~70~
~
Την επόμενη μέρα κιόλας χαιρέτησα την Κλαίρη που είχε μείνει όλο το βράδυ μαζί με τον Taehyung και έφυγα νωρίς το πρωί από το νοσοκομείο. Γυρίσαμε με ταξί μαζί με την Βιολέτα στο σπίτι, και μόλις μπήκαμε μέσα η ίδια, φανερά κουρασμένη από το χθεσινό ξενύχτη, έφυγε για το δωμάτιο μου ώστε να μπορέσει να κοιμηθεί χαλαρά. Μάτι δεν κλείσανε όλο το βράδυ και αυτή και ο Taehyung, οι οποίοι έπαιζαν μέχρι τα ξημερώματα βιντεοπαιχνίδι στην τηλεόραση. Παρά το γεγονός πως ένιωθα φουλ κουρασμένη, δεν είχα καθόλου ύπνο. Σκέφτηκα να μου φτιάξω έναν καφέ και ενώ περίμενα να ετοιμαστεί έριξα μια ματιά έξω από το παράθυρο της κουζίνας χαμηλά στον δρόμο. Έβρεχε ακατάπαυστα από εχθές το απόγευμα ποτέ ήρεμα και πότε καταρρακτωδώς. Υπήρχαν ελάχιστοι πεζοί στους δρόμους, φορώντας τα αδιάβροχα τους ή κρατώντας μια χρωματιστή ομπρέλα, δίνοντας έτσι χρώμα στον γκρι μουντό καιρό.
Γέμισα την κούπα με καφέ και αμέσως με χτύπησε η γλυκόπικρη μυρωδιά του. Κοίταξα για μια στιγμή το κινητό μου πάνω στον πάγκο και το πήρα στα χέρια μου. Το άνοιξα και πρόσεξα πως είχα μια αναπάντητη κλήση το βράδυ της Παρασκευής, από το αφεντικό μου, δηλαδή από τον Μπεν.
Όσο κι αν το σκεφτόμουν, δεν χωρούσε στο μυαλό μου πως με ξεγέλασε τόσο άνετα. Δεν αναρωτήθηκα ποτέ μου ποιο ήταν το επίθετο του, από την στιγμή που δεν το ανέφερε από μόνος του. Τώρα εξηγούνταν πολλά πράγμα, η περίεργη σύμπτωση πως ήταν ο αδερφός της Άλισον, ότι με πήρε στο μαγαζί του από την στιγμή που φαινόταν ξεκάθαρα πως δεν χρειαζόταν άτομο, μόνο και μόνο για να με έχει από κοντά. Για να μου έκρυψε την πραγματική του ταυτότητα σήμαινε πως γνώριζε από την αρχή ποια ήμουν, από την στιγμή κιόλας που μας πλησίασε εμένα και την Βιολέτα για να μας πιάσει την κουβέντα. Όταν μου ανέφερε για τον πρόσφατο θάνατο του αδερφού του, εννοούσε του Ντομινίκ; εάν γνώριζε ότι είχα ανάμιξη στον θάνατο του, πως μπορούσε και ήταν τόσο ήρεμος κοντά μου αναφερόμενος στον θάνατο του; όλα αυτά μου φαίνονταν τόσο τρελά και παρανοϊκά, όμως μια παράνοια δεν ήταν η ζωή μου;
Ποιος θα μου το έλεγε πως μόλις ξεκινούσα την φοιτητική μου ζωή θα κατέληγα να έχω σχέση με ανθρώπους της νύχτας; πως θα προσπαθούσαν να με βιάσουν τόσες φορές; πως θα έμπλεκα κατά κάποιον τρόπο σε μια δολοφονία;
Κάποια στιγμή ένιωσα το κινητό μου να δονείτε στο χέρι μου, πράγμα που με αποσυντόνισε από της σκέψεις μου και παραλίγο να χύσω τον καφέ πάνω μου. Κοίταξα τον αριθμό που με καλούσε και το σήκωσα χωρίς δεύτερη σκέψη.
