Ένα
Έχω μολυνθεί. Το ξέρω. Δεν έχουν εμφανιστεί πολλά συμπτώματα ακόμη όμως δεν μπορεί να είναι κάτι άλλο. Τις τελευταίες ώρες νιώθω αδύναμος και όσο κι αν έχω προσπαθήσει δεν μπορώ να συγκεντρωθώ.
Η υπόλοιπη οικογένειά μου έχει πεθάνει εδώ και μήνες από την επιδημία. Τον αποκαλούμενο Δεύτερο Μαύρο Θάνατο.
Πρώτη είχε μολυνθεί η μικρή μου αδερφή. Αναμενόμενο θα λέγατε. Ένα μικρό παιδί, που παίζει έξω, που λερώνεται, που χτυπάει, η αδερφή μου ήταν αγοροκόριτσο και δεν ήταν λίγες οι φορές που γυρνούσε σπίτι με σκισμένα ρούχα από το σκαρφάλωμα στα δέντρα και το κυνηγητό στα βράχια.
Εκείνη τη μέρα έβρεχε. Αυτό φυσικά δεν αρκούσε για να την κρατήσει μέσ' το σπίτι, παρά τα παρακάλια της μητέρας μου. Εκείνον τον καιρό η επιδημία ήταν λιγότερο διαδεδομένη μα ποτέ δεν έπαυε να ανησυχεί την μητέρα μου. Είχε κάνει ολόκληρο κήρυγμα στην μικρή - να μην τρέχει, να μην παίζει με τ' αγόρια, να προσέχει μην γδαρθεί - αλλά εκείνη πέρα βρέχει. Γύρισε με ένα μεγάλο σκίσιμο στον αγκώνα της, κάτι που φυσικά ακολουθήθηκε από κατσάδα και ράμματα όμως αλίμονο, το κακό είχε ήδη γίνει.
Μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες είχαν αρχίσει να εμφανίζονται τα πρώτα συμπτώματα. Υψηλός πυρετός, αφυδάτωση, ίλιγγος και λιποθυμίες. Η μητέρα ήταν η μόνη που ασχολήθηκε. Τώρα που όλα τελειώνουν ντρέπομαι που το παραδέχομαι. Η μητέρα φρόντιζε την εννιάχρονη αδερφή μου και ταυτόχρονα έφερνε βόλτα το σπίτι. Έμενε ξύπνια τα βράδια προσπαθώντας να ρίξει τον πυρετό και το πρωί σκούπιζε, έπλενε, μαγείρευε. Αν δεν παρατηρούσετε τους μαύρους κύκλους των ματιών της δεν θα καταλαβαίνατε την διαφορά.
Η αρρώστια γινόταν χειρότερη κάθε μέρα που περνούσε. Η αδερφή μου δεν ήταν σε θέση να φάει, όσα έβαζε στο στόμα της τα έβγαζε μέσα σε δέκα λεπτά το αργότερο. Είχε αδυνατίσει όσο δεν πήγαινε άλλο και δυσκολευόταν ακόμη και να ανασηκώσει το κεφάλι της. Σιγά σιγά το δέρμα της άλλαζε από το αρρωστημένο κίτρινο σε άσπρο, τα μαλλιά της έπεφταν και δυσκολευόταν να αναπνεύσει.
Δεν ήταν η μόνη. Η αρρώστια είχε εξαπλωθεί έτσι ώστε κάθε οικογένεια είχε τουλάχιστον έναν άρρωστο ή νεκρό. Οι γιατροί έκαναν ό,τι μπορούσαν, ή λέγαν πως αυτό συνέβαινε. Δεν καταλάβαινα γιατί δεν είχαν βγει αντίδοτο. Ή μάλλον όχι, λάθος μου, δεν καταλαβαίνω γιατί δεν είχαν βρει αντίδοτο. Τότε δεν έδινα σημασία.
Η μικρή Έλλη πέθανε μετά από δύο εβδομάδες. Τα μάτια της είχαν χάσει κάθε χρώμα, είχαν γίνει ολόμαυρα, χαρακτηριστικό του Δεύτερου Μαύρου Θανάτου απ' όπου πήρε και τ' όνομά του. Η μητέρα την έκλαψε μόνη της. Την έθαψε στον κήπο και την επισκεπτόταν κάθε μέρα.
Κι εγώ το κάνω τώρα, κάθομαι στο ίδιο σημείο που καθόταν αυτή και εύχομαι να είχα κάνει κάτι. Ξέρω πως δεν θα μπορούσα να την σώσω όμως τουλάχιστον θα μπορούσα να την βοηθήσω. Να μην φοβάται. Να γελάσει. Να της δώσω και να θυμάται, να θυμάμαι κι εγώ. Αυτό που μετανιώνω πιο πολύ είναι πως ποτέ δεν της έδειξα ότι σήμαινε κάτι για 'μένα. Δεν μπορώ να θυμηθώ τι ήταν το τελευταίο πράγμα που της είπα. Μάλλον κάτι του τύπου 'πάλι χτύπησες άχαρη' ήταν το τελευταίο που θυμόταν από τον αδερφό της όταν πέθαινε.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top