Αφίξεις
Κλειδώνω προσεκτικά την πόρτα και στην συνέχεια κάνω ερωτήσεις στην περίεργη κοπέλα που γνωρίζει για τις ευχές.
- Πώς γνωρίζεις για τις ευχές και πώς με βρήκες; Τι με θέλεις;
Αναστενάζει, ενώ δείχνει αγχωμένη για όσα έχει να μου αποκαλύψει. Δεν καταλαβαίνω τι της προκαλεί νευρικότητα. Στο τέλος μου απαντάει.
- Έχω κάνει και εγώ ευχές. Η μία από αυτές ήταν να μπορώ να προβλέπω το μέλλον για όλους, για να το έκανα και επαγγελματικά, αλλά τελικά δεν μου επιτρέπεται. Δεν μπορώ να σου πω πολλά, όμως σε προειδοποιώ. Θα ζητήσεις κάποια στιγμή στην τρίτη ευχή να μην τις είχες κάνει ποτέ και όλα να είναι όπως πρίν. Αυτό θα έχει ολέθριες συνέπειες για σένα και για τον Κωνσταντίνο. Οπότε προτείνω να ο κάνεις πιο άμεσα, να είναι πιο εύκολο για εσάς.
Την κοιτάζω και σκέφτομαι όσα μου λέει. Θυμάμαι ακριβώς αυτό τον εφιάλτη που βλέπω συνέχεια στον ύπνο μου. Θέλω να κάνω την συγκεκριμένη ευχή, να γίνουν όλα όπως πρίν και πέφτουμε στο πέλαγος. Μόνο που είμαι τόσο ερωτευμένη που δεν μπορώ να κάνω κάτι τέτοιο την συγκεκριμένη στιγμή. Θα είναι σαν να επιθυμώ να μην τον έχω γνωρίσει. Γιατί μέχρι στιγμής αυτό μου έφεραν οι ευχές. Τον έρωτα μου για τον Κωνσταντίνο. Σκέφτομαι τι θα μπορούσε να με οδηγήσει εκεί και τότε την ρωτάω με την ελπίδα να μάθω.
- Γιατί θα κάνω κάτι τέτοιο; Δεν έχω λόγους.
-Αυτό δεν μπορώ να σου το πω. Δεν είμαι σίγουρη καν αν έπρεπε να σου μιλήσω. Αν θες, άκουσε με για το καλό σας. Έγινε λάθος και άλλαξαν οι ευχές σας με την φίλη σου. Εκείνη είχε ευχηθεί να μπορεί να βλέπει ότι σημαντικό είναι να γίνει στην ζωή της. Θα τα ξαναπούμε.
Μετά από αυτό με χαιρετάει και φεύγει, ενώ εγώ πηγαίνω στο μαγαζί βιαστικά. Όλη την μέρα όμως συνεχίζουν να τριγυρνάνε στο μυαλό μου τα λόγια της. Έρχονται πελάτες και κάνω τα πάντα να μην φαίνομαι σκεπτική. Έχουν βάση όσα μου είπε, τα όνειρα μου μόνο έτσι εξηγούνται. Τα γνώριζε με ανατριχιαστική ακρίβεια, αλλά δεν μου είπε πολλά ως προς τι πρέπει να κάνω.
Η ώρα περνάει δύσκολα μέχρι γα σχολάσω, όπου έρχεται ο Κωνσταντίνος να πάμε στο αεροδρόμιο να πάρουμε την μαμά μου και τον γάτο μου. Πηγαίνοντας, μιλάμε περί ανέμων και υδάτων στην διαδρομή, ενώ χαζεύω την οδήγηση του. Δείχνει ιδιαίτερα επιφυλακτικός , σαν να ψάχνει μήπως τον αναζητούν επίδοξοι ληστές. Καταφτάνουμε στον προορισμό μας και βλέπουμε κόσμο. Κάποια στιγμή εντοπίζω την μητέρα μου και το κλουβί με τον γάτο μου. Τους μιλάω.
- Μαμά εδώ είμαστε. Καλώς ήρθατε.
Μόλις με ακούει, έρχεται και με αγκαλιάζει, ενώ παρατηρεί προσεκτικά τον Κωνσταντίνο που βρίσκεται δίπλα μου. Ρίχνει καχύποπτες ματιές και το προσπερνάω, καθώς ακούγεται νιαούρισμα από το κλουβί. Του μιλάω για να ακούσει την φωνή μου και να ηρεμήσει, ενώ κατευθυνόμαστε προς το αμάξι. Μόλις καθόμαστε η μητέρα μου ρωτάει με ανησυχία.
