Μεγαλώνω μαμά...
Κάποιος κάποτε μου είπε πως η αγάπη όλα τα ξεπερνάει... Πώς η αγάπη είναι απαράμιλλη, αγνή, καθάρια...Πώς αντέχει στο χρόνο...
Λάθη...Εμείς οι άνθρωποι από μόνοι μας είμαστε λάθος σε αυτό το κόσμο. Δεν μάθαμε να σεβόμαστε. Μάθαμε να καταστρέφουμε. Μάθαμε να κυριαρχούμε. Να σκοτώνουμε...
Μεγάλωσα σε ένα σπίτι που η πρώτη μα και η τελευταία αρχή του ήταν ο σεβασμός. Η συγχώρεση. Η βοήθεια και πάνω από όλα η αγάπη...Θα ήθελα αυτή τη στιγμή να είχα τη μάνα μου μπροστά μου. Να την ρωτουσα μόνο ένα πράγμα...
Άξιζε τελικά ρε μάνα η αγάπη; κι αν άξιζε...Πονάει ακόμα;
Σκέφτομαι μερικές φορές το παρελθόν και αναρωτιέμαι αν θα έμπαινα ξανά σε αυτή τη διαδικασία. Θα έμπαινα; ούτε εγώ το ξέρω αλήθεια... Γιατί όσα αγαπάμε μας πονάνε; Γιατί φυσικά τα αγαπάμε...αν δε το κάναμε θα μας άφηναν ανεπηρέαστους. Αδιάφορους. Να κλείσω τα μάτια ή να αφήσω ανοιχτά; Να δω την αλήθεια η να αρκεστώ στο ψέμα για να μην πονάω αλλο; Πονάω...Ακόμα και που σκέφτομαι τη λέξη αισθάνομαι γελοία. Εγώ δεν πονούσα. Εγώ δεν ένιωθα. Εγώ...Εγώ ήμουν τοίχος. Ψηλός, με γερά θεμέλια. Με ηλεκτροφόρους φράχτες γύρω μου. Ξέρετε τι κάνω τώρα; ψάχνω τα τούβλα που κάποτε έβαζα πάνω του για να μπορέσω να το χτίσω ξανά. Για να μπορέσω να βρω το ψυχικό σθένος να πατήσω τη σκανδάλη. Να σκοτώσω την αγάπη και όσο πόνο προκάλεσε στο πέρασμα της. Να ξεσπάσω την οργή και να διάλυσω κάθε όνειρο. Κάθε ψεύτικο κόσμο που φτιάχνουν οι γυναίκες στο μυαλό τους. Δεν υπάρχουν πρίγκιπες...Δεν υπάρχουν αγάπες. Δεν υπάρχει έρωτας. Εγώ το ήξερε εξ αρχής...Εκείνος όμως επέμενε...
Πόσο εύκολα κλείνει μια πληγή όταν αυτόματα ανοίγει μια άλλη; Πόσο εύκολα συγχωρείς όταν δεν έχεις ψυχή για να συγχωρέσεις; Όταν δεν σου άφησαν τίποτα, για να μπορείς να το κατονομαζεις εαυτό;
Εγώ είχα έναν...Ήταν σκληρός. Αφιαφθορος. Άφθαρτος. Ανέγγιχτος και ανεπηρέαστος...
Μέχρι που γνώρισα εκείνον....
Ας πάμε όμως λιγάκι πιο πίσω. Ας πάμε στην ημέρα που άλλαξε η ζωή μου. Στην ημέρα που βάφτισα την ζωή σε επιβίωση και το παράδεισο σε κόλαση...
Ένα χρόνο πριν...
Ισπανία, Βαρκελώνη.
"Αμάν ρε Τζουλς! Κάθε πρωί τα ίδια και τα ίδια! Άφησε με να πιω ένα ρημαδιασμενο καφέ..."
"Να πιεις το καφέ σου Μπελ, δεν έχω θέμα αλλά σβήσε αυτό το καταραμένο πράγμα που μόνο θάνατο θα φέρει!"
Η Τζουλιετ την αγριοκοιταξε και η Ιζαμπέλ έσβησε το τσιγάρο στο τασάκι χωρίς να το θέλει
"Ευχαριστημένη τώρα; Εσύ θα με ανεχτείς όλη τη μέρα..."
