9. Μια Νέα Γνωριμία

1998

Η Τρίτη Λυκείου είχε διοργανώσει πάρτι για να μαζέψει χρήματα για την πενταήμερη. Η Βάσια δεν είχε καθόλου διάθεση να πάει, όμως η Ελένη τελικά κατάφερε να την πείσει.

Μετά τον χωρισμό της με τον Νίκο, η Βάσια έκανε δυο- τρεις ακόμα σχέσεις, όμως όσο κι αν προσπαθούσε δεν κατάφερνε να αποφύγει τη σύγκριση με τον Μύρωνα. Χώριζε πολύ νωρίς με όλους, χωρίς να προχωρήσει στο επόμενο στάδιο πέρα απ' τα φιλιά.

Στο Λύκειο απέκτησε πολλούς φίλους και χάθηκε με την παλιά της παρέα απ' το Γυμνάσιο, με την Ελένη όμως όλα έδειχναν ότι η φιλία τους θα κρατήσει για πάντα. Ήταν πολύ δεμένες μεταξύ τους και είχαν τσακωθεί ελάχιστες φορές. Όμως η Βάσια είχε έναν και μόνο σκοπό: να περάσει σε μια σχολή στην Αθήνα για να επιστρέψει στον Μύρωνα. Ήδη ο αδελφός της, στα 21 του πλέων, είχε γυρίσει κι έμενε μόνος του, στο ανακαινισμένο σπίτι όπου έμενε παλιά όλη η οικογένεια, και είχε υποσχεθεί στη Βάσια πως όταν τέλειωνε κι εκείνη το σχολείο θα την έπαιρνε να μείνει μαζί του. Μιλούσαν κάθε μέρα και η Βάσια έμαθε πως τα έφτιαξε με την πρώην κολλητή της, την Κατερίνα. Ήταν πολύ χαρούμενη για αυτούς.

Μπήκαν στο μπαρ, το οποίο ήταν γεμάτο κόσμο, μαθητές και απ' τις τρεις τάξεις του Λυκείου, καθηγητές, καθώς και κάποιοι εξωσχολικοί. Ένας από αυτούς ήταν και ο Ντίνος Λούθερης, ο μεγαλύτερος γυναικάς της περιοχής, ο οποίος είχε τελειώσει το ίδιο Λύκειο πριν ένα χρόνο.

"Αχ... Κοίτα ποιος είναι εδώ!" αναφώνησε η Ελένη. "Ο κούκλος!"

Ο νεαρός μελαχρινός άντρας καθόταν σε ένα σκαμπό στο μπαρ και μόλις είδε τις δυο κοπέλες, κοίταξε κατευθείαν προς το μέρος τους.

"Με κοιτάει..." είπε η Ελένη.

"Και τις δύο κοιτάει." είπε ενοχλημένη η Βάσια. "Όμως δεν είναι για εμάς. Έχεις ακούσει τι λένε για εκείνον."

"Δεν με νοιάζει. Αν του αρέσω..."

"Αν του αρέσεις, θα θέλει εσένα και άλλες χίλιες." συνέχισε η Βάσια. "Γι' αυτό σοβαρέψου και δώσε λίγη σημασία στον Τάσο, που σε κυνηγάει από την τρίτη Γυμνασίου..."

Η Ελένη την αγνόησε και εξακολουθούσε να κοιτάει επίμονα τον Ντίνο. Κάποια στιγμή, εκείνος σηκώθηκε.

"Αχ, έρχεται προς τα εδώ! Βάσια, πώς είμαι; Είναι εντάξει το μακιγιάζ μου;"

"Ναι, μια χαρά είναι." Ο Ντίνος τις πλησίασε.

"Καλώς τα όμορφα κορίτσια. Με λένε Ντίνο." συστήθηκε. Πρώτη φορά τον έβλεπε από κοντά η Βάσια και τώρα καταλάβαινε γιατί έλιωναν τόσες κοπέλες για χάρη του. Είχε μια ακαταμάχητη γοητεία που σε κανέναν άντρα (εκτός του Μύρωνα) δεν είχε δει.

"Σε ξέρουμε." του είπε η Ελένη. "Εγώ είμαι η Ελένη και αυτή η κολλητή μου η Βάσια."

"Χάρηκα. Βάσια, χορεύεις;"

Κανονικά, η Βάσια ήθελε να πει όχι, εφόσον ήξερε ότι ο Ντίνος ήταν ο χειρότερος Καζανόβας, όμως δεν μπόρεσε να αντισταθεί στο γαλάζιο ακαταμάχητο βλέμμα του.

