Κεφάλαιο 9°
«Να νικά ο ανάξιος τον άξιο. Που η άξια του η ίδια
τον έχει από πριν νικήσει. Ποιος θα άντεχε
να κουβαλάει το ασήκωτο βάρος της ζωής να σέρνεται
να ερημώνει να στραγγίζει ιδρώτας η ψυχή του
αν δεν ήταν ο τρόμος. Γι αυτό πού στέκεται εκεί
Εκεί που αρχίζει ό θάνατος. Σ αυτήν την άγνωστη γη
που σε κανέναν ορίζοντα μακρυά κανείς. Ποτέ δεν είδε
Κι εκείνοι που ξεκίνησαν και φύγαν
ποτέ δεν ξαναφάνηκαν στην πύλη»
Σαίξπηρ
_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_
Τα φαναράκια ήταν αναμμένα και το κίτρινο φως τους έλαμπε αχνά μέσα στη πυκνή πρωινή ομίχλη. Της άρεσε εκείνη η αίσθηση. Ένιωθε ότι ζούσε σε μια άλλη εποχή. Ακόμα και το πανεπιστήμιο σαν κτήριο, ήταν λες και ξεπήδησε από το μεσαίωνα.
Πέρασε το βράδυ στο σπίτι του Λίαμ μα όπως κάθε άλλη φορά, την άφησε σε ένα στενό και πήγε πρώτος στη σχολή. Είχαν βρει το ιδανικό μέρος. Άνθρωπος δεν περπατούσε εκεί.
Ήταν πάρα πολύ χαρούμενη. Τα αποτελέσματα της έδειξαν υψηλό μέσο όρο και το γιόρτασαν μαζί. Της είχε μείνει ένα ακόμα εξάμηνο και ύστερα θα μπορούσε επιτέλους να βγει στην αγορά εργασίας και να επισημοποιήσουν τη σχέση τους. Όχι πως μίλησαν για κάποιο μεγάλο βήμα αλλά ακόμα και το γεγονός πως δε θα ήταν ανάγκη να κρύβονται, ήταν αρκετό.
Φτάνοντας έξω από τη πύλη, είδε αρκετό κόσμο μαζεμένο έξω. Ίσως πρώτη φορά έβλεπε με τέτοιο καιρό τους μαθητές στο προαύλιο.
"Καλημέρα Στίβεν" αποκρίθηκε προς έναν μαθητή από το τμήμα της που ήταν πιο κοντά "Τι συμβαίνει;"
"Καλημέρα. Δεν ξέρω Άλισον. Ο πρύτανης μας ζήτησε να βγούμε όλοι γιατί θα έκανε μια ανακοίνωση..." της είπε και εκείνη τον ευχαρίστησε και προχώρησε ψάχνοντας τα κορίτσια.
"Τη προσοχή σας παρακαλώ!" ακούστηκε ξαφνικά από τα μεγάφωνα και σταμάτησε το βήμα της "Θα ήθελα να σας ενημερώσω μετά λύπης ότι ο χορός για το τέλος του έτους δε θα πραγματοποιηθεί" σουσουρο ξέσπασε αμέσως ολόγυρα της "Ο λόγος είναι πολύ δυσάρεστος και δεν έχουμε επιλογή" η Άλισον ένιωσε περίεργα. Δεν ήθελε διόλου να ακούσει κανένα δυσάρεστο γεγονός μέσα στη χαρά της. Οι μαθητές σώπασαν περιμένοντας ανυπόμονα τις επόμενες λέξεις του "Δεν έχει νόημα να μη σας το πω αφού σε λίγο θα κυριαρχεί σε όλες τις ειδήσεις. Σήμερα το πρωί εντοπίστηκε άγρια δολοφονημένη στο σπίτι της, η δεσποινίς Άντερσον" η Αλισον έβαλε αμέσως το χέρι στο στόμα έντρομη. Κάποιοι μαθητές ξέσπασαν σε κλάματα, ενώ μερικοί βυθίστηκαν στη σιωπή τους. "Την υπόθεση ήδη την ερευνά η αστυνομία. Εμείς σαν φόρο τιμής προς το πρόσωπο και την εξαιρετική της παρουσία εδω, οφείλουμε να δείξουμε σεβασμό. Θα ακυρωθούν επίσης και όλες οι αθλητικές εκδηλώσεις. Σήμερα δε θα πραγματοποιηθεί κανένα μάθημα. Είστε ελεύθεροι να αποχωρησετε"
Ήταν σε σοκ...
