26. Η ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ ΤΗΣ ΚΟΛΑΣΗΣ

Ορόρα

Η διαδρομή από το πάρκο στο πατρικό της Χόουπ ήταν πιο σύντομη από ότι συνήθως εξαιτίας του ότι ο δρόμος ήταν άδειος. Αυτό το ήξερα ήδη βέβαια, καθώς είχα περπατήσει τα ήσυχα σοκάκια πριν λίγη ώρα. Τώρα τα έβλεπα ξανά μέσα από το τζάμι, στο οποίο αντανακλούσε το σεληνόφως.

Το φεγγάρι δεν ήταν ακόμα γεμάτο για πανσέληνο, αλλά ετοιμαζόταν να μεταμορφωθεί σε μια ασημένια μπάλα στο σύντομο μέλλον. Δεν μπορούσα παρά να θυμηθώ την νύχτα εκείνη στην έπαυλη των Μάρεϊ, όπου ο Κέλλαν μας είχε στήσει παγίδα με τον Λουκ Μακάρθι. Άραγε αυτό να καθιστούσε το μέρος πόλο έλξης κι άλλων λυκανθρώπων; Κάτι τέτοιο θα έθετε τον Κάρτερ και τον Νόα σε θανάσιμο κίνδυνο.

«Μήπως το μετάνιωσες;», ακούστηκε ο Κέλλαν.

Η ερώτηση του έβγαλε το μυαλό μου από τον λήθαργο που τον έριξαν οι σκέψεις μου. Τότε συνειδητοποίησα πως είχα ενώσει τα χέρια μου με ένα δυνατό σφίξιμο και οι ώμοι μου ήταν ακίνητοι, γιατί κρατούσα την ανάσα μου. Η σκέψη να επιτίθεται λυκάνθρωπος στον Κάρτερ με είχε τρομοκρατήσει, γιατί στο παρελθόν είχα δει με τα μάτια μου το πελώριο πλάσμα να του γρυλίζει επιθετικά.

Ο Κέλλαν ωστόσο, πίστευε ότι η ένταση μου οφειλόταν στο ότι επέστρεφα στον τόπο του εγκλήματος· κυριολεκτικά και μεταφορικά. Αποφάσισα να επιβεβαιώσω την λανθασμένη υπόθεση του για να μην τον φοβερίσω με τους συνειρμούς μου. Κάποιος από εμάς έπρεπε να έχει καθαρό μυαλό, ώστε να αποτρέπει παρεκκλίνουσες συμπεριφορές.

«Όχι», απάντησα. «Απλώς ήθελα να σιγουρευτώ ότι έχω πάρει την σωστή απόφαση».

«Όπως και να έχει, πρέπει να θυμάσαι ότι δεν είσαι μόνη σου».

Ακόμα μου ήταν δύσκολο να συνηθίσω την συμπεριφορά του Κέλλαν. Επρόκειτο για συγκλονιστική αλλαγή. Ωστόσο, θα έλεγα ψέματα αν υποστήριζα ότι δεν μου άρεσε. Παράλληλα, με γέμιζε ανυπομονησία για την στιγμή που ο πατέρας μου θα ξεστόμιζε παρόμοια λόγια και θα με έκλεινε στην αγκαλιά του επειδή είχε ανάγκη να με προστατέψει κι όχι για το καλό της δημόσιας εικόνας μας.

Σύντομα, το αυτοκίνητο σταμάτησε στο γκαράζ του σπιτιού του και οι δυο μας προχωρήσαμε μέσα.

Μόλις περάσαμε το κατώφλι, η Χόουπ έτρεξε κοντά μας και με έκλεισε στην αγκαλιά της. Προφανώς, ο Κέλλαν της είχε μιλήσει για το τηλεφώνημα μου και την ψυχολογική μου κατάσταση.

«Είσαι μόνη σου;», την ρώτησα όταν κατάφερε να οπισθοχωρήσει.

«Ναι. Η Καταλίνα επέστρεψε σπίτι της πριν λίγο».

Ξεφύσησα ανακουφισμένη που είχα ελευθερία κινήσεων και στην συνέχεια περάσαμε όλοι μαζί στο σαλόνι.

«Έμαθες για την έρευνα;», με ρώτησε η Χόουπ καθώς καθόταν απέναντι μου.

«Ναι. Ο Ενρίκε ήρθε να μας ενημερώσει όταν γύρισε στην Νέα Μόιρα. Γι' αυτό έφυγα από της Άσλεη. Σκέφτηκα ότι έπρεπε να μιλήσουν λίγο για την... σχέση τους;»

«Καλά έκανες», απάντησε η Χόουπ. «Είναι νέα παιδιά και πρέπει να ασχοληθούν και με την ζωή τους».

Είχα κάνει ακριβώς την ίδια σκέψη, γι' αυτό και αποχώρησα διακριτικά. Στην αρχή, επικράτησε έντονη αμηχανία και η Άσλεη σχεδόν με παρακάλεσε να μείνω. Εγώ όμως την απομόνωσα σε μια γωνία και έβγαλα έναν ελαφρώς παρωχημένο λόγο για το ότι η ζωή ήταν μικρή να την χαραμίζουμε με αβεβαιότητες. Ωστόσο, η σημασία του ήταν διαχρονική και φάνηκε να την πείθει. Και κάπως έτσι, κατέληξα να περιπλανιέμαι στην πόλη αποκαρδιωμένη μέχρι να με περιμαζέψει ο Κέλλαν.

«Μίλησα και με την Μαρέβα», με ενημέρωσε η Χόουπ. «Έφτασαν στην Μόιρα. Μου είπε μάλιστα πως ο Αλεχάντρο σου τηλεφώνησε το μεσημέρι».

Από την ευφορία των ματιών της κατάλαβα ότι καμία από τις δύο δεν είχε ιδέα για το τι συζήτησα με τον πατέρα μου.

«Αλήθεια;», ρώτησε ο Κέλλαν μισοχαμογελώντας.

Εγώ κατένευσα καθαρίζοντας τον λαιμό μου. Έμοιαζαν τόσο ενθουσιασμένοι με τον νέο που θα ήταν κρίμα να τους δυσαρεστήσω. Όμως ήταν κάτι που έπρεπε να κάνω, γιατί ήταν αναγκαίο να αλλάξει το σχέδιο μας.

«Ναι. Ήθελε να δει αν...», δάγκωσα νευρικά το κάτω χείλος μου ψάχνοντας έναν μη σοκαριστικό τρόπο να τους πω την αλήθεια. «Αν έχω κάποια ανάμιξη με αυτό που έπαθε ο Κάρτερ».

«Εννοείς πέραν του ότι ήσουν παρούσα;», απόρησε η Χόουπ.

«Εννοώ ότι ανησυχεί μήπως είμαι υπεύθυνη».

«Να τον έχεις απαγάγει;», αναφώνησε ο Κέλλαν. «Για ποιον λόγο;»

«Όχι να τον έχω απαγάγει...»

