Αυτό ειναι δικό μου!
18ος αιώνας, Λονδίνο Αγγλίας.
Οι πρώτες ηλιαχτίδες του ηλίου κάνουν δειλά δειλά την εμφάνιση τους πίσω από τα μικρά και μεγάλα σπιτάκια του Λονδίνου. Ο νεαρός James ήξερε πως τώρα θα ήταν ώρα να αρχίσει να ετοιμάζετε για να πάει στο σιδεράδικο αν δεν τον είχαν απολύσει εξαιτίας αυτή της παράλογης κατηγορίας που η αδελφή του αντιμετωπίζει.
Κοίταξε τον ουρανό και παρατήρησε πως δεν υπήρχε ίχνος σύννεφων στον ουρανό, πράγμα περίεργο για το Λονδίνο. Αν ήταν εδώ η Rose θα το λάτρευε, σκέφτηκε και χαμογέλασε. Ακόμα δεν μπορούσε να πιστέψει πως η μικρή του αδελφή, ο μικρός του άγγελος, είναι εξαφανισμένη εδώ και μια βδομάδα.
Αδυνατεί να καταλάβει πως προέκυψε αυτή η κατηγορία και οι αμφιβολίες για το αν αληθεύει τρώει τα σώθηκα του. Από τη μια η αδελφή του είναι, γιατί ξέρει ότι είναι ζωντανή, ένας καλός άνθρωπος με βαθιά πίστη στο Θεό. Από την άλλη όμως για ποιο λόγο να της καταλογήσουν μια τέτοια κατηγορία; Το κεφάλι του άρχισε να τον πονάει για άλλη μια φορά καθώς έπαιρνε τον δρόμο για το σπίτι.
Από τότε που ξεφανιστηκε κάθε βράδυ την ψάχνει λες και σαν θαύμα από τον Θεό θα την βρει. Ξέρει ότι δεν πρόκειται να συμβεί αυτο αλλά δεν μπορεί να μένει άπραγος. Βάζει συνεχώς τα χειρότερα στο νου του. Τι και αν είναι μόνη της και πεινάει; Τι και να κρυώνει; Τι και αν είναι κάπου παρατημένη και βιασμένη;
Τι και αν είναι νεκρ- Ωω James πάψε επιτέλους,
μαλώνει τον εαυτό του και ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του. Η μητέρα του όπως πάντα τον κοιτάει με ελπίδα.
" Κανένα νέο;" Ο James κάθεται σε μια καρέκλα και κουναει αρνητικά το κεφάλι του. Ήξερε πως τώρα η μητέρα του θα άρχιζε να κλαίει, αλλά όχι αυτή τη φορά. Στέρεψαν τα δάκρυα της...όπως και τα δικά του.
" Δεν μπορώ να καταλάβω τι έχει συμβεί. " Παραδέχεται.
" Κανένας αγόρι μου. Ήρθε και εκείνος ο νεαρός από το ραφταδικο σήμερα...ρωτούσε για εκείνη." Το βλέμμα του James αγριεύει.
" Ποιος νεαρός;"
" Ο γιος του λορδου Randal. " Το χέρι του χτυπάει το τραπέζι δυνατά. Όλο αυτό το καιρό η απάντηση ήταν μπροστά στα μάτια του και εκείνος δεν το είχε αντιληφθεί. Αμέσως χωρίς να πει κουβέντα άνοιξε την πόρτα και άρχισε να κατευθύνεται σχεδόν τρέχοντας προς το αρχοντικό των Randal.
Όλα άρχισαν να βγάζουν νόημα ξαφνικά. Εκείνο το πλουσιοπαιδο την πλήγωσε και όχι μόνο αυτό αλλά της έριξε στους ώμους μια τέτοια σοβαρή κατηγορία. Τον λόγο δεν το ήξερε αλλά αργά ή γρήγορα θα τον ανακαλύψει. Όταν φτάνει ακριβώς έξω από την μεγάλη ξύλινη πόρτα είναι έτοιμος να χτυπήσει αλλά μια φωνή τον σταματάει.
" Ψάχνετε κάτι κύριε;" Γυρίζει προς το μέρος του άνδρα και προς μεγάλη του χαρά βλέπει τον Harry πάνω σε ένα άλογο.