"Ναι... Βέβαια." είπε και τον άφησε να την οδηγήσει στην πίστα. Εκτός από όμορφος, ήταν και καλός χορευτής επίσης. Οι κινήσεις του ήταν αξιοζήλευτες και τα χέρια του την άγγιζαν που και που, όμως όχι σε πονηρά σημεία.

"Σε έχουν πει ποτέ πόσο όμορφη είσαι;" της είπε καθώς χόρευαν μαζί.

Τι κλασική ατάκα για να ρίξεις μια γυναίκα... είπε από μέσα της η Βάσια.

"Το λες σε πολλές αυτό;"

"Μόνο σε όσες το αξίζουν. Τις πολύ όμορφες, δηλαδή." απάντησε ο Ντίνος και συνέχισε να χορεύει με επιδέξιες κινήσεις. Μετά από λίγο της είπε:

"Κουράστηκα. Πάμε να πιούμε ένα ποτό;"

"Ναι, γιατί όχι;"

Κάθισαν στο μπαρ και παράγγειλαν.

"Από που είσαι, Βάσια;" τη ρώτησε.

"Από την Αθήνα. Μετακόμισα εδώ με την οικογένεια μου πριν από περίπου τέσσερα χρόνια."

"Α, μάλιστα. Εγώ είμαι γέννημα θρέμμα Θεσσαλονικιός. Και τι σας έφερε στη Σαλονίκη, αν επιτρέπεται;"

"Οικογενειακά ζητήματα." απάντησε κάπως απότομα η Βάσια. "Αλλά δεν θα μείνω για πάντα εδώ. Θα προσπαθήσω να περάσω σε μια σχολή στην Αθήνα και θα γυρίσω εκεί."

"Σε τι σχολή θες να περάσεις;"

"Αστρονομία."

"Ενδιαφέρον. Δηλαδή μπορείς να με πας μια βόλτα...μέχρι τα αστέρια;" της είπε και την κοίταξε πάλι με εκείνο το βλέμμα.

H Βάσια όμως δεν θα έπεφτε τόσο εύκολα!

"Άμα σου δώσω καμία πάντως, θα βλέπεις αστεράκια σίγουρα! Για βόλτα δεν ξέρω!" αναφώνησε εκνευρισμένη. Ο Ντίνος γέλασε και φάνηκαν τα κατάλευκα δόντια του.

"Έλα, πλάκα σε κάνω. Το ξέρω πως δεν είσαι σαν τις άλλες." την καθησύχασε.

"Αλήθεια;"

"Φυσικά. Είσαι ένα πολύ ιδιαίτερο κορίτσι, Βάσια."

"Ε... Ευχαριστώ." Ο Ντίνος της έπιασε το χέρι.

"Θέλω πολύ να σε γνωρίσω καλύτερα. Νιώθω ότι ταιριάζουμε."

"Καλά, θα το δούμε αυτό."

"Δεν έχω τίποτα πονηρό στο μυαλό μου, να 'σαι σίγουρη. Πρώτη φορά γνωρίζω μια κοπέλα τόσο ξεχωριστή και ασυνήθιστη όσο είσαι εσύ."

"Μα μόλις τώρα με γνώρισες. Πού το ξέρεις ότι είμαι ασυνήθιστη και ξεχωριστή;"

"Το νιώθω και το βλέπω στα μάτια σου. Είσαι όμως λίγο εσωστρεφής, ε;"

"Ναι, η αλήθεια είναι ότι δεν συζητάω τα προσωπικά μου με τον καθένα."

"Αλλά είσαι και κοινωνική συγχρόνως." παρατήρησε ο Ντίνος. "Και τολμηρή επίσης."

"Ναι, όντως." συμφώνησε η Βάσια.

Ήθελε κι εκείνη να τον γνωρίσει καλύτερα... Πολύ καλύτερα για την ακρίβεια.

"Δεν μου είπες όμως, εσύ με τι ασχολείσαι;" τον ρώτησε.

"Κοίτα, εγώ τελείωσα πέρυσι το Λύκειο, αλλά δεν πέρασα πουθενά μέσω των Πανελληνίων. Του χρόνου οι γονείς μου θα με στείλουν στη Γερμανία να σπουδάσω Ιατρική σε ιδιωτικό Πανεπιστήμιο."

"Και είναι αυτό που θέλεις να κάνεις;" ρώτησε η Βάσια.

"Ναι. Έχει λεφτά και προοπτικές." απάντησε ο Ντίνος.

