19. ΧΟΡΟΣ
Η μεγάλη μέρα του χορού των αποφοίτων είχε φτάσει. Πλέον ήμασταν τρεις μέρες μακριά από την επίσημη αποφοίτηση μας και την στέψη μου. Στις βδομάδες που είχαν περάσει επικρατούσε μια παράδοξη ηρεμία. Δεν υπήρχαν αλλαγές ή σημάδια ότι θα υπάρξουν σχετικά σύντομα. Οι στρατολογούμενοι μου συνεχίζονταν να αυξάνονται, όχι βέβαια πυρετωδώς, όπως περίμενα. Το γεγονός όμως ότι ο αριθμός δεν έμεινε στάσιμος με χαροποιούσε. Επίσης ανακουφιζόμουν που δεν είχα νέα του Ίγκορ, γιατί αν άκουγα από εκείνον σίγουρα θα ήθελε να γνωρίσει τον Ντιμίτρι. Εκείνος όμως δεν το ήθελε. Ακόμα δυσκολευόταν να αποδεχτεί την ταυτότητα του. Ίσως να του ήταν πιο εύκολο αν οι γονείς του ήταν νταμπίρ. Η Μόνι ως ομοιοπαθής να τον καθησύχαζε υπενθυμίζοντας του τα λόγια όλων μας: Ό,τι και να έλεγε αυτός ο βρικόλακας, ο Ντιμίτρι ήταν ένας Σάντος.
Ως προς το θέμα του Κάτω Κόσμου η συγκεκριμένη αδράνεια με φόβιζε κάπως. Ο Κάρτερ είχε προθυμοποιηθεί να ψάξει για όσο πιο άμεσες πηγές της εποχής της γέννησης του Γεώργιου, μήπως βρίσκαμε κάτι που να επιβεβαίωνε την θεωρία μου. Κατά βάθος ήταν κι εκείνος πεπεισμένος, αλλά όπως και εγώ ήθελε την παραπάνω σιγουριά. Η έρευνα του δυστυχώς δεν απέφερε καρπούς. Βέβαια δεν είχε και την πολυτέλεια του χρόνου να ασχοληθεί μόνο με αυτό. Όλο το βάρος της στέψης είχε πέσει πάνω του λόγω των δικών μου εξετάσεων. Πιθανόν να είχε και τις ετοιμασίες του γάμου, γιατί η Κέιζα αδημονούσε να πραγματοποιηθεί το συντομότερο δυνατόν. Ήθελε απεγνωσμένα να την αποκαλούν βασίλισσα και με τον γάμο θα το κατάφερνε. Όσο όμως και να ζαχάρωνε τον θρόνο, δεν είχε καμία δικαιοδοσία πάνω του.
Εκτός όμως από αυτό το παράσιτο συνέχιζε να εκκρεμεί το ζήτημα της Λίζα και του Ζάβιερ. Ο Νόα είχε απευθυνθεί και σε άλλους κυνηγούς δαιμόνων μετά την αποτυχία μας με τον Τζερόνιμο και όλοι τον έδιωξαν κλοτσηδόν στην καλύτερη περίπτωση. Ήταν τρομερά απίστευτο το πόσο αρνητικοί ήταν στο να κάνουν ουσιαστικά την δουλειά τους. Οι δυο τους θα πρέπει να είχαν φροντίσει να τους αποτρέψουν από αυτό από την στιγμή που κατάλαβαν ότι είχα στραφεί σε αυτή την λύση. Με εκνεύριζε πολύ το γεγονός ότι ήταν μίλια μπροστά μας και εγώ εξακολουθούσα να μην έχω πάρει εξ ολοκλήρου εκδίκηση για τον θάνατο του Μάικλ. Παρά τις συνεχείς αναποδιές δεν θα το έβαζα κάτω. Αυτούς τους δύο θα τους σκότωνα ακόμα κι αν χρειαζόταν να τους κυνηγάω για όλη μου την ζωή μέχρι τα πέρατα της γης.
Μέσα σε αυτές μου τις σκέψεις φρόντιζα με μερικούς συμμαθητές μου τις τελευταίες λεπτομέρειες για τον αποψινό χορό, ο οποίος θα λάμβανε χώρα στο γυμναστήριο. Το μέρος είχε σχεδόν μεταλλαχθεί με τον τρόπο που το είχαμε διακοσμήσει και έμοιαζε σαν αίθουσα δεξιώσεων. Η Σειρήνα ως υπεύθυνη της ομάδας στολισμού έκανε ένα λεπτομερή έλεγχο σε κάθε σημείο που ολοκληρωνόταν και τσέκαρε από την λίστα της ό,τι είχε τελειώσει. Εγώ σηκωμένη στους ώμους του Ενρίκε, ο οποίος είχε προσφερθεί να μας βοηθήσει κρεμούσα κάτι τελευταίες γιρλάντες στον τοίχο πίσω από την πίστα.
«Τελείωσα», έτριψα τις παλάμες μου μεταξύ τους για να απωθήσω λίγη χρυσόσκονη από την προηγούμενη μου δουλειά. «Πώς σου φαίνεται;»
«Τέλειο», απάντησε ο Ενρίκε έχοντας τα χέρια του ακουμπισμένα στα γόνατα μου.
Η Σειρήνα βλέποντας με να έχω τελειώσει μας πλησίασε με γρήγορες δρασκελιές για να ελέγξει κι αυτό το μέρος.
«Είναι εντάξει;», την ρώτησα. «Θέλεις να αλλάξω ή να προσθέσω κάτι;»
«Όχι», μου απάντησε κουνώντας το κεφάλι της. «Είναι όλα μια χαρά», μου χαμογέλασε και έσβησε από την λίστα της την σκηνή.
«Χαίρομαι», αποκρίθηκα και χαμήλωσα τα μάτια μου στον Ενρίκε μόλις η Σειρήνα απομακρύνθηκε. «Τι λες; Θα με κατεβάσεις;»
«Δεν σ' αρέσει εδώ πάνω;», γέλασε και με ταρακούνησε ελαφρώς.
Εγώ αμέσως κρατήθηκα από τους ώμους του φοβούμενη μην πέσω. «Δεν είμαι και μεγάλη οπαδός των υψών.»
«Δεν είσαι και στα Ιμαλάια.»
«Ούτε στον χάρτη δεν θέλω να τα βλέπω», μουρμούρισα.
Εκείνος γέλασε δυνατά και με βοήθησε να κατέβω. Ένας αναστεναγμός ανακούφισης δραπέτευσε από τα χείλη μου, μόλις τα πόδια μου ακούμπησαν το έδαφος.
«Είσαι σίγουρος ότι θέλεις να έρθεις απόψε;», ίσιωσα τις ζάρες του πουκαμίσου μου από την ανάβαση μου. «Θα βαρεθείς.»
«Νομίζω πως είναι πολύ αργά να κάνω πίσω», ανασήκωσε τον ένα του ώμο. «Άλλωστε κι ο Αλφόνσο προσφέρθηκε να σας επιτηρεί σήμερα, οπότε δεν θα είμαι μόνος μου», έκανε δύο βήματα μπροστά μειώνοντας επικίνδυνα την απόσταση μεταξύ μας. «Κι αν μου χαρίσεις κι έναν χορό, κάθε άλλο παρά βαρετή θα είναι η βραδιά.»
