Κεφάλαιο 9

<<Τώρα πρέπει να βρούμε ένα μέρος για να μείνεις>> είπε η Ντάλια όταν έφυγαν από την ταβέρνα, χορτασμένοι και ικανοποιημένοι πλήρως.

<<Τι;>> έκανε ο Ερμής.

<<Δε θα πάμε πουθενά τώρα;>>

<<Πρέπει να ξεκουραστείς και λίγο>> έκανε γελώντας η Ντάλια.

<<Σήμερα ήρθες. Πρέπει να κοιμηθείς λίγο. Και αύριο μέρα είναι. Είναι ήδη μία το χάραμα>>.

Ο Ερμής και η Ντάλια έκανα βόλτα πάνω στην αμμουδιά, εκεί που τελείωναν τα κύματα. Κρατούσαν τα παπούτσια τους στο χέρι και περπατούσαν . Το νερό ήταν ζεστό, σαν νερό μπανιέρας και τα περισσότερα μαγαζιά είχαν κλείσει. Έτσι υπήρχαν ελάχιστα φώτα τριγύρω. Το φεγγάρι, ψηλά, στον πλημμυρισμένο από αστέρια ουρανό, τους ακολουθούσε στο κάθε τους βήμα. Το απαλό, ασημί φως του φεγγαριού έπεφτε πάνω στα μαλλιά της και στο πρόσωπο της κοπέλας. Έκανε τα μάτια της να γυαλίζουν μυστήρια και γλυκά.

<<Θεέ μου...>> ψιθύρισε ο Ερμής μπροστά στην ομορφιά της.

<<Είσαι όμορφη. Σαν νεράιδα της νύχτας. Σου πάει τόσο η νύχτα>>. Η Ντάλια σταμάτησε να περπατάει και τον κοίταξε ακίνητη και ανέκφραστη. <<Συγνώμη>> είπε εκείνος.

<<Είμαι βλάκας. Άκου εκεί, ''σου πάει τόσο η νύχτα''. Ήθελα να κάνω κομπλιμέντο και μου βγήκε λάθος>>.

<<Δε βγήκε λάθος>> ψιθύρισε η κοπέλα τόσο χαμηλόφωνα, που σχεδόν τα απαλά κύματα που έσκαγαν στα δάχτυλα των ποδιών της, ακουγόντουσαν πιο πολύ.

<< Ήταν πολύ όμορφο... ''Νεράιδα της νύχτας''. Πρώτη φορά κάποιος με αποκαλεί έτσι>>.

Ο Ερμής χαμογέλασε και συνέχισαν να περπατάνε πάνω στην αμμουδιά.

Αργότερα πήγαν στη μηχανή για να επιστρέψουν Θεσσαλονίκη. <<Πάμε να βρούμε κανένα ξενοδοχείο που θα μπορούσες να μείνεις>> είπε η Ντάλια πριν καβαλήσουν την μηχανή.

<<Έτσι κι' αλλιώς πρέπει να βρεις μέρος να αφήσεις και τη βαλίτσα σου. Σήμερα όλη μέρα την σέρνεις από πίσω μας>>.

<<Ναι. Η αλήθεια είναι ότι χρειάζομαι και λίγη ξεκούραση>>.

Άνοιξε η Ντάλια την σέλα της μηχανής της και έβγαλε το μικρό, γυναικείο κράνος της. Το είχε προσφέρει στον Ερμή όταν πήγαιναν Περαία, αλλά εκείνος γέλασε και φυσικά αρνήθηκε να το πάρει. Όχι μόνο γιατί ήταν γυναικείο, αλλά και επειδή ποτέ δε θα άφηνε μια γυναίκα χωρίς κράνος για να βάλει εκείνος. Ανέβηκαν στην μηχανή, η Ντάλια γκάζωσε την μηχανή της στον άδειο δρόμο της επιστροφής και επέστρεψαν πολύ γρήγορα. Άφησε τον Ερμή σε έναν πολυσύχναστο δρόμο του κέντρου της Θεσσαλονίκης, μπροστά από ένα φθηνό ξενοδοχείο.

Κατέβηκε από τη μηχανή και κοίταξε την είσοδο του ξενοδοχείου.

<<Καλό είναι>> είπε. <<Θα βολευτώ>>.

<<Δεν είναι και πέντε αστέρων. Αλλά την κάνει τη δουλειά του και είναι κοντά στο σπίτι μου>>.