Όταν το πάρτι τελείωσε, η Βάσια είχε γνωριστεί κάπως καλύτερα με τον Ντίνο και του είπε σχεδόν τα πάντα για τον Μύρωνα. Δεν την ενδιέφερε όμως τώρα πια ο Μύρωνας. Σαν να τον ξέχασε ως δια μαγείας. Είχε μαγευτεί από τα μάτια και τα λόγια του Ντίνου και ήθελε τόσο πολύ να γίνει κάτι μεταξύ τους... Δεν την ένοιαζαν όλα αυτά που έλεγαν για εκείνον, ότι δηλαδή είναι παλιόπαιδο, ότι δεν κρατάνε οι σχέσεις του, ότι έχει ραγίσει πάρα πολλές καρδιές. Άλλωστε, αν ήταν τόσο ξεχωριστή για εκείνον, όπως της είπε, ίσως να άλλαζε για χάρη της.

Η Ελένη είδε τη Βάσια να φεύγει με τον Ντίνο και τσαντίστηκε. Πήγε προς το μέρος της και είπε:

"Βάσια, έρχεσαι λίγο;" την τράβηξε απ' το χέρι λέγοντας: "Μας συγχωρείς λίγο, Ντίνο." και την πήρε κάπου παράμερα. "Πας καλά, κοπέλα μου; Πού πας με αυτόν;"

"Θα με πάει σπίτι μου." απάντησε απλά η Βάσια. "Που είναι το κακό;"

"Ναι, καλά. Να σε πηδήξει θέλει. Και τέλος πάντων, γιατί με έγραψες όλο το βράδυ και ήσουν μαζί του;"

"Γιατί μ΄αρέσει."

"Κι εμένα μ' αρέσει όμως κι ενώ το ήξερες, δέχτηκες να χορέψεις μαζί του και να με παρατήσεις. Ωραία φίλη είσαι."

"Αφού εμένα επέλεξε, τι να κάνουμε; Κι εσύ το ίδιο θα έκανες στη θέση μου."

"Τι να σε πω, ρε Βάσια; Μπράβο σου." είπε ειρωνικά η Ελένη. "Άμα σε πληγώσει όμως και σε εκμεταλλευτεί, μην έρθεις να κλαφτείς σε εμένα." και γύρισε να φύγει.

Η Βάσια δεν έδωσε σημασία. Κατάλαβε ότι η κολλητή της τα είπα αυτά από ζήλια και ήξερε ότι θα της περνούσε.

Ο Ντίνος την οδήγησε στο μαύρο πανάκριβο αυτοκίνητο του. Στη διαδρομή, η καρδιά της Βάσιας χτυπούσε τρελά απ΄την αγωνία. Φοβόταν λίγο. Θα την πήγαινε όντως σπίτι της ή σε καμιά ερημιά να τη βιάσει; Η μήπως σπίτι του;

"Που στρίβω;" τη ρώτησε όμως εκείνος και καθυσηχάστηκε κάπως.

Του έδωσε οδηγίες και του είπε να την αφήσει πριν τη γωνία του σπιτιού της, για να μην τη δουν οι γονείς της να βγαίνει από ξένο αυτοκίνητο και τσακωθούν πάλι. Εκεί, τον άφησε να τη φιλήσει και η καρδιά της φτερούγισε. Τα χείλη του ήταν απαλά, η γεύση του μοναδική και οι κινήσεις της γλώσσας του την έκαναν να λιώσει.

"Θα με δώσεις το τηλέφωνο σου; Θέλω να συνεχιστεί αυτό που έχουμε." της είπε μετά.

"Ναι, και βέβαια." απάντησε η Βάσια και αφού έβγαλε ένα μπλοκάκι με στυλό απ' την τσάντα της, σημείωσε σε ένα χαρτάκι τον αριθμό της και του τον έδωσε.

"Θα σε πάρω αύριο το απόγευμα." της είπε και τη φίλησε πάλι. "Καληνύχτα, κούκλα."

"Καληνύχτα, Ντίνο." του είπε.

Ένιωσε μια μικρή ζάλη όταν βγήκε απ' το αυτοκίνητο, μα συνήλθε αμέσως. Πήγε σπίτι της κι έπεσε για ύπνο. Δεν μπορούσε όμως να κοιμηθεί γιατί τον σκεφτόταν.

Την επόμενη μέρα στο σχολείο σχεδόν σερνόταν απ' την έλλειψη ύπνου. Η Ελένη της ζήτησε συγνώμη σε κάποιο διάλειμμα.

