10. Ψέμα

Μύριαν's POV

Πετάχτηκα από το κρεβάτι μου, αμέσως μόλις άκουσα τον ήχο του τηλεφώνου δίπλα μου. Κοίταξα την ώρα. Ήταν 4.30 η ώρα το βράδυ. Οποίος και αν με ξυπνάει τέτοια ώρα το καλό που του θέλω είναι να με ξυπνάει για σοβαρό λόγο, σκέφτηκα θυμωμένα εγώ αρπάζοντας ταυτόχρονα το κινητό από το έπιπλο δίπλα μου.

Ήταν η Αριάν. Συνήθως με έσπερνε τέτοια ώρα για να πάω να την μαζέψω από κάποιο κλαμπ στο οποίο γινόταν συνήθως λιώμα, αλλά δεν νομίζω να ήταν τόσο τρελή ώστε να το σκάσει απ το νοσοκομείο πριν πάρει εξιτήριο...

«Τι θες μωρή μουρλή βραδιάτικα?», της είπα με έναν ξινό τόνο, αλλά το μετάνιωσα ευθείς αμέσως, μόλις άκουσα την φωνή της.

«Μύριαν? Μύριαν, βοήθεια... Σε παρακαλώ... Είδα... Όνειρο...», άκουσα την φωνή της πανικόβλητη και το τηλέφωνο έκλεισε.

«Αριάν? ΑΡΙΆΝ?», φώναξα και εγώ επίσης πανικόβλητη και άρχισα, χωρίς δεύτερη κουβέντα, να ντύνομαι με ότι τυχαία ρούχα βρήκα μπροστά μου, άρπαξα γρήγορα τα κλειδιά μου απ το έπιπλο και κατέβηκα γρήγορα κάτω για να φύγω όταν είδα την μάνα μου να κλαίει στον καναπέ. Ε, εκεί είναι που πανικόβλήθηκα πιο πολύ, γιατί όταν η Αριάν είχε άσχημα όνειρα πάντα κάτι άσχημο συνέβαινε.

«Μαμά, τι έγινε τι έπαθες?», είπα ανήσυχα και έτρεξα εγώ δίπλα της να την παρηγορήσω.

«Τίποτα, Μύριαν μια χαρά είμαι. Εσύ... Εσύ γι-γιατί είσαι ξύπνια τέτοια ώρα?», φυσικά και δεν την πίστεψα, δεν ήμουν τυφλή έβλεπα ότε είδα ότι κράταγε δίπλα της το γράμμα της γιαγιάς.

«Μαμά, ΤΙ ΈΓΙΝΕ?», επέμεινα με τον πιο άγριο μου τόνο. Πάντα όσοι με ήξεραν, γνώριζαν ότι όταν χρησιμοποιώ αυτόν τον τόνο σοβαρολογούσα πάντα και πάντα περίμενα μια απάντηση.

«Καλύτερα να καθίσεις σε παρακαλώ...», μου είπε με δάκρυα στα μάτια.

Κάθισα δίπλα της και εκείνη με κοίταξε στα μάτια, κλαμένη.

«Κοίτα, Μύριαν... Δεν είναι εύκολο να σου το πω αυτό... Να... Ας πούμε πως σου είπα ένα μικρό ψεματάκι... Για το γράμμα της γιαγιάς...», μόλις το άκουσα αυτό άρπαξα το γράμμα από δίπλα απ την μάνα μου και άρχισα να το διαβάζω.

«ΜΥΡΙΑΝ!», φώναξε εκείνη, μα εγώ την αγνόησα εντελώς.

Το γράμμα έλεγε:

"Αγαπητές μου Αριάν και Μύριαν

Συγγνώμη. Συγγνώμη που δεν μίλησα πιο νωρίς. Το ξέρω πως έπρεπε και ίσως να μην με συγχωρέσετε ποτέ. Όμως πρέπει να καταλάβετε ορισμένα πράγματα πριν με κρίνετε για αυτό που έκανα.

Ότι έκανα, το έκανα για εσας. Τις εγγόνες μου. Έχω βρόμικο παρελθόν που νομίζω το ξέρετε ήδη και δεν θέλω να πληρώσετε εσείς για τα δικά μου λάθη. Γι' αυτό έπρεπε να το κάνω. Ελπίζω να με καταλάβετε.

Θα μου λείψετε και οι δύο πάρα πολύ, να το ξέρετε. Σας έχω αφήσει βέβαια κάποια λεφτά, αλλά αυτά θα τα βρείτε στην διαθήκη μου όταν την ανοίξετε με το καλό.

Σας παρακαλώ, συγχωρήστε με. Το τελευταίο πράγμα που ήθελα ήταν να σας στεναχωρήσω... Αλλά ήταν επίσης και η τελευταία μου επιλογή.

