Κεφάλαιο 5°

Ώ Μούσαι, ώ υψίνοια, συντρέξατε με
τώρα· ώ μνήμη, ήτις έγραψες
τα πράγματα που είδα,
ιδού ο τόπος
να φανή η ευγενής σου φύσις.

Άσμα δεύτερο , Κολαση.

   -_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-_-

Της ζήτησε να καθίσει για μισό λεπτό στο σαλόνι και έφυγε προς το δωμάτιο.
Η Άλισον επεξεργάστηκε το χώρο.
Το εσωτερικό ήταν όπως ακριβώς και το εξωτερικό. Ο μινιμαλισμός κυριαρχούσε παντού. Έμοιαζε σαν εκείνα τα σπίτια που έβλεπε στα περιοδικά τα οποία έφτιαχνε ένας διακοσμητής και έμεναν ανέγγιχτα για τις φωτογραφήσεις.

Ένα τεράστιο κάδρο υπήρχε στο τοίχο του σαλονιού που απεικόνιζε μια γυναίκα ντυμένη στα λευκά. Ήταν σίγουρη πως ήταν κάποιος πίνακας ζωγραφικής αλλά δε μπορούσε να θυμηθεί που το είχε ξαναδεί. Οι καναπέδες και οι κουρτίνες είχαν ένα βαθύ απρόσωπο γκρι χρώμα. Δεν υπήρχε τηλεόραση παρά μόνο δύο τεράστιες βιβλιοθήκες και στη μέση υπήρχε ένα μικρό τραπεζάκι. Ο χώρος ήταν ενιαίος με τη κουζίνα μα και εκεί όλα ήταν τακτοποιημένα και πεντακάθαρα.

Αναμφίβολα επικροτουσε τη τάξη αφού μέχρι και τα χάλια ήταν πλήρως ευθυγραμμισμένα με τους καναπέδες και τα πλακάκια.

"Με συγχωρείς για τη καθυστέρηση" ο Λίαμ εμφανίστηκε στο σαλόνι και η Άλισον ανασηκωσε τα φρύδια της έκπληκτη. Φορούσε μια γκρι φαρδιά φόρμα και ένα λευκό μακό μπλουζάκι εξίσου φαρδυ.
"Στο σπίτι προτιμώ να έχω άνετη ενδυμασία" της εξήγησε αντιλαμβανόμενος ότι τον κοιτούσε έντονα

"Ναι ναι, φυσικά..."

"Καφέ;, τσάι;" πήγε στη κουζίνα και εκείνη σηκώθηκε

"Καφέ αν είναι εύκολο κύριε καθηγητά" αποκρίθηκε και εκείνος χαμογέλασε ανοίγοντας τη καφετέρια

"Λίαμ" της είπε ήρεμος "Εδώ μέσα μπορείς να με αποκαλείς Λίαμ" η Άλισον σαστισε

"Δε νομίζω πως είναι πρέπον..."

"Μια χαρά πρέπον είναι. Άνθρωποι είμαστε. Έξω από αυτούς τους τοίχους μπορώ να γίνω ξανά ο κύριος Σμιθ"  η προσέγγιση του της άρεσε αλλά συνάμα ήταν άκρως επικίνδυνη. Δεν ήταν ότι της ζήτησε να τον αποκαλεί με το όνομα του, αλλά έμοιαζε και με αυτό. Θαρρείς και είχε αποβάλει την εικόνα του καθηγητή. Με αυτά τα ρούχα δεν έδειχνε μεγαλύτερος από εικοσιπέντε. Ένιωθε σαν να είχε πάει για καφέ στο σπίτι ενός συνομήλικου της. Ο Λίαμ άφησε μια κούπα με καφέ μπροστά της  και βάζοντας το ένα χέρι στη τσέπη ακούμπησε στο πάγκο. Πόσο πιο δύσκολο να συγκεντρωθεί θα της το έκανε άραγε; σκέφτηκε βλέποντας τον. Ο σωματότυπος του ήταν ονειρικος. Γυμνασμενο κορμί, τόσο όσο, μαλλί ελαφρώς  ατημέλητο και φόρμα που σε έκανε να ρίχνεις το βλέμμα σου πάνω σε ένα συγκεκριμένο σημείο του σώματος του.

