Κεφάλαιο 8°

ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ
(1904)

Σὰν σώματα ὡραῖα νεκρῶν ποὺ δὲν ἐγέρασαν
καὶ τἄκλεισαν, μὲ δάκρυα, σὲ μαυσωλεῖο λαμπρό,
μὲ ρόδα στὸ κεφάλι καὶ στὰ πόδια γιασεμιὰ –
ἒτσ ʼ ἡ ἐπιθυμίες μοιάζουν ποὺ ἐπέρασαν
χωρὶς νὰ ἐκπληρωθοῦν∙ χωρὶς ν ʼ ἀξιωθεῖ καμιὰ
τῆς ἡδονῆς μιὰ νύχτα, ἢ ἕνα πρωῒ της φεγγερό.

Καβάφης

-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-

Έξι μήνες μετά...

Ο ενθουσιασμός ήταν διάχυτος στην ατμόσφαιρα. Απαλή μουσική χάιδευε τα αυτιά της, ήταν ακόμα με τη πετσέτα και πάνω στο κρεβάτι ήταν όμορφα στρωμένα τα ρούχα της. Είχε σηκωθεί από το χάραμα. Οι τελικές εξετάσεις είχαν περάσει και δεν κρατιόταν μέχρι να ξημερώσει και να πάει στο πανεπιστήμιο να δει τα αποτελέσματα. Για το επόμενο εξάμηνο δήλωσε μόνο τρία μαθήματα ένα εκ των οποίων ήταν το δικό του φυσικά ενώ ο μέσος όρος της, ήταν 9.8 με άριστα το δέκα.

Έπειτα από εκείνη τη νύχτα που την επισκέφθηκε ο Λίαμ στην εστία όλα άλλαξαν.
Είδε μια πλευρά του που δεν είχε ξαναδεί. Έκαναν έρωτα και έμειναν ξαπλωμένοι στο κρεβάτι μιλώντας μέχρι τα χαράματα όπου και έφυγε πριν τον δει κανείς.
Η Άλισον δε του έκρυψε καμιά από τις σκέψεις της. Ούτε καν τη ζήλεια που ένιωσε όταν τον άκουσε να μιλάει με την Άντερσον τη καθηγήτρια μουσικής. Εκείνος από τη πλευρά του της εξήγησε ότι ήταν μια μορφή άμυνας. Πρώτη φορά στη ζωή του ένιωθε έλξη για μαθήτρια του και φοβόταν και ο ίδιος να το παραδεχτεί. Της εξήγησε ότι όλη εκείνη η κόντρα και όλα τα παιχνίδια είχαν σαν απώτερο σκοπό να την απομακρύνει από εκείνον αλλά αυτά έφεραν τα αντίθετα αποτελέσματα.

Ήταν γλυκός μαζί της. Τρυφερός και άκρως ερωτικός. Της είπε ότι αποφάσισε να παραδοθεί στα συναισθήματα του με κάθε κόστος αλλά εκείνη του επιστησε τη προσοχή ότι ήταν ακόμα καθηγητής της και του ζήτησε να είναι προσεκτικοί. Δεν ήθελε να ρισκάρει ούτε τη δουλειά του αλλά ούτε και το μέλλον της.

Εκτός από το ερωτικό κομμάτι όμως που φώτιζε ξεκάθαρα την ανιαρή ζωή της, η Άλισον ηταν ακόμα πιο χαρούμενη όταν μια βδομάδα αργότερα η Ορόρα επέστρεψε στη σχολή και έκτοτε, δεν υπήρξε κάποια άλλη επίθεση. Με αυτό σαν βάση, τόσο εκείνη όσο και ο Λίαμ πίστευαν πως τελικά ίσως όντως να ήταν ένα τυχαίο γεγονός. Δυστυχώς η Ορόρα δεν είχε πληροφορίες ούτε θυμόταν το λόγο που είπε εκείνους τους στίχους. Στη κατάθεση της δήλωσε ότι περπατούσε προς το σπίτι , είδε έναν άντρα με κουκούλα, της ζήτησε ψιλά και όταν εκείνη αρνήθηκε την πλάκωσε στο ξύλο. Μόνο αυτά θυμόταν.

