Κεφάλαιο 11: Viviana

Δουλεύεις εδώ, ήθελα απλά να μάθω για εσένα. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο.

Αυτή η φράση ηχούσε στο μυαλό μου από χθες.

Ασταμάτητα και κουραστικά.

Έπρεπε να το φανταστώ, τι περίμενα; ότι θα ένιωθε και αυτός κάτι για εμένα; Ούτε τι νιώθω εγώ καλά, καλά για αυτόν δεν ξέρω. Ξέρω μόνο πως εκείνο το γαργαλητό στην κοιλιά μου όταν είμαι κοντά του εμφανίζεται. Ξέρω πως τριγυρνάει η εικόνα του στο μυαλό μου καθημερινά. Ξέρω πως ακούω την φωνή του να μου ψιθυρίζει και ξέρω πως όταν κλείνω τα μάτια μου νιώθω τα χέρια του πάνω μου, να με ακουμπούν, να με χαϊδεύουν...

Αλλά εκείνη την νύχτα στο χορό... είχε δείξει πως του άρεσα. Νόμιζε όμως ότι ήμουν πριγκίπισσα, σίγουρα αυτό αλλάζει τα πράγματα για εκείνον. Είναι εξάλλου πρίγκιπας και εγώ μια απλή κοπέλα που δουλεύει για την οικογένεια του, για εκείνον.

Δεν θα ήταν περίεργο τώρα να μην με θέλει.

Όταν όμως ήρθα στο παλάτι... είχε παγώσει όταν με είδε και μετά στο δείπνο ένιωθα τα μάτια του πάνω μου ακόμα και όταν νόμιζε πως δεν τον έβλεπα.

Αλλά και προχθές... όταν τον έπιασα να περπατά έξω από το δωμάτιο μου για να με ξεναγήσει στο παλάτι και μετά στο δωμάτιο της ξιφασκίας... ο τρόπος που κρατούσε την μέση μου, τα μαλλιά μου, τα χέρια μου, όταν ψιθύριζε στο αυτί μου.

Και εχθές... που με περίμενε για δύο ώρες και μετά ήθελε να μάθει για εμένα. Μόνο που τελικά ήθελε απλά να μάθει για την γυναίκα που έχει στο παλάτι του, που δουλεύει για εκείνον.

Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο.

Αλλά δεν γίνεται να παρεξήγησα τα πάντα, δεν γίνεται να τα φαντάστηκα, δεν γί- και όμως μπορεί και να γίνεται.

Σήμερα ήταν η πρώτη μέρα που θα άρχιζα την δουλειά και πρέπει να το ξεχάσω και να συγκεντρωθώ σε αυτό που ήρθα να κάνω εδώ.

Δουλειά και μόνο δουλειά.

Η σχέση μας θα ήταν αυστηρά επαγγελματική.

Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο.

Για το καλό και των διό μας.

Άνοιξα την χρυσή πόρτα που στεκόταν μπροστά μου και μπήκα στο γραφείο του βασιλιά Dominic.

Δουλειά και μόνο δουλειά.

Αυτό ήταν το σχέδιο.

Δύο ώρες αργότερα, τέλειωσε η συνάντηση μας. Μου εξήγησε πως θέλει να είναι τα κουστούμια που θα τους φτιάξω. Αυτή θα ήταν η δουλειά μου από εδώ και πέρα. Να συζητάμε για ρούχα, εγώ να τα σχεδιάζω, να τα ράβω και να τους τα δίνω. Αυτό που από μικρή ονειρευόμουν να κάνω.

Δουλειά και μό-

Ένιωσα ζεστά δάχτυλα να κλείνουν γύρω από το χέρι μου και να με τραβάνε από τον καρπό καθώς πήγαινα στο δωμάτιο μου. Η πλάτη μου κτύπησε στον τοίχο και ένα μεγάλο χέρι έκλεισε το στόμα μου. Δάγκωσα από ένστικτο το χέρι του από την ταραχή και το στόμα μου ήταν πια ελεύθερο.

"Άσε το χέρι μου" τράβηξα το χέρι μου από τα δάχτυλα του που το κρατούσαν σφικτά και ήταν και αυτό πλέον ελεύθερο.

"Ήθελα μόνο να μιλήσουμε" είπε ψιθυρίζοντας και κοίταξε τριγύρω.

"Δεν ενδιαφέρομαι για άλλη ψυχοθεραπεία ευχαριστώ" προσπάθησα να τον σπρώξω για να φύγω αλλά το δεξί του χέρι έπιασε την μέση μου και με έσπρωξε απαλά ξανά πάνω στον τοίχο.