Βέβαια η συγχώρεση δεν είναι κάτι που μπορώ να απαιτήσω...

Μου λείπετε ήδη, αγγελούδια μου.

Χχχ,

Γ. Ρόουζ."

Και από μέσα είχε ένα πολύ μικρό χαρτάκι το οποίο έγραφε:

"Υ. Γ. ΠΡΟΣΟΧΉ ΣΤΟΥΣ ΑΔΕΛΦ...    Ρ... ΝΤ... ΓΚ... Ζ".

Το όνομα που ήθελε να αναφέρει η γιαγιά δεν ήταν ξεκάθαρο, αλλά έβαζα στοίχημα πως ήταν το όνομα Ροντριγκεζ. Μα τι σχέση είχαν εκείνη με όλα αυτά? Μήπως συνδεομασταν κάπως με αυτή την οικογένεια?

Τα δάκρυα κυλούσαν ασταμάτητα στα μάγουλα μου απ το πρώτο έως και το τελευταίο γράμμα του γράμματος της γιαγιάς Ρόουζ.

Άρα η γιαγιά ήταν και αυτή...

Νεκρή.

«Βρήκαν το πτώμα της μόλις σήμερα το βράδυ σε μια θάλασσα, βυθισμένο... Μεθαύριο είναι η κηδεία...», μου είπε η μάνα μου χωρίς να μπορεί να με κοιτάξει στα μάτια. «Μύριαν...», πήγε να μου πιάσει τον ώμο αλλά εγώ έδιωξα το χέρι της μακριά και σηκώθηκα πάνω επιθετικά.

«ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΣΕΣ!? ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΣΕΣ ΝΑ ΜΟΥ ΚΡΥΨΕΙΣ ΤΗΝ ΑΛΉΘΕΙΑ ΕΝΏ ΗΞΕΡΕΣ ΤΙ ΘΑ ΣΥΝΈΒΑΙΝΕ?! ΓΙΑΤΊ? ΓΙΑ ΠΟΙΟ ΛΟΓΟ ΜΟΥ ΕΙΠΕΣ ΈΝΑ ΤΈΤΟΙΟ ΨΈΜΑ?!», άρχισα να φωνάζω.

«Να σου εξηγήσω...», προσπάθησε να πει, αλλά όχι, εγώ δεν άκουγα τίποτα από εκείνη αυτή τη στιγμή.

«ΔΕΝ ΑΚΟΎΩ ΤΙΠΟΤΑ! ΝΑ ΤΙΣ ΧΕΣΩ ΤΙΣ ΕΞΗΓΗΣΕΙΣ ΣΟΥ! ΕΣΎ ΦΤΑΙΣ ΠΟΥ ΠΕΘΑΝΕ Η ΓΙΑΓΙΆ ΜΟΥ! ΔΕΝ ΘΈΛΩ ΝΑ ΣΕ ΞΑΝΑΚΟΥΣΩ, ΔΕ ΘΈΛΩ ΤΊΠΟΤΑ ΑΠΌ ΕΣΕΝΑ!», φώναξα και έτρεξα έξω από το σπίτι.

Η μάνα μου βγήκε στην πόρτα, αλλά εγώ είχα ήδη βάλει μπροστά την μηχανή και έφυγα γρήγορα για το νοσοκομείο. Το τελευταίο πράγμα που άκουσα πίσω μου ήταν η φωνή της μάνας μου να φωνάζει αδύναμα το όνομα μου πίσω μου ενώ εγώ απομακρυνόμουν.

Αν και έβρεχε έξω, στο νοσοκομείο έφτασα σε χρόνο ρεκόρ, αλλά ήμουν μπορώ να πω ένα κουρέλι. Εξωτερικά και εσωτερικά δηλαδή, γιατί δεν ήμουν καθόλου καλά.

Πήγα γρήγορα στο δωμάτιο της Αριάν, η οποία ήταν ξύπνια και πολύ ταραγμένη πάνω στο κρεβάτι της.

«Αριάν?», της ψιθύρισα γιατί η αλήθεια είναι πως ήταν ακόμα 5 πάρα το βράδυ.

«Έλα γιατί άργησες?», με ρώτησε και από την φωνή της και μόνο κατάλαβα πόσο αναστατωμένη πρέπει να ήταν.

«Αυτό είναι μεγάλη κουβέντα, πες μου πρώτα τα δικά σου, αυτά με καίνε τώρα», είπα ψέματα. Η αλήθεια είναι ότι με ένοιαζε πιο πολύ για την γιαγιά, αλλά έπρεπε να της δείξω ότι με ενδιαφέρει και εκείνη, αυτή τη στιγμή.

«Είδα ένα όνειρο... Και μάλιστα κακό», άρχισε να μου εξηγεί.

«Ωχ... Αυτό δεν ακούγεται καλό... Και μάλιστα καθόλου καλό... Για λέγε», την ενθάρρυνα να μου πει.

