Σκηνή 7


  Γυναίκα: (κρατά μια κορνίζα με μια φωτογραφία στην αγκαλιά της) μ' άφησες να ξεχαστώ. γιατί; σώπασαν τα χέρια μου.
άσε με να σε συλλαβίσω απ' την αρχή. λίγη σκιά δώσε μου μόνο τούτη τη νύχτα και μια στάλα έλεος. ουρλιάζει η σιωπή μέσα μου. ακούς;
(Η γυναίκα οπισθοχωρεί σιγά-σιγά και αφήνει την κορνίζα πάνω στο γραφείο. Ξαφνικά ο Νίκος την πιάνει από πίσω και την ακινητοποιεί κλείνοντας με το ένα του χέρι το στόμα της και τυλίγοντας το άλλο γύρω από τη μέση της.)
Νίκος: Σου το 'χα πει πως είμαι η κόλαση. Νόμιζες πως θα μπορούσες να φεύγεις όποτε ήθελες, ε; Με γέμιζες ενοχές για όλα, πως είμαι εγώ ο κακός και 'συ η τέλεια και θα 'φευγες τόσο απλά; Ενοχές για όταν κάναμε έρωτα ή sex όπως το 'λεγες εσύ. Ενοχές, που δε σε ικανοποιούσα, ενοχές, που ήμουν λίγος, ενοχές, που ήμουν εγώ!
(Την πετάει στο πάτωμα. Εκείνη προσπαθεί να ξεφύγει. Την πιάνει από το πόδι και την τραβά προς το μέρος του. Τη γυρίζει ανάσκελα και την ακινητοποιεί.)
Όχι πια! Είμαι ελεύθερος. Μ' ακούς; Ελεύθερος! Απαλλάχτηκα από σένα και την μαυρίλα σου. Και ξέρεις γιατί πήγα μαζί τους; Για την ηδονή. Και την ένιωσα! Ακούς; Όπως ποτέ μαζί σου. Όλο κανόνες και πρέπει ήσουν. Όχι πια!
(Της σκίζει τα ρούχα με μανία και ετοιμάζεται να την βιάσει. Ξαφνικά σταματά αηδιασμένος και τραβιέται από πάνω της.)
Μ' έκανες να νιώθω βρώμικος όταν έκανα έρωτα μαζί σου. Θεωρίες, θρησκείες, συγγενείς, απαιτήσεις, τσακωμοί, χιλιάδες «αντίο»,
«αν» και «γιατί», μπανιστηρτζίδες νταβατζήδες στο κρεβάτι μας. Έρωτα ήθελα να κάνουμε και μου 'λεγες «μη με πηδάς!». Δε θα σ' αφήσω να με κάνεις σαν και σένα γιατί είσαι σάπια μέσα σου. Με αηδιάζεις. Είσαι νεκρή μέσα σου! Ακούς; Νεκρή!!!
(Η γυναίκα κλαίει βουβά στα πάτωμα)
Γυναίκα: Σ' αγαπάω... Σ' αγαπάω... Σ' αγαπάω... Πόσες φορές σου το 'πα;
Νίκος: Πόσες φορές το εννοούσες; Πόσες φορές σου φώναξα μη μ' αφήνεις μόνο; Χάνομαι! Τι σου ζήτησα; Να μη μ' αφήσεις μόνο και 'συ έτσι απλά έκλεινες το τηλέφωνο και έβγαινες με τους φίλους σου.
Μ' έσβηνες τόσο απλά, μ' ένα κατεβασμένο τηλέφωνο, που τρελαινόμουν! Και 'γω μέσα στον πόνο, στην οργή και το αλκοόλ, έφευγα σαν κυνηγημένος από το σπίτι, έψαχνα κάπου να πιαστώ και να μη σ' έχω ανάγκη πια. Χαρακωνόμουν κρυφά από όλους μέσα σε ένα chat room, πάνω από ένα τηλέφωνο. Καλοκαίρι και 'γω κυκλοφορούσα με μαύρα ζιβάγκο να μη φαίνονται τα σημάδια.
Μου 'μαθες την αγκαλιά, το μαζί... έτσι απλά για να μ' αφήνεις μόνο, όποτε σου 'κανε κέφι!
Γυναίκα: Δε σ' αφήνω μόνο. Ποτέ δε σε άφησα.
