39. Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΡΚΑΝΑ

Hola amigos! Ελπίζω να περνάτε όμορφα στις διακοπές σας.

Θέλω να σας πω πως αυτό είναι ίσως το αγαπημένο μου κεφάλαιο μέχρι στιγμής από όλα τα βιβλία του Κάτω Κόσμου, γιατί είναι το πλέον μαγικό και γιατί θα αμφισβητήσετε ό,τι θεωρούσατε δεδομένο από το πρώτο μέρος κιόλας. Οι ισορροπίες... θα ανατραπούν! 

Καλή ανάγνωση !

Κάρτερ

Η Ορόρα στεκόταν μαζί με την Έλενα και την Λουκία πάνω από την πεντάλφα που είχαν σχηματίσει στο δάπεδο με μια κιμωλία. Οι φλόγες των κεριών που είχε ανάψει η Ορόρα τρεμόπαιζαν, καθώς έψελναν συγχρονισμένα το ξόρκι που τους είχε υποδείξει η Λίλιθ. Εγώ τις παρακολουθούσα προσπαθώντας να μην επικεντρωθώ στα λόγια, αλλά σε εκείνες. Δεν επρόκειτο για ξόρκι που κάποιος νοήμον θα ήθελε να μνημονεύσει. Μου αρκούσε να τις παρατηρώ, ώστε να επέμβω σε περίπτωση που τα πράγματα εξελίσσονταν δυσάρεστα. Βέβαια ο σκοπός μας ήταν να καλέσουμε τον Εωσφόρο. Πόσο χειρότερα μπορούσαν να γίνουν λοιπόν;

Όταν ο αέρας γύρω μας δυνάμωσε και ψύχρανε και τα κεριά βρέθηκαν πολύ κοντά στο να σβήσουν, η Ορόρα άνοιξε τα μάτια της και εξέτασε τον χώρο τρομαγμένη. Έψαξε ένα ίχνος του καλεσμένου μας, χωρίς να σταματάει να ψέλνει το ξόρκι και τα λαμπερά από τον φόβο μάτια της κοίταξαν προς το μέρος μου. Προσπάθησα να της δώσω κουράγιο με ένα μου νεύμα κι εκείνη χαμογέλασε. Τότε όμως συνειδητοποίησα ότι ήταν στραμμένη προς εμένα, αλλά δεν κοιτούσε εμένα. Πίσω μου βρισκόταν η Κέιζα και με εκείνη είχε ανταλλάξει βλέμματα συμπόνιας.

Έσφιξα τις γροθιές μου για να μην κάνω κάποιο ειρωνικό σχόλιο και καταστρέψω την στιγμή. Σύντομα όμως θα προειδοποιούσα την Κέιζα να μην προσποιείται την φιλική στην Ορόρα, γιατί κανείς μας δεν είχε ξεχάσει τα κατορθώματα της.

Το ξόρκι έλαβε τέλος, όταν στην μέση του κύκλου που είχαν δημιουργήσει άρχισε να αναδύεται ένας μαύρος καπνός. Οι δαιμόνισσες και η Ορόρα απομακρύνθηκαν γρήγορα από την πεντάλφα και ήρθαν να σταθούν δίπλα μου.

Όλοι παρακολουθούσαμε με κομμένη την ανάσα τον καπνό, ο οποίος έπαιρνε μορφή. Όταν σταμάτησε να κινείται με βάση τις επιταγές του αέρα, μπροστά μας στεκόταν ένας μαυροφορεμένος άντρας, με φαρδιά κουκούλα και πόδια τράγου. Φανταζόμουν πως το ίδιο ζωώδες χαρακτηριστικό ίσχυε και για το πρόσωπο του, οπότε κι εν μέρει ανακουφίστηκα που δεν μας το έδειξε. Κατά τα άλλα, ήμουν το ίδιο σαστισμένος με τους υπόλοιπους συνειδητοποιώντας ότι μπροστά μου στεκόταν ο μεγαλύτερος κακός της παγκόσμιας λαογραφίας. Είτε τον έλεγαν Παζούζου, είτε Εωσφόρο ή Ίμπλις, επρόκειτο για την προσωποποίηση του κακού και του χθόνιου. Το ίδιο σκεφτόντουσαν και όλοι όσοι υπέφεραν από ταχυκαρδία, με τους παλμούς τους να φτάνουν στα αυτιά μου σαν παρέλαση τυμπανιστών. Όσο για τους βρικόλακες, που δεν διέθεταν σφυγμό, είχαν αρκεστεί σε κοφτές ανάσες σαστιμάρας.

Η Ορόρα ξεροκάταπιε και στράφηκε σε μένα -πραγματικά αυτή την φορά- με ένα απορημένο βλέμμα. Έπρεπε να του μιλήσει πρώτη; Έπρεπε να το κάνω εγώ ή η Κέιζα με την οποία είχαν λίγη παραπάνω οικειότητα; Και αυτές ήταν όντως οι απορίες της Ορόρα ή απλώς εγώ της απέδιδα τις δικές μου ανησυχίες;

«Επιτέλους συναντιόμαστε!»

Η φωνή του ήταν βαθιά κι απόκοσμη λες κι ερχόταν από πολύ μακριά. Δικαιολογημένα, αν αναλογιστεί κανείς ότι είχε έρθει στην Γη από την Κόλαση. Σχεδόν οπισθοχωρήσαμε ακούγοντας τον και ένα μικρό γέλιο ακούστηκε μέσα από την κουκούλα. Στο μεταξύ, αυτή η ενδυμασία έπρεπε να ήταν ό,τι πιο μοδάτο μπορούσε να φορέσει ένας δαίμονας, είτε λεγόταν Μπελέθ, είτε Ντέμιεν.

«Περίμενα σχεδόν τέσσερα χρόνια».

«Ε... σ- συγγνώμ -μή;», αποκρίθηκε η Ορόρα τραυλίζοντας.

«Είναι αυτή συμπεριφορά για την βασίλισσα νεκρών και ζώντων; Πού είναι η αυτοπεποίθηση σου;»

Η Ορόρα χαμήλωσε το βλέμμα της προσπαθώντας να βρει αυτό που έλειπε από τον Εωσφόρο. Αν μπορούσε να αναζητήσει και την δική μας αυτοπεποίθηση, θα της ήμασταν ευγνώμονες!

«Δεν θα είμαστε μόνοι μας για πολλή ώρα», συνέχισε ο Εωσφόρος και ένωσε τα χέρια του μεταξύ τους· τα χέρια χωρίς σάρκα. «Διαισθάνομαι τον ερχομό ενός... Δεν νομίζω ότι μπορώ να τον χαρακτηρίσω φίλο».

«Ο Μιχαήλ», ακούστηκε η φωνή της Κέιζα.

«Ακριβώς καλή μου κόρη».

«Δεν είμαι κόρη σου!»

«Τα τέκνα της Λίλιθ είναι και δικά μου».

Η Κέιζα αναστέναξε δυνατά καταστώντας σαφές ότι δυσανασχετούσε με την... πατρική στοργή;

«Οι φίλοι σου πρέπει να φύγουν», συνέχισε. «Αν τον δουν, θα τυφλωθούν».

«Μπορούμε να κοιτάμε αλλού», δήλωσε η Κόρτνεϋ. «Δεν θα την αφήσουμε μόνη της».

«Δεν θα είναι. Φαντάζομαι πως δεν είναι η μόνη που χρειάζεται καθοδήγηση, οπότε ένας βρικόλακας επιτρέπεται να τον κοιτάξει».

Όλος του ο κορμός πήρε θέση ακριβώς απέναντι μου, οπότε μάλλον μιλούσε σε μένα.

«Δεν... δεν είχα σκοπό να φύγω».

Αμφέβαλα αν το μυαλό μου είχε σκεφτεί εξ αρχής αυτή την απάντηση, αλλά το γεγονός ότι συνομιλούσα με τον Εωσφόρο με έφερνε σε πλήρη αμηχανία κι έτσι απλώς έλεγα ασυναρτησίες. Μα τώρα σοβαρά είχα πιάσει κουβέντα με τον Λούσιφερ;

«Θα είμαι εντάξει», είπε η Ορόρα απευθυνόμενη στους πιστούς της. «Δεν θέλω να υπάρχει έστω και μια πιθανότητα να πάθετε κάτι».

«Δεν θα αντέξετε την ενέργεια του», συμπλήρωσε ο Εωσφόρος. «Καλό θα είναι να απομακρυνθείτε, ακόμα κι εσύ κόρη μου».

«Εγώ τον έχω δει και του έχω μιλήσει. Έχω πιει την ζωή μου από το Άγιο Δισκοπότηρο. Δεν θα πάθω τίποτα. Πατέρα!»

Έχει πιει την ζωή της; Από το Δισκοπότηρο; Και γιατί η Ορόρα δεν αντέδρασε στα λόγια της; Μόνο εγώ τα βρήκα περίεργα;

«Να το θέσω αλλιώς. Όσα θα ειπωθούν από μένα και τον Μιχαήλ αφορούν αποκλειστικά αυτούς τους δυο. Δεν πρόκειται να μιλήσουμε, αν είστε παρόντες. Γιατί πολύ απλά αν θέλαμε να γνωρίζουν όλοι τα μελλούμενα, δεν θα δημιουργούσαμε το Βιβλίο».

Η Ορόρα κι εγώ κοιταχτήκαμε σαστισμένοι. Μιλούσε για το βιβλίο των προφητειών, στο οποίο καταγράφονταν όλα όσα είχαν προβλεφθεί για τους βασιλείς, προτού πραγματοποιηθούν;

«Εσείς οι δυο στέλνετε τα οράματα;», μουρμούρισα. «Εσείς διαλέγετε τους επόμενους βασιλείς;»

«Εμείς».

Η Ορόρα εισέπνευσε βαθιά κι η εκπνοή της συνοδεύτηκε από ένα παρακάλι, στο οποίο τους ζητούσε να φύγουν. Ήταν προφανές πως οι ουρανοί ήθελαν να μιλήσουν αποκλειστικά σε εμάς κι ας ήξεραν ότι θα μοιραζόμασταν τις πληροφορίες που λαμβάναμε. Το ίδιο ίσχυε άλλωστε και για τους προφήτες. Τους έδιναν τα οράματα που αφορούσαν τον θρόνο, με σκοπό να τα κοινοποιήσουν. Γι' αυτό κι ήταν οι εκλεκτοί. Εγώ με την Ορόρα βέβαια δεν ήμασταν προφήτες, αλλά μία μεγάλη προφητεία. Και μάλλον για τον Εωσφόρο ήταν το ίδιο και το αυτό.