«Να... Ήταν αρκετά παράξενο...», μου είπε και άρχισε να μου διηγείται το όνειρο της.

«... Και στο μνήμα πάνω έγραφε το επώνυμο μας. Αυτό με τάραξε πιο πολύ ακόμα, απ όλα», μου είπε και αυτό με σόκαρε λίγο και εμένα. Ναι μεν η Αριάν έβλεπε όνειρα για πράγματα που συνέβαιναν αλλά η γιαγιά είχε ήδη πεθάνει... Άρα το όνειρο ή ήρθε λίγο αργότερα, ή όντως κάτι σημαίνει. Αλλά βέβαια αυτό δεν θα το ανέφερα στην Αριάν, ειδικά όχι τώρα.

«Θόρντον? Είσαι σίγουρη πως το μνήμα έγραφε πάνω Θόρντον?», την ρώτησα γεμάτη τρόμο και περιέργεια.

«Όχι, μάλλον έγραφε Τζακ Ντάνιελς. Ίδια είναι τα επίθετα, μπορεί και να τα μπέρδεψα...», μου απάντησε με αυτό τι γνωστό ειρωνικό υφακι, που τόσο συχαινόμουν όταν το χρησιμοποιούσε κάτι τέτοιες ώρες...

«Σε ρωτάω για κάτι σημαντικό και εσύ με ειρωνεύεσαι... Ωραία θα πάει αυτό...», ξίνισα εγώ.

«Για τι σημαντικό? Έλα δεν μου είπες τι έγινε? Μ αυτό έχει να κάνει?», με ρώτησε ακόμα πιο ταραγμένη από πριν.

«Κοίτα ρε συ, είναι κάτι αρκετά μεγάλο και δεν θέλω να σε αναστατώσω πιο πολύ τώρα, αυτό πρέπει να είναι το τελευταίο που χρειάζεσαι», της είπα.

«Οχι, τώρα αν δεν μου πεις θα αναστατωθώ! Σε παρακαλώ, θέλω να μάθω!», έβαλα τα χέρια μου στην τσέπη μου και πήγα να αρχίσω να εξηγήσω και στην Αριάν τι έχει γίνει όταν ξαφνικά έπιασα ένα χαρτί μέσα στην τσέπη του μπουφάν μου.

Το έβγαλα έξω για να δω τι είναι. Ήταν... Το γράμμα της γιαγιάς.

Της το έδωσα στα χέρια λέγοντας της ταυτόχρονα:«Να, δες από μόνη σου», και ευθείς αμέσως χωρίς να χάσει δευτερόλεπτο άρχισε να διαβάζει.

«Τι?», το πρόσωπο της είχε γεμίσει με δάκρυα. Εγώ έγνεψα χωρίς να πω κουβέντα.

«Αλήθεια? Η γιαγιά είναι... Είναι...?», η φωνή της η οποία έσπασε μόλις άρχισε να λέει αυτή τη πρόταση. Τότε άρχισε να κλαίει με λιγμούς και εγώ έτρεξα δίπλα της και την αγκάλιασα να την παρηγορήσω.

«Ελα, έλα Αριάν μου, σώπα σώπα», τότε την ένιωσα στα χέρια μου πιο βαριά απ ότι θα έπρεπε και την κοίταξα. Ήταν αναίσθητη.

«ΈΝΑΝ ΓΙΑΤΡΌ! ΈΝΑΝ ΓΙΑΤΡΌ! ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΏ! ΈΝΑΝ ΓΙΑΤΡΌ! Η ΑΔΕΛΦΉ ΜΟΥ!», άρχισα αμέσως να γκαρίζω.
🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥🔥
Καησπέρα παίδες!

Τι κάμνετε πώς είστε?

Ελπίζω να είστε πάρα πολύ μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα μα πάρα πολύ καλά!

Δεν άργησα καθόλου ε? Μια δύο μέρες πέρασαν! Ούτε καν βδομάδα!

Πω ρε παιδιά της μουρλής γίνεται. Να δείτε μόνο τι ακολουθεί στην συνέχεια! Δεν μπορώ να περιμένω να το ποσταρω! Θα το ποσταρω όσο πιο γρήγορα μπορώ, το υπόσχομαι!

Για πείτε μου εσείς βρε παιδιά, τι σχέση να έχουν οι ροντριγκεζ πάλι με όλα αυτά?

Θα μάθετε πολύ σύντομα!

Ελπίζω μόνο να μην μου είτε παραπονεμενοι, να σας άρεσε!

Αν ναι μπορείτε να:

Σχολιασετε

Ψηφίστε

Και να με κάνετε Follow!

Σας ευχαριστώ πολύ για την υποστήριξη σας και να έχετε μια υπέροχη μέρα!!!😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺🦊😺

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top