Την αμηχανία της στιγμής διέκοψε μια αστραπή η οποία φώτισε όλη τη κουζίνα

"Πολύ άστατος ο καιρός εδώ..." παρατήρησε "Έλα, πάμε να κάτσουμε στο καναπέ. Υποθέτω θα ήθελες κάποιες εξηγήσεις" ο Λίαμ προχώρησε πρώτος. Πάτησε ενα κουμπί και αμέσως το τζάκι τυλίχθηκε στις φλόγες. "Ωραίο έτσι;" της είπε ήρεμος "Αέριο..." συνέχισε "Μη κρυωσουμε κι όλας..."κάθισε στο καναπέ και η Άλισον επέλεξε τον ακριβώς απέναντι

"Εμείς στο σπίτι θυμάμαι κάναμε δέκα ώρες καμιά φορά να ανάψουμε το τζάκι. Πράγματι είναι πολύ ωραίο" σχολίασε αμήχανα

"Δεν ερχεσαι εδώ σε παρακαλώ;" χτύπησε μια φορά απαλά το χέρι δίπλα του στο καναπέ "Δεν μπορώ να φωνάζω Άλισον" όντως υπήρχε αρκετή απόσταση μεταξύ των δύο καναπέδων. Εκείνη σηκώθηκε και μεταφέροντας τη κούπα της, κάθισε κοντά του. "Πολύ καλύτερα. Δε συμφωνείς;" Ο Λίαμ έβαλε το ένα πόδι στο καναπέ και γύρισε στο πλάι.

"Δεν είναι λίγο περίεργο όλο αυτό;" παραδέχθηκε η Άλισον

"Γιατί; Πίσω από αυτή τη πόρτα , δεν είμαι ο κύριος Σμιθ. Και θα σε παρακαλέσω να είναι η τελευταία φορά που θα ειπωθεί. Πες πως είμαστε δυο καλοί φίλοι και μιλάμε για ένα θέμα που μας απασχολεί"
Η Άλισον προσπαθούσε απεγνωσμένα να νιώσει άνετα "Για αρχή, βγάλε το τζακετ σου. Άφησε τη τσάντα σου που την έχεις ακόμα περασμένη τον ώμο και ανέβασε τα πόδια σου στο καναπέ!" το κοίταξε έκπληκτη "Οι ειδικοί λένε πως όταν σε ένα σπίτι νιώθεις αρκετά άνετα , ανεβάζεις τα πόδια σου στο καναπέ" της εξήγησε και εκείνη έπραξε αναλόγως. "Καλύτερα;"

"Ναι... Όντως βοηθάει. Απλώς δυσκολεύομαι να προσαρμοστώ στα δεδομένα υποθέτω"

"Πες το όνομα μου ..." Της ζήτησε "Έλα δε θέλω ντροπές... Πες το..."

"Λίαμ..." Η φωνή της ακούστηκε μετά βίας και η Άλισον κοκκίνισε

"Δεν σε άκουσα..."

"Λίαμ..!" απάντησε πιο δυνατά

"Υπέροχα. Και τώρα που τελειώσαμε και με αυτό, θα απαντήσω σε τρεις ερωτήσεις σου. Θεωρώ πως έχεις αρκετές. Όχι όμως σχετικές με τη κουβέντα μας. Θέλω την απόλυτη ειλικρίνεια σου Αλισον... Τι θα ήθελες να ρωτήσεις το Λίαμ που δε θα ρωτούσες ποτέ τον κύριο Σμιθ;" τα έλεγε τόσο μα τόσο υπέροχα και η γοητεία του δρούσε καταλυτικά προς το πρόσωπο της.