"Τζιν με κόκκινο πουλόβερ..." μονολογησε "Όχι όχι... Καρό φούστα με κόκκινο πουλόβερ!" Το συγκεκριμένο πουλόβερ της το έκανε δώρο ένα μήνα πριν ο Λίαμ. Το λάτρευε. Ήταν απαλό και ζεστό.

Ντύθηκε, στέγνωσε τα μαλλιά της και κοίταξε την ώρα. Η στιγμή της αλήθειας είχε φτάσει. Ήταν σίγουρη φυσικά πως θα περάσει το μάθημα του Λίαμ μα η ιστορία τέχνης και τα αρχαία ελληνικά , τη ζοριζαν λιγάκι. Θα τα περνούσε φυσικά αλλά αυτό που την αγχωνε ήταν μήπως ένας πιο χαμηλός βαθμός επηρεάσει το μέσο όρο της. Ο πρύτανης της ανακοίνωση ότι ήταν μέσα στους δέκα καλύτερους μαθητές του πανεπιστημίου. Μόνο δύο όμως από αυτούς θα κέρδιζαν μια υποτροφία για μεταπτυχιακό και η Άλισον ήθελε διακαώς να το πετύχει στοχεύοντας σε ένα μέσο όρο ανώτερο του εννέα.
Διάβαζε και έδινε κανονικά τις εργασίες της ακόμα και στο μάθημα του Λίαμ και εκείνος ήταν περήφανος για αυτό. Δεν προσπάθησε λεπτό να εκμεταλλευθεί τη σχέση τους. Ήταν πάντα στην ώρα της και κάθε της εργασία ήταν άριστη.

Φτάνοντας στο Πανεπιστήμιο, εκανε μια στάση, πήρε ένα καφέ και έψαξε να βρει την Ορόρα. Τα αποτελέσματα δεν είχαν ανακοινωθεί ακόμα. Την είχε πάρει δύο φορές τηλέφωνο μα εκείνη δεν απαντούσε. Αν και προσπαθούσε να αποφύγει το γραφείο του για να μην κινήσουν υποψίες, οι Άλισον ανέβηκε στον επάνω όροφο.

"Δεσποινίς Μπλέικ!, καλημέρα"

"Καλημέρα κυρία Άντερσον" της είπε βρίζοντας από μέσα της. Από όλους τους καθηγητές εκείνη ήταν πιο συχνά επάνω και την είχε δει αρκετές φορές. Οι δικαιολογίες κόντευαν να τελειώσουν

"Ήρθες να πάρεις την Ορόρα; Έρχεται υποθέτω" η Άλισον παραξενεύτηκε. "Πάω να εκτυπώσω τα αποτελέσματα. Η μεγάλη στιγμή έφτασε. Μπορείς να τη περιμένεις στο παγκάκι. Δε νομίζω να καθυστερήσει κι άλλο" ήθελε να κάνει τόσες ερωτήσεις αλλά απλά συμφώνησε με ένα διστακτικό νεύμα και κάθισε. Όλες οι πόρτες ήταν ανοιχτές εκτός από του Λίαμ. Αναρωτήθηκε τι δουλειά είχε στο γραφείο μα ούτε της πέρασε από το μυαλό να διακόψει. Η Ορόρα δεν είχε ιδέα για τη σχέση τους.

