4.Η Ευκαιρία
"Σύμφωνοι;" άκουσα την Νικόλ και τον Λούη να μιλούν ανταλλάσσουν χειραψία.
Η Βι τους πλησίασε ανυποψίαστη, βέβαια! Δεν ήξερε... Αλλά το ίδιο έκανα κι εγώ. Όσα ήξερα τα ήξερα μέσω του Μάνου, ο οποίος έκανε περισσότερη παρέα με τον Μάνο απ' ότι έκανα εγώ.
Την παρακολούθησα να συζητάει μαζί τους καθώς, απολάμβανα το ποτό μου. Της πήγαινε τόσο πολύ να χαμογελάει... Έκανε ολόκληρο τον κόσμο μου να φωτίζεται...
"Τι έγινε; Γιατί βάλατε στοίχημα;" ρώτησε η Βι.
"Είναι για-" ξενικήσε να λέει ο Λούης κι εγώ κόντεψα να πνιγώ μέσα σε μια γουλιά ποτό.
Ο Μάνος δεν του είχε πει για το πώς ένοιωθα, αλλά ήμουν σίγουρος ότι κάτι είχε καταλάβει... Και αυτό δεν ήταν ιδιαίτερα καλό για μένα. Κι αν το έλεγε κάπου; Όχι πως δεν τον εμπιστευόμουν, αλλά θα μπορούσε να του ξεφύγει, σωστά;
"Για έναν αγώνα" τον διέκοψε για καλή μου τύχη η Νικόλ.
Δεν θέλω να σε θίξω, αλλά ίσως θα 'πρεπε να ξέρεις ότι κάνεις σα γκόμενα., είπε σαρκαστικά η φωνή μέσα στο μυαλό μου.
Άντε πηδήξου! , του γάβγισα πίσω.
"Της Κυριακής;" Η φωνή της με απέσπασε από την εσωτερική μου διαμάχη.
"Πού ξέρεις για τον αγώνα;" με ρώτησε έκπληκτος ο Λούης, καθώς εγώ παρακολουθούσα αμέτοχος στην συζήτηση τους.
"Με βοήθησε η πρώην σου", έκανε η Βι με τόνο χλευαστικό.
Ναι, ήταν γεγονός! Η Λούσι είχε πάει και με τον Λούη! Αυτό το βρωμοθήλυκο δεν ούτε ιερο είχε ούτε ωσιο. Δεν πήγε μόνο με μένα από την παρέα, αλλά και με τον Λούη, άλλους συμμαθητές μου, αλλά και βέβαια, με τον Μήτσο. Τον Μήτσο της Τόρι. Και μάλιστα το έκανε καθόσο τα είχαμε! Δεν υπάρχει άλλη γυναίκα που να σιχαίνομαι στον κόσμο πιο πολύ από εκείνη! Και ποιος δεν θα το έκανε άλλωστε! Μόνο απελπισμένος θα πήγαινε μαζί της κι αυτός μάλλον δεν θα ήξερε που πατάει και που βρίσκεται!
Κούνησα το κεφάλι αηδιασμένος με την φτηνή πάρτη της και αποφάσισα να παίξω σημαντικό κι ενεργό ρόλο στην συζήτηση.
"Θέλεις να βάλουμε κι εμείς ένα στοίχημα;" είπα απευθυνόμενος στη Βι.
"Τι στοίχημα;" ρώτησε με την διάθεση της εμφανώς βελτιωμένη.
"Αν πιεις 3 ποτήρια μπύρες και 10 σφηνάκια -χωρίς να κάνεις εμετό...εεε, πες κάτι που θα ήθελες να κάνω" Μπήκα κατευθείαν στο θέμα χωρίς να έχω σκεφτεί τις συνέπειες που θα είχε πάνω μου αν έχανα.
Αλλά από την άλλη, η Βι ήταν άμαθη στο ποτό δεν είχε καμία ευκαιρία εναντίον μου!
"Ε, δεν ξέρω." Είπε και κοίταξε την φιλενάδα της για βοήθεια.
Μετά από λίγο εμφανίστηκε και η Γαβριέλα τραβώντας και την Νικόλ και την Βι μακριά.
Παρακολούθησα τις τρεις φίλες να απομακρύνονται και από μακριά να μιλούν.
"Και πολύ το καθυστέρησες." Είπε ο Μάνος και μου έδωσε ένα ποτό.
"Τι;" Πήρα το ποτό από το χέρι του απομακρύνοντας το βλέμμα μου από την Βι.
"Έλα ρε μαλάκα! Μην κάνεις τον ανήξερο." Μπήκε και στην συζήτηση ο Λούης. "Όλοι ξέρουμε ότι την γουστάρεις." Ήπιε λίγο από το ποτό του.
Προσπάθησα να παραμείνω ψύχραιμος. Τελικά ξέρει... Σκέφτηκα. Γαμώτο! Κοίταξα τον Μάνο για βοήθεια αλλά εκείνος ανασήκωσε τους ώμους του.
"Απλά φρόντισε να μην το πεις σε κανέναν!" Του είπα με μια δόση αδιαφορίας κοιτώντας τριγύρω στο γεμάτο με ανθρώπους μπαράκι. Μέχρι που η ματιά μου έπεσε πάνω της. Θεέ μου ήταν πανέμορφη! Ένοιωθα την καρδιά μου να χτυπά σαν τρελή, ακόμα κι αν εκείνη δεν ήταν κοντά μου. Ξαφνικά, φοβούμενος μήπως ο Λούης δεν κρατούσε τον λόγο του, τον τράβηξα από τον γιακά του πουκαμίσου του. "Απλά δεν θέλω να το μάθει εκείνη!" Τον ταρακούνησα. "Δεν θέλω να την χάσω ξανά... Ακούς;!"
"Ηρέμησε ρε μαλάκα!" Τραβήχτηκε και έφτιαξε το πουκάμισο του. "Έχω πει πολλές φορές τα μυστικά σου;"
"Όχι... Συγγνώμη..." Έκανα ένα βήμα πίσω και στηρίχτηκα στον πάγκο.
"Σου έχει κάνει πλύση εγκεφάλου!" Είπε λίγο δυνατότερα από το κανονικό...
"Τώρα το κατάλαβες;" Άκουσα την Νατάσα να φωνάζει πίσω από τον πάγκο.