Νίκος: Δεν έχω άλλα δάκρυα για σένα. Δεν έχω άλλο αίμα. Δεν έχω άλλες αντοχές. Σε παρακαλώ. Δεν λυγίζω πια. Δεν μπορώ... Έσπασα. Κρακ! Σαν τα κλαδάκια σου. Σαν τα ανόητα παιχνίδια σου.
Βρες κάποιον άλλον. Βρες τον!!! Αλλά εμένα άφησέ με μόνο. Άκουσες; Μόνο!!!
Για 'κει είμαι πλασμένος. Για το μόνος. Δεν μπορώ να σ' αγαπώ άλλο πια. Δεν αντέχω. Συγγνώμη. Δεν θες άνθρωπο εσύ. Σκίζουμε τις σάρκες μας. Στράγγισαν οι ψυχές μας. Δεν είναι αγάπη αυτό, είναι αρρώστια. (Βγάζει μια μαύρη σακούλα σκουπιδιών από την τσέπη του και βάζει μέσα τις κορνίζες και μικροαντικείμενα από το γραφείο της γυναίκας.)
Γυναίκα: Θυμάσαι; Πες μου, θυμάσαι μετά το σεισμό να περνάς μέσα από τη τζαμαρία, που 'χαν κλείσει πίσω σου και να βρίσκεται το σπασμένο γυαλί έναν παλμό από την καρωτίδα σου; (Πιάνει με το χέρι της το χέρι του που κρατά μια φωτογραφία τους σε κορνίζα.) Θυμάσαι το αίμα να τρέχει από το χέρι και από τα πόδια σου; (Με το άλλο χέρι προσπαθεί να του πάρει τη σακούλα.) Θυμάσαι να φωνάζεις «μην της το πείτε και ανησυχήσει» καθώς σε πηγαίνανε στο νοσοκομείο;
Θυμάμαι να 'μαι χιλιόμετρα μακριά και να χάνομαι. Να βρίσκομαι σ' ένα καμμένο λιβάδι και 'συ μακριά να σηκώνεσαι από το χώμα και να μου λες «Και από την κόλαση θα 'ρχομαι να σε βρω...» (Προσπαθεί να τον φιλήσει στο στόμα αλλά εκείνος τραβιέται απότομα.)
Νίκος: Θυμάσαι τι έγινε μετά;...Θυμάσαι; (Βάζει την κορνίζα στην σακούλα.) Άρχισες τα τηλέφωνα. Σου έλεγαν «όλα καλά», εγώ -για πρώτη φορά- δε στο σήκωνα. Θυμάσαι πώς είναι; Να ψάχνεις απεγνωσμένα (δένει κόμπο τη σακούλα με νευρικές κινήσεις) και να μένεις με ένα τηλέφωνο στο χέρι, που δεν σηκώνει κάνεις; Τουτ...τουτ...τουτ... Όταν τελείωσαν με τα ράμματα, υπέγραψα για να φύγω, τότε στο σήκωσα... και μ' έβρισες! (Αφήνει την σακούλα να πέσει επιδεικτικά στο πάτωμα. Ακούγονται γυαλιά που σπάζουν.)
Ούτε και 'συ ξέρεις τι θες μικρή μου...
.........................................................................................
(Την κοιτάζει στα μάτια , για λίγο σιωπή, μετά την σηκώνει και την φιλάει με πάθος. Τα φώτα σβήνουν ξαφνικά. Ο Νίκος αποχωρεί από τη σκηνή. Ανάβει ένα black light. Η γυναίκα βγάζει μία κιμωλία από το ντεκολτέ της και αρχίζει να ζωγραφίζει τον ιστό αράχνης στο πάτωμα. Όταν το ολοκληρώσει ανάβει τσιγάρο, κλείνει τα μάτια και ξαπλώνει πάνω στον ιστό. Τα φώτα ανάβουν σιγά-σιγά. )
Γυναίκα: Μία στιγμή. Μια στιγμή, που την αρπάζεις και την σκίζεις ως το άπειρο... Έναν άνθρωπο. Μία ψυχή. Ένα κορμί. Ένα τσιγάρο. «Το μόνο, που καίγεται για μένα», μου 'χες πει. Και μάσαγες μέντες πριν με φιλήσεις. Τώρα έχω και 'γω κάτι να καίγεται για μένα. Τις αυταπάτες μου. (πετάει το τσιγάρο μακριά) Σαν πυροτεχνήματα στον ουρανό.
