Κεφάλαιο 17
Επιτέλους η Ντάλια είχε μάθει για τις δυνάμεις της που ήταν ''κληρονομιά'' από την προγονό της... Αυτό που έμενε ήταν να ''γνωρίσει'' τις δυνάμεις της και να ''συμφιλιωθεί'' μαζί τους.
<<Μην φοβάσαι>> της είπε ο Ερμής. <<Το έχεις κάνει πολλές φορές προτού καν έρθεις εδώ>>.
Ο Χρήστος ήταν εκεί και παρακολουθούσε. Με όλα αυτά που έγιναν η Ντάλια είχε ξεχάσει να μείνει θυμωμένη μαζί του για λίγο ακόμα. Ήταν όρθια, μπροστά στο λιβάδι και έκανε ένα αργό βήμα πάνω στην άγρια πρασινάδα. Όπου ακουμπούσε η μικρή πατούσα της, μετά από λίγο άνθιζαν μικρά λουλούδια. Οι δύο άντρες έμειναν έκπληκτοι και η κοπέλα χαμογέλασε. Συνέχισε να περπατάει αργά, αέρινα, χωρίς παπούτσια πάνω στην χλόη και όπου πατούσε γινόταν κάτι εκπληκτικό. Το χορτάρι γινόταν μαλακό και πλούσιο, σαν ένα παχύ χαλί, και συνέχισαν να φυτρώνουν λουλουδάκια κάτω από τα πόδια της, σε χρώμα λευκό και κίτρινο.
<<Είσαι τέλεια!>> της φώναξε ο Χρήστος. Έσκυψε και ψιθύρισε στο αυτί του Ερμή. <<Όταν θα ανοίξουμε σπίτι, εκείνη θα ασχολείται με την κηπουρική. Είναι καλή σε αυτό>>.
<<Τι λες ρε βλάκα;>> έκανε εκνευρισμένος ο Ερμής. <<Τι είναι αυτά που λες; Ποιο σπίτι θα ανοίξετε;>>. <<Θα σου πω μετά>> είπε χαμηλόφωνα ο Χρήστος και του έκλεισε το μάτι.
Ο Ερμής τρομερά τσατισμένος με αυτό που υπονοούσε ο φίλος του, γύρισε το βλέμμα του πάλι στην Ντάλια, που ''γνωριζόταν'' με την ''Χώρα''. Η κοπέλα ένιωθε στην πατούσα της και στα δάχτυλα της το απαλό, δροσερό γρασίδι και αισθανόταν χαρούμενη, σαν να βρήκε μια φίλη, χαμένη από τα παλιά. Το νερό της λίμνης, μπροστά της ήταν ξαφνικά σαν να ''ζωντάνεψε'' μόλις πλησίασε η κοπέλα κοντά. Τα μάτια της κοιτούσαν συγκλονισμένα το τοπίο που μπορούσε εκείνη να ελέγξει. Ο Ερμής την πλησίασε και την έπιασε το χέρι. <<Θέλω μια χάρη από εσένα>> της είπε. <<Είναι σημαντικό για μένα>>.
<<Πες μου>> του είπε εκείνη. <<Θέλω να βοηθήσεις μια ''φίλη'' να ανθήσει και να βγάλει καρπούς επιτέλους>>.
<<Τι πράγμα;>> έκανε εκείνη.
<<Η ''φίλη'' μου είναι μιλιά, και δεν έχει βγάλει προς το παρόν ούτε ένα μήλο. Εσύ μπορείς να βοηθήσεις με την δύναμη που έχεις>>. <<Εντάξει. Πήγαινε με στην μιλιά>>.
<<Μπορείς να την λες ''χρυσή''. Έτσι την λένε>>.
<<Έδωσες όνομα σε ένα δέντρο;>> ρώτησε η Ντάλια περίεργη.
<<Ναι. Γιατί όχι;>>
<<Εντάξει λοιπόν. Πήγαινε με στην ''χρυσή''>>.
