Ερωτική αποπλάνηση


<Λίζα> Με ξύπνησε χαμηλόφωνα ο Τζον. 

<Τι έγινε Τζον? Αντί να έχω βραδινές ανησυχίες εγω έχεις εσύ?> Τον ρώτησα κια έτσι ανάσκελα που ήμουν γύρισα το κεφάλι μου προς την μεριά του και τον είδα με τα ρούχα που ήταν στο εστιατόριο να κάθεται στην άκρη του κρεβατιου. <Τώρα ήρθες?> Τον ρώτησα και εκείνος κούνησε θετικά το κεφάλι του και πήγε να πέσει προς το μαξιλάρι. <Τζον?> Κουνήθηκα όσο πιο γρήγορα μπορούσα και του έσπρωξα τον ώμο για να γυρίσει πάλι στην θέση του. <Είσαι μεθυσμένος?> Ρώτησα, αλλά δεν πήρα καμία απάντηση. 

Μέσα στο σκοτάδι το μόνο που μπορούσα να διακρίνω ήταν η πλάτη του και το κεφάλι που συνεχώς έγερνε μία από την μία πλευρά και μία από την άλλη. <Σε παρακαλώ Τζον βγάλε τα ρούχα σου και ξάπλωσε> Τον παρακάλεσα, όσο προσπαθούσα να σταθώ στους αγκώνες μου, για να σηκωθώ ελάχιστα, αλλά η κοιλιά μου δεν συνεργαζόταν.

Όσο η Λίζα προσπαθούσε να σηκωθεί από το κρεβάτι, άλλο τόσο προσπαθούσε και ο Τζον να σκεφτεί την επόμενη του κίνηση. Μπορεί να έδειχνε ότι είχε πιει λίγα παραπάνω ποτήρια κρασί, όμως στην πραγματικότητα δεν είχε βρέξει καθόλου τα χείλη του με αυτό το αρωματικό και μεθυστικό ποτό.Εφόσον δεν είχε πέσει στη παγίδα της ζήλειας, έπρεπε να πέσει σε αυτήν της αποπλάνησης. 

<Ούτε τα παππουτσια σου δεν έβαγαλες?> Τον ρώτησα όταν έφτασα μπροστά του, με τα χέρια μου τοποθετημένα στην μέση μου έτοιμη να τον μαλώσω για την κατασταση του.

<Έπρεπε?> Σήκωσε το κεφάλι και έπεσε πίσω στο στρώμα. 

<Αχ Τζον δεν  μπορώ να σκύψω βραδιάτικα. Σε παρακαλώ σήκωσε τα> Τον παρακάλεσα ευγενικά και αμέσως σήκωσε τα πόδια του, τρομάζοντας με και κάνοντας με να οπισθοχωρίσω τρία βήματα για να μην με χτυπήσει.

<Ποια?> Ρώτησε χαμένος και τα χέρια του άρχισαν να ψάχνουν τα μαξιλάρια. 

<Άσε τα σήκωσες. Τώρα το καλο που σου θέλω να κάτσεις ακίνητος!> Και έτσι όπως πήγα να του πίασω το αριστερό παππούτσι γύρισε μπρούμυτα. <Που να μην στο έλεγα!> Γρύλισα, αλλά για το καλό του δεν ρώτησε τίποτα, ούτε κουνήθηκε.  

Έβγαλα το αριστερό παππούτσι όσο πιο γρήγορα μπορούσα και μετά στάθηκα όρθια από πάνω του. Το δεξί του πόδι είχε τον νάρθηκα, ο οποίος κάλυπτε τον αστράγαλο του και ένα μικρό μέρος από το καλάμι του, ώστε να κρατιέται σταθερός. 

<Τζον> Τον φώναξα για να δω αν είχε κοιμηθεί ή όχι και εκείνος μου απάντησε με ένα μουγκρητο. <Γύρνα ανάσκελα και βγάλε το παντελόνι> Έκανα λίγο στην άκρη για να σηκωθεί και να αρχίσει να το αφαιρεί, όμως εκείνος έμεινε μπρούμυτα σήκωσε το αριστερό του πόδι και προσπαθουσε να αφαιρέσει την κάλτσα. <Το παντελόνι είπα όχι την κάλτσα!> Φώναξα και από την ένταση της φωνής μου τρόμαξε και κατέβασε γρήγορα το ποδί και έβαλε τα χέρια του στην ζώνη και προσπαθούσε να την ξεκουμπώσει. 