"Πως και μένεις μόνος σου; Οικογένεια; Παιδιά;" της βγήκε αυθόρμητα. Ο καιρός είχε αγριεψει, σκοτείνιασε έξω και οι φλόγες από το τζάκι την έκαναν να ηρεμήσει κάπως. Εκτός αυτού, ένιωθε και εκείνη ότι η συμπεριφορά του ήταν εντελώς διαφορετική. Ήταν ανώφελο να προσπαθεί να κρατήσει τους τύπους και ούτε ήθελε καταβαθος.

"Παντρεύτηκα στα είκοσι. Χωρισα σχεδόν αμέσως όμως αφού κατάλαβα ότι δεν είχαμε τίποτα κοινό. Ναι, καμιά φορά έχεις σχέση με κάποιον και μόλις μείνεις μαζί του, τότε βλέπεις τον αληθινό του εαυτό Άλισον..." αποκρίθηκε με τις σκιές από τις φλόγες να γλύφουν απαλά το πρόσωπο του "Παιδιά δεν έχω προφανώς. Αφοσιώθηκα στις μελέτες μου και κατέληξα καθηγητής στα 35 μου..."
Της είπε την ηλικία του και η Άλισον έμεινε σκεπτική. Με το κοστούμι έμοιαζε όντως τόσο. Ίσως και νεότερος. Σε γενικά πλαίσια όμως, ήταν πολύ νέος συγκριτικά με τους άλλους καθηγητές.
"Επόμενη;"

"Το σπίτι; Πως το βρήκες εδώ στη μέση του πουθενά; Ζεις καθόλου σε αυτό ή είσαι επισκέπτης; Όλα μοιάζουν τελεια στημένα ..." Ο Λίαμ βρήκε αστεία την ερώτηση της.

"Φυσικά και μένω! Όταν ήρθα στη πόλη ζήτησα ένα σπίτι κοντά στη σχολή αλλά συνάμα μακριά της. Επίσης ήταν ήδη επιπλωμένο. Πέρα από αυτό, περνάω το 90% του χρόνου μου στη κρεβατοκάμαρα... Εκεί είναι το άσυλο μου Άλισον... Όπως βλέπεις όμως, πόσο να λερώσει ένας άνθρωπος; Κάνω ότι χρειάζεται όταν χρειάζεται και δεν έχω θέμα"

"Εντυπωσιακό. Αν βλέπατε  το σπίτι του θείου μου..."

"Τς τς τς! Τι είπαμε;" η Άλισον κατάλαβε τι είπε και διόρθωσε τη φράση της.

"Αν έβλεπες το σπίτι του θείου μου στα 40, θα καταλάβαινες την έκπληξη μου. Όπως και να έχει, τελευταία ερώτηση..." το σκέφτηκε για λίγο και ύστερα χαμογέλασε κάπως συγκρατημένα "Γιατί είσαι τόσο ψυχρός και ξινός σαν κύριος Σμιθ; Γιατί θέλεις να κόψεις ευκαιρίες από τους σπουδαστές; Πως γίνεται  να είσαι ο ίδιος άνθρωπος με αυτόν του βιβλίου; Νιώθω ότι μιλάω σε δύο ανθρώπους Λίαμ..." Η Άλισον ξεθαρρεψε και εκείνος το απόλαυσε

"Την είδα να έρχεται αυτή την ερώτηση να ξέρεις..." αστείευτηκε "Μα θα σου απαντήσω με ειλικρίνεια. Να ξέρεις η ειλικρίνεια για μένα είναι το παν... Λοιπόν, πως θα έπρεπε στα μάτια σου να είναι ένας καθηγητής σε αυτό το επίπεδο του Πανεπιστημίου Άλισον;" απάντησε με ερώτηση