"Άλισον;" Η πόρτα άνοιξε και εκείνη έμεινε έκπληκτη βλέποντας τη "Τι κάνεις εδώ; Δε νομίζω να έμπλεξες πουθενά;"

"Όχι φυσικά. Ήρθα... Ήρθα να μιλήσω ένα λεπτό στο καθηγητή Σμιθ για το επόμενο εξάμηνο" της είπε αμέσως "Και σε έπαιρνα και τηλέφωνο αλλά δε σε έβρισκα. Όλα καλά;" Άλλαξε κουβέντα

"Ναι. Έρχομαι που και που και μιλάω και με τη ψυχολόγο. Απουσιαζε σήμερα και είδα τον κύριο Σμιθ και μίλησα λίγο μαζί του. Ακόμα βλέπεις δυσκολεύομαι λιγάκι..." της εξήγησε μαζεμένη "Θέλεις να σε περιμένω;"

"Όχι όχι... Έρχομαι κάτω σε δέκα λεπτά. Ήθελα να τον ρωτήσω αν έχει βλέψεις να αναλάβει το σεμινάριο για το μεταπτυχιακό γιατί ενδιαφέρομαι"

"Α..." είπε ξερά η Ορόρα "Εντάξει.."

"Είσαι σίγουρα καλά;" η Άλισον διέκρινε μια ανησυχία στο βλέμμα της

"Ναι όλα καλά. Θα σε δω στον πίνακα"

Έφυγε και η Άλισον προχώρησε ως το γραφείο του και χτύπησε.

"Περάστε!" η αυστηρή του φωνή την έκανε να χαμογελάσει κάτω από τα μουστάκια της.

"Καλημέρα καθηγητά Σμιθ..." Μπαίνοντας τον είδε στο γραφείο του. Έκλεισε τη πόρτα και πάτησε την ασφάλεια πίσω της ενώ εκείνος εγυρε στη πολυθρόνα του σοβαρός.

"Τι θα μπορούσα να κάνω για εσάς δεσποινίς Μπλέικ;" της είπε βγάζοντας τα γυαλιά του και εκείνη πλησίασε χαμογελώντας του αθώα.

"Έχω ένα πρόβλημα κύριε καθηγητά.." είπε αργά με τα βήματα της να την οδηγούν μπροστά του. Έπιασε τη πολυθρόνα του, σήκωσε το πόδι της και κάθισε πάνω του.

"Μπορώ να βοηθήσω;" ο τόνος της φωνής του άλλαξε αλλά η έκφραση του προσώπου ηταν ακόμα σοβαρή

"Έτσι νομίζω..." Η Άλισον έπιασε το χέρι του, το έβαλε κάτω από τη φούστα της και δάγκωσε τα χείλη της. "Έχασα το εσώρουχο μου όπως βλέπετε..." ο Λίαμ πήρε τα ηνία. Αγκάλιασε τους γλουτούς της και ζουπηξε το γυμνό της δέρμα.

"Αν συνεχίσεις έτσι θα μας τσακώσουν..." της είπε και εκείνη έλυσε τη ζωνη του, και άρχισε να χαϊδεύει το μόριο του το οποίο ήταν ήδη έτοιμο για εκείνη.

"Κλείδωσα..." στο τελείωμα της λέξης της, ανασηκωσε τον εαυτό της, και ύστερα πιάνοντας το μόριο του, κάθισε επάνω του βυθίζοντας το μέσα της μονομιάς. Ο Λίαμ εγυρε το κεφάλι του προς τα πίσω και εκείνη άρχισε να χορεύει πάνω του αργά κουνώντας το κορμί της ρυθμικά. Τα χέρια της βρέθηκαν στο πρόσωπο του , του έδωσε ένα βαθύ φιλί και εκείνος έβγαλε ένα βογγητο στα χείλη της.

"Θα με τρελάνεις..." της είπε πνιγμένος στην ηδονή και πιάνοντας τη δυνατά από τη μέση, τη πίεσε πάνω του και άρχισε να κουνιέται εκείνος αυτή τη φορά με δύναμη. Την σήκωνε και την κατέβαζε με τέτοια φόρα που τα υγρά της έκαψαν κάθε σπιθαμή του αμέσως.