Αμέσως τα μάτια του Λούη άστραψαν και εγώ μπήκα μπροστά από την Νατάσα. Δεν είχα σκοπό να αφήσω τον Λούη να δημιουργήσει προβλήματα στον Νίκο και την Νατάσα. Ήταν γεννημένος γυναικάς και η καημένη η Νικόλ απορώ πώς συνέχιζε να τον ανέχεται.
"Μακριά!" Του γρύλισα κι εκείνος έκανε αμέσως πίσω σηκώνοντας τα χέρια ψηλά.
"Τι σκέφτεσαι να της ζητήσεις να κάνει;" Ρώτησε ο Μάνος αλλάζοντας το θέμα συζήτησης.
"Θα δεις..." Χαμογέλασα. "Βι, είσαι έτοιμη;" Φώναξα πάνω από την δυνατή μουσική κι εκείνη γύρισε να με κοιτάξει. Την παρακολούθησα να γυρίζει πίσω με τις φίλες της.
Το μόνο που ήξερα ήταν ότι κάθε φορά που μιλούσε σε κάποιον άλλον άντρα με έκανε να τρελαίνομαι και να θέλω να την απομακρύνω και να του σπάσω τα μούτρα! Ποτέ στην ζωή μου δεν υπήρξα ζηλιάρης! Ποτέ δεν έκανα έτσι για την τσούλα... Ποτέ δεν έκανα για καμία έτσι... Το πρώτο ξέσπασμα ήταν το καλοκαίρι όταν βγήκαμε έξω τότε που θα πήγαινα να αφήσω την τσάντα της στο σαράβαλο και ένας μαλάκας της την έπεσε! Το θέμα είναι ότι από κάπου τον ήξερα αυτόν τον μαλάκα! Αλλά από πού;
Κάτι φώναξε η Νικόλ ως απάντηση αλλά δεν άκουσα ποτέ...
"Λοιπόν;" Ρώτησα ανυπόμονα μη μπορώντας να σταματήσω μα χαμογελάω. Δεν υπήρχε περίπτωση να της μιλήσει κάνεις! Και για αρκετό καιρό θα είχα το κεφάλι μου ήσυχο.
"Πείτε του." Ίσα που ακούστηκε η απαλή φωνή της Βι.
"Λυπάμαι, αλλά αυτό είναι δικιά σου δουλειά" Είπε η Γαβριέλα αφήνοντας την Βι ξεκρέμαστη κάνοντάς την να συνοφρυωθεί.
Αναστενάζοντας ξεκίνησε να μιλάει. Αμυπομονούσα να μάθω τους όρους του στοιχήματος.
"Αν νικήσω θα-" δίστασε κάνοντας να θέλω να της πω να σταματήσει τις καθυστερήσεις και να πει επιτέλους τι θα έκανα αν έχανα.
Περίμενα με όση περισσότερη υπομονή διέθετα, αλλά η απάντηση δεν ήρθε ποτέ από τα ροζ χείλη της. Η προσοχή μου στράφηκε στην Νικόλ η οποία έλυσε όλες τις "απορίες" μου.
"-Θα την φιλήσεις." Πετάχτηκε η Νικόλ και το σαγόνι μου έφτασε ίσα με το πάτωμα.
Θα την φιλήσεις. Τα λόγια της Νικόλ έπαιζαν ξανά και ξανά μέσα στο μυαλό μου. Δεν μπορούσα να πιστέψω στα αυτιά μου! Εγώ, θα την φιλούσα... Θα με άφηνε να την φιλήσω... Θα με άφηνε όντως να κάνω κάτι τέτοιο; Τα χείλη μου πάνω στα δικά της; Θα μου επέτρεπε στ' αλήθεια να βρεθώ τόσο κοντά της, εκατοστά, χιλιοστά μακριά της.
Ένα χαμόγελο άρχισε αργά - αργά στα χείλη μου κάνοντας αντιληπτή την χαρά μου γι' αυτά τα απρόβλεπτα γεγονότα.
Δηλαδή... της αρέσω...; Δηλαδή...θα μπορούσαμε να υπάρξουμε μαζί...; Συνέχισα να κάνω ονειροπόλες σκέψεις.
"Αυτό." Είπε η Βι κι έδειξε την φιλενάδα της.
Η "τιμωρία" μου, μπορώ να πω, ήταν καλύτερη ιδέα απ' αυτή που είχα σκεφτεί... Θα έπαιρνε λιγότερο χρόνο και... Διάολε σαν γκόμενα κάνω!
Οι μαλάκες φίλοι μου είχαν μείνει στον τόπο, έχοντας την ίδια ακριβώς αντίδραση με μένα. Του απόλυτου σοκ. Δεν άργησαν, ωστόσο να φωνάζουν και να κάνουν σαν πεντάχρονα!
Προσπάθησα να κρύψω την ενόχλησή μου όπως και την χαρά μου, αλλά όσον αφορά την τελευταία τα γεγονότα δεν βοηθούσαν και τόσο...
Αντιθέτως, με το πέρασμα του χρόνου το χαμόγελο μεγάλωσε ακόμα περισσότερο όπως και οι ελπίδες μέσα μου ότι της άρεσα.
"Αυτό;" Κατάφερα να πω τελικά κι εκείνη ένευσε καταφατικά αποφεύγοντας τη ματιά μου με τα μάγουλα της κατακόκκινα από ντροπή. "Μου βάζεις εύκολα, Βι." Συνέχισα με το ίδιον αλαζονικό τρόπο.
Ίσως τελικά πρέπει να της βάλω κάτι πιο εύκολο, για να με νικήσει...
"Κι εγώ; Εγώ τι θα κάνω;" Ρώτησε αποσπώντας μου την προσοχή.
"Εσύ...", τράβηξα το "υ" προσπαθώντας να κερδίσω λίγο χρόνο. "Εσύ, αν χάσεις," έκανα μια παύση, αλλά δεν μπόρεσα να σκεφτώ κάτι άλλο καλύτερο... "δεν θα μιλήσεις για έναν μήνα σε κανένα αρσενικό."
Η Γαβριέλα και η Νικόλ γέλασαν μα δεν με ένοιαζαν εκείνες, παρά μόνο εκείνη! Τους έριξε μια δολοφονική ματιά, αλλά εκείνες συνέχισαν ακάθεκτες να γελούν. Ύστερα, στράφηκε σε μένα.
"Αρσενικό;" ρώτησε. "Δηλαδή σε κανέναν άντρα;"
"Όταν λέω αρσενικό, εννοώ κανένα απολύτως. Είτε είναι μικρό αγοράκι είτε είναι ο πατέρας σου είτε είναι ο αδερφός σου. Εκτός φυσικά από μένα. " Συμπλήρωσα.
