Η πρώτη φορά
Τα χέρια του ξεκούμπωναν σιγά σιγά τα κουμπιά του νυφικού και το ύφασμα άρχισε να φανερώνει την γυμνή μου σάρκα. Τα χέρια του ήταν μεγάλα και όταν άρχισε να μου αφαιρεί το νυφικό εκείνα ακουμπούσαν την πλάτη μου με τέτοιο τρόπο που ανατρίχιαζα. Το ένα χέρι του πήγε στην κοιλιά μου και με σήκωσε πάνω κολλώντας το σώμα μου πάνω στο δικό του. Όσο το ένα με κρατούσε το άλλο προσπαθούσε να βγάλει τα μανίκια και να αφήσει τα χέρια μου κι αυτά γυμνά. Μέχρι να τα βγάλει το πρόσωπο του είχε μπει ανάμεσα στον ώμο και τον λαιμό μου για να βλέπει και να το κάνει πιο γρήγορα.
Δεν ξέρω αν βιαζόταν να ολοκληρώσει τον γάμο μας μιας και την προηγούμενη μέρα του άλλαξα τα σχέδια, αλλά δεν φαινόταν να θέλει να κάνει κάτι βιαστικά. Τα χέρια του δεν έτρεμαν, αλλά ούτε έκαναν απότομες κινήσεις. Το μόνο που χαλούσε την ηρεμία αυτή ήταν η αναπνοή του. Ήταν βαθιά και ορισμένες φορές εξέπνεε απότομα αδειάζοντας όλο το οξυγόνο από τα πνευμόνια του.
Όταν κατάφερε να βγάλει το νυφικό από το πάνω μέρος του σώματος μου με άφησε απαλά πάλι στο στρώμα και τα χέρια του το τράβηξαν αφήνοντας και τα πόδια μου γυμνά. Ήταν όρθιος στα γόνατα και στεκόταν ακριβώς μπροστά μου. Με γύρισε ξανά ανάσκελα και κατέβηκε από το κρεβάτι. Εγώ είχα μείνει μόνο με τα άσπρα μου εσώρουχα και είχα μαζέψει τα πόδια μου από την αμηχανία που ένιωθα μπροστά του. Πήγε και κάθισε στην πολυθρόνα απέναντι που τον είχαν δει όταν είχα ξυπνήσει και πήρε το ποτήρι με το κρασί και το ακούμπησε στα σαρκώδη χείλη του, έχοντας τα μάτια του καρφωμένα πάνω μου.
<Τώρα γυναίκα> Έκανε παύση και άρχισε να κουνά το κόκκινο υγρό μέσα στο ποτήρι. <Ήρθε η ώρα να με γδύσεις εσύ>
Στα λόγια του σάστισα και αυτό θα φάνηκε λογικά με την αλλαγή του χρώματος μου. Ήταν υπομονετικός, όμως δεν θα παρέμενε έτσι για πολύ αυτό ήταν το μόνο σίγουρο, αλλά δεν μπορούσα να κάνω και κάτι.
<Τι έγινε πριγκίπισσα? Φοβάσαι?> Έκανε άλλη μια παύση <Υποτίθεται πως για να κουμαντάρεις μια εταιρεία πρέπει να έχεις κότσια και όχι να ντρέπεσαι και να φοβάσαι> Είπε και τα λόγια του με ενόχλησαν.
<Όταν έχεις μια εταιρεία δεν κάνεις...> Αλλά με διέκοψε.
<Κάνεις μεγάλο λάθος. Επειδή ήσουν στην εταιρεία του μπαμπάκα σου δεν σε κάναν τίποτα. Αλλά πρέπει να ξέρεις πως για να φτάσεις πολύ ψηλά , πρέπει πρώτα να πέσει πολύ χαμηλά>
Εκείνη τη στιγμή το χαμηλά για εμένα δεν ήταν το να χρεοκοπήσω, αλλά το να πέσω στα πόδια του και να κάνω ότι πρέπει σαν γυναικά του, όμως με εμπόδιζαν πολλά. Μπορεί να ντρεπόμουν και όλα τα σχετικά, αλλά δεν ήξερα και τι να κάνω. Δεν είχα ποτέ μου σχέση και μου ζητούσε να κάνω πράγματα που δεν είχα φανταστεί πως να τα κάνω.
<Δεν σου ζητάω κάτι περίπλοκο. Μόνο να με ξεντύνεις> Είπε και σήκωσα το κεφάλι μου να τον κοιτάξω, καθώς είχα απορροφηθεί στις σκέψεις μου με το πως και τι θα κάνω.
Πήρα την απόφαση και έκανα ένα βηματάκι προς την μεριά του, αλλά άκουσα να παίρνει μια απότομη ανάσα και σταμάτησα. Τον κοίταξα στα μάτια και είδα πως και εκείνος δεν ήξερε. Αν είναι δυνατόν. Δεν γινόταν να μην ήξερε, απλός θα κόμπλαρε λογικά. Συνέχισα να προχωράω πάνω στο κρεβάτι πλησιάζοντας τον πιο πολύ, χωρίς να πάρω τα μάτια μου από πάνω του. Θα έκανα ότι έκανες και εκείνος. Δεν θα σταματούσα να τον κοιτάω και θα έκανα έτσι ακριβώς όπως τα έκανε όλα.