«μαμά!» αναφώνησα χαρούμενη που την άκουγα.
"κοριτσάκι μου πως είσαι;" με ρώτησε ανήσυχη, πράγμα που μου φάνηκε περίεργο.
"Υπήρχε περίπτωση να γνωρίζει γι’ αυτά που συνέβησαν και πως ήμουν στο νοσοκομείο;"
"έμαθα πως μίλησες με τον.." κόμπλαρε λίγο "με τον πατέρα σου."
Ξερόβηξα κάπως αμήχανα στην σκέψη πως αναφερόταν όντως σε αυτόν από την στιγμή που δύο μέρες νωρίτερα δεν είχα καν πατέρα «ναι.» κατάλαβα πως ήταν έτοιμη να μιλήσει όταν την διέκοψα «μαμά, να ξέρεις πως δεν σου κρατάω κακία.» της είπα βιαστικά όταν κατάλαβα πως μάλλον ένιωθε άσχημα από τον τρόπο που μιλούσε «είσαι η μαμά μου και ξέρω πως για να μου το έκρυψες, θα είχες τους λόγους σου.» της απάντησα λίγο πριν ακουστεί ένας περίεργος λυγμός από την άλλη άκρη του ακουστικού «μαμά κλαις;» την ρώτησα έκπληκτη μόλις κατάλαβα από την τρεμάμενη ανάσα της πως προσπαθούσε πολύ σκληρά να συγκρατηθεί.
"δεν φαντάζεσαι πόσο σε αγαπάω κοριτσάκι μου." την άκουσα να λέει απότομα ενώ τα λόγια της ακολούθησαν ένα σιγανό κλάμα.
«μαμά μην κλαις.» της απάντησα νιώθοντας πλέον όλο και πιο ευάλωτη συναισθηματικά από την στιγμή που την άκουσα έτσι «κι εγώ σε αγαπάω πολύ και πάντα θα είσαι η μοναδική μαμά μου.» της είπα λίγο πριν κάτσω στον καναπέ με ένα έντονο πλάκωνα στο στήθος.
Της ξέφυγε ένα γέλιο ανακούφισης ανάμεσα στο κλάμα της μέχρι που μου μίλησε "μου ήταν πολύ δύσκολο να σου κρύβω την αλήθεια όλα αυτά τα χρόνια. Όταν κατάλαβα εκείνη την ημέρα στην καφετέρια πως ήσουν τόσο κοντά στο περιβάλλον του πατέρα σου χωρίς να γνωρίζεις ποιος είναι πραγματικά, ένιωσα τόσο άθλια μητέρα." μου είπε θυμωμένη "ήθελα να σου μιλήσω." αναστέναξε μελαγχολικά "όμως μου ήταν πολύ δύσκολο. Ήξερα για της περίεργες δουλειές του, στης οποίες απ ότι κατάλαβα είχες γνώση και εσύ μέσω των φίλων σου. Αυτός ήταν και ένας από τους λόγους που δεν σου μίλησα ποτέ για τον πατέρα σου. Προτίμησα να σε κρατήσω μακριά του, για το δικό σου καλό. Το καταλαβαίνεις αυτό έτσι δεν είναι;" με ρώτησε ανήσυχη λίγο πριν της μουρμουρίσω ένα σιγανό ναι "όταν έμαθα πως ήμουν έγκυος, τον επισκέφτηκα στο σπίτι του για να του το πω, γνωρίζοντας πόσο πολύ θα ήθελε ένα παιδί. Εκεί όμως συνάντησα τον πατέρα του και την μέλλουσα γυναίκα του, η οποία απ ότι έμαθα εκείνο το απόγευμα, ήταν και αυτή έγκυος από τον πατέρα σου. Καταλαβαίνεις πόσο προδομένη ένιωσα; που ενώ ήταν μαζί μου είχε αφήσει έγκυο μια άλλη γυναίκα; και εκτός αυτού είχα και τον πατέρα του να με απειλεί και να με ταπεινώνει πως δεν ήμουν αξία για