Κεφάλαιο 14: Κρυμμένοι στα δέντρα

Η συλλογή τροφής κράτησε από το πρωί ως αργά το μεσημέρι και ο Φάριαν σημείωνε σημαντική βελτίωση για όσο μπόρεσε να αντέξει. Όσο καλύτερος κι αν είχε γίνει αυτόν τον μήνα δεν μπορούσε να συγκριθεί με τα χρόνια προπόνησης των τόκου. Στο τέλος μάζεψαν όλες τις προμήθειες σε μεγάλα καλάθια και τις μετέφεραν πίσω στις αποθήκες, οι οποίες ήταν πιο γεμάτες από ποτέ.

Οι ομάδες που στέλνονταν συνήθως για να συλλέξουν τρόφιμα διπλασιάστηκαν για να μπορέσουν να μαζευτούν εγκαίρως οι προμήθειες για την αναχώρησή τους. Οι προετοιμασίες για τον πόλεμο είχαν σχεδόν τελειώσει· καινούρια και δυνατά τόξα είχαν φτιαχτεί καθώς και χιλιάδες βέλη με λευκά φτερά και θανατηφόρες αιχμές. Οι αποθήκες είχαν γεμίσει και τα κάρα που θα μετέφεραν τις προμήθειες είχαν επισκευαστεί. Τα αμάξια και τα κάρα αυτά δεν επρόκειτο να μεταφερθούν με άλογα αλλά από τους ίδιους.

Ο Φάριαν είχε μείνει άφωνος μόλις το άκουσε μα ο Τόρλεκ για άλλη μια φορά του είπε πως δεν ήταν τίποτα σπουδαίο. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν τέσσερις τόκου να τραβάνε σε κάθε αμάξι. Αναρωτιόταν επίσης πως θα περνούσαν τα κάρα από αυτό το υπόγειο τούνελ και κυρίως πως θα τα ανέβαζαν από την κατακόρυφη είσοδο του δέντρου που έμοιαζε περισσότερο με τρύπα. Και δεν ήθελε καν να φανταστεί πως θα περνούσαν από το περιμετρικό τείχος. Μάλλον υπήρχε κάποιο μυστικό πέρασμα για το οποίο δεν είχε μάθει ακόμη. Υπήρχαν πολλά πράγματα για τους τόκου που δεν είχε μάθει.

Όλες οι ομάδες που είχαν ξεκινήσει για να μαζέψουν τροφή συγκεντρώθηκαν για να φάνε και να ξεκουραστούν στο πεδίο της εκπαίδευσης. Ένα μεγάλο ανοιχτό χώρο που ξεχώριζε από όλο το δάσος επειδή δεν είχε σχεδόν κανένα δέντρο. Εκεί περνούσαν την περισσότερη ώρα της ημέρας τις τελευταίες ημέρες οι τόκου.

Είχαν χωριστεί σε πολλές μικρές ομάδες, η κάθε μία γύρω από μία εστία. Ο Φάριαν καθόταν μαζί με την παρέα του Τόρλεκ γιατί δεν μπορούσε ακόμη να κατανοήσει καλά την γλώσσα των τόκου και χρειαζόταν κάποιον για μεταφραστή (όχι ότι του μετέφραζε ότι έλεγαν). Είχε αρχίσει να νοιώθει πως γινόταν βάρος στον Τόρλεκ και έτσι άρχισε να προσπαθεί περισσότερο ώστε να μάθει την γλώσσα τους πιο γρήγορα.

Τότε άρχισαν όλοι να συζητάνε για την μέρα ή για άλλα διάφορα ζητήματα μα πριν περάσει πολύ ώρα όλοι είχαν στριμωχτεί σε μία εστία και άκουγαν τον Ροκάζ να βροντοφωνάζει ιστορίες και να κάνει αστεία που έκαναν τους πάντες να γελάνε. Κι ο ίδιος ο Φάριαν γελούσε όταν μπορούσε να καταλάβει το αστείο.

Ο Ροκάζ στο δάσος όταν έκλεβε φρούτα ήταν αθόρυβος σαν ψάρι αλλά στα γλέντια βρυχιόταν σαν λιοντάρι. Τότε ο Φάριαν αποφάσισε να τους ρωτήσει για τις άλλες φυλές τόκου που ζούσαν στα άλλα δάση, αν είναι ίδιοι στην εμφάνιση και αν μιλούσαν την ίδια γλώσσα.