"Σε θέλω...." ψέλλισε χωρίς ανάσα και εκείνος σταμάτησε κάθε του κίνηση, έμεινε μέσα της και κρατώντας την ακίνητη, τη φίλησε. Είχε ένα μοναδικό τρόπο να διατάζει τον εαυτό του να τελειώνει και η Άλισον τρελαινοταν για αυτό. Ήξερε ότι εκείνη τη στιγμή, ήθελε να νιώσει τα υγρά της και μάλιστα μπορούσε να κρατηθεί έτσι λεπτά ολόκληρα χωρίς να χάσει τη δυναμική του. Απλά να μένει ακίνητος μέσα της...
Τα δάχτυλα του μπλέχτηκαν ξαφνικά στα μαλλιά της, τράβηξε προς τα πίσω το κεφάλι της και εκείνη έβγαλε έναν αναστεναγμό πόνου και απόλαυσης μαζί.
"Τελείωσε για μένα Λίαμ..." ζήτησε και σαν να ήταν  προσταγή εκείνος τράβηξε πιο άγρια τα μαλλιά της έτσι ώστε να γύρει το κορμί της προς τα πίσω ολοκληρωτικά. Ανασηκώθηκε κρατώντας τη και τη ξάπλωσε εντελώς στο γραφείο. Έπιασε τα πόδια της, τα έβαλε στους ώμους του και ξεκίνησε να μπαινοβγαίνει μέσα της τόσο δυνατά που η Άλισον τελείωσε ξανά. Της προσέφερε ένα ιδιαίτερο πόνο μα της άρεσε. Όταν ήθελε ήταν τρυφερός και της έκανε έρωτα ενώ άλλες φορές ήταν τόσο άγριος που τη πονούσε φοβερά. Παρόλα αυτά όμως εκείνη το απολάμβανε. Όπως και τώρα...
Ο άγριος εαυτός του ήταν παρόν...
Έπιασε τα πόδια της, τα κατέβασε από τους ώμους του και κρατώντας τα ορθανοιχτα, τα πίεσε και τα άνοιξε μέχρι που την άκουσε να σκούζει από το πόνο. Οι παλάμες του τα κρατούσαν κόντρα στο γραφείο και εκείνος έβγαινε ολόκληρος από μέσα της και ύστερα έμπαινε μονομιάς. Οι κινήσεις του άρχισαν να γρηγορευουν και εκείνη άπλωσε ατσαλα τα χέρια της ρίχνοντας σχεδόν ότι υπήρχε στο γραφείο. Ήταν τέτοια η στάση δε, και τέτοιος ο πόνος που λίγο πριν ξεσπάσει σε κραυγές , ο Λίαμ της έκλεισε το στόμα. Έκανε δύο, τρεις βαθιές ωθήσεις μέσα της και εκείνη ούρλιαξε σχεδόν στη παλάμη του. Ώσπου ένιωσε τα καυτά του υγρά να κατρακυλούν ανάμεσα στα μπούτια της και εκείνον να στέκει λαχανιασμενος σαν άγριο θηρίο που επέζησε τη μάχη.

Δευτερόλεπτα αργότερα, εγυρε το κεφάλι του προς τα μπροστά, φίλησε τη κοιλιά της και απομακρύνθηκε.

"Έχεις τρελαθεί τελείως έτσι;" της είπε βγάζοντας από το συρτάρι ένα πακέτο μαντηλάκια

"Ίσως..." Η Άλισον ήταν εξίσου αναστατωμένη με εκείνον.

"Κάποια στιγμή θα ξεχαστω, θα πατήσεις τις φωνές και θα μας μαζέψουν..." της είπε σοβαρός.

Συγνώμη κύριε καθηγητά. Θα προσπαθήσω να μην επαναληφθεί..." η Άλισον σηκώθηκε, έβγαλε απο τη τσάντα ένα κιλοτακι και εκείνος ανασηκωσε το φρύδι του "Ουπς... Μάλλον εδώ ήταν και το έψαχνα..." του είπε και εκείνος κούνησε το κεφάλι.

