Κεφάλαιο 19ο
Και ενώ ο Αλέξης με την Εύη πηγαίνουν ολοταχώς προς την πρώτη κατοικία του Νέιθαν, η Ιφιγένεια βρίσκεται χτυπημένη στο βρώμικο δάπεδο μιας παλιάς, έρημης και απόμερης αποθήκης.
Ο Νέιθαν βρίσκεται ακριβώς δίπλα της και την παρατηρεί με μία έκφραση χαράς. Κατά την γνώμη του σε λίγο καιρό η Ιφιγένεια θα ξεδιπλωθεί. Θα νιώσει τους δαίμονες να ανθίζουν στην σκέψη της, την δολοπλοκία να τυλίγει την ψυχή της, το χάος να κατασπαράζει τα σωθικά της.
Ο Νέιθαν έχει ως στόχο να αφυπνήσει την πραγματική πλευρά της Ιφιγένειας. Μια πλευρά, που σύμφωνα με αυτόν, υπάρχει σε κάθε άνθρωπο. Σε κάθε άνθρωπο, μεγάλο, μικρό, ήρεμο, επιθετικό. Σε κάθε ψυχή κατεστραμμένη ή όχι. Και αυτή η πλευρά είναι που τον αλλάζει. Που του εξάπτει μια δύναμη, μια αποφασιστικότητα, μια τρέλα η οποία παρουσιάζεται πιο διακριτά στις πράξεις και τα λόγια του και με τον καιρό καλύπτει κάθε φωτεινή πλευρά του μυαλού και της καρδιάς. Και αυτή η μαυρίλα μεγενθύνεται τόσο πολύ.. που μπορεί να γίνει αντιληπτή από μικρά καθημερινά σημάδια.
Η επιβλητική μορφή του σκύβει κοντά της και με μια ψυχρή φωνή ψιθυρίζει: 《Αγάπη μου, είναι ώρα να σηκωθείς.》Παράλληλα χαϊδεύει τα ξανθά της μαλλιά και ένα λαμπερό χαμόγελο εμφανίζεται στα χείλη του. 《Είναι η ώρα.. θα έχεις πολύ χρόνο να κοιμηθείς μετά.》 Η πρόταση του φάνηκε περισσότερο σαν απειλή παρά σαν καθησύχαση.
Σαν υπνωτισμένη, η Ιφιγένεια σηκώνεται στα δύο της πόδια μετά από αρκετή προσπάθεια. Το πρόσωπο της κοιτάζει προς το έδαφος ίσως από ντροπή, ίσως από φόβο, ίσως από απέχθεια. Όμως μια έντονη νευρικότητα κυριαρχεί στο σώμα της και αυτό φαίνεται μόνο αν την παρατηρήσεις πολύ ώρα. Μόνο μία κίνηση μπορεί να το επιβεβαιώσει. Η ελαφριά μα μονότονη και συνεχόμενη περιοδική κίνηση των δαχτύλων του αριστερού χεριού της. Αυτό θα το καταλάβαινε κανείς αν είχε την δυνατότητα να την κοιτάζει όσο θέλει, να την έχει ήδη παρατηρήσει τόσο πολύ έτσι ώστε να καταλάβει αυτήν την αλλαγή. Και ναι.. ο Νέιθαν είχε άπλετο χρόνο πριν να δει ό,τι ήθελε. Να εξετάσει κάθε εκατοστό του σώματος της, να μετρήσει τις ατέλειες και τις τελειότητες της. Αν ήταν ένας φυσιολογικός άνθρωπος θα την λυπόταν, θα την ερωτευόταν, θα ένιωθε οίκτο ή έλξη.
《Θέλω να με κοιτάς.》 Απαιτεί με την αυταρχική του φωνή ενώ φτάνει σε απόσταση αναπνοής από εκείνη.
《Γιατί; Για να δεις το έκθεμα που έφτιαξες;》 Απαντά και πάλι δυναμικά με φωνή που δεν προδίδει κανένα συναίσθημα.
