~23~

~

Είχε σχεδόν μισή ώρα τώρα που είχαν τελειώσει τα μαθήματα. Περίμενα έξω από την σχολή σε ένα παγκάκι την Βιολέτα να καταφθάσει. Το ταξί σταμάτησε στην άκρη του δρόμου και από μέσα βγήκε η Βιολέτα κρατώντας ένα μεγάλο σακίδιο.
Μα για πόσο είχε σκοπό να μείνει εδώ, για μια βδομάδα;

Σηκώθηκα και την πλησίασα την ώρα που έφευγε το ταξί.
Την παρατηρούσα πως προσπαθούσε να κρατήσει τον σάκο που έδειχνε υπερβολικά βαρύς λες και είχε βάλει πέτρες μέσα.
Έτρεξα και πέρασα το χέρι μου γύρω από το μπράτσο της. Για μια στιγμή τρόμαξε όμως μόλις κατάλαβε ότι ήμουν εγώ μου έσκασε ένα πλατύ χαμόγελο.

«φιλενάδα!»

«θα πας ταξιδάκι;» την ρώτησα κοιτώντας το σακίδιο.

«όχι βρε. Εφόσον θα μείνω για δύο βράδια, δεν υπάρχει περίπτωση να μην βγούμε τώρα που κατάλαβα ότι ξεσάλωσες. Γι' αυτό πρέπει να έχουμε αρκετές επιλογές από ρούχα και παπούτσια.»

Μου απάντησε ενώ προχωρούσαμε προς το κτήριο. Την κοίταξα έκπληκτη ενώ προσπαθούσα να καταλάβω αυτό που μόλις είχε πει.

«τι εννοείς ξεσάλωσα;»

«έπρεπε να κάνεις καινούργιες γνωριμίες για να αρχίσεις να βγαίνεις;» με ρώτησε παραπονεμένη «δεν θα στο συγχωρέσω ποτέ μου αυτό.» απάντησε με μελό αλλά ταυτόχρονα δραματικό βλέμμα λίγο πριν τραβήξει το χέρι της μακριά.

Κράτησε το σακίδιο της σφιχτά και άρχισε να περπατάει λες και ήξερε προς τα που να πάει. Κάποια στιγμή το συνειδητοποίεισε και η ίδια, έτσι σταμάτησε και γύρισε να με κοιτάξει.

«δεν ξέρω που μένεις.» απάντησε θλιμμένη.

Εγώ την πλησίασα γελώντας και την έπιασα από το χέρι πράγμα που το δέχτηκε θερμά.

Άνοιξα την πόρτα και μπήκαμε μέσα στο δωμάτιο.

«ωραίο δωμάτιο έχεις!» μου είπε κοιτώντας τον χώρο.

Της χαμογέλασα παίρνοντας το σάκο από τα χέρια της για να τον αφήσω στην άκρη.

«λοιπόν.» είπε χτυπώντας τα χέρια της παλαμάκια «που θα πάμε το βράδυ;»

Την κοίταξα ξεφυσώντας «δουλεύω σήμερα δεν μπορούμε να πάμε πουθενά.»

Με κοίταξε εξεταστικά ενώ σταυρωνε τα χέρια της νομίζοντας πως της έκανα πλάκα. Όταν κατάλαβε ότι της μιλούσα σοβαρά σχεδόν το σαγόνι της έφτασε στο πάτωμα.

«δουλεύεις; εσύ; πλάκα κάνεις. Μα η Σίλια δεν μου είπε τίποτα.» ολοκλήρωσε σκεπτόμενη.

«ναι γιατί δεν ξέρει τίποτα.» της απάντησα βιαστικά «και έτσι θέλω να μείνει. Προς το παρών τουλάχιστον.» ολοκλήρωσα λίγο πριν πέσω στο κρεβάτι.

Ξάπλωσε δίπλα μου και με κοίταξε.

