Κεφάλαιο 7ο

Ανοίγει τα μάτια της δακρυσμένη. Γεγονότα από την χθεσινή νύχτα έρχονται στο νου της.

Αφού ο Νέιθαν την γύρισε σπίτι και αντάλλαξαν αριθμούς, είχε να αντιμετωπίσει την οικογένεια της.

Η μητέρα της είχε ανησυχήσει καθώς η Ιφιγένεια ξέχασε το κινητό πάνω στο κρεβάτι της. Η Πηνελόπη γελούσε με τα χάλια της όλη την ώρα ενώ ο πατέρας της φώναζε σαν τρελός. Της έκανε κήρυγμα για πολλά πράγματα. Ξέσπασε πάνω της ακόμη και για πράγματα ανούσια.

Ο μόνος που την κοιτούσε σιωπηλά ήταν ο Έκτορας. Ήταν ο μόνος που πήγε μαζί της πάνω, που την αγκάλιασε και μετά από καιρό ασχολήθηκε μαζί της. Νόμιζε πως η Ιφιγένεια περνούσε μια φάση και αυτή δεν του έφερε αντίρρηση.

Βαθιά μέσα της όμως ήθελε τόσο να πει πως νιώθει πιεσμένη, πως κάθε μέρα πνίγεται στην μιζέρια, πως ευχαρίστως θα έδινε τέλος στην ζωή της αν μισούσε την οικογένεια της. Μα η καλή καρδιά της δεν της επιτρέπει να τρέφει ένα τέτοιο συναίσθημα μέσα της. Με κάποιον τρόπο αυτή η κοπέλα καταφέρνει να διαχειρίζεται και να προσπερνά τέτοιου είδους προβλήματα χωρίς καν να το καταλαβαίνει.

Αφού ετοιμάζεται για το σχολείο κατεβαίνει κάτω και παίρνει το κινητό της.

《Φεύγω.》Ψιθυρίζει σιγανά. Δεν θέλει να ακούσουν όλοι πόσο αδύναμη νιώθει.

Βγαίνει έξω και προχωράει νευρικά στον δρόμο. Ίσως να έστελνε ένα μήνυμα στον Νέιθαν αλλά μετά τα χθεσινά ένας φόβος τριγυρίζει το μυαλό της. Εξάλλου και εκείνος έχει τον αριθμό της. Αν όντως νοιάζεται θα στείλει αυτός.

Μετά την καθιερωμένη στάση στον φούρνο της γειτονιάς, η Ιφιγένεια αναλογίζεται πόσο άλλαξε η ζωή της μετα την συνάντηση με τον Νέιθαν.

Κανονικά τώρα θα έπρεπε να παρατηρεί το καθημερινό τοπίο της πόλης και να μην ασχολείται μαζί του.

Άλλωστε έχουν μεγάλη διαφορά ηλικίας. Την περνάει δέκα ολόκληρα χρόνια. Θα μπορούσε άνετα να ήταν αδερφός της. Όμως η καρδιά δεν μπορεί να μπει σε σίγαση.

Κοιτάζει γύρω της με την ελπίδα να τον δει αλλά αυτό δεν συμβαίνει.

Περπατά ως το σχολείο της και πηγαίνει στο συνηθισμένο πια παγκάκι. Εκπλήσσεται ευχάριστα όταν βλέπει την Εύη να την περιμένει εκεί.

《Καλημέρα.》Της χαμογελάει και εκείνη ανταποδίδει το χαμόγελο.
《Καλημέρα Ίφι.》Επιμένει να την καλεί με το ψευδώνυμο της.

《Πώς τα πέρασες χθες;》Της μιλάει ξανά.
《Υπέροχα.》Απαντά η Ιφιγένεια με ένα προσποιητό χαμόγελο.

Το κουδούνι χτυπά και αφού κάνουν προσευχή, τα παιδιά πηγαίνουν στις τάξεις τους.

Η Ιφιγένεια κάθεται στο θρανίο τους και αφήνει την τσάντα στο πάτωμα. Βγάζει το στυλό της και ένα τετράδιο και ξεκινά τις ζωγραφιές.

Αντίθετα η Εύη περιμένει με ανυπομονησία να ξεκινήσει το μάθημα.