《Μια μέρα θα σου μιλάω και δεν θα έχεις περιθώριο να απαντάς τόσο ελεύθερα μικρή. Και τότε θα εύχεσαι να ήμασταν εδώ, να σου ζητάω να με κοιτάξεις. Γιατί τότε δεν θα έχεις το δικαίωμα να επιλέξεις.》
Κάνει κύκλους γύρω της μεταφέροντας απειλητικά την ανάσα του επάνω της.
《 Ίσως να με θεωρείς τον δικό σου διάβολο. Ίσως γιατί είμαι.》 Στέκεται ξανά μπροστά της. 《Αλλά είναι ακόμα η αρχή. Τώρα, αγάπη μου, είμαι φυσιολογικός. Αν με μισείς από τώρα.. δεν θα αντέξεις τα υπόλοιπα μετά.》 Η θριαμβευτική χροιά του της προκαλεί εμετό και αηδία. Μα δεν μπορεί να αντιδράσει. Δεν ξέρει τι να πει, ψάχνει τα σωστά λόγια για να εκφραστεί και πολύ σύντομα τα βρίσκει.
《Το καλύτερο είναι να μην αντέξω. Και ξέρεις γιατί; Γιατί τότε εγώ θα ηρεμήσω, θα αναπαυτώ, θα ξεφύγω από σένα ακόμη και αν αυτός μέλλει να είναι ο μόνος τρόπος. Εσύ όμως Νέιθαν θα είσαι ποτισμένος με τύψεις, η μορφή μου θα σε στοιχειώνει. Θα σου θυμίζει πόσο απάνθρωπος είσαι που το τέταρτο θύμα σου θα ξεψυχίσει στα χέρια σου εξαιτίας της δικής σου τρέλας. Εξαιτίας των δικών σου τραυμάτων. Εξαιτίας των πληγών που ανοίχτηκαν στην ψυχή σου και ποτέ δεν έκλεισαν. Επειδή Νέιθαν εσύ δεν μπορείς να απελευθερωθείς, να ξεφύγεις. Εσύ είσαι αναγκασμένος να ζεις σε αυτόν τον εφιάλτη. Σε ένα παιχνίδι που εσύ δημιούργησες, σε μια κατάρα που έριξες στον εαυτό σου χωρίς λόγο. Ή μάλλον μια κατάρα που έριξες στον εαυτό σου εξαιτίας του μίσους για τον ίδιο σου τον εαυτό.》Τα σκληρά της λόγια καρφώνονται αμέσως στην μαύρη και ραγισμένη του καρδιά. Με θάρρος και περηφάνια σηκώνει το κεφάλι της.
Σηκώνει απότομα το κεφάλι του στην ίδια ευθεία με το δικό της. Και τότε αντικρίζει το χάος που αυτός δημιούργησε. Παρατηρεί τις βαθιές γρατζουνιές στα λεία μάγουλά της, τα σκισμένα χείλη της και τα ματωμένα φρύδια της. Τα μάτια της έχουν μια σκούρα απόχρωση και είναι πρησμένα από τα δυνατά χτυπήματά του. Και αυτά τα τραύματα είναι μόνο στο πρόσωπο της. Εκεί, δηλαδή, που δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία. Έβγαλε όλο το μίσος και την οργή του στο σώμα της. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί την ζημιά που έχει προκαλέσει. Μια ζημιά πιθανόν μόνιμη. Μπορεί να μην είναι μόνιμη εξωτερικά μα σίγουρα εσωτερικά.
《Σε κοιτάζω Νέιθαν για να σου αποδείξω ότι το μόνο τέρας εδώ είσαι εσύ. Πως τα τραύματα σου, πως οι προσπάθειες σου να με κάνεις σαν εσένα δεν πιάνουν μία μπροστά στην αισιοδοξία και την πίστη. Δεν θα γίνω σαν εσένα όσο και αν το πιστεύεις. Θα κάνω υπομονή. Θα προσπαθήσω τουλάχιστον. Και.. αν είναι γραφτό να πεθάνω στα χέρια σου είμαι έτοιμη να το δεχτώ. Όμως θα αντισταθώ. Όσο μπορώ.》 Η φωνή της εκπέμπει μια σιγουριά. Μια απρόσμενη δύναμη. Πρόκειται για έναν χαρακτήρα μοναδικό. Αυτό, εξάλλου, είναι το λάθος του Νέιθαν. Έκρινε την εμφάνιση της. Χωρίς να γνωρίζει το εσωτερικό. Είδε μια όμορφη και ταραγμένη κοπέλα που έκρυβε μια τεράστια ψυχική δύναμη. Μια δύναμη που θα τον καταστρέψει. Μια δύναμη που θα την καταστρέψει. Μια δύναμη που θα τους καταστρέψει.
