11. Προειδοποίηση
Ευτυχώς η Αριάν ήταν μια χαρά, με επιβεβαίωσε ο γιατρός που ήρθε απλά σοκαρίστηκε. Εγώ είχα τρομάξει τόσο πολύ με αυτό που έγινε μόλις πριν λίγα λεπτά, που είχα καταχλωμιάσει.
Μετά από λίγη ώρα με άφησαν να ξαναμπώ στο δωμάτιο της. Ευτυχώς ήταν ξύπνια πάλι, ταραγμένη, μα ξύπνια.
«Συγγνώμη Αριάν... Δεν έπρεπε να στο έχω πει αυτό... Τουλάχιστον όχι ακόμα», παραδέχτηκα εγώ και δύο δάκρυα κύλισαν στα μάγουλα μου.
«Τι λες καλέ? Και να είχα παραμείνει εγώ έτσι στην άγνοια? Όχι καλά έκανες», είπε και χτύπησε το χέρι της στο στρώμα του κρεβατιού δίπλα της προκαλώντας με και μένα να κάτσω δίπλα της με αυτήν την χειρονομία.
«Μεθάυριο είναι η κηδεία», είπα αφήνοντας το γράμμα που κράταγα στα χέρια μου στο έπιπλο δίπλα μου.
Εγω πήγα και έκατσα δίπλα της, ακούμπησα το κεφάλι μου στο στήθος της και αυτή μου χάιδευε τα μαλλιά για να με καθησυχάσει.
«Αφού είχες το γράμμα, γιατί δεν την σταμάτησες?», με ρώτησε με ήρεμη φωνή.
«Δεν το είχα εγώ, αυτό είναι το πρόβλημα. Και ήμουν αρκετά ηλίθια ώστε να πιστέψω την φθηνή δικαιολογία της μάνας μας και να μην ανοίξω το γράμμα πιο πριν», εκείνη την στιγμή που το έλεγα όλο αυτό δεν ήξερα αν ήμουν πιο πολύ θυμωμένη με εμένα ή με την μάνα μου.
«Περίμενε τι?», ρώτησε απότομα η Αριάν και εγώ σήκωσα γρήγορα πάνω το κεφάλι μου. «Η μαμά ήξερε?», ρώτησε σοκαρισμένη.
«Το είχε διαβάσει ακριβώς εκείνη την μέρα που στάλθηκε. Πριν από περίπου έναν μήνα... Ή γιαγιά δεν είχε σκοπό βέβαια να μας επισκεφτεί και μάλλον η μάνα μας να ήξερε την ακριβή ημερομηνία που θα το έκανε αυτό η γιαγιά. Και δεν μας το είπε γιατί μάλλον η γιαγιά δεν ήθελε», μοιράστηκα μαζί της κάποιες κάπως βαθύτερες σκέψεις μου.
«Mα, η μαμά αγαπούσε την γιαγιά... Δεν θα την άφηνε έτσι στην μοίρα της... Να κάνει δηλαδή κάτι τέτοιο!», απόρησε η Αριάν.
«Ναι, μα το ξέρω! Εννοώ, κάτι περίεργο πρέπει να συνέβη...», συμφώνησα και εγώ.
«Πρέπει να της μιλήσουμε. Να μας πει ακριβώς το έγινε», πρότεινε η Αριάν.
«Αν έχεις την υπομονή να το κάνεις εσύ αυτό καλώς. Εγώ δεν υπάρχει περίπτωση να της μιλήσω, τουλάχιστον όχι ακόμα. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι το έκανε αυτό. Να τώρα ας πούμε δεν θα πάω σπίτι», της εκμηστηρεύτηκα και μισό χαμογέλασα.
«Και που θα πας τέτοια ώρα?», ρώτησε ανήσυχη η Αριάν.
«Έχω μια ιδέα...», είπα κοιτάζοντας την πονηρά. Φυσικά και δεν συνέχισα την κουβέντα μετά από αυτό.
Μαμά Ζενεβιβ POV
Βγήκα έξω κλαίγοντας φωνάζοντας το όνομα της Μύριαν με την ελπίδα ότι θα γυρίσει πίσω και θα με αφήσει να της εξηγήσω.
Όμως αυτή ούτε που κάθισε να με ακούσει. Πήρε την μηχανή της και έφυγε όσο πιο γρήγορα μπορούσε.
Έπρεπε να παραδεχτώ ότι δεν την κατηγορούσα. Έτσι όπως είχαν γίνει όμως τα πράγματα δεν μπορούσα να επέμβω. Δεν γινόταν, γιατί μπορεί να μην ήταν η Ρόουζ η μόνη νεκρή.