- Παιδί μου με τέτοια κατάσταση που επικρατεί στην χώρα μας, πως βρήκες τα λεφτά και μου έκλεισες πρώτη θέση; Αντιλαμβάνεσαι ότι όλοι οι υπόλοιποι ήταν στις οικονομικές; Έχεις μπλέξει κάπου μήπως;
Ξεφυσάω. Έπρεπε να το περιμένω από την στιγμή που επέτρεψα στον Κωνσταντίνο να κλείσει τις θέσεις. Είχα την ελπίδα όμως να είναι πιο διακριτικός σε κάτι που αφορά την οικογένεια μου. Με έναν μισθό που έχω προλάβει να πάρω, εννοείται δεν θα είχα την άνεση για πολυτέλειες. Εκείνος χαμογελάει και απαντάει αυτός αντί για μένα.
- Εγώ κανόνισα το εισιτήριο, η κόρη σου δεν γνώριζε τίποτα για τέτοιες λεπτομέρειες. Δεν έχει μπλέξει πουθενά, απλά μου ανήκει η συγκεκριμένη αεροπορική εταιρεία.
Αντί να βελτιώσει τα πράγματα, τα κάνει πιο δύσκολα με την απάντηση του. Η μάνα μου έχει πάρει το βλέμμα της ανάκρισης και καχυποψίας, προσπαθώντας να βρει α κατάλληλα λόγια. Ο γάτος σπάει την αμήχανη σιωπή νιαουρίζοντας και τότε απαντάει η κυρία Γεωργία.
- Με ποιο δικαίωμα ανακατεύτηκες εσύ; Δεν δέχομαι τίποτα από κάποιον άγνωστο μου, όπου δεν ξέρω καν τις προθέσεις του. Αν νομίζεις ότι έτσι θα κάνει ό,τι θέλεις η κόρη μου, δεν θα το επιτρέψω.
Η κατάσταση πάει να ξεφύγει από τον έλεγχο μου και οφείλω να ηρεμήσω τα πνεύματα,αν και δεν έχω πολλές ιδέες. Ακούω το συνεχόμενο νιαούρισμα του γάτου μου και αποπροσανατολίζομαι. Τι τραβάει και αυτό το έρημο με εμάς που έμπλεξε. Ο Κωνσταντίνος για μια ακόμη φορά με προλαβαίνει και παίρνει αυτός τα ηνία της συζήτησης πάλι.
- Δεν πιστεύω ότι εξαγοράζω την κόρη σας με ένα εισιτήριο πρώτης θέσης που δεν μου κόστισε τίποτα. Έτσι κι αλλιώς έχω πολλούς άλλους τρόπους να κατακτήσω μια γυναίκα. Δεν περιμένω τα λεφτά.
-Αλήθεια; Τι τρόπους; Κάπου σε θυμάμαι εγώ, αλλά έχω κολλήσει από που.
Φωναζω ένα κοφτό μαμά και αυτομάτως σταματάνε γατιά άνθρωποι. Έτσι συνεχίζουμε την υπόλοιπη διαδρομή μέσα στην ησυχία. Φτάνουμε στις Λεύκες και μόλις βγαίνουμε από το αυτοκίνητο γεμίζουν τα ρουθούνια μας μυρωδιές από τις ταβέρνες. Το κλουβί το κρατάει ο Κωνσταντίνος προς έκπληξη μου και η μητέρα μου Άννα, την βαλίτσα της. Περνάμε και από το εστιατόριο που εργάζεται η Μαρία, η όποια μόλις περνάμε σταματάει τον Κωνσταντίνο στην μέση του στενού και του μιλάει.
- Λοιπόν, μάζεψε τον φίλο σου γιατί θα αμολήσω τον Ντίνο που κρατάς να σε γρατζουνίσει με τα κοφτερά του νύχια στο πρόσωπο. Και πρόσεχε την φιλενάδα μου γιατί τότε δεν θα αρκεστώ σε αυτό μόνο. Έλενα θέλω να μιλήσουμε μόνες μας.
Την κοιτάζω ενώ με πλημμυρίζει ανησυχία. Φαίνεται αρκετά σοβαρή. Κάτι θα έγινε πάλι με τον Αλέξανδρο και είναι έτσι. Τελευταία συνεχώς είναι νευριασμένη μαζί του. Πρέπει να κάνω κάτι δραστικό αυτή την φορά να την βοηθήσω.
Συγνώμη που άργησα να ανεβάσω, αλλά έχουν γίνει πολλά. Ελπίζω να σας άρεσε το κεφάλαιο. Καλό μήνα εύχομαι, καλές γιορτές.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top