"Για έναν μήνα" επανέλαβε σαν να μην μπορούσε να το κατανοήσει.
"Μάλιστα." Επανέλαβα πρόθυρα.
"Δεν μιλάω σε κανέναν άντρα." Μουρμούρισε.
"Ακριβώς."
Κάθισε ακίνητη απέναντι μου σκεπτόμενη.
"Μέσα;" Ρώτησα ανυπόμονα.
Για μια στιγμή, είδα την αμφιβολία να παίρνει σάρκα και οστά στα μάτια, κάνοντας με σχεδόν να τρέμω από τον φόβο μήπως τελικά απορρίψει την πρόταση μου. Και εμένα μαζί...
"Μέσα." Είπε αποφασιστικά και μου έδωσε το χέρι της.
Έπιασα το απαλό και μικρό χέρι της και το έκρυψα μέσα στο δικό μου. Ήταν τόσο μικρό σε σχέση το δικό μου, κι όμως το ένα συμπλήρωνε το άλλο... Ήταν λες και ήταν φτιαγμένα το ένα για το άλλο. Πλύση εγκεφάλου.... Έκανε σφυριχτά η φωνή της συνείδησης μου και ένας ανεξήγητος ηλεκτρισμός με διαπέρασε. Και τότε, εκείνη τράβηξε το χέρι της μακριά. Σαν να ένοιωσε κι εκείνη τον ηλεκτρισμό...
Ύστερα απ' αυτό δεν έβγαλε λαλιά, για το υπόλοιπο της ώρας μέχρι που έφτασαν τα ποτά, τα οποία της έδωσε ο Νίκος - μαλάκας. Καθ' όλη αυτή τη διάρκεια της αναμονής, η Βι καθόταν μαζεμένη σε ένα σκαμπό σκεπτόμενη. Κι εγώ καθόμουν εκεί, μπροστά της παρατηρώντας την απροκάλυπτα! Ήθελα να μάθω τι βασάνιζε το έξυπνο μυαλουδάκι της και της προκαλούσε αυτό το χαριτωμένο συνοφρύωμα στο μέτωπο της. Ήθελα να την βάλω στην αγκαλια μου και να της κάνω κατανοητό ότι όλα θα πήγαιναν καλά κι ότι εγώ θα ήμουν δίπλα της... No matter what!, σκέφτηκα.
Κάποια στιγμή αναστέναξε κουρασμένα και τότε, η ματιά της συνάντησε τη δική μου. Σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να μου προκαλούσε πανικό και εγώ θα το αντιμετώπιζα με συνηθισμένο τρόπο. Ειρωνικό χαμόγελο και φυσικά, με το να την πειράξω. Αλλά δεν το έκανα... Ούτε απομάκρυνα το βλέμμα μου από το δικό της. Έμεινα εκεί, με τα πόδια μου βαθιά ριζωμένα στο έδαφος να την κοιτάζω με τόση ένταση όσο ποτέ! Εκείνη με αγνόησε και στράφηκε αλλού, ανεπηρέαστη! Πρέπει να πω ότι αυτό με απογοήτευσε.
"Έτοιμοι!" Φώναξε ο Νίκος σπρώχνοντας τα σφηνάκια προς τα μπρος.
Με ένα νεύμα τον ευχαρίστησα κι εκείνος μου έκλεισε πονηρά το μάτι.
"Λοιπόν, με τι θα ξεκινήσεις;" στράφηκα ανυπόμονα στην Τόρι.
"Μπύρα", είπε σαν να έκανε καταναγκαστικά έργα.
Της έδωσα το ποτήρι κι εκείνη, χωρίς να περιμένει ούτε δευτερόλεπτο παραπάνω, το κατέβασε μονορούφι.
"Σιγά σιγά, Βι." Γέλασα με την γκριματσα που έκανε όταν το ποτό την έκαψε στον λαιμό
Σταμάτα να με λες έτσι!" Μου αντιγύρισε επιθετικά.
"Καλά ντε, μη δαγκώνεις!" Γέλασα. "Τι έχει σειρά;"
"Σφηνάκια. Δύο."
Τα κατέβασε το ένα μετά το άλλο κι εγώ την παρακολουθούσα να μορφάζει κάθε φορά που το αλκοόλ της έκαιγε τον λαιμό. Ήταν αποφασισμένη να νικήσει αυτό το στοίχημα, ακόμα κι αν ήξερε ότι θα το έχανε... Η Βι ήταν άμαθη στο αλκοόλ. Δεν υπήρχε περίπτωση να με νικήσει! Άλλωστε γι' αυτό έβαλα το συγκεκριμένο στοίχημα μαζί της, γιατί εφόσον ήταν άμαθη, δεν θα μπορούσε να νικήσει κι έτσι εγώ, θα είχα την ευκαιρία να το εκμεταλλευτώ και να την πλησιάσω με την ελπίδα ότι θα μπορέσω να είμαι δίπλα της ανά πάσα στιγμή. Την ήθελα κοντά μου... Ήθελα να είμαστε μαζί συνέχεια, να μιλάμε, να γελάμε, να είμαι όπως ήμασταν παλιά! Δεν μπορώ να περιγράψω τον λόγο που την ήθελα κοντά μου, μα ένα είναι σίγουρο! Μου είναι απαραίτητη. Όταν ήταν δίπλα μου, όλα ήταν καλύτερα. Δεν χρειαζόμουν ούτε τις γκόμενες ούτε το ποτό -το οποίο τώρα κατεβάζω σαν να είμαι αλκοολικός- , ούτε κανέναν άλλον. Με την οικογένεια μου ήμασταν καλά, με τους φίλους μου τα είχα καλά... Όλα ήταν έτσι όπως θα 'πρεπε να 'ναι. Από την στιγμή, όμως, που υπερασπίστηκα την...την... αυτήν την αισχρή πουτάνα, όλα πήραν την κάτω βόλτα! Η Βι με παράτησε, η Λούσι με κεράτωσε, ύστερα, εγώ στράφηκα εναντίον όλων, μέσα στους οποίους ήταν η οικογένεια μου και οι φίλοι μου. Στράφηκα στο ποτό και στο τσιγάρο για να πνίξω το αίσθημα της εγκατάλειψης και της μελαγχολίας που ένοιωθα. Ο θάνατος της γιαγιάς μου και του παππού μου, ωστόσο, ήταν αυτός που με αποτελείωσε! Με έκανε να νοιώσω ένα με το χώμα! Τους αγαπούσα τόσο γαμημένα πολύ και όταν έμαθα ότι είχαν φύγει, ένοιωσα πιο μόνος από ποτέ! Όλοι όσους αγαπούσα όσο τίποτα άλλο, είχαν φύγει... Όχι...