Τα γαλανά μάτια της Χόουπ άστραψαν από κατάπληξη, όσο ο Κέλλαν εξακολουθούσε να μην καταλαβαίνει τι εννοούσα.

«Νομίζει ότι τον... σκότωσες;»

Εγώ ένευσα θετικά στα λόγια της και η έκφραση του Κέλλαν παραμορφώθηκε από μια έκφραση αποστροφής.

«Γιατί να σκεφτεί κάτι τέτοιο;»

Τους παρουσίασα εν συντομία τα στοιχεία που οδήγησαν τον πατέρα μου στο εξωφρενικό συμπέρασμα και φυσικά κανένα δεν τους φάνηκε αρκετό για μια τέτοια σκέψη. Όπως κι εγώ, έτσι κι εκείνοι λοιπόν τον κατηγόρησαν για αρρωστημένη φαντασία που δεν επέτρεπε την ψύχραιμη μελέτη των δεδομένων.

«Σε αυτή την περίπτωση λοιπόν», συνέχισα. «Πρέπει να κάνουμε μικρές αλλαγές στο σχέδιο μας. Δεν πιστεύω πως ο πατέρας μου θα προσπαθήσει να με φυλακίσει, όμως πρέπει να του ρίξουμε στάχτη στα μάτια, διαφορετικά μπορεί να μάθει την αλήθεια την στιγμή που δεν πρέπει. Και τότε αλίμονο μας».

Εκείνοι είχαν θορυβηθεί αρκετά για να εκφέρουν αντίρρηση. Απλώς κατένευσαν παροτρύνοντας με να συνεχίσω.

«Ο Κάρτερ πρέπει να δώσει σημάδια ζωής πριν τον βρουν όπως πρέπει να τον βρουν. Θα έρθει σε επικοινωνία με την Μόιρα, αφού είναι στο Πόρτλαντ. Έτσι θα έχουμε την ευκαιρία να φύγουμε σχεδόν αμέσως από την Καλιφόρνια. Ακόμα κι αύριο».

«Και τι θα πει;», ρώτησε η Χόουπ.

«Οτιδήποτε. Αυτό μπορούν να το αποφασίσουν και με τον Νόα».

«Δεν χρειάζεται να σκεφτούν τίποτα», αποκρίθηκε ο Κέλλαν και μας κοίταξε όλο νόημα. «Η πρώτη σας επαφή με τον Νόα ήταν σε μια διπλή απαγωγή διαδόχων ζητώντας πίσω την κόρη του. Αυτό θα γίνει και τώρα. Θα ζητήσει την Μόνι. Μόνο που σε αυτή την πραγματικότητα, η κοπέλα έχει σταλεί στην Βρίλυ. Και η αδυναμία μας να του παραχωρήσουμε αυτό που θέλει, θα αποβεί μοιραία».

Είχα ακούσει σκόρπιες πληροφορίες για την κόρη του Νόα, η οποία στο παρελθόν ήταν φίλη και σύμβουλος μου. Εφόσον όμως δεν θυμόμουν ούτε το πρόσωπο της, δεν μπορούσα να νιώσω κάτι γι' αυτή την κοπέλα. Προς το παρόν ήταν μια άγνωστη. Το μόνο που με συγκινούσε ήταν το γεγονός ότι ήταν ορφανή κι έναν ωκεανό μακριά από ό,τι κάποτε αποτελούσε σπίτι της.

«Γιατί όμως την στείλατε στην Βρίλυ και δεν την κρατήσατε στην Μόιρα, όπως παλιά;», εξέφρασα δυνατά την απορία μου.

Η Χόουπ με τον Κέλλαν κοιτάχτηκαν μεταξύ τους πριν τελικά ανασηκώσουν τους ώμους τους.

«Ήταν η πρώτη λύση που μας ήρθε στο μυαλό», απάντησε η Χόουπ.

Υπερβολικά πρόχειρη δουλειά για την αποκατάσταση ενός ορφανού. Άρα θα πρέπει να ήταν κι αυτό κατόρθωμα του Ντέμιεν. Μου φαινόταν πως σιγά σιγά ήμουν σε θέση να αναγνωρίσω τις πράξεις του μέσα από τις καταστροφικές επιπτώσεις τους.

«Τέλος πάντων», ακούστηκε ο Κέλλαν, ο οποίος έβγαλε το κινητό από την τσέπη του.

«Θα το πεις τώρα στον Κάρτερ;», αναφώνησε η Χόουπ.

«Το γοργόν και χάριν έχει. Θέλω να γυρίσω σπίτι μου επιτέλους. Επιπλέον, πρέπει να ελέγχω τον Αλεχάντρο. Μην ξεχνάτε πως οι Μάρεϊ που έμειναν πίσω, ξέρουν ένα μέρος της αλήθειας και ο άγριος συμβασιλέας μου είναι ικανός να την προσκομίσει με κάθε τρόπο».

Αυτή την φορά παραδοθήκαμε εμείς στην υπόδειξη και περιμέναμε να πληκτρολογήσει τον αριθμό του Κάρτερ και να του μιλήσει. Όμως εκείνος δεν απάντησε.

«Ξανακάλεσε», του υπέδειξα σχεδόν φωνάζοντας.

Ο Κέλλαν με την Χόουπ συμμερίστηκαν την ταραχή μου, οπότε έγιναν κι άλλες προσπάθειες να τηλεφωνήσουμε στον Κάρτερ. Δυστυχώς, χωρίς αποτέλεσμα.

Κάρτερ

Μου ήταν πολύ δύσκολο να αποχωριστώ τον Μάικλ. Μόλις του είπα πως έπρεπε να βοηθήσω την φίλη μας, Κόρτνεϋ, με κοίταξε σαν πληγωμένο κουτάβι και μου θύμισε την υπόσχεση μου. Είχα ορκιστεί ότι δεν θα τον άφηνα ποτέ ξανά και μετά από δέκα λεπτά ήμουν έτοιμος να μπω στο αυτοκίνητο χωρίς εκείνον. Το κλαψούρισμα του φάνταζε πιο επώδυνο κι από την σφαίρα του Ντέμιεν, αλλά δεν γινόταν να τον πάρω μαζί μου στην αποστολή μας. Έπρεπε να μείνει πίσω με την συντροφιά της Λουκίας. Οι υπόλοιπες θα έρχονταν μαζί μας, καθώς χρειαζόμασταν ενισχύσεις.

Ο καθρέφτης είχε δείξει στην Νουρ περίπου δέκα βρικόλακες να κρατούν την Κόρτνεϋ αιχμάλωτη σε μια εγκαταλελειμμένοι αποθήκη. Εμείς ήμασταν συνολικά έξι, αλλά είχαμε στην συντροφιά μας μια δαιμόνισσα, δυνατότερη από κάθε πλάσμα του είδους της. Η αποτελεσματικότητα των πέντε βαμπίρ ήταν ολόκληρη η δική της.

