𝒪𝓃ℯ
Ετοιμασίες τρέχω όλη μέρα για τις ετοιμασίες σήμερα είναι ο γάμος σήμερα θα παντρευτώ τον άντρα της ζωής μου τρέχω να προλάβω τα πάντα θέλω να είμαι υπέροχη θέλω να λάμπω αυτή τη μέρα.
«Βικτώρια γιατι μιλάς μόνη σου;»
Ωχ φώναξα δυνατά, αλλά δεν με ενδιαφέρει σήμερα είναι ο γάμος μου, σήμερα θα παντρευτώ τον αγαπημένο μου άντρα. θα παντρευτώ τον παιδικό μου έρωτα που μετά από 12 χρόνια αξιώθηκε να μου κάνει πρόταση γάμου. Και τώρα αναρωτιέται για τι μιλάω στον καθρέφτη μου μιλάω στον καθρέφτη μου γιατί μπορώ! Ειμαι η Βικτώρια Κάμπελ και πλέον θα γίνω η κυρία Βικτώρια Καρτερ.
Επιτέλους θα ζήσω το όνειρο που θέλω.
Γιατί ένας γάμος είναι όνειρο για εμένα ειδικά τώρα που έχω φτάσει στα τριάντα μου χρόνια.
«Έσυ τι θέλεις στο δωμάτιο μας μέλλοντα σύζυγε μου είναι η μέρα του γάμου μας σε παρακαλώ βγες έξω.»
«Μάλιστα κυρία μου!»
Λέει ενώ χασκογελάει, και εγώ γυριζώ γύρω γύρω μονη μου στο μπάνιο.
Αλλά πλέον δεν ακούω άλλο θόρυβο όποτε θα έφυγε.
Ανοίγω την πόρτα του μπάνιου και βγαίνω έξω ολόγυμνη, έτσι όπως ήμουν στο μπανιο. κοιτάω το κρεμασμένο μου νυφικό το οποίο είναι σε χρώμα σάπιου μήλου δεν υπήρχε περίπτωση να φορέσω ένα λευκό νυφικό. Και επιτέλους μπαίνει μέσα η μαμά με την καλύτερες μου φίλες την Λίλιαν και την Σοφία.
«Έλατε τώρα να ετοιμαστώ κορίτσια γιατί θα αργήσω...»
«Μας δουλεύεις Βικτώρια είναι δέκα το πρωί και ο γάμος είναι το απόγευμα..»
Λέει η Σοφια ενώ μου δείχνει με το δείκτη της το ρολόι που έχει στο δεξί καρπό της.
«Απελπισμένη για γάμο.»
Πετάει την σπόντα της η μαμά μου η οποία έχει στο βιογραφικό της ήδη τρία διαζύγια...
Δεν με ενδιαφέρει τι λέει γιατί για εμένα αυτος ο γάμος είναι το παν ο μέλλοντας σύζυγος μου είναι ο εφηβικός μας έρωτας που εμείς χτίσαμε και κρατήσαμε τόσο καιρό.
«Δεν είμαι απελπισμένη μαμά, ευτυχισμένη είμαι.»
Ενώ γυρίζω προς το καθρέπτη με της χρυσες λεπτομέρειες για να με κοιταξω πως φαίνομαι στα τριάντα μου χρόνια...
Κόκκινα μαλλιά γαλανά μάτια ο πιο σπάνιος συνδυασμός του κόσμου,αλλά για μια Σκοτσεζα αυτό είναι φυσιολογικό κανένας δεν απορεί γιατί έχεις κόκκινα μαλλιά. Κανένας δεν απορεί για τίποτα μονάχα όταν φτάνει η ώρα για τους τίτλους και τα κάστρα κάνουν χαμό όλοι τους... Α και για το καλό ουίσκι, στο δικό μας σπίτι γίνεται πάντα χαμος άμα η συζήτηση φτάνει στο ουίσκι.