<<Ωραία. Λοιπόν... Αύριο τι ώρα να σε περιμένω;>> ρώτησε ο Ερμής νιώθοντας τη γλώσσα του να μυρμηγκιάζει και να στεγνώνει.

Δεν είχε σκεφτεί το ενδεχόμενο, ότι η Ντάλια μπορεί να είχε κανονίσει την επόμενη μέρα σχέδια που δεν θα περιλάμβαναν και εκείνον.

<<Θα έρθω κατά τις δώδεκα το μεσημέρι για να προλάβουμε να κοιμηθούμε κιόλας>>, απάντησε η Ντάλια.

Τελικά ο Ερμής ήταν μέσα στα σχέδια της επόμενης μέρας. <<Αύριο τι θα κάνουμε;>> ρώτησε εκείνος ανυπόμονα.

<<Μμ... Τι να κάνουμε... Για να δούμε>> έκανε η κοπέλα σκεπτική. <<Δε μου λες. Πως τα πας με τις μεγάλες, βαριές μπάλες;>>.

Ο Ερμής την κοίταξε μπερδεμένος. <<Για μπάσκετ θα με πας;>> την ρώτησε.

<<Όχι>> απάντησε εκείνη. <<Θα δεις αύριο και ελπίζω να διασκεδάσεις. Να σε αφήσω όμως τώρα γιατί περνάει η ώρα>>.

<<Ναι. Καληνύχτα Ντάλια>>.

<<Καληνύχτα>> του έκλεισε το μάτι μέσα από το κράνος, έβαλε σε κίνηση τη μηχανή και έφυγε με μεγάλη ταχύτητα. Ο Ερμής έμεινε να κοιτάει τον άδειο δρόμο που η Ντάλια πριν λίγο είχε εξαφανιστεί. Μετά μπήκε στο ξενοδοχείο και ζήτησε δωμάτιο.

Το πρωί ο Ερμής ξύπνησε ανυπόμονος. Πλύθηκε, ξυρίστηκε, έκανε ένα ντους, ντύθηκε και περίμενε να έρθει να τον πάρει η Ντάλια. Η κοπέλα στις δώδεκα πήγε κάτω από το ξενοδοχείο που διανυκτέρευσε ο Ερμής για να τον βρει. Ο νεαρός άντρας, σαν να είχε διαίσθηση της παρουσίας της Ντάλιας, ένιωσε τον ερχομό της στην είσοδο. Έτσι πήρε το πορτοφόλι με μερικά λεφτά μέσα, ταυτότητα, τα κλειδιά του δωματίου του τα άφησε στην ρεσεψιόν και βγήκε χαρούμενος να την βρει.

<<Καλημέρα>> είπε η Ντάλια μόλις τον είδε να την πλησιάζει.

<<Καλημέρα!>> είπε ο Ερμής κεφάτος.

<<Να ανέβω;>> έδειξε τη μηχανή που η Ντάλια ήταν πάνω.

<<Ανέβα>> απάντησε η κοπέλα.

Ο Ερμής καβάλησε τη μηχανή και ξεκίνησαν την υπόλοιπη ξενάγηση.

Η Ντάλια τον πήγε να δοκιμάσει Θεσσαλονικιώτικη μπουγάτσα και μετά τον πήγε για καφέ σε μια καφετέρια που η κοπέλα πίστευε ότι θα του αρέσει πολύ το περιβάλλον και η θέα. Μετά τον πήγε για μπόουλινγκ και εκεί πέρασαν τρεις ώρες με γέλια και διασκέδαση. Ο Ερμής πρώτη φορά έπαιζε αλλά τα πήγαινε περίφημα. Κατά τις πέντε, και οι δύο ξελιγωμένοι από την πείνα, πήγαν να φάνε σε μια χασαποταβέρνα που όλα τα έψηναν στη σχάρα.

<<Τέλεια...>> έκανε ο Ερμής στην ταβέρνα, δοκιμάζοντας όλα όσα παράγγειλαν. <<Είσαι καλοφαγάς>> γέλασε η Ντάλια. Έκοψε μια μπουκιά από το φιλέτο της και πλησίασε τον κομμάτι στο στόμα του Ερμή. Εκείνος την κοίταξε.

<<Θέλεις να δοκιμάσεις το φιλέτο κοτόπουλο που παράγγειλα;>> ρώτησε η Ντάλια, με την πιρουνιά να την έχει μετέωρη κοντά στο στόμα του.

