Κεφάλαιο 26ο
Όλα γύρω είναι ασπρόμαυρα. Μήπως εκείνη είναι η ασπρόμαυρη; Μήπως εκείνος; Δεν μπορεί να καταλάβει. Όλα γύρω γυρίζουν. Απομακρύνονται κι άλλο ξαφνικά και τόσο γρήγορα επιστρέφουν και την τρομάζουν.
Βρίσκεται σε δωμάτιο ή στην εξοχή; Της μιλάνε ή όλοι την προσπερνάνε; Υπάρχουν άνθρωποι γύρω της; Δεν μπορεί να διακρίνει. Κάπου κάπου το μάτι της πιάνει σκιές να τρέχουν γύρω της. Μήπως είναι όλα στο μυαλό της; Που είναι ο Νέιθαν; Που είναι όλοι;
Η πόλη φτάνει γκρίζα στα μάτια της. Οι δρόμοι είναι άδειοι, οι καφετέριες έχουν ερημώσει όπως και κάθε άλλου είδους μαγαζί. Τα πεσμένα στην άσφαλτο φύλλα μαρτυρούν πως κάτι έχει συμβεί. Τα δέντρα μοιάζουν γερασμένα, το ίδιο και το χορτάρι που έχει μεγαλώσει και περιμένει υπομονετικά κάποιον να το περιποιηθεί.
Η Ιφιγένεια κάνει μερικά βήματα για να κοιτάξει το ίδιο αποτέλεσμα και στην επόμενη οδό. Το πάρκο έρημο με ξεχασμένα παιχνίδια - κούκλες και αυτοκινητάκια, αρκουδάκια και κουζινικά. Εφημερίδες και περιοδικά στοιβαγμένα το ένα πάνω στο άλλο και ακουμπισμένα έξω από τον γεμάτο κάδο της ανακύκλωσης. Λίγο παραπέρα σφαίρες αχρησιμοποίητες, αφημένες βιαστικά στην άκρη. Κανένα αυτοκίνητο εκεί κοντά. Ούτε λεωφορείο ή μηχανάκι. Μήτε τα ποδήλατα των παιδιών βρίσκονται στην απέναντι στάση, εκεί που θα έπρεπε να είναι.
Τι έχει συμβεί σε αυτήν την άλλοτε ζωντανή και πλουσιοπάροχη πόλη; Που είναι ο κόσμος; Οι εργάτες; Τα παιδιά; Οι έφηβοι; Οι ηλικιωμένοι;
《Βοήθεια!》 Ουρλιάζει η Ιφιγένεια καθώς προχωρά προς το σπίτι της, εκεί που ελπίζει πως θα βρει κάποιον. 《Γιατί τώρα που με άφησε δεν είστε εδώ; Μαμά! Έκτορα!》 Φωνάζει καθώς χτυπάει νευρικά την πόρτα του σπιτιού της.
Μα όσο και αν επιμένει κανείς δεν της ανοίγει. Είναι μια έρημη πόλη. Χωρίς κατοίκους. Μόνο αυτή ζει εδώ.
《Ιφιγένεια εδώ είσαι;》 Γυρίζει απότομα προς την αντίθετη πλευρά και βλέπει τον αδερφό της με πληγές στο πρόσωπο. Στον λαιμό του είναι περασμένο ένα χοντρό σκοινί αν και δεν φαίνεται να είναι δεμένο κάπου.
《Έκτορα.. τι συμβαίνει; Που είναι η μαμά; Τι έχεις πάθει; Η πόλη.. γιατί είναι έτσι;》 Ρωτάει γεμάτη αφέλεια η νεαρή κοπέλα η οποία τα κατάφερε και δεν έχασε όλη την αθωότητα που είχε.
《Δεν θα καταλάβεις Ιφιγένεια, ποτέ δεν θα το κάνεις..》Η μορφή του Έκτορα εξαφανίζεται εμφανίζοντας στα χέρια της νεαρής κοπέλας ένα φυλλάδιο.