" Μόλις το βρήκα " Πριν καλά καλά ο Harry κατέβει από το άλογο του μια δυνατή γροθιά σκάει στο πρόσωπο του κάνοντας τον να παραπατησει και να πέσει στο έδαφος.
Ο Harry πιάνει το αίμα που τρέχει από τα χείλη του. " Τι στο-" Ο James τι αρπάζει από τον γιακά του πουκάμισου του απειλητικά.
" Έχεις την παραμικρή ιδέα τι πηγές και έκανες; Όχι μόνο εσύ αλλά και εκείνη...από όλους του άνδρες του Λονδίνου έπρεπε να διαλέξει έναν βουτυρομπεμπέ." Άρχισε να μονολογει και χωρίς να αφήσει τον Harry να μιλήσει του ρίχνει αλλά μια γροθιά στη μύτη αυτή τη φορά. Έπειτα τον αφήνει στο έδαφος ενώ παρατηρεί πως μερικά βλέμματα είναι στραμμένα πάνω τους.
" Είσαι τρελός; Δεν μπορείς να έρχεσαι στο σπίτι μου και να με χτυπάς...ανάθεμα δεν ξέρω καν ποιος διαολο είσαι!" Έχει πλέον σηκωθει και καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια να παραμείνει όρθιος. Σε αντίθεση με το μυωδες σώμα του James , ο Harry δεν ήταν τόσο γεροδεμένος.
" Μπορώ εφόσον η αδελφή μου εδω και μια βδομάδα μου αγνοείται!" Τοτε το βλέμμα του Harry φωτίζεται και ενοχές αρχίζουν να τρυπώνουν στη ψυχή του. Φέρθηκε εγωιστικα...δεν ήταν ο μόνος που υπέφερε εξαιτίας της απουσίας της αλλά ήταν ο μόνος τρόπος για να σωθεί. Ανάθεμα πόσες φορές είχε βάλει στο μυαλό του τα χειρότερα...
Τον άρπαξα από τον αγκώνα και τον αναγκασε να τον ακολουθήσει σε ένα στενάκι ώστε να μην τραβάνε τα βλέμμα. " Έχεις κάθε δίκαιο να θυμώνεις αλλά άσε με να σου εξηγήσω εντάξει;"
" Τι να μου εξηγήσεις ακριβώς; Ότι ξαφνικά την βαρέθηκες και ήθελες να της καταστρέψεις τη ζωή;" Φωνάζει ξανά ο James.
" Την Rose την αγαπάω με όλη μου την καρδιά και αυτό δεν μπορεί να το διαψεύσει κάνεις!" Φωνάζει και εκεινος με τη σειρά του και ο James ηρεμεί για λίγο.
" Τοτε τι ;"
" Τα πράγματα έγιναν περίπλοκα...έπρεπε να φύγει. " Ομολογεί χωρίς να τον κοιτάζει.
" Άρα ξέρεις που είναι;" Η φωνή του όλο ελπίδα.
" Ναι...έχει σαλπάρει προς Αμερική. "
" Αμερική;" Επαναλαμβάνει με μια ελπίδα να μην ακουσε καλά. Δεν είχε ιδέα από γεωγραφία αλλά ήταν σίγουρος πως η Αμερική ήταν πάρα πολύ μακριά από την Αγγλία.
" Ναι...συμφωνήσαμε σε 5 μήνες να βρεθούμε εκεί. "
" Τι;! Και τι θα κάνει πέντε μήνες μόνη της σε μια ξένη χώρα μου λες;" Άρχισε να νευριάζει και τον έπιασε για άλλη μια φορά από τα γιακά του πουκάμισου του. Ο Harry καταπίνει αργά.
" Είναι επικίνδυνο να πάω να την βρω τώρα δεν το καταλαβαίνεις; Πρέπει το όλο θέμα να ξεχαστεί πρώτα αλλιώς θα καταλήξει στην πυρά. " Όσο και αν δεν ήθελε να το παραδεχτει, ο Harry είχε δίκιο. Παρόλα αυτα θα ρίσκαρε τα πάντα για να είναι ξανά η μικρή του αδελφή ασφαλής στην αγκαλιά του. Ακόμα και αν πρέπει να διασχίσει ολόκληρους ωκεανούς.
