Κεφάλαιο 7: Nicholas

Κόκκινα σκούρα μαλλιά, κόκκινα χείλη, πράσινα μεγάλα μάτια.

Η εικόνα της δεν λέει να φύγει από το μυαλό μου. Πέντε μέρες έχουν περάσει και ακόμη την βλέπω μπροστά μου, η παρουσία της να με στοιχειώνει όπου και να πάω ότι και να κάνω.

Τι μου συμβαίνει;

Ήταν λες και μου είχε κάνει μάγια.

Δεν είναι γαλαζοαίματη, δεν είναι γαλαζοαίματη. Συνεχίζω να το λέω στον εαυτό μου για να το καταλάβω και να σταματήσω να την σκέφτομαι επιτέλους αλλά είναι μάταιο. Δεν μπορώ να την παντρευτώ, άρα είναι απαγορευμένη για εμένα.

Σύντομα θα γίνω βασιλιάς, είναι υποχρέωση μου να παντρευτώ μια γυναίκα με βασιλικό αίμα και ας αρρωσταίνω και μόνο στη σκέψη του γάμου. Πρέπει να το κάνω για το καλό του παλατιού μου, της χώρας μου, του λαού μου.

Για το δικό μου.

Κάποια στιγμή θα σταματήσει να τριγυρνάει στο μυαλό μου, δεν θα την ξανά δω ποτέ πρέπει να το πάρω απόφαση και να προχωρήσω. Ο πατέρας μου ήδη με πιέζει να βρω άλλη. Όταν έμαθε πως το πιο πιθανό είναι να μην κατάγεται από βασιλική οικογένεια έγινε έξαλλος μαζί μου.

"Αφιέρωσες όλο σου το βράδυ μαζί της και δεν είναι καν γαλαζοαίματη. Χαράμισες την ευκαιρία να επιλέξεις ποια θες να παντρευτείς" Τα επικριτικά του λόγια γυρνούσαν στο μυαλό μου και ένιωθα το αίμα στις φλέβες μου να βράζει. Δεν επέλεξα να γίνω βασιλιάς, ούτε να παντρευτώ. Θα μπορούσα να αρνηθώ τα καθήκοντα μου και να ζήσω την ζωή μου όπως θέλω εγώ, κάνοντας όσα απολαμβάνω μακριά από δεσμεύσεις, αλλά δεν το έκανα.

Προχωρούσα προς το σαλόνι για να γνωρίσω το καινούριο μας προσωπικό και συνέχισα να επαναλαμβάνω την ίδια φράση στο μυαλό μου. Δεν είναι γαλαζοαίματη, δεν είναι γαλαζοαίματη, δεν ε-

Κόκκινα σκούρα μαλλιά, κόκκινα χείλη, μεγάλα πράσινα μάτια.

Αποκλείεται.

"Nicholas, επιτέλους" έμεινα ακίνητος να την κοιτάζω και όταν οι λέξεις του πατέρα μου έβγαλαν επιτέλους νόημα στο μυαλό μου συνέχισα να περπατώ. Σταμάτησα μπροστά της και ανοιγόκλεισα τα μάτια μου για να βεβαιωθώ πως δεν ονειρεύομαι ή έστω πως μπροστά μου στέκεται μία κοπέλα μου μοιάζει απελπιστικά πολύ στην Rose.

Ή ήταν αυτή.

Αλλά δεν ήταν.

Ήταν η σχεδιάστρια μόδας που προσλάβαμε.

Οι χαλαρές μπούκλες των μαλλιών της ακουμπούσαν την πλάτη της, μαύρα μακριά με μικρά διαμαντάκια σκουλαρίκια που έφταναν μέχρι το τέλος το λαιμού της, μαύρο πουλόβερ που έφτανε λίγο πάνω από τα γόνατα της με μια μαύρη μεγάλη ζώνη στην μέση της και μαύρες χαλαρές, ψηλές,  δερμάτικες μπότες. Προσπαθούσα να απομακρύνω το βλέμμα μου από πάνω της αλλά ήταν αδύνατο.

"Viviana Vaux. Χάρηκα, υψηλότατε" Η φωνή της ήταν λιγάκι ντροπαλή και γλυκιά, τόσο γλυκιά όσο την θυμόμουν, αλλά δεν ήταν αυτή. Viviana, όχι Rose. Δεν θα μπορούσε να είναι το ίδιο πρόσωπο. Απλά έμοιαζαν, αυτό ήταν όλο. Μία σωσίας. Δεν ήταν αδύνατον. Η τύχη απλά μου έπαιζε παιχνίδια.

"Nicholas" τέντωσα το χέρι μου, εκείνη δίστασε αλλά ένωσε το χέρι της με το δικό μου για χειραψία. Το χέρι της ήταν απαλό και είχε το μισό μέγεθος από το δικό μου. Δεν είχα καταλάβει πως ακόμη τα χέρια μας ήταν ενωμένα και κοιταζόμασταν, μέχρι που άκουσα τον πατέρα μου να ξεροβήχει και αφήσαμε τα χέρια μας βιαστικά. Το χέρι μου τώρα ήταν παγωμένο ενώ ένα δευτερόλεπτο πριν έκαιγε. Η φωτιά όμως ήταν γνώριμη.

"Εμένα με συγχωρείται. Viviana, θα δειπνίσεις μαζί μας. Επιμένω" είπε ο πατέρας μου και έφυγε πριν προλάβει η Viviana να του απαντήσει.