Μισοχαμογέλασα σε αυτά του τα λόγια. Μπορεί πολλές φορές να με έκανε να νιώθω άβολα με το πόσο οικείος ήταν κοντά μου, δεν έπαυε όμως να με κολακεύει.
«Θα το κάνω», τον διαβεβαίωσα.
«Υπέροχα», απάντησε. «Θα σε δω απόψε, λοιπόν.»
Εγώ κατένευσα και αφού απομακρύνθηκε έκανα κι εγώ έναν γρήγορο έλεγχο μέσα στο γυμναστήριο, για να βοηθήσω στο έργο της Σειρήνα. Έπειτα κατευθύνθηκα στην τραπεζαρία, καθώς το στομάχι μου υπέφερε από την πείνα. Λίγοι μαθητές βρίσκονταν τέτοια ώρα εκεί. Οι περισσότεροι ετοιμάζονταν για την αποψινή βραδιά. Όσοι ήμασταν πάντως δεν φορούσαμε την σχολική μας στολή. Πλέον είχαμε τελειώσει με αυτό. Κάποιοι για φέτος κι άλλοι για πάντα. Στην δεύτερη κατηγορία άνηκα κι εγώ. Φέτος ήταν η πρώτη μου φορά σε σχολείο κι η τελευταία κι ήταν από τις λίγες εμπειρίες που θα ήθελα να τις είχα ζήσει νωρίτερα.
Στάθηκα για λίγο στην είσοδο και χάζεψα τον χώρο μέσα. Θυμήθηκα στιγμές που είχα ζήσει εκεί μέσα με τους φίλους μου και τους συμμαθητές μου. Μπορούσα να ακούσω τα γέλια μας και τις συζητήσεις μας. Πόσα μυστικά φυλούσε αυτό το μέρος! Πόσες χαρές και πόσες λύπες! Για μια στιγμή το μυαλό μου έφερε μπροστά στα μάτια μου την αποφράδα εκείνη μέρα και είδα τον Τζέισον μπροστά μου να σηκώνει το όπλο του και να σημαδεύει τον Τσέις. Δυστυχώς το μέρος είχε κι αυτό στο ιστορικό του βαραίνοντας τις μνήμες μας. Όμως εγώ δεν πτοήθηκα και προχώρησα προς τα μέσα συνεχίζοντας να ατενίζω ευχάριστες αναμνήσεις, γιατί είχα πολλές, όχι μόνο από την τραπεζαρία, αλλά και από το σχολείο ολόκληρο.
Γέμισα το πιάτο μου με μεσημεριανό και προχώρησα στο τραπέζι της παρέας μου. Απολαμβάνοντας το γεύμα μου χάζεψα έξω στο κιόσκι και πολλές εικόνες εμφανίστηκαν μπροστά στα μάτια μου. Είδα τον Σκοτ να με παρηγορεί μετά την απαγωγή μου από τον Ντέμιεν, τα πρώτα ερωτικά πειράγματα ανάμεσα σε μένα και τον Κάρτερ, την Κέστρα να με παρακολουθεί πάνω στο χιόνι. Ακόμα κι αυτό το μετρούσα ως ευχάριστη ανάμνηση δεδομένου του αποτελέσματος. Η νοσταλγία των σχολικών χρόνων δεν με άφηνε να βρω ένα ψεγάδι στην χρονιά που πέρασε. Ένα κεφάλαιο της ζωής μου έκλεινε, ενώ ανοιγόταν ο δρόμος για ένα άλλο, κι η αθωότητα των παιδικών κι εφηβικών χρόνων ξεθώριαζε όλο και πιο πολύ. Και τι δεν θα έδινα για λίγη παραπάνω ξεγνοιασιά και ανεμελιά. Αισθανόμουν πως δεν είχα προλάβει να ζήσω αυτές τις στιγμές σε μεγάλο βαθμό. Για να είμαι ακριβής, πράγματι δεν το είχα καταφέρει. Οι ανώτερες υποχρεώσεις με βάρυναν από νεαρή ηλικία βάζοντας κάποια πράγματα στην άκρη. Εντούτοις, χαιρόμουν για όσα μπόρεσα να ζήσω και θα τα φυλούσα μέσα μου ως έναν πολύτιμο θησαυρό.
Τελειώνοντας με το μεσημεριανό μου έφυγα από την τραπεζαρία και προχώρησα στο προαύλιο για να δροσιστώ από τον ελαφρύ αέρα που φυσούσε. Όσο έμπαινε το καλοκαίρι το σώμα μου υπέφερε. Είχα ήδη από μόνη μου υψηλή θερμοκρασία. Καθώς ανέβαινε και της πόλης η κατάσταση γινόταν ασφυκτική. Προσπαθούσα όμως να μην το σκέφτομαι γιατί το άγχος και γενικά τα έντονα συναισθήματα αύξαναν την θερμότητα μου. Για το λόγο αυτό τις τελευταίες μέρες έκανα κάτι που δεν το είχα καταφέρει και πολύ στην υπόλοιπη ζωή μου : Χαλάρωνα.
Κάποια στιγμή το μάτι μου πήρε την Μέλανη να κόβει βόλτες μπροστά από ένα παγκάκι και να ψελλίζει διάφορα. Στα χέρια της είχε ένα κομμάτι χαρτί και ένα στυλό και καμιά φορά συμπλήρωνε ή έσβηνε κάτι. Εγώ την πλησίασα παρακολουθώντας την ελαφρώς απορημένη.
«Τι μουρμουράς εκεί;»
Εκείνη ξεφύσησε και άφησε τα χέρια της να πέσουν στους μηρούς της. «Ο κύριος Μίλερ μου ανακοίνωσε σήμερα το πρωί ότι είμαι η επίτιμη μαθήτρια της τάξης μας.»
Εγώ ούρλιαξα ενθουσιασμένη και την έσφιξα μέσα στην αγκαλιά μου. «Μέλανη αυτό είναι υπέροχο.»
Η γλυκιά μου Μέλανη μέσα σε τόσες δυστυχίες και κακουχίες είχε πετύχει τον υψηλότερο βαθμό και δεν μπορούσα να μην φουσκώσω από περηφάνια για εκείνη. Αν δεν κρατούσα κρυφή την μαγεία μου θα πέταγα πυροτεχνήματα από την χαρά μου.
«Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο χαίρομαι», γέλασα και της τσίμπησα τα μάγουλα της κάνοντας την να χαμογελάσει μέσα στην απελπισία της.
«Ναι κι εγώ χάρηκα στην αρχή μέχρι που συνειδητοποίησα ότι δεν μπορώ να γράψω τον ηλίθιο λόγο», κούνησε το χαρτί μπροστά της και ξεφύσησε.
«Ω, έλα τώρα», την σκούντηξα απαλά. «Είμαι σίγουρη πως κάτι θα βρεις.»
«Δεν έχω βρει απολύτως τίποτα. Έχεις να προτείνεις τίποτα;»
Εγώ σκέφτηκα λίγο τρίβοντας το πιγούνι μου. «Τι θα έλεγες για: Άστα λα βίστα κόπανοι.»
Η Μέλανη έκλεισε τα μάτια της κι εισέπνευσε αργά. «Βγάλε τον Τσέις από μέσα σου.»
«Συγγνώμη», γέλασα. «Λίγη πλάκα θα σε βοηθήσει όμως να χαλαρώσεις.»