"Δεν ξέρω τι μ' έπιασε... Ζήλεψα. Όμως κατάλαβα ότι αυτό που έχει σημασία είναι η ευτυχία σου. Και χθες που σε είδα με τον Ντίνο...φαινόσουν χαρούμενη."

"Είμαι χαρούμενη." τη διαβεβαίωσε η Βάσια. "Και σε συγχωρώ."

"Σ' ευχαριστώ. Έτσι κι αλλιώς ο Ντίνος δεν είναι για εμένα. Εσύ τουλάχιστον μπορείς να τον στρώσεις κάπως. Πάντως πρόσεχε μην πληγωθείς."

"Μην ανησυχείς." είπε η κολλητή της.

Έτσι κι αλλιώς, αποκλείεται να πληγωνόταν περισσότερο από τότε που οι γονείς της την χώρισαν με τον Μύρωνα.

Όταν σχόλασε, η Βάσια πήγε σπίτι της, ξάπλωσε και κατάφερε να κοιμηθεί λίγες ωρίτσες. Το απόγευμα την ξύπνησε η μητέρα της:

"Κάποιος νεαρός σε ζητάει στο τηλέφωνο. Ελπίζω να είναι για καλό σκοπό."

Η Βάσια σηκώθηκε αμέσως και πήγε τρέχοντας στο τηλέφωνο.

"Ναι;" είπε όσο πιο γλυκά μπορούσε.

"Γεια σου, κούκλα." Ήταν ο Ντίνος!

"Γεια σου Ντίνο. Τι κάνεις;"

"Καλά. Έλεγα να σε βγάλω για φαγητό το βράδυ, σ' ένα ταβερνάκι κάτω απ' το Λευκό Πύργο. Είσαι;"

"Ναι, τέλεια ιδέα. Τι ώρα;"

"Κατά τις οχτώ είναι καλά; Να έρθω να σε πάρω απ' τη γωνία που σε άφησα χθες;"

"Ναι, βέβαια. Θα τα πούμε."

"ΟΚ, γλύκα. Οχτώ η ώρα στη γωνία. Γεια."

Η Βάσια έκλεισε το τηλέφωνο και πανηγύρισε. Εκείνη τη στιγμή μπήκε η μητέρα της στο σαλόνι.

"Τι έγινε; Γιατί τόση χαρά;"

"Μανούλα, γνώρισα κάποιον και είναι τέλειος! Είναι όμορφος, γοητευτικός, έχει χιούμορ... Θα με βγάλει για φαγητό απόψε."

"Αλήθεια; Και πότε τον γνώρισες;"

"Χθες, στο πάρτι."

"Σώπα! Μην ενθουσιάζεσαι και πολύ όμως. Πρόσεχε. Μια μέρα τον ξέρεις."

"Μη φοβάσαι, μαμά. Θα προσέχω."

Το πρώτο ραντεβού κατέληξε σε φιάσκο. Καταρχάς, άργησε πάρα πολύ να έρθει να την πάρει. Τη χαιρέτησε με χειραψία, ενώ την προηγούμενη νύχτα την είχε φιλήσει. Τα μάτια του γυάλιζαν παράξενα.

Στο δρόμο της μίλησε ελάχιστα. Το ταβερνάκι που πήγαν ήταν ένα παρακμιακό, βρομερό "τρυπάκι" πίσω από ένα πανάκριβο εστιατόριο. Ο Ντίνος πήρε μεταξύ άλλων σκορδαλιά, τζατζίκι και τυροκαυτερή, απ' τα οποία η Βάσια τίποτα δεν της άρεσε, οπότε έφαγε απλά λίγο κρέας. Εννοείται πως ο Ντίνος έφαγε και απ΄τα τρία παραπάνω συνοδευτικά. Και μετά έσκυψε να τη φιλήσει. Η γεύση του ήταν απαίσια.

"Για πες, τι άλλα;" τη ρώτησε.

"Τα ίδια." απάντησε η Βάσια, χωρίς να έχει απολύτως τίποτα να πει.

"Ευτυχώς εσύ δεν μιλάς πολύ. Η πρώην μου δεν έβαζε γλώσσα μέσα." είπε ο Ντίνος. "Κάνει λίγο ζέστη εδώ, ε;" και άνοιξε το πουκάμισο του.

Η Βάσια παρατήρησε ότι φορούσε περισσότερα κοσμήματα και από την ίδια: τρεις χρυσές αλυσίδες και δύο σταυρούς. Ύστερα ο Ντίνος έριξε μια ματιά στην αντανάκλαση του στο τζάμι...και μετά κοίταξε την κοπέλα απέναντι.

"Εμ... Ντίνο, εδώ είμαι." του είπε ενοχλημένη η Βάσια.

