Κεφάλαιο 9ο

Μετά από ώρες φτάνουν στον προορισμό τους.

Ο Νέιθαν παρκάρει το βαν πίσω από δύο πελώρια δέντρα. Έπειτα βγαίνει από το μπροστινό κάθισμα και ανοίγει τις πίσω πόρτες.

Αντικρίζει την Ιφιγένεια πεσμένη κάτω, αγκαλιά με την σακούλα. Τα μάτια της έχουν κάποια ξεραμένα δάκρυα και το κεφάλι της έχει λίγες σταγόνες αίματος.

《Συγγνώμη γι' αυτό..》Την κοιτάζει ενώ της πετάει τον σάκο της. 《Σε πέτυχα τουλάχιστον σε καλή μέρα.》Καταλήγει και την βοηθάει να βγει από το μαύρο βαν.

Αφού κλειδώνει το φορτηγάκι την οδηγεί μέσα στο σπίτι. Είναι μικρό. Έχει μόνο έναν όροφο και είναι φτιαγμένο από τσιμέντο και πέτρα. Έχει αρκετά παράθυρα τα οποία όμως στολίζονται από μαύρες κουρτίνες.

Η πόρτα φαίνεται γερή και δεν υπάρχει κάποια έξοδος διαφυγής.

Ο Νέιθαν σηκώνει ένα τούβλο και αποκαλύπτεται ένας ολόκληρος μηχανισμός. Πρόκειται για τα καινούργια μαραφέτια που αν βάλεις τον κωδικό ανοίγει κάποιο μυστικό πέρασμα που σε σώζει το τελευταίο δευτερόλεπτο. Βέβαια κάποιες φορές μπορεί να προκαλέσει την καταστροφή των άλλων.

Πληκτρολογεί μία σειρά από αριθμούς τους οποίους φροντίζει να κρύβει από την Ιφιγένεια.

Η πόρτα ανοίγει και μια κίνηση ο Νέιθαν πετάει μέσα την Ιφιγένεια και αφού μπαίνει  κλείνει την πόρτα προσεχτικά.

《Τι στο καλό γίνεται εδώ! Γιατί με έφερες εδω; Γιατί με χτύπησες;》Μία σειρά ερωτήσεων ξεχύνεται από το στόμα της Ιφιγένειας.

《Λυπάμαι αγάπη αλλά δεν είναι όλα όπως φαίνονται. Δυστυχώς είσαι.. εύκολη.》Επιλέγει τις λέξεις ενώ ανοίγει τα φώτα.

Το σπίτι είναι φτωχικό. Φθαρμένοι καναπέδες, σκονισμένα έπιπλα, λερωμένα χάλια και παλιές συσκευές το συντηρούν. Οι τοίχοι είναι άβαφοι.

《Χρειάζεται μια γυναίκα εδώ μέσα.》Η κωμική φωνή του Νέιθαν της εξάπτει τα νεύρα.

《Με απήγαγες!》Συνειδητοποιηεί έντρομη και τοποθετεί τα χέρια της στο πρόσωπο της.

《Επαναλαμβάνω πως δεν φταίω εγώ.》Θυμίζει ο Νέιθαν και κάθεται στον μεγαλύτερο καναπέ απλώνοντας τα πόδια του στην άκρη του τραπεζιού.

《Μα βέβαια.. φταίει το σύμπαν!》Κάθεται στον απέναντι καναπέ. 《Απλά πες μου γιατί..》Ανεβάζει τα πόδια της στον καναπέ και ακουμπά το κεφάλι της στον μπράτσο του μαύρου καναπέ.

《Μου κίνησες το ενδιαφέρον. Επίσης είμαι ολομόναχος και εσύ είσαι τελείως διαφορετική από μένα..》Την καρφώνει με το βλέμμα του ενώ σηκώνεται βιαστικά.

《Αφού με απήγαγες γιατί μου φέρεσαι καλά;》Να μια πετυχημένη ερώτηση με την οποία ο Νέιθαν σαστίζει.

《Μην συνηθίζεις! Καταρχάς δεν θα κοιμάσαι εδώ.  Αυτό είναι το δικό μου σπίτι. Εσύ θα είσαι εδώ για να βγάζεις το φαγητό σου.》

Με τα λόγια του η Ιφιγένεια ανοίγει διάπλατα τα μάτια της. Ίσως να φοβάται, ίσως να έχει άγχος. Ίσως απλά να νιώθει εξαπατημένη.

Εκεί που νόμιζε πως η ζωή της είχε φτιάξει, πως είχε επιτέλους την ζωή μιας συνηθισμένης έφηβης όλα άλλαξαν.

Δεν μπορεί να καταλάβει πως έχει εξελιχθεί έτσι η ζωή της.  Ενώ την μία μέρα είναι ένα τίποτα, την άλλη μέρα καταφέρνει τα πάντα και την επομένη βρίσκεται εγκλωβισμένη σε ένα σπίτι σαν δούλα.

《Και όλο αυτό γιατί έχεις κάποια παιδικά τραύματα;》Ρωτάει με περιέργεια.
《Βούλωστο τώρα!》Η σκληρή και δυνατή φωνή του την κάνει να ανατριχιάσει.

Κατεβάζει το κεφάλι της σκεπτόμενη όλες τις πληροφορίες που έχει μάθει γι' αυτόν.

Είναι ο Νέιθαν, ένα παιδί χωρίς μητέρα καθώς τον εγκατέλειψε με τον μπαμπα του ο οποίος τον χτυπούσε διαρκώς.

Πρόκειται για μια ασταθή προσωπικότητα γεμάτη νεύρα και δύναμη.  Είναι σίγουρα δυνατός και ύπουλος.