"Ούτε εγώ. Ήθελα μόνο να... να σου εξηγήσω για χθές" γύρισα τα μάτια μου και άφησα έναν αναστεναγμό αγανάκτησης. Όταν άνοιξα το στόμα μου να μιλήσω, με διέκοψε με την φωνή του. "Πρώτα θα με ακούσεις και μετά θα μιλήσεις" έγειρα το κεφάλι μου πίσω στον τοίχο, κάνοντας το να ψηλώσει προς τα πάνω.

Ήταν πολύ ψηλός και έτσι είχα καλύτερη οπτική επαφή. Το Μετάνιωσα όμως αμέσως όταν τα μάτια μου συνάντησαν τα δικά του. Κάθε φορά που τα κοιτούσα ήταν λες και μπορούσα από μέσα τους να δω τα πάντα, χωρίς όμως να βλέπω τίποτα. "Δεν εννοούσα αυτό που είπα. Ήθελα να μάθω για εσένα γιατί," έκανε παύση και χαμογέλασε στοκ εαυτό του ηττημένα πριν συνεχίσει "γιατί, είναι προφανές πως μου αρέσεις και ήθελα να σε γνωρίσω καλύτερα" ένιωσα ξανά εκείνο το γαργαλητό στο στομάχι αλλά αυτή την φορά ήταν ακόμη πιο έντονο. Τόσο έντονο που φοβήθηκα πως θα μου προκαλέσει γέλια.

Του αρέσω.

Μια τόσο απλή φράση αλλά μου προκαλούσε τόσα συναισθήματα. Πάλευα να συγκρατήσω το χαμόγελο που γαργαλούσε τα χείλη μου αλλά όταν χαμογέλασε ξανά και ανασήκωσε τους ώμους παραδομένα, το δικό μου το χαμόγελο ακολούθησε. "Δεν ξέρω τίποτα για εσένα" η παλάμη του έφτασε στο πρόσωπο μου και σταμάτησε στην γραμμή του σαγονιού μου.

Ο αντίχειρας του χάιδευε απαλά το μάγουλο μου και ένιωσα ξαφνικά τα πόδια μου να μην βαστούν το βάρος μου, φοβήθηκα πως θα καταρρεύσω "τίποτα εκτός από το ότι μου κόβεις την ανάσα κάθε φορά που σε βλέπω" η φωνή του ήταν βαριά και αισθησιακή.
Έστελνε φωτιά σε όλο μου το σώμα με κάθε του λέξη.

Το χέρι του από το πρόσωπο μου ταξίδεψε λίγο πιο πίσω και τώρα κρατούσε το πίσω μέρος του λαιμού μου και τα δάχτυλα του μπλέχτηκαν μέσα στα μαλλιά μου. Ο αντίχειρας που πριν χάιδευε το μάγουλο μου, τώρα έκανε κυκλικές κινήσεις πάνω στο αυτί μου. Η ανάσα μου ξαφνικά έγινε πιο κοφτή και άστατη όσο προσπαθούσα να κρατήσω τα μάτια μου ανοιχτά. "Ότι σε σκέφτομαι συνέχεια," τα δάχτυλα που ήταν μέσα στα μαλλιά μου έκαναν απαλό μασάζ σε εκείνο το μέρος του κεφαλιού μου και ένα ξαφνικό απαλό τράβηγμα, ανάγκασε το κεφάλι μου να γύρει πίσω και το στόμα μου να ανοίξει.

Τα μάτια του έπεσαν στο μισάνοιχτο μου στόμα. "ότι ψάχνω το άγγιγμα σου και άκυρες δικαιολογίες για να σε βλέπω" χαμήλωσε το κεφάλι του για να φτάσει στο ύψος του δικού μου και έφερε τα χείλη του δίπλα στο αυτί μου ψιθυρίζοντας μου ένα μυστικό "Όπως τότε με την ξενάγηση" ένιωσα την ανάσα μου να κόβεται και τα μάτια μου να κλείνουν λίγο πριν απομακρυνθεί από το πρόσωπο μου.

"Αυτό που ήθελα να πω, είναι πως δεν υπάρχει τίποτα ενδιαφέρον για μένα για να σου πω." Συνέχισε να μιλά κανονικά αλλά δυσκολευόμουν να ακούσω. "Μεγάλωσα στο παλάτι και μια μέρα θα γίνω βασιλιάς. Τέλος, αυτό είναι όλο. Μάλλον θα ξέρεις πως η μητέρα μου είναι νεκρή, αλλά δεν μου αρέσει να μιλάω για αυτό. Αυτό ήθελα να αποφύγω χθες και γι' αυτό σου είπα... αυτό που σου είπα. Δεν το εννοούσα. Αλήθεια" ακόμη προσπαθούσα να συνέλθω από το άγγιγμα του.

