~17~
~
Jimin
Μπαίνοντας στο κλαμπ πετύχαμε τον πατέρα της Άλισον που απ ότι φαινόταν μόλις έφευγε. Η Άλι κοκάλωσε μόλις τον είδε και αυτός απλά την πλησίασε. Είχα προσέξει αρκετές φορές πως η Άλισον ένιωθε αρκετά άβολα μπροστά του και απέφευγε να τον κοιτάει. Πότε μου δεν κατάλαβα για ποιον λόγο έβγαζε μίσος απέναντι του, όχι πως ήταν και ο καλύτερος άνθρωπος στο κόσμο. Η σχέση που είχαμε μεταξύ μας ήξερα κατά βάθος πως ήταν μια βιτρίνα απέναντι στον πατέρα της ο οποίος πίστευε πως ήμασταν το ίδιο. Πόσο λάθος έκανε. Πολλές φορές μου προκαλούσε τρόμο αλλά ποτέ δεν τον άφησα να το δει. Πάντα έστεκα στο ύψος μου απέναντι του και τον άφηνα να πιστεύει πως ήμουν αρκετά δυνατός, κι ας έσπαγα μέσα μου μερικές φορές. Σε ανθρώπους αυτού του είδους πρέπει να δείχνεις έναν σταθερό και δυνατό χαρακτήρα, αλλιώς θα σε ποδοπατήσουν με την πρώτη ευκαιρία.
Μου χάρισε ένα χαμόγελο και μας προσπέρασε βγαίνοντας από το μαγαζί.
Ο Taehyung όσο κι αν νόμιζε πως τον ξεγέλαγε αυτός ο άνθρωπος ήξερε πολύ καλά πόσο αδύναμος ήταν κι αυτός ήταν ο λόγος που ήθελε εμένα για σύζυγο της κόρης του. Αυτός ήταν και ο λόγος που τον κοιτούσε υποτιμητικά, τον μείωνε με τον χαρακτήρα του ενώ αυτός ο ηλίθιος συνέχιζε να τον "γλύφει".
Το ήξερα πως οι οικογένειες μας συνεργαζόντουσαν αρκετά χρόνια όμως δεν θα άφηνα τον εαυτό μου να μπλέξει στο κύκλωμα τους για κανέναν λόγο. Ο Taehyung ήδη είχε πέσει στον ίδιο λάκκο με αυτούς και με την θέληση του παρέμενε εκεί. Αυτό ήταν που με θύμωνε και περισσότερο. Δεν ήθελε να σωθεί, αντιθέτως βυθιζόταν κάθε μέρα και περισσότερο.
Τότε την είδα να περιμένει στο μπαρ και αυτός να την πλησιάζει για να την αγκαλιάσει.
«Έλεος.» ψιθύρισα ανάμεσα από τα σφιγμένα μου δόντια, χωρίς βέβαια να με ακούσει κανείς και απλά τους πλησιάσαμε.
Τελικά όντως είχε αποφασίσει να δουλέψει εδώ, μα που πήγαινε να μπλέξει; δεν το έβλεπε ότι αυτό το μέρος δεν ήταν για κοπέλες του είδους της.
Η Κλαίρη την πήρε μέσα μαζί της και εγώ απλά παρήγγειλα ένα ποτό. Δεν έκανε τον κόπο ούτε να με κοιτάξει. Ένα ευχαριστώ δεν θα έβλαπτε. Εγώ εχθές την έσωσα και αυτή απλά απέφευγε να με κοιτάξει. Ενώ τον Tae τον άφηνε μέχρι και να την αγκαλιάζει. Ανόητη!
Βγήκαν από το δωμάτιο και προχώρησαν προς το μέρος μας. Ο Tae πήγε κοντά της και όσο αυτή τον κοιτούσε με αυτό το γλυκό της προσωπάκι στα μάτια, εγώ μπορούσα διακριτικά να την χαζέψω. Είχε φορέσει ένα στενό δερμάτινο που αγκάλιαζε υπέροχα της καμπύλες της, ενώ το μπλουζάκι της φανέρωνε τόσα όσο χρειαζόταν για να φτιαχτεί ένας άντρας μαζί της. Μα τι σκεφτόταν η Κλαίρη; με τέτοιο ντύσιμο θα της προκαλούσε προβλήματα σε ένα μέρος που γέμιζε νεαρούς και άντρες με ορμόνες. Κι όμως έδειχνε τόσο όμορφη. Με τα καστανόξανθα μαλλιά της επάνω και το μαύρο τσοκερ που αγκάλιαζε σφιχτά τον λαιμό της, σε σημείο που σε έκανε να σκεφτείς διαφορά. Ήπια μια γουλιά από το ποτό μου και χωρίς να τους κοιτάξω μίλησα «τι δουλειά θα κάνει που χρειάζεται ένα τέτοιο ντύσιμο;»
Μπορούσα να δω με την άκρη του ματιού μου πως το σχόλιο μου την έκανε να νιώσει άσχημα. Σίγουρα δεν εννοούσα αυτό που κατάλαβε. Με αυτά τα ρούχα θα κόλαζε αρκετούς άντρες απόψε πράγμα που όσο το σκεφτόμουν για έναν ανεξήγητο λόγο με ενοχλούσε όλο και περισσότερο.