τον γιο του, πως το παιδί που είχα μέσα μου δεν ήταν καν δικό του. Ήξερα πως αν εμένα έστω και λίγο εκεί πέρα θα προσπαθούσαν να κάνουν κακό σε εμένα αλλά και σε εσένα ώστε να μην φέρει καμία ευθύνη ο γιος του για το μωρό που είχα μέσα μου. Δεν είχα άλλη επιλογή από το να φύγω την επόμενη κιόλας μέρα από την πόλη και να εξαφανιστώ μια για πάντα από την ζωή του. Άλλαξα διεύθυνση και τηλέφωνο έτσι ώστε να μην μπορούσε να με ξανά βρει." καταλάβαινα από την φωνή της πως είχε ταραχτεί θυμούμενη όλα αυτά "την ημέρα που έμαθα πως πέρασες στην συγκεκριμένη πόλη, είχα αρκετό άγχος γι’ αυτό φοβόμουν και να σε αφήσω μόνη σου." παραδέχτηκε στεναχωρημένη
"συγνώμη παιδί μου." ψέλλισε μετανιωμένη.
Σκούπισα τα δάκρυα από τα μάτια μου σιωπηλή ενώ κρατούσα ακόμα το κινητό κοντά στο αυτί μου.
"δεν είχα σκοπό να σου πω πότε μου ψέματα, εγώ περισσότερο από τον καθένα ήθελα να έχεις και τον πατέρα σου δίπλα σου, όμως αυτό ήταν κάτι που δεν μπορούσε να συμβεί. Μετά την γέννα αποφάσισα πως έπρεπε να μάθει την αλήθεια, όμως αυτός είχε ήδη παντρευτεί. Είχε πλέον την δική του οικογένεια, στην οποία εμείς δεν είχαμε χώρο." αναστέναξε κάπως κουρασμένη αφήνοντας να περάσουν μερικά δεύτερα ώστε να ξανά μιλήσει αυτήν την φορά πιο ήρεμη "ο Φρέντερικ εκείνη την ημέρα στο καφέ κατάλαβε πως ήσουν παιδί του. Απ ότι μου είπε αργότερα το είχε ψυλλιαστεί από μια προηγούμενη συνάντηση σας εξαιτίας του κολιέ που φορούσες. Το ίδιο που μου είχε χαρίσει κάποτε αυτός."
Έφερα το χέρι μου στον λαιμό μου λυπημένη, θυμούμενη πως μόλις εχθές πρόσεξα πως το κολιέ μου είχε χαθεί.
"της ημέρες που βρισκόταν σε κώμα τον επισκεπτόμουν καθημερινά στο νοσοκομείο. Φοβόμουν πως θα τον πεθάνει, πως δεν θα άντεχε η καρδιά του, πως θα έφευγε πρώτου μάθει πως είχαμε αποκτήσει πανέξυπνη και όμορφη κόρη." μου ψιθύρισε χαμογελώντας "όταν επιτέλους ξύπνησε αποφάσισα να του πω όλη την αλήθεια κι το ίδιο θα έκανα και με εσένα, όμως ήσουν τόσο συντετριμμένη με όσα συνέβησαν με τον νεαρό Park που δεν μπόρεσα να βρω την κατάλληλη στιγμή. Έτσι αποφάσισε να έρθει να σε βρει ο ίδιος και να σου μιλήσει."
Ξεφύσησα σκεπτική ενώ έπαιζα νευρικά με τα δάχτυλα του ελεύθερου χεριού μου. Έμεινε για λίγο σιωπηλή, ενώ περίμενε υπομονετικά να μιλήσω. Ήταν τόσα πολλά όλα αυτά που το μυαλό μου δεν μπορούσε να τα επεξεργαστεί. Ένιωθα να πνίγομαι μέσα στους τοίχους του σπιτιού, έτσι αποφάσισα να βγω βιαστικά έξω στο μπαλκόνι, λίγο πριν νιώσω το τσουχτερό κρύο πάνω στο δέρμα του προσώπου μου.