«μίλα στην φίλη σου, διότι η κακόμοιρα βλέπει τρελές αλλαγές πάνω σου και δυσκολεύεται να το πιστέψει.» είπε τελικά λίγο πριν κοιταχτούμε γελώντας.

Είχε περάσει η ώρα. Ήμασταν ήδη έτοιμες και κατεβαίναμε τα σκαλιά από τους κοιτώνες. Μπροστά στο δρόμο περίμενε το ίδιο αμάξι με τον ίδιο νεαρό στην θέση του οδηγού για ακόμα μια φορά. Δεν ένιωθα καθόλου ωραία που έστελνε ο Tae κάποιον για να με πάει μέχρι την δουλειά, λες και ήμουν καμία πλούσια με προσωπικό σοφέρ.

Πλησίασα το αμάξι και ο νεαρός άντρας μας άνοιξε την πόρτα. Η Βιολέτα με κοίταξε έκπληκτη και ελαφρώς μπερδεμένη λίγο πριν ρίξει το βλέμμα της πάνω στον νεαρό.

«γειά είμαι η Βιολέτα.» είπε ενώ τον είχε πλησιάσει σε κλάσματα δευτερολέπτων.

Ο νεαρός δεν μίλησε απλά στάθηκε δίπλα στην πόρτα περιμένοντας να μπούμε μέσα.
Την έσπρωξα και αυτή σχεδόν έπεσε με χάρη στο κάθισμα κοιτώντας τον οδηγό. Μπήκε μέσα γελώντας κάπως αμήχανα μιας και ο άντρας αυτός δεν της είχε ρίξει ούτε ένα βλέμμα.

«ευχαριστώ αλλά δεν είναι ανάγκη ξέρεις.» του απάντησα λίγο πριν μπω στο αμάξι και κλείσω μόνη μου την πόρτα.

Αυτός έκατσε στην θέση του οδηγού και έβαλε μπρος το αμάξι.

«τουλάχιστον μπορώ να μάθω το όνομα σου; με πηγαινοφέρνεις στο μαγαζί και ούτε που έχουμε συστηθεί.»

Με κοίταξε από τον καθρέφτη του οδηγού μπροστά και μου χάρισε ένα αχνό χαμόγελο.

«Μάρκους.» απάντησε λίγο πριν κοιτάξει τον δρόμο.

«Σαμάνθα χάρηκα.» του είπα ευγενικά και αυτός ξεκίνησε για το μαγαζί.

Φτάνοντας ο Μάρκους μας άφησε μπροστά στην πόρτα και έφυγε. Μπόρεσα να δω το βλέμμα της Βιολέτας που έδειχνε ξενερωμένο. Περίμενε το μαγαζί να είναι σε μια πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή και να μοιάζει απ' έξω περισσότερο με κλαμπ πάρα με μια παλιά αποθήκη. 

Μπήκαμε μέσα και περάσαμε την βαριά κουρτίνα που έκρυβε την θέα του μαγαζιού από τον έξω κόσμο. Η Βιολέτα έμεινε να το παρατηρεί και κατάλαβα ότι μάλλον της άρεσε. Στάθηκα για λίγο για να μπορέσω κι εγώ να το παρατηρήσω για πρώτη φορά λίγο παραπάνω. Στον χώρο υπήρχαν δερμάτινοι μαύροι και κόκκινοι καναπέδες και διάσπαρτα μικρά stage με στύλο όπου είχα προσέξει την προηγούμενη φορά να χορεύουν τα κορίτσια του μαγαζιού.
Στον τοίχο υπήρχαν κρεμασμένοι μερικοί πίνακες με έντονα μοτίβα και φωσφόριζέ ανοιχτά χρώματα σπάζοντας έτσι την μονοτονία του μαγαζιού.

