6. Ενοχές
Ξύπνησα αρκετά νωρίς το πρωί, κατά τις 7, ενώ κανονικά δουλειά έπιανα κατά τις 8:30, και δεν με έπαιρνε άλλο ο ύπνος. Οπότε έβαλα τα αθλητικά μου ρούχα, έβαλα τα ακουστικά μου με το mp3 μου και βγήκα έξω για τρέξιμο.
Η αλήθεια είναι πως αυτό ήταν κομμάτι της καθημερινής μου ρουτίνας, αλλά ύστερα απ' όλα αυτά τα καινούρια πράγματα που είχαν συμβεί τους τελευταίους δύο μήνες χρειαζόμουν τόσο χρόνο να τα επεξεργαστώ που δεν προλάβαινα ούτε να αναπνεύσω, που λέει ο λόγος.
Επιτέλους μετά από τόσο καιρό ένιωθα τον καθαρό, κρύο πρωϊνό αέρα σε όλο μου το κορμί και όσο πιο γρήγορα πήγαινα τόσο πιο πολύ τον ένιωθα. Γέμιζε τα πνευμόνια μου που είχαν να γεμίσουν με αέρα άλλον από αυτόν της κλεισούρας και της μοναξιάς εδώ και ούτε εγώ θυμάμαι πόσο καιρό...
Έτρεχα στον πεζόδρομο που βρισκόταν δίπλα απ' το λιμάνι ο οποίος αν και συνήθως ήταν γεμάτος κόσμο, τώρα ήταν αρκετά νωρίς οπότε ήμουν σχεδόν μόνη μου, αν εξαιρέσουμε δηλαδή τους διάφορους ελάχιστους αγνώστους τριγύρω μου, που οι περισσότεροι απ' αυτούς ήταν ερωτευμένα ζευγαράκια.
Έτρεχα ούτε και εγώ ξέρω πόση ώρα. Αυτό με καθησυχάζει αρκετά απ' το οτιδήποτε μπορεί να είναι αυτό που με ανησυχεί. Το έκανα αυτό από μικρή, απ' όταν δηλαδή η μόνη μου ανησυχία ήταν τα τεστ του σχολείου και οι βαθμοί που πιο χαζές ανησυχίες δεν υπάρχουν, μέχρι και τώρα όταν έχω αναλάβει δύσκολες υποθέσεις ή όταν καταλάβαινα ότι η ζωή ετοιμαζόταν να μου παίξει δύσκολα παιχνίδια σαν αυτό που έπαιζε τώρα, με την μόνη διαφορά του ότι αυτή δεν την είχα προβλέψει, δεν ήμουν και σε θέση δηλαδή πιο πριν.
Με το τρέξιμο βέβαια, οι σκέψεις έφευγαν για λίγο, με την μουσική χαλάρωναν oι μύες μου και δεν σκεφτόμουν τίποτα παραπάνω πέρα απ' τους στοίχους που άκουγα, και έκαναν να νιώθω ελεύθερη απ' τις σκέψεις μου...
Λίγο αργότερα σταμάτησα να τρέχω, όχι επειδή κουράστηκα μα επειδή χτύπησε το κινητό μου, το οποίο σήμαινε πως έπρεπε να πάω για δουλειά. Γύρισα γρήγορα στο σπίτι, το οποίο ήταν αρκετά κοντά, άλλαξα γρήγορα ρούχα βάζοντας αυτά που φοράμε στην δουλειά και παίρνοντας το σήμα μου απ' το γραφείο, πήρα το μηχανάκι μου και πήγα γρήγορα στην δουλειά.
Με το που μπήκα στο τμήμα, με κοίταζαν αρκετοί περίεργα, μα εγώ είχα μάθει επιτέλους να τους αγνοώ παντελώς, σαν να τους μπλοκάρει το μυαλό μου από μόνο του.
«Μύριαν! Καλημέρα!», αυτός που μόλις μου μίλησε ήταν ο Ντιν, ένας κοντινός μου φίλος αλλά και συνάδελφος. Ήμασταν συμμαθητές από μικροί και έτυχε να ακολουθήσουμε την ίδια κατεύθυνση. Είμαστε αυτό που κάποιοι θα ονόμαζαν: κολλητοί. Δεν θα μας χαρακτήριζα όμως έτσι, καθώς αυτός ο τίτλος δεν ήταν ικανός να χαρακτηρίσει την πολύχρονη φιλία μας.