(Πλησιάζει προς το κοινό στην άκρη της σκηνής. Κοιτάζει το χώρισμα σαν ένα αόρατο τοίχος να την χωρίζει από κάτι. Απλώνει τα χέρια να νοιώσει το αόρατο τοίχος. Ακουμπά το στήθος της πάνω στον αόρατο τοίχο και κλείνει τα μάτια.)
Γυναίκα: Είδα ξανά εκείνη την πόρτα. Ήθελα να την ανοίξω, να περάσω στην άλλη πλευρά αλλά ένα αόρατο χέρι με κράταγε. Δεν υπήρχε τίποτα. Μόνο εγώ και η πόρτα. Δεν είχα γνωρίσει ποτέ κανέναν. Δεν είχα νοιώσει ποτέ τίποτα. Απλώς στεκόμουν εκεί. Αιώνες. Ώσπου η πόρτα εξαφανίστηκε. Εγώ ήμουν η πόρτα. Τώρα δεν είμαι τίποτα πια...
(Τα φώτα σβήνουν με fade out και μένει σαν μια σκιά στην άκρη της σκηνής ενώ παράλληλα με fade in φωτίζεται η σκιά της, η οποία εμφανίζεται και αυτή σιωπηλή πίσω από την πλάτη της. Κλείνει τα μάτια και ψάχνει ένα άνοιγμα στο τοίχος μάταια. Η σκιά της στέκεται στο κέντρο του ιστού)
Σκιά : Νύχτα χωρίς φεγγάρι απόψε. Κόπιασε. Σου 'χω σταυρούς να σταυρωθείς. Έλα. (Ανοίγει τα χέρια της και τα σηκώνει σε σχήμα σταυρού.)
Γυναίκα : Ξεχάστηκαν τα χέρια μου μόνα και ματώνανε αθέατα από το χρόνο. Βλέπανε μια γυναίκα γυμνή να μπήγει οδοντογλυφίδες στη γη. Τη ρώτησαν, θαρρώ, τι έκανε. «Βάζω τα όρια της αγάπης» και όλη η γη γέμισε οδοντογλυφίδες. Γέμισε οδοντογλυφίδες τον ήλιο, το φεγγάρι, τα αστέρια, τον ουρανό. Μόλις τέλειωσε, έμεινε για μια στιγμή μετέωρη... και άρχισε να μπήγει οδοντογλυφίδες στο κορμί της...
Σκιά : Εγώ είμαι πάντα εδώ για σένα. Ακόμα και όταν εσύ επιλέγεις να λείπεις.
Γυναίκα : Ο πόνος είναι ιδιωτικός.
Σκιά : Γνωρίζω τα πάντα για σένα. Όλα όσα κρύβεις πίσω από χαμόγελα ολόκληρη τη ζωή σου. Είμαι όλα όσα εσύ τόσα χρόνια παλεύεις να κρύψεις ότι είσαι.
Γυναίκα : Μέρες σκοτωμένες με μια σφαίρα ανάμεσα στα μάτια σα λυσσασμένο σκυλί. Μαύρες σακούλες. Το φιλί του θανάτου. Νέα ημέρα. Νέα σελίδα. Νέα ζωή.
Σκιά : Είμαι η μοναξιά σου.
Γυναίκα : Και ο θάνατος ξανά παραμονεύει.
Σκιά : Είμαι η σιωπή, που σε σφιχταγκαλιάζει και σε πνίγει. (Σφίγγει τα χέρια της σε γροθιές και αρχίζει να τρέχει αίμα)
Γυναίκα : Θα γδύσω το κρεβάτι από τα σεντόνια του. Θα το ντύσω το κόκκινο τραπεζομάντιλο των αερικών και πάνω του θα απλώσω την μοναξιά σου. Θα μπήξω τα νύχια μου στις σάρκες σου. Έχω να κορέσω την πείνα που σύναξα τις ώρες της ατέλειωτης αγρύπνιας, τις ώρες της δικής σου σιωπής. Θα 'ναι όμορφη τότε η μοναξιά σου καθώς θα ονειρεύεται αλλιώτικα, γυμνή κάτω από τ' αστέρια και 'γω για 'κείνη τη στιγμή θα σου ορκιστώ πως σ' αγαπώ. Και 'συ θα μ' αρνηθείς...