«Σαματά να χαζεύεις και έλα να ντυθείς που κυκλοφορείς ολόγυμνη.»
Δεν την μπορώ καθόλου, είναι η μαμά μου αλλά δεν ήταν ποτέ παρών σε τίποτα ήταν πάντα θύμα των ερωτοτροπιών της, ενώ τώρα προσπαθεί να το παίξει καλή μαμά. όχι δεν χρειάζεται!
«Σταματά να με διατάζεις δεν είμαι πέντε χρόνων.»
Όμως εκείνη συνεχίζει το παραλήρημα της, να μιλάει συνέχεια και να λέει ότι της κατέβει στο κεφάλι. Δεν της δίνω καθόλου σημασία. Ωστόσο επιτέλους η πόρτα χτυπάει και με ενημερώνουν ότι έχει έρθει η κομμώτρια και η αισθητικός που θα με φτιάξουν...
«Ας περάσουν μέσα κατευθείαν» λέω ενώ κοιτάω το σώμα μου που είμαι ακόμα γυμνή αλλά δεν με ενοχλεί δεν έχω τέτοια κολλήματα.
Όλα θα έχουν γήινες αποχρώσεις ακόμα και το μακιγιάζ μου θα ειναι απαλό και απλό, δεν θέλω να υπερβάλω πουθενά. Θέλω όταν γεράσω στην πλευρά του αγαπημένου μου να καθόμαστε μαζί και να βλέπουμε της φωτογραφίες και εγώ να αναγνωρίζω τον εαυτό μου. Αυτό θέλω!
Τα κορίτσια μπαίνουν μέσα αλλά η μαμά μου συνεχίζει με της κακίες της.
«Μην κοιτάς τον εαυτό σου συνέχεια στον καθρέπτη.»
Έλεος για ποιον λόγο της είπα ότι παντρεύομαι θέλει να μου χαλάσει την καλύτερη μέρα της ζωής μου. Ποτέ δεν χώνεψε τον μέλλοντα σύζυγο μου και όσο εκείνος καθυστερούσε την πρόταση γάμου άλλο τόσο η μητέρα μου ήθελε να τον χωρίσω, όμως εγώ τα καταφερα εγώ και εκείνος είμαστε ακόμα μαζί και θα γεράσουμε μαζί...
«Θα κάνω ότι θέλω μαμά αν δεν σου αρέσει μπορείς να φύγεις όπως έχεις φύγει και από τους τρεις γάμους σου. Όμως εγώ θα παντρευτώ είτε θέλεις, είτε δεν θέλεις έσυ.»
Εκείνη σαστίζει για λίγο αλλά η γλώσσα της επανέρχεται δριμύτερη.
«Εγώ σε γέννησα σε κράτησα εννέα μήνες στην κοιλιά μου σε τάιζα με το στήθος μου, και ας το κατέστρεψα. και εσυ μου μιλάς έτσι;»
Ειρωνία! ότι θέλει λέει όπως πάντα.
Όμως δεν θα της περάσει.
Γυρίζω απότομα και πάω μπροστά της με το δείκτη μου μπροστά στο πρόσωπο της.
«Και μετά τι; ξέχασες ότι έχεις παιδί και το εγκατέλειψες μόνο του ενώ πηδιόσουν με το κάθε τέκνο.... Σήκω και φύγε τώρα!»
Τα μάτια της γουρλωνουν αλλά η υποτιθέμενη θλιμμένη έκφραση της σχηματίζεται.
«Με διώχνεις από τον γάμο σου;την μανούλα;»
Λέει με μια τρεμάμενη φωνή, αλλά εγώ δεν πιστεύω πλέον τίποτα, θέλω να φύγει και θα φύγει!
«Ναι φύγεις τώρα πριν γίνει χαμός και αρχίσω και ουρλιάζω για να φύγεις»
Μέσα στο δωμάτιο μπαίνει ο Άντονι ο μέλλοντας σύζυγος μου.