<Φράκαρε> Τον άκουσα με δυσκολία καθώς τα μούτρα του ήταν χωμένα μέσα στα σκεπάσματα και τον εμπόδιζαν να ακουστεί καθαρά. 

<Κάτσε να φέρω λίγο λάδι να ξεφρακάρει!> Ειρωνεύτηκα και τον τράβηξα από τον αστράγαλο που είχε χτυπήσει με αποτέλεσμα να τον πονέσω και να γυρίσει ανάσκελα. <Άμα ήταν τόσο έυκολο θα το έκανα από την αρχή!> Είπα φωναχτά, ενώ εκείνος έπιανε το πόδι του. <Κάτσε καλά τώρα και έλα προς τα εμένα> Τον διέταξα και έφερε το σώμα του πιο κοντά σε εμένα μετακινώντας τον κώλο του προς την άκρη του κρεβατιού. 

Έσκυψα όσο μπορούσα από πάνω μου και τοποθέτησα το ένα χέρι μου δεξιά από την μέση του για να μπορώ να κρατηθώ και με το άλλο προσπαθούσα να λύσω την ζώνη. 

<Σολωμός> Πέταξε από το πουθενά μια λέξη και έξυσε το μούσι του παίρνοντας το ύφος του σκεπτόμενου. 

<Στοχάσου λίγο γύρω από την λέξη σολωμός αυτήν την στιγμή. Είναι το μόνο που θα με βοηθήσει> Είπα και συνέχισα στα κουμπια του παντελονιού του, αλλά το χέρι του έπιασε το δικό μου και με σταμάτησε. 

<Δεν είναι ευγενικό. Πρέπει να ρωτήσεις πρώτα> Είπε με σοβαρό ύφος λες και δεν ήταν μεθυσμένος και τα μάτια του έλαμψαν μέσα στο σκοτάδι. <Περιμένω λοιπόν...> Είπε και κούνησε το χέρι του κάνοντας μου νόημα να μιλήσω. 

<Να σου αστράψω μια σφαλιάρα?> Τον ρώτησα γλυκά και πήγα να τον ξεκουμπώσω, όμως το χέρι του με έσφυιξε πιο δυνατά και σταμάτησα. 

<Δεν μιλάμε έτσι στον σύζυγο. Έχεις ακόμα μία ευκαιρία> 

<Μπορώ να σου...> Πήγα να πω, αλλά σταμάτησα γιατί μου ακούστηκε πολύ περίεργα η συνέχεια κάνοντας με να ντραπώ να συνεχίσω. 

<Μην σε πιάνουν τώρα οι ντροπές!> Είπε και με χίλια ζόρια προσπαθούσε να κρατήσει το γέλιο του και το χαμόγελο του, αλλά ένα τέτοιο λάθος θα μπορούσε να του στοιχίσει το υπέροχο βράδυ που είχε σχεδιάσει.

<Μπορώ να λύσω το παντελόνι σου?> Μου ακούστηκε λίγο καλύτερα από το ξεκουμπώσω, αλλά δεν έλεγε να με αφήσει στην ησυχία μου και το χέρι μου που κρατούσε κόντρα για να στέκομαι είχε αρχίσει να μουδιάζει και να πονάει. 

<Δεν είναι ουτε κορδόνια ούτε γόρδιος δεσμός το παντελόνι μου. Σε παρακαλώ διόρθωσε τον συντακτικό σου> 

<Τζον με δουλεύεις βραδιάτικα!?> Τον ρώτησα φωνάζωντας. <Σε παρακαλώ άσε με να ξεκουμπώσω το παντελόνι σου να πάμε για ύπνο καμία ώρα!> Συνέχισα, καθώς οι ορμόνες είχαν ξεσηκωθεί για πάρτι και το χέρι μου κόντευε να πάθει αγκύλωση.

