~55~

~
Οι επόμενες μέρες πέρασαν αρκετά ήρεμα. Προσπάθησα αρκετές φορές να επικοινωνήσω με το "αφεντικό" μου, όμως δεν μπόρεσα να τον βρω. Συνέχιζα να δουλεύω χωρίς να έχω ιδέα αν θα με προσλάβει κανονικά η όχι. Υποτίθεται πως θα δούλευα την πρώτη βδομάδα δοκιμαστικά, όμως είχε περάσει σχεδόν μίσος μήνας από την στιγμή που άρχισα την δουλειά. Κι έσπαζα διαρκώς το μυαλό μου να θυμηθεί τον λόγο που το όνομά του μου ήταν τόσο οικείο, χωρίς κάποιο αποτέλεσμα.

Ο Μπέντζαμιν μου πρότεινε να ξανά βγούμε κάποια στιγμή που θα είχα ελεύθερο χρόνο, κι αυτήν την φορά μόνοι μας για να επανορθώσει για την τελευταία φορά. Ήθελα να του δώσω μια ευκαιρία, διότι επέμενε διαρκώς, χωρίς αυτό να σημαίνει κάτι από μέρους μου.

Ήμουν ευγνώμων που με βοήθησε να βρω μια δουλειά και για το γεγονός ότι ήταν πολύ προσεκτικός μαζί μου.

Από την άλλη, με την Βιολέτα δεν συζητήσαμε ποτέ για εκείνη την βραδιά από δική μου επιλογή, κι ας με έπρηζε με ρωτήσεις του τύπου "πως ένιωσα όταν τον είδα" "και γιατί δεν προσπαθούσα να τον πλησιάσω ξανά εφόσον τον ήθελα".

Δεν μπορούσε να καταλάβει πως ήταν το να έχεις ζήσει, έστω και λίγο, με έναν άνθρωπο ο οποίος δεν θυμάται καμία από της προσωπικές σας στιγμές πόσο μάλλον το ποια είσαι. Ειδικά αν αυτός ο άνθρωπος ήταν ο πρώτος σου έρωτας, φάνταζε ακόμα πιο επίπονο.
...

Είχε νυχτώσει ήδη από νωρίς κι ας ήταν μόλις περασμένες εφτά.
Έκατσα λίγο παραπάνω στο μαγαζί για να γεμίσω τα ψυγεία και να μαζέψω της καρέκλες κι τα τραπέζια, όταν διαπίστωσα πως είχα μείνει η τελευταία από τους υπόλοιπους εργαζόμενους.

Όλη την ώρα ένιωθα δύο ζευγάρια μάτια να με παρακολουθούν και να μου καίνε την πλάτη, πράγμα που με έκανε να νιώθω τελείως αμήχανα.

«ξέρεις ότι με ανατριχιάζει όταν το κάνεις αυτό.» του είπα μισογελώντας λίγο πριν γυρίσω και τον κοιτάξω.

«συγνώμη.» έβηξε για να καθαρίσει τον λαιμό του.

«εγώ τελείωσα εδώ.» του είπα πριν φύγω στο δωματιάκι βιαστικά για να αποφύγω την αμηχανία μεταξύ μας.

Άλλαξα παπούτσια και φόρεσα το παλτό μου αρπάζοντας τα προσωπικά μου αντικείμενα για να ξανά βγω έξω.
Αυτός με περίμενε ήδη στην μισάνοιχτη πόρτα για να κλειδώσει το μαγαζί. "Πως γινόταν να μένει πάντα αυτός τελευταίος;" αναρωτήθηκα ενώ έβγαινα έξω.

Η φωνή του με σταμάτησε ξαφνικά, πριν ξεκινήσω να παίρνω τον δρόμο για το σπίτι μου.

«θα ήθελες να πάμε για ένα ποτό;»

Τον κοίταξα για λίγο χωρίς να είμαι ιδιαίτερα σίγουρη για το αν ήθελα να βγω. Ήμουν αρκετά κουρασμένη και είχε πάει ήδη πολύ αργά, όμως σκέφτηκα πως ίσως με χαλάρωνε ενα ποτο αυτήν την στιγμή. Εξάλλου του είχα υποσχεθεί μια έξοδο.

Του χαμογέλασα «φυσικά.»

...

Σταματήσαμε έξω από μια πάμπ και πάρκαρε. Χάζεψα για λίγο εντυπωσιασμένη την πέτρινη, ιδιαίτερα όμορφη περίκομψη πρόσοψη του με τους διαφορετικούς όγκους που είχε το κτήριο, όταν μου άνοιξε την πόρτα πριν προλάβω εγώ. Το χέρι του ακούμπησε ελαφρά την μέση μου και με καθοδήγησε μέσα στο μαγαζί.