Οι βρικόλακες, οι δαιμόνισσες και η Κέιζα υπάκουσαν και μας ενημέρωσαν ότι θα ήταν ακριβώς απέξω και θα επεμβαίνανε με μία φωνή. Η Ορόρα τους ευχαρίστησε και περίμενε σιωπηλή, όπως κι εγώ, τον ερχομό του δεύτερου τιμώμενου προσώπου της βραδιάς.

Όταν τα βήματα τους έπαψαν να ακούγονται, μια ασημένια λάμψη εμφανίστηκε δίπλα στον Εωσφόρο, αρκετά δυνατή, με αποτέλεσμα εγώ κι η Ορόρα να κλείσουμε τα μάτια μας βογκώντας. Για μια στιγμή πίστεψα ότι τελικά είχα τυφλωθεί. Μετά από λίγες στιγμές όμως κι αφού ανοιγόκλεισα τα μάτια μου τρεις φορές, ξαναείδα την άσπρη πεντάλφα. Έξω από αυτή δέσποζε πια μια ολόλευκη τήβεννος με χρυσά κεντήματα. Όταν σήκωσα το βλέμμα μου, αντίκρισα το χαμογελαστό πρόσωπο ενός άντρα με μακριά, μαύρα μαλλιά και χρυσά φτερά. Το ίδιο αποσβολωμένη ήταν κι η Ορόρα, τα μάτια της οποίας είχαν γίνει δυο μπάλες έκπληξης.

«Γεια σας», ακούστηκε η ήρεμη φωνή του αρχαγγέλου. «Μην φοβάστε. Δεν έχουμε σκοπό να βλάψουμε κανέναν σας», τόνισε κοιτάζοντας εμένα. «Σήμερα ήρθαμε απλώς για να μιλήσουμε».

«Δεν το πιστεύω», ψιθύρισε η Ορόρα μετά από αρκετά δευτερόλεπτα. «Στέκεστε πράγματι εσείς μπροστά μου;»

«Με εμάς δεν ήθελες να μιλήσεις;», αντιγύρισε ο Εωσφόρος κι ο Μιχαήλ τον κοίταξε επικριτικά.

Η εικόνα τους με έκανε να χαλαρώσω θυμίζοντας μου το αγγελάκι και το διαβολάκι που εμφανίζονταν σε ταινίες, όταν κάποιος βρισκόταν σε δίλημμα. Μου ήρθε μάλιστα να γελάσω, αλλά θα έφερνα την Ορόρα σε δύσκολη θέση.

«Προσπάθησε να είσαι λιγότερο απότομος», είπε ο Μιχαήλ.

«Κι εσύ λιγότερο επικριτικός».

Ο αρχάγγελος κούνησε αποδοκιμαστικά το κεφάλι του και στράφηκε ξανά σε εμάς.

«Χαίρομαι που είστε καλά. Ο κόσμος σας χρειάζεται».

«Ο κόσμος;», επανέλαβα. «Ακόμα κι οι θνητοί;»

«Ο Ντέμιεν διατάραξε την ισορροπία με το ξόρκι του», άρχισε να μου εξηγεί. «Ο χρόνος είναι φτιαγμένος ώστε να πηγαίνει μόνο μπροστά. Ποτέ πίσω. Κι αν κανείς δοκιμάσει να το αλλάξει αυτό, τότε μπορεί να επιφέρει μεγάλη καταστροφή».

«Εννοείς κάτι σαν... Αποκάλυψη;», ρώτησε η Ορόρα.

«Χειρότερο», απάντησε ο Εωσφόρος. «Θα μπορούσε να μας στερήσει την δυνατότητα να αποφασίσουμε εμείς την έκβαση του χρόνου. Εκείνος κι ο προδότης Μπελέθ θα είχαν τον πλήρη έλεγχο».

Άρα το θέμα ήταν ποιος είχε την εξουσία. Ακόμα κι οι άγγελοι -ξεπεσμένοι και μη- είχαν τα ίδια προβλήματα.

«Το τέλος και η συνέχεια μετά από αυτό δεν είναι κάτι που μπορεί να το αποφασίσει κάποιος κατώτερος», συνέχισε ο Μιχαήλ. «Γι' αυτό και αναγκαστήκαμε να επέμβουμε. Μέχρι το τέλος, την Αποκάλυψη, το κακό και το καλό συμπορεύονται για να υπάρχει ισορροπία και γι' αυτό αποφασίζουμε τους βασιλείς των νταμπίρ. Γιατί κι εσείς είστε η τέλεια ισορροπία· ένα κομμάτι σκότους κι ένα του φωτός, του φανερού, αυτού που επικρατεί στον κόσμο». Οι θνητοί!

«Εσείς επιλέξατε το τέλος του Κάτω Κόσμου;», αποκρίθηκε η Ορόρα. «Εσείς δημιουργήσατε την μεγάλη προφητεία;»

Ο Μιχαήλ ένευσε θετικά.

«Βλέπαμε τον Ντέμιεν να αποκτά με τα χρόνια μεγαλύτερη δύναμη και ανησυχούσαμε πως η ισορροπία θα διαταραχθεί. Ό,τι ξεκίνησε ως μια απλή, λάθος επιλογή μιας πενθούσας μάνας, εξελισσόταν σε καταστροφή. Εμείς δεν μπορούσαμε να τον σταματήσουμε μόνοι μας, γιατί θα...»

«... διαταράσσαμε την ισορροπία», πετάχτηκε ο Εωσφόρος. «Στ' αλήθεια σ' αρέσει αυτή η φράση, έτσι;»

«Αφού δεν θέλουμε να είμαστε μαζί για περισσότερο από ό,τι χρειάζεται, γιατί με διακόπτεις καθυστερώντας τον χωρισμό μας;»

«Γιατί η παρουσία μου σε εκνευρίζει. Και μου αρέσει να σε εκνευρίζω».

Τα χείλη της Ορόρα τρεμόπαιξαν, αλλά τα πίεσε γρήγορα για να μην φανεί ότι διασκέδαζε με την συμπεριφορά τους. Ομολογουμένως κι εγώ την έβρισκα αστεία και μου θύμιζαν αρκετά εμένα με την Μέλανη.

«Συνεχίζω», δήλωσε ο Μιχαήλ. «Ακριβώς γιατί εμείς θα πρέπει να αναμιχθούμε στις επίγειες υποθέσεις, όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή» Την οποία αποφεύγετε να μας πείτε. «Έπρεπε να δημιουργήσουμε μια συνθήκη που θα αποτρέψει την παντοδυναμία του Ντέμιεν. Κι ακόμα καλύτερα, θα κατέστρεφε ένα βασίλειο που δεν έπρεπε να υπάρχει».

«Γιατί δεν το είχατε δημιουργήσει εσείς;», ρώτησα κι έλαβα θετική απάντηση.

«Αυτή η συνθήκη όμως χάθηκε όταν ο χρόνος γύρισε πίσω κι όταν το ψέμα έγινε αλήθεια. Η Προφητεία έγινε μακρινή ανάμνηση, για όσους θυμόντουσαν κι όλα έμοιαζαν να βρίσκονται στον πλήρη έλεγχο του Ντέμιεν. Αλλά αυτό θα σταματήσει. Το ξόρκι ήταν έτσι κι αλλιώς αδύναμο, οπότε θα έσπαγε. Η επίδραση του όμως θα παραμείνει, αν δεν βρείτε τον τρόπο να τον αποτινάξετε πλήρως από πάνω σας».

«Λες να μην έχουμε προσπαθήσει;», ρώτησα τον Μιχαήλ. «Πάντα βρίσκει τον τρόπο να μπλέκεται στα πόδια μας».

«Τώρα έχετε τον τρόπο να είστε ένα βήμα πριν από αυτόν», μου απάντησε.

«Πώς;», πήρε τον λόγο η Ορόρα. «Ξέρει ότι θυμόμαστε. Και τόσο καιρό δεν έχει κάνει κάποια κίνηση. Την τελευταία φορά που συνέβη αυτό, βρέθηκα στον Κάτω Κόσμο».

«Δεν έχει κάνει κάτι, γιατί δεν μπορεί», απάντησε ο Εωσφόρος. «Οι πύλες του Κάτω Κόσμου είναι σφραγισμένες».

«Τρόπος νούμερο ένα που σας επιτρέπει να προηγηθείτε», πήρε ξανά τον λόγο ο Μιχαήλ και σήκωσε τον αντίχειρα του. «Η δική μας επέμβαση. Είναι μικρή και δεν θα έχετε άλλη. Κατάφερε όμως να σας εξασφαλίσει λίγο χρόνο. Την ημέρα που η Ορόρα αφυπνίστηκε, οι πύλες σφραγίστηκαν κι όσοι βρίσκονταν εκεί, δεν μπορούν να φύγουν».

«Για την ακρίβεια, σφραγίστηκαν μετά την έξοδο μιας δαιμόνισσας, κατόπιν υποδείξεως της Μόιρα», συμπλήρωσε ο Εωσφόρος.

«Η Λίζα», είπε η Ορόρα. «Η Μόιρα της είπε να φύγει; Γιατί όχι ο Ντέμιεν;»

«Το μέτωπο διασπάστηκε», είπε ο τραγόμορφος, πρώην άγγελος. «Κάτι ακόμα που θα λειτουργήσει υπέρ σας».

«Αυτός είναι ο τρόπος νούμερο δύο», ο Μιχαήλ σήκωσε τον δείχτη του. «Πρέπει να μείνετε ενωμένοι πάση θυσία. Η ρήξη μεταξύ μάνας και γιου είναι τεράστια και οφείλετε να την εκμεταλλευτείτε πλήρως».

«Μισό λεπτό», είπε η Ορόρα. «Η Λίζα παραμένει εδώ και ξέρει ότι ο Ζάβιερ είναι νεκρός. Δεν έχει κάνει απολύτως τίποτα. Αυτό δεν είναι καθόλου λογικό για εκείνη, όποιες εντολές κι αν εκτελεί».

«Έχει καταλάβει τι συμβαίνει στον Κάτω Κόσμο και προσπαθεί να προστατέψει τον εαυτό της μέχρι να έχει την σιγουριά της Μόιρα», αποκρίθηκε ο Μιχαήλ.

