~65~
~
Σαμάνθα
Ένιωθα το κεφάλι μου να βουίζει έτοιμο να εκραγεί από τον πόνο. Το φως που έμπαινε από το παράθυρο χτυπούσε ενοχλητικά τα μάτια μου σε σημείο που με δυσκόλευε να τα κρατάω ανοιχτά. Κοίταξα την ώρα στο κομοδίνο μου για να συνειδητοποιήσω πως σε μια ώρα δούλευα, πράγμα που μου φαινόταν επίπονο στην κατάσταση που βρισκόμουν αυτήν την στιγμή. Σηκώθηκα με βαριά βήματα και μπήκα στο μπάνιο για να κάνω ένα κρύο ντουζ ώστε να συνέλθω. Ευτυχώς αυτήν την φορά δεν είχα καμία θέληση να ξεράσω, πράγμα που με ανακούφιζε σαν σκέψη. Η ιδέα του να ξερνάς όπως το κοριτσάκι από τον εξορκιστή, σίγουρα δεν ήταν και ότι καλύτερο. Βγήκα έξω από το δωμάτιο κατευθυνόμενη προς την κουζίνα, όπου και βρήκα ένα χαρτάκι κολλημένο πάνω στο ψυγείο.
"Έφυγα νωρίς γλυκιά μου και λυπήθηκα να σε ξυπνήσω. Πιες το χαπάκι που σου άφησε η μαμά πάνω στον πάγκο της κουζίνας και θα νιώσεις αμέσως καλύτερα. Φιλάκια πολλά. Η μαμά."
Από την ημέρα που την φώναξα έτσι δεν έπαυε να μου υπενθυμίζει ποια ήταν για εμένα, πράγμα που την έκανε τόσο γλυκιά κι εμένα τόσο χαζή που τόσα χρόνια την φώναζα με το όνομα της, χωρίς να σκεφτώ πως ένιωθε.
Άφησα το σημείωμα στην άκρη και πήρα ένα μπουκαλάκι νερό από το ψυγείο για να πιώ το φάρμακο.
Εκείνη την στιγμή άκουσα το κινητό μου να χτυπάει πάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού. Άφησα το μπουκάλι στην άκρη και προχώρησα προς το σαλόνι για να πάρω το κινητό στα χέρια μου. Το άνοιξα και είδα πως είχα ένα μήνυμα από το αφεντικό μου. "Νωρίς με θυμήθηκε" σκέφτηκα καθώς το άνοιγα.
"καλημέρα δεσποινίς Μπράουν, ελπίζω πως είστε καλά. Την Παρασκευή το βράδυ έχω ελεύθερο χρόνο ώστε να κανονίσουμε το θέμα της πρόσληψης σας. Θα στείλω κάποιον να σας παραλάβει και να σας φέρει στο σημείο συνάντησης. Έως τότε καλή συνέχεια."
Ένιωθα τόσο κουρασμένη που δεν είχα την διάθεση να ασχοληθώ με το μήνυμα και το γεγονός ότι επέμενε να βγούμε βράδυ. Άφησα το τηλέφωνο στην άκρη και ντύθηκα για να ετοιμαστώ για την δουλειά όταν συνειδητοποίησα κάτι. Ξανά βγήκα στο σαλόνι και κοίταξα προς τον καναπέ. Η Βιολέτα έλειπε και έδειχνε σαν να μην είχε κοιμηθεί εδώ εχθές το βράδυ.
"Που ήταν αυτό το κορίτσι τόσο νωρίς άραγε;"
Στον δρόμο μου για την δουλειά προσπάθησα να την καλέσω αρκετές φορές αλλά το είχε κλειστό.
"Άραγε ζούσε; η την βίασαν και την πέταξαν σε κανένα χαντάκι;" αναρωτήθηκα γελώντας με της περίεργες σκέψεις που έκανε το μυαλό μου για την φίλη μου.