Σκιά : Είμαι Εσύ!
Γυναίκα : είμαι σιωπή...
Ένα σπίρτο ανθίζει στη γλάστρα
Η φωτιά του ετοιμάζεται να δέσει καρπό
Λίγο χιόνι έκλεψα από τ' άστρα
Έπλασα δάκρυα λευκά και τώρα τα μετρώ
Τα καλώδια έγιναν φίδια
Και τραγουδούν σε μια κουταλιά νερό
Ο σάκος δεν παίρνει απίδια
Μόνον λίγο αέρα και αυτόν κοπανιστό.
Σκιά : «Θα σταθώ μπροστά της γυμνός και αφού δεν θα 'χει τίποτε άλλο να πάρει... θα πάρει έμενα...» Θυμάσαι; (της πετά ένα μαραμένο ξεθωριασμένο γαλάζιο τριαντάφυλλο.)
Γυναίκα : Κουράστηκα... Κουράστηκα να νυχτώνει έξω από πόρτες παραδείσου... Τι θες από μένα; Τι θέλετε όλοι σας από μένα; (Σηκώνει το κεφάλι της και κοιτάζει ψηλά. Η σκιά κατεβάζει τα χέρα της.)
Σκιά : Το ερώτημα είναι τι θέλεις εσύ. Και όχι από μένα... (Η σκιά πλησιάζει από πίσω την γυναίκα, την αγκαλιάζει, σκίζει ένα κομμάτι ύφασμα από τα ρούχα της και της δένει τα μάτια μ' αυτό.) Ψάξε! ( Η γυναίκα γυρίζει και η σκιά την αρπάζει προς το μέρος της κρατώντας με τα χέρια της από τα μπράτσα.) Σκέψου! (Η γυναίκα στρέφει το κεφάλι στο πλάι και προσπαθεί να φύγει. Η σκιά την προς το μέρος της). Σκέψου!!!
Γυναίκα : Άφησέ με!!!
Σκιά : Όχι! Δεν έχεις να πας πουθενά! Σταμάτα να φεύγεις. Μείνε και μίλησε. (Γυρίζει τη γυναίκα γύρω από τον εαυτό της. Η γυναίκα δεν μιλά. Ζαλίζεται και πέφτει. Η σκιά αρχίζει να την χτυπάει.)
Γυναίκα : Μοβ ομπρέλες. Μοβ ομπρέλες να πέφτουν ανοιχτές από τον ουρανό. Σε θυμάμαι να ξενυχτάς μαζί μου στο νετ, στο τηλέφωνο, σε σπίτια δανεικά... Νερό να τρέχει αχόρταγα πάνω μου και εγώ να σε χτυπώ. Μα δε στερεύει το νερό. Σπάω σε κομμάτια και κρύβομαι σ' αυτά που προσπερνάς. (Σηκώνεται σιγά-σιγά)
Είμαι εγώ και ας είμαι πάντα τόσο λίγη. (Αρπάζει την σκιά.) Χορεύετε κυρία μου; (Αρχίζουν να χορεύουν) Πάντα χορεύαμε Τρίτη και Πέμπτη. Θυμάστε; (Σταματά να χορεύει. Την αφήνει.)
Να ξέρεις πως θα 'θελα να 'σουν αληθινή. Σαν τους έρωτες μου. Σαν τις αυταπάτες μου. Αλλά δεν είσαι. (Τη σκοτώνει.)
Τίποτα από όλα αυτά δεν είναι αληθινό. Ίσως ούτε και 'γω. (Κατευθύνεται προς τον αόρατο τοίχο αλλά πριν τον φτάσει εμφανίζεται ο Αλέξης. Την φιλάει τρυφερά και της βγάζει το μαντίλι από τα μάτια.)
Αλέξης : Άνοιξε τα μάτια σου μύανθε. (Βάζει τα χέρια του στο λαιμό της και την χαϊδεύει με τους αντίχειρες.) Άνοιξέ τα και πάμε να σου δείξω την πόλη όπως σου 'χω υποσχεθεί. (σιγοτραγουδάει) «Θα σε πάρω μια νύχτα να σου δείξω την πόλη όταν θα κοιμούνται όλοι και θα ξενυχτάμε μόνοι...»