όχι! Δεν είχαν φύγει! Εγώ! Εγώ τους είχα διώξει... Εγώ... Πρώτα η Βι, μετά ο Λουκάς, τ' αδέρφια μου, η οικογένεια μου, οι φίλοι μου... Όλοι εκτός ενός. Αυτός ο ένας που έμεινε ήταν ο Μάνος. Αυτός αποτέλεσε το στήριγμα μου όταν έχασα σχεδόν τα πάντα... Όταν η Βι με έκανε στην άκρη, όταν η πουτάνα με κεράτωσε και όταν οι παππούδες μου έφυγαν για έναν καλύτερο κόσμο, ξεχνώντας εδώ μόνο και αβοήθητο... Ο Μάνος κατάφερε να καλύψει ένα σημαντικό κενό χώρο στην καρδιά μου που κάποτε ανήκε αποκλειστικά και μόνο στη Βι. Κατάφερε να με κάνει να νοιώσω ευπρόσδεκτο ξανά. Προσπάθησε να με βάλει ξανά στην παρέα, μα δεν ήθελα. Ήξερα από τη στιγμή που είπε εκείνες τις λέξεις, «Εγώ είμαι εδώ! Για σένα!», ότι ο μόνος πραγματικός φίλος μου ήταν εκείνος. Όταν μου πρόσφερε έναν ώμο για κλάψω, ένα χέρι για να χτυπήσω, έναν απίστευτο φίλο για να με συμβουλεύει και να είναι εκεί όποτε τον χρειαζόμουν και χρειάζομαι. Ο Μάνος ήταν εκείνος ο οποίος μπόρεσε να με τραβήξει από τον βούρκο στον οποίο είχα πέσει μετά απ' όλα όσα είχαν συμβεί! Και του είμαι ευγνώμων γι' αυτό! Παρ' όλες τις προσπάθειες του να με βοηθήσει, δυστυχώς δεν κατάφερε να επαναφέρει τον παλιό Κάρτερ... Ήταν αδύνατο..., γιατί ο παλιός Κάρτερ είχε χαθεί... Αυτός ο Κάρτερ ήταν παρελθόν. Πλέον την θέση του είχε κλέψει ένα αλαζονικό και αδιάφορο πλάσμα του οποίου ο μοναδικός στόχος ήταν η προσωπική του ευχαρίστηση. Δεν τον ένοιαζε αν θα πλήγωνε τους γύρω του, ακόμα κι αν εκείνοι τον αγαπούσαν! Θύματα του υπήρξαν πολλοί..., μα αυτοί που την πλήρωσαν όσο κανένας άλλος, ήταν οι γυναίκες που έπεφταν στο κρεβάτι του, η μια μετά την άλλη! Σ' αυτές στράφηκα... της πηδούσα κι έπειτα της παρατούσα δίχως έλεος. Έτσι όπως δεν έδειξε καμία τους, ούτε η Βι ούτε η Λούσι... Αυτό συνεχίστηκε για τα επόμενα δύο χρόνια τα οποία υπήρξαν τα χειρότερα της ζωής μου! Μέχρι που η Βι εισέβαλε πάλι βίαια μέσα στη ζωή μου και την έκανε άνω κάτω. Άθελά της μεν, καταστροφικά δε. Και τότε ήταν που κατάλαβα τι έλειπε από τη μονότονη και βαρετή ζωή μου. Εκείνη. Όλα πήραν την κάτω βόλτα από τη στιγμή που εκείνη έλειψε από το πλευρό μου, να με συμβουλεύει, να γελάει με τις μαλακίες μου και πάνω απ' όλα να είναι φίλη μου.
Έμεινα σιωπηλός καθώς, έπινε όλα τα ποτά που περιλαμβάνονταν στο στοίχημα και κυνηγώντας την από 'δω κι από 'κει μη τυχόν και κάνει καμιά βλακεία ή χτυπήσει. Οι ψηλοτάκουνες γόβες της δεν την βοηθούσαν και ιδιαίτερα στο περπάτημα, αφού ήταν μεθυσμένη και παραπατούσε. Μπορεί να μην το αντιλαμβανόταν μα όπου και να πήγαινε η ματιά μου την ακολουθούσε. Ένας πήγε να την πλησιάσει, ήταν έτοιμος να απλώσει τα χέρια του πάνω της, μ' αποτέλεσμα να τον τραβήξω μακριά της με νεύρο και να βρεθώ εγώ στη θέση του. Η Βι μέσα στην παραζάλη της δεν κατάλαβε και πολλά. Μου χαμογέλασε απαλά και συνέχισε την διαδρομή της προς τις φιλενάδες της χορεύοντας. Την πήρα από πίσω και δεν την άφησα από τα μάτια μου μέχρι να βεβαιωθώ ότι έφτασε με ασφάλεια. Ύστερα επέστρεψα στον πάγκο όπου και βρισκόταν ο Μάνος πίνοντας την μπύρα του.
«Μαλάκα, μάζεψε την.» Μου είπε πίνοντας μια γουλιά από το ποτό του. «Αύριο θα ξυπνήσει και δεν θα θυμάται τίποτα! Άσε που μπορεί να κάνει και καμιά μαλακία!»
Παράγγειλα μία ακόμα μπύρα για μένα και το τελευταίο σφηνάκι της Βι στον Νίκο.
«Μαλάκα Κάρτερ, κανόνισε να κάνεις καμιά βλακεία εσύ στην Τόρι και μετά να τα ακούσω εγώ από την Γαβ! Μα το Θεό θα σε χτυπήσω!»
Ο Νίκος μου έδωσε τα ποτά και εγώ γέλασα.
«Ηρέμησε ερωτιάρη, δεν θα κάνω μαλακία.» Τον καθησύχασα βλέποντας την Βι να πλησιάζει για το τελευταίο της ποτό. «Όχι, αυτή τη φορά...» Μουρμούρισα.
Όταν η Βι έφτασε και έτεινε το χέρι της για να πάρει το τελευταίο της ποτό, τράβηξα το χέρι μου πίσω.
«Είσαι σίγουρη πως θες να το πιείς; Δεν υπάρχει πρόβλημα αν δεν το κάνεις.» Την ρώτησα.