~•~
Το απαλό αεράκι χτυπάει το πρόσωπο της και παρασέρνει τα ξανθά μαλλιά της στο ρυθμό του. Τα μάτια της ήταν ερμητικά κλειστά όσο απολάμβανε τον ήλιο να καίει την λευκή της επιδερμίδα αρχίζοντας να αφήνει στο στίγμα του πάνω της.
Μια βδομάδα. Μια βδομάδα μακριά από την οικογένεια της. Μακριά από τον έρωτα της ζωής της. Την πρώτη μέρα η ψυχολογία της όπως και το στομάχι της ήταν σε άθλια κατάσταση αλλά με την βοήθεια του Ίαν κατάφερε να ξεπεράσει τους εμετούς και τις ζαλάδες. Η ψυχολογία της παρόλα αυτά δεν είχε βελτιωθεί το ίδιο.
Της έλειπε η Αγγλία, το σπίτι της , οι αγαπημένοι της άνθρωποι. Δεν γνώριζε τι θα αντιμετωπίσει σε εκείνη την ξένη χώρα μίλια μακριά από την δική της πατρίδα. Φοβόταν. Φοβόταν πολύ. Δεν έχει συνηθίσει την αίσθηση του άγνωστου, πάντα η ζωή της ήταν προγραμματισμένη.
Όταν όμως έβλεπε το χαοτικό και ταυτόχρονα ήρεμο βλέμμα του Ίαν η ψυχή της γελήνευε για λίγο. Τις τελευταίες μέρες το να κάθετε και να τον παρατηρεί είχε γίνει η αγαπημένη της ασχολία. Ο τρόπος που περπατούσε έκρυβε κύρος, ο τρόπος που έδινε εντολές εμπειρία. Τα κόκκινα μαλλιά του έλαμπαν κάτω από το φως του ήλιου και τα γενιά μερικών ημερών τον έκαναν άκρως γοητευτικό. Φυσικά όμως είχε και άλλες ασχολίες, δυστυχώς για εκείνη.
Αρχικά είχε αναλάβει τα χρέη του μάγειρα. Αφού ο Ίαν δεν δεχόταν χρήματα έπρεπε κάπως να του ανταποδώσει το καλό που της έκανε. Επιπλέον, διάβαζε βιβλία. Ο καπετάνιος Trovato της είχε δώσει την άδεια να τρυπώνει στο δωμάτιο του και να δανείζεται μερικά βιβλία. Ακόμη και αν δεν καταλαβαινε όλες τις λέξεις ,προσπαθούσε να διαβάσει. Είχε καταλήξει πως ο άνθρωπος που γνώρισε τότε στο λιμάνι διαφέρει πολύ από τον άνθρωπο τώρα. Είναι λες και η θάλασσα τον μεταμορφώνει.
Όταν το βλέμμα της συναντάει το δικό του κοιτάζει ντροπιασμενη το βιβλίο που κρατούσε στα χέρια της. Πόση ώρα τον κοίταγε;
Σαν να μπορεί ήδη να δει το πονηρό του χαμόγελο στα χείλη του δαγκώνει τα δικά της. Βήματα ακούει να την πλησιάζουν και πριν το καταλάβει δύο μπότες στέκονται μπροστά της. Υψωνει το κεφάλι της στο πρόσωπο του. Θέλει τόσο πολύ να χαϊδεψει τα γενιά του και να φιλήσει την ουλη στο μάτι του και να- Rose συγκεντρώσου είσαι αρραβωνιασμένη!
" Καλημέρα." Του λέει δειλά.
" Τι διαβάζεις;" Δείχνει με τα μάτια του το βιβλίο της.
" Ποίηση. " Λέει κάπως ενοχλημένη. Της αρέσουν τα βιβλία πολύ αλλά η ποίηση την εκνευρίζει. Είναι φορές που αδυνατεί να καταλάβει που αναφέρεται ο ποιητής.
