19. Συνάντηση απ' τα Παλιά

2015

Πολλά είχαν αλλάξει στη ζωή της Βάσιας και των ανθρώπων γύρω της. Στα 35 της πλέων, ήταν μια ώριμη γυναίκα που συνδύαζε πάντα τη λογική με το συναίσθημα για να πάρει αποφάσεις. Είχε αρχίσει να κάνει παρέα με μια καινούργια γειτόνισσα, τη Νάντια Καλογήρου. Η Νάντια ήταν τριάντα χρονών, μοντέλο και πολύ προκλητική. Κοιτούσε περίεργα τον Μύρωνα και γι' αυτό η Βάσια απέφευγε να την φέρνει σπίτι όταν ήταν κι εκείνος εκεί. Προτιμούσε να πηγαίνει στο δικό της ή να βγαίνουν έξω για καφέ. Όπως ήταν φυσικό, η Νάντια ήταν κι εκείνη πλούσια και ζούσε σε μια μοντέρνα βίλα μαζί με τη μικρότερη αδελφή της, τη Νίνα, 25 χρονών.

Είχαν τεράστιες διαφορές. Η Νάντια ήταν μια πληθωρική ξανθιά με πλούσιο "σιλικονάτο" στήθος και ντυνόταν πάντα με πανάκριβα προκλητικά ρούχα. Ήταν παθιασμένη με την τεχνολογία, είχε το πιο καινούργιο iphone, ανέβαζε στα σόσιαλ οτιδήποτε έκανε και έβγαζε συνεχώς φωτογραφίες τον εαυτό της. Όλοι απορούσαν πως ταίριαξε έτσι με τη Βάσια κι έγιναν κολλητές. Η αδελφή της, η Νίνα, ήταν πολύ διαφορετική τόσο από τη Νάντια, όσο και από τη Βάσια. Ήταν πιο αδύνατη, με βαμμένα καστανοκόκκινα μαλλιά και ντυνόταν πιο αθλητικά. Δούλευε ως σεφ σε ένα κοντινό εστιατόριο και ομολογουμένως ήταν μια από τις νεότερες γυναίκες σεφ παγκοσμίως.

Ο Μύρωνας είχε αλλάξει κι αυτός πολύ. Στα 35 του είχε γίνει ακόμα πιο γοητευτικός και το μουστάκι που ξεκίνησε να αφήνει του έδινε έναν αέρα αρχοντιάς, γιατί θύμιζε άλλες εποχές. Η Νάντια κόλλησε μαζί του από την πρώτη στιγμή που τον είδε, ή μάλλον κόλλησε με τα λεφτά του, τα οποία ήταν πολύ περισσότερα από τα δικά της. Όμως ήταν τελείως απλησίαστος κι έτσι η Νάντια αρκούνταν προς το παρόν στη φιλία με τη γυναίκα του.

Η Βάσια επανασυνδέθηκε επίσης με την κουμπάρα της, την Κατερίνα και έβγαιναν μια στο τόσο για να πουν τα νέα τους. Αυτή δούλευε ως καθαρίστρια σε διάφορα σπίτια. Είχε κρυφό δεσμό με έναν παντρεμένο, στο σπίτι του οποίου καθάριζε. Εκείνος λεγόταν Δημήτρης (40 χρονών), είχε μια σύζυγο τελείως αδιάφορη και δυο κόρες στην εφηβεία που συνεχώς τσακώνονταν. Η Κατερίνα τον είχε ερωτευθεί τρελά.

"Είμαι τόσο χαρούμενη... Χθες μου είπε πως με αγαπάει και ότι θα χωρίσει τη γυναίκα του για να είμαστε κανονικά μαζί. Δεν θα χρειάζεται να κρυβόμαστε, ούτε θα κάνουμε μόνο σεξ στο σπίτι." Είπε μια μέρα στη Βάσια.

Είχε πάει σπίτι της και κάθονταν στο σαλόνι, ενώ ο Μύρωνας έλειπε στη δουλειά.

"Λυπάμαι που θα στο χαλάσω, φιλενάδα, όμως δεν πρέπει να τον πιστέψεις." της είπε η Βάσια. "Αυτά τα λόγια λένε όλοι οι παντρεμένοι και ποτέ δεν τα εννοούν. Μην περιμένεις να διαλύσει το σπίτι του για χάρη σου."

"Ναι, όμως ο γάμος του με τη Μαρία πάει από το κακό στο χειρότερο. Δεν αγαπιούνται πλέων. Είναι μαζί μόνο για τις κόρες τους." είπε με ελπίδα.