Ο άντρας άνοιξε λίγο τα χείλι και η κοπέλα έβαλε απαλά το κομμένο κρέας στο στόμα του. Το μάσησε αργά κοιτώντας την με προσήλωση. Μετά κοίταξε το χώρο γύρω του και τους ανθρώπους. <<Τι έπαθες; Τι κοιτάς;>> τον ρώτησε η Ντάλια. 

<<Σκεφτόμουν ότι βαρέθηκα αυτά τα κουρέλια που φοράω. Μου αρέσει το ντύσιμο των άλλων ανθρώπων>>.

<<Ωραία λοιπόν. Αύριο θα πάμε για ψώνια. Θα διαλέξουμε ρούχα. Ρούχα ωραία και θα σταματήσεις να φοράς τα αποφόρια του παππού σου>> είπε η Ντάλια.

<<Δεν είναι τα αποφόρια του παππού μου>> είπε ο Ερμής. <<Τουλάχιστον όχι όλα. Έχω κρατήσει μερικά που μου πηγαίνουν>>.

<<Αύριο θα ανακαλύψεις τι είναι να φοράς δικά σου ρούχα που να σου αρέσουν>>.

<<Αρκεί να είναι άνετα>>.

<<Θα δεις...>>.

Η μέρα πέρασε ευχάριστη και διασκεδαστική.

Την επόμενη μέρα η Ντάλια πήγε πάλι να τον πάρει από το ξενοδοχείο, πρωινές ώρες.

<<Καλύτερα που πάμε για ψώνια σήμερα>> είπε η Ντάλια καθώς έσερνε τον Ερμή από μαγαζί σε μαγαζί.

<<Σήμερα το βράδυ έχει πρόγραμμα. Δεν μπορούσαμε να πάμε με αυτά που φοράς. Χωρίς παρεξήγηση, έτσι;>>

<<Τι πρόγραμμα;>> ρώτησε ο Ερμής.

<<Να δούμε την νυχτερινή ζωή της Θεσσαλονίκης φυσικά. Να κουνήσουμε λίγο το...>> έκανε η Ντάλια και κούνησε τον γλουτό της.

<<Ω...>> έκανε γελώντας ο Ερμής. <<Δεν χορεύω>>.

<<Ω, ναι>> γέλασε η Ντάλια. <<Θα χορέψεις>>.

<<Δεν ξέρω πως>> είπε ο Ερμής.

<<Τότε εσύ θα βλέπεις εμένα να χορεύω για σένα>> χαμογέλασε λίγο πονηρά η κοπέλα.

Ο Ερμής δεν απάντησε τίποτα σε αυτό το τελευταίο.

Μπήκαν και βγήκαν σε όλα τα μαγαζιά με τα ρούχα που βρέθηκαν στο δρόμο τους. Μετά από ώρες που γύρισαν όλα τα μαγαζιά του κέντρου, έως και την Καμάρα, ο Ερμής ήταν φορτωμένος με σακούλες με ρούχα. Είχε διαλέξει μαζί με την Ντάλια τέσσερα παντελόνια και καμιά δεκαριά μπλούζες.

<<Είναι μια καλή αρχή για την καινούργια σου γκαρνταρόμπα>> του είπε.

<<Ναι, αλλά τώρα δε χωράνε στη βαλίτσα μου και τα παλιά μου ρούχα, και αυτά που πήρα τώρα>>.

<<Ωραία. Τότε θα τα δώσουμε όλα τα παλιά σε μια εκκλησία>>. Και όντως, ο Ερμής άδειασε την βαλίτσα του και έβαλε μέσα τα καινούργια ρούχα. Τα παλιά του τα έβαλαν σε μερικές σακούλες και τα πήγαν σε μια εκκλησία.

<<Ευτυχώς που έχω στο σπίτι κι' αλλά από τα παλιά και άνετα ρούχα. Δεν μπορώ να τσαπίζω τα χωράφια με τα καινούργια>> σκέφτηκε ο Ερμής και τότε ξανά θυμήθηκε ότι αργά η γρήγορα θα έπρεπε να φύγει από εκεί και να γυρίσει πίσω. Έδιωξε αυτή τη σκέψη από το μυαλό του γιατί θα τον γέμιζε με θλίψη. Δεν ήταν στην Θεσσαλονίκη παραπάνω από ελάχιστες μέρες, και δεν είχε ψάξει καν ακόμα την Τριανταφυλλιά. Ήταν πολύ νωρίς ακόμα για να σκέφτεται την αναχώρηση του.