«θα δοκιμάσει ως σερβιτόρα.»
Χα, ήμουν σίγουρος. Ήξερε τι έκανε πολύ καλά. Τον κοίταξα και αυτός άπλωσε το χέρι του γύρω από τους ώμους του. Γιατί του έδινε τέτοιο δικαίωμα; της άρεζε η προσοχή που της έδειχνε; μήπως της άρεζε αυτός; σηκώθηκα όρθιος αφήνοντας το ποτό μου στην άκρη και τον κοίταξα «δεν είσαι σοβαρός;» τον ρώτησα χωρίς να παίρνω τα μάτια μου από πάνω του. Εφόσον έδειχνε ότι του αρέσει γιατί την έβαζε σε αυτήν την διαδικασία;
Τον προσπέρασα και κατευθύνθηκα προς το γραφείο μας. Έκλεισα την πόρτα πίσω μου και κοίταξα τα ξεχασμένα πράγματα πάνω στο τραπέζι. Ένα βαλιτσάκι γεμάτο δέματα με λευκή σκόνη. Μερικά ματσάκια χαρτονομισμάτων και ένα ανοιχτό δείγμα απλωμένο πάνω στο ξύλινο τραπεζάκι. Πλησίασα και έκλεισα την βαλίτσα ώστε να μην το βλέπω. Παρόλα τα όσα του έλεγα αυτός συνέχιζε να πουλάει και να κάνει χρήση.
«δεν θα αλλάξει ποτέ του.» μίλησα περισσότερο στον εαυτό μου πάρα στην μορφή της που στεκόταν δίπλα στην κλειστή πόρτα.
«ποιος από τους δύο, γιατί εγώ νομίζω ότι ο πατέρας μου έχει αλλάξει. Προς το χειρότερο.» μου απάντησε αφήνοντας το φουλάρι της στον καναπέ. Με πλησίασε και με αγκάλιασε από πίσω χαϊδεύοντας το στήθος μου.
Και να ήθελε να ξεκόψει αυτός, εκείνος δεν θα τον άφηνε ποτέ σε ησυχία, κι δεν εννοώ τον πατέρα της Άλισον.
...
Ο κόσμος είχε αρχίσει σιγά σιγά να μαζεύεται. Η Σαμάνθα προσπαθούσε με αρκετό κέφι και χαμόγελο να δουλέψει αν και καταλάβαινα πως η μουσική και ο κόσμος την ενοχλούσαν. Παρ ολ αυτά συνέχιζε να παίρνει παραγγελίες και να πηγαίνει ποτά με το χαμόγελο στα χείλη. Ακόμα και στα χαμηλά φώτα του κλαμπ έδειχνε εκθαμβωτικά όμορφη. Κι αυτό το σώμα...
Πήρα τα μάτια μου από πάνω της ώστε να μπορέσω να ηρεμήσω, ξαφνικά άρχισε να κάνει τρελή ζέστη και το σώμα μου να ιδρώνει. Σε αυτά τα λίγα λεπτά που προσπαθούσα να συνεφέρω τον εαυτό μου και να πιώ λίγο από το παγωμένο μου ποτό την έψαξα στον χώρο και την βρήκα στην άκρη του μαγαζιού κοντά στους καναπέδες.
«τέλεια.» ήξερα τι θα ακολουθήσει μόλις είδα τον αδερφό της Άλισον που έδειχνε μεθυσμένος και αρκετά κεφάτος για "σκανδαλιές".