" Το αγαπημένο μου βιβλίο. " Της λεει και εκείνη είναι έτοιμη να τον ρωτήσει πως μπορεί και καταλαβαίνει όλα αυτά όταν ένας μούτσος τον ενημερώνει πως βλέπει στεριά ευθεία μπροστά τους. Η Rose δεν είχε χαρεί ποτέ ξανά άλλοτε που θα πάταγε το πόδι σε στεριά αφού τόσα χρόνια την γη κάτω από τα πόδια της την θεωρούσε δεδομένη. Δεν ήταν ότι δεν την γοητεύει το μυστήριο της θάλασσας αλλά την φοβίζει επίσης.
Στην πραγματικότητα αυτό που την γοητεύει περισσότερο είναι ο άνδρας μπροστά της όταν μερικές φορές πιάνει τον εαυτό της να τον κοιτάζει, καθώς εκείνος χαζεύει τον ωκεανό. Μοιάζει λες και είναι ερωτευμένος με το μυστήριο που αποπνέει το νερό αλλά δεν τον αδικεί, άλλωστε και εκείνος αποτελεί ένα μυστήριο για εκείνη. Αυτή την μια βδομάδα αν και είχαν μερικές συζητήσεις ποτέ δεν της μίλησε για τον εαυτό του γεγονός που άθελά της την πλήγωνε.
" Ετοιμάστε τις βάρκες και δέστε τα πανιά! Θα μείνουμε εκεί απόψε!" Απευθύνεται προς το πλήρωμα του και φεύγει από το μέρος της. Της άρεσε όταν της έδειχνε έστω και λίγο σημασία. Κλείνει το βιβλίο και πάει προς τις καμπίνες με σκοπό να βρει τον Έρικ. Ο Έρικ ήταν ένα αγοράκι δέκα ετών με σγουρά μαύρα μαλλιά και πράσινα μάτια που ορκίζεται ότι το είχε συναντήσει πριν βρεθεί πάνω σε αυτό το πλοίο αλλά η μνήμη της δεν είναι με το μέρος της.
Όταν το πλοίο επιτέλους φτάνει στη στεριά, πετάνε την άγκυρα και όλοι πηδανε μέσα στις βάρκες εκτός από δύο άτομα που μένουν πίσω να φυλάνε το πλοίο. H Rose σκύβει και βγάζει τα παπούτσια της νιώθοντας την απαλή άμμο στα πόδια της.
" Σου έλειψε η στεριά έτσι δεν είναι γαριδουλα;" Τον ακούει δίπλα της να αστειευεται και ένα χαμόγελο δημιουργείται στα χείλη της.
" Εσένα όχι;" Το βλέμμα της τώρα είναι στραμμένο πάνω του. Τα πρώτα κουμπιά από το πουκάμισο του είναι ανοιχτά, το παντελόνι του ανεβασμένο μέχρι λίγο πιο κάτω από τα γόνατα του ενώ μια μαύρη μπαντανα είναι τοποθετημένη στο κεφάλι του κρύβοντας τα κόκκινα του μαλλιά.
" Εμένα η ζωή μου είναι στη θάλασσα μικρή." Μαζεύει λιγο το φόρεμα της ώστε να μην το πατήσει και αρχίζουν να ακολουθούν το πλήρωμα.
" Josh, Steve και Austin πηγαίνετε να εξερευνήσετε την γύρω περιοχή και αν βρείτε κάτι που μπορεί να φαγωθεί μαζέψτε το. Σε μια ώρα να είστε πίσω. " Δίνει διαταγές.
" Μάλιστα καπετάνιε "
" Οι υπόλοιποι πάμε να μαζέψουμε ξύλα για να ανάψουμε φωτιά. " Συνεχίζει.
" Και εγώ καπετάνιε;" Τον ρωτάει μην ξέροντας τι να κάνει. Εκείνος γυρίζει και την κοιτάζει σκεπτικός.
" Εσύ θα προσέχεις τον Έρικ. " Η Rose γνέφει θετικά πιάνοντας το μικρό αγοράκι από το χέρι.
" Και παρε και αυτό...μην καείς από τον ήλιο." Τείνει το καπέλο του προς το μέρος της και εκείνη το παίρνει πριν τον δει να χάνεται από μπροστά της.