Ο χώρος έδειχνε αρκετά ζεστός και φιλικός με έναν μητροπολιτικό κλασικό αέρα.
Το εσωτερικό του μαγαζιού ήταν διακοσμημένο με σκούρους ξύλινους πάγκους που έδεναν με τους κόκκινους τοίχους, καθώς κι με ψηλά σκαμπό, ενώ δεν έλειπαν και οι δερμάτινοι μπορντό καναπέδες.

Στους τοίχους υπήρχαν κρεμασμένες κορνίζες τραγουδιστών από την δεκαετία του 60',  καθώς και άφησες του Elvis Prisley και των αγαπημένων μου Beatles. Και επισήμως ήταν το αγαπημένο μου στέκι.

Ο Μπέντζαμιν πρόσεξε ικανοποιημένος στο βλέμμα μου πως το μέρος μάλλον μου άρεσε πολύ. Πλησιάσαμε στο μπαρ και καθίσαμε σε ένα από τα ψηλά σκαμπό ο ένας κοντά στον άλλον. Η ξανθιά που προηγούμενος καθάριζε μερικά ποτήρια, πλέον είχε έρθει προς το μέρος μας και μας κοιτούσε.

«κ. Μπέντζαμιν.» του είπε ευγενικά με ένα αχνό χαμόγελο στα χείλη της.

Μόλις άκουσα τον τρόπο που τον αποκάλεσε έστρεψα το βλέμμα μου περίεργη προς το μέρος του. Η γυναίκα έδειχνε τουλάχιστον να έχει πατήσει τα σαράντα της χρόνια, ήταν περίεργο να του μιλάει στον πληθυντικό από την στιγμή που τον περνούσε σίγουρα δώδεκα χρόνια. Είμαι σίγουρη πως ο Μπέν πρόσεξε το ερωτηματικό που μου δημιούργησε η προσφώνηση προς το άτομο του από την γυναίκα, αλλά επέλεξε να μην πει κάτι.

Έβηξε κάπως αμήχανα και μας κοίταξε «τι θα πάρετε;»

«μια βαρελίσια μπύρα.» της απάντησε κάπως απότομα λίγο πριν με κοιτάξει «εσύ;»

Γιατί έδειχνε ξαφνικά τόσο σοβαρός;

Το σκέφτηκα για λίγο ώσπου αποφάσισα πως το μόνο ποτό που θα ήθελα να πιώ ήταν το αγαπημένο μου κρασί.

«ένα ποτήρι chardonnay παρακαλώ.» της απάντησα χαμογελώντας.

Με κοίταξε με ένα γοητευτικό βλέμμα «εκλεκτή επιλογή.» παραδέχτηκε ικανοποιημένος.

«ήθελα να πιω κρασί και είναι το μόνο που γνωρίζω βασικά.» του είπα την πρώτη δικαιολογία που μου ήρθε.

Δεν ήταν ψέματα, ήταν το μόνο κρασί που είχα δοκιμάσει ποτέ μου άλλωστε, όμως μου άρεζε ιδιαίτερα η γεύση του. Ξέρω ήταν κάπως παιδικό από μέρους μου, όμως το είχα συνδέσει στο μυαλό μου με τον Jimin, πράγμα που το έκανε πιο γευστικό για εμένα. Κάθε φορά που το γευόμουν, στιγμές από την πρώτη μας νύχτα ζωντάνευαν μπροστά μου για ακόμη μια φορά. Στιγμές που μου είχαν λείψει.

Η γυναίκα τοποθέτησε τα ποτά μπροστά μας και έφυγε πιο πέρα για να μας αφήσει μόνους.
Για λίγη ώρα μείναμε σιωπηλοί με εμένα να χαζεύω το μαγαζί και της λεπτομέρειες του. Πρόσεξα πως η μουσική που έπαιζε ερχόταν από ένα jukebox. Για μια στιγμή σκέφτηκα να σηκωθώ να ψάξω αν είχε κάποιο τραγούδι που να μου αρέσει, όμως αποφάσισα να μην κουνηθώ από την θέση μου και απλά να στράφηκα προς το μέρος του.

Υπήρχαν πολλά πράγματα που ήθελα να τον ρωτήσω, όπως για το ακριβό αμάξι του για την δουλειά στο μαγαζί, για την ζωή του, όμως πάντοτε μου έδινε την εντύπωση πως δεν του άρεζε να μιλάει και πολύ για τον εαυτό του.
Το μόνο που μπόρεσα να πω ήταν πως το μαγαζί έδειχνε πολύ ωραίο.