Σηκώθηκα αφήνοντας το ποτό μου και ξεκίνησα να προχωράω προς το μέρος τους όταν σταμάτησα απότομα. Άπλωσε το χέρι του επάνω της και την χαστούκισε στο πίσω μέρος του κορμιού της. Από την κίνηση της κατάλαβα ότι ένιωσε τελείως άβολα. Σκέφτηκα να επέμβω όμως ήθελα να δω τι θα κάνει. Στάθηκα για λίγο και την κοιτούσα που προσπαθούσε να καταλάβει τι συνέβη. Την τράβηξε στην αγκαλιά του και αυτή προς μεγάλη μου έκπληξη τον χτύπησε με το γόνατο της. Ξαφνικά το πρόσωπο της είχε αλλάξει και έδειχνε τόσο σκληρό και σέξι. Δεν περίμενα να το ‘χει μέσα της. Μου ξέφυγε ένα μικρό γέλιο και συνέχισα με γρήγορα βήματα να τους πλησιάζω. Έσφιξα την γροθιά μου και τον χτύπησα στο πιγούνι. Αυτό το κωλόπαιδο δεν θα μάθαινε ποτέ του από τρόπους.
Ήταν έτοιμη να πέσει μαζί του όταν την άρπαξα από το μπράτσο και την έφερα κοντά στην αγκαλιά μου. Με κοίταξε σοκαρισμένη και ήμουν σίγουρος πως μπορούσε να νιώσει την καρδιά μου που χτυπούσε σαν τρελή από την αδρεναλίνη. Ο Taeyang είχε πλησιάσει και προσπαθούσε να σηκώσει το μυξιάρικο από κάτω όταν άρχισε να κλαίει επειδή τον χτύπησα. Γύρισα το πρόσωπο μου και την αντίκρισα «πήγαινε έξω και περίμενε με.»
Αυτή αν και μπερδεμένη υπάκουσε στην διαταγή μου και έφυγε από την έξοδο του μαγαζιού. Γύρισα προς τον μικρό και τον άρπαξα από τον γιακά της μπλούζας του με το δεξί μου χέρι.
«κωλόπαιδο σε προειδοποίησα να μην ξανά ενοχλήσεις εργαζόμενη μας.»
«μα Jimin γιατί με χτύπησες;» με ρώτησε κλαίγοντας και σχεδόν τσιρίζοντας σαν γυναικούλα.
Δεν άντεχα ούτε να τον βλέπω, ήταν αξιοθρήνητος.
«πήγαινε τον στο μπάνιο και βάλε το κεφάλι του κάτω από την βρύση και βεβαιώσου πως θα τρέξει κρύο παγωμένο νερό.»
Τον άρπαξε από το πίσω μέρος της μπλούζας του και τον κατηύθυνε μέχρι της τουαλέτες.
Έβγαλα το κινητό από την τσέπη μου και πήρα τηλέφωνο.
«Μάρκους έλα με το αμάξι μπροστά στην είσοδο του μαγαζιού.»
Ο Μάρκους ήταν ο σοφέρ που μου είχαν προσλάβει οι γονείς μου αλλά και κάτι σαν μπράβος μου. Τον είχα δίπλα μου σχεδόν οχτώ χρόνια τώρα και ήταν ο μοναδικός άνθρωπος που εμπιστευόμουν περισσότερο από τον καθένα. Βγήκα από το μαγαζί και έκλεισα το κινητό μου. Με περίμενε λίγο πιο πέρα από την είσοδο στεναχωρημένη. Δάγκωνε νευρικά τα χείλη της ώσπου γύρισε για να με κοιτάξει.
Ήθελα να της πω ότι ήταν τελείως ηλίθια που ήθελε να δουλέψει εδώ με τόσους λυσσασμένους λύκους που ερχόντουσαν στο μαγαζί μας, όμως δεν μου βγήκε. Με κοιτούσε μετανιωμένη λες και είχε κάνει καμία ζημιά. Πάλι καλά που μπόρεσε να τον αντιμετωπίσει, έστω και τόσο αδύναμα.
Κάτι πήγε να πει όμως την διέκοψα, δεν ήθελα να την ακούσω. Έτσι και μου έλεγε συγνώμη δεν ήξερα κι εγώ τι θα της έκανα. Έτοιμη ήταν.
Γύρισα και την κοίταξα έτοιμος να εκραγώ «κατάλαβες τώρα γιατί δεν μου άρεσαν τα ρούχα σου;» της μίλησα σκληρά και αυτή με κοίταξε χλωμή και αρκετά έκπληκτη. Γύρισα την πλάτη μου και συνέχισα να περπατάω σχεδόν νευρικά. Έβγαλα το πακέτο με τα τσιγάρα από την τσέπη μου και άναψα ένα για να μπορέσω να ηρεμίσω.