~
Ο ήλιος πλέον είχε δύσει και το ασημένιο φεγγάρι με τα διάσπαρτα αστέρια είχαν κάνει την εμφάνιση τους. Ο Έρικ είχε αποκοιμηθει πάνω στα πόδια της όσο εκείνη χαϊδεύει τις μπούκλες των μαλλιών του. Ο ήχος της φωτιάς καθώς κατασπαράζει τα ξύλα ακουγόταν σιγανά με συνοδεία τα γέλια του πληρώματος. Παρόλα αυτά εκείνη προτιμούσε την ηρεμία που της πρόσφεραν τα κύματα της θάλασσας. Ήταν νύχτες σαν αυτή που θα ήθελε όσο τίποτα άλλο να ήταν εδώ ο Harry. Να την φιλήσει και να την φυλακίσει στην αγκαλιά του. Αλλά αυτό δεν ήταν δυνατό να συμβεί. Ούτε σήμερα, ούτε αύριο και σίγουρα όχι μέχρι να περάσουν πέντε μήνες.
" Τι σκέφτεσαι;" Η φωνη του της αποσπάει την προσοχή. Τα μάτια του λάμπουν ελάχιστα και η μυρωδιά της ανάσας του μαρτυρά πως έχει καταναλώσει αλκοόλ.
" Την Αγγλία " Του απαντάει ειλικρινά.
" Ποτέ δεν μου είπες γιατί έφυγες. " Πίνει μια γουλιά από το ξύλινο ποτήρι που περιέχει ρούμι.
" Σου είπα, μάλλον εσύ δεν θυμάσαι "
" Δύσκολα ξεχνάω τι μου λένε. Είχες πει πως σε παγιδεψαν."
Του είχε πει πως η αγάπη την είχε παγιδεψει. Ο έρωτας την αιχμαλώτισε στο χάος του και την έκανε να τρέξει σαν κυνηγημένη. Βασικά ήταν κυνηγημένη.
" Και αυτή την φορά απάντα χωρίς γρίφους."Συμπλήρωσε
" Είναι περίπλοκο...ας πούμε πως ερωτεύτηκα κάποιον που μάλλον δεν θα έπρεπε. " Όσο περισσότερο το σκεφτόταν τόσο περισσότερο κατηγορουσε τον εαυτό της. Ήταν ένα φτωχό κορίτσι και εκείνος γιος ενός λορδου. Δεν ήξερε τι σκεφτόταν όταν ενέδωσε σε αυτόν τον έρωτα. Κατέστρεψε μόνη της το ίδιο της το μέλλον.
" Ποιος ορίζει τι πρέπει και τι όχι;" Έβρισκε αυτή την ερώτηση του πολύ άσκοπη. Οι ζωές όλων τους ορίζεται γύρω από κανόνες και διάφορες καταστάσεις, αλλά αυτό που ξεχνουσε ήταν πως ο άνδρα δίπλα της αψηφούσε κάθε είδους κανόνα, άλλωστε στην θάλασσα δεν υπάρχουν.
" Εκείνοι που έχουν τα χρήματα υποθέτω. " Του απάντησε ενώ ένοιωσε το μικρό σώμα του Έρικ να αναδύεται.
" Οπότε ο λεγόμενος ήταν πλούσιος και σε παράτησε αφότου σε εκμεταλλευτηκε για κάποια άλλη της καλής κοινωνίας. Μαντεύω σωστά;" Το ύφος του ήταν τόσο αλαζονικό και τα λόγια του έβγαιναν με ένα τρόπο από το στόμα του λες και ήταν σίγουρος για όλα όσα λέει.
" Συγγνώμη που σε απογοητεύω καπτεν αλλά εδώ κάνεις λάθος! Και τώρα με συγχωρείς αλλά θέλω να πάω στο δωμάτιο μου. " Πήρε στην αγκαλιά της τον Έρικ και χωρίς να τον αφήσει να απολογηθεί κατευθύνθηκε προς το πλοίο.