Επιβιβαστήκαμε στο αυτοκίνητο και οι έξι χωρίς να είναι όσο άβολο ακουγόταν. Η Έλενα με την Νουρ κάθισαν μπροστά, μια που ήταν οι πιο αδύνατες λόγω του είδους της πρώτης και τις δύσκολες συνθήκες ζωής της δεύτερης, όταν ήταν θνητή. Οι υπόλοιποι βολεύτηκαν στα πίσω καθίσματα μουρμουρίζοντας τις θεωρίες τους για την απαγωγή. Η χαμηλή ένταση των συνομιλιών τους ήταν βέβαια ανούσια, καθώς η Νουρ μπορούσε να τους ακούσει έτσι κι αλλιώς.

«Λέτε να ξέρουν ότι ερχόμαστε;», απόρησε η Μπουλουχάν.

«Θα τους έχει πει ο Ντέμιεν ότι έχουμε τον καθρέφτη;», αντιγύρισε την ερώτηση η Ζεϋνέπ.

«Δύσκολο», είπε ο Νόα. «Η ύπαρξη του καθρέφτη έγινε γνωστή όταν κατέβηκε η Ορόρα στον Κάτω Κόσμο. Επομένως, κανείς δεν το θυμάται και ο ίδιος δεν είναι τόσο αφελής ώστε να αναφέρει το μοναδικό πράγμα που τον καθιστά επίφοβο. Ο οποιοσδήποτε μάθει ότι υπάρχει ένα αντικείμενο που σου δείχνει μέχρι και το παρόν, θα ασχοληθούν με το να το κλέψουν παρά να βοηθήσουν τον Ντέμιεν. Το πιο πιθανόν λοιπόν, είναι να αφήσουν το νέο να διαρρεύσει μέχρι τελικά να το μάθει η Νουρ».

Εκείνη έκλεισε σφιχτά τα μάτια της και έφερε την παλάμη της στο μέτωπο της. Η Έλενα δίπλα της έσφιξε τον ώμο της και στράφηκε σε μένα μήπως είχα πρόχειρη κάποια επαρκής παρηγοριά. Δυστυχώς όμως δεν υπήρχε κάποια κουβέντα που θα μπορούσε να απαλύνει τον πόνο της. Όσο η Κόρτνεϋ βρισκόταν στα χέρια βαμπίρ του Ντέμιεν, ο ψυχικός της κόσμος δεν θα έβρισκε την παραμικρή ηρεμία.

«Παιδιά ας αφήσουμε τις εικασίες», απευθύνθηκα στους πίσω. «Σημασία έχει να βοηθήσουμε την Κόρτνεϋ».

Η Μπουλουχάν κοίταξε την Νουρ μέσα από τον καθρέφτη και ένευσε συγκαταβατικά. Για το υπόλοιπο της διαδρομής δεν μίλησε κανείς.

Όταν τελικά βρισκόμασταν αρκετά χιλιόμετρα πριν την αποθήκη, σταμάτησα το αυτοκίνητο και για να μην μας ακούσουν οι βρικόλακες και γιατί θυμήθηκα ότι είχα ξανακάνει αυτή την διαδρομή, αντίστροφα. Και δεν είχα συναντήσει κάποιο βαμπίρ...

«Είσαι σίγουρη ότι είναι εδώ;», ρώτησα την Νουρ δείχνοντας τον σκοτεινό δρόμο μπροστά μας.

«Αυτές τις οδηγίες μου έδωσε ο καθρέφτης», μουρμούρισε εκείνη.

«Τι συμβαίνει;», αποκρίθηκε ο Νόα έχοντας καταλάβει -όπως και οι υπόλοιπες- την ένταση μου.

«Αυτό είναι το λημέρι του Ζάβιερ».

Όλοι αναφώνησαν, εκτός από την Νουρ που ξεροκάταπιε. Αν δεν ήταν αψεγάδιαστος βρικόλακας, θα χλόμιαζε σαν φάντασμα από τον φόβο που την κατέβαλε.

«Είσαι σίγουρος;», ρώτησε η Ζεϋνέπ.

«Απόλυτα».

«Δεν είναι δυνατόν», ψέλλισε η Νουρ. «Εγώ είδα να την φέρνουν εδώ βρικόλακες».

«Άρα ο Ζάβιερ ήταν ήδη μέσα», της απάντησα νιώθοντας άσχημα που επιδείνωνα την κατάσταση της. «Αυτός ο χώρος είναι δικός του και αποκλείεται να εισέβαλαν δίχως να το γνωρίζει. Είναι όμως υπέρ μας το ότι ξέρουμε με ποιον συνεργάζονται».

«Δεν είναι και τόσο υπέρ μας αν σε δουν όμως», μου είπε ο Νόα.

«Γιατί;», απόρησε η Μπουλουχάν.

«Θεωρητικά τον έχω απαγάγει. Αν ο υπόκοσμος μάθει ότι είναι βρικόλακας, θα φροντίσουν να το μάθουν και τα νταμπίρ».

«Δεν έκανα όλον αυτόν τον δρόμο για να μείνω πίσω».

Ο Νόα πήρε μια έκφραση που μαρτυρούσε ότι είχε σκοπό να με σταματήσει. Παράλληλα, οι γυναίκες συμφώνησαν μαζί του και προσπάθησαν να με πείσουν να παραμείνω στο αυτοκίνητο για να το βάλω έγκαιρα μπρος.

«Ξεχάστε το!», σχεδόν φώναξα και μου υπέδειξαν να σωπάσω. «Ξεχάστε το», επανέλαβα ψιθυρίζοντας. «Δεν εκτελώ χρέη σοφέρ. Στο κάτω κάτω, είμαι αντιβασιλέας σας κι έχω την υποχρέωση να σας φροντίζω όταν η Ορόρα απουσιάζει. Επιπλέον, αν κυκλοφορήσουν την οποιαδήποτε φήμη δεν πρόκειται να τους πιστέψει κανείς. Θα φροντίσω ο ίδιος γι' αυτό».

Δεν τους έδωσα άλλες εξηγήσεις ή περιθώριο να φέρουν αντίρρηση. Βγήκα αμέσως από το αυτοκίνητο κι άρχισα να κατευθύνομαι στην αποθήκη. Επομένως, δεν είχαν άλλη επιλογή από το να με ακολουθήσουν.

Περπατήσαμε με αποφασιστικό βήμα μέχρι την αποθήκη, χωρίς κάποιο σχέδιο προσέγγισης. Το γεγονός ότι είχαμε μάθει για την αρπαγή της Κόρτνεϋ τόσο σύντομα μας έδινε ένα προβάδισμα. Αποκλείεται να είχαν προλάβει να ειδοποιήσουν τον Ντέμιεν, ενώ η Έλενα ήταν σε εγρήγορση για τον Ζάβιερ. Ένας δαίμονας θα μπορούσε να νιώσει την μαγεία ενός άλλου ακόμα κι αν δεν τον έβλεπε. Επομένως, αν ο Ζάβιερ κρυβόταν στις σκιές ή εμφανιζόταν ξαφνικά έτοιμος να μας επιτεθεί με τις τηλεπαθητικές του δυνάμεις, θα τον αναλάμβανε η δική μας δαιμόνισσα.