Πλέον ήξερε τον λόγο που δυσανασχέτησα για το ντύσιμο της. Μπορούσα να την δω με την άκρη του ματιού μου να κοιτάει το τσιμέντο κάτω από τα πόδια της στεναχωρημένη και αρκετά μετανιωμένη. Αγκάλιασε τα μπράτσα της και τότε διαπίστωσα ότι κρύωνε.
«δεν ήθελα να δημιουργήσω φασαρία, λυπάμαι.» ήταν το μόνο που μπόρεσε να μου πει πριν μου γυρίσει την πλάτη της σιωπηλή.
Σχεδόν έτρεμε από την ψυχρά που είχε βγάλει μιας και φορούσε ελάχιστα ρούχα και υπερβολικά λεπτά. Τοποθέτησα το τσιγάρο στην άκρη των χειλιών μου και έβγαλα το σακάκι μου. Την πλησίασα και το πέρασα γύρω από τους ώμους της. Την γύρισα προς το μέρος μου και της έβαλα τα χέρια μέσα από τα μανίκια. Κούμπωσα τα κουμπιά μπροστά στο στήθος της χωρίς αυτή να μιλάει. Απλά έστεκε και με κοιτούσε αμίλητη σχεδόν μπερδεμένη.
Αποτραβήχτηκα και πήρα μια γερή τζούρα από το τσιγάρο μου. Ο τρόπος που με κοιτούσε με έκανε να νιώσω άβολα, με έκανε να αναρωτηθώ μήπως ήμουν υπερβολικά ευγενικός μαζί της. Την κοίταξα για να διαπιστώσω ότι με κοιτούσε ακόμα μπερδεμένη «θα κρυώσεις και δεν θα μπορέσεις να έρθεις στο μάθημα μεθαύριο.» της απάντησα αμέσως νιώθοντας την ανάγκη να δικαιολογήσω την συμπεριφορά μου «όχι πως με νοιάζει.» της πέταξα για να μην νομίζει τίποτα διαφορετικό.
Τα χείλη της σφίχτηκαν και το βλέμμα της άλλαξε σε έναν έντονο εκνευρισμό. Μπορούσα να καταλάβω ότι ήθελε να με χτυπήσει μιας και με κοιτούσε με ένα δολοφονικό υφάκι. Ήταν τόσο χαριτωμένη όταν τσατιζόταν, παραλίγο να μου ξεφύγει ένα μικρό γέλιο.
Ευτυχώς εκείνη την στιγμή έφτασε ο Μάρκους και σταμάτησε ακριβώς μπροστά μου. Πέταξα το τσιγάρο κάτω και το έσβησα. Άνοιξα την πίσω πόρτα και την τράβηξα από τον καρπό ώστε να κάτσει μέσα. Έσκυψα μπροστά της για να της φορέσω την ζώνη της, όμως για μια στιγμή κόλλησα. Το άρωμα της πάρα την τσιγαρίλα που μύριζε στο μαγαζί ήταν ελκυστικό και γήινο. Αισθάνθηκα την καυτή της ανάσα να χτυπάει στον σβέρκο μου και ξαφνικά ένιωθα τους χτύπους μου να αυξάνουν ρυθμό. Της έβαλα την ζώνη βιαστικά και έκλεισα την πόρτα. Κοίταξα τον Μάρκους στο μπροστινό κάθισμα.
«να την πας κατευθείαν σπίτι.» του είπα και αυτός μου ένευσε καταφατικά.
Έβαλε μπρος και ξεκίνησε. Αυτή με παρατηρούσε από το παράθυρο της και καθώς φεύγανε γύρισε για να με κοιτάξει. Τα μάτια της αντίκρισαν τα δικά μου και προσπαθούσαν να μου πουν κάτι που εκείνη την στιγμή αδυνατούσα να καταλάβω.
...
Ο Κέβιν είχε γυρίσει στην θέση του και η Άλισον με τον Taehyung στεκόντουσαν δίπλα του. Τους πλησίασα και αμέσως γύρισαν να με κοιτάξουν.
«χτύπησες τον Κέβιν;» με ρώτησε εκνευρισμένη.
Δεν είχα την όρεξη της και σίγουρα δεν είχα την διάθεση να τσακωθώ μαζί της.