«Ναι έτσι είναι» απάντησε ο Ροκάζ με την τραχιά φωνή του που έμοιαζε περισσότερο με στρίγκλισμα.

«Υπάρχουν άλλες τρεις κοινότητες κρυμμένες στα δάση της Χερσονήσου. Υπάρχει μία στο Μπέρεμαρ και μία στην δύση κάτω από τις μύτες των χάντεκ, στο Ζάφερ. Ακόμη και μία μέσα στα λευκά παγωμένα δέντρα της περιοχής του χιονιού μέσα στο Χόφεν. Οι τόκου που βρίσκονται εκεί είναι αρκετά διαφορετικοί από εμάς. Τα μάτια τους πρέπει να έχουν μετατραπεί σε κρυστάλλους με τόσο κρύο που κάνει εκεί και το τρίχωμα τους έχει ασπρίσει από το πολύ ζεστό γάλα που πίνουν για να επιβιώσουν.» Μερικά γέλια ακούστηκαν από τους τόκου που υπήρχαν γύρω τους.

Ο Φάριαν άκουγε όλο και με περισσότερη προσοχή γέρνοντας το σώμα του προς τα εμπρός για να ακούσει. Οι περισσότεροι άνθρωποι είχαν εγκαταλείψει την περιοχή του χιονιού και τώρα έμεναν εκεί μόνο χωρικοί και ταξιδιώτες. Τουλάχιστον πριν την πάρουν οι χάντεκ. Αναρωτιόταν πως θα μπορούσαν να ζήσουν σε μια κοινότητα μέσα σε αυτό το κρύο.

«Είναι έτσι από πολύ παλιά» συνέχισε ο Ροκάζ

«από τότε που υπήρχαν άλλες έξι πέτρινες πόλεις και κανείς δεν θυμάται πλέον κάποιον τόκου από το Χόφεν με άλλο εκτός από αυτό το ασπρουλιάρικο τρίχωμα.»

Το πρόσωπο του Ροκάζ άλλαξε ξαφνικά και έγινε πιο σοβαρό και πλησίασε τόσο πολύ στο πρόσωπό του Φάριαν πριν μιλήσει που μπορούσε να μυρίσει την βρομερή ανάσα του.

«Μερικοί λένε πως εξαιτίας τους έφυγαν οι περισσότεροι άνθρωποι από την περιοχή του κρύου πριν τόσο καιρό. Επειδή έβγαιναν και έτρωγαν ανθρώπους και τους παρέσυραν στις σπηλιές φτιαγμένες από πάγο και κανείς δεν τους ξαναέβλεπε. Μάλλον αυτοί φταίνε που μας μισούν τόσο οι καταραμένοι άνθρωποι.»

Ο Ροκάζ κοιτούσε με τα μάτια γουρλωμένα τον άνθρωπο και ούτε αυτός ούτε κανένας άλλος δεν μιλούσε για λίγη ώρα. Τότε ένα διαπεραστικό γέλιο που έμοιαζε με κακάρισμα και βήχα βγήκε από το στόμα του Ροκάζ μαζί με πολλά σάλια και όλοι ξέσπασαν σε βροντερά γέλια. Ο Ροκάζ χτυπούσε με δύναμη την πλάτη του Φάριαν ενώ δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να γελάει υστερικά. Ο Τόρλεκ γέλασε και αυτός λίγο και μετά σηκώθηκε όρθιος για να μιλήσει.

«Αρκετά ακούσαμε από τις ιστορικές σου γνώσεις παλιόγατε. Μάλλον θα ήταν καλύτερο να μείνεις στο κλέψιμο ζουμερών σύκων. Φάριαν αν θες να μάθεις για τους τόκου καλύτερα να μην ακούς αυτόν εδώ.» Ο Ροκάζ γέλασε πάλι κι ύστερα έκατσε για να ακούσει την εκδοχή του Τόρλεκ.