Έτσι όπως στεκόμουν μόνη μου στην αυλή μες την βροχή είδα έναν άντρα με κουκούλα να με πλησιάζει. Φόραγε κάτι μπροστά στο πρόσωπο του έτσι μου ήταν αδύνατο να δω ποιος ήταν.
«Είχαμε μια συμφωνία...», είπε πλησιάζοντας με.
«Με την Ρόουζ είχατε την συμφωνία. Άφησε εμένα και τις κόρες μου έξω από αυτό. Δεν σου φταίμε σε τίποτα», είπα και εκείνος με έπιασε απ το μαλλί και με χτύπησε στον τοίχο.
«Όλοι θα πάρετε αυτό που σας αξίζει... Αρχίζοντας από εσένα που αντιμιλάς», Είπε και με ξαναχτύπησε στον τοίχο. Εγώ ούρλιαζα απ τον πόνο.
«ΣΚΑΣΕ! Σκασε μωρή πουτανα, γιατί δεν θα κάνω πίσω μέχρι που να πεθάνεις!», ψιθύρισε δίπλα απ το αυτί μου ενώ εγώ έκλαιγα.
Με έπιασε από το μαλλί και με έσυρε μεσα στο σπίτι.
Μόλις μου άφησε το μαλλί εγώ έτρεξα μακριά του, στην κουζίνα και κλείδωσα την πόρτα.
Εκείνος άρχισε να την κοπανάει λέγοντας μου διάφορα.
Εγω είχα πάει απέναντι στον πάγκο και έπιασα ένα μαχαίρι. Κοίταξα το παράθυρο υπολογιζοντας αν θα μπορούσα να βγω από αυτό, αλλά ίσως και να μην προλάβαινα, γιατί εκείνος ήταν έτοιμος να σπάσει την πόρτα.
Πήγα πίσω από την πόρτα πολύ γρήγορα. Τότε εκείνος έσπασε την πόρτα.
«Έλα Ζενεβιβ... Βγες έξω. Το ξέρεις ότι δεν μπορείς να μου κρύβεσαι για πάντα... Δεν θα σε πειράξω πολύ αν βγεις μόνη σου έξω, ενώ αν με αφήσεις να σε βρω μόνος μου θα σε χρεώσω παρά πάνω για την τζάμπα ταλαιπωρία...», είπε ανοίγοντας το συρτάρι με τα μαχαιροπίρουνα και αρπάζοντας ένα μαχαίρι, ένα αρκετά μεγάλο μαχαίρι.
Εγώ έτρεξα έξω απ την κουζίνα πριν το καταλάβει και έτρεξα στα πάνω δωμάτια. Δεν προλάβαινα να βγω καν έξω οπότε πήγα και κρύφτηκα στο δωμάτιο της Αριάν.
Κρύφτηκα κάτω από το κρεβάτι, δεν είχε καμία καλύτερη κρυψώνα πέρα απ την ντουλάπα, η οποία ήταν λιγάκι πιο προφανές.
Ύστερα από λίγο μπήκε και αυτός μέσα.
Άνοιξε την ντουλάπα και άρχισε να πετάει με μανία τα ρούχα έξω. Μετά έψαξε κάτω από το κρεβάτι και με βρήκε. Εγώ άρχισα να ουρλιάζω και εκείνος με άρπαξε και με έσυρε απ το μαλλί, τράβηξε το μαχαίρι και το έβαλε μπροστά στο στόμα μου λέγοντας μου ύστερα: «ΣΚΑΣΕ ΜΩΡΉ, ΣΚΑΣΕ». Εγώ εννοείται πως το βούλωσα εκείνη αμέσως την στιγμή.
«Ωραία, τώρα θα συνεννοηθούμε σαν άνθρωποι... Αλλιώς δεν υπάρχει πρόβλημα, θα σε στραγγαλίσω και όταν θα γυρίσουν οι κόρες σου σπίτι θα αντικρίσουν ένα άψυχο πτώμα, εμένα προσωπικά δεν με ενοχλεί αυτό το σενάριο», μου ξεκαθάρισε και εγώ κοίταζα συνέχεια το μαχαίρι.
Μύριαν's POV
Έφυγα απ το νοσοκομείο ύστερα από λίγο. Με είχαν πιάσει τα κλάματα πάλι. Πήγα στο σπίτι του Ράιαν. Χτύπησα μια φορά την πόρτα και σιγανά, γιατί ήταν σχετικά αργά ώστε αν ήταν ξύπνιος να με ακούσει.