Δεν ήθελα να πάθει κάτι και να έχουμε τρεχάματα. Θα θεωρούσα τον εαυτό μου υπαίτιο της κατάστασης της.
Δεν με άφησε να συνεχίσω. Πήρε το σφηνάκι στα χέρια της και σηκώνοντας το κεφάλι της ψηλά κατάπιε το ποτό κερδίζοντας το στοίχημα. Το στόμα μου άνοιξε διάπλατα, καθώς δεν περίμενα ποτέ ότι τελικά η Τόρι θα με νικούσε στο ίδιο μου το παιχνίδι! Ο όχλος που παρακολουθούσε και προηγουμένως εμφανίστηκε ξανά πανηγυρίζοντας για την νίκη της Βι εναντίον μου. Εκείνη σήκωσε τα χέρια της ψηλά και άρχισε να πανηγυρίζει για την ήττα μου τσιρίζοντας σαν έφηβο κοριτσάκι. Κάποιος τη σήκωσε ψηλά στον αέρα και όλοι φώναζαν υπέρ της.
«Νομίζω πως έχουμε μια νικήτρια εδώ!» Φώναξε ο Λούης πλησιάζοντας.
Και πλέον ήταν επίσημο! Είχα ηττηθεί από ένα κορίτσι. Μα όχι ένα οποιοδήποτε κορίτσι, είχα ηττηθεί από την Βι μου.
Η ματιά της έπεσε πάνω μου και ήταν αλαζονική. Της ανταπέδωσα ένα χαμόγελο που αποδείκνυε ότι δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω ότι είχα ηττηθεί. Έκανα πίσω, ή μάλλον με έσπρωξαν κι έτσι, αναγκάστηκα να υποχωρήσω.
Το βλέμμα δεν άργησε να αλλάξει και να μετατραπεί σε μία μείξη πανικού και τρόμου. Κλώτσησε εκείνον που την κρατούσε, μ' αποτέλεσμα εκείνος να την αφήσει κι εκείνη να τρέξει και να χαθεί από το οπτικό μου πεδίο. Αμέσως, έσπρωξα όσους με εμποδίζαν να την φτάσω και βρέθηκα να τρέχω από πίσω της. Η Νικόλ, η Γαβριέλα, ο Μάνος και ο Λούης μας ακολούθησαν. Έκανα να ανοίξω την πόρτα των γυναικείων τουαλετών μέσα στις οποίες χάθηκε η Βι, αλλά η Γαβριέλα με αγριοκοίταξε κι εγώ έκανα πίσω για να μπουν οι δυο φιλενάδες.
«Γαμώτο!» Φώναξα και χτύπησα το χέρι μου στον τοίχο.
Ο Λούης με χτύπησε φιλικά στον ώμο, ενώ ο Μάνος στηριζόταν στον απέναντι τοίχο περιμένοντας με υπομονή.
«Δεν έπρεπε να είχα βάλει το γαμημένο το στοίχημα αφού ήξερα! Ήξερα ότι θα έχανε!»
Εκείνη τη στιγμή η Νικόλ βγήκε από τις τουαλέτες.
«Κάρτερ, αλήθεια τώρα. Νομίζεις πως η Βι δεν ήξερε ότι θα χάσει;» Είπε και σταύρωσε τα χέρια της στο στήθος της.
Ο Μάνος συμφώνησε μαζί της με ένα νεύμα και ο Λούης πέρασε το χέρι του γύρω από τους ώμους της. Ήξερε.... Μα και βέβαια! Πως δεν το σκέφτηκε νωρίτερα;
Μια είναι η απάντηση!, αντιγύρισε η ενοχλητική φωνή στο κεφάλι μου. Γιατί είσαι βλάκας! Και οι βλάκες δεν σκέφτονται!
Άντε πηδήξου!
«Πώς είναι;» Άλλαξα το θέμα.
«Πήγαινε να δεις μόνος σου.»
Πήρα φορά -μην αντέχοντας άλλο να βρίσκομαι στο σκοτάδι- και μπούκαρα στις γυναικείες τουαλέτες. Βρήκα την Βι να καθαρίζει το πρόσωπο της και την πλησίασα.
«Είσαι καλά, Βι;» ρώτησα, καθώς ένοιωθα την ανησυχία μου να αυξάνεται μέσα μου. Ένοιωθα τόση υπευθυνότητα! Κατένευσε μα δεν με έπεισε, αφού τα μάτια της παρόλο που μου χαμογελούσαν, έκρυβαν μια εξάντληση μέσα τους. «Δεν είσαι καλά, Βι. Δεν έπρεπε να βάλουμε αυτό το στοίχημα. Συγγνώμη, δεν-»
«Είμαι εντάξει.» Με διαβεβαίωσε αποφασιστικά. Κάτι μέσα μου ησύχασε.
Η Γαβριέλα που πριν λίγο ήταν μέσα με την Τόρι είχε εξαφανιστεί από τις τουαλέτες. Και κατά τη διάρκεια αυτής της στιγμής κάτι είχε αλλάξει... Δεν ξέρω τι, αλλά σίγουρα ήταν για καλό.
«Έχασα, έτσι δεν είναι;» Ρώτησε μετά από λίγο.
«Ναι.» Είπα υπερβολικά χαρούμενα νοιώθοντας το χαμόγελο μου με το πέρασμα της ώρας να μεγαλώνει και να μεγαλώνει, όλο και περισσότερο.
«Δηλαδή τώρα δεν μιλάω σε κανέναν άντρα ή αγόρι;»
«Μόνο σε μένα!» Έκανα χαρούμενα.
«Ωραία!» Ειρωνεύτηκε.
Χαμογέλασα όσο δεν πήγαινε κι εκείνη ανταπέδωσε. Δηλαδή σχεδόν, αφού φουριόζα έτρεξε στην τουαλέτα σφαλίζοντας το στόμα της. Την ακολούθησα και πλέον ένοιωθα ξανά υπεύθυνος. Της κράτησα τα μαλλιά για να μην τα λερώσει καθώς έσκυβε πάνω από την λερωμένη λεκάνη της τουαλέτας. Έκανε εμετό, κι όμως, παρατηρώντας την έτσι σκυμμένη και σχεδόν κόκκινη, ήταν πανέμορφη! Τα χαρακτηριστικά της αν και τσιτωμένο ήταν τόσο αρρενωπά.
Αφού τελείωσε, σηκώθηκε όρθια, όμως τα πόδια της την εγκατέλειψαν και ξαφνικά, βρέθηκε στην αγκαλιά μου με τα μάτια κλειστά. Λιποθύμησε.