«Βγείτε όλες έξω τώρα και αφήστε με μαζί της για πέντε λεπτά.»
Φωνάζει και όλες τον ακούμε σαν μαγεμένες.
Ποιος δεν θα άκουγε σαν μαγεμένη τον ημίθεο Άντονι που φοράει φόρμες και νιώθεις ότι είναι ο πιο σεξι άντρας στο πλανήτη.
«Έσυ δεν πρέπει να βρίσκεσαι εδώ.»
Του λέω παιχνιδιάρικα ενώ πλησιάζω κοντά του στις
μύτες των ποδιών μου. «Κι εσύ δεν πρέπει να βρίσκεσαι γυμνή αυτή τη στιγμή. Γιατι είσαι επικίνδυνα όμορφη» «δεν έχω ετοιμαστεί ακόμα Άντονι» του λέω με μια ναζιάρικη φωνή.
«ποιος είπε ότι σε θέλω έτοιμη, εγώ σε θέλω όπως ακριβώς είσαι γυμνή και εκνευρισμένη.»
Λέει πονηρά ενώ πιάνει το μπράτσο μου και με φέρνει κοντά του, απειλητικά κοντά του, ενώ το άλλο χέρι του αρχίζει να κατεβαίνει προς τα κάτω μέχρι που φτάνει στο ευαίσθητο σημείο μου. «μη» του λέω αλλά χαμογελάει πονηρά κουνώντας κεφάλι του αρνητικά.
«Σου χρειάζεται λίγο μικρή πριγκίπισσα για να ηρεμήσουν τα νεύρα σου»
«Ναι μπορεί να μου χρειάζεται λίγο» αποκρίνομαι τελικά εγώ και εκείνος κατεβαίνει στα γόνατα και το χέρι του παίζει ελάχιστες κυκλικές κινήσεις με τον αντίχειρα του χεριού του και εγώ αναστενάζω ελαφρώς και χώνω τα δάχτυλα μου στα ξανθά μαλλιά του. Εκείνος συνεχίζει λίγο πιο δυνατά και ένας μικρός τρανταγμος με εναν αναστεναγμό καλύπτουν το κορμί μου και χανώ την κάθε αίσθηση. Πιεζω το κεφάλι του προς το ευαίσθητο σημείο μου αλλά τα διάφανα γαλάζια μάτια του με αγριοκοιτάζουν «Άντονι πλησίασε με»
Κλαψουρίζω αλλά εκείνος σηκώνεται όρθιος βγάζει τον αντίχειρα του από την κλειτορίδα μου και απλά μου φιλάει το μέτωπο. Μένω αποσβολωμένη. «Τι ήταν αυτό τώρα;»
«Σκοτσέζικο ντους πριγκίπισσα. Τα υπόλοιπα όταν αυτό το γλυκό στοματάκι σου θα πει το 'ναι'.»
Βαριανασαίνω, και νιώθω θυμωμένη ενώ εκείνος αποχωρεί με μια αίσθηση νίκης και εγώ καιγομαι!
Μπαίνω στο μπάνιο και κάνω ένα ντους με καυτό νερό όσο το χέρι μου προσπαθεί να ηρεμήσει την έξαψη μου.
«Γιατί ξανά κανείς ντους; Βγες έξω Βικτώρια θα αργήσουμε για τον γάμο.»
Ούτε να χαλαρώσω τον εαυτό μου δεν με αφήνουν, βάζω το μπουρνούζι μου και βγαίνω έξω είναι πάλι όλες εδώ. Αλλά η Σοφία λείπει, που πήγε η κολλητή μου; Η κομμώτρια με τραβάει από το χέρι για να κάτσω στην καρέκλα να αρχισουν οι ετοιμασίες.
Αρχίζουν να με ετοιμάζουν από τα δάχτυλα των ποδιών έως και το κεφάλι ενώ η μητέρα μου τους κάνει συνέχεια παρατήρηση. Κάθε φορά όμως εγώ την αγριοκοιτάζω και εκείνη μετά συνέρχεται.