Εκείνη άπλωσε το ένα της χέρι κάτω από το στήθος της και με περιεργάστηκε. «Τον τελευταίο καιρό είσαι σε πολύ καλή διάθεση», έγειρε το πιγούνι της μπροστά και χαμήλωσε τον τόνο της φωνής της. «Συνέβη τίποτα με τον μελαχρινό θεό Ενρίκε;»
«Όχι», γέλασα στον χαρακτηρισμό του Ενρίκε. «Απλώς βαρέθηκα την στενοχώρια.»
«Χαίρομαι που το ακούω αυτό», χαμογέλασε. «Σου πάει η ευτυχία. Αλλά είσαι σίγουρη ότι δεν έγινε τίποτα μαζί του;»
«Ναι», της απάντησα. «Δεν είμαι ακόμα έτοιμη για νέο ξεκίνημα στον ερωτικό τομέα. Ελπίζω να με καταλαβαίνεις.»
«Απόλυτα», ένευσε και ξεφύσησε ρίχνοντας μια ματιά στο μουντζουρωμένο της χαρτί. «Τι θα κάνω με αυτό; Δεν πρόκειται να το έχω έτοιμο σε τρεις μέρες.»
«Μην πελαγώνεις», πέρασα το ένα μου χέρι γύρω από τον ώμο της. «Και το κυριότερο μην το σκέφτεσαι πολύ. Μίλα μέσα από την καρδιά σου. Δεν υπάρχει λόγος να εντυπωσιάσεις κανέναν με ψαγμένο λεξιλόγιο και μεγάλες ρητορείες.»
Εκείνη με άκουγε προσεκτικά κι ένευσε αργά. «Έχεις δίκιο», αποκρίθηκε. «Άλλωστε θα είναι και ο Κάρτερ με τον Τσέις, οπότε πρέπει να χρησιμοποιήσω απλές κουβέντες.»
Γέλασα δυνατά σε αυτό της το σχόλιο κι έμεινα δίπλα της όλο το μεσημέρι βοηθώντας την να βρει τα κατάλληλα λόγια για να εκφράσει τα συναισθήματα της σε ένα κομμάτι χαρτί.
Νωρίς το απόγευμα όμως εγκαταλείψαμε τον λόγο, γιατί έπρεπε να αρχίσουμε τους καλλωπισμούς για τον χορό. Μαζευτήκαμε στο δωμάτιο μου εμείς οι δυο, η Μόνι και η Σειρήνα και περάσαμε ένα κοριτσίστικο απόγευμα μιλώντας για μόδα και κάνοντας έναν απολογισμό της φετινής χρονιάς. Ήταν πολύ όμορφες και ήρεμες ώρες παρά τις πεταλούδες που είχα στο στομάχι μου. Ανυπομονούσα για τον χορό, καθώς ήταν κι αυτό μια πρώτη εμπειρία. Θα είχα όμως τους φίλους μου και τον Ντιμίτρι, ο οποίος με μεγάλη χαρά αποφάσισε να συνοδεύσει εμένα και την Μέλανη στον χορό των αποφοίτων.
Γύρω στις εννέα το βράδυ είχαμε όλες βάλει τα φορέματα μας κι ήμασταν έτοιμες για την αποχαιρετιστήρια γιορτή. Η Μόνι είχε κάνει υπέροχη δουλειά με τις ενδυμασίες μας και φαινόντουσαν πιο φανταχτερές από την ακριβή τουαλέτα της Σειρήνα. Εγώ τις είχα προτείνει να ράψει βασιλικές ενδυμασίες και θα έβγαζε μια περιουσία από αυτό.
Το φόρεμα της Μέλανη ήταν σκούρο κόκκινο, στο χρώμα των Σάντος. Οι δυο μεγάλες τιράντες έπεφταν στους ώμους της και πάνω στο στήθος της ήταν κεντημένος ένας κύκνος. Η φούστα άνοιγε στην μέση και ένα μικρό σκίσιμο δέσποζε στο αριστερό της πόδι. Τα μαλλιά της τα είχε αφήσει ελεύθερα να πέφτουν στους ώμους της και να σχηματίζουν κύματα στις άκρες. Η τουαλέτα της Μόνι ήταν μωβ, αριστοκρατικό χρώμα. Ήταν στράπλες και είχε επενδυμένα πετράδια στο στέρνο μέχρι την μέση της. Η φούστα ήταν στενή και άνοιγε μονάχα στους αστραγάλους της. Τα μακριά της πόδια διαγράφονταν εκπληκτικά από το ύφασμα της. Ένας πλεξουδωτός χαμηλός κότσος είχε μαζέψει τα μαλλιά της και άφηνε ελεύθερο το πεδίο για το στέμμα. Η Σειρήνα είχε επιλέξει μια απλή, μαύρη σανέλ τουαλέτα με ένα τολμηρό αλλά ταυτόχρονα κυριλέ σκίσιμο στην πλάτη. Οι άλλοτε ξανθές της μπούκλες ήταν ίσιες και δύο τούφες της κρατιόντουσαν από ένα ασημί πιαστράκι. Εγώ με την σειρά μου φορούσα μια μακριά πετρόλ φούστα κι από πάνω ένα αμάνικο τοπ με μεγάλες λευκές και πράσινες γραμμές, το οποίο αποκάλυπτε τον αφαλό μου. Στο λαιμό ήταν διάφανο αναδεικνύοντας τον. Γι' αυτό το λόγο άφησα τα σπαστά μου μαλλιά προς τα πίσω για να φαίνεται ολοκάθαρα κι η παραμικρή κεντημένη λεπτομέρεια από το έργο της Μόνι.
«Έχεις κάνει φανταστική δουλειά», είπα μια ακόμα φορά. «Πρέπει να ασχοληθείς επαγγελματικά.»
«Τα παραλές», μου απάντησε τινάζοντας τον ώμο της προς τα πίσω.
«Είμαστε όλες έτοιμες;», μας περιεργάστηκε η Σειρήνα με μάτια που άστραφταν από τον ενθουσιασμό της για απόψε.
«Είμαστε», κατένευσε η Μέλανη και απομακρύνθηκε από τον καθρέφτη. «Αυτός είναι ο τελευταίος σχολικός μας χορός.»
Η Σειρήνα χαμογέλασε βεβιασμένα και κατάλαβα πως ήταν συγκινημένη. Η Μόνι ήταν πιο εγκρατής αν και μπορούσα να διακρίνω τα υγρά της μάτια.
«Τότε θα φροντίσουμε να τον διασκεδάσουμε στο έπακρον», είπα τελικά.
Η Μόνι άπλωσε τα χέρια της και μας κοίταξε όλες. «Ήταν μια δύσκολη χρονιά, αλλά χωρίς φίλους θα ήταν δυσβάστακτη.»
Εγώ κι η Μέλανη ακουμπήσαμε τα χέρια της, ενώ η Μόνι κοίταξε την Σειρήνα περιμένοντας να συμμετάσχει κι εκείνη. Φάνηκε αρκετά έκπληκτη που η Μόνι μέσα στους φίλους της συγκατάλεγε κι εκείνη, αλλά και πολύ συγκινημένη. Πιέζοντας τα χείλη της για να μην κλάψει τοποθέτησε το χέρι της μαζί με τα δικά μας.