Μόλις φτάσαμε στην συρόμενη πόρτα, την άνοιξα με δύναμη για να αντηχήσει ο γδούπος του σίδερου σε όλο τον χώρο. Ήθελα η παρουσία μας να γίνει κάτι παραπάνω από αισθητή.

Στην μέση του άδειου χώρου δέσποζαν οι δεσμώτες και η αλυσοδεμένη Κόρτνεϋ. Όταν το βλέμμα της συνάντησε αυτό της Νουρ, τα χείλη της τρεμόπαιξαν. Άραγε να είχε θυμηθεί; Η όλη ιστορία άλλωστε είχε ξεκινήσει με εκείνη να αναζητά την Σύρια βαμπιρίνα.

Η Νουρ από πλευράς της έσφιξε τις γροθιές της προσπαθώντας να μην φανεί ευάλωτη. Ήταν άλλωστε εξοργισμένη με τους βρικόλακες και κυρίως τον αφέντη τους.

«Ποιοι είστε;», αναφώνησε ένα γνωστό μου βαμπίρ.

Εγώ δεν απάντησα αμέσως. Προχώρησα πιο μέσα με την παρέα μου να ακολουθεί και περιεργάστηκα την αποθήκη.

«Κάποτε υπήρχαν πίνακες και σεντούκια με κοσμήματα», αποκρίθηκα. «Τα πούλησε ο ιδιοκτήτης ή τα απομάκρυνε από φόβο μην του τα κλέψετε;»

Ο βρικόλακας με την βαριά κέλτικη προφορά έκανε ένα βήμα μπροστά και απαίτησε να μάθει για ποιον λόγο ήμασταν στην αποθήκη και πώς γνώριζα τον ιδιοκτήτη.

«Ανόητη ερώτηση αν αναλογιστείς ότι μας ψάχνεις», πήρε τον λόγο ο Νόα. «Άρθφαελ».

Το βαμπίρ γούρλωσε κατάπληκτο τα μάτια του.

«Μεγάλο πρόβλημα να αναζητάτε πλάσματα που ο Ντέμιεν δεν σας άφησε ποτέ να δείτε», είπα. «Σε αυτή την ζωή τέλος πάντων».

Ο Άρθφαελ κούνησε συγχυσμένος το κεφάλι του.

«Ξέρω ποιους αναζητώ», προσπάθησε να υπερασπιστεί τον εαυτό του, αλλά όλοι γνωρίζαμε πως δεν ήταν αλήθεια. «Μια Τουρκάλα», έδειξε την Ζεϋνέπ. «Μια Μεσανατολίτισσα», αυτή την φορά η άκρη του δαχτύλου σταμάτησε στην Νουρ. «Μια Μογγόλα και...»

«Δεν είμαστε εδώ για ανέκδοτο», τον διέκοψε η Έλενα. «Κι ούτε θέλουμε να μάθουμε τις οδηγίες που σας έδωσε ο Ντέμιεν για εμάς. Αν και από ό,τι φαίνεται, τσάμπα χαράμισε το σάλιο του».

Σίγουρα ο Ντέμιεν είχε δώσει παραπάνω πληροφορίες που δεν βασίζονταν μόνο στα φυλετικά χαρακτηριστικά των γυναικών. Ο αιφνιδιασμός μας όμως προκάλεσε τέτοια σαστιμάρα που δυσκολεύτηκαν να συνδέσουν πρόσωπα με περιγραφές. Ήμασταν πολύ τυχεροί που ο καθρέφτης βρισκόταν στην κατοχή των γυναικών, καθώς μπορέσαμε για πρώτη φορά να προλάβουμε τον Ντέμιεν. Πριν καν γνωστοποιηθεί επίσημα η απαγωγή της Κόρτνεϋ, εμείς ήμασταν ένα βήμα πριν την απελευθέρωση της. Έτσι ένιωθε λοιπόν ο Ντέμιεν χάρις ένα έπιπλο· σίγουρος για την επιτυχία του. Αξιοζήλευτο συναίσθημα και επιτέλους έκανε και το δικό μου σώμα να αναριγεί από την έξαψη της αυτοπεποίθησης.

«Θα θέλαμε πίσω την φίλη μας», υπέδειξε η Μπουλουχάν την Κόρτνεϋ. «Και καλά θα κάνετε να μας την δώσετε πριν θυμώσετε την κυρία από εδώ».

Το κεφάλι της έγειρε προς την πλευρά της Έλενας, η οποία αποφάσισε να έρθει και να δίπλα μου. Σίγουρα οι αντίπαλοι μας είχαν καταλάβει ότι το έκτο μέλος της παρέας μας δεν ήταν βαμπίρ, αλλά ήθελε να γίνει πλήρως κατανοητή η δαιμονική της φύση.

Ο Άρθφαελ είχε πλέον κερδίσει την αυτοκυριαρχία του. Ρίχνοντας μια ματιά στην Έλενα μειδίασε πονηρά και στράφηκε στην ομήγυρη.

«Νομίζετε πως μόνο εσείς κρύβετε άσο στο μανίκι;»

«Δεν μπλόφαρα όταν ανέφερα τον ιδιοκτήτη», απάντησα. «Μπορείς να βγεις Ζάβιερ», φώναξα.

Οι δέκα βρικόλακες αναφώνησαν ξανά. Ο Ζάβιερ όμως έκανε ψύχραιμος την εμφάνιση του. Κάθε δαίμονας που σεβόταν τον εαυτό του έμπαινε στην μάχη με έπαρση.

«Χαίρομαι να έχω τόσο διαδομένη φήμη», αποκρίθηκε μόλις στάθηκε δίπλα στην Κόρτνεϋ. «Μα θα με συγχωρέσετε που εγώ δεν σας ξέρω».

Κάποτε με αναγνώρισε αμέσως χάρις τα γαλανά μου μάτια. Αυτή την φορά όμως η μορφή μου και το σκοτάδι δεν τον βοήθησαν να συνδέσει το μωρό που καταράστηκε με τον ενήλικα που είχε μπροστά του. Παραταύτα, άφησα την Έλενα να προχωρήσει την παρτίδα μια που είχε ανοιχτούς λογαριασμούς μαζί του. Ήταν κι εκείνος υπεύθυνος για την κάθοδο της στον Κάτω Κόσμο με την ψεύτικη απειλή στην μητέρα της.

«Δεν σας έχει πει ούτε τα ονόματα μας;», τον ρώτησε.

«Μας έχει ενημερώσει», απάντησε ο Ζάβιερ. «Όπως επίσης μας είπε ότι δεν είστε σοβαρός κίνδυνος. Οπότε θα μου επιτρέψεις αν δεν αναριγήσω με τις σοβαρές σας εκφράσεις».

Τα λόγια του και το ειρωνικό του μειδίαμα σαφώς και προσέβαλαν τους πάντες. Προς το παρόν όμως, τον λόγο είχε αποκλειστικά η Έλενα, γιατί ήταν η μόνη που μπορούσε να τον αντιμετωπίσει και να του δώσει ένα σοβαρό μάθημα. Δεν θα τον χτυπούσε όμως άμεσα. Πρώτα, θα έβγαζε από την μέση έναν βρικόλακα.