«Καλημέρα Ντιν!», τον χαιρέτησα και εγώ με την σειρά μου.
«Πως και τόσο νωρίς?», με πείραξε.
«Ω, έλα τώρα 10 λεπτά άργησα!», παραπονέθηκα χαμογελώντας. Ο Ντιν ήταν ο μόνος που είχε καταφέρει να με κάνει να γελάσω τους τελευταίους 2 μήνες, μέχρι να εμφανιστεί τουλάχιστον, ο Ράιαν.
«Και αργοπορημένη και παραπονιέσαι, καλά... Καλά... Μόνο καφέ δεν μου έχεις ζητήσει ακόμα!», συνέχισε να με πειράζει.
«Tώρα που το λες, θέλω έναν καπουτσίνο γλυκό με έξτρα ζάχαρη», συνέχισα το αστείο του, αν και η αλήθεια είναι πως θα έπινα έναν καφέ τώρα...
«Χα! Προνόησα και για εσάς κυρία μου», είπε και προχώρησε προς το απέναντι έπιπλο.
«Περίμενε, όντως? », χαμογέλασα και έσκυψα λίγο μπροστά για να δω τι ήταν αυτό που κράταγε στα χέρια του. Όταν γύρισε προς το μέρος μου είδα πως ήταν όντως ένας καφές!
«ΕΊΣΑΙ Ο ΚΑΛΎΤΕΡΟΣ ΦΊΛΟΣ ΠΟΥ ΘΑ ΜΠΟΡΟΎΣΑ ΠΟΤΈ ΝΑ ΈΧΩ!!! ΕΥΧΑΡΙΣΤΏ, ΕΥΧΑΡΙΣΤΏ, ΕΥΧΑΡΙΣΤΏ, ΕΥΧΑΡΙΣΤΏ!!!», είπα και πετάχτηκα απ' το γραφείο μου για να τον αγκαλιάσω.
«Παρακαλώ μικρή... Πάμε τώρα όμως δουλειά... ΔΟΥΛΕΙΆ...», επέμεινε. Τώρα πείτε μου είναι ή δεν είναι ο καλύτερος φίλος που θα μπορούσα ποτέ να έχω?
Είχα αναλάβει πολύ πρόσφατα μια υπόθεση δολοφονίας της κυρίας Άνν Μακλάγκεν , η οποία με βάση τα στοιχεία που είχαν βρεθεί δολοφονήθηκε πιθανώς εν ψυχρώ, καθώς είχε δεθεί στον κορμό ενός δέντρου και της είχαν αφαιρέσει τα δόντια και την γλώσσα τα οποία βρέθηκαν κοντά στη περιοχή δύο μέρες μετά.
H υπόθεση της είχε ξανανοίξει πολύ πρόσφατα, σχεδόν λίγες μέρες αφότου η Αριάν μου είχε μιλήσει για τον Ράιαν, αλλά ας μην τους μπλέκω τώρα αυτούς στο μυαλό μου πάλι, γιατί είχαν βρεθεί δύο μάρτυρες οι οποίοι ήταν γείτονες των ανθρώπων αυτών τότε και μακρυνοί τους συγγενείς, αλλά έτυχε να έχουν μετακομίσει στην Αμερική για αρκετό καιρό λίγες μέρες πριν βρεθεί νεκρή η κυρία Μακλαγκεν. Σήμερα ήταν η πρώτη φορά που επικοινώνησαν, αφού τόσο καιρό σύμφωνα με τα λεγόμενα τους αγνοούσαν εντελώς ότι είχε πεθάνει. Πράγμα αρκετά περίεργο αφού ήταν και συγγενείς, αλλά σκέφτηκα και την περίπτωση του να μην είχαν 5οσο Καλές σχέσεις με την κυρία Μακλαγκεν και με την οικογένεια της. Μου φάνηκε επίσης αρκετά αξιοπερίεργο το ότι είχαν μετακομίσει μόλις λίγες μέρες πριν βρεθεί νεκρή, αλλά αν ίσχυε κάτι τέτοιο, δεν θα είχαν επικοινωνήσει καθόλου και τώρα εγώ δεν θα ασχολούμουν με αυτή την υπόθεση.