Έβαλε τον Έρικ για ύπνο και άρχιζε να βαδίζει προς τη καμπίνα του Ίαν ώστε να δανειστεί ένα άλλο πιο ενδιαφέρον βιβλίο. Η συμπεριφορά του την είχε εκνευρίσει πολύ. Αυτό όμως που την εκνεύρισε περισσότερα ήταν οι αμφιβολίες που επέστρεψαν ξανά στο μυαλό της. Τι και αν ο Harry την παρατήσει σε μια ξένη χώρα και παντρευτεί εκείνη την γυναίκα; Αυτό δεν θα το άντεχε.
Καθώς προσπαθούσε να βρει ένα βιβλίο που να της ταιριάζει το βλέμμα της έπεσε σε ένα χρυσό δαχτυλίδι όμοιο με εκείνο που της είχε δώσει ο Harry. Και τότε θυμήθηκε από που γνώριζε τον Έρικ. Στην διαδρομή προς το σιδεράδικο που δούλευε ο αδελφός της σταμάτησε και έδωσε ένα μήλο σε ένα παιδάκι. Αυτό το παιδί την ο Έρικ. Της είχε κλέψει το δαχτυλίδι!
Η ξύλινη πόρτα ξαφνικά τρίζει και ο Ίαν κάνει την εμφανίσει του κοιτάζοντας την ξαφνιασμενος αφού του είχε πει πως θα βρισκόταν στην καμπίνα της. Η Rose κρύβει όσο διακριτικά μπορεί το δαχτυλίδι στην χούφτα της κάτι που ο Ίαν παρατηρεί. Ένα χαμόγελο κοσμεί τα κόκκινα από το ρούμι χείλια του και τοποθετεί το μισό τελειωμένο μπουκάλι αλκοόλ πάνω στο γραφείο του.
Αρχίζει να την πλησιάζει με αργά βήματα " Ξέρεις δύο πράγματα δεν ανέχομαι." Πλέον το πελώριο σώμα του ήταν ακριβώς μπροστά στο μικροσκοπικό δικό της.
Διώχνει τα μακριά της μαλλιά μακριά από τον λαιμό της και αρχίζει να χαράζει μια νοητή γραμμή με τα δάχτυλα του από εκεί μέχρι την γραμμή που φαινόταν ανάμεσα στο στήθος της εξαιτίας του κορσέ. Η Rose κράτησε την ανάσα της και σφράγισε με δύναμη τα μάτια της. Δεν μπορεί ο ευγενικός άνδρας που έμαθε σε αυτές τις επτά μέρες, να είναι ο ίδιος με αυτόν που αγγίζει το δέρμα της χωρίς την άδεια της τώρα.
" Το πρώτο είναι το ψέμα " Ψιθυρίζει στο αφτί της. Το γαλάζιο των ματιών του έχει μετατραπεί σε ένα σκοτεινό χρώμα που δεν μπορεί να προσδιορίσει και αυτό την φοβίζει.
" Το δεύτερο είναι η κοροϊδία. " Τα χείλη του είναι μια ανάσα πριν τα δικά της και τότε σαν να ακούστηκαν οι προσευχές της απομακρίνεται από κοντά της. Όχι για πολύ όμως αφού το επόμενο ακριβώς λεπτό γυρνάει το σώμα της έτσι ώστε η πλάτη της να ακουμπάει στο στήθος του. Το δαχτυλίδι της ξεφεύγει από τα χέρια και καταλήγει στο έδαφος.
Ο Ίαν την αφήνει ελεύθερη και σκύβει να πιάσει το δαχτυλίδι. Έπειτα της ρίχνει μια ματιά ,αν και τώρα τίποτα δεν την εμπόδιζε από το να κουνηθεί ,είχε μείνει κολλημένη στην ίδια θέση. " Δεν μου αρέσει να με κλέβουν πάνω στο ίδιο μου το καράβι. Ίσως αυτές τις μέρες σου έδωσε μεγαλύτερη αξία από ότι έπρεπε και πήρες αέρα. "
Τοποθετεί ξανά το δαχτυλίδι εκεί που ήταν και ακούει έναν λυγμο να βγαίνει από το στόμα της. Μήπως το παράκανα; Αμέσως όμως αυτή η σκέψη διαλύθηκε στο κεφάλι του. Ήταν πειρατής που σημαίνει ότι έχει μόνο δύο αγάπες, το χρήμα και την θάλασσα. Και αυτό το δαχτυλίδι σίγουρα έκανε αρκετές λύρες για μια ολόκληρη ζωή.