Με το βλέμμα της αναζήτησε το θύμα της και τελικά το βρήκε σε έναν που τόση ώρα κοιτούσε την Κόρτνεϋ ξεδιάντροπα. Τότε μισόκλεισε τα μάτια της, τα οποία πήραν ένα μαύρο χρώμα σαν να αντανακλούσαν τον νυχτερινό ουρανό. Ο βρικόλακας ξαφνιάστηκε με το θέαμα, αλλά την επόμενη στιγμή άρχισε να ουρλιάζει σαν να τον έσφαζαν. Εν μέρει βέβαια αυτό ίσχυε, γιατί η Έλενα χρησιμοποιούσε το μυαλό της για να ανοίξει μια τρύπα στην κοιλιά του. Λεπτό με το λεπτό αυτή μεγάλωνε, μέχρι που σωριάστηκε στο έδαφος με το σώμα του διαμελισμένο.

Πριν καν συνέλθουν οι αντίπαλοι -και εμείς- από το θέαμα, αναζήτησε το επόμενο θύμα της. Ο Ζάβιερ όμως δεν την άφησε να σκοτώσει κι άλλο μέλος της ομάδας του. Σήκωσε το χέρι του με αποτέλεσμα να αιωρηθούμε κι εμείς και έπειτα να προσγειωθούμε έξω από την αποθήκη. Κλασική τακτική...

Η Έλενα πετάχτηκε όρθια πριν ο Ζάβιερ κλείσει την πόρτα με μια απλή κίνηση του χεριού. Με τα μάτια της να εξακολουθούν να καλύπτονται από την μαύρη αντανάκλαση, βγήκε από τα χείλη της μια απόκοσμη κραυγή λες κι η φωνή της έβγαινε από τα έγκατα της γης. Αυτή βέβαια ταράχτηκε εξίσου με εμάς και σείστηκε, καθώς η Έλενα σήκωνε τα χέρια της και το κτίσμα χόρευε στους ρυθμούς που υποδείκνυε το κροτάλισμα των δαχτύλων της. Η επίδειξη των επίφοβων δυνατοτήτων της ολοκληρώθηκε με μία κόκκινη λάμψη που εμφανίστηκε γύρω της. Πιθανόν επρόκειτο για την αύρα της, το χρώμα της οποίας υποδείκνυε και το επίπεδο της δύναμης της. Αυτό ίσχυε σε κάθε πλάσμα και φυσικά οι αποχρώσεις του πορφυρού χρώματος ήταν η ανώτερη βαθμίδα.

Δεν μου έκανε εντύπωση που αντίκριζα κάτι τέτοιο γύρω από την Έλενα. Ήξερα πολύ καλά ότι ήταν κόρη αρχιδαίμονα, σε αντίθεση με τα τσιράκια του Ντέμιεν που είχαν σωριαστεί στο έδαφος και την κοιτούσαν αποσβολωμένοι. Ο Ζάβιερ φρόντιζε να μην δείχνει το ίδιο τρομοκρατημένος, αλλά αδυνατούσε να κρύψει την έκπληξη του. Η δαιμόνισσα που είχε υποτιμήσει, αποδείχτηκε κάτι παραπάνω από δύσκολος αντίπαλος.

Όταν η φωτιά γύρω από την Έλενα έσβησε και τα πάντα επέστρεψαν στην φυσιολογική τους κατάσταση, συμπεριλαμβανομένων και των ματιών της, σηκωθήκαμε όλοι όρθιοι. Ο Ζάβιερ όμως είχε το κεφάλι του γερμένο μπροστά σαν να... σαν να την σεβόταν;

«Είσαι ανώτερος δαίμονας», σχολίασε.

«Είμαι η κόρη του Μπελέθ. Πιστεύω ότι θα τον έχεις ακουστά».

Και όχι μόνο!

Τα γουρλωμένα μου μάτια στράφηκαν στην ομάδα μου, που δεν έδειχνε το ίδιο έκπληκτη με μένα. Εξαίρεση αποτελούσε σαφώς ο Νόα που κοιτούσε την Έλενα σαν να την έβλεπε για πρώτη φορά.

Ο Ζάβιερ έκλεισε σφιχτά τα μάτια μου μόλις έμαθε την ταυτότητα της Έλενας και στράφηκε στους βρικόλακες.

«Αφήστε την να φύγει», έδειξε την Κόρτνεϋ.

«Έχουμε διαταγές από τον βασιλιά», αντέδρασε ο Άρθφαελ.

«Και τώρα έχεις από μένα», φώναξε ο Ζάβιερ. «Αυτή εδώ», υπέδειξε την Έλενα. «Είναι η κόρη του αρχιδαίμονα Μπελέθ. Είναι βασιλιάς των δαιμόνων πολύ πριν τον Ντέμιεν».

Καλό θα ήταν να μην αναφέρω ότι ο Μπελέθ είχε συμμετάσχει στην δημιουργία του Κάτω Κόσμου, είχε βοηθήσει τον Ντέμιεν στο ξόρκι που θα εξαφάνιζε κάθε πιθανότητα ήττας του και πως αν πλήγωναν την κόρη του πιθανόν να τους ευγνωμονούσε κιόλας.

Ο Άρθφαελ εξακολουθούσε να διαφωνεί, οπότε ο Ζάβιερ ανέλαβε δράση μόνος του.

Όταν πήγε να λύσει τα δεσμά της Κόρτνεϋ, ένας άλλος βρικόλακας έδειξε τον ίδιο ζήλο με τον Άρθφαελ, αλλά δέχτηκε δαιμονική επίθεση και βρέθηκε στον απέναντι τοίχο.

«Όποιος με εμποδίσει ξανά, θα τον πετάξω σε αυτήν».

Εννοούσε την Έλενα. Και επειδή ήξεραν πολύ καλά για τι ήταν ικανή, δεν τόλμησαν να κουνηθούν.

Το επόμενο λεπτό, η Κόρτνεϋ ήταν όρθια και ο Ζάβιερ την έσπρωξε προς το μέρος μας.

«Αδειάστε μου την γωνιά. Όλοι σας!»

Ορόρα

«Κάτι έχει συμβεί», μουρμούρισα καθώς βάδιζα νευρικά μέσα στο σαλόνι. «Τον έχουμε πάρει τόσες φορές και δεν έχει απαντήσει ούτε μία φορά».

«Ίσως είναι με τον Μάικλ και θέλει να ασχοληθεί μόνο με εκείνον».

Κατά βάθος ούτε ο Κέλλαν πίστευε τον εαυτό του. Ήθελε όμως να μας παρηγορήσει και να καθησυχαστεί κι ο ίδιος.

«Έχουμε συμφωνήσει ότι θα είναι πάντα διαθέσιμος», αποκρίθηκε η Χόουπ, η στεκόταν πάνω από το τραπέζι ελαφρώς γερμένη μπροστά. «Ξέρει ότι είναι σημαντικό να τον βρίσκουμε ανά πάσα ώρα και στιγμή».