Νεκρό σώμα κρεμάστηκε στην πολιτεία μας στις 20 Οκτωβρίου 2018
Το πτώμα ανήκει σε μία ανήλικη κοπέλα που πρόσφατα είχε απαχθεί. Ο δράστης δεν εντοπίστηκε και πιθανόν να ψάχνει το επόμενο θύμα του. Η αστυνομία έχασε το μισό προσωπικό της στην προσπάθεια της να συλλάβει τον δράστη. Δεν σας εγγυόμαστε την ασφάλεια σας. Τα θερμά μας συλλυπητήρια στην οικογένεια Ιωάννου που αναγκάστηκε να δει το νεότερο μέλος τους κρεμασμένο και κομματιασμένο στην πύλη του τοπικού σχολείου. Καλύτερα να εγκαταλείψετε την πόλη για ένα καλύτερο μέλος των παιδιών σας. Τα κατάφερε. Μας έκαψε ολόκληρους και ήμασταν αναγκασμένοι να δούμε αυτό το αποτρόπαιο έγκλημα. Λυπάμαι πολύ, φύγετε από την πόλη.
Με εκτίμηση
~Αλέξης Παπανικολάου
'Όχι.. αυτό δεν γίνεται' Συλλογίζεται τρέμοντας η Ιφιγένεια. Τσαλακώνει το φυλλάδιο και τρέχει πέρα δώθε. Ψάχνει για κάποιον. Δεν γίνεται όλοι να φοβήθηκαν. Δεν γίνεται ο Νέιθαν να μην νικηθεί ποτέ. 'Άρα δεν επιβίωσα;' Δάκρυα συσσωρεύονται στα μάτια της κοπέλας και κάθεται στο πεζοδρόμιο ταραγμένη. Κανείς δεν έμεινε εξαιτίας της.
《Μην σκέφτεσαι έτσι γλυκιά μου.. ο κόσμος κοιτάζει την πάρτη του..》 Σχολιάζει η Εύη καθώς την κοιτάζει με ένα ανέκφραστο πρόσωπο. 《Δεν βγαίνουμε όλοι νικητές από τα χέρια ενός τρελού ανθρώπου.. αλλά προσπαθούμε τουλάχιστον.》
《Δεν έχεις ιδέα τι πέρασα μαζί του!》Της φωνάζει ενώ σηκώνεται επάνω.
《Ω πίστεψε με, έχω. Εξάλλου από το ηλεκτροσόκ πέθανες. Δεν πρόλαβε να παίξει μαζί σου.》 Της λέει ειρωνικά σουφρώνοντας τα χείλη. 《Δες τι κατάφερες! Όλοι έφυγαν! Φοβούνται εξαιτίας σου. Δεν μπόρεσες να αντέξεις λίγα παραπάνω volt στο αίμα σου! Καμιά μας δεν πέθανε από αυτό! Καμία από τις τέσσερις μας.》 Σχολιάζει πικρόχολα και γυρίζει το βλέμμα της μακριά.
《Εσύ γιατί δεν έφυγες Εύη; Γιατί έμεινες εδώ; Για να μου κάνεις κήρυγμα; Μάθε λοιπόν πως είμαι καλύτερη από σένα. Δεν βγήκα στον κόσμο και τον γέμισα με ψέματα! Γιατί δεν μίλησες καθόλου Εύη; Γιατί δεν είπες ότι δεν τον λένε Νέιθαν; Γιατί τον προστάτευες Εύη; Γιατί δεν ήσουν ειλικρινής; Ο Αλέξης, η Πηνελόπη, ο Έκτορας σε πίστεψαν! Και εσύ; Τον προστάτεψες επειδή τον αγάπησες. Πόσο ρομαντικό..》 Η Ιφιγένεια γελάει ειρωνικά ενώ πλησιάζει απειλητικά την Εύη.
《Τουλάχιστον εγώ δεν ήμουν η αιτία για να πεθάνει η οικογένεια μου!》 Της απαντά τόσο ήρεμα που ο μόνος ήχος που ακούγεται είναι η καρδιά της Ιφιγένειας να γίνεται κομμάτια και με πείσμα να κλείνει τα μάτια και τα αυτιά της.
《Μην την ακούς αδερφούλα.》 Ταράζεται όταν ακούει την φωνή της αδερφής της τόσο κοντά. Χωρίς να το καταλάβει είναι μέσα στην αγκαλιά της και κλαίει γοερά.