Η κυρία Μακλαγκεν, επίσης είχε δύο δίδυμους γιούς, τους Άλεν και Ρέιν Ροντρίγκεζ οι οποίοι φαίνονταν σοκαρισμένοι με αυτό που έπαθε η μάνα τους αν και ο ένας απ' τους δύο δεν με είχε πολύ πείσει... Βέβαια είχαν περάσει σχεδόν 4 χρόνια απ' την δολοφονία αλλά κανένας απ' τους δύο της γιούς δεν είχε εμφανιστεί στο τμήμα πάνω από δύο φορές και δεν ήμουν εγώ ακόμα εκεί διορισμένη, έτσι δεν κατάφερα ποτέ να τους γνωρίσω και οι περισσότεροι αστυνόμοι που είχαν αναλάβει τότε έχουν βγει στην σύνταξη.
Αυτό μου φαινόταν είτε ως πλήρη αδιαφορία ως προς το πρόσωπο της μητέρας τους είτε ως ύποπτο. Αν δηλαδή δεν αδιαφορούσαν γιατί να μην έψαχναν να βρούνε τον δολοφόνο της μάνας τους?
Πιο ύποπτος απ' όλους σε εμένα, απ' τους διάφορους υπόπτους της υπόθεσης, ήταν ο γιός της Άλεν, καθώς είχε έρθει υπό κράτηση μερικές φορές εδώ και είχα ακούσει ότι δεν ήταν και το πιο λαμπρό αγγελούδι... Τότε ήταν βέβαια μόνο 18 ετών αλλά δεν έχει και πολύ σημασία αυτό, ελπίζω...
Οι υπόλοιποι ύποπτοι ήταν ο κολλητός του νεκρού από καιρό άντρα της, ο κύριος Δαμιέν Μοντεβάρ καθώς από διάφορες καταθέσεις έχει ακουστεί πως είναι και αυτός κάθαρμα και πως δε είχε και της καλύτερες σχέσεις με την κυρία Μακλάγκεν.
Ή επίσης και η δική της κολλητή, η κυρία Αλίσια Μπαργκοβιτς, η οποία σύμφωνα με την καταγγελία του μικρού γιου της κυρίας Μακλάγκεν του Ρέιν, ήταν φασίστρια και πολύ επιθετική και της τελευταίες μέρες είχε πολλές εντάσεις με την κυρία Μακλάγκεν. Αν και για εμένα αυτή ήταν η λιγότερο ύποπτη καθώς ερχόταν αρκετά συχνά στο τμήμα τα πρώτα δύο χρόνια για να μάθει της εξελίξεις αλλά ύστερα παρετήθηκε και η ίδια, σύμφωνα με κάποιους παλαιότερους και αρκετά έμπιστους συναδέλφους μου.
Είχα επανεξετάσει την υπόθεση αυτή πολλές φορές αλλά είχα πεισμώσει τόσο πολύ που δεν έλεγα με τίποτα να την κλείσω, ακόμα και που δεν υπήρχε κανένας μάρτυρας ή αποδειχτικό στοιχείο...
Ήμουν τόσο απορροφημένη απ' όλες τις ανοιχτές υποθέσεις που είχα αναλάβει, ώστε ούτε που κατάλαβα για πότε ο Ράιαν με άρπαξε απ' την καρέκλα αγκαλιάζοντας με, και φιλώντας με, με το που το μάτια μου συνάντησαν τα δικά του.
Ύστερα από λίγο με άφησε κάτω, και απλά στάθηκε απέναντι μου χωρίς να βγάλει άχνα.
«Ναι, καλημέρα και σε εσένα!», τον ειρωνεύτηκα.
«Καλημέρα», είπε εκείνος. «Πώς πάει η δουλειά?», με ρώτησε. Εγώ ανασήκωσα τους ώμους μου.
«ΈΧΩ ΚΟΛΛΉΣΕΙ ΜΕ ΑΥΤΉΝ ΤΗΝ ΥΠΌΘΕΣΗ, ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΆ ΜΟΥ ΤΑ ΈΧΕΙ ΠΡΉΞΕΙ!!!», ξέσπασα.
«Πια υπόθεση? Μπορώ να βοηθήσω?», με ρώτησε παίρνοντας στα χέρια του τον φάκελο της υπόθεσης.
«Δεν ήξερα πως ξέρεις και από τέτοια...», ειρωνεύτηκα, εννοώντας όμως όντως την απορία μου.
«Αμυδρά... Μπορείς να με διδάξεις όμως εσύ», είπε μισοχαμογελώντας. Χαμογέλασα και εγώ. Μα ήταν αδύνατον να το αποτρέψω, αφού ήταν τόσο γλυκός...