Η Βάσια απορούσε με τη φίλη της, που ακόμα και τώρα, στα 35 της, δεν είχε ωριμάσει καθόλου.

"Εγώ σου λέω ότι απλά έχει συμβιβαστεί με αυτή την κατάσταση και δεν θέλει να την αλλάξει." έκανε μια τελευταία προσπάθεια να τη βάλει στη θέση της. "Έχει τη γυναικούλα του, η οποία τον φροντίζει, τον ταΐζει και λοιπά και απ' την άλλη έχει μια γκόμενα, εσένα, που ξέρει ότι τον αγαπάς, σε πηδάει όποτε θέλει και δεν τον αφήνεις επειδή πιστεύεις τα λόγια του."

"Τι να πω... Μόνο το μέλλον θα δείξει." κατέληξε η Κατερίνα και αποφάσισε να αλλάξει θέμα: "Ο αδελφός σου τι κάνει; Έχει καμία τώρα;"

"Ο Μιχάλης είναι ένας ορκισμένος εργένης που λέει συνέχεια ότι δεν πρόκειται να παντρευτεί. Έχει την καριέρα του ως ποδοσφαιριστής, κατά καιρούς κάνει διάφορες σχέσεις αλλά ως εκεί." εξήγησε η Βάσια.

"Εγώ πιστεύω ότι δεν έχει βρεθεί ακόμα η κατάλληλη για να τον τυλίξει." είπε η Κατερίνα, που ήξερε κατά βάθος ποια ήταν η αιτία για αυτή τη συναισθηματική αστάθεια του Μιχάλη.

Ήταν η ίδια. Μετά το άσχημο παιχνίδι που του είχε παίξει όταν ήταν μαζί, ο Μιχάλης δεν εμπιστεύθηκε ξανά καμία άλλη γυναίκα, ούτε να αγαπήσει ήταν ικανός.

"Στα 38 του θα έπρεπε ήδη να έχει βρεθεί κάποια." σχολίασε η Βάσια. "Δεν πρόκειται να παντρευτεί ποτέ του. Έχει δίκιο η μάνα μου που έμεινε με αυτόν τον καημό." Το κουδούνι της πόρτας διέκοψε τη συζήτηση των δύο κουμπάρων.

Η Βάσια πήγε να ανοίξει. Ήταν ένας άντρας κοντά στην ηλικία της, με μαύρα μαλλιά, γεροδεμένος, περιποιημένο μούσι και ένα ακαταμάχητο γαλάζιο βλέμμα, που της θύμιζε κάτι απ' τα παλιά.

"Καλησπέρα, Βάσια." της είπε. Η Βάσια είχε χάσει τη φωνή της. 

"Ο Ντίνος Λούθερης είμαι. Με θυμάσαι;" Και βέβαια τον θυμόταν. Ήταν εκείνος που λίγο έλειψε να γίνει ο πρώτος της.

"Γεια." κατάφερε τελικά να πει. "Πώς...βρέθηκες εδώ;"

"Μόλις μετακόμισα στο τριώροφο λίγο πιο πέρα. Ξέρεις, αυτό που μοιάζει με πύργο..."

"Ναι, φυσικά και το ξέρω. Πώς και βρέθηκες εδώ απ' τη Θεσσαλονίκη;"

"Πήρα μετάθεση στο ΚΑΤ. Είμαι χειρούργος."

"Αλήθεια; Μπράβο σου." 

"Να περάσω;"

"Ναι, φυσικά."

"Άλλαξες." της είπε κοιτώντας την από πάνω ως κάτω. Όντως, η Βάσια ήταν πλέων μια κυρία.

Τα μαύρα μαλλιά της έλαμπαν όπως και τότε και το σώμα της ήταν άψογο, παρόλο που είχε κάνει και δυο παιδιά. Φορούσε κόκκινο κολλητό μπλουζάκι και ασορτί φούστα μέχρι το γόνατο, συνδυασμένα με μαύρες γόβες. Την ακολούθησε στο σαλόνι, θαυμάζοντας τις καμπύλες της και κυρίως τα οπίσθια της. Η Κατερίνα σηκώθηκε γοητευμένη όταν μπήκαν στο σαλόνι.

"Κατερίνα, να σου συστήσω τον Ντίνο Λούθερη, έναν παλιό μου φίλο απ' τη Θεσσαλονίκη. Ντίνο, από εδώ η κουμπάρα μου η Κατερίνα."

"Χάρηκα." της είπε ο Ντίνος και της έσφιξε το χέρι σε μια θερμή χειραψία.

"Κι εγώ." απάντησε εκείνη με χαμόγελο.