Κοιτούσε αλλοπρόσαλα γύρω της και δε μπορούσε να διανοηθεί αυτό που μόλις άκουσε. Λεπτά πριν ήταν η πιο χαρούμενη γυναίκα και τώρα ένιωθε τα πόδια της να καταρρέουν...
Ναι φυσικά και είχε ζηλέψει εκείνη τη μέρα αλλά σε γενικές γραμμές ήταν η πιο ευχάριστη παρουσία στο Πανεπιστήμιο. Εκτός αυτού , είχε συνηθίσει το φλερτ της προς το Λίαμ και της φαινόταν γλυκό ξέροντας ότι δεν είχε καμία ελπίδα.
"Άλισον!" Γύρισε και είδε τα κορίτσια να πλησιάζουν. "Το άκουσες; Απίστευτο ..." μίλησε η Κλάρα πρώτη.
"Όντως... Ειλικρινά δεν έχω λόγια"
Η Ορόρα έστεκε αμίλητη και δακρυσμένη.
"Ποιος θα μπορούσε να βλαψει έναν τόσο ήρεμο άνθρωπο...."
"Δεν ξέρω Κλάρα. Το μόνο που ξέρω ότι έχω αρχίσει να αγριευομαι..." της απάντησε η Άλισον.
Ένιωσε το κινητό της να χτυπάει και βγάζοντας το από τη τσέπη το κοίταξε και αναστεναξε "Πρέπει να απαντήσω..." τους είπε και απομακρύνθηκε
"Έρχομαι να σε πάρω. Σε δέκα λεπτά στο γνωστό μέρος" της είπε μόνο και η κλήση τερματίστηκε. Ήταν σίγουρη πως έμαθε και εκείνος τα νέα... Ήταν τόσο περίεργο... Χθες την άκουγε να γελάει και σημερα ήταν νεκρή... Ανατριχιασε στη σκέψη...
"Κορίτσια πρέπει να φύγω δυστυχώς..." ανακοίνωσε επιστρέφοντας
"Θα έρθεις το βράδυ στην ολονυχτία; Είπαμε να οργανώσουμε μια βραδιά για εκείνη..."
"Δεν ξέρω αν είναι σωστό Κλάρα... Ας αφήσουμε τη ψυχή της να αναπαυθεί"
"Δε θα είναι πάρτι. Απλώς θα μιλήσουμε για εκείνη , θα θυμηθούμε κάποιες στιγμές και θα προσευχηθούμε Άλισον..."
"Αν βρω χρόνο θα έρθω... Ορόρα είσαι εντάξει;" γύρισε προς το μέρος της "Λέξη δεν έχεις πει"
Η κοπέλα τη κοίταξε βουρκωμενη
"Είμαι σοκαρισμένη... Θα μπορούσα να είμαι στη θέση της... Δεν πέρασα και λίγα"
"Έχεις δίκιο, με συγχωρείς. Και ακόμα δεν τον έχουν πιάσει..." Η Άλισον ανασκουμπώθηκε και έκανε παύση "Πρέπει να φύγω. Θα σας δω αν είναι το βράδυ..."
-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-
"Μα ποιος θα έκανε κάτι τόσο τερατώδες! Δεν είναι ένας απλός φόνος Λίαμ! Τη βρήκαν σφαγμένη τη γυναίκα!" Η Άλισον πήγαινε περα δώθε. Είχαν πάει σπίτι του και εκείνη δεν έλεγε να ημερεψει. "Θυμάσαι που σου είπα ότι νόμιζα ότι είδα έναν άντρα να με ακολουθεί στο πάρκο; Έγινε και αυτό τώρα, προηγήθηκε και η επίθεση στην Ορόρα... Δε ξέρω. Φοβάμαι..."
"Ηρέμησε... Έλα εδώ..." επιασε απαλά το χέρι της και κάθισαν στο καναπέ. Τη σκέπασε με τη τεράστια γκρι κουβέρτα που της άρεσε και εκείνη χουχουλιασε στην αγκαλιά του. "Δε θα αφήσω να σου συμβεί τίποτα. Εντάξει; Θα κοιμάσαι εδώ κάθε βράδυ"
"Αυτό είναι επίφοβο..."
"Δεν με ενδιαφέρει... Στα κομμάτια και η δουλειά μου και όλα. Αν χρειαστεί θα πάρω την ευθύνη και εσένα δε θα σε πειράξει κανείς... Αλλά μόνη σου δε θα σε αφήσω να μείνεις..."
"Είναι τόσο τρομερό Λίαμ..." Η Άλισον έβαλε τα κλάματα "Χθες γελούσε στο γραφείο σου... Έκανα τη πλάκα μου και ήμουν χαριυμενη. Ποτέ όμως δε θα μπορούσα να φανταστώ το σήμερα..."