Μην δένεσαι πολύ, μου θύμισα. Σε λίγο δεν θα σου ανήκει... Τα 'θελες και τα 'παθες, με κατηγόρησα
«Με την τρέχουσα υπόθεση, λίγο δύσκολο...», παραδέχτηκα.
«Να σου πω την αμαρτία μου, την έχω ακούσει. Η υπόθεση Μακλάγκεν είναι πολύ γνωστή...», μου θύμισε. «Τέλος πάντων, εγώ να πηγαίνω έχω και να ετοιμαστώ για ένα δείπνο», μου θύμισε. Περίμενε...
«Κάτσε ακόμα δεν σου το είπα όμως... Που το ήξερες?», τον ρώτησα.
«Ε... καρφώθηκα ε...? Χμμμμ... Ε κοίτα, μην θυμώσεις εντάξει, αλλά σε είδα λίγο κάπως, οπότε έμεινα και είδα τι έγινε...», εγώ απλώς τον αγριοκοίταξα, αν και η αλήθεια να λέγεται δεν με είχε ενοχλήσει τόσο πολύ το ότι με παρακολούθησε για να δει αν είμαι καλά... Ο γλυκούλης μου...
«Λοιπόν μάθημα πρώτο, καλύτερα να κρατάς σημειώσεις!», είπα χιουμοριστικά εγώ και εκείνος όντως έπιασε ένα μπλοκάκι και ένα μολύβι από το γραφείο μου και έκανε πως έγραφε τις σημειώσεις του. «Η παρακολούθηση κάποιου χωρίς την άδεια του είναι παράνομη», είπα με ένα ειρωνικό υφάκι.
«Όπως επιθυμείτε μαντάμ!», είπε βάζοντας το μολύβι πίσω απ' το αυτί του κάνοντας με να γελάσω.
«Όπως έλεγα, τέλος πάντων πρέπει να φύγω...», είπε και με φίλησε στο μέτωπο. Γύρισε να φύγει αλλά μόλις έφτασε στην πόρτα έκανε μεταβολή λέγοντας: «Και κάτι ακόμα».
«Τι?», τον ρώτησα ανήσυχη.
«Θέλω να μείνεις όσο πιο μακριά μπορείς από αυτήν την υπόθεση...», με παρακάλεσε.
«Γιατί? Ξέρεις κάτι που δεν ξέρω?», τον ρώτησα παραξενευμένη.
«Ας πούμε ότι έχω ίσως γνωρίσει αυτόν τον Ράιαν Ροντρίγκεζ και, ίσως να μην είναι αναγκαίο να τον γνωρίσεις και εσύ», προσπέρασα το μέρος που έλεγε ότι είχε επικοινωνήσει με αυτόν, και αναφέρθηκα σε κάτι που μου έκανε πιο πολύ εντύπωση.
«Μ' αυτήν την λογική όμως δεν θα έπρεπε να ασχολούμε με καμία υπόθεση», του υπενθύμισα.
«Ναι, δεν εννοώ αυτό... Απλά, δεν θέλω να μπλέξεις με αυτόν. Δεν τον πολύ εμπιστεύομαι», με παρακάλεσε.
«Εντάξει, θα προσέχω στο υπόσχομαι...», είπα γουρλώνοντας τα μάτια μου.
«Θα είμαι σπίτι σου κατά τις 7. Τα λέμε τότε...», ανακοίνωσε και πριν προλάβω καν να απαντήσω είχε εξαφανιστεί.
«Στις 7...», επανέλαβα στον εαυτό μου κοιτάζοντας το ταβάνι γοητευμένη.
Την αμέσως ακόμα στιγμή μπήκε ο Ντιν στο γραφείο μου, κάπως σοκαρισμένος, μπορώ να πω.
«Μύριαν?», αναφώνησε.
«Τι είναι Ντιν?», τον ρώτησα.
«Αυτός δεν είναι το αγόρι της αγόρι της Αριάν?», με ρώτησε, ανοίγοντας πάλι την πληγή μου, προσπαθώντας να μείνει ψύχραιμος.
«Πρώτον, ήταν το αγόρι της Αριάν και δεύτερον τι σε νοιάζει εσένα?», του έριξα ένα εξεταστικό βλέμμα.