Η Ντάλια τού διάλεξε τι να φορέσει το βράδυ. Έμεινε για λίγο στο δωμάτιο του για να ξεκουραστεί και περίμενε την κοπέλα να έρθει να τον πάρει στις δώδεκα η ώρα.

Η κοπέλα σκέφτηκε πως αυτή η νύχτα ήταν δική της. Σκέφτηκε πως επιτέλους θα ένιωθε τα χείλι του Ερμή πάνω στα δικά της. Της άρεσε πολύ ο Ερμής. Της άρεσε όπως δεν της είχε αρέσει κανένας εδώ και καιρό. Τον φλέρταρε όσο μπορούσε αλλά εκείνος ή δεν καταλάβαινε, ή δεν ήθελε να καταλάβει. Η Ντάλια είχε ανάγκη να μάθει αν ο Ερμής ενδιαφερόταν για εκείνη. Η κοπέλα ποτέ δεν είχε πρόβλημα με το να κατακτήσει έναν άντρα. Αλλά αυτός ο άντρας, ο Ερμής, δεν δείχνει αν ενδιαφέρεται η όχι. Λοιπόν, σήμερα θα το μάθει.

Η κοπέλα τον πήγε σε ένα κλαμπ. Ο Ερμής με τα καινούργια του ρούχα και με το ζελέ στα μαλλιά που του έβαλε η Ντάλια ήταν ένας κούκλος. Μπήκαν μέσα στο τεράστιο, σκοτεινό κλαμπ και ο Ερμής κοιτούσε τριγύρω περίεργος και απόλυτα διεγερμένος από την ατμόσφαιρα. Ο χώρος ήταν πλημμυρισμένος από νέο κόσμο που χόρευαν με το δυνατό ρυθμό της μουσικής. Τα δυνατά μπάσα ακουγόντουσαν από παντού. Από το πάτωμα χτυπούσαν δυνατά τα μπάσα και η μουσική. Ο Ερμής ένιωθε τα μπάσα από το δάπεδο στα πόδια του, από τα πόδια του στα γόνατα και από τα γόνατα σε όλο το σώμα. Ένιωθε να δονείται ολόκληρος και να απορροφά το σώμα του τη μουσική. Η Ντάλια οδήγησε τον Ερμή στον μπαρ.

<<Μια βότκα πορτοκάλι>> παράγγειλε η κοπέλα στον μπάρμαν. <<Ερμή, εσύ τι θα πιεις;>>

<<Δεν έχω ιδέα>>.

<<Μια μπύρα; Ουίσκι;>>

<<Τέλεια>> έκανε ο Ερμής. <<Θα πιω μια μπύρα ουίσκι>>.

Η Ντάλια έβαλε τα γέλια. <<Όχι, όχι...>> προσπάθησε να του εξηγήσει.

<<Το ξέρω>> γέλασε ο Ερμής. <<Πλάκα κάνω. Μια μπύρα>>.

Ο μπάρμαν τους ακούμπησε την παραγγελία τους πάνω στο μπαρ και ο Ερμής κάθισε σε ένα ψηλό σκαμνάκι και ακούμπησε τον αγκώνα του στο μπαρ. Η Ντάλια τον πλησίασε με λάγνο και πονηρό βλέμμα.

<<Έχεις κάτι που με ενδιαφέρει πολύ...>> του ψιθύρισε στο αυτί. <<Και είναι ακριβώς εδώ...>> έπιασε με το χέρι της στο παντελόνι του, εκεί που ήταν το φερμουάρ του. Ο Ερμής ορθάνοιξε τα μάτια ξαφνιασμένος και έσφιξε τα χέρια και τα πόδια του για να μην πέσει από το ψηλό σκαμνί. Η Ντάλια παραλίγο να πιάσει την αντρική του φύση.