«αλήθεια;» με ρώτησε έκπληκτος σαν να είχε άγχος για το αν θα μου αρέσει.

«φυσικά.» του απάντησα αμέσως.

«χαίρομαι.» μου είπε ενώ χάζευε την μπύρα μέσα στο ποτήρι του σκεπτικός. Λες και τον χτύπησε ρεύμα, γύρισε και με κοίταξε χαμογελώντας «λοιπόν; μίλα μου για εσένα. Γνωριζόμαστε τόσο καιρό και στην ουσία δεν ξέρω τίποτα για την ζωή σου.» παραδέχτηκε ενοχλημένος.

«δεν υπάρχουν και πολλά πράγματα να μάθεις για εμένα.» του είπα γελώντας για να αποφύγω οποιαδήποτε κουβέντα για τα προσωπικά μου.

«έλα..» επέμενε με μια ναζιάρικη γκριμάτσα «πως κατέληξες εδώ στην πόλη;» με ρώτησε τελικά λίγο πριν πιει μια γουλιά από την ξανθιά μπύρα του.

Ξεφύσησα αναστενάζοντας, τουλάχιστον αυτή η ερώτηση δεν ήταν δύσκολο να απαντηθεί.

«πέρασα στην Νομική πριν μερικούς μήνες, οπότε ήρθα για σπουδές.» του απάντησα τελικά.

«Κάι είσαι ευχαριστημένη με την επιλογή σου;» με ρώτησε περίεργος να μάθει.

«όχι, γι’ αυτό και την παράτησα την σχολή.»

Κούνησε το κεφάλι του με κατανόηση λίγο πριν με κοιτάξει έκπληκτος «δηλαδή πόσο είσαι;»

«σε λίγο καιρό κλείνω τα είκοσι.» του απάντησα χαλαρά, αν και ο ίδιος έδειχνε να έχει φρικάρει. Ίσως έφταιγε το γεγονός ότι βγήκε με μια κοπέλα που την περνούσε μερικά χρονάκια «εσύ;» τον ρώτησα μετά από λίγο.

«είκοσι οκτώ.» μου απάντησε χωρίς να με κοιτάξει.

Γέλασα από τον τρόπο που ένιωθε αμήχανα, έμοιαζε τόσο πολύ με ένα μικρό παιδί.

«κι τώρα τι σκέφτεσαι να κάνεις;» με ρώτησε με ενδιαφέρον και καταλάβαινα πως ήθελε να μάθει περισσότερα για την ζωή μου πράγμα που τον έκανε να δείχνει ακόμα πιο γλυκό.

Του χαμογέλασα σκεπτόμενη το όνειρο μου «θέλω να γίνω μια καλή πιανίστας.» του απάντησα χωρίς δεύτερη σκέψη και με έκανε να αναλογιστώ πως ήμουν ιδιαίτερα ανοιχτή μαζί του.

Οι άνθρωποι γύρω μου γνώριζαν απλά πως μου άρεζε η μουσική, δεν ήξεραν όμως ποια ήταν πραγματικά τα όνειρα μου.

«δηλαδή θα μπορώ να πω στο μέλλον ότι έβγαινα με μια διάσημη;» αναλογίστηκε σκεπτικός.

Η απάντηση μου ήταν ένα άβολο γέλιο κι ένα βλέμμα που ποτέ δεν συνάντησε το δικό του. Έβλεπα πως με τον τρόπο του προσπαθούσε να με φλερτάρει κάτι που δεν μου ήταν ευχάριστο, εφόσον είχα συναισθήματα για κάποιον άλλο. Αποφάσισε να αλλάξει θέμα στην συζήτηση μας για να ελαφρύνει την αμηχανία μεταξύ μας.

«ρώτα με ότι θες, απόψε έχω μια ευχάριστη διάθεση και είμαι πρόθυμος να συζητήσω για το οτιδήποτε.» με ενημέρωσε κεφάτος.

Καθάρισα τον λαιμό μου και τον κοίταξα «τι σπούδαζες όσο έλειπες στο εξωτερικό;» ήταν η πρώτη ερώτηση που πετάχτηκε στο μυαλό μου.