«Πάντα εγωίστρια», μουρμούρισα.

«Τρόπος νούμερο τρία», συνέχισε ο Μιχαήλ υψώνοντας το μεσαίο του δάχτυλο. «Έχετε το Απαγορευμένο Βιβλίο, δυο δαιμόνισσες και επαφή με μάγισσες».

«Δεν έχουμε επαφή με μάγισσες», αντιτάθηκα. «Φρόντισαν τον γιο μας για ένα διάστημα, αλλά δεν ξέρουν πολλές λεπτομέρειες».

«Η μητέρα σου συνεργάστηκε με μάγισσες για να μου φτιάξουν το δαχτυλίδι», μου υπενθύμισε η Ορόρα. «Έχουμε όντως επαφή. Κι ίσως έπρεπε να τις αναμίξουμε νωρίτερα στην ιστορία για να προλάβουμε πολλές καταστροφές. Τι θέλετε να κάνουμε μαζί τους λοιπόν;»

«Η ροή του χρόνου έχει διαταραχθεί. Μπορούν πολλοί να το εκμεταλλευτούν για να παίξουν μαζί του, όπως ο Ντέμιεν. Αν γίνει κάτι τέτοιο σε μαζικό επίπεδο, τότε θα αποδυναμωθούμε και θα επικρατήσει το χάος. Όμως, αν χρησιμοποιήσετε τον χρόνο με σκοπό την πραγματοποίηση της Προφητείας, τότε θα επέλθει...»

«Η ισορροπία», πετάχτηκε για μία ακόμα φορά ο Εωσφόρος και νομίζω ότι γέλασε κιόλας με τον απηυδισμένη αρχάγγελο. «Ο Ντέμιεν το ξεκίνησε για να την αποτρέψει κι εσείς θα το τελειώσετε για να την πραγματοποιήσετε. Να ξέρετε πως έχετε μόνο δυο ευκαιρίες. Μετά θα μας παραδώσετε το Απαγορευμένο Βιβλίο για να απορροφήσουμε την ενέργεια του και να επανακτήσουμε την δική μας. Και φυσικά θα το καταστρέψουμε, γιατί τέτοια ξόρκια απλώς θα επιφέρουν άσχημα αποτελέσματα για όλους μας».

Η Ορόρα κι εγώ τους ακούγαμε προσεκτικά και σημειώναμε νοερά ό,τι μας έλεγαν, όσο απίθανο κι αν μας φαινόταν. Δεν ξέραμε πώς έπρεπε να παίξουμε με τον χρόνο για να κερδίσουμε έδαφος, φανταζόμουν όμως ότι θα το καταλαβαίναμε τις κατάλληλες στιγμές· τις δύο κατάλληλες στιγμές!

«Για πόσο καιρό θα είναι σφραγισμένες οι πύλες;», ρώτησε η Ορόρα.

«Για έναν μήνα ακόμα», είπε ο Μιχαήλ.

«Πώς θα σπάσει το ξόρκι;», αποκρίθηκα. «Θα περιμένουμε να σκιστεί πλήρως το πέπλο ή υπάρχει οριστική λύση;»

«Εφόσον αφυπνιστεί κάθε μέλος του υπερφυσικού κόσμου, θα βρεθείτε ξανά εκεί που ήσασταν ότι συνέβη», είπε ο Εωσφόρος. «Αυτό όμως μπορεί να χρειαστεί χρόνια και τότε θα γυρίσετε ξανά πίσω. Άρα θα χάσετε την μία ευκαιρία να δαμάσετε τον χρόνο. Η οριστική λύση είναι το ακριβώς αντίθετο από αυτό που προκάλεσε το ξόρκι».

«Το μίσος δημιούργησε το ξόρκι. Μόνο μία πράξη ύψιστης αγάπης θα το σπάσει».

Ορόρα

Πράξη αγάπης. Εύκολο να ειπωθεί από έναν αρχάγγελο. Πόσο εύκολα μπορούσε όμως να πραγματοποιηθεί από τέκνα της αμαρτίας; Η διχόνοια υπήρχε και στο δικό μας μέτωπο, ακόμα και με τα νταμπίρ που είχαν αφυπνιστεί. Είχε μπροστά του δύο τρανταχτά παραδείγματα.

Ο Κάρτερ δεν φάνηκε να συμμερίζεται τον προβληματισμό μου, αφού έτσι κι αλλιώς για εκείνον ήμασταν ένα παρελθόν. Έκανε ερωτήσεις στον αρχάγγελο για τον Ντέμιεν, την Λίζα κι αν τελικά η Μέλανη θυμήθηκε επειδή ήταν προφήτισσα. Στο τελευταίο έλαβε θετική απάντηση. Για τις ακριβείς κινήσεις των δυο εχθρών μας όμως, ο Μιχαήλ δεν είχε σκοπό να του δώσει περισσότερες πληροφορίες. Θα μας έλεγαν αυτά που έπρεπε να ξέρουμε και τα υπόλοιπα θα τα ανακαλύπταμε μόνοι μας.

«Εντάξει», ξεφύσησε. «Κάτι τελευταίο. Όλα αυτά τα ξέρετε, γιατί πήρατε τον καθρέφτη; Εννοώ, την δαιμόνισσα;»

«Πάντα ξέρουμε κάτι παραπάνω», αποκρίθηκε ο Εωσφόρος, σχεδόν προσβεβλημένος. «Η δαιμόνισσα απλώς ακολούθησε το πεπρωμένο της».

«Και ποιο είναι αυτό;», ρώτησα, νιώθοντας πως δεν θα μου άρεσε η απάντηση.

Ο Εωσφόρος έκρυψε τα χέρια του μέσα στα μεγάλα του μανίκια κι όταν βρήκε αυτό που ήθελε, το πέταξε μπροστά μας. Ο Κάρτερ κι εγώ γονατίσαμε για να δούμε καλύτερα τι ήταν αυτό που ήταν ριγμένο μπροστά μας και προς μεγάλη μας έκπληξη, αντικρίσαμε μια τράπουλα. Όχι όμως οποιαδήποτε τράπουλα.

«Ταρώ;», απόρησε ο Κάρτερ, καθώς απλώναμε την τράπουλα μπροστά μας. «Την μετατρέψατε σε χρησμόχαρτα; Μα αυτή δείχνει το παρελθόν!»

«Το παρελθόν καθορίζει το μέλλον », είπε ο Μιχαήλ. «Σε συνδυασμό πάντα με το παρόν. Ίσως το ποιοι ήσασταν κάποτε να διαφέρει από το ποιοι είστε τώρα, αλλά αυτά τα δύο άτομα θα γεννήσουν το τρίτο και σημαντικότερο πρόσωπο».

«Εξάλλου το μέλλον επιδέχεται πολλές ερμηνείες. Και δεν είναι πάντα ένα. Μικρά και μεγάλα πράγματα μπορούν να το αλλάξουν, όπως και στην δική σας περίπτωση. Έχετε δυο διαφορετικά παρελθόντα και παρόντα, άρα το μέλλον θα είναι επίσης κάτι άλλο από αυτό που θα περιμένατε. Σίγουρα η κατάληξη θα είναι μία, αλλά το πώς θα φτάσετε εκεί, είναι πλέον στο χέρι σας».

«Το μέλλον μιας τρίτης πραγματικότητας», μουρμούρισα χωρίς να παίρνω τα μάτια μου από την τράπουλα. «Μιας πραγματικότητας με δυο διαστάσεις»

«Ακριβώς», απάντησε ο Εωσφόρος. «Είστε μάλιστα τυχεροί, γιατί μπορείτε να δείτε τι θα είχε συμβεί, αν το ξόρκι δεν προέκυπτε ποτέ».

«Τι σημασία έχει;», ανασήκωσε ο Κάρτερ τους ώμους του.

«Έχει», αντιτάθηκα. «Πρέπει να μάθουμε τι λάθη θα κάναμε για να τα αποφύγουμε τώρα».

«Κατ' αρχάς πώς θα τα αποφύγουμε εφόσον δεν υπάρχει Αλεξάνδρα;»

«Υπάρχει», μίλησε ο Μιχαήλ.

Εγώ τον κοίταξε απορημένη και περίμενα να μου εξηγήσει τα λόγια του. Εκείνος όμως δεν κούνησε τα χείλη του. Η κίνηση προήλθε από τα χέρια του τα οποία χόρεψαν κυκλικά μέχρι να εμφανιστεί ένα χρυσό δισκοπότηρο.

«Μην μου πεις ότι αυτό είναι...», μουρμούρισε ο Κάρτερ. «Τόσες σταυροφορίες για το τίποτα;»

«Καμία σταυροφορία δεν έγινε γι' αυτό», του απάντησε ο Μιχαήλ και έτεινε σε μένα το Δισκοπότηρο. «Εδώ είναι ό,τι εκλάπη κι ό,τι ανήκει σε αυτό τον κόσμο».

Πήρα το κύπελλο στα χέρια μου και κοίταξα το κόκκινο υγρό. Ήταν αρκετά υγρό για να είναι αίμα και σίγουρα ένας αρχάγγελος δεν θα με πότιζε με δαύτο. Το Δισκοπότηρο περιείχε το άτομο για το οποίο έκανε λόγο ο Κάρτερ. Το Δισκοπότηρο περιείχε την κόρη μου!

«Προστατέψαμε το δημιούργημα μας με πολλή κόπο», αποκρίθηκε ο Εωσφόρος. «Φροντίστε να κάνετε το ίδιο».

«Δεν είναι δημιούργημα μας», απάντησε ο Μιχαήλ. «Είναι δικό τους. Εμείς απλώς γράψαμε την ιστορία της».

Ο Κάρτερ εξέφρασε με την σειρά του την αντίθεση του στα λόγια του Εωσφόρου. Η νταμπιρίνα που θα κατέστρεφε τον Κάτω Κόσμο δεν είχε καμία σχέση μαζί του. Και συμφωνούσα απόλυτα. Αυτό το παιδί ήταν δικό μας, δικό μου! Εγώ θα την κουβαλούσα και θα την έφερνα στον κόσμο. Εγώ θα της έδειχνα πώς να χρησιμοποιεί τις δυνάμεις της για να υπερασπιστεί τον εαυτό της και πιθανόν το βασίλειο της. Για εννέα μήνες θα ήμουν η αποκλειστική φύλακας της και τα υπόλοιπα χρόνια η σημαντικότερη. Μπορεί λοιπόν κάποτε να δυσανασχέτησα με τον ερχομό της, αλλά αυτή τη φορά θα τον διεκδικούσα. Σκοπός μας ήταν να μην επαναλάβουμε τα λάθη που μας οδήγησαν εδώ και που ίσως να μην έφερναν μια τελείως αίσια κατάληξη. Και θα ξεκινούσα με την Αλεξάνδρα.