Το μόνο άτομο που είχε έρθει από νωρίς ήταν ο Κάι ο οποίος τακτοποιούσε τα ποτά ενώ μιλούσε με ένα αγόρι το οποίο ήταν πλάτη προς εμάς. Πλησιάσαμε το μπαρ και τότε μας πρόσεξε. Ο Κάι έγειρε πάνω από τον πάγκο για να με χαιρετήσει και τότε κοίταξα το Jin. Ήταν ντυμένος με επίσημο στυλ και τα μαλλιά του τα είχε τραβηγμένα προς τα πίσω. Έδειχνε κάπως γοητευτικός και αρκετά ώριμος από κάθε άλλη φορά.

«Jin?» δεν περίμενα να τον δω.

Την προηγούμενη φορά σίγουρα δεν ήταν εδώ.

«Σαμάνθα;» με κοίταξε απορημένος αφήνοντας το στυλό με τα χαρτιά που είχε μπροστά του στην άκρη «τι κάνεις εδώ;»

Ο Κάι πετάχτηκε δίπλα του ενώ καθάριζε μερικά ποτήρια «δουλεύει εδώ.» του απάντησε κεφάτος.

Γύρισε το πρόσωπο του ξανά προς το μέρος μου και με κοίταξε έκπληκτος. Σηκώθηκε όρθιος σοβαρεύοντας και με πλησίασε «γιατί;» με ρώτησε μπερδεμένος «γιατί να έρθεις να δουλέψεις εδώ;» με ρώτησε σχεδόν ψιθυρίζοντας.

Πριν προλάβω να μιλήσω μπήκε ανάμεσα μας ή Βιολέτα η οποία τον κοιτούσε χαμογελαστή.

«Βιολέτα χάρηκα.» του πρόσφερε
το χέρι της και αυτός την χαιρέτησε καθώς με κοιτούσε «ναι.» κατάλαβα ότι την ξενέρωσε ο τρόπος του «το ονοματάκι σου;» τον ρώτησε ενώ προσπαθούσε να χαμογελάσει.

Έριξε το βλέμμα του πάνω της και την κοίταξε με ένα ελαφρύ μειδίαμα «Seokjin, αλλά οι φίλοι με φωνάζουν Jin.»

«χάρηκα..» σαν κάτι να θυμήθηκε και τότε γύρισε να με κοιτάξει «αυτός είναι με το μικρό..» είπε δείχνοντας με τα δάχτυλα της.

Ευτυχώς που πρόλαβα να την διακόψω κλείνοντας της το στόμα πριν καταφέρει να πει καμία βλακεία.
Γελάσαμε άβολα καθώς απομακρυνόμασταν από τα παιδιά. Την τράβηξα μαζί μου μέχρι το δωματιάκι για να ετοιμαστώ και αυτή απλά γκρίνιαξε.

Η βραδιά σήμερα πέρασε ήσυχα χωρίς απρόοπτα. Στην αρχή είχε έρθει πολύς κόσμος όμως οι περισσότεροι βγαίνανε έξω. Η Βιολέτα είχε βολευτεί σε ένα σκαμπό μπροστά στο μπαρ και μιλούσε με τον Jin και τον Κάι.

«Και τι δουλειά κάνεις εδώ Jin?»

«κανονίζω να έχει πάντα φουλ κάβα.» της απάντησε δείχνοντας τον Κάι «και φυσικά επιβλέπω τα λεφτά που εισπράττει από την δουλειά κάθε βράδυ.»

«δηλαδή δουλεύεις κι εσύ εδώ;» τον ρώτησα ενώ έπαιρνα κάποια ποτά από τα χέρια του Κάι.

Με κοίταξε χαμογελώντας «ναι.» ήταν το μόνο που είπε χωρίς να παίρνει τα μάτια του από πάνω μου.