Κάθισαν και ο Ντίνος είπε:

"Για την ακρίβεια, είχαμε μια περιπέτεια με τη Βάσια όταν ήμασταν μικροί, την τελευταία της χρονιά στο Λύκειο."

"Ναι, μου είχε μιλήσει για σένα." είπε η Κατερίνα.

"Ω... Βλέπω η φήμη μου εξαπλώθηκε μέχρι και την Αθήνα." σχολίασε ο άλλος, κοιτάζοντας τη Βάσια με νόημα. Η Βάσια ένιωθε άβολα έτσι όπως την κοιτούσε. Τι στο καλό ήθελε πάλι αυτός από τη ζωή της;

Δεν μπορούσε να βρει καμία κατάλληλη δικαιολογία για να τον διώξει και η ώρα περνούσε. Εκείνος μιλούσε ασταμάτητα με την Κατερίνα, ενώ φλέρταρε και τις δύο! Δεν είχε αλλάξει καθόλου τελικά. Και τώρα που έμενε και κοντά, θα τον είχε συνέχεια μες στα πόδια της.

Η Κασσιόπη κατέβηκε στο σαλόνι για να ρωτήσει κάτι τη μαμά της, κοντοστάθηκε στην πόρτα όμως όταν είδε τον άγνωστο άντρα.

"Γεια σας." είπε ντροπαλά.

Ο Ντίνος έμεινε έκπληκτος.

"Η κόρη σου;" ρώτησε τη Βάσια.

"Ναι, η Κασσιόπη. Κασσιόπη, από εδώ ένας παλιός μου φίλος, ο Ντίνος Λούθερης."

"Χάρηκα. Εμ... Μαμά, μετά έρχεσαι λίγο πάνω να σου πω;"

"Ναι γλυκιά μου, έρχομαι σε λίγο." είπε η Βάσια και η κόρη της αποχώρησε.

"Απίστευτο... Είναι ολόιδια εσύ." είπε ο Ντίνος. "Πόσο είναι;"

"Δεκαπέντε, γι' αυτό κράτα τα μάτια σου μακριά της." τον προειδοποίησε η Βάσια, ενώ η Κατερίνα έπνιξε ένα γέλιο, γιατί είχε καταλάβει τι είδους άντρας ήταν ο Ντίνος.

Η Κασσιόπη ήταν μια γλυκιά, ντροπαλή έφηβη, με μια μεγάλη λατρεία για τη μουσική. Από πολύ μικρή είχε μάθει να παίζει το παλιό οικογενειακό όργανο, αλλά και κλασικό πιάνο, το οποίο βρισκόταν σε μια γωνία του δωματίου της. Είχε μακριά μαύρα μαλλιά και φορούσε γυαλιά μυωπίας, τα οποία της έδιναν ακόμα μεγαλύτερη χάρη. Το ντύσιμο της ήταν περίεργο για δεκαπέντε χρονών και ειδικά για την εποχή που ζούσε: σκούρα χρώματα, κυρίως μαύρο και μοβ, μακριές γοτθικές φούστες και τα πιο περίεργα φορέματα σε επίσημες περιπτώσεις. Στο σχολείο την ήξεραν ως "η γκοθού" και πολλοί την φώναζαν "φρικιό", και δυσκολευόταν να κάνει παρέες, ειδικά τη στιγμή που ήταν η καλύτερη μαθήτρια της τάξης. Δεν είχε προφίλ στα σόσιαλ και γενικά δεν ασχολιόταν καθόλου με υπολογιστές, σε αντίθεση με τον αδελφό της Αλέξανδρο.

Ο Αλέξανδρος σε ηλικία δέκα χρονών γνώριζε τα πάντα σχετικά με τους υπολογιστές και τα βιντεοπαιχνίδια. Ήταν ο πρώτος που πήρε το Playstation 4, με αποτέλεσμα όλοι οι φίλοι του να τον ζηλεύουν. Σαν χαρακτήρας ήταν λίγο πιο κοινωνικός από την αδελφή του, αλλά ένιωθε πολύ διαφορετικός, σαν να προερχόταν από άλλο κόσμο. Φορούσε κι εκείνος γυαλιά και το ντύσιμο του ήταν αυστηρό σε σχέση με άλλα παιδιά της ηλικίας του. Σε αντίθεση με την Κασσιόπη, στον Αλέξανδρο η Βάσια είχε καταφέρει να του περάσει την περιέργεια για το σύμπαν και τους εξωγήινους, έτσι πολύ συχνά έκανε συζητήσεις μαζί της σχετικά με την αστρονομία και την ύπαρξη ζωής σε άλλους πλανήτες. Επίσης, έβλεπαν πολύ συχνά μαζί σχετικές ταινίες, ντοκιμαντέρ και έκαναν επισκέψεις στο Πλανητάριο, πράγμα το οποίο τους μάγευε και τους ταξίδευε έτη φωτός μακριά απ' τη Γη.