Όσο ο Κάρτερ συνέχιζε να υπερασπίζεται την φύση της κόρης μας, κράτησα την ανάσα μου και ήπια μονορούφι την υπόσταση της. Το υγρό ήταν καυτό και αρκετά γλυκό για να το αντέξω δίχως δόσεις. Μόλις άδειασα το Δισκοπότηρο ένιωσα να ανακατεύομαι κι έγειρα μπροστά, σίγουρη ότι θα έκανα εμετό. Η κουβέντα τότε σταμάτησε κι ο Κάρτερ σύρθηκε κοντά μου για να σιγουρευτεί ότι ήμουν εντάξει.

Εκείνη την στιγμή, το άγγιγμα του με ενόχλησε. Μετά από όσα είχαν ειπωθεί το πρωί και το περασμένο βράδυ, δεν ήθελα να δείχνει το τυπικό ενδιαφέρον ενός συμβασιλέα, ειδικά μπροστά στους βιβλικούς καλεσμένους μας. Αισθανόμουν ότι προσποιούταν.

«Είμαι καλά», του απάντησα και τινάχτηκα προς τα πίσω για να διώξω το χέρι του από την ράχη μου.

Ο Κάρτερ σάστισε με την σπασμωδική μου αντίδραση, αλλά το καταπολέμησε γρήγορα, προφανώς θυμούμενος τα όρια που ο ίδιος είχε βάλει. Έπειτα, το βλέμμα του ταξίδεψε στο σκεύος που είχα ρίξει στο έδαφος μόλις έγειρα μπροστά και ρώτησε τον Εωσφόρο τι εννοούσε η Κέιζα όταν είπε πως είχε πιει την ζωή της μέσα από αυτό. Και δυστυχώς για εκείνον, πήρε την απάντηση του.

«Θα ζήσει;», ούρλιαξε. «Με ποιο δικαίωμα;»

«Με αυτό που της δώσαμε εμείς», είπε ο Μιχαήλ παραμένοντας ψύχραιμος. «Η Κέιζα μας βοήθησε και εφόσον μπορούσαμε να απαιτήσουμε μια ψυχή από την Άβυσσο για την διατήρηση της ισορροπίας, το δίκαιο ήταν να είναι η δική της».

«Δεν υπάρχει τίποτα δίκαιο σε αυτό. Από όλους όσους μπορούσατε να σώσετε, διαλέξατε αυτή; Ο ξάδερφος μου, οι μητέρες μας, ακόμα και βαμπίρ από τον στρατό της Ορόρα δεν σας φάνηκαν ικανοποιητική ανταλλαγή με την Άβυσσο;»

Δεν μπορώ να πω ότι διαφωνούσα πλήρως μαζί τους. Αν μπορούσα να διαλέξω, πιθανόν να αμφιταλαντευόμουν ανάμεσα στον Μάικλ και την μητέρα μου. Όμως η επιλογή δεν μπορούσε να είναι δική μας, αφού ήμασταν κατώτεροι. Οι δυο άγγελοι ήταν σε θέση να εξετάσουν την κατάσταση με καθαρό μυαλό και να πάρουν αυτή την απόφαση. Εξάλλου, η Κέιζα προσέφερε από την αρχή περισσότερα από εμάς, οπότε ήταν όντως δίκαιο.

Όταν οι βιβλικοί αντίπαλοι δεν έδειξαν πρόθυμοι να αλλάξουν αυτό που είχε ήδη συμβεί, ο Κάρτερ στράφηκε σε μένα και ρώτησε αν το ήξερα. Θα το είχε καταλάβει από το γεγονός ότι δεν αντιδρούσα το ίδιο έντονα με εκείνον. Ήθελε όμως την επιβεβαίωση.

«Μου το είπε όταν θυμήθηκε ο Τσέις».

«Δεν το πιστεύω», γέλασε πνιχτά δίχως ιδιαίτερη ευφορία. «Και γιατί δεν μου είπες τίποτα;»

«Τι να σου πρωτόλεγα Κάρτερ;»

Εξέπνευσε δυνατά και κούνησε το κεφάλι του.

«Ωραία συμμαχία!»

«Τουλάχιστον δεν σε προδίδω μέσω αυτής». Κάτι που είχες κάνει εσύ στο παρελθόν! «Αρκετά με την Κέιζα και το Δισκοπότηρο», αποκρίθηκα και σήκωσα την τράπουλα. «Θέλω να δω τι θα γινόταν στο ξεγραμμένο μέλλον μας».

«Δεν θα σου δείξει μόνο το μέλλον», με ενημέρωσε ο Μιχαήλ. «Θα σου δείξει ό,τι έχει συμβεί, ό,τι συμβαίνει κι ό,τι μπορούσε να συμβεί· θα σου δώσει τις απαραίτητες πληροφορίες για να έχετε ένα όσο το δυνατόν λιγότερο επώδυνο μέλλον. Αυτό θα πρέπει να είναι και το νόημα των Ταρώ. Σκοπός δεν είναι ο χρησμός, αλλά η αποφυγή καταστροφικών λαθών. Και μέσα από το μέλλον που δεν προέκυψε, αλλά έχει καταγραφεί στον ουράνιο κόσμο, θα επιτύχετε ό,τι άλλοι δεν μπόρεσαν».

Έριξα μια φευγαλέα ματιά στον Κάρτερ για να δω αν ήταν σε θέση να μελετήσουμε την Μεγάλη Αρκάνα ή αν είχε κι άλλα πράγματα να πει σχετικά με την Κέιζα. Οι γωνίες του προσώπου του σκλήρυναν, καθώς πάσχιζε να συγκρατήσει κουβέντες που δεν ήταν η ώρα τους να ειπωθούν και με ένα νεύμα μου υπέδειξε ότι ήταν έτοιμος να δει ό,τι συνέβη, ότι συμβαίνει και ό,τι θα μπορούσε να συμβεί.

Χαμήλωσα το βλέμμα μου και έφτιαξα γρήγορα την τράπουλα, ώστε να δούμε τα χαρτιά με αριθμητική σειρά. Κατόπιν έκλεισα τα μάτια μου και πήρα μια βαθιά ανάσα. Ήξερα ό,τι θα στενοχωριόμουν με κάποια οράματα, γι' αυτό κι έπρεπε να μαζέψω κουράγιο. Άλλωστε ήμουν ξανά έγκυος και δεν ήταν σωστό να αναστατώνω το μωρό.

Θεέ μου, ήμουν ξανά έγκυος!

«Ας ξεκινήσουμε», είπα γρήγορα και άφησα την πρώτη κάρτα μπροστά από τους αγγέλους. «Εξακολουθώ να έχω αναπάντητα ερωτήματα».

0. Ο Γελωτοποιός

Η εικόνα του παρδαλά ντυμένου γελωτοποιού χάθηκε μόλις η κάρτα ακούμπησε το έδαφος και μαύρος καπνός αιωρήθηκε στην θέση του. Αυτό ακριβώς συνέβαινε κάθε φορά που στεκόμασταν μπροστά από τον καθρέφτη και ζητούσαμε να δούμε κάτι. Όποια αμφιβολία κι αν είχα με το αν η δαιμόνισσα είχε γίνει όντως η Μεγάλη Αρκάνα, έσβησε με αυτό το συμβάν.

Όταν χάθηκε ο καπνός, στην θέση της εικονογραφίας δεν είδαμε απλά ένα πρόσωπο. Ο δικός μας γελωτοποιός κινούταν μέσα στον χώρο, ο οποίος άλλαζε ανάλογα με τις περιστάσεις. Ο δικός μας γελωτοποιός ήταν ο Τσέις!

«Μας κάνει εντύπωση;», αποκρίθηκε ο Κάρτερ γελώντας πνιχτά.

«Ο γελωτοποιός είναι η αρχή της ιστορίας της Μεγάλης Αρκάνα», είπε ο Εωσφόρος. «Και μπορεί να είναι οτιδήποτε επιλέξει».

Αυτό ακριβώς έβλεπα στο χαρτί. Ζούσα ξανά την εξέλιξη του Τσέις· από μαθητής έγινε ειδησεογράφος κι από παραιτημένος σακάτης, ένα νταμπίρ που ήθελε να παλέψει για την ζωή. Και μέσα από όλα αυτά κατάφερνε να είναι ένα υγιές πρότυπο.

Ο Τσέις είχε πάντα την ικανότητα να εμπνέει κόσμο και να είναι ευχάριστη παρέα. Από το σχολείο κιόλας όταν έλεγε κάτι σε έναν συμμαθητή του, σύντομα δημιουργούταν κύκλος για να ακούσουν από απλό ανέκδοτο μέχρι και ιστορίες διανθισμένες με χαριτολογίες.

«Ο γελωτοποιός είναι ταγός», μουρμούρισα. «Γιατί ο κόσμος ταυτίζεται μαζί του».

«Ακριβώς», μου απάντησε ο Εωσφόρος.

«Ξέρεις να διαβάζεις Ταρώ;», απόρησε ο Κάρτερ.

«Όχι. Απλώς όταν η Μέλανη προσπαθούσε να μελετήσει τις προφητικές της δυνάμεις, της αγόρασα μία τράπουλα μήπως την βοηθούσε να ξεδιπλωθεί. Δεν καταφέραμε και πολλά. Μάθαμε όμως τι συμβολίζει κάθε χαρακτήρας», πήρα μια βαθιά ανάσα κι επέστρεψα την προσοχή μου στον Τσέις, ο οποίος τώρα στεκόταν μπροστά σε όλη την Μόιρα και βοηθούσε τον Κάρτερ την ώρα της μεγάλης αποκάλυψης. Δεν τον άκουγα, αλλά καταλάβαινα από τις εκφράσεις των νταμπίρ περί τίνος επρόκειτο, αφού είχα ακούσει την ιστορία από πολλούς. «Ο Τσέις είναι ταγός».