«Ποιός διάολο είναι βραδιάτικα?», άκουσα την φωνή του από μέσα.
«Η Μύριαν είμαι», είπα λίγο πιο δυνατά. Τότε εκείνος έτρεξε και μου άνοιξε την πόρτα. Δεν φορούσε μπλούζα αλλά αυτό δεν με πείραζε καθόλου. Ακόμα έκλαιγα, εντομεταξυ.
«Αγάπη μου? Τι έγινε? Τι έπαθες?», είπε και με αγκάλιασε. Έβλεπε πως ήμουν χάλια.
«Έλα μέσα, σε παρακαλώ, πέρασε», μου είπε παίρνοντας με αγκαλιά σε στυλ νύφης και με εβαλε εκείνος μέσα, δεν μπορούσα να κουνηθώ εκείνη την στιγμή.
Με έβαλε πάνω στον καναπέ και μου έφτιαξε ζέστη σοκολάτα. Ήξερε καλά πως με ηρεμούσε.
Πέρασε λίγη ώρα μέχρι να πιω την σοκολάτα και να βρω πάλι την μίλια μου. Δεν ήξερα ούτε και εγώ τι με έπιασε. Πριν, όταν ήμουν στο νοσοκομείο ήμουν μια χαρά.
«Θες να μου πεις τι έγινε?», στεκόταν ακριβώς απέναντι μου εκείνη την στιγμή. Εγώ δεν ήξερα τι να πω. Τι, απλά να άρχιζα να του έλεγα ότι πέθανε η γιαγιά μου, ότι η μάνα μου το ήξερε και ότι επιπλέον αύριο ήταν η κηδεία της?
Απαπαπα, σκέφτηκα.
«Θα σε πείραζε να μείνω εδώ για λίγες μέρες? Δεν αντέχω να πάω σπίτι...», είπα τελικά χωρίς να του έχω πει καν τι έγινε καθόλου. Ούτε την παραμικρή λέξη. Τίποτα.
«Εννοείται πως δεν θα με ενοχλούσε καθόλου, το σπίτι μου είναι και δικό σου. Αλλά σοβαρά τώρα το έγινε?», είπε. Σηκώθηκε και ήρθε να κάτσει δίπλα μου. Έπεσα στην αγκαλιά του ξεσπώντας πάλι σε δάκρυα.
«Η... Ή Αριάν ει-είχε... Έναν ε... φιάλτη», άρχισα να εξηγώ τραυλίζοντας μέσ στα δάκρυα μου.
«Ναι, και λοιπόν?», ρώτησε ο Ράιαν κάπως μπερδεμένος. Και καλά είχε δίκιο όμως. Δεν του εξήγησα και τα πάντα...
Ηρέμισα λίγο και συνέχισα.
«Κοίτα, όταν έχει η Αριάν εφιάλτη ποτέ δεν είναι καλό. Γιατί πάντα κάτι κακό συμβαίνει. Κάτι που σχετίζεται σίγουρα με τον εφιάλτη. Και με πήρε τηλέφωνο στις 4 η ώρα το χάραμα για να την ηρεμήσω. Το όνειρο της έγραφε πάνω σε έναν τάφο το όνομα Θόρντον. Τότε έμαθα από την μάνα μου ότι η γιαγιά μου πέθανε και εκείνη ήξερε ότι θα συνέβαινε και δεν έκανε τίποτα για να το αποτρέψει και αύριο είναι η κηδεία...», του τα ανέλυσα. Δεν μπορούσα να δω την έκφραση του γιατί είχα κρύψει το πρόσωπο μου ήταν κρυμμένο στο στήθος του.
«Σσσσς, έλα ησύχασε», προσπάθησε να με καθησυχάσει καθώς μου χάιδευε ταυτόχρονα και την πλάτη.
Πέρασε αρκετή ώρα μέχρι να καταφέρει να με ηρεμίσει. Μου μίλαγε για πολύ ώρα, ο ήχος της φωνής του με ηρεμούσε πολύ είναι η αλήθεια.
«Θες να δούμε κάποια ταινία? Ούτε εμένα με παίρνει ο ύπνος... Και η δική μου νύχτα ήταν κάπως μεγάλη...», με ρώτησε αφού με είχε ηρεμίσει.
«Γιατί, τι έγινε με εσένα?», τον ρώτησα γεμάτη περιέργεια. Χριστέ μου, τόσο γαϊδούρα πια! Μονολογούσα εγώ για τα δικά μου, και ούτε που μου πέρασε απ' το μυαλό ότι θα μπορούσε να ήταν ξύπνιος τώρα για κάποιον πολύ συγκεκριμένο λόγο. Τόσο άχρηστη πια!