«διοίκηση επιχειρήσεων.» μου απάντησε αυτόματα «επόμενη ερώτηση;»

Τα σκούρα μπλε μάτια του συνάντησαν τα δικά μου κι ξαφνικά ένιωσα έναν περίεργο ηλεκτρισμό να διαπερνά όλο μου το κορμί. Γιατί με έκανε να νιώθω τόση νευρικά; έφταιγε το γεγονός ότι με φλέρταραν μετά από τόσο καιρό και μάλιστα ένας μεγαλύτερος άντρας που δεν έπαβε να είναι γοητευτικός; "μάλλον αυτό έφταιγε" σκέφτηκα πριν αντιληφθώ ότι με είχε πλησιάσει περισσότερο απ όσο θα ήθελα.

«αυτήν την φορά θέλω να με ρωτήσεις αυτό που σκέφτεσαι πραγματικά.» μου ψιθύρισε με έναν αισθησιακό τρόπο που με έκανε να νιώσω περίεργα χαμηλά στο στομάχι.

Έβηξα για να καθαρίσω τον λαιμό μου. Εφόσον μου έδωσε το ελεύθερο να ρωτήσω αυτά που ήθελα άρπαξα την ευκαιρία και τον κοίταξα.

«αναρωτιόμουν.» του είπα χωρίς να παίρνω τα μάτια μου από τα δικά του «δεν μιλάς ποτέ σου για εσένα, πράγμα που παραδέχομαι πως με φρικάρει.» του είπα γελώντας νευρικά.

«γιατί;» με διέκοψε απότομα.

«γιατί.» του είπα κι ένιωθα ήδη την φωνή μου να τρέμει «προσπαθείς διαρκώς να με πλησιάσεις, να μάθεις για εμένα, ενώ εγώ δεν γνωρίζω καν αν έχεις κάποιο χόμπι.. Είτε οικογένεια, αδέρφια η κοπέλα.» του είπα τελικά αναστενάζοντας ανακουφισμένη που του μίλησα για της ανησυχίες μου.

Με κοίταξε καλύτερα και μπορούσα να διακρίνω την ρυτίδα στο κούτελο του. Κατάλαβα πως δεν περίμενε να τον ρωτήσω για κάτι τέτοιο, όταν τραβήχτηκε προς τα πίσω για να κάτσει άνετα στην θέση του. Ήπιε μια γουλιά από την μπύρα του και πρόσεξα στο πρόσωπο του ότι η διάθεση του είχε αλλάξει υπερβολικά πολύ. Έδειχνε να τον βασανίζουν οι σκέψεις που περνούσαν από το μυαλό του. Είχα δίκιο;

Μου μίλησε αφού ήπιε όλη την μπύρα του για να παραγγείλει μια δεύτερη «από χόμπι μου αρέσει το μποξ και να καβαλάω την μηχανή μου με ταξίδι το άγνωστο. Είναι τα μοναδικά πράγματα που με ηρεμούν.» με ενημέρωσε χωρίς κάποιο ενδιαφέρον στην φωνή του ώσπου με κοίταξε «με τον πατέρα μου δεν έχω ιδιαίτερα καλές σχέσεις.» παραδέχτηκε σαρκαστικά χωρίς να δείχνει να τον ενοχλεί και πολύ αυτό «με τα αδέρφια μου έχω ξεκόψει, μόνο με έναν είχα κρατήσει επαφές κι αυτό γιατί από μικροί ήμασταν ιδιαίτερα κοντά. Από μωρά καταλάβαινα πως είχαμε μια ιδιαίτερη σχέση, εκτός του ότι μας ένωνε το ίδιο αίμα πίστευα ότι ήταν κάτι παραπάνω. Είχαμε της ίδιες σκέψεις, της ίδιες ανησυχίες. Βέβαια αυτός ήταν κάπως απόμακρος και κλειστός χαρακτήρας σε σχέση με εμένα. Καταλάβαινα πως επέλεγε από μόνους του να μένει μόνος, γι αυτό και προσπαθούσα να είμαι πάντοτε δίπλα του και να τον υποστηρίζω σαν μεγάλος αδερφός.» τον κοιτούσα με προσήλωση καθώς παρατηρούσα στο βλέμμα του ότι πονούσε. Γιατί;

Έπινε από την μπύρα του σιωπηλός για λίγη ώρα δημιουργώντας μια έντονη ψυχρότητα στην ατμόσφαιρα μεταξύ μας.

«πέθανε πριν λίγο καιρό, όσο εγώ έλειπα ακόμα στο εξωτερικό.» ψέλλισε χαμηλόφωνα «δεν πρόλαβα ούτε αντίο να του πω.» παραπονέθηκε ενοχλημένος ενώ τελείωνε και την δεύτερη μπύρα του μονομιάς «αυτό ήταν το στέκι μας.» με ενημέρωσε ενώ παρατηρούσε τον χώρο.