«Το ξέρω», απάντησε ο Κέλλαν ξεφυσώντας και πέρασε τα δάχτυλα του μέσα από τα μαλλιά του. «Τι άλλο να κάνω; Να τηλεφωνήσω στον Σον;»

«Και αυτός τι θα κάνει;», αντιγύρισα την ερώτηση. «Θα του τηλεφωνήσει επίσης!»

Τα χέρια μας ήταν δεμένα. Δεν μπορούσαμε να ξέρουμε πού βρισκόταν ο Κάρτερ κι αν χρειαζόταν βοήθεια. Και μπορεί όντως να ήταν με τον Μάικλ, αλλά να κινδύνευαν κι οι δυο.

Το στομάχι μου ανακατεύτηκε σε αυτή την σκέψη. Δεν ξέρω αν ίσχυε το μητρικό ένστικτο, εφόσον δεν είχες αναμνήσεις με το παιδί σου, ωστόσο δεν μπορούσα να μην ανησυχώ γι' αυτό. Ήμουν σε θέση να κατανοήσω ότι επρόκειτο για ένα κομμάτι μου, για ένα πλάσμα που ανατράφηκε για εννέα μήνες μέσα μου, οπότε μπορούσα να αισθανθώ τον ίδιο φόβο με την Χόουπ, όση ώρα αναστέναζε ανήσυχη για τον γιο της.

Ένιωθα πως έπρεπε να αναλάβω δράση. Ήθελα να αναλάβω δράση! Ήμασταν όλοι πεπεισμένοι ότι είχε προκύψει κάποια δυσάρεστη εξέλιξη, επομένως δεν μας έμενε παρά να σώσουμε ό,τι μπορούσαμε.

Το λογικό θα ήταν να ενημερώσουμε τους Μάρεϊ της Μόιρα, όπως πρότεινε ο Κέλλαν. Όμως τρία νταμπίρ πιθανόν να μην ήταν σε θέση να αντεπεξέλθουν στους κίνδυνους που περιτριγύριζαν τον Κάρτερ και τον Μάικλ. Με την κατάλληλη προετοιμασία όμως, ίσως πετύχαιναν τουλάχιστον τον εντοπισμό τους. Έπειτα, θα μπορούσαν να συνεργαστούν με τις γυναίκες που πρόσεχαν τον γιο μου και έτσι θα κατανικούσαν τον εχθρό. Ναι, αυτό ήταν μια πολύ καλή ιδέα. Μόνο που εκείνη την στιγμή δεν στράφηκα στην λογική.

Ξόδεψα ολόκληρο πρωινό ψάχνοντας την χρησιμότητα της μαγείας μου σε ένα χωροχρόνο που δεν υπήρχαν προφητείες. Το μόνο που κατάφερα ήταν να πονοκεφαλιάσω, αλλά πίστεψα πως τούτη η ώρα ήταν η ευκαιρία που έψαχνα.

«Θα πάω να τους βρω εγώ», δήλωσα και η Χόουπ με τον Κέλλαν με κοίταξαν σαν να ήμουν παρανοϊκή. «Έχω μαγεία, σωστά; Θα βρω κάποιο ξόρκι που θα με στείλει κοντά τους».

«Είσαι σε θέση να πραγματοποιήσεις κάποιο ξόρκι;», ρώτησε η Χόουπ με ειλικρινές ενδιαφέρον κι όχι επικριτικά.

Το γεγονός ότι είχα πετάξει μερικές φλόγες από τους καρπούς μου δεν με καθιστούσε και τον ανώτερο γητευτή μαγείας. Δεν ήξερα πώς να την ελέγχω, πώς να την αξιοποιώ και φυσικά τα βασικά βήματα ενός ξορκιού. Με άλλα λόγια, η πρόταση μου ακυρωνόταν από την αρχή και μάλιστα από μένα την ίδια. Ωστόσο, δεν είχα σκοπό να εγκαταλείψω. Ήθελα να κάνω ένα σημαντικό βήμα και φυσικά να σώσω τον άντρα και τον γιο μου σε περίπτωση που κινδύνευαν.

«Θα με βοηθήσει ο Ενρίκε», της απάντησα και προχώρησα με γοργά βήματα στο τραπεζάκι, όπου είχα αφήσει το κινητό μου.

Δεν μου ήταν ευχάριστο να διακόψω την συζήτηση του με την Άσλεη, την οποία μάλιστα εγώ τους πίεσα να κάνουν, αλλά οι σοβαρές στιγμές απαιτούσαν και τα αντίστοιχα μέτρα.

Οι δυο τους δεν άργησαν να έρθουν στο σπίτι έχοντας ενστερνιστεί πλήρως την ανησυχία μας. Στο τηλέφωνο είχα απλώς αναφέρει ότι έπρεπε να εντοπίσω τον Κάρτερ και αυτό ήταν αρκετό για να προκαλέσει αναβρασμό, τον οποίο ενέτεινα όταν ζήτησα από τον Ενρίκε καθοδήγηση για ξόρκι.

«Θέλω να τους βρω με μαγικό τρόπο και να βρεθώ δίπλα τους. Εν ανάγκη έλα κι εσύ».

«Και πώς θα δικαιολογήσουμε την απουσία σας;», ρώτησε η Άσλεη.

«Αυτό θα το αποφασίσουμε όταν έχουμε νέα του Κάρτερ», της απάντησα και στράφηκα στον Ενρίκε. «Θα με βοηθήσεις;»

Εκείνος ανοιγόκλεισε νευρικά τα μάτια του.

«Δεν... δεν ξέρω ξόρκι τηλεμεταφοράς».

«Θα βρούμε ένα».

«Δεν κυκλοφορούν στο google», μουρμούρισε ο Κέλλαν.

«Το σχολείο της πόλης έχει βιβλιοθήκη με συγγράμματα που αφορούν την μαγεία. Δεν είναι το ίδιο πλούσια με της Μπερενγκάρια, αλλά είναι μια αρχή».

«Υπάρχουν βιβλία σκιών;», ρώτησε ο Ενρίκε.

«Δεν νομίζω», παραδέχτηκα. «Δεν αρκούν τα άλλα βιβλία;»

«Φοβάμαι πως όχι. Μπορεί οι οδηγοί μαγείας να σε πληροφορούν τι είσαι σε θέση να κάνεις με το κάθε στοιχείο, αλλά δεν είναι ξόρκια. Χρειάζεσαι τις κατάλληλες λέξεις που δεν παύουν να έχουν δική τους ενέργεια».

Το πρόβλημα δεν ήταν τελικά με την απειρία μου, αλλά με την μαγεία εν γένει. Είχα την λάθος εντύπωση πως ένα τέτοιο φαινόμενο καθιστούσε τα νταμπίρ σχεδόν άτρωτα, αλλά τελικά υπήρχαν αρκετοί περιορισμοί και συγκεκριμένες τακτικές, που έπρεπε να ακολουθηθούν για να υπάρξει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Οι φοβίες μου για ανεξέλεγκτη δύναμη που έπαιρνε κάθε μορφή αποδείχτηκαν ψευδείς.