«Ας πάμε να κάνουμε σαματά», αποκρίθηκε η Μέλανη και αμέσως φύγαμε από τον κοιτώνα μου για να συναντήσουμε τους υπόλοιπους.
Οι συνοδοί μας μας περίμεναν στο τέλος της σκάλας φορώντας τα κουστούμια τους και κρατώντας στα χέρια τους τα λουλούδια μας για να μας τα βάλουν στους καρπούς μας. Ήταν ο ένας πιο κομψός από τον άλλον. Οι αναφωνήσεις τους μόλις μας είδαν ήταν ανεκτίμητες κι ήταν κρίμα που δεν μπόρεσα να τις απαθανατίσω. Εμείς κατεβαίναμε τις σκάλες μία – μία γεμάτες χάρη και κάνοντας μια μικρή πασαρέλα μπροστά τους. Είχαμε ήδη αρχίσει να διασκεδάζουμε προτού πάμε στο γυμναστήριο.
«Είστε όλες πανέμορφες», είπε ο Ντιμίτρι μετά από ένα σφύριγμα επιδοκιμασίας του Τσέις.
Η Σειρήνα τον πλησίασε κι έκανε μια μικρή στροφή μπροστά του. «Εγκρίνεις;»
«Αν εγκρίνω;», ανασήκωσε το ένα του φρύδι κοιτώντας την από την κορφή ως τα νύχια. «Ο Θεός υπάρχει και βλέπω ένα θαύμα του μπροστά μου.»
Ο Σκοτ πλησίασε χαμογελώντας την Μόνι και τοποθέτησε γύρω από τον καρπό της μια βιολέτα χωρίς να παίρνει τα μάτια του από πάνω της. «Δεν υπάρχουν κατάλληλα λόγια για να περιγράψω πόσο όμορφη είσαι.»
«Μπορείς πάντα να προσπαθήσεις», του απάντησε εκείνη γελώντας παιχνιδιάρικα.
Η στιγμή τους αυτή μου θύμισε εμένα και τον Κάρτερ και για λίγες στιγμές μελαγχόλησα. Πόσο όμορφη θα ήταν η βραδιά αν ήταν μαζί μου! Έδιωξα γρήγορα όμως αυτή την σκέψη βλέποντας τον Ντιμίτρι να πλησιάζει εμένα και την Μέλανη.
«Κορίτσια», ξεκίνησε να βάζει τα λουλούδια στα χέρια μας. «Δεν υπάρχει πιο τυχερός άντρας από εμένα απόψε.»
«Οι θεοί σου χαμογέλασαν Ντιμίτρι Σάντος», αποκρίθηκα αφού τοποθέτησε την μαργαρίτα στον καρπό μου.
Η Μέλανη δεν του είπε τίποτα. Μονάχα τον κοιτούσε χαμογελώντας. Τα βλέμματα τους έμειναν διασταυρωμένα για αρκετές στιγμές και μπορούσα να διακρίνω το φουντωμένο ενδιαφέρον του Ντιμίτρι για την Μέλανη. Δεν είχε σβήσει τόσο καιρό και τώρα που η Μέλανη ήταν ελεύθερη είχα αρχίσει να ελπίζω για αυτούς τους δυο.
«Πάμε λοιπόν», ο Ντιμίτρι σήκωσε τους ώμους του κι εγώ με την Μέλανη περάσαμε τα χέρια μας γύρω τους.
Όλοι μας προχωρήσαμε στο γυμναστήριο, μέσα στο οποίο επικρατούσε μεγάλη χαρά. Οι μαθητές χόρευαν και έβγαζαν αναμνηστικές φωτογραφίες. Η μουσική από την μπάντα των μαθητών ηχούσε σε κάθε γωνιά του γυμναστηρίου μαζί με τα γέλια της διασκέδασης. Όπως και στο Χάλλογουιν έτσι και σήμερα οι καθηγητές είχαν ζητήσει από άλλους να επιτηρούν τον χορό. Δύο από αυτούς ήξερα ότι ήταν ο Αλφόνσο κι ο Ενρίκε. Το βλέμμα μου έπιασε και την Ιλόνα, ενώ πιο πέρα είδα την Σάρα και τον Σον. Η Σάρα είχε έρθει σαφώς για να καμαρώσει την κόρη της να στέφεται βασίλισσα του χορού κι ο Σον την συνόδευσε σαν κύριος που ήταν. Θα μπορούσαν να χρησιμοποιούσαν αυτή την βραδιά ως ραντεβού. Σημασία είχε να περνούσαν καλά, όπως όλοι μας.
«Δυστυχώς δεν πρόλαβα να φτιάξω εγώ τα ποτά σήμερα», είπε η Μέλανη δυνατά για την ακούσουμε όλοι.
«Οι ουρανοί μας λυπήθηκαν», μουρμούρισε ο Τσέις.
«Τι είπες;», τον ρώτησε η Μέλανη.
«Πολύ κρίμα λέω», της απάντησε.
Σύντομα αναμειχθήκαμε με το πλήθος χορεύοντας στον ρυθμό της μουσικής. Ο Ενρίκε είχε έρθει μαζί μας, ενώ ο Αλφόνσο βρισκόταν στο πόστο του μαζί με την Ιλόνα και που και που της έδειχνε διάφορες χορευτικές κινήσεις. Όταν μπήκε ένα πιο ήρεμο τραγούδι ο Ντιμίτρι πέρασε τα χέρια του γύρω από την μέση μου κι αρχίσαμε να χορεύουμε αργά. Εγώ είχα ξεκουράσει το κούτελό μου στο δικό του και το σώμα μου γαλήνευε στην αγκαλιά του. Ήταν από τα λίγα μέρη που μπορούσα να νιώσω απόλυτα ασφαλής.
«Δεν μπορώ να πιστέψω ότι τελείωσε το σχολείο», έσπασα την σιωπή. «Μου φαίνεται σαν χθες ο ερχομός μας στην Μόιρα.»
Εκείνος ανασήκωσε ανάλαφρα τον ένα του ώμο. «Πολλά φαντάζουν χθεσινά, αλλά έχει περάσει καιρός από όταν έγιναν.»
«Σου λείπει η μαμά κι ο μπαμπάς;»
Ο Ντιμίτρι ένευσε αργά και τα χείλη του συσπάστηκαν σε ένα μικρό χαμόγελο. Πάντοτε χαιρόταν όταν η οικογένεια μου δεν τον ξεχώριζε κι ειδικά τώρα που είχε εμφανιστεί ο Ίγκορ αποζητούσε συνεχώς την επιβεβαίωση. «Μακάρι να ήταν εδώ. Αλλά από την άλλη θα απογοητεύονταν μαζί μου.»
«Εγώ πιστεύω πως θα ήταν περήφανοι», αντιτάθηκα. «Έχεις κάνει μεγάλα βήματα από το καλοκαίρι και όλοι το αναγνωρίζουμε.»
«Προσπαθώ για σένα» με έσφιξε πιο πολύ και με έσπρωξε κοντά του. «Το ξέρω πως δεν στο δείχνω, αλλά δεν παύεις να είσαι ό,τι πιο πολύτιμο έχω στην ζωή μου.»
Δεν μπόρεσα να αποτρέψω ένα χαμόγελο στο άκουσμα αυτής της κουβέντας. «Εσύ κι εγώ δεν θα πάψουμε να έχουμε αυτό τον σπάνιο δεσμό μεταξύ μας. Δεν έχει σημασία ποιανού φρουρός είσαι. Πάντοτε θα είσαι ο φύλακας άγγελός μου.»