Με έφερε στο μέρος όπου σύχναζε να έρχεται με τον αγαπημένο του αδερφό;
Όσο κι αν με έτρωγε να μάθω, δεν τόλμησα να ρωτήσω το πως πέθανε. Ένιωθα τόσο άσχημα που τον ανάγκασα να θυμηθεί γεγονότα που ίσως προσπαθούσε να ξεχάσει. Έδειχνε ένας τελείως διαφορετικός Μπέν στα μάτια μου αυτήν την στιγμή. Τόσο πληγωμένος και μόνος, καμία σχέση με τον άντρα που έβλεπα να χαμογελάει διαρκώς στην δουλειά.

Άπλωσα το χέρι μου διστακτικά και με απαλές κινήσεις τον χάιδεψα στον ώμο. Αυτός έστρεψε το βλέμμα του και κοίταξε την κίνηση μου έκπληκτος, ώσπου τα μάτια του ήρθαν στο ίδιο ύψος με τα δικά μου.
...
Με γύρισε με το αμάξι του πίσω στο σπίτι. Βρισκόμουν μπροστά από την πολυκατοικία μου και είχα ανοίξει ήδη την πόρτα του ισογείου όταν με σταμάτησε η φωνή του.

«Σαμ!»

Γύρισα το πρόσωπο μου για να τον κοιτάξω καθώς τον παρακολουθούσα  να κάνει τον κύκλο του αμαξιού για να με πλησιάσει. Άφησα την πόρτα να κλείσει και γύρισα προς το μέρος του. Με πλησίαζε αργά ενώ δεν έπαβαν τα μάτια του να με κοιτάνε με μια περίεργη λάμψη, κάτω από το απειροελάχιστο φως της νύχτας. Η λάμπα πάνω από την πόρτα της εισόδου τρεμόπαιζε κάνοντας έναν ενοχλητικό ήχο.
"Κάποιος έπρεπε να το αλλάξει επιτέλους" σκέφτηκα πριν διαπιστώσω πως ο Μπέν με είχε πλησιάσει περισσότερο απ ότι θα έπρεπε.

«δεν σου απάντησα σε μια ερώτηση προηγουμένως.» μου είπε ξαφνιάζοντας με και απλά τον κοίταξα μπερδεμένη «δεν έχω κοπέλα, κι ευτυχώς δηλαδή.» με ενημέρωσε με μια νευρικότητα στην φωνή του «γιατί αν είχα, δεν θα μπορούσα να κάνω αυτό.»

Το κρύο χέρι του αγκάλιασε απότομα τον σβέρκο μου και με έσπρωξε πάνω του για να ενώσει τα χείλη μας. Για μια στιγμή κοκάλωσα χωρίς να αντιδράσω, ώσπου αφέθηκα στο υγρό φιλί του. Μου δάγκωσε απαλά το κάτω χείλος μου με αποτέλεσμα να ανοίξω ελάχιστα το στόμα μου δίνοντας του το ελεύθερο να εισχωρήσει την γλώσσα του μέσα.

Έπρεπε να διακόψω το φιλί μας "σκεφτόμουν" πριν ήταν ήδη πολύ αργά. Δεν ήθελα να του δώσω λάθος εικόνα και ελπίδες για μια σχέση που δεν είχα στο μυαλό μου. Τον έσπρωξα από το στήθος για να διακόψει το φιλί μας ώστε να μπορέσω να ανασάνω. Με κοίταξε φοβισμένος πως μάλλον έκανε κάτι το οποίο δεν ήθελα.

«Μπέν.» του ψέλλισα ξέπνοη.

«μην ανησυχείς.» μου είπε με κατανόηση χωρίς καν να προλάβω να του πω αυτό που ήθελα «καταλαβαίνω πως είσαι αλλού, δεν είμαι χαζός. Ίσως αν προσπαθήσω περισσότερο να με δεις αλλιώς.» μου είπε πρόθυμος.

«Μπέν δεν σου ζητάω να το κάνεις αυτό. Δείχνεις ένα ειλικρινής άνθρωπος, κι εγώ δεν θέλω να σου υποσχεθώ ψέματα.»

«μην ανησυχείς.» με φίλησε στο κούτελο και γύρισε να μπει στο αμάξι του.

Τον παρακολούθησα να βάζει μπρος και να χάνεται από το οπτικό μου πεδίο.

Κατάλαβε τίποτα απ ότι του είπα; γιατί μόνο με αυτό που είπε με έκανε να ανησυχώ περισσότερο.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top