"Σαμ;" μου μίλησε δειλά μετά από πολλά λεπτά σιωπής.
«εδώ είμαι μαμά.» της μίλησα αμέσως μόλις ένιωσα πιο ήρεμη «δεν σε κατηγορώ.» παραδέχτηκα σκεπτόμενη πόσο δύσκολο ήταν όλο αυτό και για την ίδια. Μια γυναίκα μόνη της εκείνη την εποχή και έγκυος, με αυστηρούς και ταυτόχρονα αυταρχικούς γονείς που δεν την βοήθησαν ούτε μια φορά. Πέρασε τόσα πολλά για να με μεγαλώσει όλα αυτά τα χρόνια. Δεν θα την θεωρούσα ποτέ μου δειλή γυναίκα επειδή εγκατέλειψε το πατέρα μου.
«μαμά είσαι η πιο αξιοθαύμαστη γυναίκα που έχω γνωρίσει ποτέ μου. Δεν θα σε θεωρούσα ποτέ μου αδύναμη και εγωίστρια επειδή αποφάσισες το καλύτερο για εσένα και για την κόρη σου. Σε θαυμάζω μαμά για όσα έχεις κάνει για εμένα τόσα χρόνια και ξέρω πολύ καλά πόσο πολύ μετράω για εσένα και το ποσό με αγαπάς.» της απάντησα ζεστά και μπορούσα να την ακούσω να χαμογελάει ευτυχισμένη.
...
Μιλήσαμε για αρκετή ώρα ώσπου κάποια στιγμή μου το έκλεισε επειδή έπρεπε να προετοιμαστεί για μια δική που είχε την Δευτέρα. Η Βιολέτα ξύπνησα νωρίς το απόγευμα αρκετά ζαβλακωμένη από της πολλές ώρες ύπνου.
«δεν νιώθω το κεφάλι μου.» ξεφώνισε ζαλισμένη.
Γέλασα μαζί της ενώ ετοίμαζα μερικά ρούχα για να κάνω επιτέλους μπάνιο ώστε να φύγει η απαίσια μυρωδιά του νοσοκομείου από πάνω μου.
«σίγουρα δεν σε πειράζει να μείνεις μόνη σου;» με ρώτησε από την άκρη της πόρτας ελαφρώς ανήσυχη.
«Βάιο!» της κοίταξα κουρασμένη πρώτου της χαμογελάσω «θα είμαι μια χαρά.» της απάντησα γελώντας για να νιώσει πιο άνετα από την στιγμή που φοβόταν να με αφήσει μόνη μου μετά απ ότι έγινε.
Με πλησίασε και με κοίταξε σκεπτική «μην ανοίξεις σε κανέναν.» μου είπε και κρεμάστηκε στο μπράτσο μου χαμογελώντας «δεν θα αργήσω να γυρίσω, καλά;» με ρώτησε λίγο πριν με κοιτάξει.
«μμ.» της έγνεψα καταφατικά πρώτου μου δώσει ένα φιλί στο μάγουλο και φύγει τρέχοντας από το σπίτι.
Από την χαρά της και την ανυπομονησία της κατάλαβα πως μάλλον θα συναντούσε τον Seokjin, γιατί μόνο όταν επρόκειτο γι’ αυτόν έκανε σαν παιδάκι.
"τουλάχιστον με την Βιολέτα έδειχνε να πηγαίνει καλά το φλερτ." σκέφτηκα χαρούμενη για την φίλη μου.
Μπήκα στο μπάνιο και άφησα το καυτό νερό να τρέξει πάνω μου. Πάρα τα όσα έγινα, το μυαλό μου δεν έλεγε να σταματήσει να τον σκέφτεται.