«Μπορώ να γίνω και φρουρός σου πάντως.»
Εγώ γέλασα ελαφρά και κούνησα το κεφάλι μου. «Δεν θα την ξανακάνουμε αυτή την συζήτηση. Η απόφαση έχει παρθεί.»
Εκείνος ξεφύσησε από μέσα του και ένευσε. «Σε καμία περίπτωση δεν θέλω να πιστεύεις ότι έχω διαλέξει τον Κάρτερ αντί για σένα. Απλώς παλεύω να βρω την χρυσή τομή, γιατί νοιάζομαι και για τους δυο σας. Δεν τα πηγαίνω και τέλεια μέχρι στιγμής, αλλά δεν θα σταματήσω να προσπαθώ.»
«Το ξέρω», τον διαβεβαίωσα. «Δεν εμπιστεύομαι άλλο φρουρό στο πλευρό του Κάρτερ από σένα.»
Ξεκούρασα το πιγούνι μου στον ώμο του και το βλέμμα μου ταξίδεψε μέσα στο γυμναστήριο. Χάζεψα τον Τσέις με την Σειρήνα και την Μόνι με τον Σκοτ. Οι τέσσερις τους έλαμπαν ευτυχισμένοι μέσα στην αγκαλιά των συντρόφων τους. Η Σειρήνα κι ο Τσέις έμοιαζαν βαθιά συγκινημένοι καθώς το αντίο τους ήταν μια ανάσα μακριά τους. Σε μια άκρη είδα την Μέλανη να κάθεται μόνη της και να δροσίζεται με ένα μη αλκοολούχο ποτό. Η εικόνα της με στενοχώρησε και ταυτόχρονα έδωσε το έναυσμα για μια πρόταση μου.
«Φαίνεται μόνη της», υπέδειξα με το βλέμμα μου την Μέλανη στον Ντιμίτρι.
Εκείνος την κοιτούσε, κάπως αβέβαιος. «Δεν είναι σωστό να σε αφήσω.»
«Συνοδεύεις και τις δυο μας, θυμάσαι;», απελευθερώθηκα από τα χέρια του και τον ώθησα στην μεριά που καθόταν η Μέλανη. «Πήγαινε.»
Στερέωσε την γραβάτα του και με αργά βήματα την πλησίασε φορώντας το πιο γοητευτικό του χαμόγελο. Εκείνη τον υποδέχτηκε θερμά και συμφώνησε αμέσως σε έναν χορό. Αφού είχα φροντίσει κι αυτούς τους δύο κατευθύνθηκα στον πάγκο με τα ψηφοδέλτια. Πήρα δυο χαρτιά κι ένα στυλό και σταύρωσα τα κουτιά δίπλα από τα ονόματα της Μόνι και του Τσέις. Ήμουν πολύ ενθουσιασμένη για λογαριασμό τους και χαμογελούσα σαν μικρό παιδί ασταμάτητα όσο τα έριχνα σε ένα χάρτινο κουτί.
«Μα ποιους να ψήφισες άραγε;», άκουσα τον Σον να λέει καθώς με πλησίαζε.
Εγώ γέλασα κι ανασήκωσα τους ώμους μου. «Κανείς δεν θα μπορέσει να μαντέψει.»
«Είμαι σίγουρος», αποκρίθηκε.
«Η Σάρα που είναι;», τον ρώτησα κοιτάζοντας γύρω για εκείνη.
«Πήγε να φέρει πάγο» μου απάντησε. «Εσύ πως τα πας; Έχεις συνηθίσει την», έσκυψε μπροστά «μαγεία σου;»
«Ναι», ένευσα σίγουρη για την απάντηση μου. «Έχω συμφιλιωθεί με όλες τις νέες εξελίξεις. Μαγείες, στέψεις, γάμοι.»
Στην τελευταία μου λέξη η έκφραση του σοβάρεψε. «Θα πρέπει να είναι δύσκολο για σένα.»
«Είμαι εντάξει», εξέπνευσα αργά. «Τα καταφέρνω με όλα.»
«Είσαι σκληρό καρύδι», μου χαμογέλασε στοργικά. «Σε όλα σου θυμίζεις τον Αλεχάντρο.»
«Δεν είμαι και πολύ σίγουρη γι' αυτό» κούνησα το κεφάλι μου. «Αλλά σημασία έχει να είμαι κάποια άξια για εσάς.»
«Αυτό το έχεις πετύχει και με το παραπάνω», ακούμπησε τον ώμο μου ανακουφίζοντας με ελαφρώς με αυτά του τα λόγια. «Να περάσεις μια όμορφη βραδιά.»
«Κι εσύ το ίδιο», του απάντησα λίγο πριν απομακρυνθεί.
Η μουσική εξακολουθούσε να είναι αργή και αφού δεν είχα κάποιο παρτενέρ να χορέψω βγήκα έξω από το γυμναστήριο. Το είχα άλλωστε μεγάλη ανάγκη, γιατί ζεσταινόμουν πολύ. Τόσος κόσμος και χορός δεν ήταν και ό,τι καλύτερο για ένα νταμπίρ με φωτιά που υπέφερε από συνέχεις κάψες. Περπάτησα αργά και μέσα στην ησυχία περισσότερες αναμνήσεις αναπήδησαν από το μυαλό μου. Το βράδυ του Χάλλογουιν, οι προπονήσεις μου με τον Κάρτερ. Ακόμα και μικρές βόλτες των απογευμάτων που κατέληγαν εδώ. Σε κάθε σημείο του σχολείου είχα γεννήσει και από μια ανάμνηση, κι ας ήμουν μόνο ένα χρόνο εκεί. Ήταν αρκετός για να έρθουν τα πάνω κάτω στις ζωές όλων και κυρίως στην δική μου. Ωστόσο, δεν θα τον άλλαζα με τίποτα. Είχε λίγο από όλα και μου προσέφερε εμπειρίες και σοφία. Θα ήμουν αχάριστη αν δεν τον εκτιμούσα και ευχόμουν να μην είχε συμβεί ποτέ. Τον δεχόμουν με τους θανάτους και τις δυστυχίες του, γιατί ακόμα και στις πιο σκοτεινές μέρες είχα ζήσει χαρούμενες στιγμές.
Επιστρέφοντας σιγά – σιγά μέσα στο γυμναστήριο είδα την Σειρήνα να στέκεται κάτω από ένα δέντρο και να χαζεύει τριγύρω της. Πλησιάζοντας την ίσιωσε το κορμί της και ρουθούνισε, γεγονός που μαρτυρούσε την συγκίνηση της.
«Τι κάνεις εδώ έξω;», την ρώτησα και στάθηκα δίπλα της.
Εκείνη είχε τυλιγμένα τα χέρια της γύρω της και έριξε άλλη μια ματιά παντού. «Προσπαθώ να απομνημονεύσω κάθε γωνία του σχολείου. Πάντοτε ήθελα να φύγω, αλλά όχι και να το ξεχάσω», τα υγρά, γκρίζα της μάτια συνάντησαν τα δικά μου «Ειδικά από την φετινή χρονιά δεν υπάρχει τίποτα άξιο λήθης. Ακόμα και τα κακά.»