«Τι με νοιάζει? ΤΙ ΜΕ ΝΟΙΆΖΕΙ? Μύριαν, είσαι στα καλά σου? Έχεις σκεφτεί τι θα συμβεί έτσι και ξυπνήσει η Αριάν?», μου επιτέθηκε.
«ΝΟΜΊΖΕΙΣ ΕΙΛΙΚΡΙΝΆ ΌΤΙ ΔΕΝ ΤΟ ΣΚΈΦΤΟΜΑΙ? Ε? ΟΤΊ ΔΕΝ ΜΕ ΒΑΣΑΝΊΖΕΙ ΑΥΤΉ Η ΣΚΈΨΗ? ΤΙ ΘΕΣ ΝΑ ΚΆΝΩ ΌΜΩΣ? ΝΑ ΠΕΡΙΜΈΝΩ? ΤΟ ΞΈΡΩ ΌΤΙ ΘΑ ΈΠΡΕΠΕ, ΑΛΛΆ ΑΝ ΣΤΗΝ ΤΕΛΙΚΉ ΔΕΝ ΞΥΠΝΉΣΕΙ ΠΟΤΈ, ΕΓΏ ΘΑ ΄ΧΩ ΣΠΑΤΑΛΉΣΕΙ ΤΌΣΟΥΣ ΜΉΝΕΣ ΑΠ' ΤΗΝ ΖΩΉ ΜΟΥ ΠΕΡΙΜΈΝΟΝΤΑΣ? ΘΑ ΈΠΡΕΠΕ, ΝΑΙ ΤΟ ΞΈΡΩ, ΑΛΛΆ ΔΕΝ ΜΠΟΡΏ!!!», αμύνθηκα με το ίδιο επιχείρημα που είχε χρησιμοποιήσει ο Ράιαν για να με πείσει.
«Σοβαρά Μύρι, δεν βλέπεις πόσο άδικο είναι αυτό που κάνεις??? Πληγώνεις την Αριάν!», με κατηγόρησε.
«Δεν με ακούς... Σου είπα ΤΟ ΞΈΡΩ! Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς, Ντιν!», επανέλαβα, μήπως και αυτή τη φορά το καταλάβαινε. Ήρθε και στάθηκε στο πλάι μου χτυπώντας μου φιλικά τον ώμο.
«Φιλική συμβουλή, Μύριαν. Σταμάτα αυτή την τρέλα, πριν είναι πολύ αργά. Γιατί αν το προσπαθήσεις αργότερα θα πληγωθείς...», είπε αφήνοντας με μόνη μου να στέκομαι στην μέση του γραφείου με δάκρυα στα μάτια.
...
Όταν έφτασα σπίτι, κατά τις 6:30, η μάνα μου τα είχε όλα τακτοποιημένα και το τραπέζι στρωμένο. Είχα αργήσει δύο ώρες να γυρίσω γιατί είχα πάει στην Αριάν για μια ώρα και ύστερα είχα πάει να αγοράσω ρούχα γιατί όλα τα ρούχα που υπήρχαν στην ντουλάπα μου ήταν σκέτα κουρέλια, αν και εμένα μου άρεσαν, αλλά αποφάσισα ότι κανένα δεν ήταν αρκετά κατάλληλο για την περίσταση.
Τα λόγια του Ντιν είχαν κολλήσει στο κεφάλι μου και τα άκουγα συνέχεια, λες και είχα βάλει κασέτα η οποία έπαιζε συνέχεια τους ίδιους στοίχους, του ίδιου τραγουδιού.
Πληγώνεις την Αριάν, δεν βλέπεις πόσο άδικο είναι αυτό που κάνεις?, Σταμάτα αυτή την τρέλα, πριν είναι πολύ αργά..., αυτά το λόγια σκεφτόμουν συνέχεια. Κοίταζα τον καθρέφτη προσπαθώντας να διαλέξω τι να αγοράσω, και εφόσον άκουγα αυτά τα λόγια δεν μπορούσα να συνεχίσω να κοιτάζω ούτε για δευτερόλεπτο. Απλά γύριζα το κεφάλι μου απ' την άλλη μην θέλοντας να αντικρίσω το "τέρας" που είχα γίνει.
Τελικά διάλεξα βιαστικά ένα μαύρο φόρεμα που είχε κολλημένα παντού πάνω του μικρά διαμαντάκια που το έκαναν να αστράφτει στο σκοτάδι. Αν και ήταν το καλύτερο που βρήκα, η αλήθεια είναι ότι δεν δοκίμασα τα πάντα, δεν μπόρεσα. Αν και δεν το μετάνιωσα, μου πήγαινε πολύ τελικά όντως.