«Δυσκολίες στη δουλεία... Δεν είναι τίποτα, μην σε πνίγω και εγώ τώρα με τα δικά μου», μου εξήγησε προσπαθώντας να αποφύγει την συζήτηση.
«Α ναι? Και εγώ τότε γιατί να σε πνίγω τόση ώρα με τα δικά μου?», τον ρώτησα.
«Πρώτα απ' όλα, δεν με πνίγεις. Και φαντάζομαι ότι το δικό σου θέμα είναι πολύ μεγαλύτερο από μια άσχημη μέρα στην δουλειά...», αν και μπορούσα εύκολα να καταλάβω ότι είχε κάποιο δίκιο, δεν μπορούσα απλά να του λέω για τα δικά μου χωρίς να δείξω το ελάχιστο ενδιαφέρον για το πως νιώθει αυτός.
«Ναι, αλλά...», πήγα να διαμαρτυρηθώ αλλά εκείνος έβαλε το δάχτυλο του μπροστά στα χείλη μου κοιτάζοντας με παράλληλα με ένα παρακλητικό βλέμμα.
«Αν δεν θες ταινία, έχω και μια κάποια άλλη ιδέα στο μυαλό μου που ίσως να σε ενδιαφέρει», είπε χαϊδεύοντας το μπούτι μου.
«Μάλλον είναι πολύ ενδιαφέρουσα η ιδέα σου...», άρχισα να λέω και εκείνος έφερε το πρόσωπο του πιο κοντά στο δικό μου. «Αλλά μάλλον ξεχνάς κάτι, ή μάλλον κάποια», είπα σπρώχνοντας το πρόσωπο του μακριά.
«Με την μόνη διαφορά του ότι δεν είναι εδώ... Είμαστε μόνοι μας... Ολομόναχοι», είπε πλησιάζοντας με ξανά. Ε, με τέτοια επιχειρήματα ποιος αντιστέκεται? , σκέφτηκα και χωρίς να το σκεφτώ άλλο του επιτέθηκα, ρίχνοντας τον στον καναπέ ενώ αυτός με τράβηξε μαζί του. Άρχισα να τον φιλάω στο πρόσωπο και κατευθυνόμουν προς τους κοιλιακούς του και πριν προλάβω να συνεχίσω πιο κάτω με σήκωσε εκείνος κοιτάζοντας με στα μάτια και λέγοντας μόνο μια λέξη: «Κρεβατοκάμαρα».
Εκεί, στην κρεβατοκάμαρα, κάναμε διάφορα, μέχρι το πρωί που μας πήρε και τους δύο ο ύπνος. Ε, δεν με πολύ ένοιαζε καθώς σήμερα είχα βραδινή βάρδια στη δουλειά.
«ΜΎΡΙΑΝ?!», μια φωνή με ξύπνησε αργότερα το μεσημέρι. Πεταχτήκαμε και οι δύο απ' το κρεβάτι καλύπτοντας τα σώματα μας μόνο με το λεπτό άσπρο σεντόνι του κρεβατιού του Ράιαν με το οποίο είχαμε σκεπαστεί για να αντικρίσουμε απέναντι μας μια σοκαρισμένη και ταυτόχρονα θυμωμένη Αριάν. 🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥
Καησπέρα παίδες!
Τι κάμνετε πώς είστε?
Ελπίζω να είστε πάρα πολύ μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα πολύ καλά!
Ούτε τώρα καθυστέρησα, ελπίζω, ε? Μόλις την προηγούμενη βδομάδα ανέβασα. Να προετοιμαστείτε ψυχολογικά για τις ανανεώσεις, γιατί μόλις ανοίξουν τα σχολεία, δεν νομίζω να μπορώ να ανεβάζω τόσο συχνά... Αλλά και για την συνέχεια έτσι? Όχι που θα σας αφήσω έτσι... Έχουν να διαβάσουν τα ματάκια σας...
Αλλά ρε παιδιά της μουρλής γίνεται! Έχω και εγώ αρκετή έμπνευση!
Ελπίζω να σας άρεσε πολύ το καινούριο κεφάλαιο~!!!
Αν ναι μπορείτε να:
Σχολιασετε
Ψηφίστε
Και να με κάνετε Follow!
Σας ευχαριστώ πολύ για την υποστήριξη σας και να έχετε μια υπέροχη μέρα!!!😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top