"Αμάν μωρέ! Δεν καταλαβαίνω τι σου προσφέρει στη τελική..."
Η Τζουλιετ έφτιαξε τη τσάντα της , η Ιζαμπέλ ήπιε μονορούφι όσο καφέ έμεινε στη κούπα και σηκώθηκε.
"Μίλησες καθόλου με τη μαμα ;"
"Ποια από τις δύο;" ρώτησε η Τζουλιετ χαριτολογώντας
"Με όποια να ναι. Το ίδιο κάνει...τα ίδια μυαλά κουβαλάνε!" Αποκρίθηκε η Ιζαμπέλ βάζοντας μονάχα ένα τετράδιο και ένα στυλό στη τσάντα .
"Μίλησα το πρωί. Αφού ξέρεις πως αν δεν τους πάρω ένα τηλέφωνο δεν μπορώ να λειτουργήσω! Βέβαια άκουσα τα ίδια και τα ίδια αλλά δε βαριέσαι. Έχουν και ένα δίκιο..." Η Μπελ χαμογέλασε μόλις την ακουσε.
"Πόσο αβγαλτο είσαι μωρέ...Πάλι καλά που σε προσέχω. Είμαστε τυχερές που με τα κονέ του μπαμπά μπήκαμε στην ίδια σχολή. Ούτε να το φαντάζομαι θέλω πως υπήρχε περίπτωση να σε είχα μακριά!"
"Τόσο πολύ μ'αγαπάς;" ρώτησε η Τζουλιετ χαμογελαστή και πήγε κοντά της.
"Δυστυχώς ναι...Για μισό λεπτό. Που είναι το μενταγιον σου Τζουλς;" Η νεαρή κοπέλα άπλωσε τα χέρια στο λαιμό της και άρχισε να ψάχνει σαν μανιακη ώσπου ξεφυσησε.
"Να το...Πάλι πρέπει να χάλασε το κουμπωμα! Θυμήσου πριν έρθουμε σπίτι να το φτιάξω. Θα βγούμε σήμερα μην το χάσω και τρέχω!"
"Τι θα κάνουμε λέει;" Η Μπελ κράτησε επιθετική στάση και σταύρωσε στα χέρια στο στήθος της. Δεν της άρεσε να βγαίνουν έξω. Δεν εβλεπε την ουσία. Το μόνο που ήθελε ήταν να τελειώσει αναίμακτα η δεύτερη χρονιά τους και να επιστρέψει πίσω στη φωλιά της.
"Μου το υποσχέθηκες! Αφού δεν με αφήνεις να βγω μόνη με τα κορίτσια θα βγούμε μαζί!" Γκρίνιαξε η Τζουλιετ παραπονιαρικα
"Καταρχήν αυτά τα πλάσματα δεν είναι κορίτσια..." ξεκίνησε να λέει και άρπαξε τα κλειδιά του αυτοκινήτου. "Είναι χαζές κοπέλες με άγνοια κινδύνου. Πότε δεν θα σε άφηνα να κυκλοφορήσεις μαζί τους Τζουλς με όλο το θάρρος!"
"Γι αυτό θα βγούμε μαζί! Όλο το Πανεπιστήμιο θα πάει σήμερα στο Imperator !"
Η Ιζαμπέλ γουρλωσε τα μάτια της και γέλασε φωναχτά
"Είσαι τρελή;; Την προηγούμενη φορά που πήγα σε αυτή τη γειτονιά μαλωσα με τρεις ! Δε γουστάρω να πατάμε το πόδι μας εκεί μέσα Τζουλς ! Εκτός αυτού είναι στην άλλη άκρη της πόλης και η γειτονιά είναι επικίνδυνη!"
Η Τζουλιετ πήρε μια έκφραση λύπης και βουρκωσε.
"Γιατί ήρθαμε στην Βαρκελώνη ρε Ιζαμπέλ;Για να μένουμε συνέχεια σπίτι; Ένα ποτο θα πιούμε..."
" Δεν με ρίχνεις! Και τώρα πάρε το κωλο σου να φύγουμε"
Η Τζουλιετ έφυγε προς το αμάξι παραπονεμένη μα η Ιζαμπέλ δε τη λυπήθηκε καθόλου. Είχαν πάει πέντε φορές στο συγκεκριμένο κλαμπ και κάθε φορά μαλωνε. Δεν μπορούσε να καταλάβει τον λόγο που οι συμφοιτητές της μεθανε και γίνονται ξεφτίλα...