Viviana...

Το σαλόνι είχε αδειάσει, ήμασταν οι μοναδικοί που είχαμε παραμείνει και δεν ήξερα τι να κάνω. Η Viviana κοίταζε τον χώρο γύρω της και θα ένιωθε όσο άβολα ένιωθα και εγώ, αλλά όταν τα χέρια μας ακούμπησαν...

Δεν είναι η Rose, δεν μπορεί να είναι, αλλά δεν μπορώ να την ρωτήσω, θα ήταν παράξενο. Προβληματιζόμουν αν πρέπει να φύγω ή να μείνω αλλά το δίλημμα μου λύθηκε όταν άνοιξε η χρυσή πόρτα του σαλονιού και μπήκε μέσα η Corine που θα την συνόδευε στο δωμάτιο της.

Έφυγα, χωρίς να πω τίποτα. Φοβόμουν όσα θα μπορούσα να έλεγα και να έκανα αν έμενα.

Συνέχισα να προχωρώ μέχρι που σταμάτησα όταν μπήκα στο άσπρο δωμάτιο. Έπιασα το μεταλλικό μου ξίφος και άρχισα να ξιφομαχώ μόνος μου, με έναν αόρατο αντίπαλο, μέχρι να σταματήσω να σκέφτομαι όλα όσα δεν ήθελα να σκέφτομαι και τα κατάφερα.

Για λίγο.

Το παγωμένο νερό που έτρεχε πάνω στο κεφάλι μου και κυλούσε στο υπόλοιπο μου σώμα, με βοηθούσε να μην σκέφτομαι τίποτα άλλο εκτός από το πόσο παγωμένο ήταν και τα κατάφερα.


Για λίγο.

____

Μπήκα στην τραπεζαρία και το βλέμμα μου έπεσε κατευθείαν πάνω της. Συζητούσε με τον πατέρα μου που καθόταν στην κεφαλή του τραπεζιού και κανένας δεν με είδε όταν μπήκα μέσα εκτός από τον αδερφό μου.

Κάθισα δίπλα του και απέναντι μου καθόταν εκείνη. Με κοίταξε και μετά χαμήλωσε το βλέμμα της στο άδειο πιάτο που υπήρχε μπροστά της. Θα έκανα το ίδιο αλλά θα ήταν μάταιο, ήταν απέναντι μου, δεν θα μπορούσα να την αποφύγω και γιατί να το έκανα; ήταν η Viviana όχι η Rose. Δεν είναι το ίδιο άτομο.

Ο αδερφός μου συζητούσε με την Viviana για το πρώτο κουστούμι που θα ήθελε να του φτιάξει και εγώ συνέχιζα να τρώω αθόρυβα το φαγητό μου χωρίς να την κοιτάζω, αλλά δεν είχα φανταστεί πόσο δύσκολο θα ήταν.

Ειδικά όταν γελούσε, έπιανα τον εαυτό μου να χαμογελά και προσπαθούσα απεγνωσμένα να το κρύψω.

Καθ' όλη την διάρκεια του βραδινού τα βλέμματα μας διασταυρώθηκαν τρείς - τέσσερις φορές και κάθε φορά που συνέβαινε, γύριζε το βλέμμα της γρήγορα προς άλλη κατεύθυνση, αλλά τώρα δεν το έκανε. Κοιταζόμασταν όσο ο πατέρας μου με τον αδερφό μου ήταν απασχολημένοι να μιλάνε μεταξύ τους.
Το στήθος της ανεβοκατέβαινε, πιο γρήγορα, οι ώμοι της ήταν πιο σφικτοί και τα χέρια της που βρισκόντουσαν πάνω στο τραπέζι είχαν ασπρίσει από την πίεση που ασκούσαν το ένα στο άλλο.

Ακούμπησα το πουκάμισο μου στο μέρος του λαιμό και το τράβηξα λίγο να απομακρυνθεί από τον λαιμό μου αφού το ένιωθα ξαφνικά να με πιέζει. Δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Είδα το βλέμμα της να ακολουθεί το χέρι μου στο πουκάμισο μου και μετά ξανά στα μάτια μου. Σαν να παρακολουθούσε κάθε μου κίνηση. Η φωνή του αδερφού μου, μας τρόμαξε.

"Μπορεί να μου δώσει κάποιος την σαλάτα;" Τα δάχτυλα μου ακούμπησαν με τα δικά της όταν και οι δύο ακουμπήσαμε το χρυσό μπολ με την σαλάτα που ήταν δίπλα μας. Το χέρι μου πάνω στο δικό της. Κοιταχτήκαμε και αφήσαμε τα χέρια μας, αργά. Σαν να θέλαμε να συνεχιστεί το άγγιγμα μας.

Αλλά δεν γίνεται να ήταν αλήθεια.
Μέχρι το μεσημέρι σκεφτόμουν την Rose και τώρα...την Viviana;

Αλλά και εκείνη δείχνει να νιώθει την ένταση που υπάρχει μεταξύ μας. Στον τρόπο μου με κοιτάζει, που κοκκινίζει... στον τρόπο που φαίνεται να μην θέλει να αποχωριστεί το άγγιγμα μου όπως και εγώ.

Ήξερα πως ήταν λάθος αλλά επικίνδυνες σκέψεις είχαν αρχίσει να γυρνάνε στο μυαλό μου και δεν μπορούσα να τις σταματήσω.

Ή απλά δεν ήθελα θα σταματήσω.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top