«Γαμώτο.» Μουρμούρισα και την κράτησα καλύτερα.
«Τόρι-» Η Γαβριέλα μπήκε μέσα και έμεινε απευθείας στη θέα της λιπόθυμης Βι.
«Γαβριέλα, πες στον Μάνο να βάλει μπρος το αυτοκίνητο.» Της είπα χωρίς να χάσω χρόνο κι εκείνη ένευσε.
Πέρασε το ένα μου χέρι από την πίσω μεριά των γονάτων της και το άλλο γύρω από την πλάτη και την σήκωσα. Βγήκα από τις τουαλέτες και συνάντησα μια ανήσυχη Νικόλ και έναν πιο ήρεμο Λούη.
«Τόρι;» Μας πλησίασε η Νικόλ. «Τι έπαθε;»
«Εκεί που έκανε εμετό λιποθύμησε...» Της εξήγησα και φάνηκε να καταλαβαίνει. «Θα γυρίσουμε πίσω στις εστίες θα έρθεις;»
«Μείνε, θα σε γυρίσω εγώ.» Επενέβη ο Λούης.
«Μα δεν θέλω να την αφήσω μόνη της... Η Γαβριέλα θα είναι με τον Μάνο και εσύ θα θέλεις να ξεκουραστείς...»
«Αν θέλεις να μείνεις, μείνε. Θα την φροντίσω εγώ. Δεν υπάρχει λόγος να χαλάσουμε όλοι την βραδιά μας...»
«Ναι», συμφώνησε ο Λούης, «εξάλλου δεν θα είναι μόνη της θα έχει τον Κάρτερ να την προσέχει.» Μου έκλεισε το μάτι πονηρά και η Νικόλ φάνηκε να πείθεται.
«Καλά, αλλά αν κάτι συμβεί πάρε τηλέφωνο. Δεν θέλω να πάθει κάτι.» Συμφώνησε τελικά. Κι ένευσα. «Να την προσέχεις.» Έκανε πίσω αφήνοντας μου το ελεύθερο να φύγω. Αυτό είναι το μόνο σίγουρο.
Έσπρωξα με τα μπράτσα μου τον όχλο των ατόμων που χορεύαν στο κέντρο της πίστας και έκανα νόημα στον Νίκο να με βοηθήσει να τον πληρώσω. Ωστόσο, εκείνος κούνησε αρνητικά το κεφάλι του και μου έκανε νόημα ότι όλα ήταν κερασμένα. Τον ευχαρίστησα με ένα νεύμα, παρόλο που δεν θα τον άφηνα να μας κεράσει όλα αυτά τα ποτά.
Κουβάλησα την Βι μέχρι το αυτοκίνητο όπου και με περίμεναν ο Μάνος και η Γαβριέλα. Φαίνεται πως η βραδιά εξόδου είχε τελείωσε για εκείνους. Και για όλα έφταιγα εγώ... Ο Μάνος με βοήθησε να βάλω την Βι μέσα στο αυτοκίνητο. Το κεφάλι της στους μηρούς μου και τα χέρια μου στα μαλλιά της χαϊδεύοντας τα. Μμμ, τόσο απαλά...
Ξεκινήσαμε.
«Συγγνώμη...» Δεν άργησα να απολογηθώ...
«Δεν φταις εσύ Κάρτερ.» Με μάλωσε ο φίλος μου.
«Εγώ φταίω, συγγνώμη, Γαβριέλα... Αν δεν έβαζα το χαζό στοίχημα δεν θα συνέβαιναν όλα αυτά...»
«Όχι, Κάρτερ. Δεν φταις για κάτι... Η Βι είναι υπεύθυνη για τις πράξεις της!» Είπε η κολλητή της. «Είναι άμαθη στο αλκοόλ και το ξέρει! Μην ακούω βλακείες.»
Ύστερα από λίγη ώρα, φτάσαμε στις εστίες. Η Γαβριέλα ζήτησε να μείνει εκείνη με την Βι, μα δεν την άφησα, γιατί πρώτον, θα νευρίαζα τον μοναδικό μου φίλο και δεύτερον, δεν ήθελα να την αφήσω μόνη της. Ήθελα να την φροντίσω, τώρα που μου δινόταν η ευκαιρία. Έτσι αρνήθηκα αποφασιστικά. Μετά από μια δύσκολη λογομαχία με την Γαβ, κατευθύνθηκα προς το δωμάτιο της Τόρι. Αφού έψαχνα επί πέντε ολόκληρα λεπτά τα κλειδιά του δωματίου, η Βικτόρια με ενημέρωσε ότι δεν είχε εκείνη τα κλειδιά του δωματίου της.
«Πες το τόση ώρα!» Χαμογέλασα κι εκείνη τύλιξε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό μου, μια κίνηση που με εξέπληξε. Ακούμπησε το κεφάλι της στο στέρνο μου και με έσφιξε πάνω της.
Ξεκίνησα.
«Πού θα με πας;» Ρώτησε μετά από λίγο και χαχάνισε για έναν άγνωστο λόγο.
«Στο δωμάτιο μου. Ο συγκάτοικός μου λείπει, οπότε δεν θα υπάρχει πρόβλημα.» Εξήγησα. Για την ακρίβεια ο συγκάτοικός μου δεν είχε εμφανιστεί ακόμα, αλλά πολύ σύντομα θα ήταν κοντά μου! Τέλεια! (να σημειωθεί η ειρωνεία παρακαλώ!)
«Ξέρεις κάτι;» Ρώτησε μετά από λίγο. «Θα μου άρεσε πολύ αν με φιλούσε. Αλλά τώρα που έχασα δεν γίνεται...» Είπε απογοητευμένα και αμέσως ήξερα ότι μιλούσε το αλκοόλ.
Ένοιωσα κάτι μέσα μου να μαραζώνει, αλλά το κάλυψα με ένα χαμόγελο, γεμάτο αμηχανία.
«Φτάσαμε.» Άλλαξα θέμα συζήτησης.
Έβγαλα το κλειδί από την τσέπη μου και άνοιξα την πόρτα.