"Έξυπνη κίνηση αλλά δε θα σου πω εγώ..." Τα λακακια του φωτίστηκαν ακούγοντας τη

"Δίκαιο..." αποκρίθηκε "Αλλά νομίζω καταβαθος ξέρεις την απάντηση σωστά;"

"Γίνεσαι έτσι για να σε φοβούνται... Θέλεις να εισπράττεις κύρος έχοντας ήδη ένα αρκετό ποσοστό πάνω σου...Ψάχνεις το τέλειο γιατί αυτό επιβάλεται και νιώθεις έξαψη ξέροντας ότι στα χέρια σου κρέμεται το μέλλον τους... Ένα μέλλον που δε θα χαρίσεις απλόχερα γιατί πολύ απλά, είσαι τελειομανής και ο ίδιος με τον εαυτό σου..."

Ο Λίαμ δάγκωσε το χείλος του , ανακαθισε λίγο πιο κοντά της και πρώτη φορά είδε να σχηματίζεται στο πρόσωπο του κάτι διαφορετικό... Δεν ήταν πονηρό ακριβώς... Ήταν όμως σίγουρα ελκυστικό.

"Είδες που τελικά έδωσες εσύ την απάντηση;" της είπε και εκείνη ανοιγοκλείσε τα βλέφαρα της ηττημένη

"Το έκανα όντως..." παραδέχθηκε "Έπεσα μέσα;"

"Εν μέρη ναι... Γιατί δε σπούδασες ψυχολογία; Τι ήταν αυτό που σε τράβηξε στην λογοτεχνία;"

"Το πάθος" απάντησε σθεναρά "Μέσα στα γραπτά βρίσκεις πάθος που δε βρίσκεις σε μια ολόκληρη ζωή.. Ζεις στιγμές, ζωγραφίζεις εικόνες στο μυαλό σου και κάποιες σκηνές μένουν ανεξίτηλα χαραγμένες μέσα σου. Υπάρχουν δε μερικά κείμενα που σε κάνουν να θέλεις να μη...."

"Να μη συμβιβάζεσαι με τη μετριότητα..." τη συμπλήρωσε άψογα "Να ψάχνεις το μοναδικό... Το συναρπαστικό. Εκείνο που θα κλονίσει το κόσμο σου..."

Η Άλισον ένιωσε τα μάγουλα της να φλέγονται όταν μιλώντας της, πέρασε τα δάχτυλα του μέσα από τα μαλλιά του. Εκείνα ανακατεύτηκαν κάνοντας τον να δείχνει όχι απλά συναρπαστικός αλλά όπως ακριβώς το περιέγραψε, τον έκαναν να φαίνεται σαν τον άντρα που είναι ικανός να κλονίσει το κόσμο σου.

Η ξαφνική βροχή τράβηξε τη προσοχή τους. Έπεφτε μανιασμένα πάνω στα τζάμια.

"Υποθέτω θα μείνεις λιγάκι παραπάνω από ότι σχεδιαζες..." της είπε ανάβοντας το λαμπατερ αφού έξω είχε σκοτεινιάσει εντελώς.

"Φέρνεις συχνά μαθήτριες σου σε αυτή τη κατάσταση;" Ρώτησε τη σκέψη της

"Καμια" απάντησε μονολεκτικά
Δευτερόλεπτα σιγής επικράτησαν μεταξύ τους.

"Θα ήθελες να φέρνω;"

"Όχι" παραδέχθηκε "Αλλά δεν είναι κάτι που ορίζω εγώ. Η ζωή δική σου είναι. Απλώς ήθελα να ξέρω..."

"Να ξέρεις τι;" ο Λίαμ τη πλησίασε "Να ξέρεις αν έχω έρθει ξανά κοντά με κάποια μαθήτρια μου;" της είπε σιγανα "Ή αν ο κύριος Σμιθ γίνεται Λίαμ τόσο απλά;" απείχαν εκατοστά απόστασης μεταξύ τους.