Ανέβηκα γρήγορα πάνω στο δωμάτιο μου, και έκλεισα δυνατά την πόρτα. Ντύθηκα γρήγορα και άρχισα να ψάχνω με μανία και νεύρα την ντουλάπα μου για παπούτσια, κατάλληλα βέβαια. Στην τελικά βρήκα ένα ζευγάρι κοντά τακούνια που πήγαιναν απόλυτα με το φόρεμα.
Αφού έκανα ένα σύντομο ντους στο μπάνιο μου, έφτιαξα βιαστικά τα μαλλιά μου και αφού τελείωσα με όλα αυτά ήρθε και το δύσκολο μέρος...
Το μακιγιάζ...
Δεν είχα κανένα απολύτως πρόβλημα με το μακιγιάζ, απλά έπρεπε να χρησιμοποιήσω... καθρέφτη...
Πήρα μια βαθιά ανάσα και προσπάθησα να σκεφτώ κάτι, ΟΤΙΔΉΠΟΤΕ, άλλο. Επικεντρώθηκα τελικά στο μακιγιάζ...
Όπως τελείωνα βάζοντας την αγαπημένη μου μαύρη μάσκαρα, σαν να άκουσα κάτι να μου λέει: «Πονάει ε?».
Τα μάτια μου πέσανε πάνω στη αντανάκλαση μου στον καθρέφτη, η οποία είχε πάρει μια πολύ διαφορετική στάση από εμένα και πίσω της δεν υπήρχε τίποτα παρά σκοτάδι, το οποίο εξαπλώθηκε και πίσω μου.
«Το ότι ξέρεις πως σε λίγο θα πρέπει να του πεις το τελευταίο αντίο?», συνέχισε με ένα ειρωνικό χαμόγελο.
«Τι είναι αυτά που λες?», φώναξα.
«Η συμφωνία Μύριαν... Είπες πως δεν θα με πλήγωνες», όταν άκουσα αυτά τα λόγια να βγαίνουν απ' το στόμα της κατάλαβα ότι δεν ήταν η αντανάκλαση μου... Αλλά της Αριάν...
Το βλέμμα της άλλαξε ξαφνικά, έγινε πιο μνησίκακο και βλοσυρό, και το χέρι της βγήκε απ' το καθρέφτη αρπάζοντας με απ' τον λαιμό και φέρνοντας έτσι το πρόσωπο μου πιο κοντά στο δικό της.
«Πίστευες στ' αλήθεια ότι δεν θα το μάθαινα?? Μόλις ξυπνήσω την έχεις βαμμένη, αδελφούλα», είπε μέσα απ' τα δόντια της.
Εκείνη την στιγμή της έπιασα τον λαιμό και εγώ σφίγγοντάς τον.
«Δεν σε φοβάμαι... Είσαι απλά μια ψευδαίσθηση... Εσύ... ΕΣΎ ΔΕΝ ΕΊΣΑΙ Η ΑΡΙΆΝ!!!», είπα και την έσφιξα περισσότερο, ώστε άφησε τον λαιμό μου και την έσπρωξα βαθιά μες στον καθρέφτη.
«Μύριαν?», με τη φωνή της μάνας μου που ήρθε από το ισόγειο, η ψευδαίσθηση άρχισε να σβήνει σιγά σιγά και επανερχόμουν στην πραγματικότητα. 🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥
Καησπέρα!
Τι κάμνετε πως είστε?
Ελπίζω να είστε πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα πολύ καλά!
Σόρι που αργώ συχνά να ανεβάσω στην ιστορία, αλλά αυτό ήταν κυριολεκτικά ένα τεράστιο κεφάλαιο και ελπίζω να το ευχαριστηθήκατε όσο το ευχαριστήθηκα και εγώ... Είχα πολύ έμπνευση για το συγκεκριμένο....
Και στα επόμενα θα δείτε, έχει να γένει πράμα παιδάκια μ... Σφαγή...
Τέσπα, αν σας άρεσε το κεφάλαιο θα με βοηθούσατε πάρα πολύ αν:
Σχολιάζαται,
Ψηφίζεται,
Και κάνατε Follow.
Αυτά από εμένα, σας ευχαριστώ πολύ για την υποστήριξη σας και να έχετε μια υπέροχη μέρα!😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊😺🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊 😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊🐱🦊
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top