Εισήλθα με την Βι στην αγκαλιά μου μέσα στο δωμάτιο μου και την άφησα στο κρεβάτι μου. Της έβγαλα τα παπούτσια κι εκείνη χαχάνισε με την κίνηση μου. Τα καλλίγραμμα πόδια της φαίνονταν τόσο δελεαστικά που θέλησα να φιλήσω σπιθαμή προς σπιθαμή. Το βλέμμα μου πέρασε στο φόρεμα το οποίο την κολάκευε τόσο γαμημένα πολύ το καμπυλωτό σώμα της που ήθελα απεγνωσμένα να το αφαιρέσω! Κοίταξε αλλού όσο γρηγορότερα μπορούσα. Δεν ήθελα να κάνω κάτι που θα μετάνιωνε την επόμενη κιόλας μέρα! Δεν ήθελα να την ακουμπήσω και την επομένη να μη θυμάται τίποτα ή να μην ήθελε να θυμάται τίποτε.
Με κοίταξε με ανεξήγητη χαρά.
«Σήκω επάνω, σε παρακαλώ.» Είπα απαλά, δεν ήθελα να χάσω την ευκαιρία αυτή, αλλά αν η Βι ξυπνούσε το επόμενο πρωί θυμούμενη όλα όσα είχαν συμβεί την προηγούμενη νύχτα ανάμεσα μας, μπορεί να με απομάκρυνε οριστικά...
Ξαφνιασμένη, σηκώθηκε και με πλησίασε. Τα μάτια της καρφωθήκαν προκλητικά στα χείλη μου κόβοντάς μου την ανάσα.
«Τι θα γίνει με αυτό το φιλί που λέγαμε;» Και πλέον ήμουν χίλια τα εκατό σίγουρος ότι ήταν υπό την επιρροή του αλκοόλ.
Κοίταξα αλλού προσπαθώντας να αντισταθώ στην δελεαστική πρόταση της. Δεν έπρεπε να την αφήσω να καταλάβει πόσο ήθελα, γιατί αν συνέβαινε αυτό δεν θα την σταματούσε τίποτα απ' το να με φιλήσει! Οι μύες μου τσιτωμένοι, ενώ η ανάσα μου ρηχή. Ήλπιζα να μην το καταλάβαινε!
Πλησίασε ακόμα περισσότερο και μου κοπήκαν τα πόδια όταν τα χείλη μας είχαν απόσταση λιγότερη από τρία εκατοστά! Ήθελα να την βάλω κάτω και να την φιλήσω τόσο δυνατά, μέχρι να μην μπορώ να αναπνεύσω.
«Λοιπόν;» Ρώτησε.
«Είσαι μεθυσμένη.» Είπα σχεδόν αποφασιστικά στον εαυτό μου και την προσπέρασα.
Άφησα μια αναπνοή να βγει και έφτιαξα τα σκεπάσματα του κρεβατιού του συγκατοίκου μου και την κάθισα στο κρεβάτι πιάνοντας την από τους ώμους. Την έσπρωξα απαλά και η πλάτη της έπεσε στο στρώμα δίχως αντίσταση. Χώθηκε κάτω από τα σκεπάσματα χωρίς τη θέληση της και την φίλησα απαλά στο μέτωπο, αφού μόνο αυτό μπορούσα να δώσω και να πάρω απ' την Βι.
«Καληνύχτα.» Ψιθύρισα και με παρατήρησε καθώς απομακρυνόμουν.
Βρέθηκα στην άλλη πλευρά του δωματίου ξέροντας ότι η ματιά της δεν είχε απομακρυνθεί από πάνω μου, ώσπου έκλεισα το φως, αφαίρεσα τα ρούχα μου και φορώντας μόνο το κάτω το μποξεράκι μου, ξάπλωσα στο κρεβάτι μου. Γύρισα μεριά, ερχόμενος αντιμέτωπος με τον κρύο τοίχο. Έκλεισα τα μάτια μου και προσπάθησα να ηρεμήσω. Από την στιγμή που μου είπε ότι ήθελε να με φιλήσει, ένοιωσα την στύση μου να ανυψώνεται. Έπρεπε να σκεφτώ επειγόντως κάτι για να ξεχαστώ.
Άκουσα την Βι να κάνει στην πέρα τα σκεπάσματα της και ύστερα τα βήματα της έγιναν αντιληπτά. Το στρώμα βούλιαξε και η Βι έπεσε πάνω μου χάνοντας την ισορροπία της. Το στήθος της πιέστηκε στο μπράτσο μου και εκεί που η στύση μου είχε ηρεμήσει, ανορθώθηκε ξανά.
«Ωχ, συγγνώμη!» Έσπευσε να απολογηθεί κι έκανε πίσω.
Ήταν ακόμη μεθυσμένη! Γύρισα πλευρό έτοιμος να τις βάλω τις φωνές, όμως όταν η ματιά μου έπεσε στο ημίγυμνο σώμα της, η φωνή μου χάθηκε κάπου στη μέση της διαδρομής της.
«Β-» Προσπάθησα να πω το όνομα της μα το πλούσιο μπούστο της με άφησε άφωνο! «Αμ... Τ...τι...εεε...;» Κόμπιασα. Δεν μπορούσα να πιστέψω στα μάτια μου.
«Κάρτερ, μπορώ να κοιμηθώ μαζί σου;» Με ρώτησε με αθώο ύφος. «Νοιώθω μόνη σε κείνο το κρεβάτι...» Και ένα χαμόγελο χαράχθηκε στα ροζ χείλη της.
Ξεροκατάπια και προσπάθησα να της αρνηθώ, μα το στόμα μου δεν άνοιξε... και απλά ένευσα. Κόλλησα στον τοίχο προσπαθώντας να μην έρθω σε επαφή με το δέρμα της και έκανα στην άκρη τα σκεπάσματα για να ξαπλώσει δίπλα μου. Εκείνη έκανε βουτιά στο κρεβάτι και την σκέπασα.
«Καληνύχτα, Βι» Είπα και άλλαξα πλευρό.
Ξαφνικά, τα χέρια της τυλίχθηκαν γύρω μου, τα χείλη της φίλησαν την πλάτη μου και ανατρίχιασα.
«Καληνύχτα, Άτε...» Μουρμούρισε.
Νοιώθοντας την καρδιά να αυξάνει τους παλμούς της, γύρισα προς το μέρος της και την παρατήρησα που με κοιτούσε. Το θυμόταν... το θυμόταν πως με είχε φωνάξει η Έλλη πριν από σχεδόν τέσσερα χρόνια...!