Εγώ ένευσα συμφωνώντας απόλυτα με τα λόγια της. «Είναι αλήθεια. Φέτος έκανες την διαφορά Σειρήνα. Κι είμαι πολύ περήφανη για σένα.»
Της ήταν πλέον πολύ δύσκολο να συγκρατήσει τα δάκρυα της και μερικά άρχισαν να χύνονται στα μάγουλά της. «Θα μου λείψεις, Ορόρα.»
«Κι εμένα θα μου λείψεις», την έκλεισα στην αγκαλιά μου και χάιδεψα προσεκτικά τα μαλλιά της. «Εύχομαι να βρεις αυτό που πραγματικά θέλεις εκεί έξω.»
«Κι εγώ», σκούπισε με το δάχτυλό της τα δάκρυα της. «Έμαθα πολλά τον τελευταίο καιρό. Από τον Τσέις, από σένα, από όλους σας. Κι ελπίζω να είστε όλοι σας ευτυχισμένοι.»
Άρχισα να νιώθω κι εγώ μερικά δάκρυα έτοιμα να δραπετεύσουν από τα μάτια μου, οπότε πήρα βαθιές ανάσες για να συγκρατηθώ και να μην κλάψω. Παραήταν συγκινητική η στιγμή και δεν θα κατάφερνα να μείνω ψύχραιμη.
«Αυτό ακούγεται σαν αντίο», ρουθούνισα. «Και δεν έχει έρθει ακόμα η ώρα του. Απόψε μονάχα γελάμε.»
«Έχεις δίκιο», ένευσε.
Αφού επανήλθε στην γιορτινή της διάθεση επιστρέψαμε στο γυμναστήριο, όπου ξανάρχισε ο ζωηρός χορός και το ξεφάντωμα. Οι ώρες κυλούσαν γρήγορα, καθώς περνούσαμε όλοι υπέροχα. Μετά το μακελειό στο σχολείο και τον θάνατο του Μάικλ φοβόμουν πως το γέλιο θα αργούσε να επιστρέψει στα στόματα των μαθητών. Βλέποντας τους σήμερα όμως να διασκεδάζουν και να μην μελαγχολούν για την πρόσφατη τραγωδία, ένιωσα δέκα φορές καλύτερα. Η δική τους χαρά ήταν και δική μου. Ήταν πολύ σημαντικό να τους βλέπω να βρίσκουν το κουράγιο να προχωράνε και να κερδίζουν τον φόβο. Μπορούσα να πάρω μαθήματα ζωής από τους υπηκόους μου ξεκινώντας από τους τέως συμμαθητές μου.
Ο χρόνος λοιπόν συνέχισε να προχωράει ανάμεσα στους χορούς μέχρι που έφτασε η μεγάλη στιγμή, για να ανακοινωθούν τα αποτελέσματα της υποψηφιότητας. Η Σειρήνα κρατούσε στα χέρια της τα αποτελέσματα, ενώ οι υποψήφιοι ανέβηκα στην σκηνή περιμένοντας την αναγγελία τους. Όλοι στηθήκαμε από κάτω περιμένοντας τα επίσης. Η Σάρα κι η Οκτόμπερ, η οποία δεν θα έχανε μια τέτοια στιγμή, στεκόντουσαν δίπλα μου σφίγγοντας τα χέρια τους και αδημονώντας για την ανακοίνωση. Η Μέλανη δίπλα μου έτριβε τις παλάμες της απόλυτα σίγουρη για το ευχάριστο αποτέλεσμα. Κι ο Σκοτ ήταν επίσης σίγουρος, αλλά πιο ψύχραιμος από όλους μας.
«Η αναμονή έληξε κύριες και κύριοι», ξεκίνησε η Σειρήνα. «Προτού όμως ανακοινωθούν τα αποτελέσματα ας δώσουμε ένα θερμό χειροκρότημα σε όλους τους υποψήφιους. Και τώρα», συνέχισε αφού χειροκροτήσαμε «ο βασιλιάς του χορού της φετινής χρονιάς είναι», έκανε μια παύση για να εντείνει την αγωνία και έπειτα χαμογέλασε πλατιά «Ο Τσέις Φιτζγουίλιαμ.»
Οι φίλοι του τον χειροκροτούσαμε φωνάζοντας χαρούμενοι για εκείνον, όσο η Σειρήνα στερέωνε το στέμμα πάνω του και φορώντας του την επίτιμη κορδέλα του βασιλιά του χορού. Έπειτα, στάθηκε δίπλα στην Σειρήνα και όλοι σωπάσαμε περιμένοντας την συνέχεια.
«Και τώρα η μεγάλη στιγμή. Η βασίλισσα του φετινού χορού των αποφοίτων είναι», αυτή την φορά έκανε μεγαλύτερη παύση κάνοντας τις καρδιές μας να σφυροκοπούν.
Η Μόνι είχε κλείσει σφιχτά τα μάτια της ενώ η Σάρα με την Οκτόμπερ ψιθύριζαν στην Σειρήνα να το πει γρήγορα. Εκείνη κοίταξε τις υποψήφιες για λίγες στιγμές κι έπειτα στράφηκε στο κοινό.
«Βασίλισσα του χορού», επανέλαβε. «Είναι η Μόνι Τζόνσον.»
Οι φωνές του ενθουσιασμού μας αντήχησαν σε όλη την Μόιρα. Η Μόνι ήταν βασίλισσα του χορού, όπως η Σάρα, η οποία είχε δακρύσει από συγκίνηση. Η Οκτόμπερ χειροκροτούσε την αδερφή της ευτυχισμένη και γεμάτη περηφάνια. Εγώ με την Μέλανη σφυρίζαμε και ουρλιάζαμε από την χαρά μας, ενώ ο Σκοτ την χάζευε σαν να ήταν το πιο ακριβό έργο τέχνης. Η Σειρήνα της φόρεσε το στέμμα και την κορδέλα και την αγκάλιασε σφιχτά για να την συγχαρεί. Πριν προλάβει όμως να πει το οτιδήποτε ο Τσέις πλησίασε το μικρόφωνο και πήρε τον λόγο. Προς στιγμή ανησύχησα μήπως έλεγε κάποια εξυπνάδα και διέλυε την στιγμή.
«Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω πολύ που με ψηφίσατε», ξεκίνησε. «Και ξέρω ότι στις καρδιές σας θα είμαι πάντα βασιλιάς.»
«Γιατί μιλάει», μουρμούρισε η Οκτόμπερ κουνώντας αργά το κεφάλι της.
«Αλλά θα ήθελα να δώσω την θέση μου στον Σκοτ Γουίτμορ», συνέχισε προς μεγάλη μας απορία κι έκπληξη. «Κι όχι γιατί το άχαρο τομάρι σου αξίζει ένα τέτοιο κόσμημα», τον πείραξε και έστρεψε το βλέμμα του στην Μόνι «αλλά γιατί θέλω η καλύτερη μου φίλη να χορέψει με τον βασιλιά της καρδιάς της και να ζήσει το παραμύθι που της αξίζει.»
Η Μόνι αναφώνησε χαμηλόφωνα κι οι υπόλοιποι παινέψαμε αυτή του την πράξη. Ήταν μια πολύ όμορφη κίνηση και για μία ακόμα φορά απέδειξε πόσο τυχερός είναι κανείς να τον έχει φίλο του.