Ο Μύρωνας γύρισε απ' τη δουλειά. Μπήκε στο σαλόνι και σάστισε μόλις είδε τον άγνωστο άντρα να κάθεται με τη γυναίκα και την κουμπάρα του. Ωστόσο, συστήθηκε ευγενικά, χωρίς να ξεχάσει τους τρόπους και το κύρος του:

"Καλησπέρα." είπε και του έσφιξε το χέρι. "Μύρωνας Γεωργίου, σύζυγος της Βάσιας." Ο Ντίνος επίσης συστήθηκε με ένα θερμό χαμόγελο:

"Χάρηκα, κύριε Γεωργίου. Λέγομαι Ντίνος Λούθερης και είμαι ένας παλιός φίλος της Βάσιας απ' τη Θεσσαλονίκη. Μόλις μετακόμισα στον τριώροφο πύργο λίγο πιο κάτω."

Η Βάσια παρακολουθούσε με αγωνία τη σκηνή και διέκρινε την ένταση στο βλέμμα του Μύρωνα. Σίγουρα θα είχε θυμηθεί ποιος ήταν, αφού η ίδια του είχε μιλήσει σχετικά με αυτόν και για τη σύντομη περιπέτεια που είχαν.

"Θα μείνετε μαζί μας για φαγητό, κύριε Λούθερη;" τον ρώτησε ο Μύρωνας αναγκαστικά, από ευγένεια. "Η γυναίκα μου μαγειρεύει εκπληκτικά." Για καλή του τύχη όμως, ο Ντίνος αρνήθηκε λέγοντας:

"Θα το ήθελα, αλλά έχω κάποιες δουλειές να τακτοποιήσω. Ίσως κάποια άλλη φορά. Και πάλι χάρηκα για τη γνωριμία."

"Κι εγώ θα φύγω τώρα. Ας πάμε μαζί μέχρι ένα σημείο." είπε η Κατερίνα και σηκώθηκε.

Χαιρέτησαν τους Γεωργίου και η Βάσια τους συνόδευσε μέχρι την έξοδο. Μόλις έφυγαν, έκλεισε την πόρτα ανακουφισμένη.

"Τι ήθελε αυτός εδώ;" τη ρώτησε ο Μύρωνας.

"Αφού έγινε γείτονας μας, υποτίθεται πως έπρεπε να έρθει για να δηλώσει την παρουσία του και να συστηθεί μαζί σου."

"Δεν θέλω να έχεις πολλές παρτίδες μαζί του. Καταλαβαίνεις πιστεύω το λόγο." Η Βάσια θύμωνε όταν της απαγόρευε πράγματα με αυτόν τον τρόπο.

"Επειδή είναι πρώην μου;" ρώτησε νευριασμένη. "Και τι μ' αυτό; Μια βδομάδα τα είχαμε μόνο και αυτό έγινε πριν από είκοσι χρόνια!"

"Λιγότερο από είκοσι χρόνια, νομίζω." τη διόρθωσε ο άντρας της. "Και όχι, δεν στο λέω για αυτό. Αλλά επειδή θυμάμαι τι μου είχες πει τότε για εκείνον και επίσης, είδα πως κοιτούσε εσένα και την Κατερίνα, σαν ξελιγωμένος. Που σημαίνει πως είναι ο ίδιος όπως παλιά. Γι' αυτό μείνε μακριά του, σε παρακαλώ."

"Δεν ήταν ανάγκη να μου το πεις εσύ. Δεν έχω ούτως η άλλως σκοπό να κάνω παρέα μαζί του." είπε πιο ήρεμα η Βάσια αυτή τη φορά.

"Μου το υπόσχεσαι;" τη ρώτησε ο Μύρωνας και πλησίασε, κοιτάζοντας τη στα μάτια.

Η Βάσια τον αγκάλιασε και είπε:

"Αφού σε λατρεύω και δεν έχω μάτια για άλλον, αγάπη μου. Είναι δυνατόν να δώσω σημασία σε αυτόν τον ζιγκολό τον Λούθερη;"

"Είσαι όμορφη γυναίκα και όλοι σε θαυμάζουν, Βάσια. Γι' αυτό ζηλεύω."

"Όμως είμαι δική σου. Μόνο δική σου, για πάντα." του είπε η Βάσια και τον φίλησε.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top