<Εννοείται!> Μου έδωσε την άδεια και του είπα αν μπορεί να αρχίσει να ξεκουμπώνει τα κουμπιά από το πουκάμισο του και υπάκουσε σαν καλό παιδί. 

Μόλις τελείωσα από τα κουμπιά ξεκίνησα να τραβάω το παντελόνι του για να κατέβει από τους γοφούς του και μετά να το αφαιρέσω πιο εύκολα.

<Ήσυχα γυναίκα!> Είπε κθώς τον ταρακουνούσα για να βγει. <Θέλει να του φερθείς καλά και ευγενικά για να μπορέσει να σου κάνει το χατήρι> 

<Όριστε?> Τον διέκοψα και εκείνος συνέχισε τα δικά του. 

<Με τα απαλά σου δάχτυλα άρχιζεις και τον τρίβεις γλυκά και όμορφα για να σκλη...> 

<Τζον τι λες!> Τον διέκοψα πριν συνεχίσει και εκείνη την στιγμή μόλις είχε ξεκουμπώσει και το τελευταίο κουμπί από το πουκάμισο του και πήρε το χέρι μου τοποθετώντας το πάνω στον ανδρισμο του. 

<Μην παίζεις την χαζή. Ξες πολύ καλά γιατί πράγμα μιλάω!> Και την στιγμή που πήγε να πιέσει το χέρι μου πάνω του, εγώ το τράβηξα και απομακρύνθηκα. 

<Σήκω ξεντύσου τώρα μόνος σου!> Του φώναξα και πήγα από την πλευρά του κρεβατιού μου και ξάπλωσα ήρεμα, για να μην πιέσω την κοιλιά.

Άκουσα ένα μικρό χαχανητό και μετά από αυτό το πελώριο σώμα του σηκώθηκε και ξεκίνησε να ξεντύνεται. Εγώ γύρισα από την άλλη μεριά να μην τον βλέπω. Η καρδιά μου χτυπούσε με ταχύτητα φωτός και το κακό ήταν ότι το άγγιγμα μου σε εκείνο το σημείο του με είχε κάνει να πάρω φωτιά, καθώς ποτέ πριν δεν είχε τύχει να συμβει με παρόμιες συνθήκες και εγώ να είμαι αυτή που έχει το πάνω χέρι.

Το στρώμα βούλιαξε και τότε κατάλαβα ότι είχε ξαπλώσει και εκείνος από την μεριά του. Ενώ εγώ βρισκόμουν στις σκέψεις μου το χέρι του με διέκοψε αγκαλιάζοντας με, πέφτοντας από την κοιλιά μου προς τα κάτω. 

<Μου έχεις λείψει μωρό μου?> Ψιθύρισε στο αφτί μουκαι εγώ πήγα να κουνηθώ, αλλά έβαλε κόντρα με το σώμα του να μείνω στην θέση μου. <Μου έχει λείψει αυτή η ζεστασιά του κορμιού σου> Έτριψε το μάγουλο του από τον ώμο μου μέχρι την αρχή του λαιμού μου και άφησε ένα ζουμερό φιλί. <Μου έχουν λείψει τα χείλη σου μωρό μου> Και το άλλο του χέρι χωρίς να το καταλάβω, από την πλεκτάνη που μου είχε στήσει, είχε περάσει από το μαξιλάρι μου και τα δάχτυλα του είχαν αρχίσει να αγγίζουν τα χείλη μου. <Μου έχει λείψει το υγρό στοιχείο αυτού εδώ του μέρους τους σώματος σου...> Έκανε μια παύση <...όπως και αυτού έδώ> Είπε και το άλλο του χέρι μπήκε μέσα στο εσωρούχο μου και το σώμα μου αντί να αντιδράσει προς την σωστή κατεύθυνση, που ήταν να πάω πιο μακριά του, πήγε πιο κοντά του με αποτέλεσμα τα σώματα μας να κολλήσουν μεταξύ τους και το πόδι του να τραβήξει το δικό μου προς τα πίσω, ώστε να ανοίξουν και τα δάχτυλα του να ακουμπήσουν καλύτερα τα χείλη που αυτός επιθυμουσε περισσότερο. 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top