Η αγάπημενη μου Λίλιαν είναι κοντά μου και μου δείχνει το φόρεμα της και της Σοφίας αλλά όσο σκέφτομαι η μελαχρινή μου Σοφία δεν έχει γυρίσει που πήγε άραγε όμως δεν δίνω σημασία όσο νιώθω ευτυχισμένη και τα λόγια όλων περνανε αστραπιαία από τα αυτιά μου και εξαφανίζονται σαν να μην της ακουσα ποτέ. Η Λίλιαν μιλάει με την αισθητικό και εγώ χαζεύω την κατάξανθη πλεξούδα της είμαστε σαν τους αγγέλους του τσάρλι, μια ξανθιά, μια μελαχρινή, και εγώ η κοκκινομάλλα με της φακίδες απλά εγώ δεν θα μπορούσα να συγκριθώ με δυο μοντέλα ύψους ενα και ογδόντα ενώ εγώ ίσα που μπορώ να υπάρχω στην μικρή συσκευασία του ένα και πενήντα εννέα, με τα γλυκά μου παχακια να διαγραφούν στο σώμα μου και με τις τιγρέ ραγάδες στους γλουτούς μου.
«Βικτώρια αναπνέεις.»
Με ρωτάει η Λίλιαν και εγώ χαμογελάω.
«Αναπνέω αλλά σκεφτόμουν πόσο αστεία φαίνομαι δίπλα σε έσενα και την Σοφία. είμαι σαν νάνος μπροστά σας.»
Εκείνη γελάει και πάει και βάζει τα τακούνια της που βρίσκονται κάτω από το κρεμασμένο της ροζ φόρεμα.
«Τώρα μπορείς να θεωρείσαι νάνος και επίσημα»
«Έλα μην με κοροϊδεύεις.»
Όμως εκείνη συνεχίζει και μου φέρνει τα λευκά νυφικά μου παπούτσια των δωδεκα πόντων.
«Φέρε τα πόδια πριγκίπισσα. Α μάλλον Σταχτοπούτα που πρόκειται να γίνει πριγκίπισσα.»
Εγώ της απλώνω τα πόδια μου και εκείνη μου φοράει τα παπούτσια. Όμως σκέφτομαι την Σοφία, που πήγε;
«Λίλιαν η σοφια;»
Την ρωτάω τελικά και εκείνη χαμογελάει πονηρά.
«Είχαν έρθει κάτι φίλοι του καρτερ και ειδικά ένας περίεργος φίλος του που εγώ προσωπικά δεν τον γνωρίζω. ΕΕ αυτος γυάλισε στο ματάκι της Σοφίας οπότε έμεινε μαζί τους να τους κάνει λίγο παρέα.»
Ενώ εμείς ετοιμαζόμαστε οι άντρες κάτω κάνουν τις δικές τους ετοιμασίες μιας και το σπίτι μας έχει είκοσι πέντε διαφορετικά δωμάτια σκεφτήκαμε να τα κάνουμε μαζί.
«Τι ξετσίπωτη!»
Πετάγεται η μητέρα μου και εγώ απλά δεν μπορώ να πιστέψω ότι την έφερα εδώ.
Τι είναι αυτό σήμερα όλοι προσπαθούν να μου καταστρέψουν την ημέρα του γάμου μου.
Η μητέρα μου με τις ηλίθιες σπόντες της
Ο Άντονι με το ηλιθιο σκοτσέζικο ντους του.
Η σοφια και ο γκόμενος που δεν τον ξέρουμε.
Λες και εγώ δεν παντρεύομαι σήμερα!
Προσπαθώ να είμαι ήρεμη και να μην αντιδράσω καθως κλείνω τα μάτια μου και αφήνω τα κορίτσια να κάνουν την δουλειά τους.
𖣘𖣘𖣘𖣘𖣘𖣘𖣘𖣘𖣘𖣘𖣘
«Είσαι μια πριγκίπισσα Βικτώρια είσαι η δίκη μου πριγκίπισσα.»