Χρησιμοποίησε την εμπιστοσύνη της Ιφιγένειας για να την πλησιάσει και να την φέρει σε αυτό το σημείο. Έχει κάποια εμμονή με νέες που νιώθουν ανασφάλεια.

《Θα σου φέρω να φας και έπειτα θα σε πάω στο 'δωμάτιο' σου. Α και να ξέρεις δεν υπάρχει τρόπος διαφυγής.》Τα λόγια του ψυχρά όπως η θερμοκρασία του σπιτιού.

Η Ιφιγένεια γνέφει καταφατικά ενώ περνάει βιαστικά το βλέμμα της από τον σκοτεινό διάδρομο στην άλλη άκρη του δωματίου.

《Θα έχεις την ευκαιρία να εξερευνήσεις το σπίτι αύριο ενώ θα κάνεις αυτό το σπίτι σαν καινούργιο!》Τον κοιτάζει μπερδεμένα μα δεν τολμά να φέρει αντίρρηση.

Σίγουρα πρόκειται για έναν διπολικό, πονεμένο και ύπουλο άντρα στον οποίος αρέσει να εξαπατά νεαρά κορίτσια και να μεταδίδει σε 'κείνα τον πόνο και την μίσος που δέχτηκε ο ίδιος από τον πατέρα του χρόνια πριν.

Είναι σίγουρα κάτι που τον βαραίνει. Κάτι που μετατρέπει τον εαυτό του σε ένα τέρας. Τέρας όπως εκείνος.

《Πάω να φέρω φαγητό. Εσύ μείνε εδω γιατί από αύριο η ζωή σου θα αλλάξει.》Είναι το μόνο που της λέει πριν φύγει πατώντας ξανά τους αριθμούς.

[...]

Στο μεταξύ η Εύη έχει τρομοκρατηθεί. Μέσα στους δρόμους ψάχνει την Ιφιγένεια. Άλλοτε τρέχει, άλλοτε περπατάει και άλλοτε σταματάει και ρωτάει τους περαστικούς. Δίχως αποτέλεσμα όμως. Κανείς δεν είδε την Ιφιγένεια -ή μάλλον το κορίτσι στην φωτογραφία που με κόπο βρήκε η Εύη μέσω του viber-.

Έπειτα βηματίζει στα στενά και ψάχνει για ίχνος ζωής. Ίσως θα έπρεπε να καλέσει την αστυνομία και να την αφήσει να κάνει την δουλειά της.

Ξανά καλεί την Ιφιγένεια και μια έκφραση σύγχυσης καταλαμβάνει το πρόσωπο της όταν ακούει πως το κινητό της είναι απενεργοποιημένο. Αυτήν την φορά καλεί την αστυνομία.

Περιμένει να το σηκώσουν χτυπώντας ρυθμικά το πόδι της στο πεζοδρόμιο. Τέταρτος χτύπος. Ακόμα δεν το σηκώνουν.

Ίσως είναι πολύ αργά για τους αστυνομικούς. Ίσως απλά να έχουν κατεβάσει το τηλέφωνο και να γευματίζουν στο γραφείο πίνοντας μπύρες και βλέποντας ποδόσφαιρο.

Αν ακολουθούσε τον δρόμο ίσως να την έβρισκε. Ξεκινάει να περπατά στις πιο κακόφημες γειτονιές κρατώντας ένα μικρό μαχαιράκι για παν ενδεχόμενο.

Φροντίζει να κινείται γρήγορα και ελαστικά ενώ ταυτόχρονα να παρατηρεί κάθετι χρήσιμο. Παγκάκια, πεζοδρόμια, σπίτια, αυλές και σίγουρα στενά στα οποία συχνάζουν - τέτοια ώρα- ναρκωμανείς και πότες.

Κάνενα ίχνος. Ξαφνικά το φως μειώνεται σημαντικά. Τα φώτα είναι καμμένα - άλλα σπασμένα- γι' αυτό χρησιμοποιεί το κινητό της.

Συνεχίζει να περπατά ώσπου βλέπει σημάδια από ζάντες αυτοκινήτου στο έδαφος. Δεν είναι κάτι ασυνήθιστο για την περιοχή στην οποία βρίσκεται όμως δεν είναι και τόσο καθημερινό.

Σηκώνει το βλέμμα και με κόπο ψάχνει κάθε άκρη. Παίρνει μία βαθιά εισπνοή και έπειτα εκπνέει αγχωμένα. Τότε μόνο συνειδητοποιηεί την κατάσταση στην οποία βρίσκεται.

Φοράει ακόμα τα άβολα ρούχα του σχολείου, τα μαλλιά της είναι ανακατεμμένα και η καρδιά της χτυπάει γρήγορα. Είναι κουρασμένη και τα πόδια της τρέμουν.

Μη έχοντας άλλη λύση κάθεται στο πιο κοντινό παγκάκι. Σέρνει κυριολεκτικά τα πόδια της για να μην μουδιάσουν όση ώρα θα σκέφτεται ποια τακτική θα ακολουθήσει.

Ξαφνιάζεται όταν στο παπούτσι της μπλέκεται ένα ζευγάρι άσπρα ακουστικά. Και τότε θυμάται. Θυμάται πως η Ιφιγένεια είχε πάντοτε δύο άσπρα ακουστικά στα αυτιά της για να αποφύγει την πρωινή συζήτηση σχετικά με τα νέα και την ζωή στο σπίτι.

Τα σηκώνει και διακρίνει πως η μία άκρη είναι κομμένη απότομα.

Και τότε καταλαβαίνει: Η Ιφιγένεια κινδυνεύει.

Αυτά για σήμερα❤

Η υπόθεση προχωρά 😊
Ελπίζω να σας άρεσε.
Αφήστε στα σχόλια την γνώμη σας ❤

Love you all 😍

🌟Ina🌟

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top