"σου είπε πάλι ψέματα Σαμάνθα." υπενθύμισα στον εαυτό μου, που δεν έλεγε να τον ξεχάσει.
Μου έκρυψε την αλήθεια για την μνήμη του, όμως με έσωσε για πολλοστή φορά.
"αυτό σήμαινε πως με νοιαζόταν, έτσι δεν είναι;" αναρωτήθηκα ακουμπώντας το κεφάλι μου στα κρύα πλακάκια του τοίχου αρκετά κουρασμένη. Το ζεστό νερό γλιστρούσε πάνω στο σώμα μου ξεπλένοντας τον αφρό από πάνω μου. Γιατί δεν μπορούσα να σταματήσω να τον φέρνω στο μυαλό μου; Ήμουν καμία ανώμαλη; έκανα μπάνιο και εγώ το μόνο που σκεφτόμουν ήταν το ποσό τον ήθελα. Κούνησα το κεφάλι μου για να συνέλθω και να ολοκληρώσω επιτέλους το μπάνιο μου.
Τύλιξα την λευκή πετσέτα γύρω από την μέση μου και κατευθύνθηκα προς το υπνοδωμάτιο. Στάθηκα μπροστά στον ολόσωμο καθρέφτη της ντουλάπας μου και κοίταξα τον εαυτό μου. Το πρόσωπο μου έδειχνε κάπως καλύτερα, όμως το σώμα μου ήταν γεμάτο με μοβ και κίτρινα σημάδια, από τον τρόπο που είχε ασκήσει πίεση το σκοινί έναντι στο δέρμα μου. Σημάδια που μου θύμιζαν τον περίεργο εφιάλτη που έβλεπα όλο το προηγούμενο βράδυ, κι αν ήταν όνειρο και όχι πραγματικά γεγονότα που συνέβησαν όσο ήμουν στα χέρια τους.
Φόρεσα ένα άνετο νυχτικό και μια ζεστή μεν αλλά μεταξωτή ρόμπα από πάνω μου η οποία έδενε μπροστά. Άρπαξα μια πετσέτα και προσπάθησα να στεγνώσω τα μαλλιά μου καθώς προχωρούσα προς το σαλόνι. Ήμουν έτοιμη να ανοίξω την τηλεόραση όταν χτύπησε το κουδούνι. Κοίταξα προς το μέρος της πόρτας νιώθοντας τρομοκρατημένη για πρώτη φορά. Δεν ήμουν σίγουρη αν ήθελα να δω ποιος είναι, η αν προτιμούσα να τρέξω στο δωμάτιο μου και να κλειδωθώ μέσα. Φοβήθηκα στην ιδέα και μόνο πως ο άντρας από κείνη την βραδιά θα είχε επιστρέψει.
Έβγαλα ένα μαχαίρι από το συρτάρι του πάγκου και κατευθύνθηκα προς το ματάκι της πόρτας. Έριξα μια βιαστική μάτια πρώτου ανασάνω ανακουφισμένη. Άνοιξα την πόρτα ενώ κρατούσα ακόμα το μαχαίρι στα χέρια μου. Στάθηκα μπροστά του ξεχνώντας για μια στιγμή, πως το νυχτικό μου ήταν αρκετά κοντό και αποκάλυπτε το καραμελένιο δέρμα των ποδιών μου. Κοίταξε φευγαλέα το κορμί μου ώσπου τα μάτια του σταμάτησαν στο μαχαίρι που κρατούσα.
«είσαι καλά;» με ρώτησε ανήσυχος πριν με κοιτάξει περίεργα.
«συγνώμη! Υποθέτω πως μετά απ όσα συνέβησαν έχω γίνει κάπως φοβιτσιάρα.» άφησα το μαχαίρι στην άκρη και τον κοίταξα «συμβαίνει κάτι;»
«θα μπορούσα να περάσω;» με ρώτησε πριν μπει μέσα, πριν καν λάβει κάποια απάντηση.