"Καθηγητά Σμιθ;" Η φωνή της Άντερσον από έξω πάγωσε το αίμα τους.

"Μισό λεπτακι παρακαλώ!"

ο Λίαμ μάζεψε όπως όπως τα πεσμένα χαρτιά και κοίταξε τριγύρω του. Για καλή τους τύχη το γραφείο από κάτω ήταν κλειστό. Της έκανε νόημα και εκείνη χώθηκε από κάτω ενώ εκείνος πήρε δυο τρεις βαθιές ανάσες , έριξε ένα βλέμμα στο χώρο και πήγε στη πόρτα

"Μέρες τώρα αυτό το πράγμα κλειδώνει μόνο του. Πρέπει να φωνάξω κάποιον να το κοιτάξει. Με συγχωρείς για τη καθυστέρηση Σέριλ" της είπε όταν εκείνη μπήκε μέσα

"Ναι θυμάμαι και ο πρύτανης μια φορά το έπαθε. Θα κανονίσω να έρθει κάποιος να τη να τη δει. Έχεις ένα λεπτό;"

"Για σένα; Πάντα..." της είπε και εκείνη χαμογέλασε ντροπαλά  "Συγνώμη για την ακαταστασία. Έψαχνα διακαώς ένα έγγραφο και τα έκανα όλα χάλια..." της εξήγησε "Κάθισε σε παρακαλώ."

Η Άντερσον κάθισε και εκείνος στάθηκε όρθιος πίσω από το γραφείο.

"Νιώθω λιγάκι άβολα Λίαμ να κάθομαι μόνο εγώ..."  Του είπε και εκείνος ρίχνοντας μια ματιά κάτω από το γραφείο, έριξε ένα αυστηρό βλέμμα στην Άλισον και κάθισε

"Λοιπόν, προς τι οφείλω τη χαρά της επίσκεψης σου;"

"Θα ήθελα να σου ζητήσω μια χάρη"

"Σε ακ..." Ο Λίαμ κόντεψε να πνίγει όταν η Άλισον άπλωσε το χέρι ανάμεσα στα πόδια του

"Είσαι καλά;"

"Ναι, συγνώμη. Όλα καλά. Ένας σφαχτης ήταν. Σε ακούω..."

"Το εξάμηνο τελείωσε και όπως κάθε χρόνο το πανεπιστήμιο διοργανώνει έναν ετήσιο χορό..."

"Ναι. Κάτι πήρε το αυτί μου..." είπε κοφτά και ξεροβηξε ενώ η Άλισον άνοιξε απαλά το φερμουάρ του.

"Αναρωτιομουν αν.."

"Αχ..." Ο Λίαμ έκανε έναν πνιχτο ήχο όταν η Άλισον έβγαλε το μόριο του και το ρουφηξε χωρίς αναστολές

"Σίγουρα είσαι εντάξει;" ανησύχησε εκείνη

"Μην ανησυχείς. Κράμπα ήταν..." Έβαλε το χέρι του κάτω από το γραφείο μα η Άλισον το δάγκωσε και εκείνος σφίχτηκε

"Αναρωτιομουν λοιπόν αν θα ήθελες να πάμε μαζί. Αν φυσικά δεν έχεις να κανονίσει κάτι αλ..."

"Αουτς!" Ο Λίαμ μουγκρησε

"Λίαμ ανησυχώ. Έχεις κοκκινίσει ολόκληρος!"

"Καλά είμαι. Καλά είμαι" επανέλαβε κοφτά "Αν δε φύγω για ένα σεμινάριο θα έρθω με χαρά Σέριλ. Απλά τώρα αν έχεις τη καλοσύνη, θα ήθελα να μείνω λίγο μόνος. Με πονάει το στομάχι μου. Μάλλον κάτι θα έφαγα.." και μόνο που της είπε ναι, εκείνη έλαμψε και σηκώθηκε.