Μάλλον στη Βιολέτα είχε αρχίσει να της αρέσει ο Jin. Το βλέμμα της μαρτυρούσε πολλά και έδειχνε να ενοχλείτε μαζί του που μου έδινε περισσότερη σημασία απ' ότι σε αυτήν. Πάλι δράματα θα έχουμε, σκέφτηκα ενώ πήγαινα τα ποτά στα άτομα που τα είχαν παραγγείλει.

Στο μαγαζί είχαν μείνει πολύ λίγοι οι οποίοι είχαν γίνει λιώμα από το αλκοόλ. Οι περισσότεροι είχαν βγει έξω στο πάρκινγκ απ' όπου και ακουγόταν φασαρία.

«τι είναι αυτή η φασαρία;» ρώτησε τα παιδιά και τον Tae ο οποίος είχε μπει μέσα από το μπαρ για να φτιάξει ένα ποτό στον εαυτό του.

«κάθε Παρασκευή και Σάββατα έχουμε αγώνες με αμάξια και μηχανές.» της ψιθύρισε ο Jin λες και ήταν μυστικό.

Τα μάτια της Βιολέτας έλαμψαν ευχαριστημένα «πλάκα κάνετε; πάμε θέλω να δω.» πετάχτηκε από την καρέκλα της και άρπαξε το χέρι του Jin παίρνοντας τον μαζί της. Με κοίταξε απορημένος καθώς τον τράβαγε μαζί της έξω από το μαγαζί. Δεν μπόρεσα να μην γελάσω με αυτό το θέαμα. Το γέλιο μου κόπηκε αμέσως μόλις αντιλήφθηκα την ζέστη του παρουσία πίσω από το σώμα μου, λίγο πριν νιώσω ένα απαλό φιλί στον λαιμό μου πράγμα που με έκανε να ανατριχιάσω.

«θες να δεις και εσύ;» μου ψιθύρισε δίπλα από το αυτί μου και άρχισα να νιώθω περίεργα.

Με το ένα χέρι του με τράβηξε απαλά από τον καρπό και με πήρε μαζί του μέχρι έξω ενώ στο άλλο κρατούσε το ποτό του.
Περάσαμε το πλήθος που προσπαθούσε να βγάλει φωτογραφίες και βίντεο τα αμάξια και την μηχανή που είχαν σταματήσει στην ίδια ευθεία με της μηχανές τους αναμμένες.

«από εδώ θα ξεκινήσει ο αγώνας. Όποιος γυρίσει πρώτος κερδίζει.» με ενημέρωσε ενώ χάζευε τα οχήματα.

Η Βιολέτα χτυπούσε παλαμάκια γελώντας με αυτά που άκουγε ευχαριστημένη. Της άρεζαν τέτοιου είδους πράγματα, το καταλάβαινε κάνεις από χιλιόμετρα μακριά με το εκθαμβωτικό χαμόγελο που κοσμούσε τα χείλη της.

Τα αμάξια ακουγόντουσαν πολύ διαφορετικά απ ότι ακούγεται ένα συνηθισμένο αυτοκίνητο και μάλλον ήταν πειραγμένα.

Σταθήκαμε δίπλα στα παιδιά περιμένοντας τον αγώνα να αρχίσει. Το ένα αμάξι και η μηχανή περίμεναν τον τρίτο οδηγό. Τότε πρόσεξα το πλήθος δίπλα μας να διαλύεται και έναν ψηλό άντρα να κάνει την εμφάνιση του. Φορούσε μαύρο κοστούμι και λευκό πουκάμισο τα μανίκια του οποίου ήταν τραβηγμένα μέχρι του αγκώνες αποκαλύπτοντας το μαύρο μελάνι με τα περίτεχνα τατουάζ πάνω στο δέρμα. Ήταν αρκετά ψηλός με καστανόξανθα μαλλιά και σκούρα μπλε μάτια.

Μας πλησίασε και στάθηκε δίπλα στον Tae την ώρα που έβγαζε το σακάκι του. Χωρίς να κοιταχτούν αυτός άνοιξε το στόμα του για να μιλήσει.