"Και τα δύο..." τόλμησε να απαντήσει

"Ποτέ δε ξεπερνάω τα όρια Άλισον..." απάντησε σοβαρός σκύβοντας ένα τσικ παραπάνω προς το μέρος της "Εκτός κι αν..." η Άλισον ξεροκαταπιε. Ήταν τόσο κοντά της που έβλεπε πεντακάθαρα ακόμα και στο μισοσκόταδο τις ίριδες των παγωμένων ματιών του "Εκτός κι αν βρω το ακατόρθωτο... Το ανυπέρβλητο... Αυτό που δεν υπάρχει αλλά υπάρχει... Αυτό που θα καταφέρει να εξιταρει το μυαλό μου και να διαλύσει τη φαντασία μου..."

Η τελευταία του λέξη πήρε ζωή στα χείλη της με την ανάσα του να γαργαλαει υστερικά την υπομονή της. Σαν Άλισον με κύριο Σμιθ , αυτό ήταν απαγορευμένο. Ο Λίαμ όμως φλέρταρε απροκάλυπτα με την αυτοσυγκράτηση της. Η θερμοκρασία του κορμιού της εκτοξεύθηκε. Τα μάτια της πήγαιναν δεξιά και αριστερά μαζί με τα δικά του όταν ξαφνικά, ο ουρανός σκίστηκε στα δύο και εκείνη αναπήδησε στη θέση της.

"Πάμε στον Οράτιο;" ο Λίαμ έκανε πίσω και εκείνη πήρε μια βαθιά ανάσα. Έτοιμη ήταν να κάνει κάτι που σίγουρα θα μετάνιωνε. Δεν ήταν παρθένα ούτε αβγαλτη παρά τον συντηρητικό τρόπο ζωής της και αν δεν έκανε εκείνος πίσω , ήταν σίγουρη ότι θα του ορμούσε. Στο πειρασμό μπορείς να αντισταθείς όταν εκείνος σε αποφεύγει... Αν σε κυνηγάει απλά παραδίδεσαι και η κατάσταση ξεφεύγει.

"Πάμε ναι... Με τη κουβέντα ξεχάστηκα" παραδέχθηκε

"Κι εγώ..." της είπε όλο νόημα και σηκώθηκε. "Έρχομαι αμέσως" ο Λίαμ έφυγε και ένα λεπτό αργότερα επέστρεψε με μάτσο αποκόμματα από εφημερίδες. Τα άφησε στο τραπεζάκι και τη κοίταξε "Ρίξε μια ματιά..."
Η Άλισον τα ξεφύλλισε. Όλα μιλούσαν για επιθέσεις στο προηγούμενο πανεπιστήμιο όπως ακριβώς και το άρθρο στη βιβλιοθήκη.

"Γιατί συνδέθηκες με αυτά και έλαβες μέρος στην έρευνα; Πέρα από τη συσχέτιση ότι ήταν μαθητές σου φυσικά..."

"Εκείνο το διάστημα δίδασκα τον Βιργίλιο. Δεν ήταν αρκετά τρομακτικό που οι μαθητές μου βρίσκονταν ξυλοκοπημενοι με στιχάκια πάνω τους; Άσχετο το ότι θα τους έκοβα. Εξακολουθούσαν να είναι στη τάξη μου..."

"Σωστό..."

"Όταν έμαθα για το πρώτο θύμα, παραξενεύτηκα και το θεώρησα σύμπτωση. Στο δεύτερο όμως, μπήκα σε σκέψεις. Πήγα στο τμήμα και κατέθεσα τις αμφιβολίες μου περί τυχαίων γεγονότων. Και είχα δίκιο. Ανά βδομάδα υπήρχε και ένα θύμα. Ευτυχώς δύο κατάφεραν και σώθηκαν... Παρά τις έρευνες όμως δεν καταφέραν να βρούνε το δράστη... Οι μαθητές μου ήταν άγρια χτυπημένοι. Δεν καταλάβαινα όμως τη σχέση είχα εγώ. Η αστυνομία πίστευε πως είχε να κάνει με το μάθημα και όχι με μένα. Παρόλα αυτά τέσσερις άνθρωποι βίωσαν το αδιανόητο..."