(Η γυναίκα συνεχίζει να έχει τα μάτια της κλειστά.)
Γυναίκα : Όχι. Έτσι σε βλέπω καλύτερα. Έτσι μου λείπεις καλύτερα. Μόνο έτσι γυρίζω πίσω και ζωγραφίζουμε με αόρατη μελάνη τα ταξίδια, που δεν κάναμε ποτέ... Άργησες, η κόρη σου είναι άρρωστη. Σε περιμένουν. (Απομακρύνει τα χέρια του από πάνω της.) Η γυναίκα σου περιμένει. Η Κατερίνα σου 'στειλε κάρτα. Σε περιμένει σιωπηλή στο τραπέζι της κουζίνας. Ίσως τα παιδιά σας φανούν πιο τυχερά στον έρωτα κάποια μέρα και τ' αφήσει η μοίρα να σαρκάζουν τη μοναξιά μας. (Απομακρύνεται από κοντά του και ανοίγει τα μάτια της.) Ο χρόνος κυλά και 'μεις δεν είχαμε ποτέ αρκετό. Μοναχοί της ξενιτείας σηκωνόμασταν από το τραπέζι πριν χορτάσουμε.
Φύγε όπως πάντα. Μα μη μου πεις όσα δεν μου 'πες ως τώρα. Θέλω μια δικαιολογία να σε ψάξω και μία σύμβαση για να το βάλω στα πόδια. (Ο Αλέξης κάνει μεταβολή και απομακρύνεται σιωπηλός.) Σε παρακαλώ, σταμάτα να κραυγάζεις μέσα στις σιωπές μου, σταμάτα να κατοικείς στις λέξεις μου. Σταμάτα να εξημερώνεις τις ενοχές μου. Μη με αφήνεις να μεγαλώνω. Δεν είμαι πια είκοσι χρονών και συ δεν έχει κακές συνήθειες πια. Δεν επιτρέπεται με τα παιδιά...
(Η γυναίκα τον παρακολουθεί καθώς φεύγει. Τα φώτα κάνουν fade out και ανάβει ένας προβολέας με γαλάζιο φίλτρο με fade in. Η γυναίκα κοιτάζει το σκηνικό και προχωράει μπροστά.)
Κάποια μέρα θα μου στείλεις φωτοτυπίες αναμνήσεων από τη χώρα των χρυσανθέμων. Το ξέρω πως αυτή τη φορά δεν θα ξαναγυρίσεις. Καλά ταξίδια να 'χεις. (Παίρνει ένα πράσινο τετράδιο με σκληρό εξώφυλλο από το κομοδίνο της) Ξέχασες αυτό. Και το ξέρω πως το ψάχνεις.
( Απλώνει τα χέρια της πάνω στον τοίχο, στηρίζεται πάνω του, κοιτάζει το κοινό στα μάτια, χαμογελά, κλείνει το μάτι συνωμοτικά και τα χέρια της διαπερνούν τον αόρατο τοίχο αυτή τη φορά και πετάει το πράσινο τετράδιο κάτω.)
Και 'γω σ' αγάπησα... Ίσως να σ' αγαπώ ακόμα σ' έναν κόσμο ψεύτικο. Ίσως μια μέρα αγαπήσω και μένα και όχι σε έναν κόσμο ψεύτικο αυτή τη φορά...
Πέφτω. Όμορφα, αργά, σαν τα πιο όμορφα και κρυφά όνειρα μας. Δεν χρειάζομαι πια δάκρυα ή αίμα για να σπάσουν οι αλυσίδες. Μόνο να πέφτω. Εκείνες μένουν σταθερές και 'γω απλά γλιστράω από αυτές και πέφτω.
( Κατεβαίνει από τη σκηνή. Στέκεται, κοιτάζει τη σκηνή και κατευθύνεται προς την έξοδο του θεάτρου.)
Είναι τόσο απλά τα πράγματα, που δεν ξέρεις καμιά φορά αν θα πρέπει να γελάσεις ή να τρελαθείς γι' αυτό.


ΤΕΛΟΣ  

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top