Λέει ο μπαμπάς μου ενώ τα δάκρυα τρέχουν στο πρόσωπο του. πάω κοντά του και με τα χέρια μου προσπαθώ να σκουπίσω τα δάκρυα του. Ο μεγαλος Έντουαρτ Ιβερ Ντον Κάμπελ ο ιδιοκτήτης του εργοστασίου παραγωγής ουίσκι ένα απο τα καλύτερα ουίσκι της χώρας το παράγει ο πατέρας μου. Αυτος ο άντρας τώρα στα εξήντα του χρόνια κλαίει μπροστά στο θέαμα της κόρης του με νυφικό.
«Μπαμπά ακόμα και αν παντρευτώ εγώ θα είμαι πάλι η δίκη σου πριγκίπισσα. Αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ.»
«Οτιδήποτε και να συμβεί θα έρθεις στο μπαμπά δεν πρόκειται να συγχωρεσω κανέναν άνθρωπο που θα μπορέσει να γεμίσει τα μάτια της κόρης μου με δάκρυα.»
«Μπαμπά ο Άντονι δουλεύει για εσένα τόσα χρόνια, τον ξερεις πολύ καλά. ποτέ δεν θα έκανε κάτι για να με πληγώσει.»
«Εγώ πάντως δεν τον εμπιστεύομαι.»
Πετάγεται η μητέρα μου και ξεφυσάω όσο προσπαθώ να μην χαλάσω το μακιγιάζ μου.
«Μπαμπά γιατι την παντρεύτηκες;»
Ρωτάω τον μπαμπά μου λίγο ειρωνικά κάνοντας μια γκριμάτσα άιδιας.
«Όλοι κάνουμε λάθος στην ζωή μας όμως εγώ δεν θα την θεωρήσω λάθος γιατί εκείνη μου χάρισε το ομορφότερο πλάσμα του κόσμου.»
«Έλα μπαμπά μην λες τέτοια και κοκκινιζω εύκολα θα είμαι σαν παντζάρι.»
Εκείνος χαμογελάει, αλλα η Λίλιαν μας διακοπεί ψιθυρίζοντας στο αυτί μου ότι η Σοφια λείπει ακόμα.
Ωραία δεν είναι εύκολο να βρεις ένα άτομο δυο ώρες πριν το γάμο μεσα σε ένα σπίτι με δεκαεπτά υπνοδωμάτια και τρία διαφορετικά σαλόνια, και αλλα τόσα χωλ.
«Πάμε να την βρούμε.»
Της ψιθυρίζω, και ελπίζω από μεσα μου να μην την πετύχω πουθενά με τον περίεργο καλεσμένο σε κάποια περίεργη στάση.
Σηκώνω ελάχιστα με τα χέρια μου το νυφικό μου και αρχίζω να ψάχνω τα δωμάτια του δεύτερου ορόφου της ανατολικής πλευράς όπου βρισκόμουν εγώ. Αλλά κάθε δωμάτιο που ανοίγω εκείνη δεν είναι πουθενά.
Ξεφυσάω και κατεβαίνω προς τα κάτω θέλω να πιστεύω πως ο Άντονι θα έχει φύγει για την εκκλησία οπότε δεν θα με δει με το νυφικό πριν το γάμο. δεν θέλω τίποτα να πάει στραβά στον γάμο.
Ξανά σηκώνω λίγο πιο ψηλά το νυφικό μου και κατεβαίνω με μαεστρία τις κυκλικές σκάλες επάνω στο δωδεκαπόντο λευκό τακούνι μου. Τις κατέβηκα μια μια χωρίς κανένα πρόβλημα αφήνω το νυφικό μου και προχωράω αλλά σε κανένα από τα υπάρχοντα δωμάτια δεν είναι η Σοφια, όσοι με κοιτάνε είναι φίλοι του Άντονι και απλά με χαιρετάνε, ή μου χαμογελάνε. Αποφασίζω να πάω προς την κουζίνα που σήμερα δεν λειτουργεί γιατί έχει μόνο κοκτέιλ στο σπίτι και ο γάμος θα γίνει στο ιδιωτικό κτήμα του πατέρα μου το οποίο έχει την φάρμα με τα άλογα, ακόμα και τα άλογα μας όλα εκεί είναι έτοιμα για την δεξίωση. Όλα είναι έτοιμα.