Τα μάτια της εστίασαν στα χείλη μου, ενώ τα χέρια της συνέχιζαν να βρίσκονται γύρω από την μέση μου. Την πλησίασα κοιτώντας αποκλειστικά στα μαγικά πράσινα της μάτια. Τα χείλη της έμειναν μισάνοιχτα και το δάχτυλο μου βρίσκονταν κάτω από το σαγόνι της ευθυγραμμίζοντας έτσι τα χείλη μου με τα δικά της. Την πλησίασα και τα χείλη μου βρέθηκαν στην επιδερμίδα της. Την φίλησα στο μέτωπο, στο μάγουλο, στην μύτη και στην άκρη των χειλιών της. Ύστερα, πέρασα στον λαιμό της φιλώντας την εκεί όλο και πιο δυνατά. Η Βι αναστενάζοντας με τράβηξε πάνω της και η στύση μου τρίφτηκε στον μηρό της. Το πόδι της έπεσε επιτρέποντας μου να βρεθώ ανάμεσα στα σφιχτά πόδια της. Συνεχίζοντας να την φιλώ στον λαιμό, το χέρι μου βρέθηκε στον μηρό της χουφτώνοντας και χαϊδεύοντας τον. Τα χέρια της έκαναν βόλτες στην πλάτη, ενώ μετά από λίγη ώρα βρέθηκαν στα μαλλιά μου τραβώντας τα, γεγονός που με έκανε να βογκήξω από τον πόθο μου για την Βι. Τρίφτηκε
«Κάρτερ...» Αναστέναξε βαριά και τότε χτύπησε το ο συναγερμός κινδύνου στο μυαλό μου.
Τι κάνω;!
Σταμάτησα αμέσως και απομακρύνθηκα από την Τόρι. Αν αύριο θυμόταν τότε ήμουν χαμένος.
Εκείνη διαμαρτυρήθηκε από την απώλεια επαφής μας και 'γω τα είχα χαμένα. Τι έκανα!; Κι αν θυμηθεί αύριο; Διάολε!
Σηκώθηκα από το κρεβάτι άρχισα να προχωρώ μέσα στο δωμάτιο πάνω κάτω. Είμαι ένας μαλάκας!, έλεγα και ξανάλεγα στον εαυτό μου.
«Κάρτερ;» Έκανε απορημένη η Βι. «Ε...έκανα κάτι λάθος;» ρώτησε αθώα και με έκανε να σταματήσω απότομα.
Την κοίταξα την ώρα που εκείνη μετέφερε το βάρος της στα γόνατα της. Πώς μπορούσε να πει κάτι τέτοιο;! Ήταν τέλεια! Η γεύση της, το δέρμα της... Θεέ μου! Η στύση μου δεν μπορούσε να ηρεμήσει!
«Βι...» Έκανα μα τίποτα δεν βγήκε. «Ήσουν τέλεια,» την πλησίασα, «Ε...εγώ, εγώ φταίω! Εσύ δεν φταις σε τίποτα!» Κάθισα στο κρεβάτι δίπλα της.
«Τότε γιατί έφυγες;» Ρώτησε απαλά και με πλησίασε περισσότερο.
«Δεν... Δεν... Δεν ξέρω...» Είπα τελικά. «Πάντως να ξέρεις ότι εσύ δεν έκανες κάτι λάθος.» Έπιασα στα χέρια μου τα δικά της. Θεέ μου, θα το κάναμε! Απομακρύνθηκα. «Ίσως να ήταν καλύτερα να κοιμηθούμε χωριστά...»
Δεν πρόλαβα να κάνω ούτε ένα βήμα και το χέρι της με σταμάτησε.
«Μείνε.» Παρακάλεσε με τη ματιά της.
«Κάρτερ, κοιμήσου δίπλα μου. Σε παρακαλώ!» Με κοίταξε με αυτά τα πράσινα μάτια που απλά δεν μπορούσα να της αντισταθώ.
«Εντάξει.»
Χαμογέλασε και έκανε πιο μέσα. Ξάπλωσα δίπλα της κι εκείνη χώθηκε μέσα στην αγκαλιά μου. Μας σκέπασα κι έπειτα την φίλησα στο μέτωπο. Την έκρυψα μέσα στην αγκαλιά κουζίνα νοιώθοντας ηρεμία.
«Κάρτερ, φοβάμαι...» λέει ύστερα από λίγο και την κοιτάζω εξεταστικά. «Φοβάμαι ότι κάποιος θα μπει στη μέση και θα μας χωρίσει... Έτσι όπως είχε κάνει η Λούσι... τότε...» Κι ένας λυγμός ξέφυγε από τον λαιμό της. «Δεν θέλω να σε χάσω!»
«Έι!» Σήκωσα το πιγούνι της ώστε να κοιτάζω μέσα στα δακρυσμένα ματάκια της. «Δεν θα αφήσω κανέναν να μπει ανάμεσα μας!» Είπα μεταξύ αστείου και σοβαρού και σκούπισα τα δάκρυα της φιλώντας την.
«Σ' αγαπάω πολύ, Κάρτερ!» Είπε και με κοίταξε σταθερά μέσα στα μάτια.
«Κι εγώ, μωρό μου! Κι εγώ!» Την φίλησα γλυκά στη μυτούλα της. «Τώρα κοιμήσου», της χαμογέλασα κι εκείνη με φίλησε στο στήθος.
«Καληνύχτα.»
«Όνειρα γλυκά.» Φίλησα για τελευταία φορά τα απαλά μαλλάκια της και ακολούθησα το παράδειγμα της κλείνοντας τα μάτια μου.
***Γειά σααααααααας! Τι μου κάνετε? Ελπίζω όλα καλά γιατί εμένα ναι ύστερα από αυτό το κεφάλαιο.
Εντάξει, δεν ξέρω για σας αλλά αυτό είναι από τα αγαπημένα μου!!! Εσάς? Ποιο είναι?
Λοιπόν, έχουμε εξελίξεις, πολλές! Ο Κάρτερ κι η Βι έβαλαν στοίχημα, το οποίο και πάρα λίγο να νικήσει (η Βι), ύστερα γυρνούν στις εστίες και έχουμε «καυτές» εξελίξεις! 😉😉😉😊😊😄😄
Θέλω γνώμες, ψήφους και φυσικά σχόλια! Ότι δεν σας αρέσει πείτε μου να το αλλάξω και μπλα μπλα μπλα.
Συγγνώμη για την καθυστέρηση! 😢😞😞😞😔😔 πραγματικά λυπάμαι! Καλό υπόλοιπο Σ/Κ και τα λέμε!
Πολλά φιλιά 😘😘😘😘💋💋💋💋
Στέλλα ❤❤💋❤❤ ***
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top