Κατέβηκα από το κρεβάτι και πλησίαζα όλο και πιο πολύ την πολυθρόνα. Όταν έφτασα μπροστά του κάθισα με τα γόνατα στο πάτωμα ανάμεσα στα πόδια του. Άρχισα να ξεκουμπώνω τα κουμπιά του πουκαμίσου του, όσο πιο αργά μπορούσα. Τα δάχτυλα μου ακούμπησαν στο στήθος του και έκανα στην άκρη το ύφασμα αφήνοντας τον ξεσκέπαστο μπροστά μου. Το στήθος του ήταν γυμνασμένο και τα χέρια μου άρχισαν να το χαϊδεύουν κατεβαίνοντας όλο και πιο κάτω.
Εκείνος έπινε ήσυχα το ποτό του, αφήνοντας με να κάνω ότι θέλω πάνω του. Τα χέρια μου πήγαν στην ζώνη του παντελονιού και άρχισα να την λύνω. Οι ματιές μας δεν είχαν αποχωριστεί καθόλου. Με κοιτούσε και καθόταν ήσυχος απολαμβάνοντας την στιγμή. Εγώ αντιθέτως αν μπορούσα θα ήθελα να τρέξω στην τουαλέτα και να αρχίσω να ουρλιάζω. Εμένα να με βάλει άνδρας κάτω! Να με διατάξει, να μου επιβάλει και να με μειώσει τόσο δεν είχε υπάρξει μέχρι που ο πατέρας μου έφερε αυτόν τον σατανά στην ζωή μου.
Πήρα βαθιά ανάσα και τα χέρια μου ακούμπησαν το εξόγκωμα στο παντελόνι. Το κόκκινο υγρό κύλησε από το στόμα στον λαιμό του και έπειτα τα σαρκώδη χείλη του άνοιξα παίρνοντας μια μικρή ανάσα. Άνοιξα το παντελόνι και σηκώθηκα στα πόδια μου παίρνοντας τον από το χέρι. Τον σήκωσα από την πολυθρόνα και εκείνος άφησε το ποτήρι στο τραπεζάκι. Χωρίς τα μάτια μου να φύγουν από τα δικά του τα χέρια μου άρχισαν να κατεβάζουν το παντελόνι και το εσώρουχο του. Δεν ήθελα να κοιτάξω και ούτε θα κοιτούσα. Όσο κατέβαινα και πιο κάτω έσκυψα το κεφάλι χωρίς να δει ότι έκλεισα τα μάτια. Του σήκωσα το ένα πόδι, για να βγάλω τα ρούχα και στην συνέχεια έκανα το ίδιο και με το άλλο.
Το μόνο σίγουρο ήταν ότι δεν είχε να του βγάλω κάτι άλλο και αυτό που θα ερχόταν στην συνέχεια με έκανε να ανατριχιάσω. Με τράβηξε γρήγορα πάνω και με έριξε στο κρεβάτι. Εγώ αυτόματα έβαλα τα χέρια μου στα μάτια μου για να μην δω, αλλά εκείνος μου τα άρπαξε και τα έπιασε πάνω από το κεφάλι μου. Το χέρι του πέρασε από την κοιλιά μου ακουμπώντας την ελάχιστα, φέρνοντας μου ένα ανατρίχιασμα. Μέχρι να συνέλθω το χέρι του μπήκε μέσα στο εσώρουχο μου και εγώ τρόμαξα βγάζοντας ένα μικρό επιφώνημα.
<Ούτε καν σε πείραξα>
<Θα το κάνει όμως> Είπα και τον αγριοκοίταξα.
<Όχι όμως με τρόπο που να μην σου αρέσει> Και ένιωσα το χέρι του να με τρίβει απαλά.
Πήρα μια κοφτή ανάσα και τον είδα να μου χαμογελάει πονηρά. Το χέρι του εκεί μέσα άρχισε να κάνει διάφορα πράγματα και εγώ για κάποιον λόγο ήθελα να φύγω, όμως δεν το έκανα. Είχα την δυνατότητα να τον σπρώξω, γιατί δεν κρατιόταν από πουθενά, όμως ο τρόπος που με κοιτούσε ο τρόπος που με έκανε να νιώθω εκείνη την στιγμή. Ήταν το αρπαχτικό και εγώ ο θήραμα.
Ακούστηκε ένα μικρό επιφώνημα από τα χείλη μου. όταν ένιωσα το ένα του δάχτυλο να εισχωρεί μέσα μου.
<Δεν πόνεσες> Το είπε λες και έκανε μια δήλωση.
<Και εσύ που το ξες?>
<Κουβέντα θα ανοίξουμε?> Με ρώτησε ανεβάζοντας τον τόνο της φωνής του ελάχιστα.