Ξεφύσησα αποκαρδιωμένη με την συνειδητοποίηση ότι το σχέδιο μου είχε αποτύχει πριν καν αρχίσει. Στην συνέχεια, έκανα να βυθιστώ στον καναπέ, αλλά με σταμάτησε η επόμενη κουβέντα του Ενρίκε.

«Μπορείς να ζητήσεις βοήθεια από το δαιμόνιο σου».

«Έχω δαιμόνιο;», αναφώνησα.

«Όλα τα νταμπίρ με μαγεία έχουν», μου θύμισε. «Γεννιέται μαζί με αυτούς».

«Ναι, αλλά...», γύρισα στον Κέλλαν. «Θα υπάρχει σε αυτή την πραγματικότητα;»

Εκείνος ανασήκωσε τον ώμο του.

«Κι εδώ γεννήθηκες με μαγεία, οπότε ναι».

«Και πώς το εντοπίζω;»

Καθώς σκεφτόμασταν μία απάντηση, το βλέμμα της Άσλεη ταξίδεψε στον χώρο μέχρι που εντόπισε το τζάκι.

«Μήπως αυτό θα βοηθούσε;», μας ρώτησε.

Τα μάτια μας ακολούθησαν την πορεία που μας έδειχνε το δάχτυλο της. Τα χείλη μου τρεμόπαιξαν σε ένα χαμόγελο ικανοποίησης και έτρεξα αμέσως στο μπάνιο για να φέρω οινόπνευμα και χαρτί. Ευτυχώς ξύλα υπήρχαν παντός καιρού, μολονότι δεν υπήρχε λόγος να ανάψουμε το τζάκι κάθε φορά που έκανε κρύο, γιατί είχαμε κλιματισμό. Να όμως που μετά από μήνες τα κούτσουρα θα έπαιρναν φωτιά για μια αιτία που δεν τόλμησα να φανταστώ ποτέ.

Όταν επέστρεψα στο σαλόνι, η Άσλεη με βοήθησε να ανάψω το τζάκι, όσο οι υπόλοιποι ψιθύριζαν μεταξύ τους για τις πιθανότητες επιτυχίας.

«Αν γυρνούσα στο παρελθόν κι έλεγα στην έφηβη Ορόρα ότι σε λίγα χρόνια θα έψαχνε το δαιμόνιο της, πιθανόν να με σκότωνα».

Η Άσλεη γέλασε πνιχτά καθώς έχυνε το οινόπνευμα στα χαρτιά που είχα βυθίσει στα ξύλα.

«Άσε το κορίτσι να γαληνέψει».

Αφού το εύφλεκτο υγρό είχε απλωθεί σε ολόκληρη την επιφάνεια, η Άσλεη έκανε να σηκωθεί για να φέρει αναπτήρα. Εγώ όμως την άρπαξα από τον ώμο σχολιάζοντας πόσο με προσέβαλε αυτή η κίνηση της.

Εκείνη μειδίασε καταλαβαίνοντας τι ήθελα να κάνω και έμεινε δίπλα μου, καθώς σήκωνα το δεξί μου χέρι.

«Το έχεις μέσα σου», άκουσα τον Ενρίκε να με καθοδηγεί που επίσης ερμήνευσε σωστά την αντίδραση μου. «Σπρώξ' το προς το έξω. Είναι σαν να εκπνέεις από το χέρι σου».

Χαμήλωσα το βλέμμα μου στον καρπό μου και παράλληλα έσφιξα το δέρμα μου. Οι πήχεις μου ήταν τα πιο ζεστά σημεία του κορμιού μου, οπότε κι εκεί βρισκόταν η πηγή της μαγείας μου. Αυτό το σημείο ήταν ο πνεύμονας της φωτιάς, οπότε και εξέπνευσα αργά, ξεσφίγγοντας το δέρμα μου. Καθώς άνοιγαν τα δάχτυλα μου από την χαλάρωση, ένιωθα την ζεστασιά να ρέει προς τον καρπό μου. Η κάψα έφερε ένα μικρό τσούξιμο και αντανακλαστικά ανασήκωσα γρήγορα το χέρι μου. Τότε πετάχτηκε φωτιά, την οποία έριξα στο τζάκι ανάβοντας το.

«Τρομερό», ψέλλισε η Άσλεη που αντίκριζε για πρώτη φορά τις δυνάμεις μου.

Ένα μικρό γελάκι βγήκε από μέσα μου από την ικανοποίηση. Αυτό το συμβάν με βοήθησε να αποκτήσω λίγη αυτοπεποίθηση στο θέμα της μαγείας μου.

«Ωραία. Τώρα πώς καλώ το δαιμόνιο μου;»

Ο Ενρίκε ήρθε και γονάτισε ανάμεσα μας και χάζεψε για λίγο την φωτιά.

«Ε... θα μπορούσες να... του πεις να έρθει».

Ο τόνος της φωνής του χαμήλωνε με κάθε του λέξη και το σώμα του έδειχνε να χαλαρώνει, με αποτέλεσμα να γείρει προς την φωτιά.

«Ενρίκε σύνελθε», τον σκούντηξα κι εκείνος τινάχτηκε σαν ελατήριο από την σαστιμάρα. «Τι έπαθες;»

Όταν εκείνος ανασηκώθηκε, είδα την Άσλεη να έχει πέσει στον ίδιο λήθαργο και να έχει χάσει πλήρη επαφή με το περιβάλλον. Κι όλα αυτά κοιτάζοντας την φωτιά. Αποφάσισα λοιπόν να στραφώ κι εγώ στο τζάκι για να καταλάβω τι ήταν αυτό που τους είχε συνεπάρει.

Στην αρχή, έβλεπα μόνο φλόγες να χορεύουν σαν οδαλίσκες. Δεν υπήρχε κάτι το αξιοπρόσεκτο. Όσο όμως τα μάτια μου συνήθιζαν στο δυνατό φως, ένιωσα ένα γαργαλητό στο κεφάλι μου, το οποίο επεκτάθηκε στο στήθος και την κοιλιά μου. Το γαργαλητό συνέβαλε στο να χαλαρώσουν και τα δικά μου άκρα και να νιώσω ανάλαφρη σαν αερικό που δεν υπάκουγε στον καθηλωτικό νόμο της βαρύτητας.

«Το νιώθεις αυτό;», ψιθύρισε ο Ενρίκε βλέποντας με υπνωτισμένη.

Εγώ απλώς ένευσα. Δεν ήθελα να μιλήσω και να διακόψω το χαλαρωτικό γαργαλητό.

«Τι συμβαίνει;», ακούστηκε ο Κέλλαν.

«Είναι λες και...»

Ο Ενρίκε τινάχτηκε ξανά, αυτή την φορά όμως η αντίδραση προέκυψε αποκλειστικά από τον ίδιο.

«Υπάρχει ξένη ενέργεια. Δεν είμαστε μόνοι μας».