Έγνεψα το κεφάλι μου ασυνείδητα αλλά όταν πήγα να μιλήσω έβαλε βιαστικά το δάχτυλο του μπροστά από τα χείλη μου για να με σταματήσει. Τότε άκουσα τα βήματα από αριστερά μας και δεν ήξερα τι να κάνω. Κάποιος περπατούσε στον ίδιο διάδρομο με εμάς, λίγο πιο μακριά μας. Θα μπορούσε να μας δει έτσι. Εμένα ακουμπημένη στον τοίχο και τον Nicholas μπροστά μου σε απόσταση αναπνοής. Το στήθος μου ανεβοκατέβαινε γρήγορα από το άγχος, αν μας έπιαναν έτσι θα έχανα την δουλειά μου. Το όνειρο μου. Ο Nicholas κοίταζε μια εμένα και μια αριστερά, από εκεί που ερχόντουσαν τα βήματα.

Ξαφνικά σταμάτησαν και ο Nicholas με κοίταξε ξανά. "Την είδα να κατεβαίνει από την σκάλα, δεν είναι πλέον εδώ" ένιωσα ένα βάρος να φεύγει από πάνω μου, η ανάσα μου είχε αρχίσει να μοιάζει κανονική. "Λοιπόν, θα με συγχωρέσεις;" μου έδωσε ένα στραβό χαμόγελο σαν να μην είχε γίνει απολύτως τίποτα και δεν θα μπορούσα να κάνω αλλιώς από το να γνέψω θετικά. Εξάλλου θα δούλευα για αυτόν, θα τον έβλεπα κάθε μέρα για ένα χρόνο. Δεν θα μπορούσα να κάνω και αλλιώς.

Τα πράσινα του μάτια τρυπούσαν τα δικά μου, έβαλε το ένα του χέρι πάνω στον τοίχο, δίπλα από το κεφάλι μου και το στήθος μου άρχισε πάλι να ανεβοκατεβαίνει όταν το άλλο του χέρι άρχισε να ακουμπάει πάλι τον λαιμό μου. Κοιταζόμασταν για λίγο. Είχα χαθεί στα μάτια του και άκουγα την ανάσα του να βγαίνει όσο ακανόνιστα και βιαστικά, όσο και η δική μου. Ο αντίχειρας του ακούμπησε τα χείλη μου και άρχισε να τα χαϊδεύει. Είχα παραδοθεί στο άγγιγμα του. Χωρίς να το καταλάβω τα χείλη μου χωρίστηκαν ελάχιστα "Viviana..." είπε το όνομα μου και μετά τον άκουσα να λέει στον εαυτό του κάτι κάτω από την ανάσα του. Το χέρι του από τα χείλη μου συνάντησε ξανά το σαγόνι μου και τράβηξε ελάχιστα το κεφάλι μου πιο κοντά του. Το πρόσωπο του άρχισε να πλησιάζει επικίνδυνα το δικό μου. Λίγο πριν δω τα χείλη του να ακουμπάνε τα δικά μου τον έσπρωξα απαλά από το στήθος.

"Περίμενε" Άνοιξε τα μάτια του και με κοίταξε μπερδεμένος. "Μόλις σε συγχωρέσα. Δεν μπορούμε να φιληθούμε ακόμα" το στόμα του άνοιξε σε έκπληξη και χαμογέλασα με την έκφραση του.

Πέρασα κάτω από το χέρι του που είχε ακουμπημένο ακόμη πάνω στον τοίχο και είδα με την άκρια του ματιού μου, ένα πονηρό χαμόγελο να εμφανίζεται στο πρόσωπο του. Σαν να δεχόταν την πρόκληση μου.

Συνέχισα να περπατώ προς το δωμάτιο μου χωρίς να γυρίσω πίσω και όταν δεν άκουσα βήματα ήξερα πως στεκόταν ακόμη εκεί ακίνητος και με κοιτούσε. Άνοιξα την πόρτα του δωματίου μου και τον κοίταξα μια τελευταία φορά πριν μπω μέσα. Με κοιτούσε ήδη με ένα στραβό χαμόγελο στα χείλη και του το ανταπέδωσα πριν κλείσω πίσω μου την πόρτα.

Αυτό που έγινε πριν λίγο...ήταν τρελό.

Δεν ξέρω πότε θα συνερχόμουν.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top