Ο Σκοτ ανέβηκε στην σκηνή, όπου ο Τσέις του παρέδωσε τον θρόνο του κι όλοι μας χειροκροτήσαμε τον νέο βασιλιά.
«Βασιλιάς και βασίλισσα του χορού ο Σκοτ κι η Μόνι», φώναξε από το μικρόφωνο στέλνοντας ρίγη ενθουσιασμού και χαράς σε όλο το γυμναστήριο.
Η Σάρα δεν έπαυε να τους χειροκροτεί και να φωνάζει επιφωνήματα, όπως κι η Οκτόμπερ. Η Μόνι έπρεπε να ήταν πολύ ευτυχισμένη εκείνη την στιγμή. Ζούσε πράγματι ένα παραμύθι και φαινόταν στα μάτια της πως αδυνατούσε να το πιστέψει. Ολόκληρο το πρόσωπο της όμως είχε φωτιστεί από την χαρά της.
«Και τώρα», είπε η Σειρήνα. «Είναι η ώρα για να χορέψει ο βασιλιάς κι η βασίλισσα.»
Η μπάντα επέστρεψε στην θέση της, ενώ ένας προβολέας φώτιζε την Μόνι και τον Σκοτ, οι οποίοι χόρευαν στο κέντρο του γυμναστηρίου φορώντας τα στέμματα τους. Ο Ντιμίτρι ζήτησε από την Μέλανη έναν ακόμη χορό, γεγονός που με χαροποίησε ακόμα περισσότερο. Βλέποντας τους μαζί να χαμογελάνε με μια παιδική αμηχανία μου θύμισαν εμένα και τον Κάρτερ. Μπορεί εμείς οι δυο να μην είχαμε ευχάριστο τέλος, αλλά γιατί να μην είχαν εκείνοι; Μέσα σε ένα βράδυ άρχισα να τους βλέπω με άλλο μάτι και μια μεγάλη επιθυμία να καταλήξουν μαζί κατέβαλε όλο μου το σώμα. Τέτοια κάψα την είχα συνήθως για φανταστικούς χαρακτήρες σε βιβλία και ταινίες. Τώρα την είχα και για δύο πραγματικά πρόσωπα και μάλιστα αγαπημένα μου. Γνωρίζοντας και τους δυο πολύ καλά, ήξερα πως ήταν ικανοί να σταθούν ο ένας δίπλα στον άλλον. Μακάρι ο Ντιμίτρι να προσπαθούσε να την προσεγγίσει. Θα χαιρόμουν πολύ να έβρισκαν ο αδερφός μου κι ένας ακόμα φίλος μου την αληθινή αγάπη.
«Μου είχες τάξει έναν χορό αν θυμάμαι καλά», ο Ενρίκε ήρθε και στάθηκε μπροστά μου με το χέρι του σηκωμένο μπροστά.
«Πολύ καλά θυμάσαι», του απάντησα και δίνοντας του το δικό μου προχωρήσαμε στην πίστα.
Τύλιξα τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του κι εκείνος γύρω από την μέση μου. Σε όλη την διάρκεια του χορού μας δεν έκανε τον κόπο να κοιτάξει αλλού. Είχε τα γκρίζα του μάτια καρφωμένα πάνω μου κι ένα ερωτικό μειδίαμα κολλημένο στα χείλη του.
«Περνάς καλά απόψε;», τον ρώτησα.
«Ναι», μου απάντησε ειλικρινά. «Είχα το πιο ωραίο θέαμα άλλωστε.»
«Ενρίκε», γέλασα ελαφρά. «Αν συνεχίσεις να μου μιλάς έτσι θα αρχίσω να με θεωρώ το όγδοο θαύμα του κόσμου.»
«Η αυτογνωσία είναι μεγάλη αρετή.»
«Έλα», τον έσπρωξα μαλακά. «Δεν χρειάζεται να με ποτίζεις με κομπλιμέντα κάθε φορά.»
«Γιατί όχι;», ανασήκωσε το ένα του φρύδι. «Η ομορφιά πρέπει να επαινείται. Ειδικά η δική σου.»
«Υπάρχει κι άλλη ομορφιά στον πλανήτη», αποκρίθηκα. «Ακόμα και σε μέρη που δεν το περιμένεις.»
«Ούτε σε αυτό το περίμενα», απάντησε. «Για μένα η Μόιρα ήταν ένα απρόσιτο μέρος. Ήρθα μόνο επειδή μου το ζήτησε ο Αλφόνσο. Σε καμία πάντως περίπτωση δεν περίμενα ότι θα νιώσω κάτι τόσο δυνατό μαζί σου.»
«Ενρίκε», ξεροκάταπια. «Αν είσαι έτοιμος να μου κάνεις ερωτική εξομολόγηση καλύτερα να σταματήσεις. Δεν είμαι σε θέση να την ακούσω. Οποιαδήποτε ερωτική εξομολόγηση.»
«Ησύχασε», μου χαμογέλασε. «Δεν θέλω να σε φέρω σε δύσκολη θέση. Σου είπα πως θα σε περιμένω όσο χρειαστεί.»
«Ούτε αυτό θέλω να κάνεις.»
Εκείνος δεν μου απάντησε. Συνεχίσαμε τον χορό μας σιωπηλοί με τα βλέμματα μας διασταυρωμένα. Το άγγιγμα του κι η ματιά του με καθήλωναν. Είχε μια εξωτική γοητεία. Θα μπορούσα υπό άλλες συνθήκες να ενδώσω στο κορτάρισμά του. Αφενός όμως ήμουν ακόμα ερωτευμένη με τον Κάρτερ κι αφετέρου δεν θα ήταν ειλικρινής η ανταπόκριση. Ο Ενρίκε μου θύμιζε το σπίτι μου και όλα όσα δεν είχα πια. Ήταν διαφορετικό μαζί του, γιατί δεν είχε καμία σχέση με την Μόιρα, όπως ο Αλφόνσο. Ακόμα κι ο Χουάν ταυτιζόταν πλέον με την τωρινή μου ζωή. Ο Ενρίκε όμως παρέμενε αναλλοίωτος και όλη η ζεστασιά της Ισπανίας φαινόταν στο πρόσωπο του. Ήταν κι αυτό που με είχε τραβήξει εξ αρχής πάνω του. Χρειάστηκε αρκετή σκέψη για να το καταλάβω, αλλά τουλάχιστον δεν ράγισαν καρδιές, όπως στην ιστορία μου με τον Κάρτερ. Αυτή την φορά η σκληρή αλήθεια ήρθε στο φως αναίμακτα. Σίγουρα ο Ενρίκε θα πληγωνόταν βλέποντας πως η αναμονή του δεν θα απέφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα, αλλά τουλάχιστον δεν τον είχα παραμυθιάσει ή δώσει ψεύτικες ελπίδες.