Ο καιρός σήμερα ήταν μουντός και κρύος ενώ έδειχνε πως θα βρέξει, πράγμα που δεν με χαλούσε αφού έτσι κι αλλιώς θα γυρνούσα στο σπίτι αργότερα. Φτάνοντας στο μαγαζί, μπήκα μέσα και χαιρέτησα τα παιδιά, ύστερα έψαξα τον Μπέντζαμιν για να τον ρωτήσω τι έγινε εχθές το βράδυ μιας και υπήρχε ένα απόλυτο κενό στην μνήμη μου.
«Μαξ, ο Μπέντζαμιν δεν ήρθε ακόμα;» τον ρώτησα καθώς έβαζα την ποδιά μου.
«όχι, πήρε άδεια. Δεν ένιωθε καλά είπε.» μου απάντησε βιαστικά λίγο πριν στραφεί στον πελάτη που μόλις είχε μπει στο μαγαζί.
Ευτυχώς είχε αρκετή δουλειά πράγμα που με αποσπούσε από τον πονοκέφαλο και της περίεργες εκλάμψεις που είχε το μυαλό μου από την χθεσινή βραδιά. Μήπως έκανα κάτι στον Μπέν χωρίς να το καταλάβω; γι' αυτό έλειπε σήμερα; μετά από κάποια στιγμή δεν θυμάμαι τίποτα και φαντάζομαι πόσο πρέπει να ήπια για να μην θυμόμουν το παραμικρό. Γιατί είχα αυτήν την περίεργη αίσθηση μέσα μου; πως έκανα κάτι το οποίο δεν έπρεπε; έδιωξα της κακές σκέψεις από το μυαλό μου και χαιρέτησα τον άντρα που μόλις είχε μπει μέσα.
«τι θα μπορούσα να σας φέρω;» τον ρώτησα ευγενικά λίγο πριν με κοιτάξει.
Ο άντρας αυτός, αν και έμοιαζε να βρίσκεται ήδη στα πενήντα του χρόνια, κρατιόταν πολύ καλά και έδειχνε να περιποιείται αρκετά τον εαυτό του. Το μαύρο κοστούμι και τα γυαλιστερά παπούτσια του του έδιναν κύρος, ενώ το βλέμμα του πρόδιδε πως ήταν άνθρωπος με εξουσία και θέληση. Ήταν συχνός μας πελάτης, ερχόταν μόνος του κυρίως της πρωινές ώρες για να αγοράσει καφέ, μένοντας το πολύ για δέκα λεπτά στο μαγαζί. Η αλήθεια ήταν πως το βλέμμα του με έκανε να νιώθω άβολα καθώς και η παρουσία του εδώ, όμως δεν είχα άλλη επιλογή από το να τον εξυπηρετώ με χαμόγελο. Ήταν ο μοναδικός πελάτης που έμοιαζε τόσο περίεργος σε σχέση με τους υπόλοιπους που περνούσαν από εδώ. Είχα καταλάβει πως ο κόσμος σε αυτήν την πόλη ήταν ιδιαίτερα φιλικός και χαρούμενος, πράγμα που μου φαινόταν περίεργο για έναν τέτοιον άντρα.
...
Η μέρα τελείωσε πριν καλά το καταλάβω κι ακόμα δεν είχα νέο από την Βιολέτα. Είχα αρχίσει να ανησυχώ σε σημείο που σκέφτηκα να πάρω στην αστυνομία. Αυτό το χαζό κορίτσι δεν γνώριζε πως θα αναρωτιόμουν που ήταν και αν ήταν καλά; δεν μπορούσε να με πάρει ένα τηλέφωνο; η έστω να μου στείλει ένα μήνυμα;
Κι ενώ τα σκεφτόμουν όλα αυτά, βγαίνοντας έξω από το μαγαζί πέτυχα μια γνώριμη φιγούρα να με περιμένει ακριβώς μπροστά στο αμάξι του. Είχε τα χέρια του μέσα στο παλτό του ενώ με κοιτούσε χαμογελώντας πλατιά. Γιατί όποτε τον έβλεπα έτσι, τρόμαζα σε σημείο που φοβόμουν για τον λόγο που εμφανιζόταν μπροστά μου; Ξεφύσησα κουρασμένη γνωρίζοντας πως δεν θα με άφηνε ήσυχη, οπότε αποφάσισα να τον πλησιάσω. Μα πριν προλάβω ένιωσα ένα χέρι να με αρπάζει από τον καρπό, στρέφοντας με ολόκληρη προς το μέρος του.