«ναι φυσικά.» του απάντησα ειρωνικά κλείνοντας την πόρτα.
«γιατί έφυγες από το νοσοκομείο χωρίς να με ενημερώσεις;» με ρώτησε αυστηρά ενώ παρατηρούσε τον χώρο γύρω του.
«ήρθες εδώ για να μαλώσουμε;» τον ρώτησα ενοχλημένη από τον τόνο της φωνής του.
Γύρισε προς το μέρος μου και με αντίκρισε «όχι φυσικά.» απάντησε κάπως πιο ήρεμος.
Μείναμε για λίγο να κοιτιόμαστε ώσπου αποφάσισα να μιλήσω «θα πιείς κάτι;»
Μου κούνησε το κεφάλι του αόριστα «οτιδήποτε.» μου απάντησε αποφεύγοντας να με κοιτάξει παραπάνω, όταν διαπίστωσε πως έδειχνε κάπως περίεργος.
Χωρίς να μιλήσουμε κατευθύνθηκα προς το ψυγείο και έβγαλα το αγαπημένο μου κρασί και δύο ψηλά ποτήρια. Τα άφησα πάνω στον πάγκο της κουζίνα και τα γέμισα μέχρι την μέση. Του πρόσφερα το ένα και αυτός το πήρε στο χέρι του. Το μύρισε με ένα στραβό χαμόγελο να στολίζει το πρόσωπο του και έβρεξε τα χείλη του με μια μικρή ποσότητα κρασιού.
«έγινε το αγαπημένο μου.» του ψέλλισα ενώ κοιτούσα το κόκκινο κρασί στο ποτήρι μου.
Ήπια μια γουλιά και κοιταχτήκαμε. Έκανε τον γύρω του πάγκου και ήρθε δίπλα μου με μια σοβαρή έκφραση στο βλέμμα του. Άφησε το ποτήρι στην άκρη και με κοίταξε.
«με ποιον είχες σκοπό να βγεις προχθές;» με ρώτησε ενοχλημένος.
«τι;» τον ρώτησα μπερδεμένη.
«ρωτάω, με ποιον θα έβγαινες;» επέμενε στην ερώτηση του ενώ με παρατηρούσε.
Πως γνώριζε πως είχα σκοπό να βγω; κοίταξα αυθόρμητα το κινητό μου θυμούμενη πως είχα ακόμα τα μηνύματα του Μπέντζαμιν. Πριν προλάβω να το πάρω το άρπαξε από τον πάγκο και το πήρε στο χέρι του.
«τι κάνεις; δώστο πίσω.» του απάντησα ελαφρώς εκνευρισμένη.
«αλλιώς;» με ρώτησε ενώ έσκυψε λίγο περισσότερο για να έρθει κοντά μου.
Έκανα κίνηση να του το αρπάξω όμως αυτός σήκωσε το χέρι του αρκετά ψηλά, με αποτέλεσμα να μην μπορώ να τον φτάσω. Τεντώθηκα στης μύτες των ποδιών μου για να του το πάρω πρώτου δει το μήνυμα του Μπέντζαμιν. Κόλλησα ασυναίσθητα ολόκληρη πάνω του όση ώρα τέντωνε το χέρι του ψηλά, ώσπου κοιταχτήκαμε. Ξαφνικά βρισκόμουν τόσο κοντά του. Τα μάτια του έτρεξαν στο σώμα μου, στο σημείο όπου η νυχτικιά είχε ανέβει λίγο πιο ψηλά απ όσο θα έπρεπε στην προσπάθεια μου να του πάρω το κινητό από τα χέρια του. Δεν είμαι σίγουρη αν ένιωσα άβολα η αν ήταν ακριβώς αυτό που ήθελα, όμως δεν έκανα καμία κίνηση για να τραβηχτώ όταν τύλιξε το χέρι του γύρω από την μέση μου.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top