Ο Ερμής την οδήγησε στην αγαπημένη του μηλιά, που την γνώριζε από μικρός. Μόλις έφτασαν, η κοπέλα κοίταξε το δέντρο με συμπάθεια. <<Αυτή είναι>> είπε ο Ερμής. <<Κάνε λοιπόν τα μαγικά σου>>.
Η Ντάλια την πλησίασε και την παρατήρησε. <<Τι να κάνω τώρα για να βοηθήσω;>> ρώτησε.
<<Δεν ξέρω. Τι κάνεις συνήθως;>>
Η Ντάλια σκέφτηκε τη μηλιά φορτωμένη με όμορφα, γυαλιστερά μήλα. Δεν έγινε απολύτως τίποτα.
<<Μήπως θέλεις πιο πολύ χρόνο;>> ρώτησε ο Ερμής.
<<Όλα τα άλλα δεν ήθελαν καθόλου χρόνο για να υπακούσουν. Θα ξανά προσπαθήσω>>. Η κοπέλα συγκεντρώθηκε και σκέφτηκε έντονα. ''Άνθησε μιλιά. Άνθησε χρυσή. Βγάλε καρπούς. Άνθησε''. Δεν έγινε απολύτως τίποτα. Ήταν σαν να είχε μπροστά της ένα οποιοδήποτε δέντρο εκτός ''Χώρας''. <<Λυπάμαι>> είπε η κοπέλα μετά από λίγο. <<Δεν έχω καμιά επίδραση πάνω σε αυτό το δέντρο>>.
<<Μα, γιατί;>> έκανε έκπληκτος ο Ερμής.
<<Η χρυσή είναι εκατό της εκατό μέσα στην έκταση της ''Χώρας''. Πώς γίνεται και δεν μπορείς να την κάνεις να ανθήσει;>>
<<Δεν έχω ιδέα>> απάντησε εκείνη.
Ο άντρας έμεινε να παρατηρεί τη μηλιά. <<Δεν θα ανθήσεις ποτέ εσύ γλυκιά μου; Εντάξει να μην βγάζεις Χρυσά Μήλα, αλλά να μην βγάζεις ούτε κανονικά;>>
<<Χρυσά μίλα;>> ρώτησε η κοπέλα.
<<Ναι. Όταν ήμουν μικρός και την είδα να φυτρώνει, σκέφτηκα αμέσως ότι όταν θα μεγαλώσει θα βγάλει χρυσά μήλα και όχι κανονικά. Έτσι την ονόμασα ''χρυσή''. Όταν μεγάλωσα αρκετά κατάλαβα ότι δεν γίνεται αυτό, αλλά συνέχισα να την λέω ''Χρυσή''>>. <<Ποιος ξέρει; Μπορώ να ελέγχω την φύση εδώ. Τίποτα πια δεν μου φαίνεται περίεργο>>. <<Ίσως η χρυσή να μείνει χωρίς μήλα. Ίσως να μην καρπίσει ποτέ>> της είπε.
Η Ντάλια το πρώτο που ζήτησε από την Ερμή σαν χάρη ήταν να φάει, οτιδήποτε που το είχε μαγειρέψει η κυρά Ελπινίκη. Ο Ερμής το κανόνισε αμέσως. Έδωσε παραγγελία στην μάνα του να μαγειρέψει σε μεγάλη ποσότητα ότι εκείνη ήθελε, και μετά της είπε να έρθει ως το ''καταραμένο'' για να του τα δώσει. Φάγανε και οι τρεις μαζί. Ο Ερμής, η Ντάλια και ο Χρήστος, στο ξύλινο τραπέζι που υπήρχε μέσα στο σπιτάκι.
<<Συγνώμη για όλα Ντάλια>> της είπε ο Χρήστος, καθώς γευμάτιζαν όλοι μαζί. <<Ήθελα μόνο να βοηθήσω>>.