«Σαμ.» μου χαμογέλασε αχνά λίγο πριν τον αντικρίσω και προσέξω το μελανιασμένο μάτι του.
«Ω Θεέ μου, Μπέν τι έπαθες;» τον ρώτησα αναστατωμένη λίγο πριν προσέξω πως τα μάτια του κοιτάνε για μια στιγμή πίσω μου προς το μέρος του Jimin.
«μην ανησυχείς, καλά είμαι.» μου απάντησε κεφάτος ενώ κρατούσε στοργικά τον καρπό μου.
«γιατί δεν ήρθες σήμερα στην δουλειά;» τον ρώτησα ανήσυχη καθώς τον κοιτούσα στα μάτια.
«είχα κάποιες δουλειές να κάνω. Βασικά ήθελα να σου μιλήσω.» μου απάντησε αλλάζοντας διάθεση απότομα «έχεις χρόνο;»
Το σκέφτηκα για λίγο γνωρίζοντας πως ο Jimin στεκόταν μερικά μέτρα μακριά μας ώσπου του απάντησα «φυσικά.»
Έδειχνε πως έπρεπε να μου μιλήσει απεγνωσμένα πράγμα που δεν ήθελα να του αρνηθώ. Μου χαμογέλασε έτοιμος να φύγουμε όταν το χέρι του Jimin τράβηξε μακριά το δικό του φέρνοντας με πίσω από το κορμί του, σαν να ήθελε να με προστατέψει. Στράφηκα προς το Jimin για να προσέξω πως κοιτούσε τον Μπέντζαμιν με μίσος.
«τι νομίζεις ότι κάνεις;» τον ρώτησε θυμωμένος λίγο πριν με κοιτάξει πίσω από τον ώμο του απλώνοντας το χέρι του προς το μέρος μου «θα με ακολουθήσεις;» με ρώτησε ανήσυχος ενώ προσπαθούσε να μου χαμογελάσει.
Κοίταξα τον Jimin που έδειχνε ανένδοτος να με αφήσει από το κράτημα του όσο κι αν προσπαθούσα.
«δεν έχει να πάει πουθενά μαζί σου.» του απάντησε κοφτά λίγο πριν με σύρει μαζί του και με βάλει στο αμάξι του.
Κοίταξα για μια στιγμή τον Μπέν από το παράθυρο του οδηγού λίγο πριν μπει ο Jimin μέσα στο αμάξι και βάλει μπρος. Έδειχνε τόσο απογοητευμένος κάνοντας με να νιώσω χειρότερα που έφευγα και τον άφηνα έτσι, ακόμα κι αν δεν ήταν στο χέρι μου.
«τι νομίζεις ότι κάνεις;» τον ρώτησα θυμωμένη.
Σήκωσε το φρύδι του ενοχλημένος και με κοίταξε «ελπίζω αυτήν την φορά να μην ξανά φάω χαστούκι.» μου απάντησε γελώντας λίγο πριν μου κλείσει το μάτι κάνοντας με να νιώσω άβολα, σκεπτόμενη το προχθεσινό περιστατικό.
Σταμάτησε στην άκρη του δρόμου το αμάξι και με κοίταξε με ένα στραβό χαμόγελο.
«τι;» τον ρώτησα νιώθοντας ήδη άβολα κοντά του.