"Μην κλαίς μικρή μου... Μη ξεχνάς ότι από τη μέρα που γεννιομαστε, πεθαίνουμε και δε το ξέρουμε..." Η Άλισον κλαψουρισε. "Το γραμμένο του καθενός, κανείς δε το ξέρει..." Ο Λίαμ την έσφιξε στην αγκαλιά του.
"Όλα καλά... Θα μείνεις εδώ και όλα καλά..."
-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-
Έξι μήνες αργότερα....
Πλάνο (Plano) Collin County,
Τέξας - Ηνωμένες Πολιτείες
"Λοιπόν; Πως σου φαίνεται;" είχαν παρκάρει το αμάξι στην άκρη του δρόμου και η Άλισον κοίταζε έκπληκτη το κτήριο μπροστά τους.
"Σου είπα δεν είναι κατοικήσιμο καινοδβε είναι λιγάκι έξω από τη πόλη, αλλά εδώ μεγάλωσα. Είναι καθαρό περιβάλλον. Ασφαλές...
Μπορούμε να το φτιάξουμε και να ζήσουμε επιτέλους μια ήρεμη ζωή αγάπη μου...Είμαι σίγουρος ότι μια δασκάλα με τα δικά σου προσόντα θα ήταν χρήσιμη στη περιοχή. Επίσης θα εργαστώ και εγώ είτε από το σπίτι είτε σε κάποιο από τα σχολεία της πόλης... Περάσαμε αρκετά. Νομίζω έχουμε ανάγκη από ένα τέτοιο βήμα..." και είχε δίκιο...
Το τελευταίο εξάμηνο ήταν δύσκολο από κάθε άποψη. Μπορεί η Άλισον να αρίστευσε τελικά και να πήρε το πτυχίο της αλλά πέρα από αυτό , όλα τα υπόλοιπα ήταν αγχωτικά και γεμάτα φοβο.
Έπειτα από το θάνατο της Άντερσον έμειναν μαζί. Η καθημερινή ένταση όμως μη τους πιάσουν έφερε μεγάλη πίεση σε εκείνη ενώ πέρα από αυτό έλεγε συνεχώς ψέματα και στις φίλες της και ένιωθε άσχημα.
Αυτο όμως δεν ήταν τίποτα μπροστά σε όσα έγιναν στα μέσα του έτους...
Η Άλισον ένιωθε ότι κάποιος τη παρακολουθεί. Είτε στο δρόμο είτε στο πανεπιστήμιο. Μόνο όταν ήταν με τον Λίαμ ένιωθε ασφάλεια. Σαν κερασάκι στη τούρτα ήρθαν οι επιθέσεις σε άλλες δύο κοπέλες που τη συντάραξαν.
Με τον Λίαμ είχαν συζητήσει το μέλλον τους και εκείνος της ξεκαθάρισε πως το θέλει μαζί της. Δεν είχαν ιδέα πως θα πορευθούν όταν ένα πρωί τον ενημέρωσαν πως οι γονείς του πέθαναν. Η Άλισον ήξερε ότι δεν είχαν επαφές. Ποτέ δεν ενέκριναν την καριέρα του με αποτέλεσμα να υπάρχουν συνεχώς προστριβές όσο εκείνος μεγάλωνε. Θεωρούσαν ότι αδικεί τον εαυτό του ενω ο Λίαμ ότι κάνει την υπέρβαση στη ζωή του και διεκδικεί όσα αγαπά. Είχαν πάνω από είκοσι χρόνια να μιλήσουν. Ο Λίαμ δε πάτησε το πόδι του ούτε στη κηδεία. Παρόλα αυτά όμως, σαν μοναχοπαίδι, πήρε όλη τη περιουσία πάνω του. Μεσα σε αυτή εκτός από ένα υπερβολικά μεγάλο χρηματικό ποσό, ήταν και αυτό το σπίτι.
Συζήτησαν για βδομάδες πριν πάρουν την απόφαση να το επισκεφθούν μετά την αποφοίτησή της. Της έδωσε φυσικά και εναλλακτική... Θα έκαναν λίγα ταξίδια μέχρι να το επισκευάσουν, θα ηρεμούσαν και ύστερα θα επέστρεφαν και θα άνοιγαν καινούρια σελίδα στη ζωή τους.
Η Άλισον συμφώνησε. Αν και οι γονείς της ήθελαν να τη δουν να διδάσκει στο μεγαλύτερο πανεπιστήμιο της Βοστώνης εκεινη δεν ήθελε. Οι σχέσεις τους άλλωστε ήταν αρκετά τεταμένες. Και μόνο που τολμούσαν να εκφέρουν γνώμη για το μέλλον της, την εξόργιζε.