«Πάλια , λένε οι γέροντες, μας έμοιαζαν περισσότερο. Το τρίχωμά τους ήταν καφετί και γκρίζο και μαύρο και τα μάτια τους ήταν σαν και τα δικά μας μα το χιόνι και το κρύο στην περιοχή αυτή δεν είναι σαν το χειμωνιάτικο χιόνι της περιοχής μας και δεν περνάει βάζοντας μία κουβέρτα στα γόνατά μας. Μερικοί λένε πως αυτό το μέρος είναι το χειρότερο στον κόσμο μας και στους κόσμους που δεν έχει πατήσει κανείς ακόμη.

Είναι η χώρα του πάγου και για να βρεις τόσο αφιλόξενο μέρος θα έπρεπε να περπατήσεις μέχρι τα κόκαλά σου να γίνουν σκόνη. Το τρομερό κρύο έκανε το τρίχωμά τους να ασπρίσει με το πέρασμα του χρόνου και τα αυτιά τους έγιναν μυτερά ενώ τα μάτια τους απέκτησαν ιδιαίτερα χρώματα: έντονο κόκκινο ή μωβ ή έγιναν κατάλευκα όπως και η γούνα τους. Φαντάσου το αυτό...από πάνω μέχρι κάτω -ακόμη και τα μάτια- όλα λευκά. Κρυμμένοι μέσα στο χιόνι σαν να είναι αόρατοι. Σκοτώνουν τον εχθρό τόσο γρήγορα που δύσκολα τους βλέπει κάποιος πριν πεθάνει, ή έτσι λένε.

Αρχηγός του στρατού τους είναι αυτός που τον λένε Μαχέγκαν. Να το θυμάσαι αυτό το όνομα αν και δεν θα χρειαστεί να σου το πει κανείς, θα τον έχεις καταλάβει μόνο κοιτώντας τα μάτια του. Τα κατορθώματά του μετατράπηκαν σε θρύλους και οι ικανότητές του πραγματικά εντυπωσιακές.

«Ή έτσι λένε» απάντησε σαρκαστικά ο Ροκάζ από τη θέση του

«Αόρατοι πολεμιστές και λευκά μάτια...μην πιστεύεις οτιδήποτε σου λέει αυτός εδώ. Εγώ δεν θα πιστέψω για τα κατορθώματά τους μέχρι να τα δω με τα μάτια μου κι άσε εδώ πέρα τον μαθητευόμενο της κουκουβάγιας να λέει ότι θέλει.»

Ο Τόρλεκ ζήτησε λίγο κρασί και ήπιε μια γουλιά, σκούπισε το στόμα με το χέρι. Πέταξε το φλασκί με δύναμη στον Ροκάζ· του απάντησε χαμογελώντας με μία βρισιά και ύστερα συνέχισε την ιστορία του.

«Οι τόκου του Μπέρεμαρ δεν διαφέρουν τόσο πολύ από εμάς. Ζουν στην περιοχή της βροχής. Είναι σκληροτράχηλοι και αντέχουν σε ακραίες συνθήκες με υγρασία. Η περιοχή τους είναι μια υγρή κόλαση γεμάτη με επικίνδυνα χαντάκια κρυμμένα στην πυκνή βλάστηση»

Όντως η περιοχή της βροχής δεν ήταν ιδιαίτερα φιλόξενη, ήξερε ο Φάριαν, αλλά οι άνθρωποι δεν πήγαιναν συχνά στις άγριες περιοχές όπως τα δάση και οι σπηλιές. Σε αυτές τις περιοχές ,σκέφτηκε, ζούσαν και κάποιες παράξενες φυλές ανθρώπων που μόνο προβλήματα προκαλούσαν στους ανθρώπους της Σέριλ. Για καιρό προσπαθούσαν μάταια να τους ξεφορτωθούν.

Ο Φάριαν κατάλαβε τι εννοούσε ο Τόρλεκ. Η περιοχή της βροχής παρά το όνομά της είχε ήπιο κλίμα και τις περισσότερες μέρες ήταν ηλιόλουστες ή με συννεφιά. Το όνομά της το είχε δώσει ο βασιλιάς που είχε ιδρύσει αυτό το βασίλειο (που το όνομά του έχει ξεχαστεί) και την ονόμασε έτσι επειδή υπήρχαν τόσοι βαλτότοποι και υγρασία που όλοι νόμιζαν πως έβρεχε για χίλια χρόνια εκεί και το νερό δεν είχε απορροφηθεί ακόμη από τη γη.