Οπότε αποφασίζω να μπω μέσα ανοίγοντας την πόρτα απότομα ένα μαύρο πράγμα έρχεται καταπάνω μου, ένας άνθρωπος ντυμένος στα μαύρα ολόμαυρα παντού από πάνω μέχρι κάτω γυρίζει προς τα πάνω μου και το ποτό του πέφτει επάνω στο μπούστο μου.
Το νυφικό μου!
Ένας τρελός έριξε το ένα περίεργο κοκτέιλ επάνω στο νυφικό μου. Ουρλιάζω δυνατά αλλά εκείνος είναι εκεί ατάραχος.
«Κοίτα τι έκανες!»
Του λέω δυνατά ενώ του δείχνω την καταστροφή που προκάλεσε. Εκείνος απλά με κοιτάει αδιάφορα ένας ηλίθιος ξανθός με κοιτάει εμένα αδιάφορα.
«Σιγα το πράγμα! Φαντάσου να συνέβαινε αυτό στην νύφη πάλι καλά εσυ μπορείς να αλλάξεις φόρεμα.»
Με δουλεύει; Πραγματικά είναι τόσο ηλίθιος που δεν μπορεί να καταλάβει ποια είναι η νύφη;
«Εγώ είμαι η νύφη και μόλις μου κατέστρεψες το νυφικό μου. Άμα δεν σου κρατάνε τα χέρια σου ας μην κράταγες κοκτέιλ στα χέρια σου ηλίθιε.»
Του φωνάζω ενώ με τα χέρια μου σπρώχνω το στέρνο του. Εκείνος χαμογελάει ειρωνικά όμως εγώ νευριάζω κι άλλο, και τον ξανά σπρώχνω όμως γραπωνει τα χέρια μου και με ακινητοποιεί. Μόνο εκεί αντιλαμβάνομαι ότι φοράει γάντια στα χέρια του τον κοιτάω λίγο πιο προσεκτικά είναι πολύ πιο ψηλός από εμένα αλλά τουλάχιστον φοράω τακούνια και δεν μπορώ να δείχνω τόσο κοντή. Σηκώνω τα μάτια μου προς τα πάνω ενώ πιεζω τα χέρια μου για να ελευθερωθω αλλά μάταια.
«Κοιτα εδώ εφηλίδα, ας σκεφτόσουν καλύτερα όταν επέλεξες να βάλεις κοκτέιλ στο γάμο σου αντί για το αγαπημένο ουίσκι.»
Τον κοιταζω επίμονα και κολλάω στα μάτια του, υπάρχει άνθρωπος που να έχει χρυσαφί μάτια;
Είναι λες και έχουν χτίστει με κόκκους άμμου και έχουν δημιουργήσει όλο αυτό το υπέροχο χρωμα, που είναι σαν κινούμενη άμμος που σε παγιδεύει και σε σκοτώνει.
Όμως συνέρχομαι γρήγορα δεν μπορώ να λέω όμορφα λόγια για αυτό το κάθαρμα. Ούτε καν να τα σκέφτομαι, δεν μου επιτρέπεται.
«Άσε με γιατί ψάχνω τον άντρα μου. Και ποιος στο διάολο σε έφερε εδώ εσενα;»
Τον ρωτάω ενώ προσπαθώ ακόμα να ελευθερωθώ.