Η σκέψη με τρόμαξε, αλλά δεν ήμουν σε θέση να αντιδράσω. Είχα αφήσει το σώμα μου να επηρεαστεί από αυτή την ενέργεια για την οποία μας προειδοποίησε ο Ενρίκε, με αποτέλεσμα να μην πεταρίσω ούτε μια βλεφαρίδα. Και το ίδιο ίσχυε για την Άσλεη.

«Σβήστε την φωτιά», ακούστηκε η Χόουπ.

Ο Ενρίκε σηκώθηκε όρθιος και από την αλλαγή της θερμοκρασίας πίσω μου, κατάλαβα ότι άρχισε να παίζει με τον αέρα για να σβήσει ο ίδιος την φωτιά. Όταν ένας μικρός ανεμοστρόβιλος ρίχτηκε στο τζάκι επιβεβαιώθηκα, αλλά η πράξη του δεν μας βοήθησε. Αντίθετα, η ανάμιξη των τριών μαγειών δυνάμωσε την φωτιά σε σημείο να μας επιτεθούν οι φλόγες και να καλύψουν τα κορμιά και των πέντε.

Κάρτερ

Η Κόρτνεϋ με την Νουρ είχαν απομονωθεί παραπέρα και συζητούσαν για το πώς η πρώτη βρέθηκε αιχμάλωτη. Η Νουρ βέβαια γνώριζε ήδη την αλήθεια, αλλά την άφησε να της εξηγήσει, καθώς δεν γνώριζε την βαθύτερη αιτία που την αναζήτησε. Όλοι ελπίσαμε ότι είχε θυμηθεί, αλλά η υποψία έσβησε όταν θέλησε να μάθει τα ονόματα μας.

Τις αφήσαμε να μιλήσουν, δίχως να είμαστε σε απόσταση που θα τις ακούγαμε και θα παραβιάζαμε την ιδιωτικότητα τους. Κατευθυνθήκαμε στο αυτοκίνητο με την αμηχανία της Έλενας να αντηχεί στην σιωπή της.

Όταν φτάσαμε στο όχημα, άνοιξα την πόρτα και έπιασα το κινητό μου -που ήταν στο αθόρυβο- για να ενημερώσουμε την Λουκία. Πιθανόν βέβαια να γνώριζε ήδη την έκβαση της νύχτας, αλλά καλό θα ήταν να έρθει σε επικοινωνία και με εμάς. Καταλάβαινα ότι το να είναι μόνη της σπίτι με έναν ανήσυχο Μάικλ δεν ήταν καθόλου ευχάριστο, οπότε χρειαζόταν να ακούσει την φωνή μας.

«Ωχ», αναφώνησα βλέποντας διψήφιο αριθμό κλήσεων από τον πατέρα μου. «Τι έπαθαν στην Καλιφόρνια;», μονολόγησα.

Κάπου ανάμεσα στις ειδοποιήσεις, υπήρξαν και μηνύματα, στα οποία οι γονείς μου με ρωτούσαν αν έχω πάθει κάτι και την αιτία που μου τηλεφώνησαν εξ αρχής.

«Τι συμβαίνει;», ρώτησε ο Νόα.

«Θέλουν να επικοινωνήσω με τον Αλεχάντρο».

«Γιατί;»

«Γιατί έχει καχυποψίες. Δεν μου είπαν τι είδους. Απλώς μου λένε πώς να τις καταπολεμήσουμε».

Εκείνος ανασήκωσε τον ώμο του πρόθυμος να κάνουμε ό,τι θεωρούσαν σωστό. Εφόσον ο πατέρας μου δεν έπαιρνε μόνος του αποφάσεις, δεν είχαμε λόγο να διαφωνήσουμε.

Προτού λοιπόν κάνουμε το περιβόητο τηλεφώνημα στον Αλεχάντρο, επικοινώνησα με την Λουκία και με τον μικρό που δεν ήθελε να κοιμηθεί αν δεν με έβλεπε ξανά. Όταν του υποσχέθηκα ότι θα περνούσαμε το βράδυ μαζί στην έπαυλη των Μάρεϊ, τσίριξε ενθουσιασμένος και δέχτηκε να τερματίσουμε την κλήση.

Μέχρι να ολοκληρώσουν η Νουρ και η Κόρτνεϋ την ομιλία τους, είχαμε λίγο χρόνο στην διάθεση μας για να ασχοληθούμε με την Έλενα πριν στραφούμε στον Αλεχάντρο.

«Λοιπόν», ξεκίνησα βάζοντας το κινητό στην πίσω τσέπη του παντελονιού μου. «Τι λέτε να κανονίσουμε για την γιορτή του πατέρα;»

Η Έλενα γέλασε ελαφρά συμπαρασύροντας την Ζεϋνέπ και την Μπουλουχάν.

«Ώστε ο Μπελέθ».

Εκείνη ένευσε θετικά πιέζοντας τα χείλη της μεταξύ τους.

«Ίσως έπρεπε να σας το έχω πει νωρίτερα. Βλέποντας όμως την Ορόρα να διστάζει να μάθει την ταυτότητα του, θέλησα να το σεβαστώ. Και ομολογουμένως δεν ένιωθα ποτέ άνετα με το ποιος είναι ο πατέρας μου».

«Ο βασιλιάς της Κόλασης», επισήμανα. «Αυτό σε κάνει... την πριγκίπισσα της Κόλασης».

Η Έλενα μόρφασε ακούγοντας τον τίτλο της.

«Δεν είμαι κάποια γαλαζοαίματη, όπως εσύ. Ας αποφύγουμε τις προσφωνήσεις».

«Έστω. Θα πρέπει όμως να είσαι έτοιμη να γνωστοποιήσουμε αυτή την πληροφορία, γιατί η συνεργασία των δύο βασιλιάδων δεν πρέπει να είναι τυχαία».

«Και γιατί πρέπει να σώσουμε τους άλλους αρχιδαίμονες», είπε ο Νόα. «Καλώς ή κακώς χρειάζονται για την ισορροπία δυνάμεων».

«Πιστεύετε ότι είναι πιθανόν να τους προσεγγίσουμε;», απόρησε η Ζεϋνέπ.

«Θα σκεφτόσουν σοβαρά μια επίσκεψη στην Κόλαση;», αναφώνησε η Μπουλουχάν.

«Ζούσαμε για χρόνια στο βασίλειο του Ντέμιεν. Ο Ίμπλις θα είναι σαν ταξίδι αναψυχής».

Δεν διαφωνούσα καθόλου με την άποψη της Ζεϋνέπ. Εξάλλου αποδείχτηκε υψίστης σημασίας να επικοινωνήσουμε με τους αρχιδαίμονες, ώστε να ενημερωθούν για τα κατορθώματα του αδερφού τους. Ίσως καταφέρναμε να ανατρέψουμε το μεγάλο ξόρκι όλοι μαζί.

Και πρώτος από όλους έπρεπε να μάθει την αλήθεια ο πατέρας όλων των δαιμόνων, ο Ίμπλις, ο Σατανάς, ο Εωσφόρος. 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top