Το ίδιο βράδυ...
"Έτοιμη;"ρώτησε τρισευτυχισμενη η Τζουλιετ μα βλέποντας τα μούτρα της αδερφής της εκνευρίστηκε.
"Με αυτή τη φάτσα θα βγούμε; Έλα μωρέ Μπελ! Αφού συμφωνησες τώρα γιατί είσαι έτσι;" εκείνη την αγριοκοιταξε δένοντας τα μαύρα της αρβύλα.
"Πρώτον, ντύθηκες προκλητικά... Δεύτερον, θυμάσαι που κάποιος προσπάθησε να σε πάει στις τουαλέτες; Για το Θεό Τζουλς!Ακόμα δεν έχεις ιδέα για το αντρικό κορμί! Τι διάολο θα κάνω αν κανείς σε στριμώξει; Θα ουρλιάζεις πάλι για βοήθεια;"
"Πρώτον το ντύσιμο μου είναι μια χαρά. Δεύτερον, κάποια στιγμή μωρέ Μπελ πρέπει να βρω κι εγώ αγόρι! Δεν θα μείνω και στο ράφι! Εσύ μια χαρά καλοπερνας..."
"Εγώ παίρνω αυτό που χρειάζομαι. Είδες να φέρνω κανένα εδώ μέσα; Όχι...Είδες να φωνάζω για βοήθεια ποτέ; Όχι... Τέλος πάντων. Πάμε να πιούμε εκείνο το ρημαδοποτο και να γυρίσουμε γιατί αύριο γράφω!"
Η Τζουλιετ άρχισε να γελάει
"Αλήθεια τώρα αγχώνεσαι;; Διαβάζω όλη μέρα σα τη τρελή και δεν μπορώ να σε φτάσω με τίποτα...ΚΑΙ ΟΥΤΕ ΠΟΥ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΒΙΒΛΙΟ ΜΩΡΈ ΜΠΕΛ!" Σχολίασε χαμογελαστή και πήρε τη τσάντα, έβγαλε το μενταγιον, έλεγξε το καινούριο κουμπωμα και το φόρεσε.
"Εσύ κληρονομησες περισσότερα γονίδια απο τον Λουίς μάλλον!" Η Μπελ σηκώθηκε και η Τζουλς της έριξε ένα βλέμμα βαρεμάρας
"Παλιό αστείο Μπελ...Παλιό"
"Παμε επιτέλους;"
Η Τζουλς έριξε ένα τελευταίο βλέφαρο στο καθρέφτη, έφτιαξε το φόρεμα της και ακολούθησε την αδερφή της στο αυτοκίνητο. Δεν ήθελαν μεγαλεία, ειδικά η Ιζαμπέλ. Ο προσγειωμένος μα δυναμικός συνάμα της χαρακτήρας σε συνδυασμό με το παρουσιαστικό της έφτιαχναν την τέλεια απαγορευτική εικόνα.
"Να δυναμωσω τη μουσική;" ρώτησε αμέσως μόλις ξεκίνησαν η Τζουλιετ
"Όχι! Αρκετή βαβούρα θα έχει εκεί μέσα μην μου δημιουργείς από τώρα πονοκέφαλο..."
Η Τζουλς μαζεύτηκε στη θέση της σιωπηλή ώσπου έφτασαν. Μόλις η Ιζαμπέλ πάρκαρε το αυτοκίνητο και κατέβηκε σταμάτησε.
Έριξε ένα βλέμμα στις τρεις μηχανές που ήταν παρκαρισμένες παραδίπλα και άρχισε να βρίζει.
"Γαμω το Τζουλς ! Τι μέρα είναι;"
"Καλά είσαι σοβαρή; Ξέχασες τη μέρα είναι; Παρασκευή! Πες μου ότι σε έπιασαν πάλι τα ψυχολογικά σου για εκείνο το τύπο...Δηλαδή Αμάν πια !!!"