"Με συγχωρείς. Ελπίζω να μην είναι κάτι σοβαρό. Θα τα πούμε αν είναι τη παρασκευή!"

"Ναι ναι! Τη παρασκευ... Αουτς" σφίχτηκε και μόλις η Άντερσον βγήκε έξω ο Λίαμ τράβηξε τη πολυθρόνα προς τα πίσω και τη κοίταξε "ΤΟ ΔΑΓΚΩΣΕΣ!" της είπε με πόνο στο βλέμμα και εκείνη χαμογέλασε

"Είπες θα πας κάπου τη Παρασκευή;" τον ρώτησε  όλο νόημα βγαίνοντας κάτω από το γραφείο

"Πουθενά δε θα πάω. Τι ήθελες να πω..."

"Τίποτα. Αυτό ήθελα να ακούσω" Τον πλησίασε, τον φίλησε χαρωπά και ύστερα του έκανε νόημα "Έλα να δεις αν είναι κανένας έξω για να φύγω τρέχοντας"

"Γιατί έμπλεξα μαζί σου είπαμε;" μονολογησε πηγαίνοντας προς τη πόρτα

"Γιατί δε μπορούσες να αντισταθείς καθηγητά Σμιθ..." απάντησε εκείνη πονηρά και αφού έλεγξαν ότι δεν υπήρχε κανένας έξω, η Άλισον τον φίλησε και έφυγε...

-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-

"Κάναμε μια συμφωνία οι δύο μας ..." κοίταξε γύρω της μα δεν υπήρχε τίποτα για να προστατέψει τον εαυτό της.

"Σε παρακαλώ... Σε ικετεύω. Δεν έκανα τίποτα!"

"Έκανες..."

"Είμαι ερωτευμένη μαζί σου! Ποτέ δε θα σε έβλαπτα! Σε ικετεύω μη το κάνεις αυτό!"

"Είσαι μια ψεύτρα!"

"Δε λέω ψέματα!" ο σειρηστικός ήχος από τη λάμα του μαχαιριού που άγγιξε το τοίχο, έφερε δάκρυα στα μάτια της.

"Μη το κάνεις αυτό... Θα κάνω ότι μου ζητήσεις!"

"Είναι αργά για αυτό..."

Έβγαλε μόνο ένα ουρλιαχτό πριν η λάμα διαπεράσει το δέρμα του λαιμού της και καταλήξει στο κόκαλο του αυχένα...
Ύστερα το στριφογυρισε ενώ το αίμα ανέβλυζε μαγευτικά από τα χείλη και τη τρύπα που άνοιξε στο λαιμό της.

Η κίνηση ήταν αργή.
Απολαυστική...
Πνιγόταν στο ίδιο της το αίμα και το κορμί της σπαρταρουσε..
Τόσο ηδονικη εικόνα...
Στριφογυρισε ξανά τη λεπίδα και έβγαλε ένα επιφώνημα ικανοποίησης όταν το κορμί της έπαψε να παλεύει...
Το κεφάλι της εγυρε με τα μάτια ανοιχτά άψυχο στο τοίχο και της χαμογέλασε ...

«Nascentes morimur....»(από τη στιγμή που γεννιόμαστε, πεθαίνουμε) αποκρίθηκε παθιασμένα

Έβγαλε τη λεπίδα αργά αργά για να το απολαύσει και κοίταξε το υπερθέαμα που δημιούργησε... Μοναδικό...
Σαν πίνακας ζωγραφικής...
Δεν ήθελε να φύγει...
Μα έφυγε...
Ένα δάκρυ κύλησε στη σκέψη πως θα έχανε εκείνη την πανέμορφη εικόνα αλλά δε γινόταν να κάτσει να την απολαύσει κι άλλο...

Έβαλε τη ματωμένη λεπιδα στη τσέπη, φόρεσε τη κουκούλα και βγήκε έχοντας τουλάχιστον μία συναρπαστική εικόνα για το δρόμο...

🙄🙄🙄🙄

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top