Στην περιοχή αυτή παραμόνευαν μεγάλοι και υγροί βάλτοι και ήταν δύσκολο να την διασχίσεις πόσο μάλλον να μένεις μέσα σε ένα τόσο υγρό περιβάλλον όπως ήταν το δάσος Μπέρεμαρ. Θυμόταν μία φορά κάποιον που είχε συναντήσει και του έλεγε μια ιστορία για όταν είχε πάει σε αυτό το δάσος και δεν είχε σταματήσει να παραπονιέται για την υγρασία του, πόσο μάλλον για τα άγρια θηρία που παραμόνευαν στο νερό. Άγρια και ανεξέλεγκτη περιοχή.

«Τους χρειαζόμαστε σε αυτόν τον πόλεμο.» συνέχισε ο Τόρλεκ

«Είναι δυνατοί και αντέχουν πολλά. Είναι αυτοί που έχουν τις πιο πολλές συναναστροφές με τους ανθρώπους αφού είναι τόσο κοντά στην Σέριλ. Αλλά δεν ήταν και οι πιο ευχάριστες συναντήσεις. Οι άνθρωποι δεν τους φέρθηκαν καλά· τους κυνήγησαν και τους πολέμησαν σε ένα ολιγόχρονο πόλεμο πριν από αρκετά χρόνια.»

Ο Φάριαν μπόρεσε να θυμηθεί όταν ήταν μικρός είχε ακούσει για αυτόν τον πόλεμο. Το μόνο που έλεγε στο βιβλίο της βιβλιοθήκης του Άι-Λόχεν είναι πως κάποια πλάσματα με την μορφή δαιμόνων με μακριά αυτιά είχαν αρχίσει να επιτίθενται την νύχτα αλλά μετά από προσπάθεια και χρόνια πολέμου τους έστειλαν πίσω στην σκοτεινιά του δάσους από όπου ήρθαν. Άρχισε να αναρωτιέται αν οι άνθρωποι ήταν οι δαίμονες που κατοικούσαν την γη για πάρα πολλά χρόνια.

«Τότε η Σέριλ είχε πιο ισχυρό στρατό ακόμη κι από το Έλεναϊτ. Οι τόκου άντεξαν όσο μπορούσαν μα δεν είχαν ποτέ ελπίδα να νικήσουν αυτόν τον πόλεμο. Συχνά ακούμε ιστορίες από τους τόκου που ζουν στο Μπέρεμαρ για τους ανθρώπους γεμίζοντας με τρόμο και δυσπιστία για αυτούς. Ο Μάλεν με ειδοποίησε σήμερα πως δεν έχουν απαντήσει στο μήνυμα που τους στείλαμε και μας είναι απαραίτητοι για αυτόν τον πόλεμο.»

«Τουλάχιστον δεν θα χρειαστεί να δω τις άσχημες φάτσες τους»

«Σήμερα φαίνεται να αγαπάς όλον τον κόσμο Ροκάζ» του είπε ο Τόρλεκ χαμογελώντας. Αφού δεν φάνηκε πως θα συνέχιζε την ιστορία, ο Φάριαν τον ρώτησε:

«Και πως είναι οι τόκου στο Ζάφερ;»

Για μια στιγμή απλώθηκε μία αμήχανη σιωπή και η εύθυμη ατμόσφαιρα φάνηκε να είχε χαθεί. Ο Τόρλεκ τον κοίταξε για λίγη ώρα σκεπτόμενος κι ύστερα είπε:

«Έχουμε δέκα χρόνια να μιλήσουμε με κάποιον από το δάσος του Ζάφερ. Από όσο ξέρουμε μπορεί όλοι να είναι νεκροί τώρα.»

Η σιωπή φάνηκε να γίνεται ακόμη πιο έντονη και αποπνιχτική. Από τότε που ο Άρχοντας των χάντεκ κατέκτησε την περιοχή του φεγγαριού κόπηκαν οι επικοινωνίες μας με την περιοχή αυτή· όσες κουκουβάγιες έστειλε ο Μάλεν δεν γύρισαν ποτέ έτσι στην εικοστή κουκουβάγια ο Μάλεν έβρισε δυνατά τον Άρχοντα τους και δεν έστειλε ξανά άλλη.

