βόλτες στην πλάτη μου και σχημάτιζαν διάφορους δρόμους με τα δάχτυλα του από την δύναμη του. 

<Τι είναι?> Απομακρύνθηκε από τα χείλη μου για να ρωτήσεικοιτώντας την κοιλιά και μετά τα ένωσε ξανά. 

<Δεν ξέρω. Δεν ήθελα να μάθω> Τραβήχτηκα για να μπορώ να μιλήσω και το χέρι μου πήγε στο μάγουλο του. Τα μάτια του πηγαίνανε μία στα μάτια μου και μία στα χείλη μου, που ήταν σίγουρα πρησμένα από τα δαγκώματα του.

<Μπορώ?> Πήρε το ένα χέρι του από την πλάτη μου και έδειξε την κοιλιά μου. Δεν χρειαζόταν απάντηση και για αυτό πήρα το χέρι του και το έβαλα πάνω στην κοιλιά μου στο μέρος  που κλωτσούσε περισσότερες φορές. Το χέρι του άρχισε να χαιδεύει ήρεμα την κοιλιά μου κοιτώντας με στα μάτια και μόλις το μωρό κλώτσησε κοίταξε γρληγορα την κοιλιά ξαφνιασμένος. Το χέρι του είχε ακινητοποιηθεί σε εκείνο το σημείο και περίμενε κι άλλο χτύπημα. Όταν ήρθε και το δεύτερο με κοίταξε με το στόμα ανοιχτό και με έκανε να χαμογελάσω με τον ενθουσιασμό του. <Από πότε κλωτσάει?> Ρώτησε και γύρισε ξανά το βλέμμα του στην κοιλιά μου. 

<Από τότε που ήρθα στην εταιρεία. Συγκεκριμένα από τότε που έμαθα ότι το αφεντικό μου είσαι εσύ> Είπα και τον παρατηρούσα να ακουμπάει φοβησμένα την κοιλιά μου και να ψάχνει για ακόμα μία κλωτσιά.

<Αγοράκι είναι> Είπε χαμογελώντας.

<Ο Φίλιπ λέει ότι είναι κοριτσάκι> Απάντησα και αμέσως σοβάρεψε. 

<Δεν ξέρει από αυτά ο Φίλιπ, αλλά θα τον περιποιηθώ άλλη ώρα αυτόν. Τώρα κλώτσα για ακόμα μια φορα στον μπαμπά> Απευθύνθηκε στο μωρό και συγκεντρώθηκε στην κοιλιά μου. 

<Όχι Τζον δεν μπορώ> Είπα και έπιασα τα χέρια του. <Δεν μπορώ τόσο γρήγορα> Απομάκρυνα τα χέρια του από την κοιλιά μου και προσπάθησα να πάω προς τα πίσω, αλλά με σταμάτησε.

<Θα το πάμε πιο αργά> Τύλιξε τα χέρια του στους καρπούς μου και τους κούνησε για να τον κοιτάξω. Σίγουρα ένα κομμάτι μέσα μου μπορούσε να σπάσε εύκολα με το βλέμμα του. Μόλις είχε μάθει για το μωρό και φοβήθηκε ότι θα του το πάρω μακριά. 

<Δεν είναι αυτό Τζον. Δεν μπορώ να συνεχίσω μαζί σου. Δεν μπορώ να ξανακοιμηθώ δίπλα σε κάποιον που πήγε με άλλη όσο ήμασταν χωρισμένοι. Δεν μπορώ να το χωνέψω ότι κοιμήθηκες αγκαλιά με...> 

<Δεν κοιμήθηκα με καμία Λίζα!> Τα χέρια του πιάσαν τα μπράτσα μου και με ταρακούνησε για να πάρω το βλέμμα μου από το πάτωμα και να τον κοιτάξω. <Από την ημέρα που σε παντρεύτηκα δεν έχω κοιμηθεί με καμία άλλη εκτός από εσένα> 

<Και όλα αυτά που λέει η Κρίστιν τι είναι ψέμματα?> Είπα και τα μάτια μου είχαν αρχίσει να μουσκεύουν. 

<Τι είπε η Κρίστιν?> 

<Όλα αυτά τα αγγίγματα. Της έδωσες ολόκληρη εταιρεία! Και θα πιστέψω ότι δεν πήγες μαζί της?> Άρχισα να αυξάνω τον τόνο έντασης μου. 

<Την εταιρεία την έδωσα για να την ξεφορτωθώ. Έτσι κι αλλιώς ο Φίλιπ θα την πάρει όλη γιατί δεν ξέρει τίποτα. Στο ορκίζομαι ότι δεν έκανα τίποτα Λίζα> Έσκυψε και προσπάθησε να βρει το βλέμμα μου, γιατί είχα κατεβασμένο το κεφάλι μου. <Ορκίζομαι στο μωρό> Άγγιξε με το ένα χέρι την κοιλιά και με το άλλο σήκωσε το κεφάλι μου για να συναντηθούν τα βλέμματα μας. <Πως θα μπορούσα να πέσω από τόσο ψηλά που ήμουν μαζί σου τόσο χαμηλά με εκείνη?> Είπε χαμογελώντας, αλλά εγώ τον έσπρωξα.

<Δεν θα με τουμπάρεις εμένα με τα γλυκόλογα τώρα!> Πήγα να απομακρυνθώ, αλλά με τράβηξε πάλι κοντά του.

<Όσο και να θέλω αγάπη μου δεν μπορώ να σε τουμπάρω. Δεν είσαι από αυτές.> Άρχισε να με σφίγγει ξανά. Το βλέμμα του, τα λόγια του, το άγγιγμα του μου έκοβαν την ανάσα  και δεν ήξερα αν αυτός άρχισε να πλησιάζει ξανά επικίνδυνα προς τα χείλη μου ή το μυαλό μου έπαιζε παιχνίδια. <Υποσχέσου μου Λίζα ότι όλα θα αλλάξουν. Πες μου ότι η ζωή μου από μπάχαλο θα μπει σε μια σειρά> Ψιθύρισε στα χείλη μου.

<Αυτό δεν εξαρτάται από εμένα Τζον> Τραβήχτηκα ελάχιστα.

<Κι όμως από εσένα εξαρτάται, εγώ έχω αλλάξει, έχω ξεκινήσει από την αρχή και περιμένω εσένα. Θα ξεκινήσουμε μαζί από την αφετηρία Λίζα ή μόνος μου?> Με ρώτησε και περίμενε μία απάντηση.

Τα λόγια του είχαν καταφέρει να με κάνουν να δακρύσω,και ομολογώ ότι μετά το φιλή που του έδωσα τα μάγουλα μου γέμισαν με τα δάκρυα μου. <Λυπάμαι Τζον αλλά δεν μπορω> Είπα και οι ελπίδες που κρύβονταν μέσα στα μάτια του χάθηκαν.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top