《Θέλω να βγάλεις τον σκασμό!》 Ουρλιάζει μπροστά στο πρόσωπο της και χτυπάει το χέρι του στον τοίχο. Έπειτα πιάνει τα μαλλιά του και μπλέκει τα δάχτυλα του ανάμεσα. 《Θέλω να σταματήσεις για ένα λεπτό.》 Κάνει σβούρες γύρω από τον εαυτό του. 《Δεν είσαι δυνατή! Κανείς δεν είναι! Το καταλαβαίνεις;》 Πέφτει στα γόνατα αφήνοντας μια υπερβολικά δυνατή κραυγή. Μια κραυγή που κρύβει χιλιάδες συναισθήματα και αναμνήσεις του Νέιθαν. Μια κραυγή που βγήκε από το στόμα του για να λυτρωθεί ο ίδιος. Μια κραυγή που στα αυτιά κάποιου άλλου θα φάνταζε κραυγή πόνου.. μια κραυγή που στα αυτιά του Νέιθαν είναι λύτρωση, ψυχική γαλήνη και χαρά. Και ναι είναι τρελό. Αλλά αυτή είναι η διαφορά των ανθρώπων από τον Νέιθαν. Εκείνος δεν ταίριαξε ποτέ με το σύνολο. Δεν τον άφησαν να ταιριάξει. Ήταν, από πάντα, κάτι ασυνήθιστο, κάτι που υπήρξε από ένα λάθος. Και αυτό το λάθος ο μπαμπάς του το έκανε χειρότερο. Επειδή τότε ήταν απλά ένα παιδί άκακο, που με την κακία του το έκανε κακό.
《Νέιθαν..》 Τα χείλη της Ιφιγένειας σχηματίζουν αυτήν την λέξη μα δεν χρωματίζεται από την φωνή της. Είναι μια άηχη λέξη. Τον πλησιάζει διστακτικά. Κανονικά δεν θα έπρεπε να το κάνει. Άλλωστε είναι ένα θύμα το οποίο πριν λίγο κακοποιήθηκε. Αλλά για την Ιφιγένεια είναι αδύνατο να μην τον πλησιάσει. Πέφτει στα γόνατα και κάθεται δίπλα του. 《Πάρε ανάσες. Αναπνοή από την μύτη, εκπνοή από το στόμα. Βαθιά αναπνοή. Θα περάσει.. όλα θα περάσουν.》 Ψιθυρίζει εμψυχωτικά και τον κοιτάζει κατάματα. Εκείνος ακολουθεί τις συμβουλές της άναυδος.
Έβγαλε λοιπόν ένα συμπέρασμα: αυτή η κοπέλα έχει απίστευτα μεγάλη και συγχωρητική καρδιά. Μακάρι όλοι να της έμοιαζαν. Παρ' όλα αυτά δεν πρέπει να δείξει τις ευαισθησίες του ξανά. Ξαφνικά την σπρώχνει πίσω, σηκώνεται και βγαίνει έξω από αυτήν την καταραμένη αποθήκη. Κλειδώνει και κλείνει σφιχτά τα μάτια.
Αχ αυτή η αποθήκη.. κάποτε ήταν και η δική του κόλαση. Κάποτε αυτός έκλαιγε και πονούσε. Κάποτε. Όχι πια.
Αυτά για σήμερα ❤
Ελπίζω να σας άρεσε ❤
Αφήστε μου τα σχόλια σας για να ξέρω την γνώμη σας
Μπάιι❤
❤ INA❤
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top