<<Δεν πειράζει>> απάντησε εκείνη. <<Νόμιζες ότι έκανες το σωστό>>.
Η κοπέλα έφαγε μέχρι σκασμού. Στο τέλος του γεύματος, συζητούσαν οι τρεις τους καθισμένοι στην καρέκλες του τραπεζιού. Μετά από λίγη ώρα τα μάτια της Ντάλιας έκλειναν και ήταν τρομερά κουρασμένη και νυσταγμένη.
<<Έλα, σήκω>> της είπε ο Ερμής όταν είδε ότι εκείνη είχε κοιμηθεί σχεδόν πάνω στην καρέκλα της. <<Θα σε πάω σπίτι μου να κοιμηθείς άνετα>>.
<<Θέλω να κοιμηθώ εδώ>> είπε η κοπέλα με μισόκλειστα μάτια. Ο Ερμής κοίταξε περίεργος το χώρο γύρω του. <<Στο πέτρινο σπιτάκι είμαστε που ήσουν φυλακισμένη. Είσαι σίγουρη ότι θέλεις να κοιμηθείς εδώ μέσα;>>
<<Ναι. Θα κοιμηθώ στο κρεβάτι. Εφόσον η πόρτα είναι σπασμένη και δεν μπορείς να με κλειδώσεις εδώ μέσα δεν υπάρχει πρόβλημα>>.
<<Το ξέρεις ότι αυτό ήταν το σπίτι της Ισαβέλλας, όταν έμενε κάποτε εδώ; Τώρα πιθανόν να ανήκει σε εσένα κληρονομικά>>.
<<Σοβαρά; Ωραία. Θα μπορούσε να το κάνω ανακαίνιση και να το κρατήσω για εξοχικό. Μια μικρή τουαλέτα θα ήταν ότι πρέπει εδώ μέσα...>>.
Ο Ερμής γέλασε και σηκώθηκε από την καρέκλα του. Πήρε αγκαλιά την κοπέλα και την οδήγησε προς το κρεβάτι. Την ξάπλωσε απαλά εκεί πάνω και την κοίταξε για λίγο να κοιμάται ήρεμη. Μετά γύρισε προς το φίλο του και είπε χαμηλόφωνα.
<<Έλα. Πάμε έξω για να μην την ξυπνήσουμε>>.
Ο Χρήστος σηκώθηκε και βγήκαν αθόρυβα και οι δύο έξω από το σπιτάκι. Μετά από λίγο ήταν οι δύο άντρες μπροστά στην μικρή λίμνη που ήταν κοντά στο πέτρινο σπιτάκι. Ήταν καθισμένοι στο γρασίδι και κοιτούσαν την όχθη και την επιφάνεια της λίμνης. <<Είναι υπέροχη>> είπε ξαφνικά ο Χρήστος.
<<Η λίμνη;>> ρώτησε ο Ερμής.
<<Η Ντάλια. Θέλω να σου πω κάτι>>.
Ο Ερμής δεν είπε τίποτα και περίμενε ελαφρά εκνευρισμένος επειδή υποψιαζόταν τι ακριβώς θα άκουγε.
<<Είμαι ερωτευμένος μαζί της>> είπε ο Χρήστος.
Ο Ερμής από τα νευρά του έτριξε μεταξύ τους τα δόντια του και δεν είπε τίποτα. Ο άλλος όμως που δεν κατάλαβε τίποτα, συνέχισε. <<Θέλω να την παντρευτώ. Σοβαρά φίλε. Θέλω με κάποιο τρόπο να μείνει εδώ, μαζί μου. Στην ''Χώρα'' υπάρχουν κοπέλες που μεγάλωσα με αυτές. Που έκανα μαζί τους παρέα από μωρό. Δεν είναι εύκολο να δω ερωτικά κάποια που γνωρίζω τόσα χρόνια, όσα ζω. Ενώ η Ντάλια είναι καινούργια εδώ. Μ' αρέσει πάρα πολύ και σύντομα θα γίνει δική μου>>.