Η Ιζαμπέλ δεν απάντησε. Είχε τόσο αναλυτικό μυαλό που πρόσεξε πως κάθε πρώτη Παρασκευή του μήνα εκείνος πάντοτε ερχόταν...πάντοτε καθόταν στο μπαρ και πάντα παρατηρούσε γύρω του το κόσμο. Αυτό που της είχε τραβήξει τη προσοχή από την αρχή ήταν το βλέμμα του...Τόσο γκρι, τόσο περίεργα επικίνδυνο. Ποτέ δεν τον έβλεπε να φεύγει. Της προκαλούσε όμως ανατριχίλα σε ολόκληρο το κορμί.
"Έρχεσαι;;" ρώτησε η αδερφή της εκνευρισμένη και η Ιζαμπέλ την ακολούθησε απρόθυμα προς τα μέσα παρατηρώντας σα το τσακάλι το κόσμο γύρω της.
Μπαίνοντας επικρατούσε το γνωστό πανδαιμόνιο.
"ΠΑΜΕ ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΠΟΤΟ!" Της φώναξε η Τζουλς και πήγαν προς το μπαρ. Κοίταξε γύρω της για τον ανατριχιαστικό τύπο μα δεν τον είδε και ένιωσε κάπως ήρεμη. Δεν ήταν σίγουρη αν οι μηχανές ανήκαν σε αυτός και τους δικούς του μα κάθε φορά που τις εβλεπε, κάπου στο κλαμπ θα ήταν κι αυτός. Φορούσε πάντα ένα δερμάτινο τζάκετ, τα μαύρα του μαλλιά ήταν τραβηγμένα προς τα πίσω ενώ ο τρόπος που κάπνιζε και απελευθέρωνε το καπνό έδειχνε αρκετά προκλητικός.
Με τα ποτά στο χέρι κατευθύνθηκαν προς το εσωτερικό της πίστας. Η Μπελ ένιωθε σαν να έβγαλε το σκύλο της βόλτα...Η Τζουλς έπειτα από μια ώρα, δεν είχε σταματημό κι εκείνη είχε κουραστεί.
"Παμε σπίτι;" της είπε στο αφτί
"Από τώρα;;;"
"Έλα μωρέ Τζουλς βαρέθηκα δηλαδή! Ασε που δεν μπορώ και το κάθε λιγουρι...Έξι έδιωξα!"
"Καλά καλά!!! Μισό να πάω στο μπάνιο γιατί δεν αντέχω..."
"Περίμενε να έρθω κι εγώ!!" Φώναξε η Μπελ και η Τζουλιετ την κοίταξε έξαλλη
"Ξεφτίλα γινόμαστε με την υπερπροστατευτικοτητα σου! Στο μπάνιο πάω γαμω το !!" Απάντησε και χώθηκε μέσα στο πλήθος. Η Ιζαμπέλ ανασηκωθηκε στις μύτες των ποδιών της έπειτα από λίγα λεπτά κοιτώντας προς τη πόρτα ώσπου την εντόπισε λίγα μέτρα μακριά.
"ΑΝΆΘΕΜΑ ΣΕ ΤΖΟΥΛΙΕΤ!!!" Φώναξε βλέποντας την να μιλάει με τον ανατριχιαστικό εκείνο τύπο που δεν ήθελε ούτε να δει. Έκανε να πάει μα ένα χέρι τυλίχθηκε γύρω της.
"Χορεύουμε;;" τη ρώτησε ένα ψηλός ξανθός νεαρός κι εκείνη τον έσπρωξε και γύρισε προς τα πίσω...
"Τζουλς ;; ΤΖΟΥΛΣ;;;;" άρχισε να σπρώχνει το πλήθος ανεξέλεγκτα ώσπου έφτασε έξω από το μπάνιο. Έψαξε τριγύρω, μπήκε μέσα, ρώτησε το μπάρμαν και τον κόσμο μα κανείς δεν είδε τίποτα. Η καρδιά της είχε σταματήσει ενώ η ανάσα της έβγαινε γρήγορα από το στήθος. Ήταν η πρώτη φορά που κάτι την τρόμαζε στη ζωή της...
"ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΌ ΤΖΟΥΛΣ!!!!" Άρχισε να ψάχνει ξανά πανικόβλητη στο κλαμπ ώσπου βγήκε έξω... Οι μηχανές έλειπαν. Το ίδιο και η αδερφή της...
Να είστε όλοι καλά...
Σας φιλώ:)
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top