«Άρα θα τον χρειαστούμε, όταν ο κόσμος θυμηθεί και δυσανασχετήσει με τα ψέματα μας», είπε ο Κάρτερ βλέποντας τον φίλο μας να κερδίζει τα πλήθη.

«Πάντα τον χρειαζόμαστε. Κι ίσως να τον έχει ανάγκη και η κόρη μας».

Μόλις η κάρτα του γελωτοποιού σταμάτησε να μας δείχνει τον Τσέις, την έβαλα στην άκρη και προχώρησα στην επόμενη.

1. Ο μάγος

«Εκείνος που χρησιμοποιεί κάθε μέσο που διαθέτει για να πετύχει τον στόχο του», εξήγησα στον Κάρτερ, όσο περιμέναμε να αποχωρήσει ο καπνός.

«Κι εκείνος που αξιοποιεί υλική και πνευματική ενέργεια», συμπλήρωσε ο Μιχαήλ με ένα πλατύ χαμόγελο.

Η ευφορία του αρχάγγελου μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση. Μετά από όσα είχα ακούσει για την κατάχρηση των δυνάμεων μας σε βάρος της συμπαντικής ισορροπίας, θα περίμενα μια πιο εγκρατή αντίδραση.

«Ορόρα», ψέλλισε ο Κάρτερ τραβώντας μου την προσοχή από τον Μιχαήλ.

Στην αρχή στράφηκα σε εκείνον νομίζοντας ότι ήθελε να μου πει κάτι. Η σαστισμένη του όμως έκφραση με προϊδέασε για το όραμα της κάρτας. Και μόλις χαμήλωσα το βλέμμα μου κι είδα τον γιο μου βρέφος να παίζει με τις χιονόμπαλες που δημιουργούσε ο πατέρας του, κατάλαβα γιατί ο αρχάγγελος δεν δυσαρεστήθηκε με τον Μάγο μας. Ήταν ένα μικρό νταμπίρ, αγνό στην ψυχή που είχε τα περιθώρια να διδαχθεί την αξία της μαγείας και το μέτρο που έπρεπε να την χρησιμοποιεί.

Η επόμενη εικόνα τον έδειχνε νήπιο να ανεμίζει τα χέρια του μπροστά από κάτι αόρατο και πίσω ο Κάρτερ με την Μέλανη, την Λουκία και την Τατιάνα να παρακολουθούν σαστισμένοι.

«Όταν έσπασε το τείχος της Τατιάνας», μου εξήγησε ο Κάρτερ.

Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό το τείχος που έσπασε. Είχε καταστρέψει την πύλη του Κάτω Κόσμου. Η ικανότητα να κλέβει δυνάμεις τον καθιστούσε παντοδύναμο, γεγονός που εκμεταλλεύτηκε ο Ντέμιεν. Και παίρνοντας την μορφή μου, ανέβηκε στην Μόιρα, τον κορόιδεψε ώστε να τρέξει κοντά του δίχως να εκφέρει παράπονο και τον κατέβασε ξανά στην κόλαση του για να τον βοηθήσει στο μεγάλο του ξόρκι. Και για τρία συνεχόμενα χρόνια ο Μάικλ ήταν η βασική πηγή ενέργειας του Ντέμιεν.

Δεν άντεχα να βλέπω το μικρό μου νταμπίρ να εξαντλείται στα χέρια του χειρότερου μου εχθρού ικανοποιώντας τον σαδισμό του. Σχεδόν πέταξα την κάρτα πάνω από την προηγούμενη χωρίς να τελειώσει το όραμα. Αυτό άλλωστε που έπρεπε να δω είχε αποτυπωθεί για τα καλά στον νου μου.

«Ο Μάικλ δεν μπορεί να χρησιμοποιεί άσκοπα τις δυνάμεις του και μάλιστα για να αναστατώνει τις ισορροπίες», αποκρίθηκα σηκώνοντας την τρίτη κάρτα. «Η μαγεία πρέπει να προσφέρει, όχι να πληγώνει».

«Ακριβώς», μου απάντησε ο αρχάγγελος. «Γι' αυτό είναι σε θέση να μελετάει αύρες. Κάποιος που έχει τόση δύναμη στα χέρια του, πρέπει να ξέρει τι φωλιάζει στις ψυχές του περίγυρου του, ώστε να μην κάνει λάθη. Ως παιδί δυστυχώς δεν κατάφερε να αξιοποιήσει σωστά αυτή την δυνατότητα».

«Αυτό θα αλλάξει», είπε ο Κάρτερ, ανακουφισμένος που επιτέλους ήξερε γιατί ο Μάικλ διέκρινε αύρες. Το ίδιο ίσχυε και για μένα. «Ας συνεχίσουμε».

2. Η Μεγάλη Ιέρεια

Γέλασα πνιχτά αντικρίζοντας την γυναίκα που καθόταν ανάμεσα σε δύο κολώνες, μία μαύρη και μία λευκή. Η Μεγάλη Ιέρεια, ή αλλιώς η Πάπισσα, συμβόλιζε την απόκρυφη γνώση, αυτό που ποθούσαμε και σκεφτόμασταν. Στο χέρι της κρατούσε μια Τορά, έναν θείο νόμο. Η κάρτα αυτή άνηκε στην Λίλιθ.

«Νομίζω πως ξέρω ποια θα δούμε», αποκρίθηκα μειδιάζοντας.

Πράγματι, όταν έφυγε ο καπνός, αντίκρισα την πρώτη βαμπιρίνα, την γνώστρια κάθε ευσεβή πόθου, την κάτοχο του νόμου του Κάτω Κόσμου. Στεκόταν μπροστά από την γονατισμένη Μόιρα, την οποία αναγνώρισα χάρις ένα σκίτσο που μας είχε σωθεί από την νεαρή της ηλικία. Κατάλαβα πως αυτή ήταν η πρώτη τους επαφή, όταν της ζητούσε βοήθεια για την ανάσταση του Ντέμιεν. Και η Λίλιθ έδειξε πρόθυμη να προσφέρει τις υπηρεσίες της. Αυτό όμως ήταν κάτι που δεν κατάλαβα ποτέ. Τι κέρδος είχε εν τέλει, αφού δεν της επιτράπη ποτέ να κυβερνήσει, ενώ έχασε τα πρωτεία της στα βαμπίρ; Γιατί δεν ζήτησε βοήθεια από τον άντρα με τον οποίο κάποτε εξέπεσαν μαζί, ώστε να τον νικήσουν; Τόσοι αιώνες πέρασαν πριν την δημιουργία της Μεγάλης Προφητείας, άρα είχαν τον χρόνο με το μέρος τους.

«Τι συνέβη;», ρώτησα συνεχίζοντας να παρακολουθώ την Λίλιθ να υπακούει ευλαβικά τον ενήλικα πια Ντέμιεν.

«Ήρθαμε σε ρήξη», είπε ο Εωσφόρος. «Δεν ήθελε να είναι υποτελής. Σκέφτηκε πως αυτή ήταν η ευκαιρία να αποκτήσει ένα δικό της βασίλειο. Μόνο που έκανε το λάθος να μπλέξει συντρόφους μου».

«Αρχιδαίμονες», είπε ο Κάρτερ. «Τους οποίους δεν εμπόδισες ποτέ!»

«Δεν περίμενα ότι θα φτάναμε εδώ! Η Λίλιθ πίστευε ότι μπορούσε να κλέψει υπηρέτες μου, αλλά ήταν μια απλή ματαιοδοξία. Κανείς τους δεν της επέτρεψε να έχει πραγματική επιρροή στον Κάτω Κόσμο. Κι εκείνη όπως πάντα απλά τα παράτησε».

«Απλά τα παράτησε;», επανέλαβα προσβεβλημένη για χάρη της Λίλιθ. «Την εκμεταλλευόσουν συνεχώς, γιατί ήθελες να έχεις τα πρωτεία. Εξαιτίας της κόντρας σας φτάσαμε σε αυτή την κατάσταση. Και να σου θυμίσω ότι δεν ήταν όλοι οι υπηρέτες σου πιστοί. Και παρόλα αυτά εκείνη είναι η κατηγορούμενη;»

Είχα εκπλαγεί κι εγώ με το πόσο απότομα μίλησα στον Εωσφόρο, αλλά η φεμινίστρια μέσα μου δεν καταλάγιασε την οργή μου.

«Ο Μπελέθ ήταν μια ατυχής συγκυρία», αποκρίθηκε κοφτά.

«Η ατυχής συγκυρία ήταν η εκδικητικότητα σου, επειδή δεν δεχόσουν να είναι ελεύθερη. Ήθελες κι εσύ τον Κάτω Κόσμο με την ελπίδα ότι θα την υποτάξεις. Και στο τέλος έχασες την κυριαρχία σου στα πάντα!»

«Αρκετά», φώναξε και αισθάνθηκα όλο το δωμάτιο να σείεται από την κραυγή του. «Το θέμα μας δεν είναι η διαφωνία μου μαζί της, αλλά να καταλάβεις».

«Κατάλαβα», μουρμούρισα και άφησα την κάρτα στην άκρη. «Η Λίλιθ πάντα με συμβούλευε έστω και έμμεσα. Χρειάζομαι τις γνώσεις της».

3. Η Αυτοκράτειρα

Στο επόμενο όραμα είδα μια γυναίκα με το βασιλικό μου στέμμα να κοσμεί τα καστανά της μαλλιά και τα σκούρα μάτια της, όμοια με κάθε Σάντος, να λαμπιρίζουν καθώς νταμπίρ υποκλίνονταν μπροστά της μέσα στην στοά, όπου γίνονταν οι επίσημες στέψεις. Αυτή η γυναίκα με έκανε να νιώσω μεγάλη συγκίνηση, γιατί ένα κομμάτι του εαυτού μου την είχε αναγνωρίσει. Ήθελα όμως την επιβεβαίωση.

«Π- ποια είναι αυτή;», ρώτησα βουρκωμένη.

Ο Κάρτερ δίπλα μου δάγκωσε το κάτω χείλος του, αφού συνειδητοποιούσε με την σειρά του ότι η κοπέλα δεν ήταν κάποια ξένη.

«Δεν αναγνωρίζεις το ίδιο σου το παιδί;», απάντησε ο Μιχαήλ χαμογελώντας.