Ο Ερμής νόμιζε ότι είχε αρχίσει να βγάζει καπνούς από τα αυτιά με αυτά που άκουγε. ''Εντάξει, δεν τρέχει τίποτα. Θα εξηγήσω στον Χρήστο πως έχουν τα πράγματα με την Ντάλια και όλα θα είναι μια χαρά'' σκέφτηκε ο άντρας και αποφάσισε να μιλήσει στον φίλο του. <<Χρήστο...>> του είπε. <<Πρέπει να σου πω κάτι που δεν το ξέρεις. Είμαι ερωτευμένος με την Ντάλια. Την ερωτεύτηκα από την πρώτη στιγμή που την είδα και με ήθελε και εκείνη. Δεν αρνούμαι ότι με όλη αυτήν την ιστορία, τα αισθήματα της για μένα θα μπερδευτήκαν λίγο, αλλά είμαι σίγουρος ότι ακόμα με θέλει>>.
Ο Χρήστος έμεινε έκπληκτος να τον κοιτάει. <<Ερμή, λυπάμαι. Δεν είχα ιδέα για όλα αυτά. Δεν ήξερα ότι ένιωθες έτσι για εκείνη. Είχα σκοπό να σου προτείνω να γίνεις κουμπάρος μας, αλλά εφόσον νιώθεις έτσι για τη νύφη, αυτό δε θα είναι εύκολο για σένα>>.
<<Κουμπάρος σας εγώ;>> ρώτησε ο Ερμής. <<Χρηστό, κατάλαβες τι σου λέω; Είμαι πρώτος. Πώς το λένε; Προτιμάει εμένα. Τι δεν καταλαβαίνεις από αυτό;>>
<<Ήθελε εσένα πριν την απαγάγεις. Από τη στιγμή που την απήγαγες όμως άλλαξαν πολλά, και πολύ πιθανόν από αυτά τα πολλά να είναι και τα αισθήματα της για εσένα>>. <<Με την κοπέλα έχω φιληθεί και την έχω δει γυμνή. Παραλίγο να κάνω έρωτα μαζί της. Είμαι πολλά βήματα πιο μπροστά από εσένα>>.
<<Από την στιγμή που την απήγαγες και μετά έχει συμβεί τίποτα μεταξύ σας; Το παραμικρό; Είδες τίποτα που να δείχνει ερωτικό ενδιαφέρων από εκείνη;>>. <<Λοιπόν... Όταν έπεσα από τον γκρεμό ανησύχησε πολύ για μένα. Το είδα στο βλέμμα της, και μετά μου έκανε τεχνικές αναπνοές. Ένιωσα τα χείλια της>>.
<<Το ότι δεν ήθελε να πεθάνεις δεν αποδεικνύει τίποτα. Δεν λέω ότι σε μισεί, αλλά ο ερωτάς για σένα δεν υπάρχει πια>>.
Ο Ερμής πήρε μερικές ανάσες, τρομερά θυμωμένος. <<Την γνώρισα πρώτος>> του είπε. <<Αυτό δεν έχει καμιά σημασία και το ξέρεις πολύ καλά. Έλα τώρα Ερμή. Αφού θα κάνεις πίσω για μένα και το ξέρεις. Πάντα έτσι κάνεις εσύ. Τέτοιος φίλος είσαι εσύ>> είπε ο Χρήστος και ο Ερμής έφριξε.
<<Τι; Τι μου λες τώρα Χρήστο; Να κάνω πίσω και να αφήσω ελεύθερο το πεδίο για σένα; Είσαι σοβαρός; Δεν μπορεί να το ζητάς αλήθεια αυτό>>.