Τελικά η φιλόλογος τους συστήνεται και αφού ο καθένας λέει το όνομα του, τους λέει να ανοίξουν τα βιβλία.

Έτσι πέρασαν επτά ώρες γεμάτες μάθημα και γνωριμίες. Πολλές καθηγήτριες, καθηγητές, μαθήματα.

Η Εύη σταματά την Ιφιγένεια.
《Το βράδυ θέλεις να έρθεις σπίτι μου; Θα κάνουμε sleepover!》Της λέει χαρούμενα.《Ειδοποίησα την μητέρα μου και έχουμε έναν ολόκληρο όροφο δικό μας!!》

Η Ιφιγένεια χαμογελάει πλατιά και αμέσως ενθουσιάζεται.
《Θα ρωτήσω τους δικούς μου και θα σε ειδοποιήσω. Αν δεν σε δω καλό Σαββατοκύριακο.》
《Φυσικά και θα με δεις. Αν όχι για sleepover τότε θα βγούμε βόλτα.》Της θυμίζει γλυκά η φίλη της. Αγκαλιάζονται και έπειτα φεύγουν.

Στον δρόμο για το σπίτι, η Ιφιγένεια κράτα το κινητό της ανοιχτό στο τηλέφωνο του Νέιθαν. Ίσως να τον πάρει τηλέφωνο.. όμως αν έχει πάλι νεύρα;

Βάζει το κινητό στην τσέπη της και συνεχίζει τον δρόμο της.
《Ιφιγένεια!!》Ακούει την αντρική φωνή του και σταματά να προχωρά για να την φτάσει.
《Τι κάνεις;》Της χαμογελάει με ένα πλάγιο γεμάτο ζωντάνια χαμόγελο.
《Υπέροχα εσύ;》Δεν μπορεί να κρύψει την χαρά της.

《Περίμενα να με πάρεις τηλέφωνο ή έστω να μου στείλεις μήνυμα.》Απαντά κάπως κατσουφιασμένος.
《Εμ.. λοιπόν.. αυτά είναι αντρικές δουλειές.》Χαμογελάει περήφανα και του βγάζει την γλώσσα.
《Δηλαδή αν σου έστελνα θα απαντούσες;》Αναρωτιέται μπερδεμένος.

《Φυσικά και ναι.》Του χτυπάει φιλικά τον ώμο. Βέβαια μόνο φιλικά δεν νιώθει γι' αυτόν.

《Τότε θα στέλνω συνέχεια. Για να μου απαντάς πάντα.》Ένα χαζοχαρούμενο χαμόγελο εμφανίζεται στο πρόσωπο του όπως και στης Ιφιγένειας.

《Για που το έβαλες;》Την ρωτάει καρφώνοντας το βλέμμα του στο καλοσχηματισμένο πρόσωπο της.

《Για το σπίτι. Που αλλού να πάω μετά το σχολείο;》Προχωράει ενώ κάνει ένα μορφασμό.

《Σωστά. Λοιπόν θα τα πούμε το απόγευμα ε; Θα μου στείλεις μήνυμα;》Την ρωτάει ενώ σταματά μπροστά της.

《Ναι.. μάλλον..θα τα πούμε.》
《Τα λέμε..》Λέει παράξενα και απομακρύνεται από κοντά της.

Η Ιφιγένεια πηγαίνει στο σπίτι της και αμέσως μιλάει στην μητέρα της.

《Μαμά θέλω το βράδυ να κοιμηθώ σε μια φίλη μου.. ξέρεις όπως κάνουν όλοι οι έφηβοι.》

Την κοιτάζει έκπληκτη. Όλα της τα παιδιά είναι διαφορετικά μεταξύ τους. Όμως ποτέ δεν περίμενε πως η Ιφιγένεια θα μεγάλωνε τόσο γρήγορα και θα άλλαζε τόσο ξαφνικά.

《Λοιπόν θα με αφήσεις;》Ρωτάει γεμάτη περιέργεια η Ιφιγένεια.

Η μαμά της χαμογελά παγωμένα ενώ την κοιτάζει σκεπτική.《Θα σε αφήσω αν με παίρνεις συχνά τηλέφωνο.》Της απαντά με την κλασσική ατάκα της ελληνίδας μάνας.