«έχετε καιρό να αγωνιστείτε.» του μίλησε με μια βαριά χροιά στην φωνή του.

Ένιωσα το χέρι του Tae να σφίγγετε γύρω από τον καρπό μου, ενώ τα δάχτυλα του είχαν ασπρίσει από την πίεση που ασκούσε πάνω στο ποτήρι. Δεν κοιτάχτηκαν, όμως τα βλέμματα τους είχαν την ίδια έκφραση απέχθειας και θυμού. Αφού έδωσε το σακάκι του στον νεαρό που ήταν μαζί του κατευθύνθηκε προς το άδειο αμάξι και άνοιξε την πόρτα του. Τον είδα που για μια στιγμή κοίταξε το χέρι του Tae το οποίο κρατούσε τον καρπό μου και του ξέφυγε ένα σαρκαστικό χαμόγελο λίγο πριν κάτσει μέσα στο αμάξι.

Ποιος ήταν αυτός ο άντρας;

Έπρεπε να κοιτάξω το πρόσωπο του Taehyung για να καταλάβω ότι έδειχνε να πονάει ενώ προσπαθούσε με δυσκολία να το κρύψει. Δεν ξέρω αν έφταιγαν τα συναισθήματα του ή το γεγονός ότι το χέρι του από την πίεση είχε σπάσει το ποτήρι με αποτέλεσμα να έχει μερικά κομμάτια γυαλιού καρφωμένα στο δέρμα του. Μπορούσα να δω το αίμα να στάζει σκούρο και πηχτό πάνω στο τσιμέντο.

«Taehyung είσαι καλά;» τον ρώτησα τρομαγμένη όταν κατάλαβα πως δεν είχε αντιληφθεί και ο ίδιος τι συνέβει.

Κοίταξε το χέρι του και του ξέφυγε ένα μικρό γέλιο «καλά είμαι, μην ανησυχείς.» μου απάντησε ενώ απέφευγε να με κοιτάξει.

Άφησε το χέρι μου και κατευθύνθηκε προς το μαγαζί. Τον ακολούθησα από πίσω και μπήκα μαζί του στο δωματιάκι απ όπου είχε μόλις μπει.

«τι θέλεις εδώ, βγες έξω.» μίλησε χωρίς να με κοιτάξει ενώ άρπαζε ένα μπουκάλι με αλκοόλ από την κάβα που είχε στο προσωπικό μίνι μπαρ του.

«χρειάζεσαι βοήθεια.» του απάντησα ψάχνοντας να βρω κάποιο ντουλαπάκι.

«δεν χρειάζομαι τίποτα.» απάντησε ξαπλώνοντας πάνω στον καναπέ που υπήρχε στο δωμάτιο. Άνοιξε το καπάκι από το μπουκάλι και ξεκίνησε να πίνει μεγάλες ποσότητες αλκοόλ.

Τότε πρόσεξα μια πόρτα και κατάλαβα ότι ήταν η τουαλέτα. Μπήκα μέσα και άνοιξα το ντουλαπάκι πάνω από τον νεροχύτη για να βρω το κουτί πρώτων βοηθειών. Το πήρα στο χέρι μου και πήγα στο δωμάτιο. Άρπαξα ένα σκαμπό και έκατσα δίπλα του στον καναπέ.
Πήρα το χέρι του και το έβαλα πάνω στα πόδια μου αγνοώντας το γεγονός ότι τα αίματα του λέρωναν τα ρούχα μου. Τα μάτια του έτρεξαν πάνω μου.

Πήρα ένα τσιμπιδάκι από το κουτί και έσκυψα για να βλέπω καθαρά το χέρι του. Προσπάθησα με προσοχή να αφαιρέσω τα κομμάτια γυαλιού από το δέρμα του και αυτός απλά έμεινε να με κοιτάει σιωπηλός. Μα καλά δεν πονούσε; εγώ μπορεί και να είχα πεθάνει στο κλάμα έως τώρα.
Σκούπισα τα αίματα και του το τύλιξα με καθαρό επίδεσμο.