«θέλω να σε πάω σε ένα μέρος.» μου απάντησε σκεπτικός «γι' αυτό θα ήθελα να βάλεις αυτό στα μάτια σου, επειδή είναι έκπληξη.» μου είπε δείχνοντας μου την μαύρη κορδέλα που κρατούσε στο χέρι του.
Τον αντίκρισα μπερδεμένη «δεν είμαι σίγουρη αν..»
«με εμπιστεύεσαι;» με διέκοψε απότομα πριν προλάβω να ολοκληρώσω την πρόταση μου.
«όχι.» του απάντησα γελώντας αμήχανα.
«τέλεια.» μου είπε απλώνοντας τα χέρια του προς το μέρος μου ενώ με πλησίασεε περισσότερο.
Τύλιξε την κορδέλα γύρω από τα μάτια του και μπορούσα να μυρίσω την κολόνια στον καρπό του. Ένιωσα την καρδιά μου να χτυπάει σαν τρελή, όταν βρέθηκε αρκετά κοντά μου, τόσο που η ζέστη ανάσα του με χτυπούσε στα χείλη.
"Θα με φιλούσε;" αναρωτήθηκα σφίγγοντας το ύφασμα της μπλούζας μου νιώθοντας όλο μου το κορμί ανίκανο να κουνηθεί, περιμένοντας για μια κίνηση του.
Το μόνο που άκουσα ήταν ο ήχος του αυτοκινήτου να παίρνει μπρος και να βγαίνει στον δρόμο. Πέρασε αρκετή ώρα χωρίς να μιλήσουμε, ώσπου ένιωσα να ελαττώνει ταχύτητα και να σβήνει την μηχανή. Βγήκε έξω από το αμάξι, πράγμα που με έκανε να αναρωτηθώ που ήμασταν. Σκέφτηκα να τραβήξω την κορδέλα προς τα πάνω, όμως με αιφνιδίασε ανοίγοντας την πόρτα μου βιαστικα.
«είδα τι πηγές να κάνεις.» μου ψιθύρισε και καταλάβαινα ότι χαμογελούσε «δώσε μου το χέρι σου.» μου πρόσταξε χαμηλόφωνα με ένα όχι τόσο επιτακτικό, αλλά ζεστό τρόπο.
Με έβγαλε έξω από το αμάξι κι αφού το κλείδωσε ξεκινήσαμε να περπατάμε. Άκουγα τον ήχο των αυτοκινήτων να χάνονται ώσπου κατάλαβα ότι μπήκαμε μέσα σε ένα κτήριο. Το δεξί χέρι του με καθοδηγούσε από την μέση ενώ το άλλο κρατούσε το δικό μου απαλά. Ανεβήκαμε αρκετές σκάλες ώσπου άκουσα μια πόρτα να ανοίγει και τέλος να κλείνει πίσω μας. Με σταμάτησε κι ένιωσα τα χέρια του να φεύγουν από πάνω μου, ενώ το σώμα του μετατοπίσθηκε μπροστά μου. Με τα δάχτυλα του μου αφαίρεσε την κορδέλα λίγο πριν τον αντικρίσω. Τα μάτια μου στράφηκα για να χαζέψουν φευγαλέα τον χώρο γύρω μου καθώς τον προσπερνούσα άφωνη. Κοίταξα τα μπαλκόνια με τα πέντε επίπεδα θέσεων, τα κόκκινα βελούδινα καθίσματα δίπλα μου και της αμέτρητες πλατιές σκάλες που απλώνονταν μπροστά μου καταλήγοντας σε μια σκηνή όπου διέκρινα πως υπήρχε ένα λευκό πιάνο. Δεν ήξερα πως να αντιδράσω, τι να κάνω, τι να του πω. Γύρισα απλά και τον κοίταξα άναυδη την ώρα που με πλησίαζε.
«απόψε είμαι ο μεγαλύτερος θαυμαστής σου.» μου είπε ζεστά ενώ μου έδειχνε με το χέρι του προς το μέρος του πιάνου.