《Εννοείται.》Την αγκαλιάζει και έπειτα ανεβαίνει πάνω τρέχοντας.

Στέλνει βιαστικά στην Εύη ένα μήνυμα και ξεκινά την ετοιμασία της. Παίρνει έναν μπορντό σάκο και βάζει μέσα μια αλλαξιά και τις βαλούδινες πιτζάμες της. Βάζει μέσα ένα επιτραπέζιο, τα ακουστικά και ό,τι άλλο βρίσκει μπροστά της.

Ανοίγει το μήνυμα και με χαρά αντιλαμβάνεται ότι επιτέλους έχει μια φίλη.

Μέχρι να περάσει η ώρα διαλέγει ένα βιβλίο από την πελώρια βιβλιοθήκη της και κάθεται στο γραφείο της. Ξεκινά να διαβάζει και αμέσως χάνεται στον κόσμο της φαντασίας.

[...]

Η ώρα έχει περάσει για τα καλά. Είναι ήδη εννιά το βράδυ. Πήρε ένα βιβλίο για να περάσει λίγο ο χρόνος της και τελικά απορροφήθηκε σε αυτό.

Χωρίς να χάνει χρόνο παίρνει τον σάκο και βάζει το κινητό στην τσέπη της.

Κατεβαίνοντας τις σκάλες συναντά την αδερφή της, Πηνελόπη, η οποία την κοιτάζει υπεροπτικά.
《Επιτέλους μας κάνεις την χάρη και φεύγεις από το σπίτι;》Την ρωτάει με ένα λαμπερό ειρωνικό χαμόγελο.

《Ναι καλέ, αποφάσισα πως υπάρχουν άλλοι άνθρωποι που βλέπουν πόσο υπέροχη καρδιά έχω. Όχι πόσο καλή είμαι στο κρεβάτι.》Η ήρεμη φωνή της μα και τα λόγια που επιλέγει να πει ξαφνιάζουν την αδερφή της.

Την ώρα που ψάχνει να βρει κάποια κακία να της πει η Ιφιγένεια την διακόπτει.

《Μέχρι να βρεις κάποια καλή απάντηση θα κάψεις και αυτό που έχεις. Επιπλέον πρέπει να φύγω οπότε θα σε αφήσω να σκέφτεσαι.》 Με βήμα γεμάτο αυτοπεποίθηση κατεβαίνει τα σκαλιά. Ο αδερφός της σκανάρει την μικρή του αδερφή κοιτώντας ιδιαίτερα τα ρούχα της.

《Μπήκε το πνεύμα της Πηνελόπης μέσα σου;》Χασκογελάει και την αγκαλιάζει.

《Αμάν βρε Έκτορα!》Του χαϊδευει την πλάτη και ακουμπάει για λίγο πάνω του.
《Για που το έβαλες;》
《Sleepover με την φίλη μου》Του λέει χαμογελαστά.

《Καλά να περάσεις μικρή.》Της χαλάει τα μαλλιά.

《Θα σας τηλεφωνήσω το βράδυ.》Φωνάζει με την λεπτή φωνή της ενώ φεύγει από το σπίτι.

Τσεκάρει βιαστικά την ώρα. Είναι μόνο εννιά και τέταρτο. Αρχίζει να περπατά σκεπτική.

Σημείωσε τρεις  επιτυχίες.

Αντιμετώπισε την ξινή αδερφή της.
Βρέθηκε στην αγκαλιά του αδερφού της.
Και απέκτησε μία καλή φίλη.

Ίσως και ένα αγόρι.

🌟Αυτα για σήμερα ❤

Θα ανέβαζα την Πέμπτη αυτό το κεφάλαιο αλλά πλημμύρισε ο δεύτερος όροφος του σπιτιού μου.

Παρ' όλα αυτά κατάφερα και ανέβασα ένα αρκετά μεγάλο κεφάλαιο

Ελπίζω να σας αρέσει.

Αφήστε μου τις γνώμες σας έτσι ώστε να ξέρω τι να διορθώσω❤

Love you all 😘

🌟Ina🌟

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top