«ίσως χρειαστεί να πας σε έναν γιατρό, δεν είμαι σίγουρη εάν έβγαλα όλα τα κομμάτια.» του απάντησα ξεφυσώντας ενώ ένιωθα κάτι βαρύ να πλακώνει το στήθος μου.

Ανακάθισε και έκατσε στον καναπέ κανονικά. Τράβηξε με το πληγωμένο χέρι του το σκαμπό όπου καθόμουν κοντά του με αποτέλεσμα να το ματώσει ξανά.

«μα τι κάνεις;» τον κοίταξα έκπληκτη «Tae το χέρι σου.»

«δεν με νοιάζει.» το άπλωσε και με την άκρη των δαχτύλων του χάιδεψε το μάγουλο μου στοργικά.

Τα μάτια του ήταν καρφωμένα στα δικά μου κοιτώντας με ζαλισμένα.

«είσαι εδώ;!» χαμογέλασε αβέβαιος «μπορώ να σε αγγίξω και να σε μυρίσω.» μου ψιθύρισε ενώ έπαιρνε μια γερή τζούρα από την μυρωδιά που υπήρχε στα μαλλιά μου.
Ακούμπησε το κεφάλι του στον όμο μου και έμεινε εκεί ενώ με τα χέρια του κρατούσε σφιχτά της παλάμες μου.

«είναι τόσο ωραία που είσαι εδώ.» μου ψιθύρισε χαμογελώντας.

«τι σου συμβαίνει;» τον ρώτησα μετά από μερικά λεπτά σιγής «γιατί είσαι έτσι;»

Τον άκουγα να ανασαίνει και ένιωθα το κορμί του να σφίγγεται όλο και περισσότερο.

«είναι πολύ δύσκολο μερικές φορές.» είπε χωρίς να κουνηθεί «νιώθω πολύ μόνο μερικές φορές.» τραβήχτηκε και έφερε το βλέμμα του στο ίδιο ύψος με το δικό μου.

Χάιδεψε τα μαλλιά μου στοργικά φτάνοντας στο μάγουλο μου. Ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο του «με κάνεις να νιώθω πολύ όμορφα. Όταν είσαι κοντά μου νιώθω και πάλι ο εαυτός μου.» μου απάντησε χαμογελώντας.

Ο τρόπος που με κοιτούσαν τα μάτια του αυτήν την στιγμή μαρτυρούσαν την θλίψη και την μοναξιά που ένιωθε μέσα του πράγμα που με έκανε να νιώσω κι εγώ άσχημα. Είχα δει πολλές φορές την μητέρα μου με το ίδιο βλέμμα και τώρα καταλάβαινα περισσότερο από κάθε άλλη φορά πόσο μόνη πρέπει να ένιωθε όλα αυτά τα χρόνια. Αφοσιωμένη μόνο στην δουλειά της και στο να αναθρέψει σωστά την κόρης της.

Χωρίς δεύτερη σκέψη τύλιξα τα χέρια μου γύρω του και τον αγκάλιασα. Ίσως το παρεξηγούσε ίσως και όχι όμως καταλάβαινα πως είχε ανάγκη από μια αγκαλιά, μια αληθινή ζέστη αγκαλιά.
....
Η δουλειά είχε τελειώσει και βγαίναμε μαζί με τον Taehyung έξω. Τα αμάξια είχαν διαλυθεί το ίδιο και ο κόσμος.
Αυτός δεν είχε έρθει σήμερα και είχα να τον δω σχεδόν δύο μέρες, από κείνο το πρωί που τον πετύχαμε στην καφετέρια.
Ο Tae κλείδωσε το μαγαζί αφού βεβαιώθηκε πως είχαμε βγει όλοι έξω.
Ο Μάρκους περίμενε με το αμάξι του απ' έξω λογικά εμένα και την Βιολέτα. Κατέβηκε και άνοιξε την πόρτα για να μπούμε μέσα, όμως ο Tae την έκλεισε πριν προλάβουμε και τον κοίταξε θυμωμένος.