<<Αυτόν τον χορό τον αφιερώνω σε εσένα...>> του ψιθύρισε η κοπέλα και έκανε λίγο πίσω για να την βλέπει ολόκληρη. Αυτή άρχισε να κουνάει το σώμα της με τον ρυθμό της μουσικής. Στάθηκε μπροστά του με γυρισμένη πλάτη προς αυτόν, σήκωσε με τα χέρια της τα μακριά μαλλιά της και χόρεψε με τον ρυθμό. Κουνούσε το σώμα της από τη μέση και κάτω με απίστευτα μαγευτικό και σέξι τρόπο. Ο Ερμής την παρακολουθούσε με ανοιχτό στόμα. Ήταν απίστευτη. Η Ντάλια φορούσε μια κοντή, μαύρη, τζιν φούστα και ένα μαύρο κοντομάνικο μπλουζάκι που είχε ένα μεγάλο φερμουάρ στο πλούσιο στήθος με τον βελούδινο, τέλειο δέρμα. Κουνούσε τη μέση της και το γλουτό της με τρόπο τέτοιο που έκανε τον Ερμή να του τρέχουν τα σάλια. Μετά γύρισε κανονικά και εκείνος την έβλεπε από μπροστά. Το βλέμμα της φωτιά, το σώμα της αγαλματένιο και ο Ερμής ένιωθε τη γη να χάνεται κάτω από τα πόδια του. Εκείνη τον πλησίασε, έτοιμη αυτό το βράδυ να τον κατακτήσει. Μόλις έφτασε δίπλα του, σήκωσε το χέρι και του χάιδεψε τα μαλλιά. Εκείνος την κοιτούσε άφωνος. Το χέρι της μετά πήγε στο πρόσωπο του. Πλησίασε το πρόσωπο της στο δικό του και έγλυψε απαλά τα χείλι του προτού τραβηχτεί πάλι μακριά του. Τον γύρισε πλάτη και τον πλησίασε από πίσω. Ο Ερμής αναστατωμένος ήπιε μια μεγάλη δόση μπύρας μονομιάς. Εκείνη τη στιγμή η Ντάλια τρίφτηκε πάνω του. Ο Ερμής παραλίγο να πνιγεί με την μπύρα του. Η κοπέλα κουνούσε τον γλουτό της πάνω στον καβάλο του Ερμή. Η καρδιά του χτυπούσε τόσο δυνατά, τόσο ανυπόφορα που σχεδόν τον πονούσε. Συνέχισε η κοπέλα να τρίβεται με πάθος, με τον ρυθμό της μουσικής. Μετά του ψιθύρισε στο αυτί, <<σου αρέσει ο χορός μου;>>.

Ο Ερμής έγνεψε καταφατικά, κοιτώντας την μέσα στα μάτια.  Η κοπέλα του όρμισε και τον φίλησε ορμητικά, με πάθος. Ο άντρας αφέθηκε στο υπέροχο φιλί και έκλεισε τα μάτια. Μετά ο Ερμής άνοιξε τα μάτια και είδε τα δικά της κλειστά. Την έπιασε με τα χέρια του από τα μπράτσα και την απομάκρυνε. Διέκοψε το φιλί τους και την κοίταξε.

<<Ντάλια...>> είπε λαχανιασμένος.

<<Φιλάς υπέροχα...>> του είπε εκείνη.

<<Δεν ήταν ώρα ακόμα για να γίνει κάτι τέτοιο>> της είπε.

<<Γιατί;>> έκανε προσβεβλημένη η Ντάλια.

<<Θέλω να μάθω για σένα. Θέλω να σε γνωρίσω>> της εξήγησε.

<<Ναι καλά!>> έκανε η Ντάλια και τράβηξε απότομα τα χέρια της από κοντά του. <<Απλά δεν γουστάρεις! Γιατί δεν το έλεγες από την αρχή;>>

<<Όχι, δεν κατάλαβες. Είσαι υπέροχη γυναίκα. Ίσως όμως να είναι λίγο νωρίς. Θα ήθελα να γνωριστούμε καλύτερα>>.

<<Παράτα μας! Δε γουστάρεις απλά και με δουλεύεις!>>

<<Όχι! Σε θέλω! Απλά θέλω να σε γνωρίσω καλύτερα. Δε θέλω να είμαι σαν τους άλλους>>.

<<Άλλους; Υπονοείς ότι είμαι εύκολη;>> έκανε η Ντάλια.

Προτού προλάβει να απαντήσει ο Ερμής, η Ντάλια είπε έξαλλη <<παράτα με!>>. 

Έκανε μεταβολή και αποχώρισε, αφήνοντας τον μόνο του.

<<Ντάλια...>> έκανε ο Ερμής πικραμένος, νιώθοντας ηλίθιος. <<Δεν με κατάλαβες Ντάλια...>>.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top