Κατεβήκαμε χαμηλά της σκάλες κι αφού με βοήθησε να ανέβω στην σκηνή, έπιασε μια θέση στα μπροστινά καθίσματα.
Έκατσα στο σκαμπό με καρδιά τρεμάμενη από χαρά και άπλωσα διστακτικά τα χέρια μου πάνω στα πλήκτρα. Είχα να παίξω τόσα χρόνια που ένιωθα αδύναμη μα ταυτόχρονα ενθουσιασμένη. Έκλεισα τα μάτια μου παίρνοντας μια βαθιά ανάσα. Είχα έναν αγαπημένο συνθέτη στο μυαλό μου, του οποίου η μουσική πάντοτε με άγγιζε και με έκανε να ταξιδεύω σε έναν κόσμο γεμάτο αισθήσεων. Τα δάχτυλα μου ξεκίνησαν έναν δικό τους ανάλαφρο χορό πάνω στα πλήκτρα γεμίζοντας την ησυχία της αίθουσας με την μουσική του Yimura - kiss the rain, φέρνοντας αναμνήσεις του πρώτου μας φιλιού.
Ένιωθα τόσο ήρεμη και ελεύθερη ξεχνώντας τα πάντα γύρω μου. Άλλες φορές μπορεί να ένιωθα μια ανασφάλεια, μια ντροπή στο να παίξω μπροστά σε κάποιον, αλλά αυτό δεν συνέβη με τον Jimin. Διότι το τραγούδι αυτό ήταν αφιερωμένο στον ίδιο.
Κάποια στιγμή στράφηκα προς το μέρος του και τον κοίταξα χωρίς να πάψω να παίζω. Τα χείλη του μου χάριζαν ένα ευτυχισμένο χαμόγελο προσπαθώντας να κρύψουν την αλήθεια πίσω από αυτά τα λαμπερά μάτια, που στα δικά μου έμοιαζαν τόσο θλιμμένα και μόνα.
"ξαγρυπνούσα κάθε βράδυ, σκεπτόμενη πως ίσως κάποτε με αγάπησες όπως εγώ. Κι ας μην μου το είπες ποτέ, τώρα πλέον ήμουν σίγουρη."
Υπήρχαν τόσα λόγια που είχα την ανάγκη να του πω, λέξεις που δεν έβγαιναν από τα χείλη μου τόσο καιρό, πλέον μπορούσα να του τα δείξω μόνο με την μουσική μου και τα μάτια μου. Δεν χρειαζόταν να του πω τίποτα για να καταλάβει πως ένιωθα γι αυτόν, το πάθος που εξέφραζα με τα πλήκτρα ήταν ικανά να του πουν πολλά.
...
Λίγες ώρες αργότερα βρισκόμασταν στο κατάστρωμα ενός ιστιοφόρου για νυχτερινές εκδρομές, χαζεύοντας τον απαράμιλλο ορίζοντα της πόλης. Είχε βραδιάσει εδώ και ώρες και το μέρος γύρω μας έμοιαζε ονειρικό, με τα αμέτρητα φώτα στα κτήρια και τους δρόμους. Έκανε λίγη ψυχρά, παρ ολ αυτά δεν θα ήθελα να είμαι πουθενά αλλού. Γύρισα προς το μέρος του και τον παρατήρησα που χάζευε σιωπηλός το μέρος ακουμπώντας τα χέρια του πάνω στα κάγκελα. Είχε μια περίεργη έκφραση ευχάριστης στο πρόσωπο του καθώς απολάμβανε την χαλαρωτική βόλτα.
"ποια είμαι για εσένα Jimin που πραγματοποιείς την μεγαλύτερη επιθυμία μου; δεν σκέφτηκες πως με αυτήν σου την πράξη θα σε ερωτευόμουν παράφορα; πως ίσως έτρεφα ελπίδες για εμάς ενώ εσύ είσαι σε σχέση;"
Έδιωξα της σκέψεις από το μυαλό μου ενώ καταλάβαινα πως αν συνέχιζα μπορεί να έκανα η να έλεγα κάτι που δεν έπρεπε.