Δεν ξανά μίλησα απλός τον άφησα να κάνει ότι θέλει. Η αλήθεια ήταν ότι δεν είχα πονέσει ιδιαίτερα, αλλά με ξάφνιασε για αυτό αντέδρασα κι έτσι. Το χέρι του σταμάτησε να κάνει τα κόλπα του και άρχισε να τραβά προς τα κάτω το εσώρουχο μου. Γιατί σε εμένα! Είπα από μέσα μου και έκλεισα τα μάτια μου.
Δεν μπορούσα να με βλέπουν γυμνή όποιος και να ήταν. Εδώ την μητέρα μου δεν άφηνα, αλλά τώρα είχα άντρα και αυτός σίγουρα θα με έβλεπε. Αφού το έβγαλε εγώ πήγα να μαζέψω τα πόδια μου στην κοιλιά μου, όμως γρήγορα τα πήρε και τα άνοιξε μπαίνοντας ανάμεσα τους.
<Άνοιξε τα!> Μου ψιθύρισε στο αφτί και εγώ άνοιξα τα μάτια μου.
Τα χείλη του φιλούσαν τον λαιμό μου και όσο πήγαινε ανέβαινε προς τα χείλη μου. Λίγο πριν φτάσει σε αυτά σταμάτησε και με κοίταξε.
<Δεν θα κάνω τίποτα> Έκανε ξανά μια δήλωση. <Εσύ θα τα κάνεις> Και το χέρι του πήρε το δικό μου και όρμισε στα χείλη μου.
Ένιωσα την γλώσσα του να περνά γρήγορα από τα χείλη μου και εγώ χωρίς να ξέρω πως γίνεται έκανα όπως τις ταινίες ανοίγοντας ελαφρώς το στόμα μου και άρχισα να ανταποκρίνομαι. Η γλώσσα του μπήκε στην μεριά μου και εγώ για να την διώξω άρχισα να αμύνομαι με την δικιά μου. Δεν ήξερα τι έκανα αυτό ήταν το μόνο σίγουρο, όμως για να μην με σταματούσε δεν έκανα και κάτι κακό. Όσο συγκεντρωνόμουν στα παιχνίδια που έκανε η γλώσσα του στην δικιά μου το χέρι του είχε οδηγήσει το δικό μου στο δικό του όπλο.
Όταν μου τύλιξε το χέρι βάζοντας να την παλάμη μου να το αγκαλιάσω κόμπλαρα και τα σταμάτησα όλα.
<Συνέχισε> Είπε και ξανά κόλλησε τα χείλη μας.
Το χέρι του οδηγούσε το δικό μου. Η θέση που βρισκόταν ανάμεσα στα πόδια μου και ενώ βρισκόταν από πάνω μου είχε τον πάνω ρόλο. Η παλάμη μου είχε τυλίξει το ανδρισμό του και εκείνος ήταν έτοιμος μπροστά στην είσοδο μου.
<Εσύ θα το κάνεις πριγκιπέσα> Είπε κάπως λαχανιασμένος.
Δεν ξέρω τι έπρεπε να κάνω. Ούτε καν ήξερα για ποιον λόγο ήταν λαχανιασμένος. Ήταν έτοιμος περιμένοντας, αλλά εγώ ούτε που κουνιόμουν. Σαν τι ήθελε να κάνω δηλαδή? Μέσα στην τόση αμηχανία που υπήρχε εκείνη την στιγμή για να μπορέσω να την σταματήσω τον φίλησα πεταχτά, όμως το χέρι του έπιασε το πρόσωπο μου και δεν το άφησε να αποχωριστούμε. Ο ανδρισμός του άρχισε να προχωρά σιγά σιγά μπαίνοντας όλο και πιο μέσα.
<Ηρέμησε> Είπε με χαλαρό τόνο και συνέχισε να με φιλάει χαϊδεύοντας με το άλλο του χέρι τα μαλλιά μου.
Προσπάθησα να σκέφτομαι το φιλί του και την γλώσσα που μπερδεύουν με την δική μου, ώστε να χαλαρώσω. Τα δόντια του γράπωσαν το κάτω χείλος μου δαγκώνοντας το ελαφρά και έτσι απορροφημένη που ήμουν ένιωσα έναν οξύ πόνο να διαπερνά όλο μου το σώμα μέσα σε δευτερόλεπτα και το χέρι μου από τον ανδρισμό του μετακινήθηκε γρήγορα στην πλάτη του την οποία άρχισα να σφίγγω με υπερβολική δύναμη δημιουργώντας νυχιές και αφήνοντας κόκκινο σημάδι.
<Είσαι καλά?> Με ρώτησε σταματώντας.
<Συνέχισε!> Του απάντησα έντονα και ένωσε τα χείλη του με δύναμη πάνω στα δικά μου.
Άργησα να ανεβάσω κεφάλαιο και ζητώ συγνώμη για αυτό. Ελπίζω να το απολαύσετε και σύντομα θα ανεβάσω και την συνέχεια.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top