Τα δάκρυα μου ξεχύθηκαν στα μάγουλα μου κι έσκυψα πάνω στην κάρτα. Έφερα προσεκτικά τα δάχτυλα μου πάνω στο όραμα θέλοντας να χαϊδέψω το κορίτσι μου. Φοβήθηκα όμως ότι το άγγιγμα μου θα την τάραζε σε όποια πραγματικότητα κι αν ήταν και δεν ήθελα να την τρομάξω. Σίγουρα θα ήξερε για τον Ντέμιεν και θα είχε γνωρίσει τον φόβο σε κάθε του εκδοχή.

«Μπορώ να ακούσω την φωνή της;», τους παρακάλεσα.

«Σκοπός είναι να δεις, όχι να ακούσεις», απάντησε επιθετικά ο Εωσφόρος.

«Σας παρακαλώ! Ας μην δω την συνέχεια, αρκεί να ακούσω την φωνή της!»

«Λυπάμαι, Ορόρα», ξεφύσησε ο Μιχαήλ. «Πρέπει να δεις όλη την τράπουλα».

Ο Κάρτερ έσφιξε τον ώμο μου σε μια προσπάθεια να με παρηγορήσει.

Στο μεταξύ, η Αλεξάνδρα χαμήλωσε το βλέμμα της και για μια μόνο στιγμή μελαγχόλησε. Ήταν όμως αρκετή για να χάσω έναν χτύπο και να αναρωτηθώ τι είχε πληγώσει το μωρό μου. Σε ποιο στάδιο μάχης βρισκόταν με τον Ντέμιεν; Ποιος από τους γονείς της είχε πεθάνει, ώστε να στέφεται βασίλισσα;

Όταν τα χείλη της μπόρεσαν να σχηματίσουν ξανά ένα αμυδρό χαμόγελο, σήκωσε το βλέμμα της και στράφηκε στο νταμπίρ που στεφόταν μαζί της. Αλλά το όραμα τελείωσε πριν δούμε το πρόσωπο του.

«Ποιος ήταν μαζί της;», ρώτησε ο Κάρτερ, καθώς εγώ σκούπιζα τα μάγουλα μου.

Ο Εωσφόρος σήκωσε το χέρι του και η κάρτα αιωρήθηκε για να φτάσει με τις χρησιμοποιημένες. Την θέση της πήρε το πέμπτο χαρτί της Μεγάλης Αρκάνα.

4. Ο Αυτοκράτορας

Το χέρι της Αλεξάνδρας προσγειώθηκε σε μία αντρική παλάμη. Ο κάτοχος της ήταν ένας νεαρός, σχεδόν συνομήλικος της. Τα σπαστά μαλλιά του ήταν μαύρα και τα μάτια του σμαραγδένια. Είχε την εξωτερική εμφάνιση ενός Μάρεϊ.

Την επόμενη στιγμή, οι δυο τους καθόντουσαν σε έναν καναπέ και ξεφύλλιζαν το Βιβλίο. Μόλις βρήκαν την σελίδα τους, εκείνοι κι εμείς μπορέσαμε να διαβάσουμε τα ονόματα τους.

Αλεξάνδρα Μαρέβα Μάρεϊ & Κέλλαν Γεώργιος Σάντος

«Κέλλαν Σάντος;», αναφώνησε ο Κάρτερ. «Ποιος θα μπορούσε να είναι;»

Αφού διάβασαν όσα είχαν προβλεφθεί για εκείνους, ο Κέλλαν έκλεισε την Αλεξάνδρα στην αγκαλιά του και της ψιθύρισε κάτι, ώστε να αποτρέψει τα δάκρυα της. Και το όραμα έσβησε.

«Μάρεϊ και Σάντος ξανά στον θρόνο», μουρμούρισα κοιτάζοντας το κενό. «Η κόρη μου και...» Μόνο ένα νταμπίρ ήξερα που ήθελε να ονομάσει τον επίγονο του Κέλλαν, ενώ ο σύντροφος του ήταν ένας μεγαλωμένος Σάντος. «Ο γιος της Μέλανη».

Από τα χείλη του Κάρτερ βγήκε μια κοφτή ανάσα και κοίταξε τον Εωσφόρο με τον Μιχαήλ για να του το επιβεβαιώσουν.

«Μπορεί η αδερφή σου να μην έγινε βασίλισσα, αλλά θα γίνει βασιλομήτωρ», αποκρίθηκε ο Μιχαήλ.

Ο Κάρτερ χαμογέλασε και ψιθύρισε πόσο ανακουφισμένος ένιωσε γνωρίζοντας ότι η Αλεξάνδρα θα είχε τον επίγονο της ειρηνοποιού μας στο πλευρό της. Ομολογουμένως κι εμένα μου άρεσε η σκέψη, αλλά είχα μουδιάσει τόσο με την δυσφορία της Αλεξάνδρας και δεν ήμουν σε θέση να είμαι το ίδιο εκδηλωτική. Ήλπιζα πως η επόμενη κάρτα θα ήταν πιο ευοίωνη.

5. Ο Ιεροφάντης

Ο πνευματικός καθοδηγητής πήρε την μορφή του Νόα, του πρώτου και σημαντικότερου συμβούλου μου· του πλάσματος που είχε πραγματοποιήσει την μεγαλύτερη αλλαγή προσωπικότητας. Ο μακρινός μου θείος γνώρισε την διαφθορά, γιατί ο Ντέμιεν ήξερε πόσο σημαντικό ρόλο θα έπαιζε στην πτώση του. Και παρά το έρεβος στο οποίο τον είχε βουτήξει, εκείνος βρήκε το μονοπάτι προς την εξιλέωση. Κι αυτό ήταν που αντίκριζα μαζί με τον Κάρτερ.

Ο αιμοσταγής Νόα που ήθελε να σκοτώσει τους βασιλείς των νταμπίρ για να τους εκδικηθεί για τον θάνατο της Κέστρα, μετατράπηκε σε έναν μπερδεμένο βρικόλακα όταν ανακάλυψε πως είχε διαπράξει εγκλήματα αδίκως. Και συγχυσμένος σαν ήταν, βρέθηκε στην είσοδο της Μόιρα. Εκ τότε ωρίμασε, έγινε σοφότερος και αναγκαίος για την βασίλισσα του. Ή καλύτερα για τις βασίλισσες του.

6. Οι Εραστές

Στο ίδιο κλίμα εξέλιξης κινήθηκε και το όραμα της έβδομης κάρτας. Οι Εραστές πήραν την μορφή των γονιών μου, ο έρωτας των οποίων δεν έσβησε μπροστά στον κίνδυνο του θανάτου.

Όταν ο πατέρας μου κράτησε στα χέρια του την μητέρα μου, λίγες ώρες αφότου έχασε τον Ραμόν, της ψιθύρισε κάτι στο αυτί και τα δάκρυα της πάγωσαν από την έκπληξη. Την επόμενη στιγμή, είδαμε τι ήταν αυτό που την έκανε να ξεχάσει για λίγο την θλίψη της. Μόλις ανέκαμψε από την αποβολή, έφυγαν κρυφά για την Ισπανία, όπου και παντρεύτηκαν. Θα έσωναν αυτό που είχαν και δεν θα ενέδιδαν στην απειλή του Ντέμιεν. Η αγάπη τους ήταν πιο σημαντική από το μίσος του. Κι αυτή ήταν η πρώτη πράξη ανώτερης αγάπης που κατανίκησε το άσβεστο μίσος.

Ο Κάρτερ με κοίταξε σιωπηλός και με ένα νεύμα μου έδειξε ότι είχε κάνει την ίδια σκέψη με μένα: Πιθανόν εκείνοι να ήταν η λύση του ξορκιού.

7. Το Άρμα

Αυτό το χαρτί συμβόλιζε τον θρίαμβο, οπότε και υπέθεσα ότι θα αντίκριζα την μεγάλη προφητεία ή την δημιουργία αυτής. Άντ' αυτού είδα πρόσωπα, προφήτες! Ο Χάρι Χιλ που ζωγράφισε την σάλα χορού, ο πρώτος προφήτης που μίλησε για την νίκη μας. Ο Έντουαρντ Χιλ, ο απόγονος του, αυτός που μίλησε στα νταμπίρ για την διαδοχή και που με ενημέρωσε για την γέννηση της Αλεξάνδρας στον Κάτω Κόσμο. Η Μέλανη, η πρώτη προφήτισσα της δυναστείας των Μάρεϊ και αυτή που είχε δει μια αμυδρή εικόνα της κόρης μου. Τρεις προφήτες που είχαν πάρει μια γεύση από τον θρίαμβο, αλλά δεν ήξεραν τι αντίκτυπο θα είχε στην κόρη μου. Μια νίκη δεν επιφέρει πάντα ευτυχία και ήταν αυτή που απουσίαζε από τα μάτια της Αλεξάνδρας, καθώς μελετούσε το μέλλον της.

Τι στα κομμάτια μου επιφύλασσε το τέλος της Μεγάλης Αρκάνας;

8. Η Δύναμη

Το πρόσωπο που δέσποσε στην κάρτα ήταν ο Ντιμίτρι, η πρώτα από όλα πνευματική δύναμη της Μόιρα, ο πράος στρατιώτης που ήταν περισσότερο φωνή λογικής από ότι φοβερός παλαιστής. Γι' αυτό κι είχε κερδίσει επάξια μια θέση στην τράπουλα, όπου τον βλέπαμε να στέκεται πάντα πλάι σε κάποιον από εμάς και να δίνει την μεγαλύτερη μάχη της ζωής του: πάλευε να μας δείξει τον σωστό δρόμο. Σε μένα, την Μέλανη, τον Σκοτ, ακόμα και τον Κάρτερ όταν βρισκόταν στο μπουντρούμι.

Τον άκουσα δίπλα μου να παίρνει μια βαθιά ανάσα και υπέθεσα ότι έφερε στον νου του αυτή την κουβέντα. Ήξερα όμως πως δεν θα μου έδινε κάποιο στοιχείο για το τι συζήτησαν, οπότε δεν έκανα τον κόπο να τον ρωτήσω κι απλώς προχώρησα.

9. Ο Ερημίτης

«Αυτό τι συμβολίζει;», απόρησε ο Κάρτερ, γιατί μάλλον ήταν από τις λίγες φορές που δεν μπορούσε να οδηγηθεί σε ένα εύλογο συμπέρασμα.

«Κάποιον που αναζητά τον εαυτό του», του απάντησα.