" Πήγαινε στην καμπίνα σου και μην ξανά επαναληφθεί. Ήδη με έχεις κάνει να μετανιώσω που σε πήρα μαζί μου." Στο άκουσμα αυτών των λέξεων γυρίζει και τον κοιτάζει εξοργισμενη.
" Νομίζεις ότι μου έκανες χάρη; Δεν σου είπα να με πάρεις μαζί σου δωρεάν, σου έδωσα χρήματα εσύ όμως δεν τα δέχτηκες. " Πλέον φωνάζει ενώ καυτά δάκρυα κυλάνε στα κόκκινα από την ένταση μάγουλα της.
" Και αντί για να με ευχαριστείς αποφάσισες να με κλάψεις;" Την φωνάζει και εκείνος όπως ακριβώς είχε κάνει και τότε σε εκείνο το στενό.
" Δεν έκλεψα τίποτα! Αυτό το δαχτυλίδι είναι δικό μου με ακούς; Ο Harry μου το έδωσε το βράδυ που μου ζήτησες να γίνω γυναίκα του! Το βράδυ που με έκανε δική του!" Το πρόσωπο της είχε κοκκινισει και φώναζε τόσο πολύ που νόμιζε ότι ο λαιμός της θα την εγκαταλείψει.
" Ώστε όντως σε εκμεταλλευτηκε. Τότε ίσως θα ήταν καλύτερο να αρχίσεις να εκτελείς χρέη πορνης, για να μαθαίνεις. " Της λεει με ήρεμο τόνο αλλά με ανέκφραστο βλέμμα.
Χωρίς να το περιμένει ούτε εκείνη από τον εαυτό της αλλά ούτε και εκείνος, το χέρι της έρχεται σε επαφή με το μάγουλο του τόσο δυνατά που το κεφάλι του γυρίζει στο πλάι. Μόλις συνειδητοποιει τι έκανε φεύγει γρήγορα από την καμπίνα του και έπειτα από το καράβι. Αρχίζει να τρέχει μέσα στο δάσος θέλοντας να ξεφύγει από εκείνον.
~
Μερικοί από το πλήρωμα την είδαν να τρέχει σχεδόν τρομοκρατημένη προς το δάσος αλλά κανένας δεν τόλμησε να την ακολουθήσει. Είχαν αυστηρές εντολές να μην την πλησιάσουν για όσο θα διαρκούσε το ταξίδι τους έως την Αμερική.
Μετα το χαστούκι που δικαιωματικά του άξιζε, κατάλαβε πως είχε ξεπεράσει τα όρια της. Βγήκε χωρίς να χάσει χρόνο έξω από την καμπίνα του και κατέβηκε από το πλοίο πηδώντας μέσα στην θάλασσα μέχρι να φτάσει στην στεριά. Κοιτάζει τριγύρω αλλά δεν την βλέπει πουθενά.
" Ίαν τι συμβαίνει;" Ο Eiden τον ρωτάει καθώς τον πλησιάζει ανήσυχος.
" Που πήγε;" Αγνοεί την ερώτηση του.
" Πηγε προς το δάσος. " Του δείχνει με το χέρι του.
" Και δεν την σταματήσατε;"
" Αφου μας είχες πει να μην-"
" Δεν έχει σημασία!" Αρχίζει να τρέχει και εκείνος μέσα στο δάσος ελπίζοντας να την βρει όσο πιο γρήγορα γίνεται.
~~~~~
Ορκίζομαι ότι τα επόμενα κεφάλαια είναι πιο ωραία και επιμελώς γραμμένα!! Τα πρώτα τρία τα έγραψα το 2022, όταν ήμουν δευτέρα λυκείου...( λογικά για αυτό πήγαν τόσο καλά οι πανελλήνιες 🥲)
Ερώτηση κρίσεως: Αγαπημένο είδος βιβλίου; Εγώ αυτόν τον καιρό διαβάζω το τρίτο βιβλίο από την τριλογία " Αγώνες Πείνας "
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top