Λίγες ώρες αργότερα οι μαθητές άρχισαν σιγά – σιγά να αραιώνουν, καθώς ήταν περασμένα κατά πολύ μεσάνυχτα και η κούραση των εξετάσεων δεν είχε σβήσει ακόμα. Όταν ο χορός έληξε τελικά έμεινα εγώ, με την Σειρήνα, τον Τσέις, την Μέλανη, τον Αλφόνσο και τον Ενρίκε να μαζέψουμε το γυμναστήριο. Ήθελαν να μείνουν κι η Μόνι με τον Σκοτ, αλλά τους επιτρέψαμε να γιορτάσουν την στέψη τους και να αφήσουν το καθάρισμα στους πιστούς δούλους τους! Η Σάρα κι ο Σκοτ είχαν φύγει νωρίτερα μαζί με την Ιλόνα και την Οκτόμπερ, αλλά μας είχαν πει πως αν χρειαζόμασταν βοήθεια για το μάζεμα να μην διστάσουμε να τους τηλεφωνήσουμε. Εγώ τους διαβεβαίωσα πως όσοι είχαμε μείνει φτάναμε, αλλά δεν είχα υπολογίσει το τεμπέλιασμα του Τσέις.
«Το χειρότερο πράγμα στα πάρτι είναι το μάζεμα μετά», πήρε μια τζούρα από το τσιγάρο του κι έπειτα ξεφύσησε λες και είχε σκουπίσει το μισό γυμναστήριο μόνος του.
«Πλάκα μας κάνεις;» είπε ο Αλφόνσο. «Εσύ κάθεσαι αραχτός κι εμείς κάνουμε όλη την δουλειά.»
«Κάνω διάλειμμα», έκρωξε ο Τσέις.
«Από τι;», αναφώνησα και κρατήθηκα να μην του πετάξω την σακούλα σκουπιδιών που κρατούσα «Δεν έχεις κάνει τίποτα.»
«Όλο το βράδυ χόρευα», μου απάντησε «Δεν είμαι μηχανή. Κουράστηκα.»
Εγώ στριφογύρισα τα μάτια μου και συνέχισα την δουλειά μου. Αν ασχολούμουν περισσότερο δεν τα γλίτωνε τα σκουπίδια.
«Έλα Τσέις», του υπέδειξε η Σειρήνα. «Σήκω να βοηθήσεις επιτέλους.»
«Δεν μπορώ», γκρίνιαξε. «Ζαλίστηκα από το ποτό.»
«Ποιο ποτό;», απόρησε η Μέλανη. «Αφού ήταν όλα χωρίς αλκοόλ. Πού το βρήκες;»
«Το πουλάνε σε κάβες ξέρεις», συνέχισε το κάπνισμά του και το καθισιό.
«Μπορούσες απόψε να μην το τσούξεις», είπε ο Ενρίκε.
«Το απαιτούσε η περίσταση», του απάντησε. «Ήταν συγκινητική η μέρα. Το σχολείο τελείωσε, μια πολύ δύσκολη χρονιά πέρασε γεμάτη δυσκολίες, αλλαγές στις νομοθεσίες, διάβασμα.»
Η Μέλανη, η Σειρήνα κι εγώ του ρίξαμε ένα πλάγιο βλέμμα στο τελευταίο πράγμα που είπε.
«Να βλέπω εσάς να έχετε διάβασμα», διόρθωσε τον εαυτό του. «Τα θυμήθηκα όλα αυτά σήμερα και ήπια λίγο.»
«Λίγο», επανέλαβα. «Δεν κατέβασες το μπαρ ολόκληρο.»
«Για να μην κάνει δουλειές είναι ικανός να πιει και θαλασσινό νερό», ξεφύσησε η Μέλανη.
«Έλα», τον έσπρωξε η Σειρήνα από την θέση του και του έδωσε μια σακούλα. «Είπες ότι θα βοηθήσεις και θα βοηθήσεις.»
Εκείνος βόγκηξε γκρινιάζοντας και ξεφυσώντας σε κάθε του βήμα συνέβαλε στο συμμάζεμα.
Έχοντας τελειώσει με τα πλαστικά πιάτα και ποτήρια πήρα μια σκούπα και πήγαινα πάνω κάτω σε όλο το γυμναστήριο. Οι υπόλοιποι άρχισαν να κατεβάζουν τις διακοσμήσεις, ενώ η Σειρήνα κατσάδιαζε τον Τσέις κάθε φορά που ήταν έτοιμος να τα παρατήσει. Είχα φτάσει σχεδόν στην έξοδο όταν άκουσα βήματα και γύρισα για να δω τον Κάρτερ να με πλησιάζει αναστατωμένος.
«Είσαι καλά;», τον ρώτησα επεξεργάζοντας την συνοφρυωμένη του έκφραση.
«Έλα λίγο έξω», έκανε ένα νεύμα με το κεφάλι του.
Εγώ άφησα την σκούπα στην παραστάδα και τον ακολούθησα μερικά εκατοστά από την είσοδο του γυμναστηρίου.
«Τι έγινε;», συνέχισα να ρωτάω. «Μου φαίνεσαι ανήσυχος.»
«Ο Νόα μου τηλεφώνησε πριν από λίγο», έκανε μια μικρή παύση, η οποία μου φάνηκε αιώνια.
«Τι σου είπε;»
«Ο Λουκ», εξέπνευσε. «Το έσκασε.»
Τα άκρα μου μυρμήγκιασαν σε αυτή την αποκάλυψη και η θερμοκρασία μου άρχισε να αυξάνεται, όπως κι οι χτύποι της καρδιάς μου.
«Τι- τι εννοείς το έσκασε;», κατάφερα να πω μέσα σε ένα τραύλισμα.
«Εννοώ ότι το έσκασε», επανέλαβε. «Δεν βρίσκεται στην έπαυλη του Νόα.»
Πήρα μια βαθιά ανάσα και έσπρωξα τα μαλλιά μου προς τα πίσω. «Πώς είναι δυνατόν να το έσκασε; Μασούλησε τις αλυσίδες;»
«Δεν ξέρω», κούνησε το κεφάλι του. «Ξέρω μόνο ότι το έσκασε και είμαι σίγουρος ότι θα είναι πολύ θυμωμένος.»
«Υπάρχει περίπτωση να έρθει εδώ», είπα χαμηλόφωνα λες κι αν μιλούσα δυνατά θα τον έλκυα στην Μόιρα.
«Δεν μπορεί να ξέρει ότι εγώ είμαι υπεύθυνος για την απαγωγή του. Δεν θα του περάσει από το μυαλό ότι συνεργάζομαι με ένα βρικόλακα.»
Αυτό δεν με έκανε να νιώσω καλύτερα. Μιλούσαμε για τον Λουκ. Ήταν απρόβλεπτος και επικίνδυνος και τρελός!
«Πρέπει να κρατήσουμε τον Νέιθαν ασφαλή», αποκρίθηκα νιώθοντας μια ανακατωσούρα στο στομάχι μου. «Είναι πρώτος στην λίστα του.»
Ήξερα πως ο Κάρτερ δεν νοιαζόταν για τον Νέιθαν και κατά βάθος τον απεχθανόταν, αλλά δεν έπαυε να είναι υπήκοος του. Βασιζόμουν λοιπόν στην συνείδηση του ως βασιλιάς.
«Θα τον κρατήσουμε στο παλάτι απόψε», είπε προς ανακούφιση μου. «Και στην είσοδο θα βάλουμε τον Ντιμίτρι και τον Σπένσερ. Στο μεταξύ εγώ θα πάω στην έπαυλη. Όλο και κάτι μπορεί να βρω που να μου φανεί χρήσιμο.»
«Θα έρθω μαζί σου», έσφιξα το χέρι του πριν προλάβει να κάνει βήμα. «Δενσ' αφήνω να πας μόνος σου.»
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top