Το νταμπίρ που αντικατέστησε τον Ντιμίτρι στα Ταρώ ήταν κι αυτός που τον αντικατέστησε στην φρουρά μου. Κάποτε ο Σκοτ έχασε τον εαυτό του μετά από έναν χωρισμό και τον βρήκε στην υπηρεσία του στρατού. Τώρα όμως χρειαζόταν κάτι βαθύτερο. Γιατί την πρώτη φορά είχε τον Κάρτερ. Στην διάρκεια του ξορκιού όμως τον έβλεπα μόνο του να κοιτάζει έξω από το παράθυρο σαν χαμένος.

«Καλέ μου Σκοτ», ψιθύρισα και έπεισα τον εαυτό μου να τον επισκεφτώ την επόμενη μέρα.

10. Ο Τροχός της τύχης

Η τύχη του καθενός μας αλλάζει ανάλογα με τις συγκύριες και πολλές φορές εξαιτίας δικών μας λαθών. Αυτό ίσχυε και για τον Φερνάντο, ο οποίος θα μπορούσε να ζήσει ήσυχα ως πρίγκιπας, αν δεν είχε φιλοδοξίες για τον θρόνο. Η λανθασμένη αντίληψη του ότι ήταν περισσότερο άξιος για βασιλιάς και όλα όσα έκανε για να το πετύχει τον έριξαν στα τάρταρα· κυριολεκτικά.

Μπροστά μου επαναλαμβανόταν το αιματηρό τέλος που γνώρισε στον Κάτω Κόσμο και μερικές σκηνές από το παρελθόν που τον οδήγησαν εκεί. Όλες οι λάθος αποφάσεις του τον είχαν φέρει στο κατώφλι του θανάτου και λογικά θα ίσχυε το ίδιο και σε αυτή την πραγματικότητα. Όταν το ξόρκι θα έσπαγε, τα πάντα θα επέστρεφαν στην κανονική τους κατάσταση και ο Φερνάντο θα ήταν νεκρός.

Η τελευταία εικόνα του όχι και τόσο αγαπημένου μου ξαδέρφου ήταν στο δωμάτιο του στο παλάτι, καθώς φτιαχνόταν με κοκαΐνη. Το θέαμα με έκανε να ξεφυσήσω απηυδισμένη, αλλά την επόμενη στιγμή τινάχτηκα λες και με χτύπησε ρεύμα. Ο λόγος ήταν η επισκέπτρια του, η Λίζα!

«Έρχεται στην Μόιρα;», αναφώνησα. «Γι' αυτό δεν έχει κάνει τίποτα για τον θάνατο του Ζάβιερ; Ετοιμάζει πάλι αιματοχυσία χρησιμοποιώντας άλλους;»

Οι άγγελοι δεν μου απάντησαν. Ο Μιχαήλ μόνο πήρε μια συμπονετική έκφραση.

«Τελικά αυτός που έπρεπε να έχει αλυσοδεθεί είναι ο Ναντίτο», γρύλισε ο Κάρτερ, καθώς τον έβλεπε να συνομιλεί με την Λίζα.

Ανάθεμα βέβαια κι αν καταλάβαινε τι του έλεγε αφού είχε μαστουρώσει, αλλά το πιθανότερο ήταν να τον είχε επισκεφτεί και σε ώρες νηφαλιότητας.

«Θυμάται; Μόνο αυτό πείτε μου, αν ο Φερνάντο θυμάται».

Ο Μιχαήλ ένευσε θετικά την ώρα που η εικόνα έσβηνε.

11. Η Δικαιοσύνη

Πίστευα πως τίποτα δεν ήταν ικανό να κατανικήσει την αναστάτωση που ένιωσα με μία ακόμα πράξη προδοσίας του Φερνάντο. Ωστόσο, μόλις αντίκρισα την Μόνι να κάθεται ανάμεσα στους συμβούλους την ημέρα που θα αποφάσιζαν για την κατάληξη του Τζέισον και του Μπεν μετά τον χαμό που προξένησαν στο σχολείο, αισθάνθηκα μια μικρή αγαλλίαση.

Μου είχε λείψει τόσο πολύ, που και στην δική της κάρτα έσκυψε και χάιδεψα τον αέρα πάνω από το πρόσωπο της. Ήθελα όσο τίποτα να ταξιδέψω αύριο κιόλας στην Ελλάδα και να την γυρίσω σπίτι της, σπίτι μας. Χρειαζόμουν την χαρωπή φίλη και ξαδέρφη μου, αλλά και μία από τις πιο ικανές συμβούλους που είχε γνωρίσει η Αυλή. Όλοι θαύμαζαν την αμεροληψία της και την καθαρότητα των σκέψεων της όταν έπαιρνε μία απόφαση. Ήταν σίγουρο πως σε εκείνη θα εμπιστευόμασταν γενιές και γενιές συμβούλων.

12. Ο Κρεμασμένος

Η αγαλλίαση δεν κράτησε για πολύ. Όσο γρήγορα ήρθε, τόσο γρήγορα έφυγε. Η επόμενη σκηνή ήταν λίγες μέρες πριν από το συμβούλιο στο οποίο είχε διαπρέψει η Μόνι και ο λόγος που αναγκάστηκε να το κάνει. Ζούσα ξανά τον θάνατο του Μάικλ, ο οποίος είχε θυσιαστεί για να με σώσει.

Καθώς ξεψυχούσε στα χέρια μου, δάκρυα θόλωναν την όραση μου. Αυτό ίσχυε και για την Ορόρα του οράματος, αλλά και για την καταβεβλημένη παρατηρήτρια. Ο Κάρτερ που τότε δεν ήταν παρόν και τώρα έβλεπε ζωντανά μία από τις χειρότερες στιγμές της ζωής του, είχε μουδιάσει και αδυνατούσε μέχρι και να ανασάνει. Τα δάκρυα του όμως δεν πάγωσαν, όπως η ψυχή του κι έσταξαν στα ρούχα του. Ένα από αυτά έπεσε και στην κάρτα και έδιωξε γρήγορα τον Κρεμασμένο, την αλληγορία της θυσίας.

«Μην λυγίζετε», μας υπέδειξε ο Εωσφόρος. «Δεν θα κερδίσετε τον Ντέμιεν με αδυναμίες».

«Το συναίσθημα δεν είναι αδυναμία», αντιτάθηκε ο Μιχαήλ.

«Θα δουν χειρότερα πράγματα. Πρέπει να είναι ψύχραιμοι».

Παρά τα μη ενθαρρυντικά λόγια του εκνευρισμένου πια Λούσιφερ, ο Κάρτερ σήκωσε την επόμενη κάρτα και την άφησε μπροστά μας.

13. Ο Θάνατος

Μολονότι οι μάντεις ερμήνευαν αυτή την κάρτα ως το κλείσιμο ενός κύκλου, ως έναν μεταφορικό θάνατο, εμείς είδαμε έναν κυριολεκτικό. Άλλωστε κι αυτός έκλεινε έναν κύκλο και επρόκειτο για την εκτέλεση του Τζον Μάρεϊ.

Κανείς μας δεν λυπήθηκε βλέποντας τον Νίκολας να ρουφάει την ζωή του. Απλώς συνειδητοποιούσαμε πως αυτό το μεγάλο πέρασμα αφορούσε την ψυχή μου. Ήταν ένα από τα μεγαλύτερα πράγματα που είχα κάνει -καλά ή κακά- και όσο ουδέτερα κι αν θέλησα να το αντιμετωπίσω, δεν έπαψα να νιώθω ότι έχασα ένα σημαντικό κομμάτι της αθωότητας μου. Ίσως αυτή ήταν πραγματικά η στιγμή που ενηλικιώθηκα. Μήπως κάτι τέτοιο θα ίσχυε και για την Αλεξάνδρα;

14. Η Εγκράτεια

Η μίξη των αντιθέσεων. Τι θα μπορούσε να είναι μια αξιόλογη αντίθεση; Ένας εγκρατής Σάντος. Και υπήρχε μόνο ένας: ο Αλφόνσο.

Ο αγαπημένος μου ξάδερφος ήταν από τα ελάχιστα μέλη της δυναστείας που μπορούσε να ισορροπήσει στο φλογερό ταμπεραμέντο και την ακεραιότητα. Κι αυτό το αποδείκνυε το όραμα -για τον Κάρτερ κι ανάμνηση για μένα-, στο οποίο πάσχιζε να νουθετήσει τον αδερφό του μετά από ένα ακόμη ξέσπασμα του εναντίον μου. Βέβαια όσον αφορά τον Φερνάντο, έχανε συχνά την ψυχραιμία του, αλλά η Μεγάλη Αρκάνα μου έδειχνε αυτό που έπρεπε να κρατήσω από εδώ και πέρα. Οπότε όφειλα να υποδεικνύω στον καθένα να μην χάνει το χαρακτηριστικό που τον έκανε να ξεχωρίζει. Άρα όταν ο Αλφόνσο μάθαινε για τις ατασθαλίες του Φερνάντο, έπρεπε να προηγηθεί ένας καταπραϋντικός πρόλογος.

15. Ο Διάβολος

Ξεροκάταπια και σήκωσα το βλέμμα μου, όπως κι ο Κάρτερ. Ο Μιχαήλ γέλασε με την αντίδραση μας, ενώ ο Εωσφόρος αναστέναξε δυνατά.

«Ευχαριστώ για την εμπιστοσύνη, αλλά προφανώς δεν θα δείτε εμένα!»

Ένα κομμάτι του εαυτού μου ήλπιζε να αντικρίσω τον νευρωτικό μου θείο, γιατί δεν ήθελα να ισχύει η δεύτερη πιθανότητα. Για χρόνια ο Διάβολος αποτελούσε χαρακτηρισμό για τον μεγαλύτερο εχθρό μου κι αυτός δεν ήταν το Άστρο της Αυγής. Ήταν η πληγή των νταμπίρ.

Μόλις εμφανίστηκε το πρόσωπο του Ντέμιεν, τύλιξα τα χέρια μου γύρω και το στομάχι μου διαμαρτυρήθηκε. Ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα το μοχθηρό του χαμόγελο μετά από εκείνη την νύχτα. Μπορεί να μην ήταν αληθινός, αλλά ήταν ό,τι πιο κοντινό σε πρόσωπο με πρόσωπο συνάντηση.

Πολλές φορές είχα βασανίσει τον εαυτό μου καθώς τον φανταζόμουν να γελάει ικανοποιημένος με αυτό που μου είχε κάνει. Κι εφόσον δεν άκουγα τι ήταν αυτό που έλεγε στην πρασινομάτα δαιμόνισσα, υπέθεσα ότι αφορούσε εμένα.