"Α, ναι. Συγνώμη, αφαιρέθηκα. Λοιπόν, όπως σου έλεγα, εμείς οι δυο μπορούμε να περάσουμε πολύ καλά. Ειδικά στο σεξ, είμαι πολύ ικανός και ξέρω τι ζητάει η κάθε γυναίκα." Η Βάσια δεν ένιωθε καλά με αυτό το θέμα συζήτησης και αποφάσισε να του μιλήσει για το τηλεσκόπιο της. "Έχω κι εγώ τηλεσκόπιο." είπε ο Ντίνος. "Μια φορά, όταν ήμουν πιτσιρικάς, δεκαπέντε- δεκαέξι νομίζω, έπαιρνα μάτι τις γειτόνισσες."

"Ε... Μου το είπες και χθες αυτό." θυμήθηκε η Βάσια.

"Ναι; Ωχ, το είχα ξεχάσει." είπε ο Ντίνος και συνέχισαν να συζητούν για άλλα θέματα.

Όση ώρα μιλούσαν, η Βάσια παρατήρησε ότι απέφευγε διακριτικά να χρησιμοποιήσει το όνομα της, ενώ τελικά την είπε με το λάθος όνομα. Της πρώην του. Ύστερα η Βάσια προσπάθησε να σώσει λίγο την κατάσταση, λέγοντας του την ιστορία των γονιών του Μύρωνα. Την αγνόησε παντελώς καθ' όλη τη διάρκεια της περιγραφής της. Στο μεταξύ είχε αδειάσει μόνος του τρία καράφια κρασί, μέθυσε και άρχισε να γίνεται υπερβολικά διαχυτικός, γυρνούσε την κουβέντα διαρκώς στο σεξ, ενώ είχε την πιο δυνατή φωνή σε όλο το μαγαζί.

"Ρε μωρό...!" της είπε σε κάποια φάση. "Λύσε μου μια απορία: ζαχαροπλάστης είναι ο πατέρας σου;!"

Τι σαχλό κομπλιμέντο... είπε από μέσα της και απάντησε:

"Όχι, αρθρογράφος." Ύστερα παρατήρησε ότι τα μάτια του ήταν κολλημένα πάνω της. Και όχι στα μάτια της, όπως χθες. Στο στήθος της.

"Πάμε να φύγουμε." του είπε.

"Ό,τι θέλει το μωρό." είπε ο Ντίνος και έκανε νόημα στο σερβιτόρο.

Ήρθε ο λογαριασμός. Και την κοίταξε. Μόνο. Χωρίς να βγάλει πορτοφόλι να πληρώσει.

"Εμ... Ντίνο...;"

"Έλα, ρε μωρό. Εχθές δεν σε κέρασα; Ισότητα έχουμε."

Η Βάσια έβγαλε νευριασμένη το πορτοφόλι της, πλήρωσε και σηκώθηκε βιαστικά. Όταν βγήκαν έξω, ο Ντίνος τη χτύπησε- δήθεν ερωτικά- στα...οπίσθια.

"Τι ήταν αυτό;" τον ρώτησε.

"Ουπς... Συγνώμη, παρασύρθηκα." δικαιολογήθηκε.

"Μα για ποια με πέρασες;!" φώναξε η Βάσια.

"Συγνώμη, ρε μωρό... Έχω πιει λίγο παραπάνω και..."

"Οι βλακείες σου ξεκίνησαν πριν μεθύσεις! Και σταμάτα να με λες μωρό! Δεν τα έχουμε και ούτε πρόκειται!"

"Εντάξει, μη φωνάζεις. Να τα φτιάξουμε, τότε." είπε ο Ντίνος.

"Ξέρεις κάτι; Άσ' το. Κατάλαβα ότι δεν ταιριάζουμε." κατέληξε η Βάσια.

"Καλά, όπως νομίζεις. Να σε πάω σπίτι;"

"Προτιμώ να πάρω ταξί."

Καθόλου δεν στενοχωριόταν που η ιστορία της με τον Ντίνο είχε γρήγορο τέλος. Θα μπορούσε να του δώσει μια δεύτερη ευκαιρία, αν δεν είχε καταλάβει ότι το μόνο που ήθελε ήταν να τη ρίξει στο κρεβάτι.

Τελικά, σαν τον Μύρωνα δεν ήταν κανένας. Ή μήπως με τα χρόνια, άλλαξε κι εκείνος και είχε γίνει σαν τους άλλους; Αυτό φοβόταν η Βάσια περισσότερο απ' όλα.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top