Γυρίζω τα μάτια γύρω γύρω στην κουζίνα, όμως στην κουζίνα εδώ έπρεπε να υπάρχει κόσμος γιατί είμαστε μονοι μας που πήγαν όλοι;
«Ο Άντονι με κάλεσε. Αλλά αν ήξερα ότι παντρεύεται μια κακομαθημένη που θα την χωρίσει μόλις την παντρευτεί δεν θα ερχόμουν.» Λέει, «Και για να σου απαντήσω στην ερώτηση σου. υπήρχε μια λαίμαργη που είχε κολλήσει επάνω μου οπότε είπα στον Άντονι η να την πάρει ή θα την σκοτώσω οπότε και εκείνος την πήρε και βγήκαν έξω. Εκεί κάπου έξω θα βρεις τον κακομοίρη.»
Απείλησε ότι θα σκοτώσει άτομο ποιος στο καλό νομίζει ότι είναι.
«Είσαι τρελός; Μόλις μου είπες ότι θα σκότωνες άνθρωπο.»
Κρατεί ακόμα πιο σφικτά τα χέρια μου ενώ με αγριοκοιτάζει και εγώ ξεροκαταπίνω σαν μικρό κουτάβι.
«Θες να σου πω πως σε φαντάζομαι να σε σκοτώνω;
Πως φαντάζομαι να περνάω τα χέρια μου γύρω από το λαιμό σου και να σε σφίγγω μέχρι όλη η επιδερμίδα σου να αποκτήσει την ίδια απόχρωση με τις φακίδες σου. Αλλα μου προκαλείς εκνευρισμό εφηλίδα για να κάτσω να ασχοληθώ παραπάνω μαζί σου.»
Δεν με κρατάνε τα πόδια μου, όμως τα χέρια μου είναι ακουμπισμένα επάνω στο στέρνο του όσο εκείνος τα πιέζει και μπορώ να αισθανθώ τον κάθε χτύπο της καρδιάς του. Όλα αυτά είναι ψέματα για να με κάνει να τρομάξω ενώ ήδη εκείνος είναι τρομαγμένος επειδή η καρδιά του χτυπάει ασύστολα.
«Μην με ξανά πεις φακίδα.»
Του λέω ενω τραβάω τα χέρια μου χωρίς επιτυχία.
«Εφηλίδα σε είπα μήπως και το κάνω λίγο πιο κολακευτικό αλλά με την γλώσσα σου δεν γίνονται. Όλα τα κανείς πιο εκνευριστικά.»
Ενώ πιέζει τα χέρια μου πιο σφικτα με ένα ειρωνικό γελιο στα χείλη του.
«Άσε τα χέρια μου τώρα!»
Του ξανά λέω δυνατά και προσπαθώ ακόμα να ελευθερωθώ, ομως εκείνος με τραβάει τελείως επάνω του και χαμογελάει. ένας τρελός μου χαμογελάει και το σώμα μου ανταποκρίνεται αισθάνομαι το σώμα μου να ζεσταίνεται και εγώ να βαριανασαίνω, ανταποκρίνομαι στο χαμόγελο του ασυναίσθητα. Βλέπω το στήθος του να ανεβοκατεβαίνει αλλόκοτα και απλά σηκώνω ξανά σηκώνω το κεφάλι μου προς τα πάνω για να αντιληφθώ ότι εκείνος έχει κατεβάσει το δικό του και κοιτάει προς εμένα είμαι τόσο κοντά σε έναν τρελο και το σώμα μου ερεθίζεται.
Ειμαι εγώ η τρελή τώρα, που ένας ψυχακιας κάνει το σώμα μου έτσι.
Γεια σας γλυκα παιδακια! 🫶🏻
Εδω μια καινούργια αρχή που φοβόμουν να ανεβάσω.
Ας δούμε πως θα πάει και αυτό.
Άμα σας άρεσε η καινούργια μου αρχή σας παρακαλώ πατήστε ένα αστεράκι.⭐️
Και θα χαρώ πολύ να μου πείτε την γνώμη σας κάτω στα σχόλια όποια και αν είναι!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top