《Δεν ήθελα να σας οδηγήσω εκεί..》 Απαντά σαν παιδί ενώ κοιτάζει την αδερφή της στα μάτια. Όλο το σώμα της και ο λαιμός της ακόμα, έχουν χαρακιές.
《Δεν το έκανες εσύ βρε χαζούλα. Εμείς το κάναμε στους εαυτούς μας..》 Της σκουπίζει τα δάκρυα και έπειτα της χαλάει τα μαλλιά. 《Ήμασταν τόσο κοντά Ιφιγένεια.. τόσο κοντά. Θα σε είχαμε μαζί μας. Απλά όλα πήγαν στραβά..》 Πιάνει το χέρι της και το σφίγγει στο δικό της.《Τώρα είμαστε όλοι μαζί. Είναι και ο μπαμπάς εκεί πάνω μικρή. Είναι μαζί μας. Γιατί το κατάλαβε.. ότι αξίζει να είμαστε οικογένεια. Απλά άργησε λίγο. Σε όλους συμβαίνει μωρέ..》
《Πηνελόπη.. όχι.. δεν.. δεν τα έχω παρατήσει.. ποτέ δεν θα σας βοηθούσα να καταστρέψετε τις ζωές σας! Στο.. ορκίζομαι..》Η φωνή της παλεύει να βγει. Το άγχος και ο τρόμος την πνίγουν.
Με το κλείσιμο των ματιών της η Πηνελόπη εξαφανίζεται.
'Τρελαίνομαι. Όλα γίνονται τόσο γρήγορα, τόσο μπερδεμένα. Νιώθω την ένταση στο σώμα μου να αυξάνεται. Όμως δεν αντιδρώ. Αντιθέτως την αφήνω να εξελιχθεί και να διαπλασιαστεί σε κάθε χτυπημένο εκατοστό του σώματος μου'
《Αχ Ιφιγένεια μην τυραννιέσαι. Μην παλεύεις άλλο. Αφέσου. Αφέσου και έλα μαζί μας.》Ο πατέρας της την κοιτάζει από μακριά και της τείνει το χέρι ελαφρώς.
Αυτή είναι η ευκαιρία που περίμενε.. να βρεθεί στο επίκεντρο. Να ενώσει την οικογένεια της και πάλι. Να είναι επιτέλους μια φυσιολογική και μεγάλη οικογένεια.
Όμως είναι σημαντική απόφαση.
《Ιφιγένεια..》
《Μητέρα!》 Τρέχει με χαρά να την αγκαλιάσει αλλά τότε παρατηρεί το καμμένο της σώμα, γεμάτος εγκαύματα και αίματα.
《Ναι.. μπορείς να έρθεις μαζί μας, ναι μπορούμε να είμαστε όλοι μαζί, αγαπημένοι και ενωμένοι.. όμως Ιφιγένεια δεν είναι ακόμα η ώρα σου. Εμείς μπορούμε να περιμένουμε. Ο Αλέξης παλεύει σκληρά για σένα. Δεν κοιμάται πια. Είσαι προτεραιότητα για εκείνον. Μην τον απογοητεύσεις. Μωρό μου.. εμείς θα σε αγαπάμε πάντα όποια και αν είναι η απόφαση σου. Γιατί είμαστε οικογένεια.》
《Εγώ θέλω να έρθεις τώρα.》Ο μπαμπάς της τείνει το χέρι του προς αυτήν και η Ιφιγένεια γυρνά προς αυτόν.
《Ο Αλέξης είναι ένας ξένος!》Λέει χωρίς να το πιστεύει.
Τα συναισθήματα μέσα της παλεύουν.
Να ενώσει την οικογένεια της με έναν τρόπο εύκολο ή να παλέψει τον Νέιθαν και να προσπαθήσει να αποδράσει;
Αυτά για σήμερα.❤
Αφήστε ένα σχόλιο με την γνώμη σας.
Ελπίζω να σας άρεσε. Σας υπερευχαριστω για τις 1,2Κ προβολές ❤ Σημαίνουν πολλά.
❤INA❤
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top