«είναι όμορφη. Κάθε φορά με εκπλήσσει αυτή η πόλη με την ομορφιά της.» σκέφτηκα χαρούμενη καθώς την παρατηρούσα.
«τόσο όμορφη.» ψέλλισε σκεπτικός λίγο πριν κοιταχτούμε «πολύ όμορφη.» μου είπε ενώ πλέον καταλάβαινα πως δεν μιλούσε για την θέα από τον τρόπο που με κοιτούσε στα μάτια «γιατί είσαι τόσο όμορφη;» με ρώτησε ενώ έστρεψε τον κορμό του προς το μέρος μου «σε σημείο που ταράζεις την καρδιά μου.» είπε ενώ με πλησίαζε.
Με άγγιξε στο σβέρκο τρυφερά πλησιάζοντας το πρόσωπο μου, πράγμα που έκανε την καρδιά μου να χάνει χτύπους στην ιδέα και μόνο πως ήταν έτοιμος να με ξανά φιλήσει. Το ήθελα τόσο πολύ, αποζητούσα να νιώσω τα χείλη του απεγνωσμένα, κι ας του είχα δείξει το αντίθετο της προάλλες χαστουκιζοντάς τον.
Σταμάτησε απότομα και με κοίταξε με μια περίεργη γκριμάτσα. Έφερε το χέρι του στο μάγουλο του και το άγγιξε όταν κατάλαβε πως είχε αρχίσει να ψιχαλίζει, στην αρχή αθόρυβα ενώ δυνάμωνε όλο και περισσότερο. Τρέξαμε βιαστικά και κρυφτήκαμε κάτω από το υπόστεγο για να μην βραχούμε. Με κοίταξε για μια στιγμή και άρχισε να γελάει χωρίς κάποιον συγκεκριμένο λόγο, παρασέρνοντας κι εμένα μαζί του.
...
Πήραμε το δρόμο της επιστροφής λίγο αφότου σταματήσει η βροχή. Βρισκόμασταν ήδη έξω από το κτήριο μου και ήμουν έτοιμη να ξεκλειδώσω όταν με σταμάτησε. Γύρισα και τον κοίταξα κατάματα μιας και βρισκόταν υπερβολικά κοντά μου.
«χθες δεν πρόλαβα να σου ευχηθώ.» μου είπε καθώς τέντωνε το χέρι του προς το μέρος μου κρατώντας ένα δώρο.
Το πήρα στα χέρια μου και τον κοίταξα άφωνη. Είχε κάνει ήδη τόσα πολλά σήμερα που ακόμα κι αυτό μου φαινόταν υπερβολικό από μέρους του.
«μα δεν ήταν ανάγκη. Ήδη έκανες..»
«χρόνια πολλά.» με διέκοψε λίγο πριν σκύψει και ακουμπήσει τα ζεστά χείλη του στο μάγουλο μου.
«πήγαινε.» μου είπε σπρώχνοντας με απαλά από την μέση για να μπω μέσα στο κτήριο.
Τον κοίταξα για μια στιγμή, στεκόταν ακόμα πίσω από την πόρτα ενώ περίμενε υπομονετικά να ανέβω επάνω.
Μπήκα στο διαμέρισμα μου αφήνοντας τα πράγματα μου στην άκρη. Κοίταξα το δώρο στα χέρια μου και ξεκίνησα να ξετυλίγω το περιτύλιγμα ανυπόμονη να δω τι είναι. Ήταν ένα βιβλίο και μάλιστα το αγαπημένο μου.
"το ημερολόγιο" του Nicholas Sparks.
O Lee RuMa γνωστός και ως Yiruma είναι ένας γνωστός κορεατης πιανίστας και συνθέτης. Από τους αγαπημένους μου, η μουσική του είναι με μια λέξη γαλήνια!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top