"Αγάπη μου; Έπαθες σοκ έτσι; Μη το βλέπεις έτσι..." της είπε βλέποντας τη σιωπηλή
"Είναι... Είναι πανέμορφο Λίαμ" ξεστόμισε και εκείνος αναστεναξε
"Και γιατί δε το λες τόση ώρα και έχω πάθει εγκεφαλικό;! Με τη τρέλα που σε δέρνει έπρεπε να το φανταστώ ότι θα σου φαινόταν υπέροχο" αστείευτηκε
"Όχι, πραγματικά είναι όμορφο... Δε θέλω να πειράξουμε τίποτα εξωτερικά..." Πλησίασαν και εκείνη έμεινε να το κοιτάζει
"Να βάλουμε μπρος τις επισκευές τότε;" ο Λίαμ στάθηκε μπροστά της, έπιασε τα χέρια της και τα φίλησε "Μας αξίζει αγάπη μου... Για όλο το άγχος που φάγαμε και τη στεναχώρια"
"Το ξέρω..."
"Λοιπόν; Έχουμε συμφωνία δεσποινίς Μπλέικ;" την είπε πονηρά και εκείνη τον έσφιξε στην αγκαλια της.
"Εννοείται καθηγητά Σμιθ!"
Έμειναν αγκαλιασμενοι να κοιτάζουν ένα ερειπωμένο σπίτι έχοντας για οδηγό τους το άγνωστο...
Ήταν τεράστιο βήμα. Σίγουρα όμως θα ήταν για καλό...
Το ένιωθε...
Πως να μην ήταν άλλωστε όταν πλαι της θα ήταν εκείνος;
Ο μόνος άντρας που αγάπησε και θα αγαπούσε πάντα...
-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-
Έξι χρόνια πριν
Κομητεία Αϊόβα
Ηνωμένες πολιτείες
"Γρήγορα Τζόσουα! Τρέξε και κρύψου όπως ακριβώς σου είπα!"
Ο μικρός είχε πλανταξει από το κλάμα
"Φοβάμαι μπαμπά. Η μαμά... Γιατί δεν είναι εδώ η μαμά;"
"Κοίταξε με" τον έπιασε από το πρόσωπο και τον ανάγκασε να το κάνει ενώ ο ίδιος έτρεμε ολόκληρος. Πως να εξηγήσεις σε ένα παιδάκι 3 ετών όσα έγιναν; "Πήγαινε και κρύψου στον αχυρώνα. Μη τολμήσεις να βγεις από εκεί αν δεν έρθω εγώ ο ίδιος. Θυμάσαι το σύνθημα μας;" Ο μικρός κούνησε το κεφάλι του. "Μη κλαίς. Μη φωνάξεις. Μη βγάλεις άχνα αν δεν ακούσεις το σύνθημα μου... Εντάξει;" Τον φίλησε στο μέτωπο και τον αγκάλιασε σφιχτά "Τρέξε Τζόσουα! Τρέξε! Και να θυμάσαι... Ο μπαμπάς σ'αγαπαει..."
Τον έβλεπε να απομακρύνεται και τα μάτια του γέμισαν δάκρυα...
Σηκώθηκε. Πήρε το περίστροφο και πήγε στη κουζίνα... Το αποκεφαλισμενο της σώμα ήταν ακόμα στην ίδια θέση ενώ το κεφάλι της, λίγα μέτρα παραπέρα πεταμένο και πνιγμένο στα αίματα της... Το κορμί της ήταν διαλυμένο. Πετσοκομμενο σε κάθε σημείο...
Ήθελε να ουρλιάξει...
Να φωνάξει, Να τα βάλει όλα φωτιά...
Μα δεν έκανε τίποτα...
Έσκυψε, πήρε το κεφάλι της και το έβαλε κοντά στο σώμα...
Ύστερα τη σκέπασε με ένα σεντόνι και όπλισε...
"Μπαμπακα;" λίγο πριν πατήσει τη σκανδάλη, άκουσε τη φωνή του γιου του και τα μάτια του ξέσπασαν σε λυγμούς. Έκλαιγαν στα βουβά και εκείνος δεν ήθελε ούτε να γυρίσει...
"Τι... Τι σου είπα Τζόσουα..." δάγκωσε τις λέξεις μια προς μια και έκλεισε τα βλέφαρα του...
Το κρυφτό είχε μόλις τελειώσει...
🖤🖤🖤
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top