"Γιατι έμεινε σε τέσσερα άτομα;" ρώτησε παραξενεμένη

"Γιατί στο τέταρτο, παραιτήθηκα Άλισον..."

"Απίστευτο..."

"Κι όμως... Για αυτό και τρόμαξα όταν έμαθα για την Ορόρα. Δεν ήθελα να επαναληφθεί και αν αυτό γινόταν θα αποδεικνυε ότι έχω άμεση σχέση με κάποιο τρόπο.
Σταμάτησα να διδάσκω για περίπου ένα εξάμηνο  στο προηγούμενο πανεπιστήμιο φοβούμενος  και για άλλο θύμα όταν ένα πρωί μου τηλεφώνησε ο πρύτανης και μου ζήτησε να αναλάβω τη θέση της δεσποινίς Φέργκους. Δεν ήθελε έναν τυχαίο καθηγητή και μου εξήγησε ότι τα παιδιά σε εκείνο το τμήμα είχαν τρομερές προοπτικές. Ο πρύτανης ήταν οικογενειακός φίλος... Δε μπορούσα να αρνηθώ"

"Ήταν;" σχολίασε κρατώντας το παρελθοντικο χρόνο

"Οι δικοί μου έχουν πεθάνει..." της εξήγησε "Εγώ κράτησα τα τυπικά με τους γνωστούς και φίλους τους. Σαν μοναχοπαίδι ήθελα να υπάρχει κάποια επαφή αλλά όχι η μέγιστη. Δεν είχα και κάποιον άλλο τότε..."

"Λυπάμαι πολύ..."

"Να μη λυπάσαι... Δε γίνεται να λυπάσαι άλλωστε για ανθρώπους ούτε γνωρίζεις... Δεν είναι λιγάκι περίεργο που το λένε όλοι αυτό;"

"Δε λυπάσαι τους ανθρώπους Λίαμ. Γιατί φυσικά και δε τους γνωρίζεις. Λυπάσαι τη κατάσταση όμως"

Εκείνος γέλασε.

"Η μαθήτρια θα ξεπεράσει το δάσκαλο;" αστείευτηκε

"Μπορεί..." του είπε πονηρά μικραίνοντας ελαφρώς το βλέμμα της

"Κάνε μου μια χάρη..." της ζήτησε

"Φυσικά..."

Ο Λίαμ έσκυψε προς το μέρος της απροειδοποίητα , έπιασε μια τούφα από τα μαλλιά της και την έβαλε πίσω από το αυτί. Η Άλισον ανατριχιασε μα ήταν τόσο ξαφνικό που ούτε κουνήθηκε "Μη πάρεις ξανά αυτό το ύφος όταν είμαστε μόνοι μας..." της ψιθύρισε στο αυτί "Δε θα καταφέρω να συγκρατηθω" άφησε τα χείλη του να αγγίξουν το λοβό της και ύστερα αποσύρθηκε προς τα πίσω αμέσως
"Πάμε τώρα στην υπόθεση που έκανα όταν έμαθα για την Ορόρα;" άλλαξε το ύφος του 360° και εκείνη κούνησε μόνο το κεφάλι. Το κορμί της είχε έρθει σε τέτοια ένταση που το μόνο που έβλεπε ήταν τα χείλη του. Αν και ήταν τόσο σταθερή και ξεροκεφαλη στις απόψεις της , ο Λίαμ ήδη για δεύτερη φορά την έκανε να θέλει να του ορμήσει και αυτό δεν ήταν καλό στα μάτια της...
Το κάθε άλλο, ήταν άκρως επικίνδυνο...

🖤

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top