«Ποια είναι αυτή;», ρώτησε ο Κάρτερ σχεδόν φτύνοντας τις λέξεις.

Με ένα πλάγιο βλέμμα, συνειδητοποίησα ότι δεν κοιτούσε την κάρτα με προσοχή. Απέφευγε τον Ντέμιεν όσο το δυνατόν περισσότερο, γι' αυτό και επικεντρώθηκε στην άγνωστη για εμάς γυναίκα.

Από την μία ήθελα να σφίξω το χέρι του, γιατί καταλάβαινα ότι ένιωθε την ίδια δυσφορία με μένα. Είχε βιαστεί και το δικό του σώμα με έναν αλλιώτικο τρόπο και η εικόνα του Ντέμιεν ζωντάνευε αυτή την ανάμνηση. Με βάση τα λόγια του όμως, το ίδιο ίσχυε και για μένα, οπότε συνέχισα να με σφιχταγκαλιάζω, λες κι έτσι θα μπορούσα να απαλλαχτώ από το άγγιγμα του Ντέμιεν.

«Θα μάθετε όταν έρθει η ώρα», απάντησε ο Μιχαήλ.

«Το θέμα μας δεν είναι αυτή η γυναίκα», πήρε τον λόγο ο Εωσφόρος. «Τρέμετε ολόκληροι με ένα μόνο του όραμα. Πώς θα τον αντιμετωπίσετε μόλις βγει από τον Κάτω Κόσμο; Αναθαρρέψτε», μας διέταξε και πέταξε την κάρτα του Διαβόλου για να έρθει η επόμενη.

Θεέ μου, πότε θα τελειώναμε επιτέλους;

16. Ο Πύργος

«Τα θεμέλια της ζωής», είπε ο Εωσφόρος. «Σε αυτό το χαρτί θα δείτε πράγματι έναν πύργο, που όμως αποτέλεσε την αρχή των πάντων».

Το εν λόγω κτίσμα ήταν ο πύργος του παλατιού μας. Στο όραμα που μας παρουσιαζόταν δεν βλέπαμε την σοφίτα στην οποία είχε μετατραπεί με τα χρόνια, αλλά ένα υπνοδωμάτιο. Και τότε έμαθα ότι η Μόιρα το χρησιμοποιούσε ως κάμαρα, καθώς την έβλεπα να σαγηνεύει τον Έιναρντ με την βοήθεια της Λίλιθ και στην συνέχεια να τον σκοτώνουν για να δώσουν τα χρόνια του στον Ντέμιεν.

Η Μόιρα με την Λίλιθ; Δεν είχα ρωτήσει ποτέ λεπτομέρειες για την δολοφονία του Έιναρντ, γιατί δεν πίστεψα ότι είχε συμβεί κάτι τόσο φαντασμαγορικό. Το να είναι παρούσα η Λίλιθ κι έπειτα να έρθουν οι αρχιδαίμονες ήταν αναμενόμενο. Αλλά να πλανέψει τον άντρα της και να τον σκοτώσει στην ύστατη στιγμή απόλαυσης ήταν πέρα από κάθε φαντασία.

«Αναθαρρέψατε τώρα;», ρώτησε ο Εωσφόρος με παιχνιδιάρικο τόνο.

Ο Κάρτερ κι εγώ αδυνατούσαμε να πούμε κουβέντα κι απλώς ανταλλάξαμε για μία ακόμα φορά έκπληκτα βλέμματα. Αυτός ήταν ο πιο συνηθισμένος τρόπος επικοινωνίας μας την ώρα που βιώναμε κάτι τόσο εξωπραγματικό.

«Ανοησίες», μουρμούρισε ο Μιχαήλ και ήταν η σειρά του να αντικαταστήσει την κάρτα.

17. Το Αστέρι

Αυτή ήταν η πιο αλλόκοτη κάρτα, γιατί δεν μου έδειξε μόνο ένα νταμπίρ. Τα πρόσωπα εναλλάσσονταν γρήγορα και με το ζόρι μπορούσα να διακρίνω πλάσματα του υποκόσμου ή νταμπίρ, όλα μέλη του στρατού μου.

«Το αστέρι συμβολίζει την ελπίδα», είπε ο Μιχαήλ. «Και μία σημαντική πηγή ελπίδας σου είναι ο στρατός σου. Αλλά δεν μπορούμε να σου τους δείξουμε όλους. Πρέπει να αποφασίσεις εσύ ποιον θα δεις».

«Τι;», αναφώνησα. «Δεν... δεν μπορώ να αποφασίσω».

«Δεν επιλέγεις κάποιον για σφαγή», σχολίασε ο Εωσφόρος.

Δεν ήταν εύκολο γιατί απλά θα μάθαινα νέα τους. Ανησυχούσα για όλους τους και ήθελα πράγματι να μπορέσω να δω έστω κι ένα δευτερόλεπτο από την ζωή τους. Αν όμως κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο, έπρεπε να κάνω μια σοφή επιλογή. Και το μόνο όνομα που έφτανε μέχρι την άκρη των χειλιών μου ήταν ενός βαμπίρ που πίστευα ότι είχα χάσει.

«Αν σας ζητήσω να μου πείτε ποιον σκότωσε ο Ντέμιεν και τελικά θυμήθηκε ο Χουάν, θα μου απαντήσετε;»

«Όχι», είπε ο Εωσφόρος. «Διάλεξε, διαφορετικά θα αλλάξω την κάρτα».

«Νάσερ», φώναξα μόλις έκανε να σηκώσει το χέρι του.

Οι εικόνες σταμάτησαν να κινούνται γρήγορα και πράγματι εμφανίστηκε ο Σύριος σωτήρας μου. Ζωντανός!

Από τα χείλη μου δραπέτευσε ένα γέλιο ανακούφισης συνοδευόμενο από μερικά δάκρυα.

«Σε ευχαριστώ Θεέ μου!»

«Ασχολίαστο», γρύλισε ο Εωσφόρος κι άλλαξε τελικά την κάρτα. Όμως δεν έφτασε μπροστά μου ένα χαρτί, αλλά δύο.

18. Το Φεγγάρι & 19. Ο Ήλιος

«Ήμασταν ποιητικοί, δεν μπορείτε να πείτε», αποκρίθηκε ο κυκλοθυμικός Λούσιφερ. «Το να συμπορεύονται ο ήλιος και το φεγγάρι είναι το πιο μεγάλο παράδοξο. Κι όμως, φροντίσαμε ώστε να είστε αυτά τα δυο και να κάνετε το αδύνατο δυνατό. Δυο παράδοξα ενωμένα θα ήταν ανίκητα».

Η Μεγάλη Προφητεία. Μία ανώτερη απόφαση παρμένη από θεούς και δαίμονες για την πτώση του Κάτω Κόσμου. Ο Κάρτερ κι εγώ.

«Από εδώ και πέρα δεν θα δείτε ό,τι συνέβη», συνέχισε. «Αλλά ό,τι θα μπορούσε να συμβεί, όπως στα χαρτιά των Αυτοκρατόρων. Αυτά τα έξι χαρτιά λοιπόν, θα πρέπει να δείχνουν άλλα πράγματα όταν ριχτούν ξανά».

«Από ποιον θα ριχτούν;», ρώτησε ο Κάρτερ.

«Από την προφήτισσα που θα ενημερώσει τον κόσμο σας για τους επόμενους βασιλείς», απάντησε ο αρχάγγελος. «Από την αδερφή σου».

Ο Κάρτερ κούνησε το κεφάλι του, πιθανόν για να σιγουρευτεί ότι δεν ονειρευόταν. Η νύχτα εξελισσόταν κάτι παραπάνω από ιδιαίτερα και χρειαζόταν η υπενθύμιση ότι όλα αυτά ήταν αληθινά.

Ο Εωσφόρος ανασήκωσε φευγαλέα τον δείκτη του και οι κάρτες έδειξαν αυτό που έπρεπε να δούμε, δίχως να προηγηθεί ο καπνός.

Τώρα βλέπαμε τους εαυτούς μας, ο καθένας στην κάρτα του ουράνιου σώματος του, ακριβώς όπως ήμασταν ζωγραφισμένοι στην αίθουσα χορού. Αν ένωνες αυτές τις κάρτες, η εικόνα θα ήταν μία. Στεκόμασταν στον γκρεμό, πάνω από την λίμνη του Γεωργίου και από κάτω τα νταμπίρ μας χειροκροτούσαν. Μέσα στο πλήθος διέκρινα την Μέλανη, η οποία κρατούσε στα χέρια της ένα μωρό και υπέθεσα πως ήταν η Αλεξάνδρα. Η Ορόρα του οράματος, ο Ήλιος, την κοίταξε συγκινημένη και της χαμογέλασε. Ο Κάρτερ, το Φεγγάρι, στράφηκε πρώτα στον Ήλιο κι έπειτα χαμήλωσε το βλέμμα του στην λίμνη.

«Η στιγμή του θριάμβου μας», σχολίασε ο Κάρτερ. «Μα η Αλεξάνδρα είναι μωρό. Πώς τον νίκησε;»

«Δεν τον νίκησε ακόμα», απάντησε ο Μιχαήλ. «Βρήκατε τον τρόπο να σφραγίσετε τις πύλες για τριάντα χρόνια. Αυτή θεωρητικά είναι η αρχή του θριάμβου σας».

«Θεωρητικά;», επανέλαβα. «Δηλαδή δεν είναι πραγματικός θρίαμβος;»

Τα οράματα έσβησαν και οι ακίνητες εικονογραφίες των Ταρώ δέσποσαν ξανά πάνω στα χαρτιά. Εγώ τα άφησα προσεκτικά στην άκρη, χωρίς να παίρνω τα μάτια μου από τους σιωπηλούς αγγέλους. Ο Μιχαήλ μάλιστα είχε συνοφρυωθεί.

«Απομένουν δυο χαρτιά», μας είπε. «Η Κρίση, η μεγάλη αλλαγή και ο Κόσμος, η ολοκλήρωση. Σε αυτά θα δείτε την πραγματοποίηση της Προφητείας από την κόρη σας. Θα δείτε όμως πράγματα που δεν θα σας είναι ευχάριστα. Θα πρέπει να προετοιμαστείτε για το χειρότερο».

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top