«άστο φίλε, θα της γυρίσω εγώ σπίτι.» ο Μάρκους τον αντίκρισε ανέκφραστος όπως πάντα «και δεν χρειάζεται να την πηγαινοφέρνεις μπορώ κι μόνος μου.»

Ο Μάρκους έβγαλε το κινητό του και άρχισε να πληκτρολογεί κάτι.

«ναι, ναι πάρε όποιον θες.» ήταν το μόνο που είπε πριν με αρπάξει από τον καρπό και με πάρει μαζί του. Η Βιολέτα μας ακολούθησε σιωπηλά από πίσω και πήγαμε προς το αμάξι του Tae. Άνοιξε την πίσω πόρτα και μόλις μπήκε η Βιολέτα την έκλεισε. Τον κοίταξα μπερδεμένη την ώρα που άνοιγε την θέση του συνοδηγού.

«εσύ θα κάτσεις δίπλα μου.» με ενημέρωσε κοφτά.

Μπήκα μέσα και έκλεισε την πόρτα για να έρθει από την άλλη πλευρά και να μπει μέσα. Την ώρα που πέρναγα την ζώνη γύρω μου, στο μυαλό μου ήρθε η εικόνα του Jimin να προσπαθεί να μου φορέσει την ζώνη του αμαξιού. Να βεβαιώνεται ότι την είχε δέσει σωστά ώστε να είμαι ασφαλής.

Έβαλε μπρος το αμάξι διαλύοντάς της σκέψεις μου και πήρε τον δρόμο για την σχολή.
...
Κατεβήκαμε από το αμάξι και αυτός ήρθε δίπλα μας. Η Βιολέτα ξεκίνησε να προχωράει προς το κτήριο κουρασμένη ενώ εγώ έμεινα δίπλα του. Με γύρισε και με κοίταξε χαμογελώντας.

«μάλλον θα μείνεις στην δουλειά, ε;» με ρώτησε ξύνοντας τον σβέρκο του νευρικά με ένα ντροπαλό χαμόγελο στα χείλη του.

«μάλλον.» του απάντησα κοιτώντας τον στα μάτια.

Στάθηκε όρθιος μπροστά μου και πήρε το χέρι μου ανάμεσα στο δικό του.

«Tae;» του μίλησα κοιτώντας μπερδεμένη το χέρι μου κάτω από το δικό του, ήθελα εδώ και πολύ ώρα να τον ρωτήσω κάτι που με έτρωγε «προηγουμένως μίλησες πολύ απότομα στον Μάρκους. Εφόσον τον έβαλες εσύ να με φέρνει γιατί ήσουν τσαντισμένος μαζί του;»

Δεν μίλησε απλά έσκυψε και μου έδωσε ένα φιλί στο κεφάλι. Με έσπρωξε ελαφρά από την μέση μακριά του και με κοίταξε σοβαρός «πήγαινε.» ήταν το μόνο που είπε αποφεύγοντας να απαντήσει στην ερώτηση μου.

Άρχισα να προχωράω διστακτικά προς την Βιολέτα η οποία με περίμενε στης σκάλες.
Γύρισα να κοιτάξω τον Tae ο οποίος είχε μπει ήδη στο αμάξι του και έφευγε.

Λίγο μεγάλο #iknow αλλά ήθελα να γράψω περισσότερα και δεν το έκανα 😅 ελπίζω η ιστορία να σας αρέσει έως τώρα γιατί εγώ νιώθω πολύ ωραία όταν την γράφω! ❤️ Τα λέμε στο επόμενο κεφάλαιο! Σύντομα!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top