Οι αγγελιοφόροι που στείλαμε είναι η μόνη μας ελπίδα να επικοινωνήσουμε ή και να συναντηθούμε με τα αδέρφια μας στη δύση. Μερικοί λένε -οι οποίοι ισχυρίζονται πως έχουν πάει βαθιά ως την περιοχή του φεγγαριού κάτω από τις μύτες των Χάντεκ- ότι όπως και οι τόκου της περιοχής του χιονιού έτσι κι αυτοί έχουν επηρεαστεί από το σκοτάδι που έφερε ο Αφέντης κατακτώντας την περιοχή του φεγγαριού. Αναγκάστηκαν να περπατάνε κάτω από την γη μέσα σε κρυμμένες σπηλιές και κατακόμβες για να μην τους ανακαλύψουν. Λένε πως άλλαξαν τόσο πολύ που τρόμαξαν να τους γνωρίσουν και στην αρχή παραλίγο να τους είχαν επιτεθεί αλλά ποιος μπορεί να ξεχωρίσει τους ψεύτες από τους ειλικρινείς πλέον.»

Όλοι ήξεραν όλες τις ιστορίες που αφηγούταν ο Τόρλεκ αλλά είχε ένα χάρισμα να τους κρατάει όλους σε αγωνία και να μένουν όλοι σιωπηλοί περιμένοντας για την επόμενη του λέξη. Όταν έφτασε η ώρα της απογευματινής προπόνησης ο χώρος εξάσκησης ήταν πιο γεμάτος από κάθε άλλη φορά.

Ο Φάριαν μπορούσε σιγά-σιγά να δει την στρατιωτική δύναμη των τόκου να συγκεντρώνεται. Αμέτρητοι τοξότες άφηναν ελεύθερες τις χορδές βγάζοντας έναν ακανόνιστο ήχο εκτοξεύοντας εκατοντάδες βέλη και από την άλλη άκουγες κοντάρια να χτυπούν ανελέητα το ένα με το άλλο δημιουργώντας δυνατούς κρότους που ακούγονταν για εκατοντάδες μέτρα. Μετά περνούσαν σε μάχη σώμα με σώμα και εξασκούνταν στο τρέξιμο στο σκαρφάλωμα και σε επίθεση αιφνιδιασμού.

Όλη αυτή η εξάσκηση συνεχιζόταν ασταμάτητα μέχρι το βράδυ· τότε μπορούσαν επιτέλους να ξεκουραστούν και να φάνε και να ετοιμαστούν για την επόμενη μέρα όπου θα επαναλάμβαναν την ίδια διαδικασία έως ότου να τους ανακοινωθεί πως οι τέσσερις στρατοί είχαν πια ενωθεί και όλα ήταν έτοιμα για να ξεκινήσουν για την μάχη.

Ο Φάριαν προσπαθούσε να ακολουθήσει τους ρυθμούς των υπόλοιπων μα το σώμα του δεν είχε συνηθίσει σε τόση πίεση. Τώρα καταλάβαινε που οφειλόταν αυτή η τεράστια διαφορά ανάμεσα σε τόκου και ανθρώπους.

Όταν οι άνθρωποι ασχολούνταν με την αρχιτεκτονική και την διακόσμηση οι τόκου εκπαιδεύονταν, όταν οι άνθρωποι ασχολούνταν με την κηπουρική οι τόκου εκπαιδεύονταν, όταν οι άνθρωποι ασχολούνταν με την κατανομή του πλούτου οι τόκου εκπαιδεύονταν. Μερικές φορές του φαίνονταν τελείως τρελοί.

Μία από τις μέρες αυτές ο Τόρλεκ του ανακοίνωσε πως ετοιμαζόταν μια γιορτή για όλη την κοινότητα.

«Πως γίνεται να γιορτάζουμε πριν από ένα πόλεμο» ρώτησε παραξενευμένος ο Φάριαν και εκείνος απάντησε : «Δεν υπάρχει καλύτερη στιγμή για να γιορτάσεις» 

Δεν ειχε και πολυ δραση ε; Δεν πειραζει , το ειχα γραψει σαν συνεχεια του προηγουμενου. Πειτε μου τα σχολια σας και βαλτε και ενα αστερι αν θελετε. Τα λεμε στο επομενο.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top