Εστρεψα το βλέμμα μου προς τον Κέβιν που καθόταν σαν βρεγμένη γάτα κρατώντας μια κύστη πάγου πάνω στο πιγούνι του.
«ο αδερφός σου ξέχασε τι πήγε να κάνει την τελευταία φορά.»
Το πρόσωπο της άλλαξε και αυτήν την φορά κοίταξε τον αδερφό της εκνευρισμένη.
«τι πηγές να κάνεις πάλι;» τον ρώτησε χτυπώντας τον στο κεφάλι.
«τίποτα το ορκίζομαι.» της απάντησε βιαστικά με αθώο βλέμμα.
«τίποτα;» τον ρώτησα καθώς τον πλησίαζα «είσαι σίγουρος;» κοκάλωσε και απλά δεν μίλησε.
Ήμουν έτοιμος να φύγω όταν με σταμάτησε η φωνή του «Η Σαμάνθα; που πήγε;» με ρώτησε αγνοώντας την όλη κατάσταση.
Αντίκρισα την Άλισον η οποία με κοιτούσε περίεργα με τα χέρια της σταυρωμένα, περιμένοντας να δει την απάντηση μου και ύστερα αυτόν «που θες να ξέρω, είπε ότι δεν είχε όρεξη να συνεχίσει και έφυγε.»
Τους άφησα και κατευθύνθηκα προς το γραφείο. Εάν ήθελα να φύγει από εδώ μέσα η Σαμάνθα, έπρεπε να τον κάνω να την διώξει. Πήγα προς το μπαρ και μου έβαλα λίγο ουίσκι. Το κωλόπαιδο πήγε να μου βιάσει μια σερβιτόρα την τελευταία φορά και έχει το θράσος να λέει ότι δεν ήταν έτοιμος να κάνει τίποτα; έκατσα στην καρέκλα του γραφείου και τράβηξα την θέση πιο χαμηλά για να μπορέσω να χαλαρώσω.
Σημερα όμως δεν ήθελε κανένας τους να με αφήσει να ηρεμήσω.
Μπήκε μέσα ο Taehyung και έκλεισε την πόρτα πίσω του. Απλά τον αγνόησα και ήπια λίγο από το ποτό μου.
«ώστε δεν είχε όρεξη να συνεχίσει την δουλειά και έφυγε, ε;» μου μίλησε σχεδόν σαρκαστικά βάζοντας σε ένα ποτήρι λίγο αλκοόλ.
Απλά έστρεψα τα μάτια μου πάνω του και τον κοίταξα ειρωνικά «δεν κατάλαβα.» του απάντησα και έκατσα καλύτερα στην θέση μου ισιώνοντας την πλάτη μου.
«δηλαδή δεν έβαλες τον σοφέρ σου να την γυρίσει στην σχολή; διότι έμαθα ότι τον έβαλες να την φέρει.» με ενημέρωσε λίγο πριν κάτσει στην άκρη του γραφείου.
Σηκώθηκα όρθιος και τον πλησίασα τοποθετώντας το δεξί μου χέρι στην τσέπη του παντελονιού μου. Στάθηκα μπροστά του και τον κοίταξα νιώθοντας τον θυμό μου να αναβλύζει από μέσα μου.
«αλήθεια γιατί ενδιαφέρεσαι τόσο πολύ για την Σαμάνθα; αφού εσύ έχεις την Άλισον.» με ρώτησε χαμογελώντας ειρωνικά .
«τι;» τον κοίταξα μπερδεμένος χωρίς να καταλαβαίνω και πολύ την ερώτηση του.
«λέω ότι καλό θα ήταν να κοιτάξεις την γκόμενά σου και να αφήσεις ήσυχη την Σαμάνθα διότι θα γίνει δική μου.» μου απάντησε χαρίζοντας μου ένα από τα ειρωνικά σαρκαστικά του χαμόγελα «όπως έγινε και η Αμέλια.» ολοκλήρωσε και εκεί ξεχείλισε το ποτήρι.
«τι είπες;» τον άρπαξα από την μπλούζα και αυτός απλά γελούσε λες και είχε καπνίσει τίποτα περίεργο.
«αυτό που άκουσες.» μου απάντησε αλλάζοντας έκφραση και σπρώχνοντας τα χέρια μου μακριά από την μπλούζα του.
Τι κάνετε αγαπάκια; ελπίζω να είστε καλά! 😊 Γιατί εγώ είμαι μιας και έχω έμπνευση για γραφή 🤗💕
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top