<<Όταν ήμασταν παιδιά , είχαμε βρει ένα κουτάβι. Το θέλαμε και οι δύο. Θυμάσαι Ερμή τι έκανες; Με άφησες να το κρατήσω. Μια άλλη φορά, σε ένα μαγαζί είχε μείνει μια τελευταία σοκολάτα. Και ενώ την ήθελες κι' εσύ, με άφησες να την πάρω εγώ. Τώρα τυχαίνει να θέλουμε και οι δύο την ίδια γυναίκα. Και τώρα θα κάνεις πίσω Ερμή. Είσαι καλός φίλος και πάντα θα είσαι>>.
Ο Ερμής είχε θυμώσει απίστευτα και ήθελε σαν τρελός να τον χτυπήσει. <<Χρηστό, είσαι καλά; Συγκρίνεις την Ντάλια με ένα κουτάβι και μια σοκολάτα; Μιλάμε για γυναίκα και μάλιστα δυναμική, με προσωπικότητα. Μιλάμε για άνθρωπο. Έκανα πίσω για ασήμαντα πράγματα αλλά η Ντάλια είναι πολύ σημαντική. Πάρα πολύ σημαντική>>.
<<Μην θυμώνεις φίλε μου. Μην κάνεις έτσι. Δε χρειάζεται να μου αφήσεις ελεύθερο το πεδίο. Μπορεί να διαλέξει μόνη εμένα>>. <<Η Ντάλια προτιμάει εμένα και μπορώ να στο αποδείξω>>.
<<Ναι, καλά. Και πώς μπορείς να το αποδείξεις;>>
<<Μόλις την δούμε θα δεις!>> απάντησε ο Ερμής.
Μετά από ώρες οι Ντάλια είχε ξυπνήσει. Τους πλησίασε με κεφάτα, ζωηρά βήματα. <<Τι έγινε παιδιά; Νιώθω τέλεια! Το φαγητό και ο ύπνος με στύλωσαν εντελώς!>>. <<Ορίστε>> ψιθύρισε ο Χρήστος. <<Απόδειξε μου ότι εκείνη προτιμάει εσένα από εμένα>>. <<Αμέσως>> είπε ο Ερμής και σηκώθηκε από κάτω με μιας. Πήγε γρήγορα προς την Ντάλια και την άρπαξε, πριν εκείνη προλάβει να αντιδράσει. Την έπιασε με τα χέρια του από το πρόσωπο και την φίλησε στο στόμα με ορμή. Το φιλί κράτησε μισό λεπτό και μετά η κοπέλα τον έσπρωξε, όμως όχι πολύ δυνατά.
<<Τι κανείς;>> τον ρώτησε. <<Πως σου ήρθε να με φιλήσεις;>>
Ο άντρας δεν απάντησε και πλησίασε το Χρήστο. <<Είδες;>> έκανε χαιρέκακα ο Χρήστος. <<Δε σε θέλει τελικά...>>
Ο Ερμής κοίταξε την φύση γύρω τους. <<Κοίτα...>> του είπε και του έδειξε το τοπίο. Η βλάστηση με μιας είχε φουντώσει και όλα ήταν πανέμορφα. <<Αν δε με ήθελε θα γινόταν τώρα χαμός. Μέσα σε δευτερόλεπτα όλα άνθησαν>>.
<<Αυτό δεν αποδεικνύει τίποτα...>> απάντησε ενοχλημένος ο Χρήστος.
Η κοπέλα τους πλησίασε ακόμα πιο κεφάτη από πριν. <<Τι κάνουν εδώ τα δύο αγόρια;>> ρώτησε. <<Τίποτα>> είπε ο Ερμής. <<Καθόμαστε και μιλάμε μόνο...>>
Ο ένας άντρας κοίταξε τον άλλον έντονα στα μάτια. <<Ας κερδίσει ο καλύτερός...>> ψιθύρισε ο Χρήστος. <<Ας κερδίσει...>> συμφώνησε ο Ερμής.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top